Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

14 Δεκεμβρίου, 2017

Τζακ Λόντον: Όταν ,,θυμήθηκα τους δίχως ράσο Ιεροκήρυκες,,

του Τζακ Λόντον
Είμαι παιδί της εργατικής τάξης. Πολύ νωρίς ανακάλυψα τον ενθουσιασμό, τη φιλοδοξία, τα ιδανικά – και η ανάγκη μου να τα ικανοποιήσω έγινε η κύρια έγνοια της παιδικής μου ηλικίας. Το περιβάλλον μου ήταν ακατέργαστο, τραχύ και ανεκπαίδευτο. Δεν είχα καμιά προοπτική, προσέβλεπα, ωστόσο, προς τα πάνω. Η θέση μου στην κοινωνία βρισκόταν στον πάτο. Εδώ η ζωή δεν πρόσφερε παρά ποταπότητα και εξαθλίωση, τόσο της σάρκας όσο και του πνεύματος· γιατί εδώ και η σάρκα και το πνεύμα λιμοκτονούσαν και βασανίζονταν εξίσου.
Πάνω από το κεφάλι μου πυργωνόταν το κολοσσιαίο οικοδόμημα της κοινωνίας, και θεωρούσα ότι η μόνη διέξοδος ήταν το σκαρφάλωμα προς τα πάνω. Σ’ αυτό το οικοδόμημα αποφάσισα νωρίς να αναρριχηθώ. Εκεί ψηλά οι άντρες φορούσαν μαύρα ρούχα και κολλαριστά πουκάμισα και οι γυναίκες ντύνονταν με ωραία φορέματα. Επίσης, έτρωγες καλά και πολύ. Αυτά όσον αφορά τη σάρκα – γιατί με απασχολούσαν και οι υποθέσεις του πνεύματος. Πάνω απ’ το κεφάλι μου, το ήξερα, απουσίαζε η πνευματική ιδιοτέλεια και αφθονούσε η αγνή και ευγενής σκέψη, η έντονη διανοητική ζωή. Τα ήξερα όλα αυτά επειδή διάβαζα τα μυθιστορήματα της σειράς Seaside Library, στα οποία, με εξαίρεση τα καθάρματα και τις τυχοδιώκτριες, όλοι οι άντρες και οι γυναίκες έκαναν ωραίες σκέψεις, μιλούσαν με ωραία γλώσσα και πραγματοποιούσαν λαμπρές πράξεις. Με δυο λόγια, όπως αναντίρρητα δεχόμουν ότι ο ήλιος ανατέλλει κάθε πρωί, εξίσου αναντίρρητα δεχόμουν ότι πάνω από το κεφάλι μου υπήρχαν όλα όσα ήταν ευγενή, ωραία και χαριτωμένα, όλα όσα έδιναν αξιοπρέπεια και ευπρέπεια στη ζωή, όλα όσα έκαναν τη ζωή άξια να τη ζήσεις και σε αποζημίωναν για τη δουλειά και τη φτώχεια σου.
Αλλά δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη υπόθεση για έναν άνθρωπο της εργατικής τάξης να αναδυθεί στο φως – ιδίως αν επιβαρύνεται με το μειονέκτημα να τον διακατέχουν ιδανικά και ψευδαισθήσεις. Ζούσα σε ένα ράντσο στην Καλιφόρνια και ήταν δύσκολο να βρω τη σκάλα με την οποία θα αναρριχούμουν προς τα πάνω. Από νωρίς φρόντισα να πληροφορηθώ τα επιτόκια των επενδύσεων και βασάνισα το παιδικό μυαλό μου προσπαθώντας να κατανοήσω τα πλεονεκτήματα και τη σημασία αυτής της αξιοσημείωτης επινόησης του ανθρώπου, του τόκου. Στη συνέχεια, διερεύνησα τα τρέχοντα ημερομίσθια των εργατών κάθε ηλικίας και το κόστος ζωής. Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα συμπέρανα ότι αν άρχιζα αμέσως να εργάζομαι και να αποταμιεύω, στα πενήντα μου χρόνια θα μπορούσα επιτέλους να σταματήσω τη δουλειά και να διεκδικήσω κι εγώ ένα εύλογο μερίδιο των ανέσεων και των απολαύσεων που θα ανοίγονταν μπροστά μου, εφόσον θα είχα ανέλθει κοινωνικά. Φυσικά, ήμουν ανένδοτα αποφασισμένος να μην παντρευτώ, αν και είχα σχεδόν ολότελα λησμονήσει να υπολογίσω εκείνον τον βράχο της συμφοράς που ανέκαθεν απειλούσε την εργατική τάξη – το ενδεχόμενο της ασθένειας.
Αλλά η ζωή που υπήρχε μέσα μου απαιτούσε κάτι παραπάνω από μια μίζερη ύπαρξη με σφιγμένο ζωνάρι και αιματηρές οικονομίες. Στα δέκα μου χρόνια έγινα εφημεριδοπώλης στους δρόμους της πόλης και ανακάλυψα ότι η άποψή μου περί ανόδου είχε αλλάξει. Όλα γύρω μου ήταν το ίδιο ποταπά και άθλια, και πάνω απ’ το κεφάλι μου υπήρχε ακόμα εκείνος ο παράδεισος που περίμενε να κερδηθεί· όμως η σκάλα απ’ όπου θα ανέβαινα ήταν διαφορετική. Τώρα ήταν η σκάλα των επιχειρήσεων. Γιατί να αποταμιεύω τα κέρδη μου και να επενδύω σε έντοκα γραμμάτια του δημοσίου όταν, αγοράζοντας δυο εφημερίδες έναντι πέντε σεντς, μπορούσα στο άψε σβήσε να τις πουλήσω έναντι δέκα σεντς και να διπλασιάσω το κεφάλαιό μου; Η σκάλα των επιχειρήσεων ήταν η κατάλληλη σκάλα για μένα και φανταζόμουν τον μελλοντικό εαυτό μου ως έναν φαλακρό και επιτυχημένο πρίγκιπα του εμπορίου.
Αλίμονο στις φαντασιώσεις! Στα δεκάξι μου χρόνια είχα ήδη κερδίσει τον τίτλο του «πρίγκιπα». Όμως τον τίτλο αυτόν μου τον είχε απονείμει μια συμμορία από κλέφτες και μαχαιροβγάλτες, οι οποίοι με αποκαλούσαν «Πρίγκιπα των Στρειδοπειρατών». Εκείνη την εποχή είχα πατήσει στο πρώτο σκαλοπάτι της επιχειρηματικής σκάλας. Ήμουν καπιταλιστής. Είχα στην κατοχή μου μια βάρκα και την πλήρη εξάρτυση ενός στρειδοπειρατή. Είχα αρχίσει να εκμεταλλεύομαι τους συνανθρώπους μου. Για πλήρωμα είχα έναν μόνο άντρα. Καπετάνιος και ιδιοκτήτης ταυτόχρονα, έπαιρνα τα δύο τρίτα της λείας και έδινα στο πλήρωμα το ένα τρίτο, μολονότι το πλήρωμα δούλευε το ίδιο σκληρά με μένα και διακινδύνευε εξίσου τη ζωή και την ελευθερία του.
Εκείνο το πρώτο σκαλί ήταν το μόνο που ανέβηκα στην επιχειρηματική σκάλα. Μια νύχτα επιχείρησα επιδρομή εναντίον των Κινέζων ψαράδων. Σχοινιά και δίχτυα κόστιζαν δολάρια και σεντς. Ήταν ληστεία, το παραδέχομαι, ωστόσο απόλυτα εναρμονισμένη με το πνεύμα του καπιταλισμού. Ο καπιταλιστής απογυμνώνει τους συνανθρώπους του από τα αγαθά τους μέσω της μείωσης των εισφορών, της απιστίας ή της εξαγοράς γερουσιαστών και δικαστών του ανώτερου δικαστηρίου. Εγώ ήμουν απλώς άξεστος. Αυτή ήταν η μόνη διαφορά. Χρησιμοποιούσα όπλο.
Όμως το πλήρωμά μου εκείνη τη νύχτα ήταν ένας από εκείνους τους «ανεπαρκείς», εναντίον των οποίων οι καπιταλιστές τείνουν να εξοργίζονται, επειδή, όντως, τέτοιοι ανεπαρκείς αυξάνουν τα έξοδα και μειώνουν τα κέρδη. Το πλήρωμά μου τα έκανε και τα δύο. Με την απροσεξία του έβαλε φωτιά στο μεγάλο πανί της μαΐστρας και το κατέστρεψε ολοσχερώς. Δεν υπήρξαν λάφυρα εκείνη τη νύχτα, και ο Κινέζοι ψαράδες έγιναν πλουσιότεροι από τα σχοινιά και τα δίχτυα που δεν καταφέραμε να αρπάξουμε. Είχα χρεοκοπήσει- δεν ήμουν σε θέση να πληρώσω εξήντα πέντε δολάρια για καινούργιο πανί. Άφησα τη βάρκα μου αγκυροβολημένη και βγήκα με ένα άλλο πειρατικό για μια επιδρομή ενάντια στο ρεύμα του ποταμού Σακραμέντο. Όσο έλειπα σ’ αυτό το ταξίδι, μια άλλη συμμορία από πειρατές του κόλπου επιτέθηκαν στη βάρκα μου. Έκλεψαν τα πάντα, ακόμα και τις άγκυρες· αργότερα, όταν περιμάζεψα το κουφάρι της που παράδερνε στα νερά, το πούλησα για είκοσι δολάρια. Είχα γλιστρήσει εκεί απ’ όπου ξεκίνησα και ποτέ πια δεν ξαναπροσπάθησα να χρησιμοποιήσω την επιχειρηματική σκάλα.
