11 Σεπτεμβρίου, 2016

Ο Φιντέλ για τη Χιλή του Αλιέντε 1970-1973

Ο Φιντέλ Κάστρο για τον αγώνα στη Χιλή, 1970-1973

Με αφορμή την επέτειο του στρατιωτικού πραξικοπήματος της 11 Σεπτέμβρη 1973
Το άρθρο αυτό βασίζεται στο βιβλίο Fidel Castro on Chile [Ο Φιντέλ Κάστρο για τη Χιλή], Pathfinder Press, που περιλαμβάνει ομιλίες του Κάστρο κατά τη διάρκεια επίσκεψής  του στη χώρα αυτή το 1971. O Κάστρο μίλησε σε μαζικές συγκεντρώσεις εργαζομένων, αγροτών και φοιτητών.(1)
Γράφει ο Τζωρτζ Μεχραμπιάν //
Ο Σεπτέμβρης φέρνει μια από τις πιο τραγικές επετείους για τους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Την 11η Σεπτέμβρη 1973 ο στρατός της Χιλής με επικεφαλής τον στρατηγό Πινοσέτ έκανε πραξικόπημα ανατρέποντας την κυβέρνησης της Poder Popular [Λαϊκή Ενότητα-ΛΕ] υπό την ηγεσία του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Ο ίδιος ο Αλιέντε σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος, υπερασπιζόμενος το Προεδρικό Μέγαρο. Το ηρωικό ανάστημά του παραμένει χαραγμένο στις καρδιές μας. Δεκάδες χιλιάδες εργάτες, αγρότες και επαναστατική νεολαία σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εξαφανίστηκαν. Οι οργανώσεις της εργατικής τάξης δέχτηκαν σοβαρά πλήγματα σε ολόκληρη την ήπειρο. Η αντίδραση εξαπλώθηκε στην Αργεντινή και αλλού, μπλοκάροντας και αντιστρέφοντας την παλίρροια των αγώνων που είχε εμπνεύσει η κουβανική επανάσταση.
Η κυβέρνηση της ΛΕ ήρθε στην εξουσία με τις εκλογές του 1970. Η Λαϊκή Ενότητα ήταν μια εκλογική συμμαχία που περιλάμβανε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Ριζοσπαστικό Κόμμα και άλλες ομάδες. Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος και γερουσιαστής, ήταν η αναγνωρισμένη κεντρική προσωπικότητα της ΛΕ και εξελέγη πρόεδρος της Χιλής.
Ο Αλιέντε ήταν ήδη γνωστός ως ριζοσπάστης,  υπερασπιστής των εργατών και των αγροτών και υπέρμαχος της οργάνωσης του εργαζόμενου λαού. Ως γερουσιαστής, είχε συμβάλει αποφασιστικά στη στήριξη των εναπομείναντων μαχητών της ομάδας του Τσε Γκεβάρα στη Βολιβία, βοηθώντας τους να ξεφύγουν από τη στρατιωτική περικύκλωση, να διαφύγουν μέσω της Χιλής και να φτάσουν στην Κούβα.
Η νίκη της ΛΕ επιτεύχθηκε ύστερα από μαζικές κινητοποιήσεις εργατών ορυχείων, άλλων εργαζόμενων και αγροτών. Η εκλογική αυτή νίκη με τη σειρά της έδωσε ώθηση για την επέκταση και εμβάθυνση των αγώνων αυτών.
Σε συνέντευξή του προς τον Ρεζίς Ντεμπρέ, ο Αλιέντε περιέγραψε τον εαυτό του ως εξής: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι σοσιαλιστής. … Έχω αποκτήσει το αξίωμα αυτό προκειμένου να επιτευχθεί ο οικονομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός της Χιλής, να ανοίξει ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό. Στόχος μας είναι ο ολικός, επιστημονικός, μαρξιστικός σοσιαλισμός». (Fidel Castro on Chile [Ο Φιντέλ Κάστρο για τη Χιλή], Pathfinder Press, 1982, σ. 3)
Πάρθηκαν σημαντικά αντι-ιμπεριαλιστικά μέτρα, όπως η εθνικοποίηση ορυχείων χαλκού που ήταν ιδιοκτησίας ΗΠΑ. Ωστόσο, η ανώτατη ηγεσία της διατήρησε μια πολιτική που έτεινε να συγκρατεί τους αγώνες μέσα σε ένα συνταγματικό πλαίσιο και εντός καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Σύμφωνα με όσα ελπίζαν, πίστευαν και εξηγούσαν στους εργαζόμενους, μια τέτοια στάση θα υποχρέωνε την καπιταλιστική αντιπολίτευση –το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα– καθώς και την ηγεσία του στρατού να υπερασπιστούν τους δημοκρατικούς θεσμούς και τη δημοκρατική βούληση του λαού. Σύμφωνα με το σκεπτικό αυτό, αυτές οι δυνάμεις θα συμμαχούσαν, μάλιστα, με τη ΛΕ προκειμένου να μπλοκάρουν τις επιθέσεις από τη δεξιά αλλά και τις απόπειρες του ιμπεριαλισμού να ανατρέψει την κυβέρνηση. Ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, Λουίς Κορβαλάν, εξηγούσε ότι, «Οι ένοπλες δυνάμεις ήταν πιστές στον νόμο και στη νομίμως συγκροτημένη κυβέρνηση.» (ό.π., σ. 7)
Όπως διαβλέπει κανείς από τα αποσπάσματα που ακολουθούν, η κουβανική κομμουνιστική ηγεσία προσπάθησε να δώσει μια διαφορετική προοπτική.
Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ απάντησε στον αγώνα που εκτυλισσόταν στη Χιλή με αποφασιστικότητα. Οργάνωσε οικονομικό σαμποτάζ και επέβαλε κυρώσεις. Η πιο σταθερή του σύμμαχος, η αστική τάξη της Χιλής, απο-κεφαλαιοποίησε τη βιομηχανία, συσσώρευε αγαθά προκαλώντας ελλείψεις στην αγορά και απέσυρε τα χρήματά της από τις τράπεζες της Χιλής. 
Οργανώθηκαν φασιστικές συμμορίες που τρομοκρατούσαν τους εργαζόμενους με βίαιες επιθέσεις. Εργοδοτικές «απεργίες» οργανώθηκαν ώστε να παραλύσει η οικονομία. Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε το πραξικόπημα του 1973.
