Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ατέχνως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ατέχνως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

21 Δεκεμβρίου, 2017

,,συμπορευόμενοι με τους εργατοπατέρες, τους νομιμοποιούν, στηρίζουν τους βρικόλακες της τάξης τους,,

,,είναι εντυ­πω­σια­κή η αδυ­να­μία τους να ανα­ρω­τη­θούν τα αυ­το­νό­η­τα:
«Τι θέ­λου­με εδώ»; «Γιατί τους στη­ρί­ζου­με και τους τρο­φο­δο­τού­με»; «Έχου­με πε­ρισ­σό­τε­ρα κοινά με τους προ­δό­τες της ερ­γα­τι­κής τάξης παρά με το ΠΑΜΕ»; «Ποιους εξυ­πη­ρε­τού­με»;
,,



Ανέ­βαι­νε η με­γά­λη απερ­για­κή δια­δή­λω­ση του ΠΑΜΕ την Πα­νε­πι­στη­μί­ου, ξε­τυ­λί­γο­ντας το τα­ξι­κό λαϊκό κου­βά­ρι της συ­γκέ­ντρω­σης στην Ομό­νοια και τους γύρω δρό­μους. Ομό­νοια, Αιό­λου, Πα­νε­πι­στη­μί­ου, Σύ­νταγ­μα, Β. Σο­φί­ας, πρε­σβεία των φο­νιά­δων των λαών Αμε­ρι­κά­νων. Στο Σύ­νταγ­μα η κο­ρυ­φή, στην Ομό­νοια το τέλος.
Πα­ρα­κάμ­πτο­ντας 40 πανό και καμιά τε­τρα­κο­σα­ριά νο­μα­ταί­ους (πε­ρί­που 10 ανά πανό) που ‘χαν απλω­θεί ως ξινός τρα­χα­νάς της αι­σχρής ερ­γα­το­πα­τε­ρί­στι­κης συ­μπό­ρευ­σης στο ύψος της Κλαυθ­μώ­νος. 

«Αραία-αραία να φαι­νό­μα­στε καμία δε­κα­ρέα». Οι πεμ­πτο­φα­λαγ­γί­τες ερ­γα­το­πα­τέ­ρες και τα δε­κα­νί­κια των ομά­δων και των γκρου­πού­σκου­λων που τους ακο­λου­θούν. 
Οι Πα­να­γό­που­λοι, οι με­τα­μνη­μο­νια­κώς αντι­μνη­μο­νια­κοί Λα­ε­τζή­δες, η κω­μι­κή Πλεύ­ση, το σχι­ζο­φρε­νι­κό ΕΠΑΜ, η ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ. Όλοι μαζί κι όμως αθλί­ως λει­ψοί και θλι­βε­ροί. Ακόμη κι αν δε­χθού­με την αθω­ό­τη­τα των συ­να­θροι­σμέ­νων (όχι όμως και των ηγε­τί­σκων τους), είναι εντυ­πω­σια­κή η αδυ­να­μία τους να ανα­ρω­τη­θούν τα αυ­το­νό­η­τα:
«Τι θέ­λου­με εδώ»; «Γιατί τους στη­ρί­ζου­με και τους τρο­φο­δο­τού­με»; «Έχου­με πε­ρισ­σό­τε­ρα κοινά με τους προ­δό­τες της ερ­γα­τι­κής τάξης παρά με το ΠΑΜΕ»; «Ποιους εξυ­πη­ρε­τού­με»;


Αδυ­να­τούν να αντι­λη­φθούν πως συ­μπο­ρευό­με­νοι με τους ερ­γα­το­πα­τέ­ρες, τους νο­μι­μο­ποιούν, στη­ρί­ζουν τους βρι­κό­λα­κες της τάξης τους, πριο­νί­ζουν και δια­σπούν το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, μά­λι­στα σε ιδιαί­τε­ρα δύ­σκο­λες στιγ­μές γε­νι­κής επί­θε­σης ενα­ντί­ον των ερ­γα­ζό­με­νων και των δι­καιω­μά­των τους. 
Αδυ­να­τούν να κα­τα­λά­βουν πως χωρίς αυ­τούς – έστω τους με­ρι­κούς εκα­το­ντά­δες, οι που­λη­μέ­νοι ερ­γα­το­πα­τέ­ρες δεν θα ‘βρι­σκαν ούτε βα­στά­ζους για τα πανό τους.

30 Νοεμβρίου, 2017

Οι κομμουνιστές «θα Σας πάρουν τα σπίτια και τα χωράφια» Έτσι δεν Έλεγαν;

,,Στον αντί­πο­δα όσων ισχυ­ρί­ζο­νταν η αστι­κή προ­πα­γάν­δα, οι έλ­λη­νες ερ­γα­ζό­με­νοι, οι λαϊ­κές οι­κο­γέ­νειες κιν­δυ­νεύ­ουν να χά­σουν τα σπί­τια τους από τις τρά­πε­ζες. 
Με την έναρ­ξη των ηλε­κτρο­νι­κών πλει­στη­ρια­σμών οι κα­τοι­κί­ες χι­λιά­δων λαϊ­κών οι­κο­γε­νειών ανα­μέ­νε­ται να «βγουν στο σφυρί», να γί­νουν «βορά» για τις τρά­πε­ζες και τα κέρδη των επι­χει­ρη­μα­τι­κών ομί­λων. 
Έτσι λει­τουρ­γεί ο κα­πια­λι­σμός.,,