Τότε, άρχισε η ανελέητη εκμετάλλευσή μου από άλλους καπιταλιστές. Διέθετα μύες κι εκείνοι έβγαζαν χρήματα απ’ αυτούς, ενώ εγώ έβγαζα με δυσκολία το ψωμί μου απ’ τη δουλειά μου. Έκανα τον γαμπιέρη, το λιμενεργάτη, τον ανειδίκευτο εργάτη στις πετρελαιοπηγές· δούλεψα σε κονσερβοποιεία, σε φάμπρικες, σε πλυντήρια· κούρεψα γρασίδι, καθάρισα χαλιά, έπλυνα παράθυρα. Ποτέ δεν κέρδισα το πλήρες αντίτιμο του μόχθου μου. Έβλεπα, μέσα στην άμαξά της, την κόρη του ιδιοκτήτη του κονσερβοποιείου, και ήξερα ότι, σε κάποιο βαθμό, τα μπράτσα μου ήταν που επέτρεπαν σ’ εκείνη την άμαξα να κινείται πάνω στους λαστιχένιους τροχούς της. Έβλεπα τον γιο του εργοστασιάρχη να πηγαίνει στο πανεπιστήμιο και ήξερα ότι, σε κάποιο βαθμό, ήταν τα μπράτσα μου που του επέτρεπαν να πληρώνει για το κρασί και την καλή συντροφιά που απολάμβανε.
Αλλά δεν μου κακοφαινόταν. Μέσα στο παιχνίδι ήταν όλα. Εκείνοι ήταν οι δυνατοί. Πολύ ωραία. Όμως κι εγώ ήμουν δυνατός. Θα χάραζα τον δρόμο μου ώσπου να κατακτήσω μια θέση ανάμεσά τους και να κάνω λεφτά από τα μπράτσα άλλων αντρών. Δεν φοβόμουν τον μόχθο. Μου άρεσε η σκληρή δουλειά. Θα ριχνόμουν με τα μούτρα στη δουλειά, θα εργαζόμουν πιο σκληρά από ποτέ και στο τέλος θα γινόμουν στυλοβάτης της κοινωνίας.
Τότε ακριβώς, σαν από τύχη, βρήκα έναν εργοδότη που είχε τα ίδια μυαλά με μένα. Εγώ ήμουν πρόθυμος να δουλεύω, κι εκείνος ήταν παραπάνω από πρόθυμος να με βάζει να δουλεύω. Νόμιζα ότι μάθαινα μια τέχνη. Στην πραγματικότητα, είχα αντικαταστήσει δύο άντρες. Νόμιζα ότι με εκπαίδευε για να γίνω ηλεκτρολόγος· γεγονός ήταν ότι έβγαζε πενήντα δολάρια τον μήνα από μένα. Οι δύο άντρες που είχα αντικαταστήσει έπαιρναν σαράντα δολάρια το μήνα ο καθένας· εγώ έκανα τη δουλειά και των δύο για τριάντα δολάρια το μήνα.
Αυτός ο εργοδότης με πέθανε στη δουλειά. Μπορεί ένας άνθρωπος να αγαπάει τα στρείδια, αλλά πάρα πολλά στρείδια θα τον κάνουν να σιχαθεί μια δίαιτα βασισμένη αποκλειστικά σ’ αυτά. Το ίδιο έγινε και με μένα. Τόσο πολλή δουλειά με αρρώστησε. Δεν ήθελα να ξανακούσω για δουλειά στη ζωή μου. Το έσκασα από τον εργοδότη μου. Έγινα αλήτης, ζητιανεύοντας για το ψωμί μου από πόρτα σε πόρτα. Περιπλανήθηκα σ’ ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες κι έχυσα μαύρο δάκρυ σε παραγκουπόλεις και φυλακές.
Ήμουν παιδί της εργατικής τάξης και τώρα βρισκόμουν, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, πολύ πιο χαμηλά από το σημείο απ’ όπου είχα ξεκινήσει. Είχα κατρακυλήσει στο κατώγι της κοινωνίας, στα υπόγεια βάθη της μιζέριας για την οποία δεν είναι ούτε ωραίο ούτε σωστό να μιλάει κανείς. Βρισκόμουν στον πάτο, στην άβυσσο, στον ανθρώπινο βόθρο, στα έγκατα, στο οστεοφυλάκιο του πολιτισμού μας. Στο κομμάτι του κοινωνικού οικοδομήματος που η κοινωνία επιλέγει να αγνοεί. Η περιορισμένη έκταση που έχω στη διάθεσή μου με αναγκάζει να το αγνοήσω -θα πω μόνο ότι τα πράγματα που είδα εκεί με κατατρόμαξαν.
Ο πανικός με έκανε να σκεφτώ. Διέκρινα, εντελώς απογυμνωμένες, τις απλές αλήθειες του πολύπλοκου πολιτισμού στον οποίο ζούσα. Η ζωή ήταν υπόθεση τροφής και καταλύματος. Προκειμένου να αποκτήσουν τροφή και κατάλυμα οι άνθρωποι πουλούσαν πράγματα. Ο έμπορος πουλούσε παπούτσια, ο πολιτικός τον ανδρισμό του και οι εκπρόσωποι του λαού, με κάποιες εξαιρέσεις ασφαλώς, πουλούσαν την εμπιστοσύνη του — ενώ σχεδόν όλοι πουλούσαν την τιμή τους. Και οι γυναίκες, επίσης, είτε βρίσκονταν στον δρόμο, είτε ήταν δεμένες με τα ιερά δεσμά του γάμου, ήταν πρόθυμες να πουλήσουν τη σάρκα τους. Όλα τα πράγματα ήταν εμπορεύσιμα, όλοι οι άνθρωποι πουλούσαν και αγόραζαν. Το μόνο εμπόρευμα που είχε να πουλήσει η εργασία ήταν οι μύες. Η τιμή της εργασίας δεν είχε τιμή στην αγορά. Η εργασία είχε να πουλήσει μύες και μόνο μύες.
Όμως υπήρχε μια διαφορά, μια ζωτική διαφορά. Τα παπούτσια, η εμπιστοσύνη, η περηφάνια, έχουν τον τρόπο να ανανεώνονται. Είναι ακατάλυτα εμπορεύματα. Οι μύες, από την άλλη πλευρά, δεν ανανεώνονται. Όσο ο υποδηματοπώλης πουλάει παπούτσια, αναπληρώνει συνεχώς το απόθεμά του. Όμως δεν υπάρχει τρόπος να αναπληρωθεί το μυϊκό απόθεμα του εργάτη. Όσο περισσότερο πουλάει τους μυς του, τόσο λιγότεροι του απομένουν. Είναι το μόνο αγαθό του και κάθε μέρα το απόθεμά του ελαττώνεται. Στο τέλος, αν δεν πεθάνει πριν την ώρα του, ξεπουλάει και κατεβάζει τα ρολά. Είναι μυϊκά χρεοκοπημένος και τίποτα πια δεν του απομένει παρά να κατέβει στο κατώγι της κοινωνίας και να ψοφήσει μέσα στην εξαθλίωση.
Ο Τζακ Λόντον με τις κόρες του
Στη συνέχεια έμαθα ότι και το μυαλό, επίσης, είναι αγαθό. Κι αυτό, επίσης, είναι διαφορετικό από τους μυς. Ο πωλητής μυαλού βρίσκεται στην ακμή του στα πενήντα ή εξήντα του χρόνια· τότε η πραμάτεια του πιάνει τις μεγαλύτερες τιμές. Όμως ένας εργάτης σαράντα πέντε ή πενήντα ετών είναι ξοφλημένος. Είχα περάσει από το κατώγι της κοινωνίας και δεν μου άρεσε καθόλου ως τόπος κατοικίας. Οι σωληνώσεις και οι αποχετεύσεις ήταν ανθυγιεινές και ο αέρας που ανέπνεες μολυσμένος. Αν δεν μπορούσα να ζήσω στο σαλόνι της κοινωνίας, θα μπορούσα, έστω, να δοκιμάσω στη σοφίτα. Βέβαια, η τροφή εκεί ήταν λιγοστή, αλλά ο αέρας τουλάχιστον ήταν καθαρός. Έτσι αποφάσισα να μην πουλάω πια μύες, και να γίνω μικροπωλητής μυαλού.
Και τότε άρχισε το φρενιασμένο κυνηγητό της γνώσης. Επέστρεψα στην Καλιφόρνια και άνοιξα τα βιβλία. Προσπαθώντας να εξοπλίσω τον εαυτό μου ώστε να γίνει έμπορος μυαλού, ήταν αναπόφευκτο να βυθιστώ στην κοινωνιολογία. Εκεί βρήκα, σε μια ορισμένη κατηγορία επιστημονικά διατυπωμένων βιβλίων, τις απλές κοινωνιολογικές έννοιες που είχα ήδη από μόνος μου κατανοήσει. Άλλα, σπουδαιότερα μυαλά, πριν καν γεννηθώ, είχαν επεξεργαστεί όλα όσα είχα σκεφτεί και απείρως περισσότερα ακόμη. Ανακάλυψα ότι ήμουν σοσιαλιστής.
