Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα απ' την Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα απ' την Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 Ιουνίου, 2019

ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ:«ΧΤΥΠΑ ΡΕ ΦΑΣΙΣΤΑ, ΧΤΥΠΑ ΟΣΟ ΘΕΣ, ΕΓΩ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΑΔΕΡΦΟΥ ΜΟΥ, ΔΕΝ ΘΑ Τ' ΑΠΑΡΝΗΘΩ»

 ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!
,,Τα βογγητά των γυναικών που χτυπήθηκαν έχουν γεμίσει τη σκηνή. Αρχίζουμε να τρέμουμε με όσα βλέπουμε τριγύρω μας και δεν περιμένουμε πότε θα τελειώσουν. Όλες έχουμε αγριευτεί. Λες και ζούμε κάτι σαν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Σε κάθε βουρδουλιά που πέφτει, τιναζόμαστε κι εμείς σαν αυτόματα.,,  
Αποφασισμένες να ζήσουν και μέσα στα σύρματα, ωστόσο πολλές είναι σοβαρά άρρωστες, μα η διοίκηση ζητά δήλωση για να τις αφήσει. Καθιστές δεξιά η Μαριγούλα και η Ρόζα Λαζαρίδου
Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Χτύπα, ρε φασίστα, χτύπα όσο θες, μα εγώ το αίμα του αδερφού μου δεν θα τ’ απαρνηθώ»
18-06-2019


Νίτσα Γαβριηλίδου: Καμιά από τις γυναίκες που ζήσαμε τη Μακρόνησο δεν θα ξεχάσει το τι ζήσαμε μέσα στις σκηνές αυτές. Το βράδυ εκείνο μία μόνο σκέψη κυριαρχούσε στη Μακρόνησο: ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!


Κατιούσα

Η Νίτσα Γαβριηλίδου, κόρη του ηγέτη της αγροτιάς, λαϊκού αγωνιστή Κώστα Γαβριηλίδη, γεννήθηκε το 1925 στο χωριό Κοκκινιά του Κιλκίς. Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ το 1943. Μετά τα Δεκεμβριανά όλη η οικογένεια Γαβριηλίδη συλλαμβάνεται και κρατείται στις φυλακές Θεμιστοκλέους έως την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας.

Έκτοτε, η Νίτσα Γαβριηλίδου εργάστηκε ως ιδιαιτέρα γραμματέας στο πολιτικό γραφείο του πατέρα της στο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας, έως τις μαζικές συλλήψεις του Ζέρβα, τον Ιούλιο του 1947. Η ίδια συνελήφθη στις 7 Απριλίου 1947 και παρέμεινε για πολλά χρόνια εξόριστη στα στρατόπεδα της Χίου, του Τρικεριού, της Μακρονήσου και πάλι του Τρικεριού.

Το 1956 κατόρθωσε να διαφύγει στη Γαλλία, όπου δημιούργησε οικογένεια. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1985.

«…τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας τα περνάμε μέσα στο καμίνι αστό της εξορίας. Σφυρηλατηθήκαμε σαν το σίδερο που το καίει η φωτιά, σκληρύναμε πριν προλάβουμε ακόμα να ζήσουμε την τρυφερή μας ηλικία. Σβήσαμε κάθε όνειρο. Πνίξαμε τις επιθυμίες. Σα να μη μας έφτανε που ζήσαμε την πείνα, την κατοχή, το μίσος του εμφυλίου, τις εξορίες στη Χίο, στο Τρίκκερι, έπρεπε τώρα να γνωρίσουμε και τι θα πει Μακρόνησος», σημειώνει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ. Απόψε χτυπούνε τις γυναίκες. Μαρτυρία» (Αθήνα 2004). Και συνεχίζει:


Η Νίτσα Γαβριηλίδου

«Η ζωή μάς είχε κλείσει για καλά τις πόρτες της. Για μας, τα νιάτα του ’50 δεν υπήρχαν πανεπιστήμια, σχολεία κι έρωτες. Για μας έτυχαν οι φυλακές, τα στρατόπεδα, οι εκτελέσεις, οι εξορίες. Σε μας έτυχε ο μεγάλος λαχνός να ζήσουμε τις συνέπειες του εμφύλιου σπαραγμού. Να δούμε και να μάθουμε την ακριβή σημασία των λέξεων: Αλφάδιασμα – Καψόνια – Δήλωση – Τυραννία. Παρ’ όλα αυτά η γενιά αυτή στάθηκε άξια και αδάμαστη. Όταν μας φέρανε στη Μακρόνησο, ο Βασιλόπουλος, διοικητής του τάγματός μας, είπε: «Υπόθεση 10 ημερών». Τόσο μας είχε εκτιμήσει. Όμως η πορεία τού απέδειξε το αντίθετο. Παρ’ όλα τα οργανωμένα εξοντωτικά μέτρα, οι γυναίκες στάθηκαν παλικάρια. Με τίποτα δεν τσάκισαν την ψυχή και το ηθικό τους».

Από το ίδιο βιβλίο το απόσπασμα που ακολουθεί:

Ώσπου έφτασε η 30 Ιανουαρίου. Μια ημερομηνία που έμεινε βαθιά χαραγμένη στη μνήμη κάθε γυναίκας που πέρασε από το Μακρονήσι. Μας ξυπνούν μέσα στ’ άγρια χαράματα. Οι σκηνές μας γέμισαν από ουρλιαχτά και βρισιές. Κλωτσούν τα στρώματά μας. «Την Παναγία σας Βουλγάρες, έφτασε η ώρα σας! Ξυπνήστε! Σήμερα θα σας πάρουμε το αίμα! Όλες έξω και κατεβείτε γρήγορα στο Θέατρο». Και τα μεγάφωνα να φωνάζουν συνέχεια: «Προσοχή! Προσοχή! Όλες οι γυναίκες του ΕΣΑΓ να κατέλθουν στο χώρο του Θεάτρου».

Μισοκοιμισμένες ακόμη ψάχνουμε μες στο σκοτάδι ρούχα χοντρά για να ντυθούμε όχι τόσο για να μην κρυώσουμε, όσο να μην πονέσουμε από το ξύλο. Η επιθυμία για τη σωματική μας ανάγκη είναι έντονη μα και η παρουσία τους μες στη σκηνή μάς δυσκολεύει. Η κάθε μία βολεύεται όπως μπορεί, ακόμα και σε κονσερβοκούτια.

Έξω το κρύο πολύ τσουχτερό. Ως και τα στοιχεία της φύσης τα βάλανε μαζί μας. Η ηθοποιός Αλέκα Παΐζη φορά τη γούνα της ανάποδα. Η Ίρμα της λέει πως μοιάζει με ανάποδη αρκούδα. Κι εκείνη, βλέποντας την Ίρμα να φορά παντελόνι, πάνω από αυτό χοντρό φόρεμα και τη ζακέτα της με κουκούλα, της απαντά: «Κι εσύ μοιάζεις με τρίπατο σπίτι». Προσπαθούμε να διασκεδάσουμε την αγωνία μας.

Οι Αλφαμίτες μάς συνοδεύουν με ρόπαλα και βρισιές. Οι φωνές τους άγριες, κανιβαλικές, μας πήραν το κεφάλι. Είναι οπλισμένοι, λες και μας πάνε για εκτέλεση. Είναι χαράματα. Τα πρόσωπα όλων αγουροξυπνημένα. Αλαφιασμένες οι καρδιές. Μάτια ορθάνοιχτα που κοιτούν η μία την άλλη. Το βλέμμα των Αλφαμιτών βλέμμα μαστουρωμένων ανθρώπων. Μας κατεβάζουν στην πλατεία του Θεάτρου.

Για μια στιγμή η Αννούλα μου δείχνει την ζωγράφο Κατερίνα Χαριάτη. Έχει τυλίξει το κεφάλι της με μια μαντήλα με κρόσσια και μοιάζει σαν τους κουρσάρους. Προσπαθούμε και οι δύο να κρύψουμε το νευρικό μας γέλιο, που συχνά μας βρίσκει όταν οι στιγμές είναι τραγικές.

Στο Θέατρο μας διατάζουν να καθήσουμε κατάχαμα. Κουλουριαζόμαστε η μία δίπλα στην άλλη. Είμαστε καθισμένες πάνω στα πόδια μας. Γύρω από το τοιχάκι που έχει ο περίγυρος του Θεάτρου στέκονται Αλφαμίτες οπλισμένοι. Όλοι είναι σε κίνηση, όλοι φουριόζοι και βλοσυροί. Λες και κάνουν άμιλλα ποιος θα φανεί σκληρότερος από τον άλλο. Πάνω από χίλιες γυναίκες στριμωχνόμαστε η μία δίπλα στην άλλη, ενώ οι Αλφαμίτες φωνάζουν συνέχεια. «Όλες κάτω, καθίστε κάτω!», και οι σφυρίχτρες τους μας πήραν το κεφάλι.

Φορτισμένες οι ψυχές μας, το μυαλό μας σταματά στη σκέψη τι θα γίνει τώρα, πώς θ’ αρχίσει το ξύλο με μας. Έχουμε ακούσει τόσα από τους άντρες. Με την αγωνία σε ένταση και με κομμένη την αναπνοή περιμένουμε. Τα όμορφα πρόσωπα των κοριτσιών μας τώρα γίνονται αγνώριστα. Φορέσανε τη μάσκα του τρόμου.

Τα μικρά παιδάκια σφιγμένα γύρω από το λαιμό της μάνας τους παρακολουθούν ανυποψίαστα μα και τρομαγμένα. Όλες οι αισθήσεις μας σε υπερένταση. Ακούμε φωνές, προστάγματα στρατιωτικά, λες και πρόκειται να δοθεί μια στρατιωτική μάχη. Τα μεγάφωνα καλούν τους κουρείς του Τάγματος. Αστραπιαία κοιταζόμαστε όλες μεταξύ μας. «Να κατέλθουν οι γιατροί και οι τραυματιοφορείς του λόχου». Μερικές γυναίκες αποχωρούν.

Όλοι οι αξιωματικοί του Α2 με τους Αλφαμίτες οπλισμένους βρίσκονται επί ποδός. Ανάμεσά τους και ο περιβόητος Ιωαννίδης της Χούντας, που φωνάζει: «Εμείς δεν είμαστε ανθρωπιστές, είμαστε κτήνη και θα σας εξοντώσουμε!».

Στην εξέδρα εμφανίζεται ο Παπαγιαννόπουλος. Φοράει πάντα ένα δερμάτινο σακκάκι και παίζει το μαστίγιό του επιδεικτικά. Τα μεγάφωνα με τα συνθήματά τους εντείνουν την ψυχολογική πίεση των γυναικών. Άγριος και απειλητικός ο Παπαγιαννόπουλος μας λέει πως είναι η τελευταία ευκαιρία που μας δίνεται να φύγουμε στα σπίτια μας. Τα γραφεία του Α2 είναι ανοιχτά και μας περιμένουν. Μετά κοιτάζει την ώρα του και μας δίνει ακόμη ένα τέταρτο προθεσμία. Κάθε τόσο ξανακοιτάζει την ώρα του και μας λέει πως σε λίγο θα είναι πολύ αργά.

Μερικές γυναίκες φεύγουν από το θέατρο, ενώ τα μεγάφωνα δεν παύουν να μας καλούν να περάσουμε από τα γραφεία να τακτοποιηθούμε. Οι Αλφαμίτες περιφέρονται ανάμεσά μας, μας προτρέπουν για τη δήλωση: «Τι καθόσαστε και δεν πάτε στο Α2. Τόσοι και τόσοι υπέγραψαν. Εσείς θα γίνετε ηρωίδες;» Όλες είμαστε σιωπηλές και μόνο η ανάσα μας ακούγεται βαριά.

Σε λίγο φωνάζει να βγούνε έξω από το θέατρο οι ανταρτίνες, περίπου 120 γυναίκες, που ενώ υπέγραψαν στη Λάρισα, τις φέρανε επίτηδες μαζί μας από το Τρίκκερι για να πάρουν το απολυτήριο εδώ στη Μακρόνησο και να φανεί έτσι πως υπογράψανε πολλές γυναίκες.

Στη συνέχεια διατάζει να πάρουν τα μωρά από τις μωρομάνες με τα λόγια: «Δεν είναι άξιες αυτές να μεγαλώνουν Ελληνόπουλα». Κι είναι άξιοι αυτοί που χωρίζουν το παιδί από τη μάνα. Άραγε σκεφθήκανε καθόλου οι δάσκαλοι αυτοί της «ηθικής αγωγής» τι αισθήματα δημιουργούσαν στις τρυφερές ψυχές των παιδιών οι φοβερές αυτές εικόνες, τι βιώματα θα μπορούσαν να σέρνουν σ’ όλη τους τη ζωή τα παιδάκια αυτά, καθώς βλέπανε να κλωτσούν τις μανάδες τους, να τις βρίζουν με τα χειρότερα λόγια, να τις ταπεινώνουν.

Χθες ακόμα τα παιδάκια αυτά ψάχναν τις μανάδες τους μέσα ο’ εκείνο το αλαλούμ που δημιούργησαν τα καψόνια τους με τις μετακινήσεις μας στις σκηνές. Γι’ αυτό σήμερα τα έβλεπες να κρέμονται στο λαιμό της μάνας τους τόσο σφιχταγκαλιασμένα. Οι δήμιοι όμως τ’ άρπαξαν με το ζόρι. Και το κλάμα των παιδιών αντήχησε πάνω σ’ όλο το Μακρονήσι. Έσχισε τις καρδιές όλων μας. Κι όλα αυτά για να εκβιάσουν τις μανάδες τους και να πάνε να υπογράψουν ένα χαρτί που θα λέει: «Όλως αβιάστως και αυθορμήτως αποκηρύσσω με όλην την δύναμιν της ψυχής μου τον ξενοκίνητον συμμοριτισμόν, το εθνοκτόνον ΚΚΕ και τας παραφυάδας αυτού…». Αυτή ήταν η «δήλωση μετανοίας».