Από τα πλέον χι­λιοει­πω­μέ­να τε­ρα­τώ­δη ψέ­μα­τα που έσπερ­νε επί δε­κα­ε­τί­ες στο λαό η αντι­κομ­μου­νι­στι­κή προ­πα­γάν­δα ήταν πως σε πε­ρί­πτω­ση που επι­κρα­τού­σε ο κομ­μου­νι­σμός θα έχα­ναν τις κα­τοι­κί­ες τους. 
Γε­νιές ολό­κλη­ρες με­γά­λω­σαν με τον φόβο που διέ­δι­δαν τα φε­ρέ­φω­να της εκά­στο­τε αστι­κής εξου­σί­ας, πως αν έρ­θουν οι κομ­μου­νι­στές στην εξου­σία 
«θα μας πά­ρουν τα σπί­τια και τα χω­ρά­φια». Έτσι δεν έλε­γαν;
Έκτο­τε πέ­ρα­σαν πολλά χρό­νια για να έρθει η στιγ­μή, στην Ελ­λά­δα της κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας, 
στην Ελ­λά­δα των αστών, να γκρε­μι­στεί ένας αντι­κομ­μου­νι­στι­κός μύθος δε­κα­ε­τιών. 
Στον αντί­πο­δα όσων ισχυ­ρί­ζο­νταν η αστι­κή προ­πα­γάν­δα, οι έλ­λη­νες ερ­γα­ζό­με­νοι, οι λαϊ­κές οι­κο­γέ­νειες κιν­δυ­νεύ­ουν να χά­σουν τα σπί­τια τους από τις τρά­πε­ζες. 
Με την έναρ­ξη των ηλε­κτρο­νι­κών πλει­στη­ρια­σμών οι κα­τοι­κί­ες χι­λιά­δων λαϊ­κών οι­κο­γε­νειών ανα­μέ­νε­ται να «βγουν στο σφυρί», να γί­νουν «βορά» για τις τρά­πε­ζες και τα κέρδη των επι­χει­ρη­μα­τι­κών ομί­λων. Έτσι λει­τουρ­γεί ο κα­πια­λι­σμός.
Μιας όμως και φέτος συ­μπλη­ρώ­νο­νται 100 χρό­νια από το κο­σμοϊ­στο­ρι­κό γε­γο­νός της Με­γά­λης Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης, αξί­ζει να θυ­μη­θού­με πως αντι­με­τω­πί­ζο­νταν το ζή­τη­μα της κα­τοι­κί­ας στην ΕΣΣΔ, τη χώρα των κομ­μου­νι­στών που θα μας… «έπαιρ­ναν τα σπί­τια». Σε πλήρη αντί­θε­ση με το αδη­φά­γο κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα, στο σο­σια­λι­σμό το ζή­τη­μα της στέ­γης δεν εξαρ­τιό­ταν από το οι­κο­νο­μι­κό επί­πε­δο των αν­θρώ­πων. 
Το ίδιο Σύ­νταγ­μα της ΕΣΣΔ εξα­σφά­λι­ζε το δι­καί­ω­μα της κα­τοι­κί­ας με χα­μη­λό ενοί­κιο και χα­μη­λή πλη­ρω­μή (κατα μέσο όρο το 3% του οι­κο­γε­νεια­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού) για τις υπη­ρε­σί­ες κοι­νω­νι­κής ωφέ­λειας.

Η ΕΣΣΔ κι­νη­το­ποιού­σε όλους τους ανα­γκαί­ους πό­ρους προ­κει­μέ­νου για να αντι­με­τω­πί­σει το στε­γα­στι­κό πρό­βλη­μα. Έτσι, κάθε χρόνο με­γά­λω­ναν οι πι­στώ­σεις για την κα­τα­σκευή κα­τοι­κιών.
 Είχε εγκαι­νιά­σει βιο­μη­χα­νι­κές με­θό­δους, που εξα­σφά­λι­ζαν, χωρίς προη­γού­με­νο, ρυθ­μούς πα­ρά­δο­σης άνε­των δια­με­ρι­σμά­των: 2.200.000 το χρόνο. Ο αριθ­μός αυτός ήταν ανώ­τε­ρος από αυτόν που έδι­ναν όλες οι χώρες της ΕΟΚ μαζί, καθώς και οι ΗΠΑ (“Ρ”, 26/1/2006).

Οι κομ­μου­νι­στές λοι­πόν- αυτοί που θα μας «έπαιρ­ναν τα σπί­τια»– είναι αυτοί που έδω­σαν σπί­τια στο λαό, που κα­το­χύ­ρω­σαν συ­νταγ­μα­τι­κά το δι­καί­ω­μα του ερ­γα­ζό­με­νου να έχει στέγη, να μη ζει με το φόβο ότι θα βρε­θεί στο δρόμο. Απε­να­ντί­ας, οι κα­πι­τα­λι­στές 
ζη­τούν απ’ τον κο­σμά­κη να δώσει ότι έχει και δεν έχει, προ­κει­μέ­νου να βγουν αλώ­βη­τοι από την κρίση που οι ίδιοι δη­μιούρ­γη­σαν. 
Έτσι, αφού πέ­τα­ξαν στον κά­λα­θο της ανερ­γί­ας 1,5 και πλέον εκα­τομ­μύ­ριο αν­θρώ­πους, αφού πε­τσό­κο­ψαν μι­σθούς και συ­ντά­ξεις, αφού φο­ρο­α­φαί­μα­ξαν τους ερ­γα­ζό­με­νους μέχρι τε­λευ­ταί­ας στα­γό­νας, ζη­τούν να πά­ρουν τώρα και τα σπί­τια των αν­θρώ­πων!
Αυτός είναι ο κα­πι­τα­λι­σμός – βάρ­βα­ρος, αδί­στα­κτος και αδη­φά­γος. 
Και θα συ­νε­χί­σει να γί­νε­ται ολο­έ­να και χει­ρό­τε­ρος, ολο­έ­να και πιο επι­θε­τι­κός. 
Μέχρι να απο­φα­σί­σει ο ερ­γα­ζό­με­νος λαός να πάρει στα χέρια του τον πλού­το που πα­ρά­γει και να γίνει πραγ­μα­τι­κός νοι­κο­κύ­ρης στον τόπο του.
_______________________________­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­__
Νίκος Μότ­τας Γεν­νή­θη­κε το 1984 στη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Είναι υπο­ψή­φιος δι­δά­κτο­ρας (Phd) Πο­λι­τι­κής Επι­στή­μης, Διε­θνών Σχέ­σε­ων και Ιστο­ρί­ας. Σπού­δα­σε Πο­λι­τι­κές Επι­στή­μες από το Πα­νε­πι­στή­μιο Westminster του Λον­δί­νου και είναι κά­το­χος δύο με­τα­πτυ­χια­κών τί­τλων (Master of Arts) στις δι­πλω­μα­τι­κές σπου­δές (Πα­ρί­σι) και στις διε­θνείς δι­πλω­μα­τι­κές σχέ­σεις (Πα­νε­πι­στή­μιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δη­μο­σιευ­θεί σε ελ­λη­νό­φω­να και ξε­νό­γλωσ­σα μέσα.