Οι σοσιαλιστές ήταν επαναστάτες, στον βαθμό που αγωνίζονταν να ανατρέψουν την κοινωνία του παρόντος και από τα υλικά της κατεδάφισης να χτίσουν την κοινωνία του μέλλοντος. Εντάχθηκα στις ομάδες των επαναστατών, εργατών και διανοουμένων, και για πρώτη φορά μυήθηκα στην πνευματική ζωή. Εδώ βρήκα μυαλά-ξυράφια και λαμπρά πνεύματα- γιατί σ’ αυτούς τους κύκλους συνάντησα δυνατά και οξυδερκή, παρά τα ροζιασμένα χέρια τους, μέλη της εργατικής τάξης· ιεροκήρυκες δίχως ράσο, τόσο ανοιχτόμυαλους στη χριστιανοσύνη τους που θα μπορούσαν να απευθυνθούν σε οποιοδήποτε εκκλησίασμα πιστών του Μαμμωνά· καθηγητές που είχαν συντρίβει από τον τροχό της πανεπιστημιακής υποταγής στην άρχουσα τάξη, που είχαν αποπεμφθεί επειδή θέλησαν να θέσουν τη γνώση τους στην υπηρεσία του ανθρώπινου γένους.
Εδώ βρήκα, επίσης, θερμή πίστη στον άνθρωπο, φλογερό ιδεαλισμό, γλυκύτητα, έλλειψη εγωισμού, αυταπάρνηση και αυτοθυσία – όλα τα μεγαλειώδη χαρακτηριστικά του πνεύματος. Εδώ η ζωή ήταν καθαρή, ευγενική, ολοζώντανη. Εδώ η ζωή είχε αποκατασταθεί στις ουσιαστικές διαστάσεις της, είχε γίνει θαυμαστή και λαμπρή· εδώ χαιρόμουν που ήμουν ζωντανός. Είχα έρθει σε επαφή με σπουδαίες ψυχές που εξυμνούσαν τη σάρκα και το πνεύμα και όχι τα δολάρια και τα σεντς· ψυχές για τις οποίες το αδύναμο κλάμα του πεινασμένου παιδιού της παραγκούπολης σήμαινε περισσότερα από την επιδεικτική μεγαλοπρέπεια του εμπορικού επεκτατισμού και της παγκόσμιας αυτοκρατορίας. Όλα γύρω μου απέπνεαν την ευγένεια του σκοπού και τον ηρωισμό της προσπάθειας· οι μέρες μου και οι νύχτες μου ήταν γεμάτες λιακάδα και αστροφεγγιά, φλόγα και δροσιά. Μπροστά στα μάτια μου, ακτινοβόλο και φλεγόμενο, βρισκόταν το Ιερό Δισκοπότηρο, το Δισκοπότηρο του ίδιου του Χριστού, και ο άνθρωπος, που είχε βασανιστεί και κακοποιηθεί αιώνες ολόκληρους, επιτέλους θα σωζόταν και θα λυτρωνόταν.
Κι εγώ, ο φτωχός ηλίθιος, πίστεψα πως όλα αυτά ήταν απλή πρόγευση των απολαύσεων της ζωής που θα έβρισκα ψηλότερα από μένα στην κοινωνία. Είχα χάσει πολλές από τις ψευδαισθήσεις της εποχής που διάβαζα τα μυθιστορήματα της σειράς Seaside Library στο ράντσο της Καλιφόρνια, όμως ήμουν καταδικασμένος να χάσω και πολλές από τις ψευδαισθήσεις που ακόμα διατηρούσα.
Είχα επιτυχία ως έμπορος μυαλού. Η κοινωνία μού άνοιξε τις πύλες της. Μπήκα κατευθείαν στο σαλόνι, ενώ η απογοήτευσή μου αυξανόταν ραγδαία. Δείπνησα με τους άρχοντες της κοινωνίας, με τις συζύγους και τις θυγατέρες τους. Οι γυναίκες ήταν όμορφα ντυμένες, το παραδέχομαι’ αλλά, προς απλοϊκή μου έκπληξη, ανακάλυψα ότι ήταν φτιαγμένες από τον ίδιο πηλό με τις γυναίκες που είχα γνωρίσει στα βάθη του κατωγιού. «Η κυρία του συνταγματάρχη και η Τζούντι Ο’Γκρέιντι ήταν αδελφές κάτω απ’ το δέρμα τους»[1] – και κάτω από τα φορέματα τους.
Ωστόσο δεν με σκανδάλιζε τόσο αυτό, όσο ο υλισμός τους. Όντως, αυτές οι ωραία ντυμένες, όμορφες γυναίκες μωρολογούσαν για ευαίσθητα ιδανικούλια και αξιολάτρευτες ηθικές αρχούλες· αλλά παρά τις φλυαρίες τους η δεσπόζουσα νότα στην κλίμακα της ζωής τους ήταν υλιστική. Και ήταν τόσο συναισθηματικά εγωκεντρικές! Πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους σε όλες τις ευαίσθητες, αξιολάτρευτες φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και πληροφορούσαν τους πάντες για το γεγονός, ενώ το φαγητό που έτρωγαν και τα ωραία ρούχα που φορούσαν αγοράζονταν με χρήματα λερωμένα από το αίμα της παιδικής εργασίας, από τον ιδρώτα της δουλειάς, από την ίδια την πορνεία. Όταν ανέφερα αυτά τα γεγονότα, περιμένοντας, μέσα στην αθωότητά μου, ότι εκείνες οι αδελφές της Τζούντι Ο’Γκρέιντι θα ξεφορτώνονταν στη στιγμή τα αιματοβαμμένα τους μετάξια και διαμαντικά, οι κυρίες αναστατώθηκαν και θύμωσαν και μου διάβασαν ιερεμιάδες περί απουσίας πνεύματος οικονομίας, περί ποτού, περί έμφυτης αισχρότητας, παρουσιάζοντάς τα ως μόνες αιτίες της τόσης δυστυχίας στο κατώγι της κοινωνίας. Όταν παρατήρησα ότι δεν έβλεπα να ευθύνεται η απουσία πνεύματος οικονομίας, η ασωτία και η αισχρότητα ενός λιμασμένου παιδιού έξι ετών για το γεγονός ότι το υποχρέωναν να δουλεύει δώδεκα ώρες κάθε νύχτα σε μια βαμβακουργία του Νότου, εκείνες οι αδελφές της Τζούντι Ο’Γκρέιντι μου επιτέθηκαν προσωπικά και με αποκάλεσαν «ταραξία» – λες και αυτός ο χαρακτηρισμός διευθετούσε τη διαφωνία μας.
Ούτε με τους άρχοντες τα πήγα καλύτερα. Περίμενα ότι θα συναντήσω άμεμπτους, ευγενείς και ζωντανούς άντρες με άμεμπτα, ευγενή και ζωντανά ιδανικά. Συναναστράφηκα άντρες που κατείχαν υψηλές θέσεις — ιεροκήρυκες, πολιτικούς, επιχειρηματίες, καθηγητές, εκδότες. Έφαγα μαζί τους κρέας, ήπια μαζί τους κρασί, χάναμε μαζί αυτοκινητάδες — και τους μελέτησα. Είναι αλήθεια, συνάντησα πολλούς που ήταν δίκαιοι και ευγενείς- αλλά, με σπάνιες εξαιρέσεις, δεν ήταν ζωντανοί. Πραγματικά πιστεύω ότι θα μπορούσα να μετρήσω τις εξαιρέσεις στα δάχτυλα των δύο χεριών μου. Όταν δεν τους ζωντάνευε η σαπίλα, όταν δεν τους κινητοποιούσε η βρομιά, ήταν απλώς άταφοι νεκροί – άμεμπτοι και ευγενείς, σαν καλά συντηρημένες μούμιες, όχι όμως ζωντανοί. Σχετικά μ’ αυτό ίσως θα άξιζε να αναφέρω ειδικότερα τους καθηγητές που συνάντησα, τους άντρες που ανταποκρίνονται σ’ εκείνο το παρακμασμένο πανεπιστημιακό ιδεώδες «τη δίχως πάθος αναζήτηση της δίχως πάθος γνώσης».
Portrait de jack London (1876-1916), romancier americain.
©Leemage
Συνάντησα άντρες που επικαλούνταν το όνομα του Άρχοντα της Ειρήνης[2] στα κατηγορητήριά τους εναντίον του πολέμου, αλλά έβαζαν τουφέκια στα χέρια των Πίνκερτονς[3] για να χτυπήσουν τους απεργούς των εργοστασίων τους. Συνάντησα άντρες που αγανακτούσαν με τη βαναυσότητα της πυγμαχίας, αλλά ταυτόχρονα συμμετείχαν στη νόθευση των τροφίμων που κάθε χρόνο σκότωνε περισσότερα μωρά απ’ όσα είχε εξοντώσει ο αιμοσταγής Ηρώδης.
Σε ξενοδοχεία, λέσχες, σπίτια, λεωφορεία και ατμόπλοια μίλησα με ηγετικές φυσιογνωμίες της βιομηχανίας μας και εντυπωσιάστηκα με το πόσο ελάχιστα είχαν ταξιδέψει στην επικράτεια της γνώσης. Από την άλλη πλευρά, ανακάλυψα ότι οι γνώσεις τους, στο επιχειρηματικό πεδίο, ήταν αφύσικα ανεπτυγμένες. Επίσης ανακάλυψα ότι οι ηθικές αρχές τους, σε ό,τι αφορούσε τις επιχειρήσεις, ήταν μηδενικές.