Ο κομμουνιστής ηγέτης της Κούβας, Φιντέλ Κάστρο, επισκέφθηκε τη Χιλή από τις 10 Νοέμβρη ως τις 4 Δεκέμβρη 1971. Κατά τη διάρκεια αυτού του χωρίς προηγούμενο ταξιδιού που κράτησε σχεδόν 4 εβδομάδες, ο Κάστρο μίλησε σε μαζικές κινητοποιήσεις αγροτών, εργαζομένων, νεολαίας και άλλων λαϊκών στρωμάτων. 
Σε αυτές τις ομιλίες προσπάθησε να βοηθήσει να αναπτυχθεί αυτό που ο ίδιος θεωρούσε ως απαρχή μιας επαναστατικής διαδικασίας απέναντι στους αυξανόμενους κινδύνους που πρόβαλλε ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ και η άρχουσα τάξη των ντόπιων καπιταλιστών και των μεγάλο-γαιοκτημόνων.
Απεύθυνε απεριόριστη αλληλεγγύη προς την κυβέρνηση και τον λαό της Χιλής, εξηγώντας ότι για τη Χιλή οι Κουβανοί είναι πρόθυμοι όχι μόνο να προσφέρουν τη ζάχαρή τους αλλά και το ίδιο τους το αίμα! 
Παράλληλα, χρησιμοποιούσε τις εμπειρίες της κουβανικής επανάστασης για να προβάλει τα στοιχεία που θεωρούσε απαραίτητα ώστε να προχωρήσει και να εδραιωθεί η επαναστατική διαδικασία που είχε ανοίξει. Το διακύβευμα ήταν τεράστιο για την κουβανική επανάσταση, καθώς η διαδικασία αυτή θα σήμαινε το σπάσιμο της απομόνωσης της Κούβας στην αμερικανική ήπειρο. 
Το διακύβευμα ήταν επίσης τεράστιο για τους ανθρώπους του μόχθου σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, καθώς μια νέα νίκη ενάντια στη ιμπεριαλιστική κυριαρχία των ΗΠΑ είχε μπει στην ατζέντα με την πιθανότητα η Χιλή να γινόταν, μαζί με την Κούβα, η δεύτερη απελευθερωμένη περιοχή της ηπείρου.
Τα διδάγματα που άντλησε ο Κάστρο δεν είναι χρήσιμα μόνο από ιστορική άποψη. Πρόκειται για ζητήματα ζωής και θανάτου για τους εργαζόμενους στη Λατινική Αμερική σήμερα και στο μέλλον, καθώς ο ιμπεριαλισμός και οι καπιταλιστικές τάξεις εξαπολύουν επιθέσεις ενάντια στους εργαζόμενους στο πλαίσιο της τωρινής καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης στην παραγωγή και το εμπόριο, και με δεδομένο ότι σήμερα  στη Λατινική Αμερική γινόμαστε μάρτυρες ιμπεριαλιστικών επιθέσεων ενάντια σε αριστερές εκλεγμένες κυβερνήσεις. Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας είναι κεντρικός στόχος των ιμπεριαλιστών.
Ακολουθούν αποσπάσματα από τις τις ομιλίες του στη Χιλή και αργότερα στην Κούβα. Μιλούν από μόνα τους.
Η εκλογική νίκη της ΛΕ – μια πόρτα μισάνοιχτη
«Παρ’όλες τις αντιξοότητες … οι πραγματικές, οι αντικειμενικές αντιφάσεις και η ανάπτυξη μιας γενικευμένης πολιτικής συνείδησης δημιούργησαν τη δυνατότητα μιας εκλογικής νίκης (στη Χιλή). 
Το αντιληφθήκαμε και το δηλώσαμε δημόσια και ξεκάθαρα γιατί είμαστε επαναστάτες … . Να είσαι επαναστάτης σημαίνει να είσαι ρεαλιστής, πράγμα που σημαίνει ότι έχεις ως σημείο αφετηρίας την πραγματικότητα. 
Να είσαι επαναστάτης σημαίνει να αξιοποιείς κάθε ευκαιρία για να προχωράς μπροστά –και να το κάνεις έντιμα, να προχωράς με αξιοπρέπεια, βασισμένος σε αρχές–, για να πλησιάσεις την επίτευξη των στόχων για τους οποίους οι λαοί μας αγωνίζονται και πρέπει να αγωνίζονται. … 
Όταν, λοιπόν, κέρδισε η Λαϊκή Ενότητα, υπήρχαν πολλοί κίνδυνοι, πολλά εμπόδια. Η εκλογική νίκη ήταν σαν μια πόρτα που είχε ανοίξει λιγάκι. Αλλά ήταν, παρ’ όλα αυτά, μια ρωγμή, ένα άνοιγμα, μια μικρή σχισμή, αν θέλετε». (Ομιλία προς τη Συνομοσπονδία Εργαζομένων Χιλής, Χιλή, 21 Νοέμβρη 1971, σ. 56)
Είναι παράλογο να πιστέψουμε ότι η αντίδραση θα σταθεί παράμερα
«Θα ήταν παράλογο να πιστεύαμε ότι ο δρόμος που βρίσκεται μπροστά μας είναι εύκολος. Θα ήταν παράλογο να πιστεύαμε ότι τα συμφέροντα που έχουν θηγεί πρόκειται να παραμείνουν άπραγα περάσουν στη δράση. Εντελώς παράλογο». (Ομιλία προς τη Συνομοσπονδία Εργαζομένων Χιλής, Χιλή, 21 Νοέμβρη 1971, σ. 56)
«Μπόρεσα να επιβεβαιώσω μια αρχή της σύγχρονης πολιτικής ζωής: Ότι οι αντιδραστικοί και οι εκμεταλλευτές στη σημερινή απελπισία τους –και η ιστορία μας δίνει άφθονες αποδείξεις γι’ αυτό– τείνουν προς τις πιο κτηνώδεις, τις πιο άγριες μορφές βίας και αντίδρασης».
«Γνωρίζετε καλά την ιστορία του φασισμού σε διάφορες χώρες … πώς οι προνομιούχοι, οι εκμεταλλευτές, κατέστρεψαν τους θεσμούς που κάποτε είχαν δημιουργήσει και εφεύρει για να διατηρούν την ταξική κυριαρχία τους, όταν αυτοί οι θεσμοί δεν τους ήταν πλέον χρήσιμοι. Τι κάνουν οι εκμεταλλευτές όταν οι ίδιοι τους οι θεσμοί δεν εγγυόνται πλέον την εξουσία τους; … Απλά τους καταστρέφουν … Ο φασισμός με τη βία του αφανίζει τα πάντα».
«Κάθε επαναστατική διαδικασία διδάσκει τους ανθρώπους μέσα σε λίγους μήνες πράγματα που διαφορετικά θα χρειάζονταν δεκαετίες για να μάθουν».
«Έτσι φτάνουμε στο ερώτημα: Ποιος θα μάθει περισσότερα και πιο γρήγορα; 
Ποιος θα αναπτύξει μεγαλύτερη συνείδηση πιο γρήγορα; Οι εκμεταλλευτές ή εκμεταλλευόμενοι; 

Ο λαός ή οι εχθροί του λαού;» 
[Κραυγή από το ακροατήριο: «Ο λαός!»]. 