Μα όσο έβλεπαν πως καμιά δεν κουνιόταν από τη θέση της, τόσο σκύλιαζαν ή αρχίζαν τις κλωτσιές και τα μαλλιοτραβήγματα.

Κάποιος Αλφαμίτης τραβάει μέσα από το σωρό μια κοπέλα και την αρχίζει στο ξύλο εκεί μπροστά στα μάτια μας. Είναι η Άννα Δαγκλή. Την χτυπάει στο πρόσωπο, τραβάει τα μαλλιά της και την κατηφορίζει προς τη θάλασσα. Ένας άλλος ποδοπατά με τις αρβύλες του μια γυναίκα και την βρίζει συνέχεια. Τα νεύρα μας που έχουν δοκιμαστεί τόσο πολύ από το πρωί κοντεύουν να σπάσουν, τα μάτια μας συνέχεια καρφωμένα στις κινήσεις των Αλφαμιτών, που μπήκανε τώρα ανάμεσά μας και ψάχνουνε γνωστές τους. Μας κλωτσούν, μας χλευάζουν.

Σε λίγο ο Παπαγιαννόπουλος διατάζει: «Να σηκωθούν οι καθοδηγήτριες Σιάντου, Καραγιώργη, Παΐζη». Τις βγάζουν από το Θέατρο και τις οδηγούν για την απομόνωση, ενώ ο Παπαγιαννόπουλος φωνάζει: «Καθ’ οδόν, καθ’ οδόν». Και οι Αλφαμίτες να τις χτυπούν συνέχεια στα πόδια.

Τα μεγάφωνα δεν λεν να σωπάσουν κι εμείς ξυλιασμένες από το τσουχτερό κρύο του Γενάρη με μουδιασμένα τα πόδια και νηστικές περιμένουμε με αγωνία να δούμε πώς και πότε θα τελειώσουν όλα αυτά.

Για μια στιγμή κάποιος αναγνωρίζει την Αννούλα. «Εσύ δεν είσαι του Γιάννη Ποσάντζη η αδελφή;» Όπως βρίσκομαι δίπλα της η καρδιά μου κοντεύει να σπάσει. Τώρα λέω θα τις φάει. Θα την πάρει από κοντά μας. Ακούω το μπάτσο μα την αισθάνομαι δίπλα μου. Η Αννούλα γυρίζει προς την πλευρά μου. Τα πράσινα μάτια της μου χαμογελούν αινιγματικά.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της έντασης και της ψυχολογικής βίας, ζήσαμε αρκετές ώρες στο χώρο του θεάτρου, όταν ακούσαμε τον Παπαγιαννόπουλο να μας κάνει την τελευταία του προειδοποίηση. Για μας, τα «γύναια» δεν θα υπάρξει κανένας πλέον οίκτος και μας παραδίδει στα χέρια των Αλφαμιτών.

Οι μαστόροι αυτοί της βίας και του εγκλήματος ξέραν τι είχαν να κάνουν και με μας, το πρόγραμμά τους το εφάρμοσαν τόσες φορές με τους άντρες. Ήταν το ίδιο, το ξέραν απ’ έξω κι ανακατωτά.

Μας διατάζουν να μπούμε σε πεντάδες και στη συνέχεια μας οδηγούν προς τις σκηνές, που είναι στημένες, άδειες και μας περιμένουν. Μας βάζουν από σαράντα γυναίκες στην κάθε μία. Κάθε σκηνή θα ζήσει το δικό της ξεχωριστό δράμα. Η σκηνοθεσία κι εκεί είναι έτοιμη. Διακρίνεις μερικά φορεία και τους Αλφαμίτες με το περιβραχιόνιο και τον κόκκινο σταυρό στο χέρι. Θα μας χρειαστούν για τις πρώτες βοήθειες.

Όλοι τους οπλισμένοι με πιστόλια στη μέση και στα χέρια ο καθένας κρατεί κι από κάτι ξεχωριστό. Βούρδουλα, συρματόσχοινα, βούνευρα, γκλομπ, όλα ήταν στην ημερησία διάταξη. Μα αυτά τα βλέπουμε. Κείνα που ήταν χειρότερα ήταν οι λάμες οι μεταλλικές που φορούσαν μερικοί μέσα στα γάντια τους. Αν τύχαινε κι έτρωγες κανένα μπάτσο από το χέρι εκείνο, μπορούσες να ‘χανες και την ακοή σου. Τα ξέραμε, μας τα είπαν όλα στο επισκεπτήριο οι δικοί μας.

Η παρέα μας στριμώχνεται σε μια γωνιά της σκηνής. Οι αδελφές Ελένη και Αθηνά Βασιλείου, η Ίρμα Τερζάκη, η Μαρίκα Γαλέου, η Αννούλα Ποσάντζη, η Σιούρα και Αλίκη Ιωαννίδου κι εγώ.

Εμείς που είμαστε μια παρέα πολύ εύθυμη γενικά, τώρα μας έχει πιάσει το σοβαρό μας. Στεκόμαστε αμίλητες και αποφεύγουμε να κοιτάξουμε η μία την άλλη, κυρίως εγώ με την Αννούλα, γιατί δεν τόχουμε τίποτε ν’ αρχίσουμε τα νευρικά μας γέλια. Πάντα σε τέτοιες τραγικές στιγμές λες και το βλέμμα της Αννούλας ήταν το καμπανάκι πούδινε το σύνθημα να κυριευτούμε από τ’ ανεξήγητα αυτά γέλια.

Σε λίγο αρχίζουν ν’ αρπάζουν διάφορες κοπέλες και να τις βγάζουν έξω από τη σκηνή. Δεν ξέρουμε πού τις παν, τι τις περιμένει. Κάθε φορά που άνοιγε το πανί της πόρτας, μας έπιανε ταχυπαλμία. Αναρωτιόμασταν ποιανής θα είναι τώρα η σειρά. Βγάζουν έξω κυρίως νέες κοπέλες και η αγωνία για την τύχη τους μας αναστατώνει. Καταλαβαίνουμε από τις φωνές τους πως τις οδηγούν προς τα κάτω. Άλλοτε πάλι παίρναν από το σωρό καμιά κοπέλα και την αρχίζανε στο ξύλο εκεί μπροστά στα μάτια όλων μας. Οι σκηνές ανατριχιαστικές. Η αγωνία αρχίζει να μας κυριεύει. Όσο βλέπουμε κι ακούμε τον βούρδουλα να πέφτει πάνω στα κορμιά των γυναικών τόσο σφιγγόμαστε η μία δίπλα στην άλλη. Σε κάθε ερώτηση του Αλφαμίτη «θα κάνεις δήλωση εσύ;» άκουγες ένα τρανταχτό «όχι!». Λες και πεισμάτωσαν οι γυναίκες και η φωνή τους ακουγόταν τόσο αποφασιστική.

Κάποιος Αλφαμίτης παίρνει από την παρέα μας την Ελένη και την Αθηνά. Οι κραυγές των γυναικών όσο πάνε και περισσεύουν. Η ένταση μέσα στη σκηνή κορυφώνεται, καθώς τους βλέπουμε να τραβολογάνε στο κέντρο της σκηνής κι άλλες κοπέλες για ξύλο. Τα μελανιασμένα κορμιά των γυναικών που χτυπήθηκαν και κείτονται στη μέση της σκηνής μάς αγριεύουν. Με χτυποκάρδι περιμένει η κάθε μία τη σειρά της κι αυτή η αγωνία και η υπερένταση μ’ έχει χτυπήσει άσχημα στο στομάχι. Πονάω ανυπόφορα. Δεν μπορώ να καθήσω, μα και να ξαπλώσω φοβάμαι. Απαγορεύεται.

Σε λίγο ακούμε το διάλογο ενός Αλφαμίτη με τη Σιούρα. Άγριος κι έξαλλος τη ρωτά αν θα κάνει δήλωση και μετά της πετά τη φράση: «Εσύ δεν ξέρεις τίποτα από το φόνο;». Και η Σιούρα όλο αγωνία γυρίζει να μας δει με μάτια γεμάτα ερωτηματικά: «Καλέ, για ποιό φόνο λέει;». Νόμιζε πως πραγματικά είχαν σκοτώσει κάποιαν.

Στη συνέχεια ρωτά την Ίρμα πού ήταν οργανωμένη κι η Ιρμα του απαντά: «ανακριτής είσαι εσύ; Ό,τι είχα να πω το είπα στην ανάκριση». Φουριόζος τότε αυτός την τραβά από την κουκούλα της και τη βγάζει έξω. Ένας άλλος Αλφαμίτης από τον Κολωνό βγάζει σε λίγο και την Αννούλα. Η παρέα μας αρχίζει ν’ αραιώνει. Όλες έχουμε χάσει το χρώμα μας. Ο παροξυσμός στο στομάχι μου όσο πάει και δυναμώνει. Ο πόνος χτυπάει τώρα και πίσω στην πλάτη. Η Αλίκη μου λέει να ξαπλώσω και τα κορίτσια στέκονται μπροστά μου, γιατί απαγορεύεται να είμαστε ξαπλωμένες. Η Αλίκη -ας είναι οδοντογιατρός-, με ρωτά κάθε τόσο για το στομάχι μου, σα να θέλει να κάνει τη δική της διάγνωση.

Τα βογγητά των γυναικών που χτυπήθηκαν έχουν γεμίσει τη σκηνή. Αρχίζουμε να τρέμουμε με όσα βλέπουμε τριγύρω μας και δεν περιμένουμε πότε θα τελειώσουν. Όλες έχουμε αγριευτεί. Λες και ζούμε κάτι σαν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Σε κάθε βουρδουλιά που πέφτει, τιναζόμαστε κι εμείς σαν αυτόματα. 
Μερικές ηλικιωμένες τολμούν να τους πουν: «Τα παλικάρια δεν κάθονται να χτυπούν γυναίκες, αλλά στέκονται δίπλα σ’ αυτούς τους έγκλειστους στην απομόνωση». Και τότε από τα νεύρα τους γαμ…σαν Χριστούς και Παναγίες. Άλλοι τα παρατούσαν και έφευγαν κι άλλοι βαρούσαν με τα ρόπαλά τους πιο λυσσαλέα.

Καμιά από τις γυναίκες που ζήσαμε τη Μακρόνησο δεν θα ξεχάσει το τι ζήσαμε μέσα στις σκηνές αυτές.

Σε λίγο μέσα σ’ εκείνη την κόλαση ακούμε τις σφυρίχτρες να βαράνε διάλυση. Αλαφιασμένα ουρλιαχτά: «Όλες να βγούνε έξω!». Δεν ξέρουμε τι σημαίνει. Τι θα μας κάνουν τώρα; Πού θα μας πάνε; Ακούμε πως πρόκειται για συσσίτιο. Πάλι καλά που σκάφτηκαν να μας ταΐσουν. Την πείνα την είχαμε ξεχάσει τελείως.

Κατηφορίζουμε προς τα καζάνια μπουλούκι ολόκληρο. Αυτό δείχνει πως μείναμε ακόμη πολλές. Άλλες τρέχουν ολοταχώς στους καμπινέδες. Κρατούμε με τα δυο χέρια τα τσίγκινα πιάτα μας. Φοβόμαστε μην τα πάρει ο δυνατός αέρας. Μπροστά στην κουζίνα σχηματίστηκε μια μεγάλη ουρά. Κρεμόμαστε εκεί όρθιες από την αχνιστή κουτάλα. Από χθες βράδυ έχουμε να βάλουμε μπουκιά στο στόμα μας. Οι άντρες της κουζίνας μας σερβίρουν με συμπάθεια και πόνο μια ζεστή φασολάδα κι εμείς άπληστες και νηστικές την καταβροχθίζουμε με λαιμαργία. Το ότι ζεστάναμε το έντερό μας κάτι ήτανε κι αυτό.

Τώρα ξανασμίξαμε όλες της παρέας μας. Η Ίρμα μας διηγείται πως την πήγε ο Αλφαμίτης σε μια σκηνή μόνη της και την άρχισε στα χαστούκια. Μα όταν για μια στιγμή αυτός βγήκε έξω, εκείνη τόσκασε και μπήκε σε άλλη σκηνή. Την Ελένη και την Αθηνά τις γνώρισε ένας Αλφαμίτης από τον Κολωνό και τις πήγε στα γραφεία του Α2 για «αλφάδιασμα»*, το ίδιο και την Αννούλα.

Η παρέα μας, όπως και η παρέα της καθεμιάς στην εξορία πήρε τη θέση της μάνας, της αδελφής. Γι’ αυτό τρέμαμε τόσο πολύ η μία για την άλλη. Μέσα σ’ αυτές τις εφιαλτικές στιγμές ξεχάσαμε τα σπίτια μας.
Αποφασισμένες να ζήσουν και μέσα στα σύρματα, ωστόσο πολλές είναι σοβαρά άρρωστες, μα η διοίκηση ζητά δήλωση για να τις αφήσει. Καθιστές δεξιά η Μαριγούλα και η Ρόζα Λαζαρίδου

Αφού πέρασε η προθεσμία που μας έδωσαν για φαγητό ξανάρχισαν οι σφυρίχτρες και τα ουρλιαχτά τους ν’ ανεβούμε για τις σκηνές. Λαχανιασμένες τρέχουμε να προλάβουμε τους καμπινέδες, να πλύνουμε το πιάτο μας στη θάλασσα. Συνωστιζόμαστε πάνω στ’ απόκρημνα βράχια της Μακρονήσου.

