Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

25 Αυγούστου, 2017

Τι μαθαίνει το σύστημα της βαρβαρότητας τα Παιδιά μας, μέσα από τα βιβλία της Ιστορίας ;;

"Ο Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ"
Μέρος 1ο
Το θέμα που δημοσιεύουμε είναι απ το ένθετο του «Ριζοσπάστη Ιστορία, που αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ, τεύχος 5/2010. Αν και γραμμένο πριν 7 χρόνια με αφορμή τη συμπλήρωση 65 χρόνων από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών (9 Μάη 1945), είναι αρκετά επίκαιρο αφού αναφέρεται στο φασισμό και τον πόλεμο, αλλά ταυτόχρονα και διδακτικό από τη σκοπιά της αρνητικής επίδρασης στη συνείδηση των μαθητών.
***
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Εχει επικρατήσει να λέμε πως «λαός χωρίς μνήμη είναι λαός χωρίς μέλλον». Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι τόσο η «ανυπαρξία» της συλλογικής μνήμης ή ιστορικής συνείδησης, αλλά το πώς αυτή διαμορφώνεται, πώς κατασκευάζεται ή ανασκευάζεται με τα μέσα αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας. 
Και ομολογουμένως, λίγες περίοδοι της ανθρώπινης Ιστορίας έχουν δεχτεί τόση «προσοχή» από πλευράς αστικής ιστοριογραφίας όσο ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. 
Το γεγονός αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού η συγκεκριμένη περίοδος έχει πολλά να «πει», τόσο για τους λαούς όσο και για τις κυρίαρχες τάξεις.1

Με αφορμή λοιπόν τη συμπλήρωση 65 χρόνων από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών (9 Μάη 1945), θα εξετάσουμε την έκταση και το περιεχόμενο της διαστρέβλωσης που επιχειρείται σήμερα γύρω από το συγκεκριμένο θέμα, μέσα από τα βιβλία2 Ιστορίας της Γ' Γυμνασίου και Γ' Λυκείου. 
Μιας διαστρέβλωσης που θεμελιώνεται και εν συνεχεία οικοδομείται, αφ' ενός, σε αλλοιώσεις και, αφ' ετέρου, σε αποσιωπήσεις ιστορικών προσώπων και πραγμάτων, έτσι ώστε εν τέλει να «αποτυπωθεί» στην ιστορική συνείδηση του μαθητή -και αυριανού εργαζόμενου- το επιθυμητό, ιδεολογικοπολιτικά εγκεκριμένο, αποτέλεσμα. 
Στόχος μας είναι η καλύτερη δυνατή συνδρομή του μαθητή, αλλά και του κομμουνιστή διδασκάλου, στη διαπάλη γύρω από μια σειρά πτυχές του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, που σήμερα βρίσκονται στο επίκεντρο της παραχάραξης και του αντικομμουνισμού.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Αναζητώντας τα αίτια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, τα βιβλία Ιστορίας της Γ' Γυμνασίου και Γ' Λυκείου, ανατρέχουν στη διεθνή οικονομική κρίση του καπιταλισμού (1929-1933), η οποία -σύμφωνα πάντα με τα ίδια- έβαλε τέλος στην προηγούμενη περίοδο της «ευημερίας» και «αισιοδοξίας».3 
Βεβαίως, ούτε αναφορά γίνεται στον καπιταλιστικό χαρακτήρα των κοινωνιών που εκδηλώθηκε η κρίση ούτε παρουσιάζεται η οικονομική κρίση ως εγγενές χαρακτηριστικό, αναπόσπαστο κομμάτι της λειτουργίας του καπιταλισμού (γεγονός που ενέχει σημαντικές προεκτάσεις και για το σήμερα). 
Τουναντίον, η κρίση εμφανίζεται λίγο πολύ ως κάτι το τυχαίο, ως προϊόν ασυνεννοησίας ή παρεξήγησης, που ξεκίνησε από την επιθυμία κάποιων μεγαλοεπενδυτών «να εισπράξουν μέρος από τα κέρδη τους» πουλώντας μετοχές. 
Παρουσιάζεται ότι αυτό προκάλεσε πανικό μεταξύ των μικροεπενδυτών, ο οποίος με τη σειρά του επέφερε τη γενική κατάρρευση των τιμών στο χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης. Για την ουσία του φαινομένου (των κρίσεων στον καπιταλισμό) τίποτε.
Το κύριο είναι η αποσύνδεση της κρίσης από τη γενεσιουργό της αιτία, γεγονός που αναπόφευκτα οδηγεί σε ιστορικές διαστρεβλώσεις. 
Και βέβαια, στο ίδιο σημείο θα μπορούσε να αναφερόταν -έστω και ως υποσημείωση, χάριν μιας στοιχειώδους σφαιρικότητας ή αντικειμενικότητας της επιστήμης- το ότι ταυτόχρονα με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και την εξαθλίωση εκατομμυρίων εργαζομένων ανά την υφήλιο, υπήρχε και ένας «άλλος κόσμος». 
Ενας κόσμος όπου οικοδομούνταν ένα άλλο κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Οτι την ίδια περίοδο στην ΕΣΣΔ εκπληρωνόταν με επιτυχία το Πρώτο Πεντάχρονο Πλάνο, με ό,τι αυτό συνεπάγονταν για την υλική κατάσταση και την ποιότητα ζωής των εργαζομένων. Ας θέτονταν στην κρίση του μαθητή η σύγκριση μεταξύ των δύο κόσμων. Αρκεί να υπήρχε η πληροφορία.
Απεναντίας, ο θύτης (το εκμεταλλευτικό σύστημα που γεννά τις κρίσεις, το φασισμό, τον πόλεμο) εξαγνίζεται, διαχωρίζεται από το έγκλημα, περιτυλίγεται με αγαστές προθέσεις και κατόπιν επαναλανσάρεται ως ...θύμα. 
Το βιβλίο Ιστορίας της Γ' Λυκείου αναφέρει: «Ισχυρό υπήρξε το πλήγμα που δεχόταν, γενικότερα, το φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο στο πεδίο της οικονομίας και, κατ' επέκταση, η προοπτική της ευημερίας που ήδη διαφαινόταν. 
Πράγματι, η κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1920 φαινόταν ότι είχε κυριαρχήσει στο διεθνές στερέωμα, δεχόταν[σ.σ. με αφορμή την κρίση] την αυστηρή κριτική των εχθρών της. Η σταλινική Ρωσία και η φασιστική Ιταλία στο εξωτερικό, αλλά και οι οπαδοί τους στο εσωτερικό των δημοκρατικών χωρών της Ευρώπης ενθαρρύνονταν και ενισχύονταν στην αντίθεσή τους κατά του φιλελευθερισμού».4 
Εχθρός της δημοκρατίας λοιπόν ο κομμουνισμός! Εχθροί της δημοκρατίας οι κομμουνιστές και τα κόμματά τους «στο εσωτερικό των δημοκρατικών χωρών», στην περίπτωση της Ελλάδας το ΚΚΕ!
Τι αναδεικνύεται, τι μεταφέρεται στον αναγνώστη - μαθητή μέσα από αυτές τις λίγες και μόνο γραμμές; Καταρχάς, παρατηρούμε την αναβίωση ενός εκ των πλέον αντιδραστικών αντικομμουνιστικών ιδεολογημάτων του αιώνα που μας πέρασε. Ενός ιδεολογήματος που στη χώρα μας συνδέθηκε με τις πιο μαύρες σελίδες της Ιστορίας μας. 
Οι κατηγορίες περί «εχθρών της δημοκρατίας» και περί «οπαδών ξένων κρατών ή θεωριών» αντηχούν ακόμη στα εδώλια των Εκτακτων Στρατοδικείων, στους τόπους των εκτελέσεων, στα ξερονήσια και στις φυλακές, τόσο της «δημοκρατικής» όσο και της «μη-δημοκρατικής» Ελλάδας.
Ναι, ο κομμουνισμός έρχεται σε αντίθεση με την «αστική δημοκρατία», που αποτελεί μορφή της αστικής εξουσίας, της κυριαρχίας του κεφαλαίου. Η αστική δημοκρατία, όπως και κάθε άλλη μορφή της αστικής εξουσίας, π.χ. ο φασισμός, αποσκοπεί στη διαιώνιση της εκμετάλλευσης, θωρακίζει και υπερασπίζεται με κάθε μέσο (άλλοτε με την ενσωμάτωση, άλλοτε με την καταστολή και τις διώξεις ή -όπως συμβαίνει συνήθως- με έναν συνδυασμό όλων των παραπάνω) την εκμετάλλευση και καταπίεση. 
Πρόκειται για τη «δημοκρατία» της μειοψηφίας σε βάρος της πλειοψηφίας. 
Μόνο η εργατική εξουσία αποκαθιστά τη δημοκρατία της πλειοψηφίας, την κυριαρχία της πάνω στους παλιούς εκμεταλλευτές. Σκόπιμα η αστική ιστοριογραφία προβάλλει τον όρο «δημοκρατία» ταξικά αποστεωμένο. Επιδιώκει την εξίσωση κομμουνισμού - φασισμού. Στο πλαίσιο αυτό, η ιστορική διαπάλη μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού (γέννημα - θρέμμα του οποίου είναι και ο φασισμός) αποσιωπάται, διαγράφεται και τελικά αντικαθίσταται από την «αντίθεση» μεταξύ «δημοκρατίας» και «ολοκληρωτισμών».
Η κρίση όντως προκάλεσε ισχυρό πλήγμα στο «φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο» (δηλαδή στον καπιταλισμό) και πιο συγκεκριμένα στην ικανότητα - δυνατότητά του να ενσωματώνει σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας, όπως έκανε προηγουμένως. Αυτή είναι μια εύλογη και καθ' όλα κατανοητή ανησυχία από τη μεριά της κυρίαρχης ιστοριογραφίας. 
Ταυτόχρονα, όμως, εξισώνεται η δυνατότητα αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας από την εργατική τάξη, στην προοπτική της επαναστατικής της ανατροπής (κομμουνισμός), με την επιλογή της αστικής τάξης για αλλαγή μορφής διαχείρισης, ώστε να ανταποκρίνεται στις συγκεκριμένες συνθήκες (φασισμός).
Στο βιβλίο Ιστορίας της Γ' Γυμνασίου υιοθετείται η κλασική σοσιαλδημοκρατική - οπορτουνιστική εκδοχή, ότι ναι μεν κομμουνισμός και φασισμός αποτελούσαν «δύο διαμετρικά αντίθετες προτάσεις οικονομικής και κοινωνικής αναδιοργάνωσης», ωστόσο, τη δεκαετία του 1930, ο κομμουνισμός είχε πλέον διαστρεβλωθεί σε «σταλινισμό».
 Ετσι αναπαράγεται η εξής εκτίμηση για την ΕΣΣΔ: «Σχεδόν όλες οι εξουσίες συγκεντρώθηκαν στην κορυφή της κρατικής ηγεσίας. Οσοι κρίνονταν ότι μπορούσαν να απειλήσουν το καθεστώς διώκονταν ανελέητα. Την περίοδο 1936-1938 εκτελέστηκαν ως υπονομευτές του καθεστώτος, μετά από δίκες - παρωδίες, οι περισσότεροι από τους μπολσεβίκους ηγέτες που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση του 1917. Ετσι το κομμουνιστικό κόμμα μετατράπηκε βαθμιαία σ' ένα συγκεντρωτικό μηχανισμό που απλώς υλοποιούσε τις αποφάσεις και λάτρευε τον ηγέτη του (προσωπολατρία). Τα φαινόμενα αυτά, που αποτελούσαν σαφώς διαστρεβλώσεις των θεωρητικών αρχών του μαρξισμού, έγιναν γνωστά αργότερα ως σταλινισμός».5
Δυστυχώς οι ανάγκες του συγκεκριμένου άρθρου και η στενότητα του χώρου δε μας επιτρέπουν να καταπιαστούμε ουσιαστικά με τη σκόπιμη και ισοπεδωτική διαστρέβλωση που πραγματοποιείται εδώ, τόσο αναφορικά με τη φύση και λειτουργία του σοβιετικού συστήματος γενικά, όσο και με τις ειδικότερες περιόδους της σοβιετικής Ιστορίας. 
Ενα είναι σίγουρο: τα στοιχεία της αυτενέργειας, της αυτοθυσίας και του ηρωισμού, της συνειδητής πειθαρχίας και της προσήλωσης στο στόχο, που επέδειξαν οι Σοβιετικοί πολίτες και μαχητές καθ' όλη τη διάρκεια του Πολέμου, δε θα μπορούσαν να είχαν αναπτυχθεί -και μάλιστα στο βαθμό που αναπτύχθηκαν- σε συνθήκες καταπίεσης και τρόμου.
Η ΕΣΣΔ ενέπνευσε εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο (περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον 20ό αιώνα) στον αγώνα τους για δικαιώματα και ελευθερίες, για μια καλύτερη ζωή, ενάντια στην εκμετάλλευση και την αδικία, ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση, σε κάθε αποικιοκρατικό, ιμπεριαλιστικό ή φασιστικό ζυγό (αγώνας που δεν είναι βέβαια προϊόν «μαζικής εξαπάτησης», όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν σήμερα ορισμένοι, στην προσπάθειά τους να διαγράψουν την προσφορά της ΕΣΣΔ στην ανθρωπότητα). Και είναι ταξικά τα αίτια του γεγονότος ότι η ΕΣΣΔ ήταν το προπύργιο αυτού του αγώνα και όχι οι αστικές δημοκρατίες, το «φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο», που αποτελεί ένα από τα προσωπεία των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Πάνω από το 1/3 της υφηλίου βρισκόταν τότε υπό αποικιοκρατικό ζυγό, γεγονός που περνάει στα «ψιλά», με σύντομες, άοσμες και άχρωμες περιγραφές, δίχως δυσάρεστες λεπτομέρειες για το τι σήμαινε για τους υποταγμένους λαούς η πολύχρονη αποικιοκρατική εκμετάλλευση. Στο θέμα όμως θα επανέλθουμε στη συνέχεια.