«Επιτρέψτε μου να πω ότι δε συμφωνώ αυτή τη φορά με τις μάζες … 
Ειλικρινά πιστεύω ότι ο εχθρός, οι αντιδραστικοί, έχουν μάθει πιο γρήγορα από τις μάζες». 
(Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 93)

«Περνάτε από αυτή τη φάση της διαδικασία κατά την οποία οι φασίστες … προσπαθούν να παραβγούν μαζί σας στους δρόμους, προσπαθώντας να σας πετάξουν έξω από τα μεσαία στρώματα του πληθυσμού. Υπάρχει μια συγκεκριμένη στιγμή σε κάθε επαναστατική διαδικασία όπου οι φασίστες και οι επαναστάτες παλεύουν για να κερδίσουν την υποστήριξη των μεσαίων στρωμάτων του πληθυσμού. … Θα προσπαθήσουν να σκορπίσουν τον τρόμο και τη δυσαρέσκεια μεταξύ όλων των μεσαίων στρωμάτων λέγοντάς τους τα πιο απίστευτα ψέματα … και θα απευθυνθούν στα χειρότερα συναισθήματά τους … . Υπάρχουν μέρη όπου βρήκα τους επαναστάτες να έχουν δεχτεί σκληρά χτυπήματα … φαινόταν ως και αποθαρρυμένοι». (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 96)
«Αν θέλετε τη γνώμη μου, η επιτυχία ή η αποτυχία αυτής της ασυνήθιστης διαδικασίας θα εξαρτηθεί από την ιδεολογική διαπάλη και τους μαζικούς αγώνες. Θα εξαρτηθεί επίσης από την ικανότητα των επαναστατών να αυξηθούν σε αριθμό, να ενωθούν και να κερδίσουν στην πλευρά τους τα μεσαία στρώματα του πληθυσμού. … Κανείς δεν έχει κερδηθεί ποτέ παρά μόνο με την αλήθεια, τα ισχυρά επιχειρήματα και τη λογική». (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 93)
«Από τη δική μας άποψη, όταν οι αντιδραστικοί και οι φασίστες εκσφενδονίζουν προκλήσεις, όταν βγαίνουν στους δρόμους, αναμένουμε ότι οι μάζες θα κινητοποιηθούν και θα αναλάβουν δράση … και περιμένουμε ότι οι μηχανισμοί που απαιτούνται για την κινητοποίησή τους αυτή υπάρχουν ήδη … Πρέπει να μελετηθούν οι λόγοι που αυτές οι λανθάνουσες δυνάμεις δεν έχουν αξιοποιηθεί. Αυτό είναι κάτι που οι επαναστάτες θα πρέπει να λύσουν από μόνοι τους». (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 113)
«Ποια, όμως, προβλήματα αντιμετώπισε [ο Αλιέντε]; 
Καταρχήν υπήρχε ένας αστικός κρατικός μηχανισμός που παρέμενε άθικτος. 
Υπήρχαν ένοπλες δυνάμεις που διατείνονταν ότι ήταν απολίτικες, θεσμικές – φαινομενικά ουδέτερες στην επαναστατική διαδικασία. 
Υπήρχε και εκείνο το αστικό κοινοβούλιο, όπου η πλειοψηφία μεταπηδούσε στην πλευρά των κυρίαρχων τάξεων. 
Υπήρχε ένα δικαστικό σύστημα που ήταν εντελώς υποταγμένο στους αντιδραστικούς. … 
Υπήρχε, επίσης, το γεγονός ότι η οικονομία ήταν παντελώς χρεωκοπημένη». (Μαζική συγκέντρωση στην Αβάνα, 28 Σεπτέμβρη 1973, σ. 148)

«Φυσικά, αποτελεί αξίωμα στην πολιτική ότι δεν μπορεί να υπάρξει επανάσταση χωρίς την ολική καταστροφή του παλιού αστικού κράτους.» 
(Ομιλία στο Πανεπιστήμιο της Κονσεπσιόν, Κονσεπσιόν της Χιλής, 18 Νοέμβρη 1971, σ. 46)