Τώρα έχει πια σκοτεινιάσει και το νησί με τις μαύρες σκηνές στη σειρά παίρνει μια πένθιμη όψη. Βαραίνει η ψυχή κι η αντοχή αρχίζει να μας εγκαταλείπει. Ας ήτανε για λίγο να μπορούσαμε να ξαποστάσουμε, να γείρουμε κάπου το κεφάλι μας απαλά, να ξεκουραστούμε. Μα οι Αλφαμίτες άρχισαν πάλι να μπαινοβγαίνουν στις σκηνές μας. Αυτή τη φορά κρατούν φακούς στα χέρια τους, γιατί μόλις που διακρίνεις τις σκιές από τα κορμιά μας.

Οι Μυτιληνιές σταθήκανε μπροστά στην πόρτα για να κρύψουν τα κορίτσια πίσω από τις βράκες τους. Όλες οι ηλικιωμένες προσπαθούν να προστατέψουν τα κορίτσια, που άρχισαν να τα δέρνουν με περισσότερη μανία και να ουρλιάζουν:

«Πάρτε το χαμπάρι. Μόνες μείνατε! Όλες οι άλλες έχουν υπογράψει». Καμιά μας δεν τους πιστεύει. Και μέσα στη σιωπή, στ’ αυτιά μας φτάνει ένας πένθιμος ήχος. Θάλεγες πως παραμίλαγε κάποιο κοριτσάκι. Τσιτωμένα τ’ αυτιά όλων μας να πιάσουμε τα λόγια που λέει. Κι από στόμα σε στόμα μαθαίνουμε πως είναι η Βαγγελιώ Σκευοφύλακα, που ουρλιάζει από τους πόνους, καθώς φωνάζει στον Κατσιμίχα: «Χτύπα, ρε φασίστα, χτύπα όσο θες, μα εγώ το αίμα του αδερφού μου δεν θα τ’ απαρνηθώ» και η Βαγγελίτσα ήταν μόλις δεκαεφτά χρονών και σαν τη Βαγγελίτσα φάγανε ξύλο πολλές.

Καμιά μας δεν θα ξεχάσει το φτερούγισμα εκείνο της ψυχής μας τη βραδυά εκείνη με τους φακούς. Να πλανιέται τρεμάμενη η ψυχή σου μέσα στο σκοτάδι και απότομα να σταματά μπροστά σου το εκτυφλωτικό φως των φακών. Η χαμένη έκφραση των κοριτσιών που τις τραβολογούσαν από το χέρι για να τις πάνε άλλες στα γραφεία για «αλφάδιασμα», άλλες σε μοναχικές σκηνές, άλλες στα βράχια κοντά στη θάλασσα και άλλες να τις χτυπούν βάναυσα εκεί μπροστά μας.

Μένουν βαθιά χαραγμένες οι εικόνες εκείνες του ξυλοδαρμού και των βανδαλισμών πάνω στα κορμιά των γυναικών. Μάλιστα τις διατάζουν να βγάλουν τα παλτά τους για να γίνονται πιο αισθητά τα χτυπήματα καθώς σφύριζε ο βούρδουλας πάνω στο κορμί τους. Κι έρχεσαι κι αναρωτιέσαι: Αλήθεια, πώς μπόρεσαν παιδιά του ελληνικού λαού να σηκώσουν τα ρόπαλά τους και να χτυπήσουνε γυναίκες; Αυτό, λοιπόν, ήταν το σχολείο της «αναμόρφωσης», που το ευλογούσαν τόσες «εξέχουσες φυσιογνωμίες» του πνευματικού μας κόσμου; Σε αυτήν την κατάντια θα τους οδηγούσε το σύστημα της Μακρονήσου για να βλέπουμε τώρα μπροστά μας τα παιδιά αυτά να μαστιγώνουν ανελέητα ανυπεράσπιστες γυναίκες; Μ’ αυτή την διαπαιδαγώγηση θα μεταμόρφωναν τα παιδιά αυτά, για να τα εντάξουν μετά στους κόλπους της πατρίδας;

Δεν πέρασε όμως πολλή ώρα και σε λίγο ακούμε από τα μεγάφωνα πως θα επιτραπεί στις γυναίκες του ΕΣΑΓ και δεύτερο επισκεπτήριο. Η διοίκηση θα σκέφθηκε πως η στιγμή είναι κατάλληλη. Έτσι με το σούρουπο, όταν αρχίζει να σε τυλίγει περισσότερος φόβος και αγωνία, να ξαναρθούμε σ’ επαφή με τους άντρες μας, τ’ αδέλφια μας, τους πατεράδες μας. Μετά το ξύλο όλο και θα είχαν την αγωνία μας. Όλο και θα μπορούσαν να μας επηρεάσουν για να μην πάθουμε τα χειρότερα.

Κι έβλεπες ο ένας να ψάχνει να βρει τον άλλον. Κι άκουγες ονόματα και ρωτούσαν ποιές χτυπήθηκαν και τρέχανε να βρούνε τις δικές τους. Και τα μεγάφωνα να φωνάζουν ασταμάτητα: «Φαντάροι και ιδιώτες πάρτε τις γυναίκες σας. Μην τις αφήσετε εδώ τη νύχτα που μας έρχεται! Σε λίγο μπορεί να είναι πολύ αργά!».

Έτσι πολλές γυναίκες που άντεξαν τόσες ταλαιπωρίες στη μακρόχρονη εξορία τους, τώρα γιατί ο άντρας τους είχε υπογράψει και ανησυχούσε γι’ αυτές, πήγαιναν και υπέγραφαν.

Όλες μας με την αγωνία στο πρόσωπο δεν περιμένουμε πότε να φέξει. Είμαστε σίγουρες πως το φως της ημέρας θ’ απαλύνει τον πόνο μας, θα συνεφέρει το νου μας. Το μόνο που μας δίνει κουράγιο είναι το φως της αυγής, που δισταχτικά απλώνεται πάνω στις σκηνές μας. Είναι σίγουρο πως η μέρα θα μας ηρεμήσει και το φως θα διώξει τη σκοτεινιά της ψυχής και της φύσης. Με το φως ο νους είναι πιο ήμερος, οι δυνάμεις και το κουράγιο δυναμώνουν.

Όταν κάποτε πήρε τέλος η εφιαλτική αυτή νύχτα, άρχισαν να κυκλοφορούν και τα πρώτα νέα: «Η Βαγγελιώ Σκευοφύλακα σακατεύτηκε από το ξύλο- έχασε τα λογικά της. Η Σόνια Κώνστα και η Στέλλα Παπαλώκα πάθανε εγκεφαλική διάσειση. Η Ελένη Λαμπάκη χτυπήθηκε άσχημα στο κεφάλι. Την Νίκη Σιαφλέκη την είδε η Αννούλα μέσα στο αίμα».

Από παντού μαθαίνουμε το πιο συνταρακτικό νέο. Κάτι αιματώματα και χτυπήματα από κλωτσιές αυτά δεν θεωρούνται άξια λόγου. Στη δική μας σκηνή βλέπουμε κατάχαμα την Κασιανή Καρζή πρησμένη σαν μπαλόνι να μην μπορεί να σηκωθεί, το ίδιο και η Παρθένα Χαρμανίδου. Αρχίζουν να κουβαλούν όλες τις χτυπημένες σε κάτι πρόχειρες σκηνές, τα λεγάμενα αναρρωτήρια, στις οποίες «ανανήψαντες» γιατροί δώσανε τις πρώτες βοήθειες.

Κι έβλεπες κορμιά μελανιασμένα, πόδια με μώλωπες, πρησμένα, εγκεφαλικά κατάγματα, γυναίκες μέσα στα αίματα, άρρωστες σε κακά χάλια, ήταν ένα θέαμα φριχτό.

Εκείνο το βράδυ που αποφάσισαν να χτυπήσουν τις γυναίκες, όλες οι σκηνές των φαντάρων, όλοι οι κλωβοί των ιδιωτών, ακόμα και οι χαράδρες είχαν βουβαθεί όλες. Του καθενός η σκέψη κείνο το βράδυ πετούσε στις γυναίκες. Ο πατέρας που είχε την κόρη του, ο γιος τη μάνα, την αδελφή του, όλων η σκέψη βρισκόταν στον κλωβό των γυναικών. Το βράδυ εκείνο μία μόνο σκέψη κυριαρχούσε στη Μακρόνησο: ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!

Κι οι γλάροι, που πετούσαν πάνω στην αφρισμένη θάλασσα, λες και αγρίεψαν κι αυτοί και βάλθηκαν να μεταφέρουν με τα κρωξίματά τους τα νέα του ξυλοδαρμού των γυναικών στην άλλη άκρη. Οι νοσοκόμοι, που μπαινόβγαιναν στις σκηνές, μάς λέγανε να κάνουμε υπομονή κι όπου νάναι θα τελειώσει, έξω η διεθνή κοινή γνώμη διαμαρτύρεται έντονα για μας και η εφημερίδα «ΜΑΧΗ», η μόνη αριστερή εφημερίδα που κυκλοφορεί, γράφει συνέχεια για τις γυναίκες.

*αλφάδιασμα: επίμονη «κατήχηση» από τους Αλφαμίτες, πλύση εγκεφάλου.



«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Κάθε δεύτερη Τρίτη (εναλλάξ με τη μουσική στήλη «Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι»), η στήλη θα παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, θα φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και θα καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.

05 Μαΐου, 2019

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΠΡΟΤΥΠΑ...ΚΑΙ ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ !! --ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ?


Περισσότεροι από 65.000 αγωνιστές συγκροτούν το Μαρτυρολόγιο του αγώνα στον 20ό αιώνα
Αποσπάσματα από την παρουσίαση του πολύτομου έργου «Επεσαν για τη Ζωή»
Ο αριθμός και μόνο συγκλονίζει: Περισσότεροι από 65.000 κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές συγκροτούν το Μαρτυρολόγιο του αγώνα στον 20ό αιώνα. Είναι όλοι αυτοί που έπεσαν στις μάχες, εκτελέστηκαν ή δολοφονήθηκαν υπερασπιζόμενοι το δίκιο του λαού, στην πάλη της εργατικής τάξης για να αντιμετωπίσει την κτηνωδία του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, στην πάλη για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Με Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ, ένα προς ένα τα ονόματά τους, μαζί με σύντομα βιογραφικά, συγκεντρώθηκαν σε μια πολύτομη έκδοση υπό τον τίτλο «Επεσαν για τη Ζωή». Η σύνταξη του Μαρτυρολογίου ξεκίνησε το 1986 και ο πρώτος τόμος εκδόθηκε το 1988. Η σειρά ολοκληρώθηκε τον Νοέμβρη 2018 με την έκδοση του 8ου τόμου. Αποτελείται συνολικά από 18 βιβλία (7.210 σελίδες).
Η έκδοση καταγράφει με μοναδικό και συγκεκριμένο τρόπο την ανιδιοτέλεια, την αυτοθυσία των αγωνιστών, τη σκληρότητα και την αγριότητα της ταξικής πάλης από τη μεριά της αστικής τάξης.
Η έκδοση είναι αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς ομάδας ερευνητών, από αγωνιστές της Αντίστασης και του ΔΣΕ. Στελέχη του ΚΚΕ όπως η Ρούλα Κουκούλου, ο Βασίλης Πηγής, ο Γιώργης Ζωίδης, ο Νίκος Παπανδρέου, ο Τάκης Μαμάτσης, ο Χρήστος Κοσμίδης, ο Τάκης Ψημμένος, ρίχτηκαν με μεγαλύτερο πείσμα στην προσπάθεια να συγκεντρωθούν τα στοιχεία από όλη την Ελλάδα για τη σύνταξη της έκδοσης «Επεσαν για τη Ζωή».

Η συνολική παρουσίαση του έργου έγινε το βράδυ της Πέμπτης 2 Μάη 2019 στην Καισαριανή, με αφορμή τις εκδηλώσεις για τους 200 κομμουνιστές που εκτελέστηκαν στο Σκοπευτήριο την Πρωτομαγιά του 1944.
Στην εκδήλωση κεντρικός ομιλητής ήταν ο Γιάννης Πρωτούλης, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και υποψήφιος περιφερειάρχης Αττικής με τη «Λαϊκή Συσπείρωση», ενώ για το χρονικό της έκδοσης μίλησε ο Τάκης Ψημμένος.
Με τους στίχους του ποιητή «...κάθε μέτρο γης/ κι από 'νας σκοτωμένος, ένας σύντροφος /που 'πεσε πολεμώντας για τη λευτεριά/ για του λαού το δίκιο», ο Φάνης Παρρής, μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, άρχισε την παρουσίαση, αποσπάσματα της οποίας παραθέτουμε στο σημερινό φύλλο του «Ριζοσπάστη».
***
Οι τόμοι του «Επεσαν για τη Ζωή» αποτελούν ένα μοναδικό τεκμήριο, χρήσιμο στον ιστορικό ερευνητή, στους απογόνους των αγωνιστών, στη νέα γενιά κομμουνιστών. Στις σελίδες του δεν καταγράφονται μόνο μέλη ή στελέχη του ΚΚΕ αλλά και χιλιάδες λαϊκοί άνθρωποι που εμπνεύστηκαν από τα ιδανικά του αγώνα που πρωτοστάτησε και καθοδήγησε το ΚΚΕ.
Ο καθένας από τους τόμους καταγράφει τους νεκρούς μιας συγκεκριμένης περιόδου της Ιστορίας. Στον πρόλογο κάθε τόμου υπάρχει μια σύντομη επισκόπηση αυτής της περιόδου - επικεντρωμένη στις εξελίξεις που αφορούν το πλαίσιο των διώξεων.