Ενδεικτικό του χαρακτήρα της αστικής δημοκρατίας, ακόμα και με κριτήριο το αστικό δικαίωμα της ψήφου, είναι το γεγονός ότι στη Βρετανία οι γυναίκες απέκτησαν πλήρη εκλογικά δικαιώματα το 1928, στη Γαλλία το 1944, στο Βέλγιο το 1948, στην Ελλάδα το 1952,6 στον Καναδά το 1960 και στην Ελβετία το 1971. Στη σοβιετική Ρωσία οι γυναίκες απέκτησαν πλήρη εκλογικά δικαιώματα με την Επανάσταση του 1917, ενώ πρώτη γυναίκα υπουργός στον κόσμο ορκίστηκε στην ΕΣΣΔ η Αλεξάνδρα Κολοντάι. Στις ΗΠΑ οι Αφροαμερικανοί δεν εξισώθηκαν εκλογικά με τους λευκούς παρά μόνο το 1965 και αυτό έπειτα από μακρόχρονους, αιματηρούς αγώνες (Voting Rights Act).
 Ολα αυτά τα ιστορικά δεδομένα παραλείπονται από τα σχολικά ιστορικά βιβλία. Για να μη χαλάσει η αγγελικά πλασμένη εικόνα του «φιλελεύθερου δημοκρατικού προτύπου», παραλείπονται οι περίφημες «Πορείες Πείνας», που έγιναν στα διάφορα βιομηχανικά κέντρα της Βρετανίας καθ' όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου (τι ανεξήγητη αντίφαση(!): πορείες πείνας στη μεγαλύτερη αποικιακή αυτοκρατορία στον κόσμο, που επί δεκαετίες απομυζούσε τεράστια πλούτη από την καταπίεση των λαών!). 
Ακόμη, σύμφωνα με στοιχεία του συντηρητικού Ινστιτούτου Brookings, κατά την «Χρυσή Εποχή» της δεκαετίας του 1920, λιγότερο από το 60% των Αμερικανών διέθετε εισόδημα ικανό να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.
Εξυπηρετώντας την ίδια σκοπιμότητα, παραλείπονται οι 36 δολοφονημένοι απεργοί ανθρακωρύχοι στο Herrin του Illinois (ΗΠΑ) στις 22 Ιούνη 1922, οι 10 δολοφονημένοι απεργοί μεταλλεργάτες του Σικάγου στις 30 Μάη 1937). 
Δεν αναφέρονται οι ιδιωτικοί στρατοί των μεγάλων μονοπωλιακών συγκροτημάτων, όπως της «Ford», της «Du Pont» και της «General Motors», που επιστρατεύτηκαν επανειλημμένα κατά των αγωνιζομένων εργατών. 
Παραλείπονται «έργα και ημέρες» οργανώσεων, όπως η «Μαύρη Λεγεώνα» (αδερφή οργάνωση της «Κου Κλουξ Κλαν» στις βόρειες Πολιτείες), που με την αρωγή του κεφαλαίου ανέλαβε καθήκοντα τρομοκράτησης και καθυπόταξης των εργαζομένων, με δολοφονίες, άγριους βασανισμούς, απαγωγές, εμπρησμούς σπιτιών συνδικαλιστών και «κόκκινων», βομβιστικές επιθέσεις κατά συνδικάτων κ.λπ.7 
Αποσιωπούνται γενικά οι σκληροί αγώνες που έδωσε η εργατική τάξη τις δεκαετίες του 1920 και 1930, αλλά και η αστική βία και καταστολή, προκειμένου να μην αποκτηθεί ιστορική γνώση για την ταξική πάλη.
ΦΑΣΙΣΜΟΣ: Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ - Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΣΣΔ
Τι ήταν λοιπόν ο φασισμός; Το βιβλίο Ιστορίας της Γ' Λυκείου αναφέρει ότι ο φασισμός ήταν αποτέλεσμα της επιτυχούς εκμετάλλευσης της κρίσης από τα άκρα, τους εχθρούς της δημοκρατίας. 
Ως χαρακτηριστικό αναφέρεται «...η περίπτωση της Γερμανίας, όπου το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Αδόλφου Χίτλερ, το οποίο στις εκλογές του 1928 είχε συγκεντρώσει μόλις το 2,6% των ψήφων, αυξάνει εντυπωσιακά τη δύναμή του μετά την εκδήλωση της διεθνούς οικονομικής κρίσης και τις επιπτώσεις της στη Γερμανία, για να φτάσει το 44% στις εκλογές του Μάρτη 1933».8
Ηταν ο φασισμός ένα «ιδιαίτερο» ιταλικό ή γερμανικό φαινόμενο, αποσπασμένο από τη μεγάλη οικονομική κρίση 1929-'32, την αδυναμία ουσιαστικής ανάκαμψης και την επίδρασή της στο πολιτικό σύστημα; 
Σαφώς όχι. 
Για την ακρίβεια, προς τα τέλη της μεσοπολεμικής περιόδου, ήταν μάλλον ελάχιστες εκείνες οι χώρες της Ευρώπης στις οποίες δεν είχαν ενταθεί τα μέτρα καταστολής και λαϊκής τρομοκράτησης, η αναστολή αστικοδημοκρατικών ελευθεριών.
Στη Γαλλία, η ακροδεξιά - φασιστική οργάνωση «Σταυροί της Φωτιάς» (Croix-de-Feu), με την υποστήριξη των γαλλικών μονοπωλίων και της καθολικής Εκκλησίας, είχε 400.000 μέλη το 1935. Μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938, η κυβέρνηση Νταλαντιέ έθεσε το ΚΚ Γαλλίας εκτός νόμου.
Στη Βρετανία, είναι γνωστός ο θαυμασμός του Τσόρτσιλ για τον Μουσολίνι, με χαρακτηριστική τοποθέτησή του στη Ρώμη στις 20 Γενάρη 1927: «Αν ήμουν Ιταλός, είμαι σίγουρος ότι θα ήμουν ολόψυχα μαζί σας από την έναρξη της θριαμβευτικής σας πάλης ενάντια στις κτηνώδεις ορέξεις και πάθη του Λενινισμού. Θα πω όμως και μια λέξη για τη διεθνή διάσταση του φασισμού. Εξωτερικά, το κίνημά σας προσέφερε υπηρεσία σε ολόκληρο τον κόσμο [...] Η Ιταλία έδειξε πως υπάρχει τρόπος καταπολέμησης των ανατρεπτικών δυνάμεων [...] προσέφερε το αναγκαίο αντίδοτο στο ρωσικό δηλητήριο. Από δω και πέρα κανένα μεγάλο έθνος δε θα στερείται των ύστατων μέσων για τη προστασία του από την καρκινογόνο ανάπτυξη του Μπολσεβικισμού».9
Αντίστοιχη πολιτική στάση υπήρξε και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με αποκαλυπτική την προσωπική αλληλογραφία του Φραγκλίνου Ρούσβελτ, Αμερικανού προέδρου, με τον Ιταλό δικτάτορα.10 
Αλλωστε και αυτή η πολιτική του «New Deal», για την οποία γίνεται τόση μνεία στα σχολικά βιβλία, φέρεται από πολλούς ακαδημαϊκούς - ιστορικούς ως η αμερικανική εκδοχή του οικονομικού προγράμματος του φασισμού. 
Ακόμη και ο Μουσολίνι φρόντισε να αποδώσει τα εύσημα στον... εαυτό του για το «New Deal», δηλώνοντας στους «New York Times» (Ιούλης 1933), ότι «το σχέδιο για το συντονισμό της βιομηχανίας ακολουθεί κατά γράμμα τη δική μας πολιτική συνεργασίας».
 Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, υποστηρικτής τότε της πολιτικής του «New Deal», τόνισε στο περιοδικό «Time» στις 17 Μάη 1976: «Ο φασισμός υπήρξε πράγματι η βάση για το "New Deal". 
Ηταν η επιτυχία του Μουσολίνι στην Ιταλία, με την κυβερνητικά διευθυνόμενή του οικονομία, η οποία οδήγησε πολλούς από τους πρώτους οπαδούς του "New Deal" να πουν "ο Μουσολίνι όμως κάνει τα τρένα να έρχονται στην ώρα τους"»...