Μην ξεχνάτε την εξαιρετική δύναμη της εργατικής τάξης
«Όταν άρχισε να τίθεται σε εφαρμογή η αγροτική μεταρρύθμιση, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες και αγροτική αστική τάξη άρχισαν να σαμποτάρουν τη γεωργική παραγωγή. Η αστική τάξη, ιδιοκτήτες των κέντρων διανομής, των αποθηκών και των καταστημάτων, άρχισαν να χειραγωγούν τις αγορές και να σαμποτάρουν την κυβέρνηση Λαϊκής Ενότητας … μόλις εγκρίθηκαν οι εθνικοποιήσεις αυτών των επιχειρήσεων (ως επί το πλείστον ορυχεία χαλκού) ο ιμπεριαλισμός πάγωσε όλα τα δάνεια που χορηγούσαν οι διεθνείς οργανισμοί προς την κυβέρνηση της Χιλής και ανέλαβε να οδηγήσει την οικονομία της Χιλής στην ασφυξία … τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ο Τύπος, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο – όλα ήταν στα χέρια της ολιγαρχίας και της αντίδρασης – και μάλιστα σε μια περίοδο που η τιμή του χαλκού κατρακυλούσε από τα 75 στα 48 σεντς ανά λίβρα».
«Οι κυρίαρχες τάξεις και τα κόμματά τους αντέδρασαν όπως ήταν αναμενόμενο. Οι οργανώσεις των ιδιοκτητών, των έμπορων, ακόμη και των επαγγελματιών … οι περισσότεροι από αυτούς στην υπηρεσία της άρχουσας τάξης, σαμπόταραν τη δουλειά της κυβέρνησης, κάλεσαν στάσεις εργασίας και απεργίες και παράλυσαν εντελώς τη χώρα πάνω από μία φορά».
«Ο λαός της Χιλής –ιδιαίτερα οι εργαζόμενοι και οι αγρότες– ένιωθαν ότι στην προεδρία της Δημοκρατίας βρισκόταν ένας αντιπρόσωπος όχι της ολιγαρχίας, όχι των μεγάλων γαιοκτήμονων και της αστικής τάξης, αλλά ένας γνήσιος αντιπρόσωπος του λαού». (Μαζική συγκέντρωση στην Αβάνα, 28 Σεπτέμβρη 1973, σ. 148)
Με τη χώρα σε πολιτική κρίση και με τις αντιδραστικές δυνάμεις να προετοιμάζονται για μια επικείμενη αναμέτρηση, ο Κάστρο έγραψε τα εξής στον Αλιέντε, στις 29 Ιουλίου 1973, λιγότερο από δύο μήνες πριν το στρατιωτικό πραξικόπημα: 
«Μην ξεχνάς ποτέ την εξαιρετική δύναμη της εργατικής τάξης της Χιλής και τη σταθερή υποστήριξη που πάντα σου έδωσε στις δύσκολες στιγμές. Σε απάντηση στο κάλεσμά σου, όταν η επανάσταση βρεθεί σε κίνδυνο, μπορεί να αποτρέψει όσους διοργανώνουν ένα πραξικόπημα, να κρατήσει την υποστήριξη όσων αμφιταλαντεύονται, να επιβάλει τους όρους της και να αποφασίσει οριστικά για την τύχη της Χιλής, εάν παραστεί ανάγκη. Ο εχθρός πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η χιλιανή εργατική τάξη είναι σε επιφυλακή και έτοιμη να προχωρήσει σε δράση. Η δύναμή της και η μαχητικότητά της μπορεί να γείρει τη ζυγαριά στην πρωτεύουσα υπέρ σου, ακόμα κι αν άλλες συνθήκες μπορεί να είναι δυσμενείς … πάνω απ’ όλα η δυνατή, αποφασιστική και ηρωική ηγεσία σου είναι το ζωτικό στοιχείο στην παρούσα κατάσταση. … Πες μας πώς οι πιστοί  Κουβανοί φίλοι σου μπορούν να φανούν χρήσιμοι». (Μαζική συγκέντρωση στην Αβάνα, 28 Σεπτέμβρη 1973, σ. 151-152)
Αφήνοντας τη Χιλή, ο Κάστρο έδωσε στον Αλιέντε ένα αποχαιρετιστήριο δώρο: Ήταν ένα αυτόματο όπλο. Πίσω από τη συμβολική αυτή χειρονομία ήταν μια ολόκληρη πολιτική προοπτική. «Ήταν σωστό το προαίσθημά μας να δώσουμε στον Πρόεδρο το τουφέκι. Ποτέ στο παρελθόν δεν έχει πιάσει τουφέκι στα χέρια του ένας τόσο ηρωικός, τόσο νόμιμος και συνταγματικά εκλεγμένος πρόεδρος του λαού! … Και, αν κάθε εργαζόμενος και κάθε αγρότης είχε ένα τουφέκι όπως αυτό στα χέρια του, δεν θα γινόταν κανένα φασιστικό πραξικόπημα! Αυτό είναι το μεγάλο μάθημα που οι επαναστάτες θα πρέπει να αντλήσουν από τα γεγονότα στη Χιλή». (Μαζική συγκέντρωση στην Αβάνα, 28 Σεπτέμβρη 1973, σ. 151)

Όπως επεσήμανε ο Κάστρο, δεν υπήρχε τίποτα αναπόφευκτο στην ήττα στη Χιλή. Αυτό που έλειπε ήταν μια αποφασισμένη ηγεσία της εργατικής τάξης.
«Αρκετά συχνά οι επαναστατικές διαδικασίες αποτυγχάνουν ή εξανεμίζονται οι επαναστατικές δυνατότητες επειδή οι ίδιοι οι επαναστάτες τις κάνουν να αποτυγχάνουν». (Ομιλία στο Πανεπιστήμιο της Κονσεπσιόν, Κονσεπσιόν της Χιλής, 18 Νοέμβρη 1971, σ. 45)