INTIME NEWS - .
Στο «Επεσαν για τη Ζωή» παρατίθενται στοιχεία που αποδεικνύουν πως οι κάθε είδους διώξεις, που έφταναν στην απόλυτη βαρβαρότητα μέχρι και τις άγριες δολοφονίες αγωνιστών, δεν υπήρξαν αποτέλεσμα αποκλειστικά της κτηνωδίας κάποιων ιθυνόντων ή υπερβάλλοντος ζήλου ορισμένων, αλλά κυρίαρχη εκδήλωση της λειτουργίας του αστικού κράτους ως μηχανισμού βίας από τη μεριά του κεφαλαίου, που υπηρετεί την υπεράσπιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας και ιδιοκτησίας, μαζί με την ενσωμάτωση στο σύστημα και τον αντικομμουνισμό. Είναι γεγονός πως σε διώξεις επιδόθηκαν κάθε πολιτικής απόχρωσης κυβερνήσεις, δεξιές, φασιστικές, κεντρώες, φιλελεύθερες.
Πρώτα βήματα - πρώτοι νεκροί
Ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει την περίοδο από την ίδρυση του ΚΚΕ έως την έναρξη της γερμανικής κατοχής.
Ανάμεσα στους πρώτους που έδωσαν τη ζωή τους, δύο στελέχη του ΚΚΕ, ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος και ο Ωρίων Αλεξάκης, που δολοφονήθηκαν στη Μαύρη Θάλασσα, τον Οκτώβρη 1920, καθώς επέστρεφαν από τη Σοβιετική Ρωσία στην Ελλάδα, μετά το 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Την Πρωτομαγιά του 1924 η εργατική τάξη θρήνησε τον νεαρό εργάτη, μέλος της ΟΚΝΕ, Σωτήρη Παρασκευαΐδη, που δολοφονήθηκε μέρα μεσημέρι, μπροστά στο δημαρχείο της Αθήνας μετά από επίθεση της έφιππης Χωροφυλακής. Δεν ήταν ένα τυχαίο περιστατικό, η απαγόρευση της Πρωτομαγιάτικης συγκέντρωσης στην Αθήνα ήταν ένα από τα πρώτα μέτρα της περιόδου της αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που είχε κηρυχτεί λίγες μέρες νωρίτερα. Είχε προηγηθεί, τον Αύγουστο 1923, η σφαγή στο Πασαλιμάνι από την κυβέρνηση των Πλαστήρα - Γονατά - Παπανδρέου.

INTIME NEWS
Στις 19 Οκτώβρη 1926, μπροστά στο Εργατικό Κέντρο της Αθήνας δολοφονήθηκε με δύο σφαίρες ο Δημήτρης Πατλάκας, εκλεγμένος αντιπρόσωπος των επισιτιστών, μέλος του ΚΚΕ από το 1923. Είναι η περίοδος αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας του Πάγκαλου.
Το 1926 και το 1927 έγιναν δολοφονίες καπνεργατών στο Αγρίνιο, ανάμεσά τους και η πρώτη εργάτρια, η Αγγελική Γεωργαντζέλλη. Το 1929 απεργίες με νεκρούς εργάτες σε Καβάλα, Ξάνθη, Λαύριο, Ελευσίνα, Θεσσαλονίκη και Δραπετσώνα. Τον Γενάρη 1933 μπροστά στο δημαρχείο της Νάουσας, τον Αύγουστο 1933 στους ανθρακωρύχους στο Αλιβέρι της Εύβοιας. Το Μάη 1934 η σφαγή στο λιμάνι της Καλαμάτας. Τον Αύγουστο 1935 αιματοκυλίστηκε η απεργία στο Ηράκλειο Κρήτης και τον ίδιο μήνα το συλλαλητήριο των σταφιδοπαραγωγών στη Μεσσηνία.
Δέκα χρόνια νωρίτερα, στις 2 Φλεβάρη 1925, ο αντισυνταγματάρχης Χρήστος Καβράκος δίνει εντολή για πραγματική σφαγή σε συλλαλητήριο αγροτών στα Τρίκαλα. Ο απολογισμός: 9 νεκροί αγρότες και εργάτες. Ο ίδιος ομολογεί ότι σκότωσε τον γερο-ξυλουργό Μιχάλη Ράδο. Ο ίδιος επίσης, στρατηγός πλέον και φρούραρχος Αθηνών, παραδίδει την πόλη στα ναζιστικά στρατεύματα τον Απρίλη 1941. Η πορεία του Καβράκου αντιπροσωπεύει την πορεία των εκπροσώπων και των μηχανισμών του μεγάλου κεφαλαίου, που μπροστά στην υπηρέτηση των συμφερόντων του, δεν διστάζουν στη διάπραξη κανενός εγκλήματος.