Η σχέση της αμερικανικής άρχουσας τάξης με τα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας και της Ιταλίας δεν αρκέστηκε μόνο στην ανταλλαγή «φιλοφρονήσεων» ή «συνταγών» για την οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας. 
Ενα γεγονός, που δεν αναγράφεται βεβαίως στα σχολικά βιβλία και αποκρύπτεται επιμελώς από την κυρίαρχη ιστοριογραφία, είναι ο καταλυτικός ρόλος που έπαιξαν τα μεγάλα αμερικανικά μονοπωλιακά συγκροτήματα στην οικονομική - στρατιωτική ανόρθωση της Γερμανίας από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και στην προετοιμασία της για το Β'. Εταιρείες όπως η «Ford», η «General Motors» (μέσω της θυγατρικής της «Opel» και όχι μόνο), η «General Electric», η «Standard Oil» (η σημερινή «Exxon-Mobil»), η IBM, η ΙΤΤ (η σημερινή ΑΤ&Τ), η Τράπεζα Chase Manhattan και πολλές άλλες, έκαναν τεράστιες επενδύσεις, επωφελούμενες του «εξαιρετικού» επιχειρηματικού κλίματος που προσέφερε το Γ'΄ Ράιχ, αποκομίζοντας ακόμη μεγαλύτερα κέρδη. Λίγο πριν τον πόλεμο, 250 εταιρείες διέθεταν περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 450 εκατομμυρίων δολαρίων στη ναζιστική Γερμανία. Σχεδόν το 70% των ξένων επενδύσεων που εισέρρευσαν στη Γερμανία τη δεκαετία του 1930 προέρχονταν από τις ΗΠΑ.11

Η εκτίμηση υπήρξε αμοιβαία: Τόσο ο πρόεδρος της IBM, T. Watson, όσο και ο πρόεδρος της FORD, H. Ford, τιμήθηκαν για τις «υπηρεσίες» τους στο Γ' Ράιχ με το μετάλλιο του Μεγάλου Σταυρού της Γερμανικής Τάξης του Αετού το 1937 και 1938 αντίστοιχα.