Εκείνος ο εκλεπτυσμένος, αριστοκρατικός στους τρόπους κύριος, ήταν ένας κουφιοκέφαλος διευθυντής, όργανο των συντεχνιών που ανομολόγητα λήστευαν χήρες και ορφανά. Αυτός ο κύριος, συλλέκτης σπάνιων εκδόσεων και μαικήνας της λογοτεχνίας, ενέδιδε στους εκβιασμούς του δημάρχου με το θεληματικό πιγούνι και τα πυκνά μαύρα φρύδια. Εκείνος ο εκδότης, που δημοσίευε διαφημίσεις για φαρμακευτικές ευρεσιτεχνίες και δεν τολμούσε να καταχωρίσει στην εφημερίδα του την αλήθεια σχετικά με την απάτη των φαρμακευτικών ευρεσιτεχνιών από φόβο μήπως χάσει τη διαφήμιση, με αποκάλεσε αγύρτη και δημαγωγό επειδή του είπα ότι η άποψή του για την πολιτική οικονομία ήταν απαρχαιωμένη και ότι η αντίληψή του για τη βιολογία ήταν σύγχρονη του Πλίνιου.
Εκείνος ο γερουσιαστής ήταν όργανο και σκλάβος, μια μαριονέτα στην υπηρεσία ενός χυδαίου, αμόρφωτου ιδιοκτήτη ατμομηχανών· το ίδιο κι αυτός ο κυβερνήτης κι εκείνος ο δικαστής του ανώτατου δικαστηρίου – ενώ και οι τρεις έπαιρναν τη μίζα τους από τις σιδηροδρομικές άδειες. Εκείνος ο άντρας που μιλούσε νηφάλια και ειλικρινά για την ομορφιά του ιδεαλισμού και την καλοσύνη του Θεού, είχε μόλις προδώσει τους συνεταίρους του σε μια επιχειρηματική συμφωνία. Αυτός ο άντρας, στυλοβάτης της εκκλησίας και μέγας χορηγός ξένων ιεραποστολών, απασχολούσε τις πωλήτριες στο κατάστημά του, επί δέκα ώρες την ημέρα έναντι μισθών πείνας και κατά συνέπεια ενθάρρυνε ευθέως την πορνεία. Αυτός ο άντρας που χρηματοδοτούσε έδρες στα πανεπιστήμια, ψευδομαρτυρούσε στα δικαστήρια για υποθέσεις λίγων δολαρίων. Κι αυτός ο μεγιστάνας των σιδηροδρόμων είχε αθετήσει τον λόγο της τιμής του ως άντρας και χριστιανός, όταν συμφώνησε μυστικά φοροαπαλλαγές για έναν από τους δύο μεγαλοβιομήχανους που ανταγωνίζονταν θανάσιμα για την επικράτηση.
Παντού τα ίδια: έγκλημα και προδοσία, προδοσία και έγκλημα. Άντρες που ήταν ζωντανοί αλλά δεν ήταν ούτε άμεμπτοι ούτε ευγενείς, άντρες που ήταν άμεμπτοι και ευγενείς αλλά δεν ήταν ζωντανοί. Και μετά υπήρχε η μεγάλη, απελπισμένη μάζα, ούτε ευγενής ούτε ζωντανή, αλλά ούτε και άμεμπτη. Οι άνθρωποι που ανήκαν σ’ αυτήν δεν αμάρταιναν ούτε απόλυτα ούτε ηθελημένα- όμως διέπρατταν αμαρτήματα μέσα στην παθητικότητα και την άγνοιά τους, συναινώντας στην κυρίαρχη ανηθικότητα και αποκομίζοντας απ’ αυτήν οφέλη. Αν ήταν ευγενείς και ζωντανοί δεν θα ήταν βυθισμένοι στην άγνοια και θα είχαν αρνηθεί να μοιραστούν τα κέρδη από την προδοσία και το έγκλημα.
Ανακάλυψα ότι δεν μου άρεσε να ζω στο σαλόνι της κοινωνίας. Διανοητικά έπληττα. Ηθικά και πνευματικά αηδίαζα. Θυμήθηκα τους διανοούμενους και τους ιδεαλιστές μου, τους δίχως ράσο ιεροκήρυκές μου, τους συντετριμμένους καθηγητές μου και τους άντρες της εργατικής τάξης, που είχαν καθαρό μυαλό και ταξική συνείδηση. Θυμήθηκα τις μέρες με τη λιακάδα και τις νύχτες με την αστροφεγγιά, όταν η ζωή ήταν ένα παράτολμο, υπέροχο θαύμα, ένας πνευματικός παράδεισος ανιδιοτελούς περιπέτειας και ειδυλλιακής χρηστότητας. Και είδα μπροστά μου, ακτινοβόλο και φλεγόμενο, το Ιερό Δισκοπότηρο.
Κι έτσι ξαναγύρισα στην εργατική τάξη, στους κόλπους της οποίας είχα γεννηθεί, εκεί όπου ανήκα. Δεν με ενδιέφερε πια να αναρριχηθώ. Το επιβλητικό οικοδόμημα της κοινωνίας πάνω απ’ το κεφάλι μου δεν με συναρπάζει πια. Αυτό που με απασχολεί είναι τα θεμέλια του οικοδομήματος. Αισθάνομαι βαθιά ικανοποίηση όταν μοχθώ εκεί κάτω, με τον λοστό στο χέρι, πλάι σε διανοούμενους, ιδεαλιστές και ταξικά συνειδητοποιημένους εργάτες, ρίχνοντας πότε-πότε μια βαριά σφυριά και κάνοντας όλο το οικοδόμημα να κλυδωνίζεται. Κάποια μέρα, όταν θα έχουμε περισσότερα χέρια και πιο πολλούς λοστούς, θα το συντρίψουμε, μαζί με τη σάπια του ζωή και τους άταφους νεκρούς του, μαζί με τον τερατώδη εγωισμό του και τον απέραντο υλισμό του. Τότε, θα καθαρίσουμε το κατώγι και θα χτίσουμε μια νέα κατοικία για το ανθρώπινο γένος, όπου δεν θα υπάρχει σαλόνι, όπου όλα τα δωμάτια θα είναι φωτεινά κι ευάερα, και όπου ο αέρας που θα αναπνέουμε θα είναι καθαρός, ευγενικός και ζωντανός.
Αυτή είναι η προοπτική μου. Προσβλέπω σε μια εποχή που ο άνθρωπος θα προοδεύει βασισμένος σε κάτι πιο σημαντικό και υψηλό από το στομάχι του, όταν θα υπάρχει ένα ευγενέστερο κίνητρο που θα παρακινεί τους ανθρώπους σε δράση από το κίνητρο του εδώ και τώρα, από το κίνητρο, δηλαδή, του στομαχιού. Διατηρώ την πίστη μου στην ευγένεια και την ηθική ανωτερότητα του ανθρώπου. Πιστεύω ότι η πνευματική καλοσύνη και η ανιδιοτέλεια θα επικρατήσουν, εκτοπίζοντας τη χυδαία βουλιμία τού σήμερα. Και, εν κατακλείδι, πιστεύω στην εργατική τάξη. Όπως είχε πει κάποιος Γάλλος, «η σκάλα του χρόνου αντηχεί από τα ξυλοπάπουτσα που ανεβαίνουν και από τις γυαλισμένες μπότες που κατεβαίνουν».
Newton, Iowa, Νοέμβριος τον 1905
[1] Αναφορά στον στίχο του Ρ. Κίπλινγκ “The Colonel’s lady and Judy O’Grady /are sisters under the skin”, από το ποίημά του «Οι κυρίες» που περιλαμβάνεται στη συλλογή Barrack-Room Ballads (1892). Η Τζούντι Ο’Γκρέιντι ήταν μια πόρνη που τριγυρνούσε έξω από το στρατόπεδο του Βρετανικού Στρατού στην Ινδία.
[2] Αναφέρεται στον Ιησού τον Ναζωραίο, «Άρχοντα της Ειρήνης», σύμφωνα με τον Προφήτη Ησαΐα (Ησαΐας 9:6).
[3] Οι Πίνκερτονς (Pinkerton National Detective Agency) ήταν μια ιδιωτική εταιρεία ασφάλειας που ιδρύθηκε το 1850, Έχοντας αποτρέψει μια απόπειρα δολοφονίας εναντίον του προέδρου Λίνκολν, οι Πίκνκερτονς κέρδισαν την εμπιστοσύνη του και ταυτόχρονα σημαντική δύναμη. Κατά τη διάρκεια των εργατικών κινητοποιήσεων στα τέλη του 19ου αιώνα, οι επιχειρηματίες προσλάμβαναν πράκτορες από τους Πίνκερτονς για να διεισδύσουν στα συνδικάτα ή για να απομακρύνουν από τα εργοστάσια απεργούς και συνδικαλιστές. Η πιο γνωστή σύγκρουση εργατών και πρακτόρων έγινε στην απεργία του Homestead το 1892, όπου οι Πίνκερτονς κλήθηκαν να περιφρουρήσουν τα απεργοσπαστικά μέτρα της εργοδοσίας. Η σύγκρουση είχε αιματηρό τέλος, με πολλά θύματα και από τις δύο πλευρές.