Στην περίοδο του Μεσοπολέμου ξεχωριστή σημασία έχει μια ακόμα, λιγότερο γνωστή σφαγή, στις 15 Φλεβάρη 1933 στη Θεσσαλονίκη, όταν δύναμη Χωροφυλακής επιτέθηκε στα γραφεία του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου, όπου γινόταν προεκλογική συγκέντρωση. 8 εργάτες έπεσαν νεκροί. Η ευθύνη ήταν άμεσα της κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου.
Αξίζει να σημειωθεί πως η σφαγή του Μάη 1936 στη Θεσσαλονίκη γίνεται κάτω από τις εντολές της κοινοβουλευτικής ακόμα κυβέρνησης Μεταξά, που έχει την ψήφο στήριξης και ανοχής όλων των αστικών κομμάτων, μαζί και του Κόμματος Φιλελευθέρων υπό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Στον πρώτο τόμο καταγράφονται και τα ονόματα 51 νεκρών ηρώων που εκπλήρωσαν το διεθνιστικό τους χρέος πολεμώντας στις γραμμές των Διεθνών Ταξιαρχιών στην Ισπανία.
Η περίοδος της Κατοχής
Ο δεύτερος τόμος περιλαμβάνει την περίοδο από την έναρξη της τριπλής κατοχής από τα γερμανικά, ιταλικά και βουλγαρικά φασιστικά στρατεύματα τον Μάη 1941 έως και το τέλος του 1942.
Στις συνθήκες της ξένης κατοχής, υπήρξε συνέχεια του ελληνικού αστικού κρατικού μηχανισμού. Αυτός ο μηχανισμός εκπαιδευμένος στον αντικομμουνισμό - για την προάσπιση της «ιερής» καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και σε συνεργασία με την κατοχική πολεμική μηχανή - επιδόθηκε σε όργιο δολοφονικής τρομοκρατίας ενάντια στο λαό, με την ανοχή ακόμα και ενθάρρυνση του συνόλου σχεδόν του αστικού πολιτικού κόσμου.
Το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό πολιτικό κόμμα που εμπιστεύτηκε τη λαϊκή οργάνωση και υποστήριζε να πάρει η ένοπλη λαϊκή πάλη μαζικά χαρακτηριστικά.
Οι σελίδες του δεύτερου τόμου αποτελούν μοναδική καταγραφή εξαιρετικά χρήσιμη, καθώς περιλαμβάνονται τα πρώτα κατοχικά εγκλήματα, μαζικές δολοφονίες, ολοκαυτώματα χωριών και κωμοπόλεων, όπως οι θηριωδίες των ναζιστικών στρατευμάτων ενάντια στον κρητικό λαό, με απανωτές ομαδικές εκτελέσεις περίπου 2.000 Κρητών αγωνιστών μέσα στο 1941, οι σφαγές των βουλγαρικών φασιστικών στρατευμάτων στην περιοχή της Δράμας, η ομαδική σφαγή στο Μεσόβουνο της Κοζάνης, όπου είχε συμμετοχή και η Ελληνική Χωροφυλακή, και δεκάδες άλλα ολοκαυτώματα την πρώτη περίοδο της Κατοχής.
Τα στοιχεία είναι καταπέλτης ενάντια στο ρεύμα αναθεώρησης της Ιστορίας, που επιχειρεί να εξισώσει την κατοχή με την αντίσταση σε αυτήν - να εξισώσει τους θύτες με τα θύματα. Να περάσει από την «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» την κανιβαλική δολοφονική δράση της Ελληνικής Ασφάλειας, της «Χ», των ελληνικών κατοχικών κυβερνήσεων, την εγκληματική δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Οι κομμουνιστές πολιτικοί κρατούμενοι στην Ακροναυπλία, στην Ανάφη και αλλού πλήρωσαν με τον χειρότερο τρόπο την πείνα, ακόμα και με νεκρούς.
Συγκλονιστική και αιώνια ντροπή και καταισχύνη για την αστική τάξη ήταν η περίπτωση του Αη Στράτη. Εκεί, αφού αρπάχτηκαν τα τρόφιμα, οι πολιτικοί κρατούμενοι με τη δύναμη των όπλων της Ελληνικής Χωροφυλακής οδηγήθηκαν σε έναν παγωμένο θάλαμο ενός ερειπωμένου σχολείου και υποβλήθηκαν στο βασανιστήριο της αναγκαστικής ασιτίας, φυλακίστηκαν δίχως φαγητό με σκοπό να υπογράψουν δήλωση μετανοίας - αποκήρυξης του ΚΚΕ. Αντιμετώπισαν αλύγιστοι το μαρτύριο, όμως 37 σύντροφοι πέθαναν ένας - ένας από την πείνα μέσα σε εφιαλτικές συνθήκες (συνολικά είναι 43 οι νεκροί, μαζί 3 που πυροβολήθηκαν και 3 άρρωστοι που πέθαναν λόγω των συνθηκών κράτησης).
Οι κομμουνιστές κρατούμενοι που παραδόθηκαν σιδηροδέσμιοι στις κατοχικές αρχές στέλνονταν στα εκτελεστικά αποσπάσματα αποκλειστικά με την ιδιότητα του κομμουνιστή.
Η ένοπλη αντίσταση
Στους τόμους 3α, 4α και 4β καταγράφονται αλφαβητικά χιλιάδες περιπτώσεις νεκρών αγωνιστών από την πάλη στις πόλεις και τα βουνά στα έτη 1943 και 1944. Ενώ, από την ίδια περίοδο στους τόμους 3β, 4γ και 4δ καταγράφονται ομαδικά εγκλήματα, ομαδικές εκτελέσεις και καταστροφές χωριών, κωμοπόλεων, τα μπλόκα και οι δολοφονικές επιδρομές στις εργατογειτονιές της Αθήνας και άλλων πόλεων.
Στους τόμους 3 και 4 καταγράφονται χιλιάδες ονόματα θυμάτων από όλα τα μαρτυρικά χωριά που έγινε κατορθωτό να συγκεντρωθούν.
Στο «Επεσαν για τη Ζωή» μπορεί να εντοπίσει ο ερευνητής και βεβαίως ο κάθε αναγνώστης, συγκεντρωμένες, μικρές και μεγάλες μάχες του ΕΛΑΣ ενάντια στους Γερμανούς, με εκατοντάδες νεκρούς ΕΛΑΣίτες και τεράστιες απώλειες των Γερμανών σε έμψυχο και πολεμικό υλικό. Στις σελίδες του «Επεσαν για τη Ζωή» καταγράφονται οι εκατοντάδες επιδρομές Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλων συνεργατών των ναζί ενάντια στον αγωνιζόμενο λαό, αλλά και το μίσος τους ενάντια στις λαϊκές συνοικίες.
Οι τόμοι της περιόδου της Κατοχής επεκτείνονται και στο 1945, με ονομαστικά στοιχεία για εκτελέσεις αγωνιστών στην Κρήτη από τους Γερμανούς, καθώς να θυμίσουμε ότι με την ανοχή των Βρετανών συνέχιζαν να κρατάνε μέρος του νησιού έως την πλήρη συντριβή της ναζιστικής Γερμανίας από τον Κόκκινο Στρατό της ΕΣΣΔ.
Στην έκδοση καταγράφονται χαρακτηριστικά γεγονότα κατά την περίοδο της Απελευθέρωσης, όπως οι θηριωδίες του ΕΔΕΣ στην Πρέβεζα.
Ο ηρωικός Δεκέμβρης και η λευκή τρομοκρατία
Ο 5ος τόμος αφορά τον Δεκέμβρη 1944, στις σελίδες του καταγράφονται πάνω από 1.000 ονόματα ΕΛΑΣιτών και άλλων αγωνιστών του λαού που έπεσαν στις μάχες στην Αθήνα, καθώς και σε συγκρούσεις άλλων περιοχών (βασικά στην Ηπειρο, στη Σάμο και την Κρήτη). Ονόματα νεκρών του Δεκέμβρη 1944 δημοσιεύονται και στα παραρτήματα των επόμενων τόμων. Σε αρκετές περιπτώσεις σημειώνονται ονόματα νεκρών αγωνιστών, που παρουσιάστηκαν από την αστική προπαγάνδα ως δολοφονηθέντες από τον ΕΛΑΣ.
Στον πρόλογο του 5ου τόμου δημοσιεύονται αρκετά στοιχεία για τη δράση της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής και Βρετανών πρακτόρων στην Ελλάδα, οι οποίοι έχοντας ευχέρεια κινήσεων ως σύμμαχοι και αποκτώντας σχετική εικόνα στις ΕΑΜικές περιοχές προέβησαν σε δόλιες ενέργειες, που οδήγησαν αγωνιστές στα νύχια των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Ειδικής Ασφάλειας, είτε άλλοτε με την καθοδήγησή τους παγίδευσαν μικρές ομάδες του ΕΛΑΣ και τις οδήγησαν στην εξόντωση από την ΠΑΟ στη Μακεδονία και από τον Εθνικό Στρατό στην Πελοπόννησο.
Ο 6ος τόμος περιλαμβάνει την περίοδο από 12 Φλεβάρη 1945, ημερομηνία υπογραφής της Συμφωνίας της Βάρκιζας, έως την 31η Μάρτη 1946, μέρα αφοπλισμού του σταθμού Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο από ομάδα καταδιωκόμενων αγωνιστών.
Στον τόμο 6 δημοσιεύονται ονομαστικά χιλιάδες εγκλήματα, που διέπραξαν τα κρατικά όργανα, οι πρώην ταγματασφαλίτες που στελέχωσαν μαζί με τους Ριμινίτες τη λεγόμενη Εθνοφυλακή, η Χωροφυλακή και η Αστυνομία, αφού εκκαθαρίστηκαν από τα ΕΑΜικά στοιχεία, δίπλα σε όλες αυτές τις κρατικές δυνάμεις ομάδες ιδιωτών, ληστοσυμμορίες, παρακρατικές ομάδες που πέρασαν στην κυριολεξία από φωτιά και λεπίδι τους αγωνιστές.
Στις σελίδες του τόμου καταγράφονται σχεδόν 2.000 ονόματα δολοφονημένων. Οποια σελίδα και αν ανοίξει κάποιος, θα συναντήσει ονόματα ανθρώπων από όλη την Ελλάδα, που στις περισσότερες περιπτώσεις δολοφονήθηκαν με φρικτά βασανιστήρια, ακρωτηριασμούς, βιασμούς γυναικών. Καταγράφονται ακόμα και δολοφονίες παιδιών όπως στο χωριό Πεντάλακκο (Ζώριστα) Ιωαννίνων, όπου τον Μάρτη 1946 αρπάχτηκαν - μάλιστα - μέσα από τον σταθμό Χωροφυλακής 7 παιδιά, 12 χρόνων το μεγαλύτερο και 13 μηνών το μικρότερο, και σφάχτηκαν έξω από το χωριό για την τρομοκράτηση των κατοίκων.
Το «Επεσαν για τη Ζωή» περιορίζεται στην καταγραφή στοιχείων νεκρών αγωνιστών. Στις εισαγωγικές σημειώσεις του 6ου τόμου δημοσιεύεται μια μικρή επιλογή από τα αποδεικτικά στοιχεία της αποθηριωμένης, κανιβαλικής, λευκής τρομοκρατίας. Επιθέσεις σε Εργατικά Κέντρα, σε θέατρα, σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, σε γιορτές της ΕΠΟΝ, καταστροφή γραφείων, τυπογραφείων προοδευτικών εφημερίδων, νυχτερινές επιδρομές σε σπίτια.
Ενα από τα χιλιάδες περιστατικά... Στις 17 Ιούνη 1945, την ώρα που οι κλωστοϋφαντουργοί της Αθήνας πραγματοποιούσαν συνέλευση στο Θέατρο Σαμαρτζή, εθνοφύλακες και συμμορίες της «Χ», περίπου 150 άτομα, οπλισμένοι επέδραμαν στο θέατρο στέλνοντας αρκετούς εργάτες και εργάτριες στο νοσοκομείο.
Την ίδια περίοδο, σε εφαρμογή της ουσίας της Βάρκιζας, άρχισε η δικαστική βιομηχανία θανατικών καταδικών στους αγωνιστές της Αντίστασης. Πρώτη καταδίκη ήταν εκείνη των Μπούρδη - Μονέδα - Αυγέρη το Μάη 1945 για την αντιστασιακή τους δράση.
Για το γενικότερο κλίμα αξίζει να σημειώσουμε το εξής, που δεν αφορά μεν θανατική καταδίκη, αλλά είναι χαρακτηριστικό της περιόδου. Ο Θωμάς Βενετσανόπουλος τον Φλεβάρη 1943, όντας υπομοίραρχος Χωροφυλακής, μαζί με τη δύναμη του Σταθμού Χωροφυλακής Σιάτιστας προσχώρησε στον ΕΛΑΣ και πολέμησε τους Ιταλούς, τους Γερμανούς και τους Λεγεωνάριους της Πίνδου, η πράξη του αυτή εγκωμιάστηκε εκείνη την εποχή (Αύγουστος 1943) ακόμα και από την Ελληνική Εκπομπή του σταθμού του Λονδίνου. Στις 10 Μάρτη 1945, ο Θωμάς Βενετσανόπουλος συνελήφθη και δικάστηκε για εγκατάλειψη θέσης το 1943, ακολούθησε φυλάκιση, Μακρόνησος, Αη Στράτης. Βγήκε από την εξορία μόλις το 1963, για να πεθάνει 4 χρόνια αργότερα σε ηλικία 59 ετών. Αυτό για μια πολύ γνωστή προσωπικότητα της Αντίστασης.
Τα αστικά δικαστήρια μέσα στο 1945 επέβαλαν την ποινή του θανάτου σε 1.500 αγωνιστές της Αντίστασης, οι θανατοποινίτες κρατούνταν ως όμηροι στις φυλακές που θα εκτελούνταν ανά πάσα στιγμή, στις 19 Ιούνη 1947 εκτελέστηκαν οι πρώτοι 17 ΕΠΟΝίτες και τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν εκατοντάδες, κατ' αναλογία με τους ομήρους των ναζί.
Στην παραπάνω κατηγορία θανατοποινιτών προστέθηκαν οι θανατικές καταδίκες που επέβαλαν τα έκτακτα στρατοδικεία που θεσπίστηκαν βάσει του Γ' Ψηφίσματος, που ψηφίστηκε στις 18 Ιούνη 1946: «Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την δημοσίαν τάξιν και την ακεραιότηταν του κράτους», μέσα στον επόμενο μήνα επιβλήθηκαν οι θανατικές καταδίκες και εφαρμόστηκαν αμέσως.
Στην κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης
Ο 7ος τόμος αναφέρεται στην περίοδο δράσης του ΔΣΕ, 1946 - 1949, και χωρίζεται σε 7 βιβλία - υποτόμους. Καταγράφεται μια ολόκληρη στρατιά περίπου 30.000 ηρωικών νεκρών του ΚΚΕ και του λαού, στην περίοδο της κορύφωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Το 1946, σταδιακά και με μεγάλη καθυστέρηση, το λαϊκό κίνημα ξεκινάει να απαντά οργανωμένα στο όργιο τρομοκρατίας. Στην τρίχρονη εποποιία του ΔΣΕ καταγράφονται μοναδικά πρότυπα ηρωισμού, αυτοθυσίας, ανιδιοτέλειας, ακραίας αντοχής σε σκληρές συνθήκες. Ενα μόνο παράδειγμα: Ο Θόδωρος Αποστόλου, μαχητής του ΔΣΕ στη Σάμο, αιχμαλωτίστηκε από τον κυβερνητικό στρατό, βασανίστηκε απάνθρωπα για να μαρτυρήσει πού βρίσκονται οι αποθήκες του ΔΣΕ. Στο τέλος σταυρώθηκε σαν τον Χριστό επάνω σε ένα πεύκο. Πήρε τα μυστικά του αγώνα μαζί του.
Πολλές φορές συναντάμε ολόκληρες οικογένειες σε όλη την Ελλάδα που έπεσαν στον αγώνα. Στην έκδοση δημοσιεύονται ονόματα οικογενειών που αντιστοιχούν σε πολλά γράμματα του αλφάβητου: Αθανασόπουλοι, Αγρίτιδες, Αλεξάνδρου, Γιαννακούρα, Δαλαμάγκα, Δασκαλόπουλοι, Ζύγουρα, Κουσιάντζα, Μαυρούλη, Μουρατίδη, Ξεροβασίλα, Ξυδέα, Πέτρουλα, Περκεζέ, Σαμαρά, Σαραντάκου, Τσομάκα. Που έγιναν ολοκαύτωμα. Ακόμα και χωριά ολόκληρα δόθηκαν στον αγώνα του ΔΣΕ και στα κατοπινά χρόνια ερειπώθηκαν - σχεδόν εξαφανίστηκαν από τον χάρτη.
Με το Κόμμα στην παρανομία
Ο 8ος τόμος καταγράφει αλφαβητικά πάνω από 500 ξεχωριστές περιπτώσεις αγωνιστών που έπεσαν στον αγώνα στην περίοδο 1950 - 1974.
Αποτελεί μια ξεχωριστή ηρωική σελίδα, καθώς καταγράφει την τιτάνια μάχη που έδωσε το Κόμμα σε φυλακές, εξορίες και χρόνια παρανομίας, από το 1947 έως το 1974. Περιλαμβάνονται νεκροί των ανταρτοομάδων ή ξεκομμένοι μαχητές του ΔΣΕ που παρέμειναν στην Ελλάδα, παράνομοι αγωνιστές που πάλευαν για τα λαϊκά δικαιώματα. Οπως ο Νίκος Νικηφορίδης, που εκτελέστηκε στις 5 Μάρτη 1951 στο Γεντί Κουλέ μαζί με άλλους 6 αγωνιστές. Σε άλλο μετερίζι, ο Θοδωρής Σαρτζέτης στις αρχές του 1951 πέθανε μέσα στην κρύπτη - παράνομο τυπογραφείο, στο Ηράκλειο Κρήτης. Οντας βαριά άρρωστος, δεν πήγε σε γιατρό για να μην προδοθεί το τυπογραφείο. Ανακάλυψε τη σορό του η Ασφάλεια το 1953. Νεκροί αγωνιστές στις διαδηλώσεις για την ανεξαρτησία της Κύπρου, όπως στις 9 Μάη 1956, με 6 νεκρούς και 200 τραυματίες. Οι 13 νεκροί από έκρηξη στον γιορτασμό του Γοργοποτάμου το 1964.
Τον Γενάρη 1951 εκτελέστηκαν οι φαντάροι Σταύρος Κασάνδρας και Νίκος Πιτσίκας γιατί αρνήθηκαν να πάνε να πολεμήσουν στην Κορέα.
Ξεχωριστή ηρωική σελίδα είναι και εκείνη των αποστολών στελεχών του Κόμματος από την πολιτική προσφυγιά για τη στήριξη του αγώνα στην Ελλάδα, ανάμεσά τους ο Νίκος Μπελογιάννης και πολλά ακόμα στελέχη του Κόμματος, ο Δημήτρης Κανάκης, ο οποίος πιάστηκε από την Ασφάλεια το 1954 στη Θεσσαλονίκη, στη συνέχεια τον μετέφεραν στην Αθήνα και τον εξαφάνισαν, ο Βαγγέλης Μπακιρτζής που δολοφονήθηκε το 1953, ο Θεόφιλος Κυζιρίδης που εκτελέστηκε το 1954, ο Χρήστος Καρανταής που εκτελέστηκε την Πρωτομαγιά 1955.
Στις σελίδες του καταγράφονται πολιτικές δολοφονίες και θύματα κρατικής τρομοκρατίας στην περίοδο δράσης της ΕΔΑ, στις γραμμές της οποίας έδρασαν οι κομμουνιστές. Δίπλα στις αρκετά γνωστές δολοφονίες του Πέτρουλα και του Λαμπράκη καταγράφονται οι δολοφονίες του Βελδεμίρη, στελέχους της Νεολαίας ΕΔΑ, του αποφυλακισμένου αγωνιστή Ανέστη Ποδάρα που δολοφονήθηκε το 1962 έξω από το χωριό του, του στρατιώτη Σακελαρίου που δολοφονήθηκε το 1953, του στρατιώτη Κερπινιώτη που δολοφονήθηκε στις εκλογές του 1961.
Για τη δημιουργία της έκδοσης, συγκεντρώθηκαν στοιχεία από το Αρχείο του ΚΚΕ, από τις Κομματικές Οργανώσεις, από τα παραρτήματα της ΠΕΑΕΑ, συλλόγους επαναπατρισθέντων από τη Σοβιετική Ενωση και τις Λαϊκές Δημοκρατίες, μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, φίλους και οπαδούς του Κόμματος. Αξιοποιήθηκαν αρχεία όπως της ΔΙΣ, ληξιαρχεία των δήμων και άλλα κρατικά αρχεία.
Για όλες τις περιόδους υπάρχουν περιπτώσεις αγωνιστών που δεν έγινε κατορθωτό να εντοπιστούν και να καταγραφούν. Υπάρχει πεδίο για παραπέρα έρευνα, με την πρόσβαση και σε νέα αρχεία.
Το «Επεσαν για τη Ζωή» υπήρξε αντικείμενο πολύχρονης ερευνητικής δουλειάς. Το ίδιο σήμερα μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για παραπέρα έρευνα, αντικείμενο έρευνας από ιστορικούς και μελετητές.