Πόσοι γνωρίζουν σήμερα ότι: Η μηχανογραφική οργάνωση των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης - εξόντωσης (78 στο σύνολο), που υπήρξε καταλυτική στην «αποτελεσματική» λειτουργία τους, έγινε με τεχνολογία της IBM; 
Η «Standard Oil» προμήθευε με καύσιμα τόσο τους Συμμάχους όσο και τον Αξονα στη διάρκεια του πολέμου;
 Η ITT συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση του γερμανικού συστήματος πληροφοριών και σχεδίασε τις βόμβες Focke-Wulfs, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν ενάντια στα συμμαχικά στρατεύματα; 
Η «General Motors» κατασκεύασε χιλιάδες θωρακισμένα αυτοκίνητα, φορτηγά και τανκς για το γερμανικό στρατό;
 Το 1941 η «Fordwerke» (εργοστάσιο της «Ford» στο Βερολίνο) προμήθευσε το 1/3 σχεδόν του συνόλου των φορτηγών της Βέρμαχτ, ενώ οι μισοί «εργαζόμενοι» της εταιρείας ήταν «σκλάβοι εργασίας», προερχόμενοι από στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις κατεχόμενες περιοχές.12

Ας γυρίσουμε όμως και πάλι στη Γερμανία του 1933 και την άνοδο του φασισμού στην εξουσία. Οντως, στις εκλογές του Μάη του 1928 το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα άγγιξε το ναδίρ της εκλογικής του επιρροής, συγκεντρώνοντας μόλις το 2,6% των ψήφων και έχοντας χάσει πάνω από το μισό της δύναμής του από το 1924. 
Δύο χρόνια αργότερα και μεσούσης της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης οι Ναζί είδαν τα ποσοστά τους να εκτοξεύονται στο 18,3%. 
Το 1930 όμως δεν ήταν απλά η χρονιά της εκλογικής ανάκαμψης του φασισμού στη Γερμανία. Ηταν επίσης η χρονιά όπου το γερμανικό βιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο έδειξε την προτίμησή του ανοιχτά και αποφασιστικά στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Αδόλφου Χίτλερ.

Οι άμεσοι δεσμοί που αναπτύχθηκαν μεταξύ μονοπωλίων και Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, καταγράφηκαν και στοιχειοθετήθηκαν λεπτομερώς στις Δίκες της Νιρεμβέργης. 
Η διαβόητη «Δίκη των Βιομηχάνων» -άγνωστη σήμερα- θεωρήθηκε τότε ίσης σημασίας με τις δίκες των στελεχών των Ναζί, των SS, της Βέρμαχτ κλπ. Εκτοτε καταδικάστηκε στη λήθη: οι εγκληματικές ευθύνες των μονοπωλίων για την άνοδο του ναζισμού παραγράφηκαν, τα αίτια του φασισμού και του πολέμου «επαναπροσδιορίστηκαν», τα βιβλία Ιστορίας ξαναγράφτηκαν και σύντομα οι κατηγορούμενοι έγιναν κατήγοροι.
Διαβάζουμε σχετικά στα Πρακτικά της Δίκης: «Επειτα από πρόσκληση του Γκέρινγκ, περίπου 25 από τους μεγαλύτερους βιομηχάνους της Γερμανίας, μαζί με τον Schacht (σ.σ. πρόεδρο της Τράπεζας Διεθνών Διευθετήσεων από το 1930, διευθυντή της Τράπεζας του Ράιχ και από το 1934 υπουργό Οικονομικών των Ναζί), συναντήθηκαν στο Βερολίνο στις 20 Φλεβάρη 1933», δηλαδή «λίγο πριν τις γερμανικές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933. Στη συνάντηση αυτή ο Χίτλερ ανακοίνωσε την πρόθεση των συνωμοτών (σ.σ. των Ναζί) να αποκτήσουν τον ολοκληρωτικό έλεγχο της Γερμανίας, να διαλύσουν το κοινοβουλευτικό σύστημα, με βία να αντιμετωπίσουν κάθε αντιπολίτευση και να αποκαταστήσουν τη δύναμη της Βέρμαχτ. Μεταξύ των παρευρισκομένων ήταν ο G. Krupp, επικεφαλής της πολεμικής βιομηχανίας "Alfried Krupp A.G.", τέσσερα ηγετικά στελέχη της "I.G. Farben", ενός εκ των μεγαλυτέρων κονσέρν (σ.σ. μονοπωλίων) χημικών στο κόσμο, ο A. Vogler, επικεφαλής της "United Steel Works" της Γερμανίας και άλλοι επιφανείς βιομήχανοι».13

Ενας εξ αυτών, ο George von Schnitzler, διευθυντικό στέλεχος της «I.G. Farben», κατέθεσε στις Δίκες της Νιρεμβέργης: «Ενώ περίμενα τον Γκέρινγκ να εμφανιστεί, μπήκε στο δωμάτιο ο Χίτλερ, ο οποίος έσφιξε το χέρι όλων και κάθισε στην κεφαλή του τραπεζιού. Σε ένα μακρύ λόγο μίλησε κυρίως για τον κίνδυνο του κομμουνισμού, επί του οποίου έκανε σα να είχε μόλις κερδίσει μια αποφασιστική μάχη».
 Τα επιχειρήματα του Χίτλερ έπιασαν τόπο. Η συνάντηση έληξε με τη σύσταση ειδικού Ταμείου υποστήριξης των Ναζί στις επερχόμενες εκλογές, ύψους 3.000.000 μάρκων.14 
Στις εκλογές αυτές το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα έλαβε το 43,9% των ψήφων.

Ο βιομηχανικός κολοσσός της «Krupp», όπως και η συντριπτική πλειοψηφία του γερμανικού κεφαλαίου, υπήρξαν βασικοί οικονομικοί αρωγοί - χορηγοί όχι μόνο της πολεμικής μηχανής της φασιστικής Γερμανίας, αλλά και των διαφόρων πολιτικών (κόμμα, οργανώσεις νεολαίας) ή στρατιωτικών οργανώσεων των Ναζί (όπως τα Τάγματα Εφόδου SA, τα SS κλπ.). 

Ετσι ξεκίνησε το «Ταμείο του Χίτλερ», με κεφάλαια που προέρχονταν «ακόμα και από τους πιο απομακρυσμένους κύκλους της γερμανικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένου του κόσμου της αγροτικής οικονομίας και των τραπεζών».15
 Με το άνοιγμα των αρχείων της Krupp προέκυψε ότι π.χ. μόνο το εργοστάσιο της εταιρείας στο Essen είχε «προσφέρει» ως το 1945 το ποσό των 4.738.446 μάρκων στο εν λόγω Ταμείο.16
Τα οφέλη υπήρξαν αμοιβαία: «Ο Εθνικοσοσιαλισμός απελευθέρωσε τον Γερμανό εργάτη από τη μέγκενη ενός δόγματος (σ.σ. του κομμουνισμού) που ήταν βασικά εχθρικό τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο. Ο Αδόλφος Χίτλερ επέστρεψε τον εργάτη στο έθνος του. Τον μετέτρεψε σε πειθαρχημένο στρατιώτη της εργασίας και συνεπώς σύντροφό μας (σ.σ. των βιομηχάνων!)».17 

Με άλλα λόγια, ο φασισμός εξασφάλισε την πολυπόθητη για το κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη», διαλύοντας τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργατών και συλλαμβάνοντας, εκτοπίζοντας ή εξοντώνοντας τους κομμουνιστές.
Τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων ικανοποιούνταν και με τις δύο βασικές επιδιώξεις των Ναζί: την ιμπεριαλιστική αναδιανομή του κόσμου και τη συντριβή της ΕΣΣΔ. 
Αλλωστε από το 1936 κιόλας ο Χίτλερ είχε δώσει οδηγίες στο υπουργείο Πολέμου του Ράιχ να ετοιμάζεται για την «αναμέτρηση με τη Ρωσία», την οποία θεωρούσε «αναπόφευκτη».18

 Οσον αφορά το πρώτο, ο υπουργός Οικονομίας των Ναζί Schacht δήλωνε στον Αμερικανό πρόξενο Fuller το 1935: «Οι αποικίες είναι απαραίτητες στη Γερμανία. Αν καταστεί δυνατό θα τις αποκτήσουμε μέσα από διαπραγματεύσεις. Αν όχι, θα τις αρπάξουμε».19

Εδώ τίθενται ξεκάθαρα δύο από τα πλέον θεμελιώδη αίτια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Για κανένα όμως δε γίνεται αναφορά στα σχολικά βιβλία. 
Για την ακρίβεια, η στόχευση της Σοβιετικής Ενωσης αποσιωπάται εντελώς. 
Η ιμπεριαλιστική αναδιανομή του κόσμου παρουσιάζεται ως «εκστρατεία κατά του διεθνούς κράτους δικαίου», υπονόμευση του υπάρχοντος συστήματος «συλλογικής ασφάλειας» και «ειρήνης», ως «εμμονή της χιτλερικής Γερμανίας να επιβάλει τη θέλησή της σε βάρος της διεθνούς νομιμότητας» κ.ο.κ. 