12 Σεπτεμβρίου, 2017

Στρατόπεδα συγκέντρωσης – φυλακές. Η νέα μορφή δουλείας που επιβάλλεται στις ΗΠΑ:

,,Στις φυλακές των ΗΠΑ (πολιτειακές, ομοσπονδιακές, ιδιωτικές) σήμερα, κρατούνται πάνω από 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι.[2] 
Βάσει των ίδιων στατιστικών, 2,7 εκατομμύρια παιδιά έχουν τον ένα γονιό τους στις φυλακές. 
Ο εγκλεισμός, συν τω χρόνω, όλο και περισσότερων αμερικανών στις φυλακές έχει αναχθεί σε μια εξόχως επικερδή δραστηριότητα – βιομηχανία για την αμερικάνικη (καπιταλιστική) οικονομία. 
Στην οποία αποτυπώνεται αγρίως η καταναγκαστική εργασία των κρατουμένων, φαινόμενο που τείνει να γενικευτεί. 
Εργασία που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αμείβεται με 1,25 δολάρια την ώρα, δηλαδή μόλις δέκα (10) δολάρια το 8ωρο!,,

Είναι τα στρατόπεδα… αμερικάνικα…

Οι ΗΠΑ αντιστοιχούν στο 5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι φυλακισμένοι τους αντιστοιχούν στο 25% (!!!) του παγκόσμιου πληθυσμού φυλακισμένων. Στις αμερικάνικες φυλακές – πραγματικά στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, κρατούνται σήμερα μισό εκατομμύριο περισσότεροι άνθρωποι απ’ ότι στην Κίνα, της οποίας ο πληθυσμός είναι πενταπλάσιος των ΗΠΑ.[1]

Κατά δήλωση της Σάλι Γιέϊτς, της αμερικανίδας αναπληρώτριας γενικής εισαγγελέα, από τη δεκαετία του ’80, ενώ ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 30% ο αντίστοιχος στις φυλακές έχει αυξηθεί κατά 800%.

Στις φυλακές των ΗΠΑ (πολιτειακές, ομοσπονδιακές, ιδιωτικές) σήμερα, κρατούνται πάνω από 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι.[2] 
Βάσει των ίδιων στατιστικών, 2,7 εκατομμύρια παιδιά έχουν τον ένα γονιό τους στις φυλακές. 
Ο εγκλεισμός, συν τω χρόνω, όλο και περισσότερων αμερικανών στις φυλακές έχει αναχθεί σε μια εξόχως επικερδή δραστηριότητα – βιομηχανία για την αμερικάνικη (καπιταλιστική) οικονομία. 
Στην οποία αποτυπώνεται αγρίως η καταναγκαστική εργασία των κρατουμένων, φαινόμενο που τείνει να γενικευτεί. 
Εργασία που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αμείβεται με 1,25 δολάρια την ώρα, δηλαδή μόλις δέκα (10) δολάρια το 8ωρο!

Οι φυλακές – στρατόπεδα τείνουν να ιδιωτικοποιούνται. Ενώ δέκα χρόνια πριν υπήρχαν μόνο πέντε (5) ιδιωτικές φυλακές με περίπου 2.000 κρατούμενους, σήμερα έχουν φτάσει τις εκατό (100) με 62.000 έγκλειστους. 
Στο τέλος της δεκαετίας, ο αριθμός κρατουμένων στις ιδιωτικές φυλακές θα φτάσει τους 360.000. 
Στον τομέα ήδη δραστηριοποιούνται 18 εταιρείες σε 27 αμερικανικές πολιτείες. 
Πρόκειται για την μεγαλύτερη εμπορική δραστηριότητα στο σύμπλεγμα σωφρονισμού των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, η ομοσπονδιακή υπηρεσία μετανάστευσης και τελωνείων πληρώνει στη CCA[3] 90 δολάρια την ημέρα για κάθε κρατούμενο στις ιδιωτικές φυλακές.[4]

Σε πάνω από 37 πολιτείες έχει νομιμοποιηθεί η χρήση της εργατικής δύναμης των κρατουμένων από εταιρείες, με αποτέλεσμα πολλές να εγκαθιστούν τις παραγωγικές δραστηριότητές τους εντός των φυλακών. Σύμφωνα με την έρευνα της Palaez, στη σχετική λίστα περιλαμβάνεται η αφρόκρεμα των αμερικανικών εταιρειών: 
ΙΒΜ, Boeing, Motorola, Microsoft, Dell, Compaq, Intel, Texas Instruments και πολλές άλλες.

Στρατόπεδα συγκέντρωσης – φυλακές. Η νέα μορφή δουλείας που επιβάλλεται στις ΗΠΑ 
μέσω των φυλακών-κάτεργων καταναγκαστικής εργασίας.

[1] Αποκαλυπτική έρευνα που υπογράφει η Περουβιανή δημοσιογράφος Vicky Palaez, ρεπόρτερ ερευνήτρια της ισπανόφωνης εφημερίδας της Νέας Υόρκης El Diario La Presna
[2] Σύμφωνα με το ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικό Κέντρο Έρευνας για την Παγκοσμιοποίηση (Centre for Research on Globalization, CRG), που εδρεύει στο Μόντρεαλ του Καναδά.
[3] Μεγάλη εταιρία ιδιωτικών φυλακών. Μαζί με την Wackenhut –ο γνωστός πολυεθνικός όμιλος υπηρεσιών ασφαλείας–, ελέγχουν το 75% της «αγοράς».
[4] Στοιχεία του πρακτορείου Bloomberg.

17 Απριλίου, 2017

Yetmez ama Hayir:“Αυτό το δημοψήφισμα φέρει τα σημάδια της τυραννίας και της απάτης” “Boyun Egme”


Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας: Νόθο το δημοψήφισμα, χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση η κυβέρνηση Ερντογάν
Αυτό το δημοψήφισμα φέρει τα σημάδια της τυραννίας και της απάτης” 
αναφέρει σε ανακοίνωση της η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας (TKP) που καλεί την εργατική τάξη και το λαό της χώρας 
να ενωθεί, να δράσει οργανωμένα και να μη δεχθεί τετελεσμένα γεγονότα”.
 Η αντίδραση του TKP ήρθε μόλις λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του αμφιλεγόμενου δημοψηφίσματος από την κυβέρνηση Ερντογάν και την οριακή επικράτηση του “Ναι” με 51.4%.