14 Απριλίου, 2019

1961:ΓΚΑΓΚΑΡΙΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΙ ΤΟΥ ΙΤΖΕΔΙΝ


Ήταν Απρίλης του 1961, όταν οι πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές του Ιτζεδίν, έστρεψαν το βλέμμα τους στον ουρανό, πλημμυρισμένοι από μια κρυφή περηφάνια. 
Το νέο είχε αρχίσει να διαδίδεται από το ένα κελί στο άλλο. Ο Γιούρι Γκαγκάριν είχε αγγίξει τα άστρα, ο δικός τους Γιούρι, το παιδί των αγροτών από ένα χωριό το Κλούσινο της επαρχίας Σμολένσκ, το παιδί του πρώτου κράτους των εργατών όπως ήταν οι ίδιοι, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που αψήφησε τη βαρύτητα. 
Οι κρατούμενοι κοιτούσαν τον ουρανό και ένιωθαν να πετούν μαζί του, να αφήνουν πίσω τους ψηλούς τοίχους που φυλάκιζαν τις ιδέες τους για έναν καλύτερο κόσμο. 
Το πέταγμα του Γκαγκάριν ήταν η λαμπρότερη απόδειξη, ότι ο κόσμος που πάλευαν να χτίσουν ήταν αυτός που θα οδηγούσε την ανθρωπότητα στο επόμενο βήμα, ένα βήμα μπροστά στην επιστήμη, στον πολιτισμό, στην ανθρωπιά. Ένα βήμα πιο κοντά στο όνειρο των πολιτικών κρατουμένων, που τώρα ήταν αιτία να τους κλείσουν πίσω
από τους ανήλιαγους τοίχους του κάστρου του Ιτζεδίν.
Εκεί που δεν έμπαινε ο ήλιος, μπήκε ο δικός τους Γιούρι
και τους έφερε πιο κοντά στ’ αστέρια.
Σύμφωνα με αρχεία και μαρτυρίες πολιτικών κρατουμένων στον σύλλογο Φίλων και Συγγενών Πολιτικών Κρατουμένων στο Ιτζεδίν, για τα επόμενα χρόνια από το 1961 και μετά, οι κομμουνιστές των φυλακών Καλαμίου γιόρταζαν την κατάκτηση της Σοβιετικής Ένωσης. 
Οι συγκεντρώσεις ήταν απαγορευμένες στις φυλακές, αλλά η περηφάνια και η χαρά τους έβρισκαν τρόπο να εκδηλωθούν. Κάθε Κρητικός πολιτικός κρατούμενος είχε αναλάβει και έναν ακόμα από την υπόλοιπη Ελλάδα. 
Κάθε φορά που ο ντόπιος δεχόταν επισκεπτήριο, ένα μέρος των πραγμάτων που του έφερνε η οικογένειά του μοιράζονταν με κάποιον κρατούμενο που δεν είχε τη δυνατότητα να συναντήσει τους δικούς του. 
Το Ιτζεδίν ήταν πολύ μακριά για τη μάνα, τη γυναίκα ή το παιδί από τα χωριά της Κεντρικής ή Βόρειας Ελλάδας. Όμως, ο άνθρωπός τους δεν ήταν μόνος. Μια άλλη μάνα, μια άλλη αδερφή, φρόντιζε και για τους δύο.
 Την ημέρα της επετείου της πτήσης του Γκαγκάριν τα δέματα ήταν λίγο πιο πλούσια και οι κρατούμενοι ήταν πιο περιποιημένοι. Εκείνη τη μέρα φορούσαν τα καλά τους, τα ρούχα που κρατούσαν στην άκρη
για την ημέρα της εκτέλεσής τους και ήταν όλοι ξυρισμένοι και γελαστοί. 
Κάθε χρόνο, στις 12 Απριλίου, χαμογελούσαν γνωρίζοντας ότι η πάλη τους για έναν καλύτερο κόσμο έδινε καρπούς. Κάθε χρόνο στις 12 Απριλίου, το επίτευγμα του κράτους των αγροτών και των εργατών, θύμιζε σε όλους τους εργάτες και τους αγρότες του κόσμου, ότι τίποτα δεν είναι αδύνατον για εκείνους που παλεύουν για έναν καλύτερο κόσμο.
Το ποίημα που ακολουθεί βρέθηκε στα χαρτιά του πολιτικού κρατούμενου Ηρακλή Κοσσιβάκη και αποκαλύπτει ότι το πέταγμα του αγροτόπαιδου από το Κλούσινο ήταν το πέταγμα ενός ολόκληρου κόσμου προς τον ουρανό.
Νίκη Στο Διάστημα
Εκεί ψηλά ζεσταίνει τις καρδιές μας
Και μας δίνει φτερά για πιο μακριά
Ο Γκαγκάριν γκρεμίζει τ’ από αιώνες
θεμελιωμένα παραμύθια
Και οι θεοί αγανακτισμένοι ξύπνησαν
από τους ξεθωριασμένους βωμούς
και αναρωτιούνται
«Τι είναι άραγε εκεί, στο φεγγάρι ψηλά
που μας περιγελά;»
Και οι Άγιοι από την άλλη μεριά
Τους λένε πως είναι ο Γκαγκάριν
«Και ποιός είναι αυτός που τόλμησε
τον ύπνο να μας χαλάσει
Και από τους ωραίους βωμούς
κάτω να μας κατεβάσει;»
«Είναι αυτός ο Άνθρωπος που
μέσα στα βαθειά σκοτάδια που επλασε και εσας...
«Μα ’ αυτό λέγεται ασέβεια»,
δεν μπορεί, θα φωνάζουν
«Έχουμε ακόμη ανθρώπους
που μας υμνούν και μας λατρεύουν»
Του κάκου καλοί μου Θεοί
Μόνο οι μορφές μας θα μείνουν να υμνούν
από δω και μπρος
τους ζωγράφους που μας στόλιζαν
με τα καλύτερα χρώματα
Και μεις οι παπάδες, καλοί μου Θεοί,
τι θα γίνουμε αν χάσωμε το μαγαζί,
που ούτε φως ούτε ενοίκιο.
εισπράτωμε τοις μετρητοίς
υμνολογώντας εσάς
Αχ άνθρωπε γιατί ξύπνησες τόσο νωρίς
Και έστειλες τον Γκαγκάριν τόσο ψηλά;
ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΣ
πολιτικος κρατουμενος στο ΙΤΖΕΔΙΝ
Ανακοινωση του ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΙΤΖΕΔΙΝ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΛΑΜΙΟΥ
12/4/2019

06 Απριλίου, 2019

ΟΙ ΣΥΝΩΜΟΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΩΝ ΤΡΟΤΣΚΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ CHE k OI ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΦΙΝΤΕΛ !!




Γιατί έφυγε ο Τσε απ’ την Κούβα; Ο Φιντέλ Κάστρο ενάντια στα ψέματα του Ιμπεριαλισμού και των Τροτσκιστών

Fidel Castro speech35Η απόφαση του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα να εγκαταλείψει την Κούβα το 1965, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην προσπάθεια δημιουργίας αντάρτικου αγώνα στο Κονγκό, αποτελεί μια απ’ τις πλέον πολυσυζητημένες φάσεις της ζωής του αργεντίνου επαναστάτη. Η αναχώρηση του Τσε απ’ την Κούβα προσφέρθηκε για πλήθος συνωμοσιολογικών θεωριών γύρω απ’ το “γιατί” και “πως” πήρε αυτήν την απόφαση ο Γκεβάρα. Μέχρι και σήμερα άλλωστε συνεχίζουν να υπάρχουν διάφορες θεωρίες οι οποίες – άλλοτε εκ του πονηρού και άλλοτε από αφέλεια και άγνοια – αναδεικνύουν περίεργες σκοτεινές συνωμοσίες.

Η πιο διαδεδομένη θεωρία συνωμοσίας αναφορικά με το θέμα αυτό σχετίζεται με την παρέμβαση του σοβιετικού παράγοντα – πως η ομιλία του Γκεβάρα στο Αλγέρι, το 1965, προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της ηγεσίας της ΕΣΣΔ η οποία και απαίτησε από τον Κάστρο την απομάκρυνση του Τσε απ’ την κουβανική κυβέρνηση. Στο γαλλικό ντοκυμαντέρ “Le Journal de Bolivie”,παραγωγής 1994, αναφέρεται πως η κριτική του Τσε απέναντι στην σοβιετική εξωτερική πολιτική αποτέλεσε το έναυσμα για την απομάκρυνση του από την Κούβα. 

Αυτή η άποψη υποστηρίζει ότι κατά την επιστροφή του Γκεβάρα στην Αβάνα από το Αλγέρι, όπου μετείχε στην Αφρο-Ασιατική Σύνοδο, ο Τσε ενημερώνεται πως οι σοβιετικοί διαμαρτυρήθηκαν επίσημα για την κριτική που άσκησε στη Μόσχα. Μετά από συνάντηση που είχαν Γκεβάρα και Κάστρο, ο Τσε αποφάσισε να παραιτηθεί απ’ τη θέση του υπουργού Βιομηχανίας, υποστηρίζει το ντοκυμαντέρ – μια άποψη ιδιαίτερα διαδεδομένη, η οποία όμως ουδέποτε έχει επιβεβαιωθεί. Άλλη θεωρία συνομωσίας – πλήρως αστήρικτη και ανεπιβεβαίωτη – θέλει τον Φιντέλ Κάστρο να έχει όχι απλώς διαφωνίες με τον Τσε σε πολιτικό επίπεδο, αλλά να προσπαθεί να τον “ξεφορτωθεί” φοβούμενος την υψηλή δημοτικότητα του αργεντίνου!

Στις 16 Γενάρη 1966, ο Φιντέλ Κάστρο αναφέρθηκε σε αυτές τις θεωρίες συνωμοσίες που, ειδικά εκείνη την εποχή, ακούγονταν ολοένα και περισσότερο. Άλλωστε, διάφορα δυτικά ΜΜΕ έγραφαν τα πιο απίστευτα πράγματα για την “εξαφάνιση του Τσε” – απ’ το ότι κρατούνταν σε κουβανική φυλακή μέχρι του ότι είχε πεθάνει εξόριστος στον Άγιο Δομίνικο. Μιλώντας στο κλείσιμο της Τριηπειρωτικής Συνδιάσκεψης στην Αβάνα ο Φιντέλ καταφέρθηκε τόσο εναντίον των Ιμπεριαλιστικών συνομωσιών όσο και όσων αριστερών υιοθετούσαν τις ψευδολογίες που εκπορεύονταν από κέντρα των ΗΠΑ.

 Στο κομμάτι της ομιλίας που ακολουθεί, ο Κάστρο καταφέρεται ενάντια στις – ψευδεπίγραφες όπως αποδείχτηκε – κατηγορίες που εξαπέλυαν εκείνη την εποχή εναντίον της κουβανικής επαναστατικής κυβέρνησης λατινοαμερικάνοι τροτσκιστές και πολιτικοί εκπρόσωποι της 4ης Διεθνούς, πάντα σε σχέση με την τύχη του Τσε.

Σημείωνε λοιπόν ο Κομαντάντε Φιντέλ, μεταξύ άλλων, στην ομιλία του:

«Υπάρχει ένα γεγονός που θα ήθελα να το θέσω ως παράδειγμα για να δείξω πως λειτουργεί ο Ιμπεριαλισμός και οι πράκτορες του. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον γεγονός. 

Αναφέρομαι στην καμπάνια που ξεσήκωσε ο Ιμπεριαλισμός των Γιάνκηδων και οι πράκτορες του σχετικά με την αναχώρηση του συντρόφου μας Ερνέστο Γκεβάρα. Πιστεύω πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε στα ίσια αυτό το ζήτημα για να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. 

Ο σύντροφος Ερνέστο Γκεβάρα και λίγοι επαναστάτες από αυτήν εδώ τη χώρα – και λίγοι επαναστάτες εκτός Κούβας – γνωρίζουν πότε έφυγε και τι κάνει όλη αυτήν την περίοδο. Οι ιμπεριαλιστές, ασφαλώς, ενδιαφέρονται πολύ στο να μάθουν όλες τις λεπτομέρειες για το που βρίσκεται, τι πράττει και πως. Προφανώς δεν γνωρίζουν, αλλά και αν γνωρίζουν το καλύπτουν πολύ καλά.

Αυτά είναι πράγματα, φυσικά, που ο χρόνος, όταν το επιτρέψουν οι περιστάσεις, θα ξεκαθαριστούν. Παρ’ όλα αυτά, εμείς οι επαναστάτες δεν χρειαζόμαστε καμία αποσαφήνιση. Ο εχθρός προσπαθεί να πιαστεί απ’ τις περιστάσεις ώστε να προσπαθήσει να συνωμοτήσει και να σπιλώσει. 

Ο σύντροφος Γκεβάρα έγινε μέλος του κινήματος μας όταν ήμασταν σε εξορία στο Μεξικό. Από την πρώτη μέρα είχε πάντα την ιδέα, ξεκάθαρα εκπεφρασμένη, πως όταν ο αγώνας στην Κούβα θα τελείωνε ο ίδιος θα είχε άλλα καθήκοντα να διεκπεραιώσει αλλού. Του είχαμε δώσει το λόγο μας πως κανένας κρατικός η εθνικός λόγος, καμία περίσταση, δεν θα μας έκανε να ζητήσουμε να παραμείνει στη χώρα αποτρέποντας τον απ’ το να εκπληρώσει την θέληση του. Και εκπληρώσαμε πλήρως και πιστά αυτή μας την υπόσχεση στον σύντροφο Γκεβάρα. 

Φυσικά, εάν ο σύντροφος Γκεβάρα επρόκειτο να φύγει απ’ τη χώρα, θα ήταν λογικό για τον ίδιο να το πράξει μυστικά. Θα ήταν λογικό να μετακινηθεί με τρόπο που να μην κινεί υποψίες. Είναι λογικό ότι δεν θα ενημέρωνε τους δημοσιογράφους. Είναι λογικό πως δεν θα συγκαλούσε συνεντεύξεις Τύπου. Είναι λογικό πως θα έπραττε ότι είχε σχεδιάσει με τον τρόπο που το έπραξε. Παρ’ όλα αυτά, πόσο προσπάθησαν να κεφαλαιοποιήσουν προς όφελος τους αυτήν την κατάσταση οι ιμπεριαλιστές και πόσο τα κατάφεραν!

Fidel Castro - Che Guevara 986Αυτός είναι ο λόγος που έφερα σήμερα μαζί μου ορισμένα έγγραφα. Μην ανησυχείτε πως θα διαβάσω όλα τα έγγραφα εδώ. Πρόκειται μόνο να σας αναγνώσω ορισμένα πράγματα. Επειδή εδώ έχω αυτά που οι ιμπεριαλιστικές και αστικές εφημερίδες έχουν γράψει αναφορικά με την περίπτωση του στρατηγού Γκεβάρα, τι έγραψαν οι εφημερίδες των ΗΠΑ, τα περιοδικά τους, τα πρακτορεία ειδήσεων, οι λατινοαμερικανικές αστικές εφημερίδες και τα έντυπα σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. 

Και πρόκειται να δούμε ποιός έπαιξε το ρόλο του βασικού εκπροσώπου της ιμπεριαλιστικής καμπάνιας της ίντριγκας και των σκευωριών κατά της Κούβας με αφορμή το θέμα του συντρόφου Γκεβάρα. Αρχικά, υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία κατά τη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών έχουν χρησιμοποιηθεί συνεχώς ενάντια στο επαναστατικό κίνημα. Και αν μου δώσετε λίγο χρόνο, πρόκειται να σας παρουσιάσω τα σημαντικότερα από αυτά. (Σύντομη παύση κατά την οποία ο Φιντέλ κοιτάει τα έγγραφα του και επιλέγει ένα απο αυτά).