Ετσι, στις δυνάμεις του άξονα καταλογίζεται η πλήρης ευθύνη για τον πόλεμο, ενώ οι «φιλειρηνικές» δυνάμεις του «φιλελεύθερου δημοκρατικού προτύπου», όπως οι ΗΠΑ, εκθειάζονται για την πολιτική «καλής θέλησης» που εφήρμοσαν, ιδιαίτερα vis-?-vis των χωρών της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής.20 

Ας εξετάσουμε τα δύο αυτά ζητήματα αντίστροφα.
Καταρχάς, για ποια «διεθνή νομιμότητα» και ποιο «διεθνές κράτος δικαίου» μιλάμε; 
Του ιμπεριαλισμού, που εκμεταλλευόταν με αποικιακούς όρους πάνω από το 1/3 της υφηλίου;
 Οχι, αυτή η «νομιμότητα» δεν αμφισβητούνταν από τα κράτη του Αξονα.
 Απλώς επιδίωκαν μεγαλύτερο μερίδιο επί των παγκόσμιων αγορών και πλουτοπαραγωγικών πηγών.

Προφανώς μόνο σε «πολιτική καλής θέλησης» δεν μπορούν να αποδοθούν οι αλλεπάλληλες στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ στην Αϊτή (19χρονη κατοχή, 1914-1934), τη Δομινικανή Δημοκρατία (1916-1924), την Κούβα (1917-1933, κατοχή - προτεκτοράτο), το Ελ Σαλβαδόρ (1932), τον Παναμά (1918-1920, 1925), την Ονδούρα (1919, 1924-1925), τη Γουατεμάλα (1920) ή την Κίνα (1922-1934).21

Μήπως η Βρετανία δεν επενέβη στρατιωτικά στο Αφγανιστάν (1919) ή στο Ιράκ (1920), όπου ο βρετανικός ιμπεριαλισμός χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τη βόμβα φωσφόρου κατά των Κούρδων που εξεγέρθηκαν ενάντια στην αποικιακή κυριαρχία ή στην πολύπαθη Παλαιστίνη (1936); 
Αυτή υπήρξε η «διεθνής νομιμότητα» και «ειρήνη» του Μεσοπολέμου.

Οσον αφορά την αποσιώπηση της κοινής στόχευσης φασισμού και αστικής δημοκρατίας ενάντια στην ΕΣΣΔ, αυτή εξυπηρετεί το αστικό ιδεολόγημα περί αντίθεσης δημοκρατίας - ολοκληρωτισμού, που αναπαράγεται στην κυρίαρχη ιστοριογραφία.
Βασικά ιστορικά γεγονότα που αποσιωπούνται έχουν ως εξής: Την περίοδο από τον Ιούνη έως τον Αύγουστο του 1939 πραγματοποιήθηκαν μια σειρά διαπραγματεύσεις μεταξύ Γερμανίας και Βρετανίας, κατά τις οποίες η πρώτη υποσχέθηκε να σεβαστεί την ακεραιότητα της βρετανικής αυτοκρατορίας, η δε δεύτερη παραχώρησε στο Χίτλερ ελευθερία κινήσεων στην Ανατολή. 
Οι συνομιλίες περιστράφηκαν γύρω από δύο κυρίως άξονες: 
α) τον καθορισμό σφαιρών επιρροής και β) τη διπλωματική απομόνωση της ΕΣΣΔ
Ο Harold Ickes, επιτετραμμένος των Εσωτερικών Υποθέσεων των ΗΠΑ, έγραφε την εποχή εκείνη στο ημερολόγιό του: «Η Αγγλία ήλπιζε να προκαλέσει σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γερμανία και να μη διακινδυνέψει η ίδια [...] Η Γαλλία θα αναγκαστεί επίσης να απαρνηθεί την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη προς όφελος της Γερμανίας, ελπίζοντας να τη δει να εμπλέκεται σε πόλεμο με τη Σοβιετική Ενωση».22

Και ενώ η Γερμανία προήλαυνε προς ανατολάς και ούτε μια τουφεκιά δεν είχε ριχτεί από πλευράς των Συμμάχων, παρότι «επισήμως» της είχαν ήδη κηρύξει τον πόλεμο (ο λεγόμενος «παράξενος πόλεμος»), έλαβε χώρα η σοβιετοφινλανδική σύρραξη. 
Στο πλευρό της αντιδραστικής κυβέρνησης της Φινλανδίας (η οποία σημειωτέον συντάχθηκε στη συνέχεια με τις δυνάμεις του άξονα) έσπευσαν όλοι: Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ και φασιστική Ιταλία συνέδραμαν με στρατιωτικό υλικό, ενώ παράλληλα προετοιμαζόταν και η αποστολή εκστρατευτικού σώματος. 
Το τελευταίο δεν έφτασε ποτέ αφού επήλθε η νίκη του Κόκκινου Στρατού. 
Ενα γκολικό δημοσίευμα του 1943 θα σχολιάσει σχετικά με την υπόθεση: «Στα τέλη του 1939-1940 αποτυγχάνει η πολιτική και στρατιωτική συνωμοσία των Τσάμπερλεν και Νταλαντιέ που σκοπό είχε να προκαλέσει μια ανατροπή της κατάστασης σε βάρος της Σοβιετικής Ενωσης και να μπει τέλος στην αντιπαράθεση ανάμεσα στην αγγλογαλλική συμμαχία και τη Γερμανία μέσω ενός συμβιβασμού και μιας αντι-Κομιντέρν συμμαχίας. 
Η συνωμοσία αυτή συνίστατο στην αποστολή ενός αγγλογαλλικού εκστρατευτικού σώματος για να βοηθήσει τους Φινλανδούς και η επέμβασή του θα προκαλούσε μια εμπόλεμη κατάσταση με τη Σοβιετική Ενωση».23

Παράλληλα, αποσιωπούνται και οι αλλεπάλληλες ειρηνευτικές προσπάθειες της ΕΣΣΔ, που έλαβαν χώρα στην αυγή του πολέμου. 
Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε: Το Μάρτη του 1939 η σοβιετική κυβέρνηση πρότεινε στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Πολωνία, στη Ρουμανία και στην Τουρκία τη σύγκληση διάσκεψης με αντικείμενο την αντιμετώπιση μιας ενδεχομένης γερμανικής επίθεσης. 
Η Αγγλία αρνήθηκε και η διάσκεψη δεν έγινε ποτέ. Χωρίς αποτέλεσμα ήταν και η νέα πρόταση της ΕΣΣΔ στις 27 Μάη προς Γαλλία και Αγγλία για την οργάνωση ενεργούς αμοιβαίας βοήθειας εναντίον κάθε επιθετικής ενέργειας στην Ευρώπη. 
Το ίδιο και στις 23 Ιούλη. 
Επίσης, το Μάη του 1939, η ΕΣΣΔ προσέφερε στρατιωτική βοήθεια στην πολωνική κυβέρνηση σε περίπτωση πολέμου. Η απάντηση της τελευταίας υπήρξε αρνητική (ενώ ταυτόχρονα επικροτήθηκε από τη Γαλλία και την Αγγλία).24 
Οι προθέσεις των «Δημοκρατιών» -όπως διαπιστώσαμε ήδη- ήταν άλλες.
Τι «επιλέγουν» να «γνωστοποιήσουν» τα σχολικά βιβλία από το σύνολο των διπλωματικών κινήσεων, επαφών και συμφωνιών της προπολεμικής περιόδου; Το Σύμφωνο «Μολότοφ - Ρίμπεντροπ» (γερμανοσοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης), το οποίο -σύμφωνα με το βιβλίο Ιστορίας της Γ' Λυκείου- «ενίσχυσε» τον Χίτλερ «στην επιλογή του υπέρ του πολέμου». 
Επίσης, γνωστοποιούν τις «φιλικές σχέσεις Χίτλερ - Στάλιν που επισφραγίστηκαν με τον από κοινού διαμελισμό της Πολωνίας».25 
Για να γίνει πειστική αυτή η εκτίμηση, σκοπίμως υποβαθμίζεται ως προς τη σημασία άλλα και το περιεχόμενό της η Συμφωνία του Μονάχου μεταξύ Γαλλίας, Αγγλίας, Γερμανίας και Ιταλίας, η οποία είχε προηγηθεί.
Αλλωστε, η Συμφωνία του Μονάχου ήταν η διπλωματική πλευρά της επιδίωξης των «Αστικών Δημοκρατιών» η Γερμανία να είναι ο εισβολέας στην ΕΣΣΔ. 
Με την απόκρυψη όλων των ιστορικών δεδομένων που παραθέσαμε, στη συνείδηση του μαθητή και της μαθήτριας διαστρεβλώνεται ο -αναγκαστικός για την ΕΣΣΔ- αμυντικός χαρακτήρας του Συμφώνου «Μολότοφ - Ρίμπεντροφ». 
Το γεγονός ότι η σοβιετική πολιτική ήταν «κατά κύριο λόγο αμυντική, βασιζόμενη στο φόβο μιας ενδεχόμενης επίθεσης των Συμμάχων ή άλλων σχετιζόμενων δυνάμεων», επιβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, από πληθώρα διπλωματικών πηγών και αρχειακού υλικού της εποχής.26 