Το ΚΚ Τουρκίας χαρακτηρίζει “κοροϊδία του λαού” τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης και του κυβερνώντος κόμματος, επισημαίνοντας τις προσπάθειες αλλοίωσης του αποτελέσματος και το γεγονός ότι θεωρήθηκαν έγκυρα και ψηφοδέλτια χωρίς σφραγίδες. 
Η ανακοίνωση αναφέρει μεταξύ άλλων: Είναι μάταιο για το AKP (σ.σ: το κυβερνών κόμμα), το οποίο διοικεί τη χώρα σύμφωνα με τα συμφέροντα των εχθρών του εργαζόμενου λαού, τις καπιταλιστικές δυνάμεις και τα μονοπώλια,
 να προσπαθεί ακόμη μια φορά να επιβιώσει βασιζόμενο σε αυτές τις δυνάμεις”.

Της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος ακολούθησε σωρεία αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις, με τους Τούρκους κομμουνιστές να πρωτοστατούν. 
Η πιθανότητα να δεχθεί η κοινωνία το “Ναι” είναι μηδενική” 
υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση του TKP που επισημαίνει το γεγονός ότι η ψήφος υπέρ του “Όχι” κυριάρχησε στα μεγάλα αστικά κέντρα (Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Σμύρνη) τα οποία θεωρούνταν εκλογικά προπύργια της κυβέρνησης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΚΚ Τουρκίας -παρά το όργιο κυβερνητικής τρομοκρατίας και της απαγόρευσης συγκεντρώσεων που του επιβλήθηκε- βγήκε τις προηγούμενες μέρες στους δρόμους, καλώντας το λαό σε απόρριψη των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων. 
Το σύνθημα του TKP ήταν “Yetmez ama Hayir” (“Όχι”, αλλά αυτό δεν αρκεί), 
αναδεικνύοντας ότι, πέραν της αρνητικής ψήφου στο δημοψήφισμα, προέχει η πάλη της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων της χώρας απέναντι στο κεφάλαιο και την εξουσία του.
 Με το σύνθημα “Boyun Egme” 
(Μην παραδίνεσαι
και την προσπάθεια να συνειδητοποιηθεί η ανάγκη για γενικότερη ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα, το TKP συνεχίζει, μέσα σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, την προσπάθεια για να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για το λαό της γειτονικής χώρας.
ΑΠΟ HERKO στο
Έγραψε ο Νίκος Μόττας //

14 Απριλίου, 2017

ΕΝΤΟΥΑΡΝΤΟ ΓΚΑΛΕΑΝΟ

Σαν χτες το 2015 πέταξε στους ουρανούς της Μνήμης !!
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤΟ ΓΚΑΛΕΑΝΟ (1940-2015)



«…Για τους φτωχούς ξέρουμε τα πάντα: 
πού δεν δουλεύουν, τι δεν τρώνε, πόσο δεν ζυγίζουν, πόσο δεν μετρούν, τι δεν έχουν, τι δεν σκέφτονται, τι δεν ψηφίζουν, τι δεν πιστεύουν…Μόνο που δεν ξέρουμε γιατί οι φτωχοί είναι φτωχοί…Μήπως γιατί η γύμνια τους μας ντύνει και η πείνα τους μας δίνει να φάμε;

Με τα παραπάνω λόγια στο «Τα παιδιά των Ημερών» ο Εντουάρντο Γκαλεάνο βάζει το νυστέρι στη συνείδηση των ασυνείδητων που δεν «θέλουν να ξέρουν» τις ρίζες της φτώχειας γιατί αυτό θα σήμαινε ότι πρέπει να τεθεί τέρμα στον πλούτο τους. 
Αυτό το νυστέρι το κρατούσε μια ζωή στο χέρι μαζί με την πένα ή μάλλον η πένα του ήταν το νυστέρι και πώς να γίνει αλλιώς; 
Η μαρτυρική πορεία των χωρών αυτών κάτω από το ζυγό της αποικιοκρατίας και μετά από διάφορες «ανεξαρτητοποιήσεις» κάτω από το ζυγό των νέων μορφών αποικιοκρατίας με την ατέλειωτη ακολουθία δικτατορικών καθεστώτων δεν μπορούσε παρά να αποτελέσει τη βασανιστική ύλη των λογοτεχνών-στοχαστών της. 
Συνεπώς η κοινωνική αδικία με τις κραυγαλέες ανισότητες ήταν και για τον Γκαλεάνο η κινητήρια δύναμη της πένας του χρησιμοποιώντας τη λογοτεχνία σαν όπλο στην ιδεολογική πάλη.

Πορεία ζωής και ιδεολογική πάλη

Ο Εντουάρντο Γκαλεάνο πέθανε φέτος (2015) στις 13 Απριλίου ένα χρόνο μετά από το φυσικό θάνατο στις 17 Απριλίου 2014 μιας άλλης εμβληματικής φυσιογνωμίας των λατινοαμερικανικών γραμμάτων, του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. 
Ωστόσο και ο Γκαλεάνο σίγουρα θα συνεχίσει να ζει μέσα από το έργο του. 
Γεννήθηκε το 1940 στο Μοντεβιντέο, πρωτεύουσα της Ουρουγουάης, και ξεκίνησε την πορεία του από τη δημοσιογραφία εργαζόμενος σε διάφορα περιοδικά. 
Το 1961 έγινε διευθυντής της εφημερίδας «Εποχή» και από το 1960 μέχρι το 1964 ήταν αρχισυντάκτης της εβδομαδιαίας επιθεώρησης «Πορεία» που είχε δημιουργηθεί το 1939 από μια ομάδα προοδευτικών διανοουμένων, σαν όργανο πάλης ενάντια στο φασισμό που τότε είχε θριαμβεύσει στην Ισπανία και στη Γερμανία απειλώντας όλη την Ευρώπη. 
Την επιθεώρηση αυτή τη διέπνεε ένας βαθύς αντιαμερικανισμός και υπεράσπιζε σοσιαλιστικές και αντιιμπεριαλιστικές ιδέες. 
Έπαιξε σημαντικό ρόλο στα πολιτικά και πνευματικά τεκταινόμενα της Ουρουγουάης προωθώντας την προοδευτική νοτιοαμερικανική λογοτεχνία και, βεβαίως, συμβάλλοντας στην ανατροπή της δικτατορίας. 
Το 1973 η στρατιωτική χούντα έκλεισε το περιοδικό και ο Γκαλεάνο, που σαν διευθυντής σύνταξης είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στην ιδεολογική κατεύθυνση του περιοδικού, εξορίζεται και πάει στην Αργεντινή, όπου ιδρύει το λογοτεχνικό περιοδικό «Κρίση» ώσπου να επιβληθεί και εκεί, το 1976, η στρατιωτική δικτατορία. 
Στη συνέχεια πήγε στη Βαρκελώνη. Το 1985 επέστρεψε στην πατρίδα του όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής του.