Εδώ είναι μια ανταπόκριση του UPI (σ.σ: πρακτορείο ειδήσεων United Press International)με ημερομηνία 6 Δεκέμβρη 1965:

 “Ο Ερνέστο Γκεβάρα δολοφονήθηκε απ’ τον κουβανό πρωθυπουργό Φιντέλ Κάστρο έπειτα από εντολή της ΕΣΣΔ, ανακοίνωσε ο Φελίπε Αλμπαγκουάντε, επικεφαλής των μεξικανών τροτσκιστών σε δήλωσε του στην El Universal”

Σημειώνει δε πως ο Τσε εξολοθρεύτηκε για την εμμονή του να θέσει την Κούβα στην κινεζική γραμμή επιρροής. Αυτό, φυσικά, ήλθε την ίδια στιγμή που τροτσκιστικά στοιχεία ξεκίνησαν μια καμπάνια σε πολλά μέρη.

Όπως και πριν, με ημερομηνία 22 Οκτώβρη 1965, στην εβδομαδιαία εφημερίδα Marchaδημοσιεύθηκε άρθρο του γνωστού τροτσκιστή θεωρητικού Αδόλφο Γκιλ που αναφέρει ότι ο Τσε εγκατέλειψε την Κούβα λόγω διαφορών με τον Φιντέλ αναφορικά με την Σινο-Σοβιετική διαμάχη κι πως ο Τσε δεν ήταν διατεθειμένος να επιβάλει την άποψη του στην ηγεσία. Ο ίδιος υποστήριζε πως ο Τσε πρότεινε την διάδοση της επανάστασης στο υπόλοιπο της Λατινικής Αμερικής, σε αντίθεση με την σοβιετική γραμμή. Γράφει (ο Γκιλ) πως η κουβανική ηγεσία είναι χωρισμένη σε μια συντηρητική πτέρυγα παλαιών αρχηγών του παρελθόντος, των οπαδών του Τσε, τον Φιντέλ και την ομάδα του. Γράφει πως ο Τσε εγκατέλειψε την Κούβα επειδή ο Τσε δεν είχε τα μέσα προκειμένου να εκφραστεί δημόσια και πως ο Φιντέλ φοβόταν να αντιμετωπίσει το λαό και να εξηγήσει την περίπτωση του Τσε.

Στις 31 Οκτώβρη 1965, ο ίδιος αυτός τροτσκιστής θεωρητικός, ως ανταποκριτής της ιταλικής εφημερίδας Nuovo Mondo, γράφει ένα άρθρο όπου αποκαλεί την κουβανική ηγεσία ως “φιλοσοβιετική” και κατηγορεί τον Φιντέλ πως δεν έχει εξηγήσει πολιτικά τι συνέβη στον Τσε. Γράφει πως ο Στρατηγός Γκεβάρα ηττήθηκε από την ομάδα του Κάστρο. Κριτικάρει τον Τσε διότι δεν αγωνίστηκε προκειμένου να επιβάλει την άποψη του και συμπεραίνει πως το κουβανικό κράτος, παραλυμένο απ’ την ίδια του την πολιτική, δεν υποστήριξε ανοιχτά τη δομινικανή επανάσταση.

Στην έκδοση του Οκτώβρη 1965, η ισπανική τροτσκιστική εφημερίδα Batalla ανακοινώνει: 

“Το μυστήριο που καλύπτει την υπόθεση του Τσε Γκεβάρα πρέπει να ξεκαθαριστεί. Φίλοι του Τσε υποθέτουν ότι το γράμμα που διαβάστηκε από τον Κάστρο είναι πλαστό και ρωτούν αν η κουβανική ηγεσία προσανατολίζεται σε συμβιβασμό με την γραφειοκρατεία του Κρεμλίνου”. 

Περίπου την ίδια περίοδο, το επίσημο όργανο των τροτσκιστών της Αργεντινής εκδίδει άρθρο στο οποίο αφήνει υπόνοιες πως ο Τσε είναι νεκρός ή κρατείται φυλακισμένος στην Κούβα. Γράφει: “Ξεκίνησε κόντρα με τον Φιντέλ Κάστρο αναφορικά με τη λειτουργία των εργατικών ενώσεων και την οργάνωση του στρατού”. Προσθέτει πως ο Τσε ήταν αντίθετος στη δημιουργία Κεντρικής Επιτροπής με τους εκλεκτούς του Κάστρο, ιδιαίτερα με στρατιωτικούς που υποστήριζαν τους σκληροπυρηνικούς της Μόσχας.

Παρ’ όλα αυτά, ένα απ’ τα πιο άθλια άρθρα, το πιο απαίσιο, το πιο απρεπές, είναι αυτό που γράφτηκε απ’ τον ηγέτη του πολιτικού γραφείου της 4ης Διεθνούς στη Λατινική Αμερική, και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Lucha Operaria της Ιταλίας. Από αυτό το μεγάλο άρθρο θα σας διαβάσω μόνο τρείς παραγράφους. Ξεκινάει λέγοντας: “Μια παράμετρος της χειροτέρευσης της διεθνούς κρίσης της γραφειοκρατίας είναι η απέλαση του Γκεβάρα. Ο Γκεβάρα απελάθηκε τώρα, όχι οκτώ μήνες πριν. Η συζήτηση με τον Γκεβάρα έχει διαρκέσει οκτώ μήνες. Αυτοί οι μήνες δεν πέρασαν πίνοντας καφέ. Πάλεψαν σκληρά και ίσως υπάρχουν νεκροί, ίσως ξηγήθηκαν με πιστόλια. Δε μπορούμε να πούμε εάν σκότωσαν ή οχι τον Γκεβάρα, αλλά έχουμε το δικαίωμα να υποθέτουμε πως τον σκότωσαν. Γιατί δεν έχει εμφανιστεί ο Γκεβάρα; Δεν τον έχουν παρουσιάσει στην Αβάνα με τον φόβο των επιπτώσεων, για την αντίδραση του πληθυσμού – αλλά στο κάτω κάτω, κρύβοντας τον προκαλούν το ίδιο αποτέλεσμα. Ο κόσμος λέει, “γιατί ο Γκεβάρα δεν εμφανίζεται;” Δεν πρόκειται για πολιτική κατηγορία. Τον επαινούν πολιτικά. Γιατί δεν έχουν παρουσιάσει τον Γκεβάρα; Γιατί δεν έχει μιλήσει; Πως είναι δυνατόν ένας απ’ τους ιδρυτές του κουβανικού εργατικού κράτους, ο οποίος μέχρι πριν από λίγο καιρό γυρνούσε τον κόσμο στο όνομα αυτού του κράτους, απροσδόκητα να λέει: “Βαρέθηκα με την κουβανική επανάσταση. Πάω να δημιουργήσω επανάσταση κάπου αλλού”. Κάπου αλλού, και δεν λένε που έχει πάει, και δεν εμφανίζεται. Εάν δεν υπάρχουν διαφορές, γιατί δεν εμφανίζεται; Ολόκληρος ο κουβανικός λαός αντιλαμβάνεται πως υπάρχει μια τεράστια μάχη και αυτή η μάχη δεν έχει τελειώσει. Ο Γκεβάρα δεν ήταν μόνος και δεν είναι μόνος. Εάν λάβουν αυτά τα μέρα ενάντια στο Γκεβάρα, είναι εξαιτίας της μεγάλης υποστήριξης που έχει. Λίγο καιρό πριν η κουβανική κυβέρνηση δημοσίευσε μια πολύ αυστηρή οδηγία σύμφωνα με την οποία καθίσταται αναγκαία η επιστροφή όλων των όπλων και οπλικών συστημάτων στο κράτος. Σε αυτή τη φάση η κατάσταση ήταν κάπως συγκεχυμένη. Τώρα είναι ξεκάθαρο γιατί εκδόθηκε η οδηγία αυτή. Ήταν ενάντια στους παρτιζάνους του Γκεβάρα. Φοβούνται κάποια εξέγερση”. Ορίστε και μια άλλη παράγραφος: “Γιατί έχουν σωπάσει το Γκεβάρα; Η 4η Διεθνής οφείλει να ξεκινήσει δημόσια καμπάνια γι’ αυτό το θέμα, ζητώντας την εμφάνιση του Γκεβάρα, το δικαίωμα του Γκεβάρα να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να εκφράζεται ελεύθερα, να ζητήσει απ’ το λαό να μην εμπιστεύεται τα μέτρα που παίρνει το κουβανικό κράτος επειδή πρόκειται για γραφειοκρατικά μέτρα, ίσως εκδιδόμενα από δολοφόνους. Έχουν εξοντώσει το Γκεβάρα για να σταματήσει τον αγώνα του”. […]Στην συνέχεια γράφει: “Αυτό αποδεικνύει όχι μόνο τη δύναμη του Γκεβάρα, ή μιας ομάδας φιλικά προσκείμενης προς τον ίδιο στην Κούβα, αλλά την ωριμότητα των συνθηκών στα υπόλοιπα εργατικά κράτη για την καρποφορία αυτών των θέσεων μέσα σε λίγο χρόνο. Η γραφειοκρατία δεν εξαπατάται με μέσα αυτού του τύπου. Η εξολόθρευση του Γκεβάρα σημαίνει για τη γραφειοκρατία την προσπάθεια αποψίλωσης μιας βάσης πιθανών επαναστατικών τάσεων που συνεχίζουν να αναπτύσσουν την παγκόσμια επανάσταση. Αυτή είναι η βάση για την εξολόθρευση του Γκεβάρα. Και όχι μόνο είναι κίνδυνος για την Κούβα, αλλά ασκεί επιρροή και στις υπόλοιπες επαναστάσεις της Λατινικής Αμερικής. Η Γουατεμάλα είναι στο πλευρό της Κούβας – είναι στο πλευρό της με το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Παρά την ισχύ και τους λόγους του σπουδαιότερου ηγέτη της, του Φιντέλ Κάστρο, δεν έχει καταφέρει να αποσοβήσει τη μετατροπή του Κινήματος της 13ης Νοέμβρη σε επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα που παλεύει κατευθείαν για τον Σοσιαλισμό.

Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι αυτός ο κύριος, ένας ηγέτης της 4ης Διεθνούς, αναφέρει εδώ με αλαζονεία την περίπτωση της Γουατεμάλας και του Κινήματος της 13ης Νοέμβρη. Επειδή, ακριβώς σε σχέση με αυτό το κίνημα, ο ιμπεριαλισμός των Γιάνκηδων έχει χρησιμοποιήσει μια απ’ τις πλέον ευφυείς τακτικές για να αποδομήσει ένα επαναστατικό κίνημα, όπως με τη διείσδυση πρακτόρων της 4ης Διεθνούς οι οποίοι, από άγνοια – πολιτική άγνοια – έκαναν τον βασικό πολιτικό αρχηγό (σ.σ: εννοεί του Κινήματος 13ης Νοέμβρη) να υιοθετήσει αυτές τις ψευδεπίγραφες, αντι-ιστορικές απόψεις που χωρίς αμφιβολία υπηρετούν τον Ιμπεριαλισμό, όπως κάνει και το πρόγραμμα της 4ης Διεθνούς. […] Κάνοντας το αυτό, η 4η Διεθνής διέπραξε ένα αληθινό έγκλημα κατά του επαναστατικού κινήματος απομονώνοντας το απ’ τον υπόλοιπο λαό, από τις μάζες, ιδιαίτερα όταν το εμποτίζει με ανοησίες, με ψευτιές και με το απεχθές πράγμα που ο Τροτσκισμός σήμερα παριστάνει στο πολιτικό στερέωμα. Παρόλο που κάποια στιγμή ο Τροτσκισμός εκπροσωπούσε μια λανθασμένη θέση, αλλά μια θέση στο πεδίο των πολιτικών ιδεών, έγινε στα επόμενα χρόνια ένα χυδαίο όργανο του Ιμπεριαλισμού και της αντίδρασης. Αυτός είναι ο τρόπος που σκέφτονται αυτοί οι κύριοι».

Με τον παραπάνω λόγο του, ο Φιντέλ Κάστρο απαντούσε σε όλους σε εκείνους που έπαιζαν το ρόλο του ιμπεριαλιστικού “δούρειου ίππου” στο επαναστατικό κίνημα, που μέχρι και σήμερα κάνουν λόγο για εξαναγκασμό του Τσε Γκεβάρα να φύγει απ’ την Κούβα, να εξαφανιστεί απ’ το πολιτικό προσκήνιο. Η ίδια η αλληλογραφία του Τσε – το τελευταίο γράμμα στον Φιντέλ αλλά και τα γράμματα που του είχε στείλει από το Κονγκό – αποδεικνύουν ότι οι δύο άνδρες διατηρούσαν πάντοτε μια αμοιβαία φιλία, στη βάση της συντροφικότητας και του σεβασμού.

ramonet-100 hours with fidelΑρκετές δεκαετίες αργότερα, μιλώντας στον Ιγνάσιο Ραμονέ για το βιβλίο «Εκατό ώρες με τον Φιντέλ», ο Φιντέλ μιλά για την εποχή εκείνη της αναχώρησης του Γκεβάρα απ’ το νησί.

Ρωτά ο Ραμονέ: Ο διεθνής τύπος έλεγε ότι υπήρχε ρήξη ανάμεσα στους δυο σας, σοβαρές πολιτικές διαφωνίες, έλεγαν ότι τον είχαν φυλακίσει εδώ, ακόμα και ότι τον είχαν σκοτώσει…

Φιντέλ: Ανεχτήκαμε σιωπηλά εκείνον τον σωρό των φημών και των μηχανορραφιών. Όμως αυτός, φεύγοντας στα τέλη Μαρτίου του 1965, μου είχε γράψει ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα. […] Και στο μεταξύ αυτή η μηχανορραφία να προχωράει, ο εχθρός να σπέρνει ζιζάνια και αμφιβολίες ότι ο Τσε Γκεβάρα είχε “εκκαθαριστεί”, όχι είχαν σημειωθεί διαφωνίες…

Ραμονέ: Υπήρχε μια ολόκληρη εκστρατεία φημολογιών.