Οι δε πολεμικές προετοιμασίες της Βρετανίας εναντίον της ΕΣΣΔ σε περίπτωση εμπλοκής της τελευταίας σε πόλεμο με τη Γερμανία είναι επίσης καταγεγραμμένες με σαφήνεια και λεπτομέρεια στα αρχεία του Foreign Office.27 

Το Σύμφωνο «Μολότοφ - Ρίμπεντροπ» ήταν το μοναδικό μέσο άμυνας που είχε απομείνει στη Σοβιετική Ενωση δεδομένων των συνθηκών. Εξασφάλισε στη χώρα 21 πολύτιμους μήνες ειρήνης, που κατόπιν αποδείχτηκαν ανεκτίμητοι στην πολεμική της προετοιμασία ενόψει της αναπόφευκτης γερμανικής επίθεσης.
Τέλος, η αναφορά στον ισπανικό εμφύλιο, το σημαντικότερο ίσως πρόδρομο γεγονός του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, περιορίζεται, στο μεν βιβλίο Ιστορίας της Γ' Γυμνασίου σε μισή -κυριολεκτικά- γραμμή, ενώ στο βιβλίο της Γ' Λυκείου παρατίθεται μόνο ως υποσημείωση στην αναφορά στο έργο «Γκουέρνικα» του Π. Πικάσο.

 Ετσι ο μαθητής δε θα μάθει ποτέ για το ρόλο των αστικών κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Βρετανίας (καθώς και της Κοινωνίας των Εθνών) στην απομόνωση (εμπάργκο) της Δημοκρατικής Ισπανίας, την ίδια στιγμή που οι δυνάμεις του Φράνκο απολάμβαναν την αμέριστη υποστήριξη του Αξονα, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό.

Αλλά ακόμη και αυτές οι δήθεν ουδέτερες αστικές δημοκρατίες δεν υπήρξαν εν τέλει και τόσο ουδέτερες. Το αεροσκάφος που τον Ιούλη του 1936 μετέφερε το στρατηγό Φράνκο από τα Κανάρια νησιά -όπου είχε τεθεί σε απομόνωση- στο ισπανικό Μαρόκο, σηματοδοτώντας ουσιαστικά την απαρχή του Εμφυλίου, ήταν βρετανικό (πιλότος του αεροσκάφους υπήρξε ο Cecil Bebb, αξιωματούχος της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών MI6).28 

Επίσης, παρά το εμπάργκο, η Βρετανία συνέχισε να έχει με τη φασιστική Ισπανία εμπορικές συναλλαγές αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, κεφάλαια απαραίτητα για τη χρηματοδότηση της πολεμικής δραστηριότητας του Φράνκο. Αξιοσημείωτη υπήρξε ακόμη η συνδρομή των ΗΠΑ και των αμερικανικών μονοπωλίων «Ford», «General Motors», κ.ά. υπέρ των φρανκιστών, σε καύσιμα, οχήματα κ.ο.κ.29 

Η μόνη χώρα που στάθηκε δίπλα στη Δημοκρατική Ισπανία ήταν η Σοβιετική Ενωση. Το σπάσιμο του εμπάργκο -φασιστών και «δημοκρατών»- δεν ήταν απλή υπόθεση. Χιλιάδες φορτία κατασχέθηκαν στα σύνορα με τη Γαλλία, ενώ πολλά σοβιετικά πλοία δέχτηκαν επίθεση και βυθίστηκαν στη προσπάθειά τους να μεταφέρουν βοήθεια στον αγωνιζόμενο ισπανικό λαό.30

Η στάση της Γαλλίας, στην κυβέρνηση της οποίας βρισκόταν τότε το Λαϊκό Μέτωπο31 με πρωθυπουργό τον ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Λεόν Μπλουμ, εγείρει ακόμη ένα κρίσιμο ζήτημα, το οποίο ωστόσο, λόγω της στενότητας του χώρου, δε μας επιτρέπεται να αναπτύξουμε όσο θα χρειαζόταν. 
Πρόκειται για το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας στη θωράκιση της αστικής εξουσίας, στην υπονόμευση των εργατικών αγώνων και την άνοδο του φασισμού κατά τη μεσοπολεμική περίοδο. 
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του προέδρου της Β' (Σοσιαλιστικής) Διεθνούς, του Βαντερβέλντε, ο οποίος τόνισε στη βελγική βουλή το 1932: 
«Το καπιταλιστικό σύστημα έχει παντού ρήγματα. Μπορεί να σωθεί μόνο με σοβαρά και επείγοντα μέτρα. Μόλις που προλαβαίνουμε. Προσέξτε να μην γκρεμίσει το προλεταριάτο το ναό, όπως ο Σαμψών». 
Ενας άλλος σοσιαλιστής, ο Μοντέλ, είχε άλλωστε ξεκαθαρίσει πριν την κρίση πως «μόνο το σοσιαλιστικό κόμμα είναι ικανό να σώσει την αστική κοινωνία».32