Έργα φωτιάς

Τα πιο εμβληματικά έργα του Εντουάρντο Γκαλεάνο είναι χωρίς αμφιβολία τα μεταφρασμένα και στα ελληνικά «Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής» (1971), μια καλά τεκμηριωμένη καταδίκη του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, και η τριλογία «Μνήμη της Φωτιάς» (1982-1986) (Ι. «Γεννήσεις», ΙΙ. «Πρόσωπα και Μάσκες, ΙΙΙ. «Ο αιώνας του Ανέμου») στο οποίο με μικρά χρονογραφήματα σε γλώσσα «στακάτο» επιγραμματικό, δίνει την ιστορία της Νότιας Αμερικής από τις απαρχές της Κατάκτησης μέχρι σήμερα. 
Συνέχισε αυτό το στυλ με το πιο πρόσφατο «Καθρέφτες. Μια σχεδόν παγκόσμια Ιστορία» (2008). Αλλά και τα δοκίμιά-μαρτυρίες του δίνουν με γλαφυρή συντομία και απλότητα –χωρίς ωστόσο να πέσουν σε απλοϊκότητα – την πεμπτουσία των μαρτυρικών δρώμενων σε χώρες της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής, όπως το εξαιρετικό «Γουατεμάλα, κλειδί της Λατινικής Αμερικής» (1967). 
Πάντα υπέρμαχος της κουβανικής Επανάστασης συμμετείχε για πολλά χρόνια στη σύνταξη της επιθεώρησης «Casa de las Americas» που εκδίδεται στην Αβάνα. 
Ο Γκαλεάνο έχει χειριστεί πολλά είδη του γραπτού λόγου, αλλά τελικά δημιούργησε ένα νέο είδος γραφής σβήνοντας τα σύνορα ανάμεσα στα λογοτεχνικά είδη. Άλλωστε με το έργο του ήθελε να σβήσει και άλλα σύνορα. 
Σε μια συνέντευξη στην οποία τον χαρακτήρισε η δημοσιογράφος «διανοούμενο» δεν έδειχνε και πολύ χαρούμενος με το χαρακτηρισμό αυτό εξηγώντας ότι γι’ αυτόν δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα 
στο νου- σκέψη και το συναίσθημα, δεν του αρέσει ο διαχωρισμός της καρδιάς από τη λογική καθιερώνοντας τον όρο «στοχαζόμενος με συναίσθημα» («sentipensando”). 
Στα έργα του αναμειγνύονται η φαντασία, ο μύθος, η μαρτυρία και η κοινωνική ανάλυση. 
Πετυχημένες «ατάκες» του έχουν πολλαπλά δημοσιευθεί και παρατεθεί.

Διαχρονικές «φλογισμένες» μνήμες της παγκόσμιας πάλης των λαών

Μία μία παίρνει τις χώρες της Λατινικής Αμερικής γράφοντας σελίδες από την ιστορία αγώνων τους, των απεργιών, των Πρωτομαγιών, 
όπως στο «Μνήμη της Φωτιάς» για το Ελ Σαλβαντόρ: «Η Ρωσική Επανάσταση και οι παγκόσμιοι εργατικοί και απελευθερωτικοί αγώνες έριξαν τους σπόρους τους στη Λατινική Αμερική κατά τις δεκαετίες 1920 και 1930.
 Στο Ελ Σαλβαντόρ η παράδοση των αγώνων των Ινδιάνων που τον 19ο αιώνα (1833) αγωνίστηκαν με επικεφαλής τον ηγέτη Ακίνο για ανακατανομή της γης, συνεχίστηκε με την ανάπτυξη εργατικών αγώνων και την ίδρυση του κομμουνιστικού κόμματος (1832). Θρυλικές μορφές του κομμουνιστικού κόμματος ήταν ο Φαραμπούντο Μαρτί και ο Μιγκέλ Μάρμολ. 
Ο Φαραμπούντο Μαρτί εκτελέστηκε το 1832 μετά την αποτυχημένη εξέγερση. 
Ο Μιγκέλ Μάρμολ γλύτωσε μέσα από το σωρό των εκτελεσμένων και η υπόλοιπη ζωή του ήταν ένας διαρκής αγώνας για την προάσπιση των εργατικών δικαιωμάτων. 
Διέσχισε όλες τις χώρες της Νότιας Αμερικής καταγγέλλοντας, οργανώνοντας και πολεμώντας. Πέθανε στην Κούβα το 1975. 
Η επανάσταση του 1932 έφερε τους καρπούς της. Το 1974 ιδρύθηκε το απελευθερωτικό μέτωπο «Φαραμπούντο Μαρτί» που οργάνωσε ένοπλο επαναστατικό αγώνα. Παρά τη συντριβή του σήμερα το μέτωπο αυτό στο Ελ Σαλβαντόρ αποτελεί τη μόνη δύναμη που πολεμάει τη ντόπια ολιγαρχία και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των ΗΠΑ». 
Στο ίδιο στυλ μιλάει χρονογραφικά για τη Χιλή, το Εκουαδόρ, τη Νικαράγουα, τη Γουατεμάλα, την Κούβα και άλλες χώρες για αγώνες των ιθαγενών, των εργατών, των αγροτών, καθώς και για τις αιματηρές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. 
Δεν μπορούν όμως οι εξαιρετικά σύντομες φράσεις και εκφράσεις να αποκρύψουν τη συμπυκνωμένη οργή αυτού του γιού ενός τμήματος του μαρτυρικού και πάντα με «ανοιχτές φλέβες» «Τρίτου Κόσμου». ‘
Ισα ίσα το απέριττο αυτό ύφος τονίζει, αλλά και ελέγχει την οργή .