Φιντέλ: Ο Τσε μου γράφει αυτό το γράμμα (σ.σ: αυτό που ο Κάστρο διάβασε δημόσια τον Οκτώβρη του 1965 κατά την συγκρότηση της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας) αυθόρμητα, νομίζω μάλιστα και με μεγάλη ειλικρίνεια: “Μετανιώνω που δεν πίστεψα αρκετά σε σένα…” και μιλάει για την κρίση του Οκτωβρίου και άλλα πράγματα. Νομίζω ότι δεν πίστευε σε κανέναν, γιατί ήταν αυστηρός απέναντι στους πολιτικούς, είχε υποφέρει… […] Από την Αφρική, πάει στην Τσεχοσλοβακία, στην Πράγα το Μάρτιο του 1966 – μια περίπλοκη κατάσταση, βρίσκεται εκεί, πράγματι, κρυφά. Δεν του περνούσε απ’ το μυαλό, από την στιγμή που είχε αποχαιρετήσει να γυρίσει εδώ. Αλλά τα στελέχη για τη Βολιβία είχαν ήδη επιλεγεί… Τότε είναι που του γράφω ένα γράμμα όπου του μιλάω λογικά, κάνω έκκληση στην αίσθηση καθήκοντος και στον ορθολογισμό του.

Ραμονέ: Για να γυρίσει στην Κούβα;

Φιντέλ: Ναι, αυτό το γράμμα νομίζω ότι έχει δημοσιευτεί, η οικογένεια του δημοσίευσε αυτό το γράμμα. Τον πείθω να γυρίσει, του λέω ότι είναι το πιο βολικό γι’ αυτό που ήθελε να κάνει. “Απο κει είναι αδύνατον να το κάνεις αυτό. Πρέπει να έρθεις”. Δεν του λέω “πρέπει” ως διαταγή να έρθει, τον πείθω, του λέω ότι το καθήκον του είναι να γυρίσει, να παραβλέψει τα πάντα και να τελειώσει την προετοιμασία για την υπόθεση της Βολιβίας. Και γυρίζει κρυφά. Κανείς δεν το γνώρισε πουθενά. Ούτε στη διάρκεια του ταξιδιού. Γύρισε εδώ τον Ιούλιο του 1966.

Che and Fidel - companeros 24Επιμέλεια-Μετάφραση: Ν.Μόττας/Guevaristas. Πηγές: Castro Speech Database, Latin American Network Information & Ιγνάσιο Ραμονέ, «Εκατό ώρες με τον Φιντέλ», Εκδ. Πατάκης, 2007.

Ο Τσε Γκεβάρα δεν ήταν τροτσκιστής

Του Espresso Stalinist.

Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ήταν ένας αντι-ρεβιζιονιστής μαρξιστής-λενινιστής και δυναμικός υποστηρικτής του Ιωσήφ Στάλιν. Και οι δύο ήταν αντίθετοι στις πρακτικές του Τρότσκι και του Χρουστσώφ. Ο Τσε μισούσε την πολιτική του Χρουστσώφ και ήταν χολωμένος με την υποστήριξη που ο Φιντέλ Κάστρο έδειχνε στον σοβιετικό ρεβιζιονισμό

  • Θεωρούμε τη δράση του τροτσκιστικού κόμματος ως αντεπαναστατική”, Τσε, 1961

Το Νοέμβρη του 1960, κατά την επίσκεψη του στην Σοβιετική Ένωση, επέμενε στην κατάθεση στεφάνου στον τάφο του Στάλιν, παρά τις παραινέσεις του κουβανού πρέσβη στη Μόσχα ώστε να μην το πράξει. Αυτό συνέβη περισσότερα από τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της περίφημης “αποσταλινοποίησης” της ΕΣΣΔ που ξεκίνησε επί Νικίτα Χρουστσώφ.

Ο συνταξιδιώτης του Τσε, Αλμπέρτο Γκρανάδο, είχε πεί ότι ο Γκεβάρα είχε ανακαλύψει τον Στάλιν (σ.μ: προφανώς εννοεί την πολιτική που εφήρμοσε ο Στάλιν στα χρόνια της ηγεσίας του) στα μέσα της δεκαετίας του 1950 (Anderson, σ.165-166 & σ.565).

 Το 1955 όντας στο Μεξικό ο Τσε έστειλε γράμμα στην θεία του υπογράφοντας ως “Στάλιν ΙΙ”:

Πιστεύω ότι η βασική ιδεολογία στην οποία ο Τρότσκι βασίστηκε ήταν λανθασμένη, τα κρυφά κίνητρα της δράσης του (ήταν) λανθασμένα και τα τελευταία του χρόνια υπήρξαν σκοτεινά. Οι τροτσκιστές δεν έχουν συνεισφέρει τίποτα απολύτως στο επαναστατικό κίνημα – εκεί που έδρασαν περισσότερο ήταν στο Περού αλλά στο τέλος απέτυχαν επειδή χρησιμοποιούν κακές μεθόδους”. (Παράρτημα, όπως αναφέρεται στο κείμενο “Comments on ‘Critical Notes on Political Economy’ by Che Guevara” από το Revolutionary Democracy Journal).

Παρά το γεγονός ότι ο Γκεβάρα βοήθησε στην ασφαλή απελευθέρωση ορισμένων τροτσκιστών από την φυλακή το 1965 (σ.μ: πιθανόν στην Κούβα, δεν αναφέρεται χώρα), ελευθερώθηκαν υπό τον όρο ότι θα σταματούσαν την πολιτική τους δράση. (Revolutionary History 2000, Τομ.7 Αρ., σ.193-195, σ.249).

Κατά τη διαδρομή μου είχα την ευκαιρία να περάσω απ’ την “επικράτεια” της United Fruit Co., πείθοντας με ακόμη μια φορά πόσο απαίσια είναι αυτά τα καπιταλιστικά χταπόδια. Ορκίστηκα μπροστά σε μια φωτογραφία του παλαιού και θρηνημένου συντρόφου Στάλιν ότι δεν θα ησυχάσω μέχρι να δω τον αφανισμό αυτών των χταποδιών”. (Γράμμα στην θεία του Βεατρίκη, όπου περιγράφει εμπειρίες του απ’ τη διαμονή στην Γουατεμάλα το 1953. Απ’ το βιβλίο Che Guevara: A Revolutionary Life (1997) του Jon Lee Anderson).

Ο Τρότσκι, μαζί με τον Χρουστσώφ, ανήκει στην κατηγορία των μεγάλων ρεβιζιονιστών” – Γράμμα στον Αρμάντο Χαρτ, 4 Δεκέμβρη 1965

Ο Τρότσκι έκανε θεμελιώδη λάθη…Οι τροτσκιστές απέτυχαν παντελώς διότι χρησιμοποίησαν κακές μεθόδους” – Άπαντα Κριτική για την Πολιτική Οικονομία, 1964.

Στα επονομαζόμενα “λάθη του Στάλιν” βρίσκεται η διαφορά μεταξύ μιας επαναστατικής και μιας ρεβιζιονιστικής αντίληψης. Πρέπει να μελετήσεις τον Στάλιν στο ιστορικό πλαίσιο που κινήθηκε, όχι να τον δεις (αποκλειστικά) ως ένα είδος αγριανθρώπου, αλλά στα συγκεκριμένα ιστορικά όρια. Ασπάστικα τον κομμουνισμό εξαιτίας του πατερούλη Στάλιν και κανείς δεν πρέπει να ‘ρθει να μου πει ότι δεν πρέπει να διαβάζω Στάλιν. Τον διάβαζα όταν ήταν κάτι πολύ κακό να διαβάζεις γι’ αυτόν. Αυτό ήταν σε μια άλλη εποχή. Και επειδή δεν είμαι πολύ εφυιής, αλλά και ξεροκέφαλος, συνεχίζω να τον διαβάζω. Ιδιαίτερα σε αυτήν τη νέα περίοδο που είναι ακόμη χειρότερο να διαβάζεις (για τον Στάλιν). Τότε, όπως και τώρα, βρίσκω μια σειρά πραγμάτων που είναι πολύ καλά”. (Γράμμα του Τσε προς τον René Ramos Latour, στις 14 Δεκέμβρη 1957, κορυφαίου μέλους του Κινήματος της 26ης Ιούλη που πέθανε στην μάχη).

Στην Κούβα δεν υπάρχει τίποτα δημοσιευμένο, εάν εξαιρέσουμε τα σοβιετικά τούβλα, τα οποία φέρουν τη δυσκολία ότι δεν σ’αφήνουν να σκεφτείς – το κόμμα σκέφτεται για σένα και συ πρέπει να το αφομοιώσεις. Θα ήταν αναγκαίο να δημοσιευθούν η πλήρης εργογραφία των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Στάλιν (υπογραμμισμένο από τον Τσε στο αυθεντικό έγγραφο της επιστολής) και άλλων σπουδαίων μαρξιστών. Εδώ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τους μεγάλους ρεβιζιονιστές (εάν θέλεις μπορείς να προσθέσεις τον Χρουστσώφ) και επίσης τον φίλο σου τον Τρότσκι ο οποίος υπήρξε και προφανώς έγραψε κάτι”. (Γράμμα στον Αρμάντο Χαρτ Ντάβαλος, πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημ. ContracorrienteΑβάνα, Σεπτέμβρης 1997).

Η πρωτότυπη ανάρτηση στα αγγλικά:

Che Guevara was NOT a Trotskyist

«I have yet to find a single credible source pointing to a case where Che executed ‘an innocent’. Those persons executed by Guevara or on his orders were condemned for the usual crimes punishable by death at times of war or in its aftermath: desertion, treason or crimes such as rape, torture or murder. I should add that my research spanned five years, and included anti-Castro Cubans among the Cuban-American exile community in Miami and elsewhere.”

— Jon Lee Anderson, author of Che Guevara: A Revolutionary Life, PBS forum.

Che Guevara was an anti-revisionist Marxist-Leninist and a strong supporter of Joseph Stalin. He was both opposed to Trotsky and Khrushchev. He hated Khrushchev and was very upset that Fidel Castro supported Soviet revisionism.

“We consider the Trotskyist party to be acting against the revolution.”

— (Che Guevara, 1961).

In November 1960, Che Guevara insisted on depositing a floral tribute at Stalin’s tomb even against the advice of the Cuban Ambassador to the USSR. This was more than four years after Khrushchev’s process of “De-Stalinisation” started.

Guevara’s fellow motorcyclist Alberto Ganado said that it was Stalin that Guevara “discovered” in the mid-fifties (Anderson pp.165-166, p.565).

In 1955 while in Mexico he sent a letter to his aunt signed with the words “Stalin II.”

“I think that the fundamental stuff that Trotsky was based upon was erroneous and that his ulterior behaviour was wrong and his last years were even dark. The Trotskyites have not contributed anything whatsoever to the revolutionary movement; where they did most was in Peru, but they finally failed there because their methods are bad.”(‘Annexes’, p. 402)

— quoted in “Comments on ‘Critical Notes on Political Economy’ by Che Guevara,” from Revolutionary Democracy Journal

Although Guevara helped secure the release of some Trotskyists from prison in 1965, they were freed only on the condition that they cease their political activity (Revolutionary History 2000, Vol.7 No.3) pp.193-195, p.249).

“Along the way, I had the opportunity to pass through the dominions of the United Fruit, convincing me once again of just how terrible these capitalist octopuses are. I have sworn before a picture of the old and mourned comrade Stalin that I won’t rest until I see these capitalist octopuses annihilated.”

 – Letter to his aunt Beatriz describing what he had seen while traveling through Guatemala (1953); as quoted in Che Guevara: A Revolutionary Life (1997) by Jon Lee Anderson

“Trotsky, along with Khrushchev, belongs to the category of the great revisionists.”

– – (December 4, 1965: Letter to Armando Ηart)

“Trotsky was fundamentally wrong… Trotskyites ultimately failed because their methods are bad.”

 – (Apuntes criticos a la Economia Politica, 1964)

“In the so called mistakes of Stalin lies the difference between a revolutionary attitude and a revisionist attitude. You have to look at Stalin in the historical context in which he moves, you don’t have to look at him as some kind of brute, but in that particular historical context. I have come to communism because of daddy Stalin and nobody must come and tell me that I mustn’t read Stalin. I read him when it was very bad to read him. That was another time. And because I’m not very bright, and a hard-headed person, I keep on reading him. Especially in this new period, now that it is worse to read him. Then, as well as now, I still find a Seri of things that are very good.”

Che wrote on December 14 of 1957 a letter to René Ramos Latour (“Daniel”), National Coordinator of the Movimiento 26 de Julio who died in combat, the following:

“Because of my ideological background, I belong to those who believe that the solution of the world’s problems lies behind the so-called iron curtain and I see this Movement as one of the many inspired by the bourgeoisie’s desire to free themselves from the economic chains of imperialism.”
“In Cuba there is nothing published, if one excludes the Soviet bricks, which bring the inconvenience that they do not let you think; the party did it for you and you should digest it. It would be necessary to publish the complete works of Marx, Engels, Lenin, Stalin [underlined by Che in the original] and other great Marxists. Here would come to the great revisionists (if you want you can add here Khrushchev), well analyzed, more profoundly than any others and also your friend Trotsky, who existed and apparently wrote something.”

— (Che Guevara, Letter to Armando Hart Dávalos published in Contracorriente, Havana, September 1997, No. 9).

ΠΗΓΗ: «The Espresso Stalinist», 6 Αυγούστου 2011. Mετάφραση/Επιμέλεια: Guevaristas.