Ο Κάστρο τόνιζε επανειλημένα ότι οι προϋποθέσεις για μια νικηφόρα επαναστατική πάλη στη Χιλή ήταν καλύτερες από ό,τι στην προ-επαναστατική Κούβα: «Έχω δει στον λαό της Χιλής ιδιότητες που έλειπαν από τον λαό μας τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης: ένα υψηλότερο επίπεδο πολιτισμού, ένα υψηλότερο πολιτικό επίπεδο … . Από οικονομικής πλευράς, η Χιλή έχει περισσότερους πόρους από την Κούβα. … Ξεκινάτε από ένα τεχνολογικό και ένα βιομηχανικό επίπεδο υψηλότερο από εκείνο που υπήρχε στην Κούβα. Έτσι λοιπόν, σε αυτή τη χώρα υπάρχουν όλες οι ανθρώπινες συνθήκες, όλες οι κοινωνικές συνθήκες που είναι αναγκαίες για να προχωρήσετε ». (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 94)
Για να τονίσει πόσο πιο προχωρημένη χώρα ήταν η Χιλή, ο Κάστρο εξηγούσε ότι, στις αρχές του 1950 στην Αβάνα, «απο τους 15.000 φοιτητές στο πανεπιστήμιό μας μόνο 30 ήταν αντι-ιμπεριαλιστες. Δεν μιλάω για 30 κομμουνιστες, αλλά για 30 αντι-ιμπεριαλιστες φοιτητές.» (Ομιλία στη Συνομοσπονδία Εργαζομένων Χιλής, Χιλή, 21 Νοέμβρη 1971, σ. 62)
Επιπλέον, ο Κάστρο εξηγούσε ότι υπήρχε επιτακτική ανάγκη για ενότητα στη δράση. «Όταν επισκέπτεστε τη χώρα μας, δεν θα βρείτε –θα ήταν αδύνατον να συναντήσει κανείς– τέτοια πράγματα όπως αυτά που βλέπουμε σε όλη τη Χιλή, στο λαϊκό κίνημα και μεταξύ των δυνάμεων της αριστεράς, δηλαδή  τον κατακερματισμό των δυνάμεων. Δεν κατηγορώ κανέναν, αλλά πρόκειται για ένα γεγονός.» (Ομιλία στο Πανεπιστήμιο της Κονσεπσιόν, Κονσεπσιόν της Χιλής, 18 Νοέμβρη 1971, σ. 42)
Τι επιτρέπει στην Κούβα να αντισταθεί; Η απουσία ταξικής εκμετάλλευσης, η ενότητα και ένας ένοπλος λαός
Απευθυνόμενος στους χιλιάδες ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί στο αποχαιρετιστήριο συλλαλητήριο, ο Κάστρο είπε, «Θα χρειάζονταν μόλις δύο ώρες για μάς [στην Κούβα] για να  μαζευτούν 10 φορές περισσότεροι άνθρωποι απ’ όσους υπάρχουν εδώ τώρα. Λέω επίσης ότι μπορούμε να κινητοποιήσουμε 600.000 ένοπλους άνδρες μέσα σε 24 ώρες! … Τι είναι αυτό που δίνει στον λαό μας αυτό το δυνατό κίνητρο για ενότητα  απένταντι στους κινδύνους από το εξωτερικό; 
Το γεγονός ότι, όταν πρόκειται για την υπεράσπιση της χώρας μας, η χώρα δεν είναι χωρισμένη σε εκατομμυριούχους και πένητες, σε πλούσιους γαιοκτήμονες με όλα τα προνόμια του κόσμου και σε άθλιους αγρότες χωρίς γη ή δουλειά που ζουν μέσα στη φτώχεια. 
Το γεγονός ότι η χώρα μας δεν είναι διαιρεμένη μεταξύ καταπιεστών και καταπιεσμένων, μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, ανάμεσα σε κυρίες βαρυφορτωμένες με κοσμήματα και σε κορίτσια που αναγκάζονται να ζήσουν μια ζωή στην πορνεία. 
Η χώρα μας δεν χωρίζεται ανάμεσα σε προνομιούχους και καταπιεσμένους… Έχουμε δει αυτό που κινητοποιεί βαθιά τον λαό μας: ξέρει γιατί αγωνίζεται … Ο δικός μας λαός είναι ένας λαός που υπερασπίζεται τη δική του υπόθεση.» (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 97)

Σε πολλές ομιλίες του στη Χιλή αναφέρθηκε και τόνισε το πρόγραμμα της κουβανικής επανάστασης: «Έχω εδώ ένα ντοκουμέντο που διακηρύχθηκε πριν από 10 χρόνια, και είναι γνωστό ως η Δεύτερη Διακήρυξη της Αβάνας …(2) Ίσως θα έχει κάποια χρησιμότητα για σας». (Αποχαιρετιστήρια ομιλία, Εθνικό Στάδιο, Χιλή, 2 Δεκέμβρη 1971, σ. 102)
«Η επανάστασή μας είναι, πέρα από κάθε αμφιβολία, η πιο σταθερή σε αυτό το ημισφαίριο. Η επαναστατική κυβέρνηση της Κούβας είναι, πέρα από κάθε αμφιβολία, η πιο σταθερή κυβέρνηση σε αυτό το ημισφαίριο, γιατί μετά την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο σε αυτή τη χώρα, σφυρηλατήθηκε η πραγματική ενότητα του λαού – μια στέρεη και ακατάλυτη ενότητα. Ο φασισμός και η αντίδραση δεν έχουν κανένα προπύργιο εδώ. Οι ένοπλες δυνάμεις μας είναι ο ένοπλος λαός μας. Ο λαός μας είναι οργανωμένος και έχει για ηγεσία ένα μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα». (Μαζική συγκέντρωση στην Αβάνα, 28 Σεπτέμβρη 1973, σ. 156)
  1. Οι ομιλίες του Κάστρο στη Χιλή εκδόθηκαν στα ισπανικά το 1972 από την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας υπό τον τίτλο Cuba-Chile [Κούβ-Χιλή]. Δημοσιεύθηκαν στα αγγλικά από τις εκδόσεις Pathfinder Press στις ΗΠΑ το 1982 υπό τον τίτλο Fidel Castro on Chile.
  2. Η Πρώτη και η Δεύτερη Διακήρυξη της Αβάνας, Διεθνες Βήμα, Αθήνα, 2006.
Οι εμφάσεις στο κείμενο του: Viva La Revolucion 

Ποιοί έφτιαξαν τους ταγματ'αλήτες k o "μελιγαλάς"