Τα έργα του Εντουάρντο Γκαλεάνο αφήνουν λίγα περιθώρια για λογοτεχνική ανάλυση ακριβώς επειδή μιλούν από μόνα τους με μια ασυνήθιστη αμεσότητα και κάπως εύκολα απομονώνει κανείς αποσπάσματα από τα συμφραζόμενα. 
Τα μηνύματα μοιάζουν να μην έχουν ανάγκη από συμφραζόμενα, αλλά πυροβολούν από μόνα τους.
 Ίσως γι αυτό τόσο συχνά κυκλοφορούν τόσα τσιτάτα του Γκαλεάνο. 
Ο Γκαλεάνο ήξερε πολύ καλά ποιοι είναι οι πραγματικοί ένοχοι της μιζέριας τόσων λαών κι ας μην αναδεικνύουν τα λεχθέντα του πάντα με σαφήνεια τους ταξικούς διαχωρισμούς.
 Και το εκφράζει πότε ειρωνικά, πότε άμεσα, όπως στις ατάκες «Οι θεωρίες του Μίλτον Φρίντμαν (Αμερικανός οικονομολόγος, κατ’ εξοχήν υποστηρικτής του νεοφιλελευθερισμού, Α.Ι.) του έδωσαν το βραβείο Νόμπελ, στη Χιλή της έδωσαν το στρατηγό Πινοσέτ», 
«Η παγκόσμια οικονομία είναι η πιο αποτελεσματική έκφραση του οργανωμένου εγκλήματος. Οι διεθνείς οργανώσεις που ελέγχουν το νόμισμα, το εμπόριο και την πίστωση ασκούν τρομοκρατία ενάντια στις φτωχές χώρες και ενάντια στους φτωχούς όλων των χωρών…».
 Και: «Τώρα τα βασανιστήρια ονομάζονται παράνομοι εξαναγκασμοί. Η προδοσία ονομάζεται ρεαλισμός. Ο οπορτουνισμός λέγεται πραγματισμός. Ο ιμπεριαλισμός λέγεται παγκοσμιοποίηση. Και τα θύματα του ιμπεριαλισμού λέγονται χώρες αναπτυσσόμενες».

«Η ιστορία της Λατινικής Αμερικής είναι η ιστορία της λεηλασίας των φυσικών πόρων της»

Για όσους νομίζουν ότι ο Γκαλεάνο με την κριτική του έμεινε στο διαχειριστικό εποικοδόμημα του συστήματος, όπως τόσοι άλλοι προοδευτικοί της ηπείρου του, όχι σπάνια κάτω από την πίεση της επιλογής ανάμεσα στο να ακουστείς ή να μην ακουστείς ευρύτερα ή από φόβο για συνέπειες(εξορίες, βασανιστήρια κλπ.) και πρέπει να διαλέξεις διατυπώσεις που δεν σε θάβουν, μπορούμε να πούμε ότι εδώ κι εκεί επισημαίνει τη βαθύτερα αιτία, τον καπιταλισμό μιλώντας είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά για την ανάγκη της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής και ανταλλαγής και την απαλλοτρίωση της μεγάλης ιδιοκτησίας. 
Επίσης επισημαίνει στην μπροσούρα του για το φασισμό 
«Ημέρες και νύχτες του έρωτα και του πολέμου», ότι οι βασανιστές και οι δικτάτορες είναι πληρωμένοι υπάλληλοι- γραφειοκράτες που μπορούν να χάσουν τη θέση τους αν δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. 
Δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να καταλάβουμε ποιοι τους πληρώνουν…

Σε μια πολύ πρόσφατη συνέντευξή του στο ντοκιμαντέρ «Το αόρατο τείχος:
 η λεηλασία προκαλεί την Έξοδο, η τραγωδία της αφρικανικής Εξόδου» 
ο Γκαλεάνο με αφορμή τα σύγχρονα μαζικά πια κύματα προσφύγων προς την Ευρώπη από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή μιλά για την ευρωπαϊκή καπιταλιστική συσσώρευση στη βάση της λεηλασίας της Αφρικής και της Αμερικής: «Πετούσαν στη θάλασσα τους νεκρούς της προηγούμενης νύχτας, νεκρούς από πληγές, αρρώστιες ή επειδή κρεμόντουσαν με τις ίδιες τις αλυσίδες τους. Αιώνες ταπείνωσης και αδειάσματος. 
Οι νέοι άνθρωποι, το καλύτερο που διάθετε η Αφρική, γίνονταν εργατικό δυναμικό σκλαβωμένο στις φυτείες της Αμερικής έτσι σφραγίζοντας το πεπρωμένο γυναικών, αντρών και παιδιών για μερικές γενιές. Όλοι στην υπηρεσία της συσσώρευσης κεφαλαίων. Εκείνοι έγιναν το καύσιμο που κινούσε αυτή τη μηχανή που γέννησε αυτό που πριν ονομαζόταν καπιταλισμός και τώρα το ονομάζουν «οικονομία της αγοράς (…)».

Καθόλου περίεργο που η σημερινή κατάσταση ξυπνάει μέσα σ’ αυτό τον λαμπρό εκπρόσωπο της λογοτεχνίας και του στοχασμού της Λατινικής Αμερικής τον πόνο αιώνων. 
Στην καταπολέμηση αυτής της εκμετάλλευσης αφιέρωσε όλη τη ζωή του.