Στην ίδια τη Γερμανία, η κυβερνώσα σοσιαλδημοκρατία, λίγους μόλις μήνες πριν την επικράτηση του ναζισμού, υπεδείκνυε υπερβάλλοντα ζήλο στην καταπολέμηση του μείζονος -κατά τη γνώμη της- κακού... του κομμουνισμού! 
Αφού απέρριψε ξανά και ξανά τις επανειλημμένες προτάσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας για ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης κατά του φασισμού, φρόντισε να θέσει εκτός νόμου και να διαλύσει το Κόκκινο Μέτωπο, επιτρέποντας παράλληλα την ύπαρξη των Ταγμάτων Εφόδου των Ναζί! Τα παραδείγματα είναι πολλά και σίγουρα δεν εξαντλούνται μέσα σε λίγες μόνο σελίδες. Πρόκειται όμως για ιστορικά γεγονότα που σκόπιμα παραλείπονται από βιβλία Ιστορίας, σχολικά και μη.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ο αναπροσδιορισμός της ιστορικής μνήμης των λαών - με αιχμή το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά όχι μόνο - δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Εντάσσεται σε μια γενικότερη προσπάθεια που εκτυλίσσεται τα τελευταία χρόνια σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Την καθιέρωση της 9ης Μάη ως «Ημέρας της Ευρώπης» («αντικαθιστώντας» έτσι την επέτειο της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών) από την ΕΕ το 1985, το «Μνημόνιο για την ανάγκη διεθνούς καταδίκης των εγκλημάτων των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων» (το γνωστό και ως «Αντικομμουνιστικό Μνημόνιο»), που κατατέθηκε προς συζήτηση στο Συμβούλιο της Ευρώπης το 2006, τον ορισμό της 23ης Αυγούστου (τη μέρα δηλαδή που υπογράφτηκε το Σύμφωνο Μολότοφ - Ρίμπεντροπ) ως «Ευρωπαϊκής Ημέρας Μνήμης για τα θύματα του Ναζισμού και του Σταλινισμού» από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2008 κ.ά.
2. Πρόκειται για τα βιβλία: Ε. Λούβη, Δ. Χρ. Ξιφαράς «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία» της Γ' Γυμνασίου και Ι. Κολλιόπουλος, Κ. Σβολόπουλος, Ε. Χατζηβασιλείου, Θ. Νήμας, Χ. Σχολινάκη - Χελιώτη «Ιστορία του Νεότερου και Σύγχρονου Κόσμου» της Γ΄ Λυκείου (Γενικής Κατεύθυνσης) - Δ΄ Εσπερινού Λυκείου. Τα δύο βιβλία, αν και προϊόντα διαφορετικών ιδεολογικών ρευμάτων, υπηρετούν ενιαία την αστική αντίληψη για την Ιστορία.
3. Βιβλίο Ιστορίας Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 112.
4. Βιβλίο Ιστορίας Γ΄ Λυκείου, σελ. 104.
5. Βιβλίο Ιστορίας Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 116.
6. Στη χώρα μας οι γυναίκες απέκτησαν για πρώτη φορά πλήρη εκλογικά δικαιώματα το 1944, στις εκλογές που διεξήχθησαν στην ελεύθερη - από το ΕΑΜ - Ελλάδα για το Εθνικό Συμβούλιο της ΠΕΕΑ (αναφέρεται στο βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου, όχι όμως της Γ΄ Λυκείου).
7. Σύμφωνα με την Εκθεση της Επιτροπής «La Follette» (από τον γερουσιαστή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Robert M. La Follette) για τα ατομικά δικαιώματα (Civil Liberties), την περίοδο 1933 - 1937 οι αμερικανικές επιχειρήσεις «επένδυσαν» πάνω από 10 εκατομμύρια δολάρια σε πληροφοριοδότες (χαφιέδες), απεργοσπάστες και όπλα - πυρομαχικά (δακρυγόνα, πολυβόλα, θωρακισμένα αυτοκίνητα, βόμβες θρυμματισμού κ.ά.) που προορίζονταν για τη μάχη κατά των συνδικάτων. Βλέπε U.S. Congress, Senate, Subcommittee of the Committee on Education and Labor. Hearings Pursuant to S. Res. 266, Violations of Free Speech and Rights of Labor. 74th-76th Cong., 1936-1940. Για την «άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ», βλέπε το ομότιτλο βιβλίο των Ρ. Ο. Μπόγιερ και Χ. Μ. Μορέ, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1993.
8. Βιβλίο Ιστορίας Γ΄ Λυκείου, σελ. 104.
9. Βλέπε M. Gilbert (1992): «Churchill: A Life» (London: Minerva) και L. Picknett et al: «War of the Windsors: A Century of Unconstitutional Monarcy» (Edinburgh: Mainstream Publishing), 2002, σελ. 78.
10. L. DiStasi: «Una Storia Segreta: The Secret History of Italian American Evacuation and Investment During World War II», (Berkeley: HeyDay Books) 2001, σελ. 163.
11. Για τα οικονομικά στοιχεία βλέπε D. Hayward: «U.S.-German Trade Policies and Economic Preparation for War, 1933-40», 2002 και F. Nicosia & J. Huener: «Business and Industry in Nazi Germany», Berghahn Books, 2004.
12. Βλέπε ενδεικτικά BBC News, 23/2/1998, K. Silverstein: «Ford and the Fuhrer», στο «The Nation», τεύχος 3/2000, σελ. 14, Ch. Higham: «Trading with the Enemy» Delacorte Press, 1983, σελ. 1-33, ACSA Press Release, 13.7.2003 κ.ά.
13. Πρακτικά Δικών της Νυρεμβέργης (από δω και πέρα ΠΔΝ), τ. 1, Κεφάλαιο VIII.
14. Ντοκουμέντο EC-439, ΠΔΝ.
15. Ντοκουμέντο D-151, ΠΔΝ.
16. Ντοκουμέντο D-325, ΠΔΝ.
17. Από ομιλία του G. Krupp, 26 Γενάρη 1934, Ντοκουμέντο D-392, ΠΔΝ
18. Ντοκουμέντο EC-416, ΠΔΝ.
19. Ντοκουμέντα EC-450 και US-629, ΠΔΝ.
20. Βλέπε βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 105, 110, 111 και Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 116
21. Αφού αποστρατεύτηκε, ο Στρατηγός S. Butler, επικεφαλής πολλών τέτοιων επεμβάσεων, περιέγραψε την καριέρα του ως εξής: «Ξόδεψα 33 χρόνια και 4 μήνες στην ενεργό στρατιωτική υπηρεσία... Και κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής ξόδεψα τον περισσότερο καιρό μου ως μπράβος των μεγάλων επιχειρήσεων, της Wall Street και των τραπεζιτών. Με λίγα λόγια υπήρξα... ένας γκάνγκστερ του καπιταλισμού... Ετσι, συνέδραμα στο να γίνει το Μεξικό ασφαλές για τα συμφέροντα του αμερικανικού κεφαλαίου το 1914. Συνέδραμα στο να γίνει η Αϊτή και η Κούβα ασφαλές μέρος για τους λεβέντες της National City Bank να αποκομίζουν κέρδη. Συνέδραμα στο βιασμό μισής ντουζίνας κρατών της Κεντρικής Αμερικής για το όφελος της Wall Street». S. Butler, όπως παρατίθεται στο J. Brabner: «War is a Racket», στο «Real War Stories», νο. 2 (Forestville, CA: Eclipse, 1991).
22. H. L. Ickes: «The Secret Diary of Harold Ickes», τ. 2, 1936 - 1939 (London: Weindenfeld & Nicolson, 1955), σελ. 705.
23. «Petite encyclopedie politique du monde», σελ. 136.
24. Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», τ. Θ1-Θ2, σελ. 715-719.
25. Βλέπε βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 113, 115, 120.
26. Βλέπε π.χ. τα απομνημονεύματα του Σοβιετικού πρέσβη στη Βρετανία I . Maisky: «Memoirs of a Soviet Ambassador, The War, 1939 - 1943» (London, 1967), σελ. 137 και National Archives, Department of State, 740.0011 EW 1939/3446, 1 Ιούνη 1940. Ο αμυντικός χαρακτήρας της σοβιετικής πολιτικής για τη συγκεκριμένη περίοδο είναι δίκαιος όχι μόνο ως προς την υπεράσπιση της κυριαρχίας της, αλλά κυρίως ως προς την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής κυριαρχίας.
27. Επιχειρήσεις που συν τοις άλλοις προέβλεπαν κατάληψη του Ιράκ και βομβαρδισμό των πετρελαίων του Μπακού. FO 954/24, minutes by Wamer, Strang and Cadogan, 31 Μάη, CAB 79/86, COS (41) 197, Public Record Office κ.ά.
28. Βλέπε άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «The Guardian», 18 Ιούλη 2006. Το ταξίδι περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια ο ίδιος ο Bebb στην εφημερίδα «News Chronicle», 7 Νοέμβρη 1936.
29. Θ. Παπαρήγα: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1996, σελ. 50, αναφέρεται ότι «σύμφωνα με τα στοιχεία της πρεσβείας στη Μαδρίτη, οι ΗΠΑ έδωσαν συνολικά 1.886.000 τόνους καυσίμων, ενώ τρεις εταιρείες (η «Φορντ», η «Στουντεμπέικερ» και η «Τζένεραλ Μότορς») έδωσαν 12.000 φορτηγά. Για τις εμπορικές συναλλαγές της Βρετανίας βλέπε: R. Fraser (1979): «Blood of Spain: An Oral History of the Spanish Civil War» (New York: Pantheon), σελ. 279, 410.
30. Η ΕΣΣΔ κινδύνεψε να χάσει το μισό εμπορικό της στόλο σε αυτή την προσπάθεια. Παρ' όλα αυτά, η σοβιετική βοήθεια υπήρξε πολύτιμη, μετρώντας συνολικά 806 αεροπλάνα, 362 τανκς και 1.555 πυροβόλα όπλα (χώρια η βοήθεια σε τεχνική υποστήριξη και ανθρώπινο δυναμικό), Academy of Sciences of the USSR (1974): «International Solidarity with the Spanish Republic, 1936-1939», (Moscow: Progress), σελ. 329 - 330.
31. Στο Λαϊκό Μέτωπο μετείχαν το Σοσιαλιστικό, το Κομμουνιστικό και το Ριζοσπαστικό Κόμμα. Κέρδισε τις εκλογές του Μάη 1936 και σχημάτισε κυβέρνηση υπό τον Λεόν Μπλουμ, ηγέτη των σοσιαλιστών. Το ΓΚΚ δεν έλαβε μέρος στην κυβέρνηση, στήριξε όμως την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του Μετώπου, έως την έκρηξη του Ισπανικού Εμφυλίου, όπου διαφώνησε με τη στάση των σοσιαλιστών - ριζοσπαστών και ήρε την υποστήριξή του. Ετσι, τον Ιούνη του 1937, ο Λ. Μπλουμ αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε Θ Παπαρήγα: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1996.
32. Βλέπε αντίστοιχα «Le Peuple» 7 Μάη 1932 και «Republique Sociale» 15 Νοέμβρη 1928, στο Ρ. Π. Ντουτ: «Σοσιαλδημοκρατία και Φασισμός», ΚΟΜΕΠ, τ.6/2009, σελ. 124.