Έγραψε: ο Νίκος Μόττας* //
Εδώ και πολλές δεκαετίες, κάθε Σεπτέμβρη, η κωμόπολη του Μελιγαλά Μεσσηνίας γίνεται το επίκεντρο ακροδεξιών, φασιστικών συναθροίσεων στις οποίες τιμούνται τα…ηρωϊκά «θύματα των κομμουνιστοσυμμοριτών»
Το ακροδεξιό πολιτικό «πανηγύρι» στο Μελιγαλά κρατάει χρόνια. Από το 1953, με την ανοχή και στήριξη του αστικού πολιτικού συστήματος, ξεκίνησε στην περιοχή η τέλεση ετήσιων εκδηλώσεων μνήμης. Η Χούντα αναβάθμισε το γεγονός προσθέτοντας επισημότητα στις φασιστοσυνάξεις του Μελιγαλά- το 1967 παραβρέθηκε ο αρχιπραξικοπηματίας Παττακός, ενώ την επόμενη χρονιά ήταν η σειρά του «αντιβασιλέα» Ζωιτάκη. Τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστικό ρόλο στις εκδηλώσεις έχει η ναζιστική-εγκληματική συμμορία της Χρυσής Αυγής που δε χάνει ευκαιρία να τιμά τους πολιτικούς της προγόνους με συνθήματα τύπου «Τιμή στους χίτες και  ταγματασφαλίτες».
Παράλληλα με τις φασιστοσυνάξεις του Μελιγαλά ξεδιπλώνεται, εδώ και πολλά χρόνια, μια προσπάθεια διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας και των πραγματικών γεγονότων της εποχής εκείνης. Η προσπάθεια αυτή δεν περιορίζεται ασφαλώς μονάχα στον χοντροειδή, λυσσασμένο αντικομμουνισμό του χρυσαυγίτικου εσμού. Βασικό ρόλο στη χυδαία παραποίηση της ιστορίας παίζει η σοβαροφανής αστική ιστοριογραφία του λεγόμενου «νέου κύματος» που εκπροσωπούν καθηγητές όπως οι περίφημοι κ.κ. Μαραντζίδης και Καλύβας.
Στο πλαίσιο αυτό επιχειρείται:
 α) Να συκοφαντηθούν οι αγώνες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, του ΔΣΕ και ευρύτερα το ΚΚΕ και η ταξική πάλη, β) Να αθωωθεί στην συνείδηση του λαού το αστικό πολιτικό σύστημα και οι επιλογές της εγχώριας πλουτοκρατίας και γ) Να παρουσιαστούν τα Τάγματα Ασφαλείας και οι λοιπές εγκληματικές δωσιλογικές συμμορίες δήθεν ως πατριωτικές οργανώσεις.
Με βάση τα παραπάνω, οι αναθεωρητές της Ιστορίας επιχειρούν να κάνουν το άσπρο-μαύρο αναφορικά με τα γεγονότα του Μελιγαλά. 
Για να το πετύχουν αυτό δε διστάζουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, να παρουσιάσουν τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας ως… άμυνα και αντίσταση πληθυσμών και οργανώσεων απέναντι στην υποτιθέμενη βία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ!
Σε ένα όργιο παραχάραξης της Ιστορίας γράφει, λόγου χάρη, ο καθ. Στάθης Καλύβας«Η εκστρατεία δολοφονίας αμάχων που διεξήγαγε το ΕΑΜ το χειμώνα του 1943-44 δεν περιορίστηκε στην Αργολίδα. Ένα παρόμοιο κύμα δολοφονιών σάρωσε ολόκληρη την Πελοπόννησο, ενδεχομένως και ολόκληρη τη χώρα» [1]. 
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πολυσυζητημένος βρετανός ιστορικός Mark Mazower, ο οποίος δικαιολογεί τις θηριωδίες των Γερμανών Ναζί και των ταγματασφαλιτών ως αποτέλεσμα της… ΕΑΜικής βίας! Να τι γράφει: «η Αριστερά με τις συστηματικές δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων της, πυροδότησε τα αντίποινα των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας» [2].
tagmatasfalitisΤα Τάγματα Ασφαλείας, που συγκροτήθηκαν στα τέλη του 1943 από την κατοχική κυβέρνηση του Ι.Ράλλη, ήταν γέννημα της αστικής τάξης και εντάχθηκαν στους αστικούς σχεδιασμούς για την μεταπολεμική εξέλιξη της κατάστασης στη χώρα. Σκοπός τους ήταν να αποτελέσουν την οπισθοφυλακή των Γερμανών όταν αυτοί θα αποχωρούσαν, ώστε να απασχολήσουν και να φθείρουν τον ΕΛΑΣ μέχρι την έλευση των «συμμαχικών» βρετανικων δυνάμεων. 
Σύμφωνα με τον ίδιο τον κατοχικό πρωθυπουργό Ράλλη «ήτο απαραιτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά, δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθονίων σκοπών του κομμουνισμού»  [3]. 
Το ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας ομολογεί και ο αρχηγός της βρετανικής αποστολής ταγματάρχης Κρις Γκουντχάουζ γράφοντας: «Ο Ράλλης έβλεπε τα Τάγματα Ασφαλείας ως μία γέφυρα διά το πέρασμα της Ελλάδος από της γερμανικής κατοχής εις την απελευθέρωσίν της υπό των συμμάχων, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χάος».
Το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος, από τους δωσίλογους Ράλληδες μέχρι τους «αντιστασιακούς» του Καϊρου Γεώργιο Παπανδρέου και Σοφ. Βενιζέλο, υπήρξε συνυπεύθυνο για τα εγκλήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας. Δρώντας στο πλευρό των κατοχικών δυνάμεων, οι ταγματασφαλίτες έπαιρναν μέρος σε μάχες μαζί με τους Ναζί, συμμετείχαν σε μπλόκα (Καλογρέζα, Κοκκινιά κλπ.), βασάνιζαν, κρεμούσαν και εκτελούσαν πατριώτες, έκαιγαν, βίαζαν, λεηλατούσαν. Συμμετείχαν σε απάνθρωπες θηριωδίες όπως αυτές στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο, στο Χορτιάτη.
Τα γεγονότα του Μελιγαλά έλαβαν χώρα το Σεπτέμβρη του 1944. 
Οι γερμανοί είχαν ήδη αποχωρήσει από την Πελοπόννησο. Ωστόσο, οι οδηγίες της λεγόμενης κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» και των Βρετανών προς τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν να πολεμήσουν τον ΕΛΑΣ έως ότου φτάσουν οι πρώτες βρετανικές δυνάμεις. Εν τω μεταξύ, λίγους μήνες πριν, ομάδες ταγματασφαλιτών στη Μεσσηνία επιδίδονταν σε όργια βίας και τρομοκρατίας, σκοτώνοντας αντιστασιακούς και λεηλατώντας ολόκληρα χωριά (Εφημ. «Ελεύθερη Μεσσηνία», 21/6/1944).

Μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας από τον ΕΛΑΣ στις 8/9/1944, ένα τμήμα ταγματασφαλιτών με επικεφαλής τον κατοχικό νομάρχη Μεσσηνίας Δ.Περρωτή κατάφερε να διαφύγει προς το Μελιγαλά. 
Στο δρόμο προς το Μελιγαλά, οι συνεργάτες των Ναζί δολοφόνησαν 34 άτομα (30 εκ των οποίων ήταν άμαχοι). Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αν και θα μπορούσαν εύκολα, χωρίς καμία προειδοποίηση να κατατροπώσουν τους περίπου 1000 εγκλωβισμένους στο Μελιγαλά ταγματασφαλίτες, ζήτησαν την παράδοση των Ταγμάτων Ασφαλείας ώστε να λήξουν οι συγκρούσεις. 
Ακολουθώντας τις οδηγίες των βρετανών και της κυβέρνησης του Καϊρου, οι Ταγματασφαλίτες αρνήθηκαν να παραδοθούν. Έπειτα από τριήμερη, σκληρή μάχη στην περιοχή του Μελιγαλά ο ΕΛΑΣ βγήκε θριαμβευτής.
Στα γεγονότα εκείνα αναφέρεται εκτενώς ο Στάθης Κανναβός, γιατρός και έπαρχος διοικητικού προσωπικού της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) την εποχή εκείνη [4]:
elas-tripoli«11 Σεπτέμβρη. Στην οχυρωμένη μ’ όλα τα μέσα της πολεμικής τέχνης από τους Γερμανούς κωμόπολη του Μελιγαλά, έχουν συγκεντρωθεί να δώσουν την αποφασιστική δολοφονική τους μάχη, οι πιο αιμασταγείς ταγματαλήτες 2 επαρχιών. Οι βάσεις Βελίκας, Καλαμάτας, Μελιγαλά, Διαβολιτσιού, Δώριου, Κοπανακιού. Αποβραδίς, οι ηρωικοί ΕΛΑΣίτες του 8ου και 9ου Συντάγματος, έχουν δέσει γύρω από το άντρο αυτό της εθνοπροδοσίας ασφυκτικό κλοιό. Εφεδροελασίτες και από τις 3 επαρχίες πλαισιώνουν κι εδώ, στις πρώτες γραμμές, τον ΕΛΑΣ, ενεργούν αναγνωρίσεις, δίνουν πληροφορίες. Και τρεις μέρες και τρεις νύχτες, από το χάραμα της 12 Σεπτέμβρη, ο μικρός κάμπος και τριγύρω τα βουνά κρατούν την ανάσα τους στο ασταμάτητο σάλαγο της φονικής σύρραξης. Για τον ΕΛΑΣ, χάρη στις Καζέρτες και στα Λίβανα, κάθε σφαίρα, είναι ακριβότερη κι από το χρυσό. Είσαι υποχρεωμένος χίλιες να σφυρίζουν στ’ αυτιά σου και ν’ απαντάς με μία. Μονάχα που διαθέτει κανόνι! Είναι μια σκέτη κάννη, ψαρεμένη από το ΕΛΑΝ στ’ απομεινάρια κάποιου ναυαγίου. Για να ψευτοσταθεί στον τόπο της, ύστερα από κάθε βολή, φορτώνεται μ’ έναν αρμακά πέτρες. Μα κι έτσι, πάλι κλοτσοπηδάει και τα φέρνει όλα γύρω της, άνω – κάτω. Και οι άντρες για σιγουριά έχουν δέσει από τη σκανδάλη της ένα καραβόσκοινο, κι αυτό τραβάνε από καμιά δεκαριά μέτρα μακριά κάθε φορά που θέλουν να πυροβολήσουν!
14 Σεπτέμβρη. Μια εγγλέζικη αποστολή έρχεται καταϊδρωμένη και ζητάει να περάσει στις γραμμές της εθνοπροδοσίας. Θα έπειθε λέει, τους αλήτες να σταματήσουν την αιματοχυσία, να παραδοθούν στον ΕΛΑΣ και να περιμένουν να κριθούν από την Κυβέρνηση. Οταν το παράλλο πρωινό, αιχμάλωτοι πια του ΕΛΑΣ, οι διπλοπουλημένοι αυτοί στους ξένους επιδρομείς “εθνικόφρονες” ρωτήθηκαν γιατί έστω και την τελευταία στιγμή δε δέχτηκαν να σταματήσουν την αιματοχυσία, η απάντησή τους ήταν και πάλι αυτή του αναίσθητου, επαγγελματία προδότη.
Οι Εγγλέζοι μας πίεσαν να συνεχίσουμε…
Για το Μεσσηνιακό λαό για μια ακόμη τώρα φορά ενισχύονταν οι ανησυχίες του για το αύριο, ενώ οι ταγματαλήτες με τις ευλογίες τώρα γερμανών, εγγλέζων, της κυβέρνησης συνέχιζαν με πιο πολλή λύσσα, και αναισθησία το αιματοκύλισμα του λαού. Ο ΕΛΑΣ έχασε όσα σε καμιά μάχη του με τους Γερμανούς, κάπου 200 διαλεχτά παλικάρια. Οι ταγματαλήτες ως την τελευταία στιγμή, έβγαλαν από το Μπεζεστένι ομήρους τους και τους εκτελούσαν.
15 Σεπτέμβρη. Λίγο μετά το ηλιβάρεμα, οι δολοφόνοι του Μελιγαλά, σηκώνουν από παντού λευκές σημαίες. Πετούν στα φυλάκια τα άτιμα όπλα τους και μπουλούκια – μπουλούκια, τρέχουν να κλειστούν στο Μπεζεστένι. Λίγες στιγμές πριν την παράδοσή τους, στις ανατολικές παρυφές της κωμόπολης είχε φτάσει χωρίς να προλάβει να πάρει μέρος στη μάχη το 11ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ μαζί με το θρυλικό καπετάνιο του Λαϊκού μας στρατού – τον Αρη Βελουχιώτη. Ο πόνος, η οργή και το αίσθημα της πιο άγριας εκδίκησης των χιλιάδων μαυροφορεμένων από τα γύρω χωριά που πλημμύρισαν την κωμόπολη ήταν ολόκληρο βουνό. Και μ’ όλα αυτά, ο πατριωτισμός και η ανθρωπιά του εθνικολαϊκού μας κινήματος δεν υστέρησε. Από την πρώτη ημέρα με τη βοήθεια του ΕΛΑΣ διώχτηκαν στα χωριά τους εκατοντάδες ανοργάνωτοι, που περιφέρονταν στην πόλη, λεηλατούσαν και προκαλούσαν ανεύθυνα. Από τις πρώτες στιγμές οι κατά τόπους οργανώσεις ξεκαθάρισαν από το Μπεζεστένι πάνω ίσως κι από χίλιους Γερμανοντυμένους που υποτίθονταν ότι δε βαρύνονταν μ’ εγκλήματα και τους έστειλαν στα σπίτια τους. Από την ίδια ημέρα το Λαϊκό Συμβούλιο Αυτοδιοίκησης συνέρχονταν και με εισήγηση του υποφαινόμενου αποφάσιζε την οργάνωση συσσιτίου για τις οικογένειες των ταγματαλητών!
Και μέσα σ’ ένα τέτοιο αιμοσταγές περιβάλλον το ανθρώπινο πρόσωπο του Λαϊκού μας αγώνα, εύρισκε και πάλι την αντοχή του να εκδηλωθεί.
16 Σεπτέμβρη. Ενα μετά το άλλο τα 3 Συντάγματα του Λαϊκού Στρατού αποσύρονται από το Μελιγαλά και προχωρούν από την απάνω Τριφυλία, την Ιθώμη, την Εύα, τη Βουφράδα, σ’ ένα μέτωπο που πιάνει όλο το μάκρος του Νομού. Ολες οι δυνάμεις θα συγκλίνουν στους Γαργαλιάνους, τη μεγάλη αντάρτισσα πόλη του Μωρηά, με τους 600 αντάρτες της και τους χιλιάδες κυνηγημένους της. Εδώ έχει φωλιάσει ο αρχιδολοφόνος Στούπας και με τις ορδές του συνεχίζει και μετά την αποχώρηση των Γερμανών τις επιδρομές και τη σφαγή στα χωριά της Κάτω Τριφυλίας και της Πυλίας.
Στη σύρραξή του αυτή με τα τελευταία υπολείμματα της εθνοπροδοσίας, ο ΕΛΑΣ πληρώνει και πάλι μ’ ακριβές απώλειες. Οι δολοφόνοι του Στούπα, ηττημένοι, σκορπίζονται στις σταφίδες και στην πορεία τους προς την Πύλο αιματοκύλησαν την περιοχή, σκοτώνοντας άνανδρα, κάθε χωριάτη που δούλευε ανύποπτος στα χτήματά του. Ο αρχιπροδότης Στούπας κλείνεται στο Κάστρο της Πύλου να γλιτώσει. Μα κάποτε αποκάνει από την αντιλαϊκή λύσσα του και αυτοκτονεί.
Ετσι, στις 20 Σεπτέμβρη η Μεσσηνία είναι λεύτερη. Ο ηρωικός καπετάνιος του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα Αρης Βελουχιώτης προχωρεί σ’ όλο το μάκρος, από Πύλο – Μεσσήνη, Αρκαδικά σύνορα, αποχαιρετάει το λαό και με τα 3 Συντάγματα του ΕΛΑΣ τραβάει για το κέντρο του Μωρηά.
Εκεί, στα τέλη του Σεπτέμβρη, έφτανε στην Καλαμάτα και ο αντιπρόσωπος της Κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» κ. Παναγ. Κανελλόπουλος. Από την πρώτη κι όλας στιγμή φάνηκε ότι μοναδική έγνοια και αγωνία της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου ήταν το πώς θα περιμαζέψει, θα διατηρήσει οπλισμένους και θα μεταφέρει στην Αθήνα τους ταγματαλήτες, για τη νέα αιματοχυσία που ετοίμαζε με τους Αγγλους πάτρωνές της. Λαϊκές επιτροπές από όλα τα στρώματα ανεβοκατεβαίνουν κάθε μέρα στο ξενοδοχείο που στάθμευε ο Αντιπρόσωπος της κυβέρνησης, χωρίς να παίρνουν έστω μια αόριστη απάντηση για τα προβλήματα ζωής ή θανάτου, που τους πίεζαν. Κι ήταν πάλι και τότε η πρωτοβουλία και πίεση των λαϊκών οργανώσεων, που έδινε μια άμεση και σωστική λύση σε πολλά αδιέξοδα. Με την υπογραφή του κ. Κανελλόπουλου του Διοικητ. Αντιπροσώπου Επαρχίας Καλαμάτας και του υποφαινόμενου σαν Διοικητικού αντιπροσώπου της Επαρχίας Μεσσήνης, εκδίδονταν για το Νομό και κυκλοφορούσαν ειδικά χαρτονομίσματα, εγγυημένα από το κράτος που θα δημιουργούνταν. Μ’ αυτά πληρώθηκαν χιλιάδες υπάλληλοι που ένα δυο μήνες έμειναν απλήρωτοι και νηστικοί. Μ’ αυτά άνοιξε και κινήθηκε η αγορά κι ο λαός ένιωσε ξανά ότι μπορεί μόνος του να κουμαντάρει κάθε πλευρά της ζωής του».
ΤΟ ΤΙΜΩΡΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
elas8Ο θρίαμβος του ΕΛΑΣ απέναντι στους συνεργάτες των κατακτητών και η απελευθέρωση της περιοχής ξεσήκωσε το λαό της Μεσσηνίας που ζητούσε πλέον εκδίκηση για τα εγκλήματα των Ταγματασφαλιτών. Ομάδες οργισμένων πολιτών, άνθρωποι που είχαν δει τους δικούς τους να βασανίζονται και να εκτελούνται από τους Ναζί και τα Τάγματα Ασφαλείας, πήραν το νόμο στα χέρια τους. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ Αρίστος Καμαρινός: 
«Είχα την ευθύνη της συγκέντρωσης των αιχμαλώτων στο Μπεζεστένι. Το έργο μας ήταν πολύ δύσκολο. Επρεπε να συγκρατήσουμε ομάδες εξοργισμένων πολιτών, οι οποίοι οπλισμένοι με τσεκούρια ορμούσαν να εκδικηθούν για τα θύματά τους. Για να περιφρουρήσουμε τους αιχμαλώτους, βάλαμε ισχυρή φρουρά στο Μπεζεστένι και γράψαμε με μεγάλα γράμματα: Προσοχή Νάρκες!”»[5].