26 Ιανουαρίου, 2017

Το Άουσβιτς το σήκωσαν σα σκήνωμα μια νύχτα χλιαρή και το κατέβασαν στην Ελλάδα:

Μ. Λουντέμη: «Άουσβιτς»

Στις 27 Γενάρη 1945 οι στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού (60ή Στρατιά του 1ου Ουκρανικού Μετώπου) απελευθερώνουν τους 7.000 περίπου εναπομείναντες κρατούμενους του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς.
Με αφορμή αυτή την επέτειο δημοσιεύουμε το ποίημα του Μενέλαου Λουντέμη «Άουσβιτς», όχι όμως στη μορφή που το ξέρουμε σήμερα, όπως δημοσιεύτηκε στα ποιητικά του. 
Αλλά όπως πρωτογράφτηκε τον Αύγουστο του 1947 και δημοσιεύτηκε στις 8 Σεπτέμβρη 1947 στην εφημερίδα «Ρίζος της Δευτέρας». 
Είναι περίοδος που ξαναγεμίζουν οι τόποι εξορίας στα ελληνικά ξερονήσια και η σύνδεση στο ποίημα είναι προφανής. 
Στα ποιητικά του που κυκλοφόρησαν από το «Δωρικό» και αργότερα από τα «Ελληνικά Γράμματα» το ποίημα διαφοροποιείται πάρα πολύ, προσπαθώντας να το κάνει επίκαιρο με βάση τα δεδομένα της εποχής, στηλιτεύει την αμερικανοκρατία (παραθέτουμε κι αυτή την εκδοχή).

Άουσβιτς

Ναι. Έτσι το λέγανε κάποτε. Τώρα είναι ένα τεφρό χωνευτήρι.
Κι ένα δάπεδο που γκρεμίστηκε παρασέρνοντας στον Άδη τις ζωές του.

Τώρα εκεί λιώνει πεσμένη η ζωή ανάμεσα σε φρύγανα, στάχτη και σποδό

Τώρα «Άουσβιτς» λένε κάτι στήθια και κάτι έρημες μητρικές αγκαλιές…

Κάτι αραχνιασμένα δώματα και κάτι μάτια που βράδιασαν νωρίς…
Ναι. Έτσι το λέγανε κάποτε. Τώρα είναι μια νεκρόπολη που πήρε τη λαλιά της κι έφυγε.

Έφυγε αφήνοντας πίσω της έναν χειμωνιάτικο οδυρμό.
Το βράδυ κατεβαίνει ο Αίολος και παίζει στα κρανία τον αυλό του.
Κατεβαίνουν τ΄ άστρα και φωσφορίζουν μέσα στους άδειους φεγγίτες των ματιών.
Κατεβαίνουν οι νυχτερίδες και κωπηλατούνε έντρομες στα σκότη.

«Άουσβιτς» το λέγανε. Τρία χρόνια το λέγανε έτσι. Τώρα είναι χωράφι.
Ενα απέραντο βοσκοτόπι για τους γύπες που κρώζουνε νυχτοήμερα νηστικοί.
Άχρηστο υλικό, σκεύη ανάκατα από συντρίμμια λευκάζουνε στη χλόη

Κόμες ξέπλεκες κυνηγιούνται έξαλλες στους θάμνους
Κόμες που γέρασαν κλαίοντας πάνου απ’ τα λείψανά τους.
Βρέθηκαν ακόμη εκεί κοκάλινα χεράκια παιδικά – ολάνυχτες πεντάφυλλες μαργαρίτες.

Και παπουτσάκια… πλήθος παπουτσάκια από απίθανα μικρά πόδια που ψάχνουν να βρουν το ταίρι τους.

Ναι. Έτσι το λέγανε κάποτε. Οι άνθρωποι ανατρίχιασαν και ξέχασαν.
Μα φέτος η Άνοιξη ήρθε κι απόθεσε εκεί τους σπόρους της

Μυριάδες παπαρούνες κι αγριολούλουδα πλουμιστά στόλισαν την έκταση

(γάργαρα γελάκια και σκιρτήματα παιδικά ακομπούνε στις ρίζες τους…)

Είναι γι’ αυτό που η Άνοιξη είναι φέτος συλλογισμένη

Είναι γι’ αυτό που οι πεταλούδες βάψανε μαύρα τα βελούδα τους.
Γιατί εκεί κάτου πλάι-πλάι στις ρίζες κοιμάται σαν απέραντο παράπονο
το βλέμμα του μικρού παιδιού…

«Άουσβιτς». 
Έτσι το λέγανε κάποτε. Τίποτε άλλο. Τώρα έφυγε.
Πήρε μια νύχτα τους σκελετούς του και κατέβηκε στη Μεσόγειο

Εδώ, στο ακρωτήρι μας, που κλαίνε τα χώματά του ατάιστα απ’ ανθρώπους
Έφυγε μια νύχτα μπρος απ΄ τα αδιάφορα μάτια των φυλάκων
που έπαιζαν κρίκετ κι έφτυναν σαξονικές βρισιές.
Έφτυναν και εκπαιδεύουνταν στην υψηλή Τέχνη του Κράμερ και της Ιλζέ Βέσνε

Και προχτές πήραν το δίπλωμά τους και κατέβηκαν με τ’ αεροπλάνα τους εδώ,

και ξωπίσω τους ένα κοπάδι από κοράκια που εκπατρίστηκαν

(γιατί είχε καιρό να βρέξει αίμα στο Άουσβιτς…).

Έτσι το ΄λεγαν κάποτε. Τώρα η Λορελάι φυτεύει στο χώμα του πατάτες,
γιατί Άουσβιτς δεν υπάρχει πια. Δεν υπάρχει εκεί.

Το Άουσβιτς το σήκωσαν σα σκήνωμα μια νύχτα χλιαρή
και το κατέβασαν στην Ελλάδα

Άουσβιτς! Φτωχή, πεσμένη Μεγαλειότητα… Τώρα κλάψε

Τώρα τη δόξα σου τη σκέπασαν οι ψηλές φωτιές που ανεβαίνουν απ’ την Ελλάδα!

Γιούρα, Μακρόνησο, Ψυττάλεια, Ικαρία – ω δόξα!

Κι ο Ράιχ, ουαί! – νενικήκαμεν σε!

Αθήνα – Αύγουστος 47

***

Το ποίημα όπως δημοσιεύτηκε στη συλλογή «Το σπαθί και το φιλί» (εκδόσεις «Δωρικός» 1977)

«Άουσβιτς»

Έτσι το ΄λεγαν κάποτε. Κι ήταν
μια φάμπρικα παραγωγής στάχτης
με πρώτη ύλη τον άνθρωπο.
Σήμερα είναι ένα πελώριο χωνευτήρι.
Ένα δάπεδο που βούλιαξε στη γη
παρασέρνοντας στον Άδη τους σταυρούς του.