13 Δεκεμβρίου, 2017

,,πόσο ? ταραγμένο, άρρωστο και άθλιο είναι το μυαλό τους,,

«Στην Αγιά Σοφιά – ψηλά στο μιναρέ – θα πάω να καρφώσω τον μπερέ… Τουρκάλες να γ@μήσω, τη στολή μου να τιμήσω»!,,

Πραγματική ανάταση ζει ο Ελληνικός λαός κι ας μιζεριάζουν κάποιοι κι ας διαμαρτύρονται συνεχώς κι ας μη βλέπουν το φως στην άκρη του τούνελ κι ας μη βλέπουν την ανάπτυξη κι ας μη βλέπουν την ελπίδα! Δεν πειράζει! 
Την ανάπτυξη και την ελπίδα την βλέπει ο Ελληνικός λαός κι αυτό φτάνει!

Και δεν είναι μόνο η οικονομική ανάταση που ζει ο λαός με τα πλεονάσματα, με τα κοινωνικά μερίσματα, με τα επιδόματα αλληλεγγύης, αλλά είναι και η πολιτιστική ανάταση! 
Οργασμός πολιτιστικής δημιουργίας επικρατεί εξαιτίας τη πρώτης αριστερής κυβέρνησης, εξαιτίας της έμπνευσης την οποία απλόχερα μοιράζει σε καλλιτέχνες και λογοτέχνες!

Δυστυχώς όμως η κυβέρνησή μας είναι πολλή ταπεινή και πολλή μετριοπαθής και δεν διαφημίζει όπως πρέπει την παρέμβασή της στην πολιτιστική δημιουργία και δη στη στρατιωτική πολιτιστική δημιουργία! 

Μίλησε στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό η Υπουργός Πολιτισμού και μεγάλη μας ηθοποιός και δεν είπε κουβέντα για την πολιτιστική δημιουργία που παράγεται στα Ελληνικά στρατόπεδα επί πρώτης Αριστερής κυβέρνησης! 
Δεν είναι σωστό!

Δεν είναι σωστό να μένουν στην αφάνεια και να μην διαφημίζονται τέτοιοι στίχοι με τέτοιο βάθος και τέτοια ομορφιά, στίχοι που θυμίζουν τους μεγάλους μας ποιητές, στίχοι με βαθιά νοήματα που μετά από πολύ καιρό γράφονται πάλι σ’ αυτόν τον τόπο! «Στην Αγιά Σοφιά – ψηλά στο μιναρέ – θα πάω να καρφώσω τον μπερέ… Τουρκάλες να γ@μήσω, τη στολή μου να τιμήσω»!

Εκτός της απορίας για το γιατί η πρώτη αριστερή κυβέρνηση δεν διαφημίζει τους παραπάνω απαράμιλλου κάλους και αισθητικής στίχους οι οποίοι ακούγονται σε στρατόπεδα επί δικής της διακυβέρνησης, 
θα θέλαμε να αναρωτηθούμε επίσης πόσο ταραγμένο μπορεί να είναι το ηλίθιο μυαλό των άθλιων εμπνευστών του παραπάνω συνθήματος ώστε να μπλέκουν την Αγία Σοφία με τα γ@μήσια τους,
 τα οποία μάλιστα δεν θα είναι απλά γ@μήσι@ 
αλλά βιασμοί, 
πόσο ταραγμένο μπορεί να είναι το μυαλό αυτών που δίνουν διαταγή να ακουστούν τέτοιες αθλιότητες και πόσο τέλος ταραγμένο, άρρωστο και άθλιο είναι το μυαλό των πολιτικών προϊσταμένων των παραπάνω αθλίων που ανέχονται τέτοιες χυδαιότητες ενώ παριστάνουν τους Αριστερούς!

Πρώτη φορά Αριστερά και θα ζήλευε κι η Χούντα αυτά που ακούγονται στ’ «αριστερά» στρατόπεδα!

*********

Viva La Revolucion:
Δεν μας κάνει εντύπωση ακολουθούν πιστά το δρόμο των προκατόχων τους:
http://leninreloaded.blogspot.gr/2015/03/rr-dutt.html#more

12 Δεκεμβρίου, 2017

Αυτό το Γράμμα πρέπει να κάνει το Γύρο του κόσμου,,



,,Παρακαλώ μη το αγνοήσεις: Θα παρεις καλη τυχη μεσα σε 2 ημερες αν το κοινοποιήσεις και συμμετέχεις,,