Αντίθετα με όσα ισχυρίζονται οι σοβαροφανείς ιστορικοί του «νέου κύματος» αλλά και οι πολιτικοί απόγονοι των ταγματασφαλιτών, οι χρυσαυγίτες, 
τα γεγονότα του Μελιγαλά δεν ήταν ούτε τυφλή πράξη εκδίκησης εκ μέρους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ούτε ασφαλώς δείγμα «κόκκινης τρομοκρατίας». 
Ήταν μια μάχη με ταξικά χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο του πολέμου, μεταξύ των δυνάμεων της λεύτερης Ελλάδας και των μαντρόσκυλων της αστικής τάξης.

Με δυό λόγια, στο Μελιγαλά, οι φονιάδες, οι βιαστές, οι συνεργάτες των κατακτητών, οι Ταγματασφαλίτες (και Ταγματαλήτες) πληρώθηκαν όπως τους άξιζε. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο.
Σημειώσεις:
[1] Mark Mazower, Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943-1960, σελ.166, εκδ. Αλεξάνδρεια.
[2] Ό.π., σελ. 171.
[3] Γ. Ράλλης, Ο Ιωάννης Δ.Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου, σελ.59, Αθήναι, 1947.
[4] Το χρονικό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εθνική Αντίσταση» (τεύχος 21, 1979). Αναδημοσίευση από το “Ριζοσπάστη”, 11 Σεπτέμβρη 2005.
[5] Γρηγ. Κριμπάς, Η Εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς, σελ.334
.