Τώρα εκεί λιώνει η ζωή
μεταστοιχειωμένη σε χλόη!
Και δεν απόμεινε απ΄ όλα τίποτα
παρά μια περιπλανώμενη ανάμνηση
που κούρνιασε μες στ΄ άδεια στήθια
και στ΄ αραχνιασμένα κρανία των νεκρών.

Έτσι το λέγανε κάποτε. Άουσβιτς!
Τώρα είναι μια απέραντη νεκρόπολη
που πήρε τη μιλιά της κι έφυγε. Έφυγε…
Αφήνοντας πίσω της έναν χειμωνιάτικο οδυρμό.
Κι όταν πέφτει το βράδυ
ο Πάνας παίζει τον αυλό του
στα διάτρητα κόκαλα.
Και τ΄ άστρα φωσφορίζουν λυπητερά
στους φεγγίτες των άδειων ματιών.
Μόνο οι νυχτερίδες ξυπνούν νωρίς
και κωπηλατούνε τρομαγμένες μες στα σκότη.

Έτσι το λέγανε κάποτε.
Τρία χρόνια το λέγανε έτσι.
Τώρα δεν είναι πια
παρά ένα εφιαλτικό χωράφι
όπου γύπες κρώζουνε νηστικοί.
Και κόμες ξέπλεκες τρέχουνε στους θάμνους
κλαίοντας τον εαυτό τους.
Όπου χεράκια παιδικά
λευκάζουνε σα μαργαρίτες. Και παπουτσάκια,
-απίθανα μικρά παπουτσάκια-
ψάχνουνε να βρούνε τα ποδάρια τους.

Έτσι το ΄λέγαν κάποτε.
Μα οι άνθρωποι βάλθηκαν να το ξεχάσουν.
Και κάλεσαν την Άνοιξη να ΄ρθεί,
ν΄ αποθέσει εκεί τους σπόρους της
και να καλέσει τα πουλιά της
και να σπείρει τις πεταλούδες της
και τα γάργαρα γελάκια των παιδιών.
Όμως… Η Άνοιξη…
Κατέβηκεν εφέτος λυπημένη
κι οι πεταλούδες βάψαμε μαύρα τα φτερά τους.
Γιατί εκεί… πλάι-πλάι με τις ρίζες
κείται –σαν απέραντο παράπονο-
το βλέμμα του μικρού παιδιού.

Έτσι το λέγανε κάποτε. Τώρα έφυγε.
Πήρε μια νύχτα τους σκελετούς του
κι έφυγε μπρος απ΄ τα μάτια των σκοπών
που ΄παιζαν κρίκετ κι έφτυναν εγγλέζικες βρισιές.
Και μαζί τους…
Έφυγε κι ένα σμήνος από κοράκια
που οδύρουνταν χρόνια νηστικά.
Γιατί είχε καιρό να βρέξει αίμα στο Άουσβιτς.
Έτσι το ΄λεγαν κάποτε.
Τώρα η Λορελάι,
φυτεύει στο χώμα του πατάτες,
γιατί Άουσβιτς δεν υπάρχει πια.

Γιατί το Άουσβιτς το σήκωσαν μια νύχτα χλιαρή
το φορτώσαν σε βαριά αεροπλάνα
και το μοίρασαν σ΄ Ασία κι Αφρική
(και σε λιγάκι Αλαμπάμα). Εκεί…
Που καίνε πάλι οι υπαίθριες ψησταριές
(Ζώα ανάκατα με σπίτια και γυναίκες).
Ανακατωμένος –όλα- ο ερχόμενος,
χωρίς τη λεπτή επιστήμη των «Φον».
Γιατί τώρα διευθύνουν οι «Μακ»,
κάτι χοντρομπαλάδες απ΄ το Νότο,
που καίνε και σφάζουνε με ουρλιαχτά.
Ανίκανοι να σου ψήσουν έναν καθηγητή
με λίγην υπόκρουση Μπετόβεν.

Εκεί όλα γίνονται τώρα άχαρα
σκότωμα μόνο για το σκότωμα
(η Τέχνη για την Τέχνη…)
Την ανεβάσανε, φτωχό μου Άουσβιτς,
την ανεβάσανε τη γκάμα του φονικού.
Ποσότητα… ποσότητα… ποσότητα…
Ναι, φτωχό μου Άουσβιτς.
Και να γιατί νικηθήκαμε.
.............
Οι εμφάσεις στο κείμενο 
*****************************
Για το Σήμερα:
"Εμείς"

Ποιος θα φωτίσει όλο τούτο το σκοτάδι,
τη νύχτα που ’πεσε απάνω στις ζωές μας;
Πριν να σιγήσει κι η ελπίδα στις φωλιές μας,
ποιος θ’ ανατείλει απ’ τους κραδασμούς του κόσμου;

Ποιος θα διασχίσει όλο αυτόν τον παγετώνα,
τα βήματά μας που ’χει δέσει μ’ αλυσίδες;
Πριν να νεκρώσει απ’ του ψύχους τις αγκίδες,
ποιος την καρδιά μας σαν φωτιά θα την ανάψει;

Ποιος θα αντέξει όλη αυτή την ανηφόρα
που την ανάσα μας την κόβει σαν μαχαίρι;
Πριν πάψει η δύναμη να σφίγγουμε το χέρι,
ποιος στ’ ανηφόρι όρθιους θα μας κρατήσει;

Εμείς. Θα γίνουμε φωτιά μέσα στον πάγο.
Λαός, θα γίνουμε το φως μέσα στη νύχτα.
Εμείς. Θα σπάσουμε του ανήφορου το αδράχτι
που γνέθει κάματο, υποταγή και ήττα.

Εμείς. 
Κρατώντας πάλι κόκκινες σημαίες,
λαός που τον δικό του δρόμο θα ανοίξει.
Εμείς. Με ανάσα των νεκρών μας τους αγώνες,
στις φλέβες το αίμα κι η οργή τους να κυλήσει.