Αυτο το γραμμα γραφτηκε τον Οκτώβρη του 1917 και πρεπει να κανει το γυρο του κοσμου.
Εχει κάνει το γύρο του κόσμου πάνω από 10 φορές!!
Πολλοι που το διάβασαν ξύπνησαν.
Άλλοι πάλι όχι.
Θα παρεις καλη τυχη μεσα σε 2 ημερες αν το κοινοποιήσεις και συμμετέχεις στην απεργία της Πέμπτης, να φωνάξεις «Κάτω τα ξερά σας από το δικαίωμα στην απεργία»
Πρεπει να το στειλεις σε αλλους.
Δεν ειναι αστειο.
Αν δεν το κάνεις, μισθοί θα πέσουν στον καιάδα και μια καταιγίδα φόρων θα πέσει να σε κάψει.
Και αν έχουν ποινικοποιήσει την απεργία μαύρη κούνια που σε κούναγε.
Στειλε αντιγραφο σε ανθρωπους που νομιζεις οτι δεν θέλουν συναίνεση να φτάσουμε στον πάτο, οργάνωση παντού να ρθουν τα πάνω κάτω!!
Κάνε 20 κοινοποιήσεις και απεργία μαζί και δες τι θα γινει σε 2 ημερες.
Η αλυσιδα ξεκίνησε από την τσαρική Ρωσία το 1917 και γραφτηκε απο καποιο ιεραπόστολο εν ονόματι Λένιν.
Από τότε ο δρόμος χαράχτηκε. Ο πάγος έσπασε.
Προσεξε τα ακολουθα:
Καποιοι που τόλμησαν να απεργήσουν, που τόλμησαν να σπάσουν τις αλυσίδες τους, λιγες μερες αργοτερα κέρδισαν την ίδια τη ζωή όχι κάπου μεταφυσικά αλλά εδώ στη Γη!
Κάποιοι αλλοι πήραν την επιστολη και την ξέχασαν. Την είχαν στα χερια τους 100 χρόνια και δεν έκαναν τίποτα, γιατί δεν πίστευαν.
Έχασαν και τις δουλειές τους και τα σπίτια τους και τη ζωή τους ακόμη.
Παρακαλω μη το αγνοησεις. Δ Ο Υ Λ Ε Υ ΕI!!!
Αν αγνοήσεις την απεργία της Πέμπτης γυρνάς αυτομάτως 100 χρόνια πίσω.

       12/12/17                                                                                                         😊

Κόσμησαν τα γραφεία του ΣΕΒ !!

Αγωνιστική παρέμβαση του ΠΑΜΕ στα γραφεία του ΣΕΒ (VIDEO - ΦΩΤΟ)

Eργαζόμενοι από δεκάδες σωματεία του Ιδιωτικού και Δημόσιου τομέα, που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, πραγματοποίησαν το πρωί αγωνιστική παρέμβαση στα γραφεία του ΣΕΒ.
Τα συνδικάτα «υπέβαλαν» στην πρόσοψη του κτιρίου τα βασικά αιτήματα του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.«751 ευρώ κατώτερο μισθό», «Κάτω τα ξερά σας από το δικαίωμα απεργία», «Αυξήσεις στους μισθούς», «Όχι στα χαράτσια και στη φοροληστεία». Με κόκκινη μπογιά στην είσοδο των γραφείων του ΣΕΒ, οι εργαζόμενοι υπογράμμισαν το σύνθημα «Κέρδη βουτηγμένα στων εργατών το αίμα» και ότι για την εργατική τάξη «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη».
Μιλώντας στους συγκεντρωμένους ο Παναγιώτης Κατάρας πρόεδρος της Ομοσπονδίας Τύπου – Χάρτου κάλεσε σε ένταση του αγώνα για την επιτυχία της απεργίας της Πέμπτης 14 Δεκέμβρη.
Το ΠΑΜΕ σημειώνει:
«Οι βιομήχανοι μέσα από εβδομαδιαία δελτία, ημερίδες και συνεντεύξεις ξεδιπλώνουν τη στρατηγική του κεφαλαίου για τα νέα χτυπήματα στους μισθούς, τις συμβάσεις και τις εργασιακές σχέσεις, προκειμένου να ανακάμψουν και να αυξηθούν τα κέρδη και τα προνόμια των επιχειρηματικών ομίλων. Τις επιδιώξεις και τους στόχους του μεγάλου κεφαλαίου σε κάθε κλάδο και εργασιακό χώρο, τις κάνει πράξη και τις προχωρά με σθένος, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Ταυτόχρονα οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι σε κάθε κλάδο τροποποιούν τις επιχειρησιακές συμβάσεις προς το χειρότερο, τσακίζουν τον εργάσιμο χρόνο, καταργούν τις αργίες, ξεζουμίζουν κυριολεκτικά τους εργαζόμενους.
Οι εργαζόμενοι, η νεολαία, οι άνεργοι πρέπει να δώσουμε αποφασιστική απάντηση με μαζική συμμετοχή στην πανελλαδική-πανεργατική απεργία στις 14 Δεκέμβρη, στις απεργιακές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ σε όλες τις πόλεις της χώρας. Στην Αθήνα, στις 10.30 στην Ομόνοια».
1 / 13

10 Δεκεμβρίου, 2017

Το θεμέλιο της λυκοσυμμαχίας των κεφαλαιοκρατών στην Ευρώπη




Το ημερολόγιο έδειχνε 10 του Δεκέμβρη 1991, όταν στο Συμβούλιο Κορυφής στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας υιοθετήθηκε η περιβόητη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που δημιούργησε την Ευρωπαϊκή Ένωση στη θέση της ΕΟΚ. Υιοθετήθηκε, επίσης, το κείμενο για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), ενώ την ίδια μέρα η Ελλάδα γίνεται μέλος της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).



Τι είναι το «Μάαστριχτ»;

Το Μάαστριχτ είναι μια μικρή κωμόπολη της Ολλανδίας. Ηταν άγνωστη στο πλατύ κοινό έως το Δεκέμβρη του 1991, τότε που οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ), που τη συγκροτούσαν 12 ευρωπαϊκά κράτη (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βρετανία, Ιρλανδία, Δανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα), συνυπέγραφαν τη Συνθήκη μετεξέλιξής της σε Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), της γνωστής πλέον Συνθήκης του Μάαστριχτ. 
Ετσι, το Μάαστριχτ έγινε διάσημο, η ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση περνούσε σε μια ανώτερη ποιοτικά βαθμίδα και πάνω στους λαούς υψωνόταν νέος, πιο βαρύς ζυγός από το μεγάλο κεφάλαιο, των 12 τότε καπιταλιστικών κρατών της ΕΟΚ, προκειμένου να μπορεί να ικανοποιεί τις ανάγκες αναπαραγωγής και συσσώρευσής του, με ολοένα αυξανόμενη την ένταση της εκμετάλλευσης, και πιο αποτελεσματικά να αντεπεξέρχεται στις ανάγκες του διεθνούς καπιταλιστικού ανταγωνισμού για το μοίρασμα αγορών, σφαιρών επιρροής ανάμεσα στα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα, ΗΠΑ, Ιαπωνία, ΕΕ.
Στην πορεία, η ΕΕ των «12» έγινε ΕΕ των «15», με την προσχώρηση των Αυστρίας, Σουηδίας και Φινλανδίας.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ συναποφασίστηκε από τις κυβερνήσεις των κρατών – μελών το Φλεβάρη του 1992 
(στο ελληνικό Κοινοβούλιο ψηφίστηκε τον Ιούλη του 1992, απ’ όλα τα σημερινά κόμματα, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ, χωρίς μάλιστα οι βουλευτές να τη γνωρίζουν, αφού δεν τους δόθηκε το κείμενο, κανένα κρατικό όργανο δεν την έδωσε στη δημοσιότητα, ενώ μόνο το ΚΚΕ την καταψήφισε). Αποτελεί το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, απ’ αυτήν απορρέουν και οι κατευθύνσεις της ΕΕ, όπως εξειδικεύονται, συμπληρώνονται και αναπτύσσονται στην πορεία από τις Συνόδους Κορυφής, τα Συμβούλια Υπουργών της Κομισιόν, δηλαδή συνδιαμορφώνονται από τις κυβερνήσεις των κρατών – μελών για κάθε κράτος – μέλος και εφαρμόζονται υποχρεωτικά σε κάθε κράτος – μέλος, από την κυβέρνησή του.
 Για την ιστορία, η Συνθήκη του Μάαστριχτ έγινε ολόκληρη γνωστή από το ειδικό ένθετο, στο οποίο τη δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» και είναι η μόνη εφημερίδα που το έκανε. 
Σύμφωνα με το άρθρο 73β της Συνθήκης του Μάαστριχτ, «απαγορεύεται οποιοσδήποτε περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίων» και με το άρθρο 102α υιοθετείται η «αρχή της οικονομίας της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό».

Μικρό ιστορικό

Πώς, όμως, φτάσαμε στην Ευρωπαϊκή Ενωση; 
Η ιστορία ξεκινά αμέσως μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Το σοσιαλιστικό σύστημα, τα σύνορα του οποίου με τον καπιταλισμό βρίσκονται στο έδαφος της Ευρώπης και, μάλιστα, στη Γερμανία (είναι τα σύνορα Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Γερμανίας και Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ανατολικής και Δυτικής, όπως τις ονόμαζαν οι καπιταλιστές) βρίσκεται σε άνοδο. 
Το αμερικάνικο κεφάλαιο έχει διεισδύσει στην Ευρώπη με το Σχέδιο Μάρσαλ, προκειμένου να ισχυροποιήσει τον καπιταλισμό, που ήταν τσακισμένος οικονομικά από τον πόλεμο και να εμποδίσει την εξάπλωση του σοσιαλισμού, αφού το λαϊκο-επαναστατικό κίνημα, λόγω του πολέμου και της αίγλης του σοσιαλισμού, ήταν σε ανοδική πορεία. 
Οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης συνειδητοποιούν την ανάγκη συνένωσης των δυνάμεών τους στις συγκεκριμένες τότε συνθήκες της εποχής του ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού (ιμπεριαλισμός), για να αναπτυχθούν οι οικονομίες τους, διεκδικώντας όσο γίνεται μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, τα όρια της οποίας μετά την εξάπλωση του σοσιαλισμού στένευαν, και να αντιμετωπίσει επίσης την άνοδο του σοσιαλισμού στην Ευρώπη. 
Οι ΗΠΑ, παρότι διέβλεπαν στις τάσεις καπιταλιστικής ενοποίησης στην Ευρώπη έναν εν δυνάμει ανταγωνιστή τους, μπροστά στην ενδυνάμωση του καπιταλισμού, στην οποία οι ίδιες συνέβαλαν με κεφάλαια (Σχέδιο Μάρσαλ), συναινούν σ’ αυτήν την προοπτική. 
Ετσι, στις 18 Απρίλη 1951, η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο υπέγραψαν στο Παρίσι, τη Συνθήκη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ). 
Ηταν το πρώτο βήμα. 
Το επόμενο βήμα έγινε στη Ρώμη όπου οι έξι χώρες: Γαλλία, Δυτική Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο υπέγραψαν, στις 25 Μάρτη 1957, τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ). Ηταν η ΕΟΚ των «6», που αργότερα και σταδιακά έγινε η ΕΟΚ των «12». 
Ενα παραπέρα βήμα 
στην τάση της καπιταλιστικής ενοποίησης ήταν η απόφαση της Συνόδου Κορυφής της ΕΟΚ στο Λουξεμβούργο, το Δεκέμβρη του 1985, που υιοθέτησε την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη για τη δημιουργία της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς, διαδικασία η οποία θα ολοκληρωνόταν στο τέλος του 1992. Ετσι, στο τέλος του 1991, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η ΕΟΚ των «12» μετεξελίσσεται σε ΕΕ των «12», αργότερα των «15» και πρόσφατα, με τη διεύρυνση των «25»,(εντάχθηκαν οι Κύπρος, Μάλτα, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία, Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία και Σλοβενία). 
Η ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων και η δημιουργία νέων καπιταλιστικών κρατών στο έδαφός τους δημιούργησε νέα εδάφη για μοίρασμα, όξυνε παραπέρα το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό και επέτεινε τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ, πριν καν ολοκληρωθεί η διαδικασία της Ενιαίας Αγοράς, που ήταν επίσης προϋπόθεση γι’ αυτήν τη μετεξέλιξη.

Διεθνοποίηση και καπιταλιστική ενοποίηση

Η τάση ενοποίησης, που απαντά στην ένταση της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, δεν είναι νέο φαινόμενο, ανεξάρτητα από τη μορφή που παίρνει. 
Ούτε, βεβαίως, είναι υποχρεωτική η μορφή της ΕΕ. Είναι ζήτημα επιλογής των καπιταλιστών. 
Βάση της είναι η δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς, χαρακτηριστικό γνώρισμα του καπιταλισμού από τότε που εδραιώνεται ως κοινωνικο-οικονομικό σύστημα, και η αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών των διαφόρων κρατών, που παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις όσο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός και ιδιαίτερα στην εποχή του ιμπεριαλισμού.

Τις ανάγκες έντασης της καπιταλιστικής διεθνοποίησης και της όξυνσης των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών σε διεθνές επίπεδο υπηρετεί η ΕΕ, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ για τα ευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη.

Τα τρία στάδια για την ΟΝΕ


Η Συνθήκη του Μάαστριχτ προέβλεπε τη δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ), την καθιέρωση ενιαίου νομίσματος για όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ και ως απώτερο στόχο έθετε την πολιτική ενοποίηση στην ΕΕ με μια μορφή Ομοσπονδίας ή Συνομοσπονδίας, ζήτημα άλυτο ακόμη, και μάλλον θα παραμείνει, αφού και εντός της ΕΕ είναι οξύτατος ο ανταγωνισμός σε επίπεδο κρατών ή ομάδων κρατών, καθιερώνοντας σταδιακά σε διάφορους τομείς τις λεγόμενες Κοινές Πολιτικές.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ έδινε προτεραιότητα στη δημιουργία της ΟΝΕ και στο κοινό νόμισμα. Η διαδικασία διαμόρφωσης της ΟΝΕ χωρίστηκε σε τρία στάδια, προκειμένου να εφαρμοστεί.

Το πρώτο στάδιο έπρεπε να ολοκληρωθεί στο τέλος του 1993. Στο χρονικό αυτό διάστημα, αίρονταν οι περιορισμοί στην κίνηση των κεφαλαίων ανάμεσα στα κράτη – μέλη και εντασσόταν το νόμισμα κάθε κράτους – μέλους στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ). 
Στο ΕΝΣ μετείχαν τότε οι 11 χώρες της ΕΟΚ, εκτός της Ελλάδας. Η δραχμή έπρεπε να ενταχθεί στο ΕΝΣ μέχρι 31 Δεκέμβρη 1994. Πράγματι η δράχμή εντάχθηκε στο ΕΝΣ το 1994.

Επίσης, στη διάρκεια του πρώτου σταδίου, προβλεπόταν η εφαρμογή πολιτικής σε κάθε κράτος – μέλος, που θα οδηγούσε στη «σύγκλιση των οικονομιών» και τέθηκαν ενιαία κριτήρια ως προς αυτό για όλα τα κράτη – μέλη, σχετικά με τον πληθωρισμό, τα δημόσια ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, τα επιτόκια. Καθόρισαν, δε, διαδικασία ελέγχου αυτής της πορείας από τα Συμβούλια Κορυφής και το ΕΚΟΦΙΝ.

Το δεύτερο στάδιο της ΟΝΕ θα άρχιζε από την 1η Γενάρη 1994. Στο στάδιο αυτό θα δημιουργούνταν το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ινστιτούτο (ΕΝΙ), με σκοπό το συντονισμό της νομισματικής πολιτικής και την προώθηση των προϋποθέσεων για το κοινό νόμισμα. Μέχρι το τέλος του 1996, που θα διαρκούσε το δεύτερο στάδιο της ΟΝΕ, θα έπρεπε να είχαν επεξεργαστεί το πλαίσιο ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Σ’ αυτό το στάδιο άρχιζαν να εφαρμόζονται οι διατάξεις για την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, η απαγόρευση του δανεισμού του Δημοσίου και άρχιζε η ανεξαρτητοποίηση των κεντρικών τραπεζών από τις εθνικές νομοθεσίες.

Μέχρι 31 Δεκέμβρη 1996, το Συμβούλιο των αρχηγών κρατών θα αποφάσιζε κατά πόσον η Κοινότητα είναι έτοιμη να μπει στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ, που θα άρχιζε στο τέλος του 1997, όπως όριζε η Συνθήκη ή, αν δεν ήταν έτοιμη, το τρίτο στάδιο, θα άρχιζε την 1η Γενάρη 1999.

Στο τρίτο στάδιο, οι οικονομίες των κρατών – μελών θα ελέγχονταν από τα όργανα της Κοινότητας ως προς το βαθμό «σύγκλισης» των οικονομιών, δηλαδή την εκπλήρωση των τεσσάρων κριτηρίων, το ΕΝΙ θα μετατρεπόταν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). 
Η ΕΚΤ, όταν ιδρυόταν, μαζί με όλες τις κεντρικές τράπεζες των κρατών – μελών θα αποτελούσαν το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ). 
Η ΕΚΤ θα εκδίδει αποφάσεις και κανονισμούς, που θα έχουν υποχρεωτική ισχύ για κάθε κράτος – μέλος. 
Σ’ αυτό το στάδιο τα εθνικά νομίσματα θα καταργούνταν και θα υιοθετούνταν το κοινό ευρωνόμισμα. Εως τότε υπήρχε βεβαίως το ECU, που ήταν η Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα, με την οποία συγκρίνονταν τα εθνικά νομίσματα, αλλά και με βάση την οποία γίνονταν οι οικονομικές μετρήσεις σε επίπεδο ΕΕ, (προϋπολογισμός, επιδοτήσεις κλπ.).

Από την 1η Γενάρη 1999, η ΟΝΕ ξεκινά και σ’ αυτήν συμμετέχουν όσα κράτη – μέλη της Κοινότητας πληρούν τα τέσσερα κριτήρια. 
Στην ΟΝΕ μπήκαν το 1999 οι Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία,Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Πορτογαλία Ιρλανδία, Φινλανδία και Αυστρία. Η Ελλάδα μπήκε το 2001. Δε συμμετέχουν οι Βρετανία, Δανία, και Σουηδία, οι δύο τελευταίες μετά απο δημοψήφισμα.

Δες Παλιότερη Ανάρτηση κάνοντας κλικ Εδώ:

08 Δεκεμβρίου, 2017

Σας σήμερα δολοφονείται ο Τζον Λένον,, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο Toυ !!

,,Φαντάσου πως δεν υπάρχει παράδεισος και θρησκείες
Φαντάσου πως δεν υπάρχουν χώρες, σύνορα και πόλεμοι
Φαντάσου πως δεν υπάρχει ιδιοκτησία,,

Το Imagine μπορεί να φαίνεται κάπως αφελές σε κάποιους, αλλά χωράει σε λίγους στίχους μια μοναδική περιγραφή της αταξικής κοινωνίας του μέλλοντος, κι ας μη μας λέει πολλά για τον τρόπο με τον οποίο θα έρθει. 

Έτσι κι αλλιώς, ο Λένιν δεν ήταν κομμουνιστής. Κι ας έγραψε κάτι σαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο μελοποιημένο…


Στις 8 Δεκεμβρίου του 1980, ο Τζον Λένον δολοφονείται στη Νέα Υόρκη, έξω από το σπίτι του, από έναν παρανοϊκό θαυμαστή του -Μαρκ Τσάπμαν- που αναζητούσε δημοσιότητα και την προσοχή του κόσμου. 
Η προσωπική διαδρομή του Λένον είναι η ιστορία μιας μουσικής ιδιοφυΐας, με φαινομενικά χαμηλό προφίλ, χαρακτηριστικά γυαλιά μυωπίας και ιδιαίτερο βρετανικό ιδίωμα, που συνέδεσε το όνομά της με την άνοδο και την πτώση των Beatles.

Ένα θρυλικό συγκρότημα, που ξεκίνησε δειλά από την εργατούπολη του Λίβερπουλ και τις πρώτες διεθνείς εμφανίσεις του στο Αμβούργο, για να κατακτήσει σύντομα την κορυφή, σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. 
Μεγάλες επιτυχίες, χρυσοί δίσκοι που απασχολούσαν τις περισσότερες θέσεις των charts, συναυλίες και περιοδείες που προκαλούσαν κοσμοσυρροή και υστερία στο πέρασμα των ανορθόγραφων σκαθαριών (εικάζεται πως το Beatles παραπέμπει στο αγγλικό Beat-less, που σημαίνει “χωρίς ρυθμό”), που βραβεύτηκαν ακόμα κι από τη βασίλισσα Ελισάβετ, γιατί διαφήμιζαν το Ηνωμένο Βασίλειο στον κόσμο.

Αυτή όμως δεν ήταν παρά η πρώτη αναγνωριστική περίοδος των Μπιτλς, με τα καλοσιδερωμένα κοστούμια, τις θαυμάστριες να στριγγλίζουν, τις τηλεοπτικές εμφανίσεις, τις διακρίσεις και τη βασιλική βράβευση. 
Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 60′, ωστόσο, ακολουθεί μια “σκοτεινή περίοδος γεμάτη χρώματα” και ψυχεδέλεια, ναρκωτικά και πειραματισμούς -πχ με την ινδική φιλοσοφία και μουσική- που έδωσε εξίσου σπουδαίους δίσκους και μουσικά αριστουργήματα.


Ο Λένον είχε καθοριστική συμβολή σε αυτή την πορεία και πολύ έντονες σχέσεις με δύο πρόσωπα που τον σημάδεψαν με τη σειρά τους: τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ και τη Γιόκο Όνο, τη δεύτερη σύζυγό του.
 Ο ΜακΚάρτνεϊ ήταν ο άλλος μουσικός εγκέφαλος του συγκροτήματος, αλλά έστεκε μάλλον ένα σκαλί κάτω από το Λένιν και αργότερα τον παρομοίασαν με το Σαλιέρι που ζήλευε το Μότσαρτ και το απαράμιλλο μουσικό του ταλέντο. 
Αυτήν την παρομοίωση όμως την έκανε πρώτη η Όνο, το πρόσωπο που μπήκε στη ζωή του Λένον και λειτούργησε σαν καταλύτης στη διάλυση των Μπιτλς, επιτείνοντας τις προβληματικές σχέσεις μεταξύ των μελών του συγκροτηματος.

Η σόλο καριέρα του Λένον ακολούθησε κι αυτή τα σκαμπανεβάσματα και τις διακυμάνσεις που είχε ο γάμος του με τη Γιόκο -στην οποία αφιέρωσε διάφορα τραγούδια και δίσκους του. 
Παρόλα αυτά, η σχέση του με τη Γιαπωνέζα καλλιτέχνη συνδέθηκε με μια περίοδο μουσικής ωρίμανσης του Λένον, που άφησε πίσω του τα εύκολα σουξέ, ήρθε σε επαφή και ζύμωση με τις τάσεις και τα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής του κι έδωσε δείγματα μιας (σαφώς αντιφατικής) πολιτικοποίησης.

Σε αυτά τα βήματά του δε συγκαταλέγεται μάλλον το Back In the USSR και το Revolution (όπου αναφέρεται κάπου κι ο Πρόεδρος Μάο) με τους Beatles. Συμπεριλαμβάνονται όμως πολλά κι αξιοσημείωτα γεγονότα ή κομμάτια, όπως η επιστροφή του βασιλικού μεταλλίου στην Ελισάβετ, που θεωρήθηκε μεγάλη προσβολή, κι η αντίθεση στον πόλεμο και την ιμπεριαλιστική ανάμειξη στο Βιετνάμ, ακόμα κι αν εκφραζόταν με ένα χίπικο πασιφισμό, όπως η περίφημη διαμαρτυρία με την Όνο στο κρεβάτι κι οι φιλειρηνικοί στίχοι στο Give Peace a Chance ή με έναν κάπως αφηρημένο αντι-μιλιταρισμό, όπως στο I don’t wanna be a soldier mama, I don’t wanna die.


Υπήρχαν όμως και πιο συνειδητοποιημένα, στοχευμένα τραγούδια, όπως το Power to the People (η εξουσία στο λαό) και το υπέροχο Working Class Hero, που είναι διαχρονικό κι ακούγεται ως τις μέρες μας, σε πολλές συγκεντρώσεις. Και φυσικά το Imagine, που είναι ένα είδος Κομμουνιστικού Μανιφέστου, μελοποιημένου, κι ας μην ήταν ακριβώς κομμουνιστής ο Λένον.

Φαντάσου πως δεν υπάρχει παράδεισος και θρησκείες
Φαντάσου πως δεν υπάρχουν χώρες, σύνορα και πόλεμοι
Φαντάσου πως δεν υπάρχει ιδιοκτησία…

Και φυσικά, η αντίστοιχη διαβάθμιση.
Είναι εύκολο αν προσπαθήσεις…
Δεν είναι δύσκολο να το κάνεις…
Αμφιβάλλω-αναρωτιέμαι αν μπορείς…
Κι όχι, δεν είμαστε ονειροπόλοι, κι ίσως μια μέρα έρθεις κι εσύ μαζί μας…

Κατακλείδα
Ο Λένον δεν ήταν κομμουνιστής. 
Τον χώριζε μόνο ένα γιώτα από το Λένιν. Υπάρχει και μια φωτογραφία του με τον Τσε, που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, αλλά είναι προϊόν φωτομοντάζ. 
Υπάρχει όμως και το άγαλμά του στην Αβάνα, όπου κάθεται σε ένα παγκάκι, κι αυτό είναι αληθινό.

Το Imagine μπορεί να φαίνεται κάπως αφελές σε κάποιους (λίγο γιούχου, όπως τραγουδάει κι ο Λένον πριν το ρεφρέν), αλλά χωράει σε λίγους στίχους μια μοναδική περιγραφή της αταξικής κοινωνίας του μέλλοντος, κι ας μη μας λέει πολλά για τον τρόπο με τον οποίο θα έρθει. 
Έτσι κι αλλιώς, ο Λένον δεν ήταν κομμουνιστής. Κι ας έγραψε κάτι σαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο μελοποιημένο…

παρουσίαση κειμένου-τίτλος:
Viva La Revolucion