Ο Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

Μέρος 2ο




Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Στις ενότητες που αφορούν τη διεξαγωγή του πολέμου, την κατοχή και την αντίσταση στον κατακτητή, η τάση για υποβάθμιση του ρόλου της ΕΣΣΔ -και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος γενικότερα- στον αντιφασιστικό αγώνα είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανής, καταργώντας κάθε μέτρο αντικειμενικότητας στην προσέγγιση της Ιστορίας.

Και στα δύο βιβλία τονίζεται ο παράγων «χειμώνας», ως καθοριστική αιτία στην ανακοπή της γερμανικής προέλασης στο Ανατολικό Μέτωπο («κλασικό» επιχείρημα όσων προσπάθησαν διαχρονικά να υποτιμήσουν την εποποιία του σοβιετικού λαού). Στην «ηρωική άμυνα» των Βρετανών πιλότων της RAF κατά τη «Μάχη της Αγγλίας» αντιπαραβάλλονται οι «ζωντανοί νεκροί» του πολιορκημένου Λένινγκραντ, που σχεδόν μοιρολατρικά περίμεναν το θάνατο («οι ζωντανοί δεν είχαν κουράγιο να θάψουν τους νεκρούς»). 

Ο χώρος που διατίθεται για την περιγραφή των πολεμικών επιχειρήσεων δεν αντιστοιχεί, ούτε στο μέγεθος ούτε στη συμβολή τους, στην τελική νίκη. Και το επιστέγασμα όλων αυτών: στο χάρτη των απωλειών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που παρατίθεται στο βιβλίο Ιστορίας της Γ' Λυκείου, οι νεκροί της Σοβιετικής Ενωσης δεν αναγράφονται καν!33

Προκειμένου να σχηματίσουμε μια ορισμένη εικόνα του πόσο ετεροβαρής -και κατά συνέπεια στρεβλή- είναι η αποτύπωση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στα σχολικά βιβλία, αρκεί να αναλογιστούμε τα εξής:
 Στο Ανατολικό Μέτωπο η Βέρμαχτ σημείωσε τα 3/4 των συνολικών απωλειών της. 
Η Σοβιετική Ενωση είχε περίπου 20.000.000 νεκρούς σε μάχιμο και άμαχο πληθυσμό (εκ των οποίων 2.000.000 μέλη του ΚΚΣΕ), ενώ η Βρετανία 375.000 και οι ΗΠΑ 405.000. 
Ο Κόκκινος Στρατός σήκωσε το κύριο βάρος (65%) των στρατιωτικών απωλειών μεταξύ των Συμμάχων (Βρετανία και ΗΠΑ από 2% αντίστοιχα).
Οι απώλειες του αμερικανικού στρατού στη Γερμανία ήταν 8.351 άνδρες, ενώ μόνο η μάχη για το Βερολίνο στοίχισε στους Σοβιετικούς 300.000 νεκρούς και τραυματίες. 
Η πολιορκία του Λένινγκραντ υπήρξε η πιο αιματηρή στην Ιστορία της ανθρωπότητας. Κράτησε 872 ημέρες και κόστισε τη ζωή σε περίπου 1.000.000 Σοβιετικούς πολίτες. Μία τιτάνια προσπάθεια πραγματικά, υπόδειγμα ηρωισμού.

Ο ρόλος των αντιστασιακών - αντιφασιστικών κινημάτων στην κατεχόμενη Ευρώπη επίσης υποβαθμίζεται έως και διαγράφεται. Στο βιβλίο Ιστορίας της Γ' Γυμνασίου αφιερώνεται μια γραμμή, ενώ παρατίθεται εμβόλιμα η επιστολή ενός Γάλλου αντιστασιακού. 
Στο δε βιβλίο της Γ' Λυκείου η μία και μοναδική αναφορά στην αντίσταση έχει να κάνει με τη σύλληψη του Μουσολίνι από τους «παρτιζάνους» γενικά (το «κομμουνιστές» εδώ παραλείπεται). 
Και όμως, τα αντιστασιακά κινήματα συνέδραμαν σημαντικά στην έκβαση του πολέμου, καθηλώνοντας δεκάδες μεραρχίες και προξενώντας σημαντικές φθορές, υλικές και ηθικές, στον εχθρό. 
Η ύπαρξή τους εξοβελίζεται από την Ιστορία και μαζί τους το στοιχείο του λαϊκού παράγοντα στον αντιφασιστικό αγώνα, κύριος αιμοδότης - οργανωτής του οποίου υπήρξαν οι κομμουνιστές.34

Τέλος, στην ενότητα «εγκλήματα πολέμου κατά της ανθρωπότητας» γίνεται αναφορά στις διώξεις και την εξόντωση «πολυάριθμων Εβραίων και Τσιγγάνων» στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
 Γιατί μεταξύ αυτών δεν συγκαταλέγονται τα 2,5-3 εκατομμύρια Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου, που έπεσαν θύματα της ίδιας θηριωδίας, καθώς και οι χιλιάδες κομμουνιστές και αντιφασίστες, που επίσης άφησαν την τελευταία τους πνοή στα κολαστήρια του Αουσβιτς, του Μαουτχάουζεν κ.ο.κ.; 
Γίνεται ειδική αναφορά στους Ελληνες Εβραίους που στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης - και πολύ σωστά. Γιατί όμως δε γίνεται το ίδιο -έστω και μονολεξί- για τους Ελληνες κομμουνιστές και αντιφασίστες που μοιράστηκαν την ίδια τύχη (μεταξύ αυτών και ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδης);

Και βέβαια, όσον αφορά το ζήτημα της «λογοδοσίας», της «απόδοσης ευθυνών» και της «τιμωρίας» εκείνων που διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δεν αναδεικνύεται ούτε η «μισή αλήθεια». 

Η δίκη των βιομηχάνων (η δεύτερη δίκη της Νιρεμβέργης), η οποία συστάθηκε για να εξετάσει όχι μόνο την πολύπλευρη στήριξη του κεφαλαίου στο φασισμό, αλλά και τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν υπ' ευθύνη του κατά της ανθρωπότητας (χρήση αιχμαλώτων πολέμου στην παραγωγή, διαχείριση στρατοπέδων συγκέντρωσης, εξοντωτικές συνθήκες εργασίας κλπ.), διαγράφεται ως ιστορικό γεγονός. Παρομοίως αποσιωπάται ότι το 1950-1951 ο John McCloy, ύπατος αρμοστής των ΗΠΑ στην Αμερικανική Ζώνη κατοχής της Γερμανίας, άρχισε να αμνηστεύει έναν - έναν όλους τους βιομηχάνους και τους τραπεζίτες που είχαν καταδικαστεί ως εγκληματίες πολέμου, 
όπως τον Krupp, τα στελέχη της «I. G. Farben» ή τον Friedrich Flick, έναν από τους βασικότερους οικονομικούς υποστηρικτές του Χίτλερ και του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, ο οποίος αποκόμισε τεράστια κέρδη, χρησιμοποιώντας σκλάβους εργάτες που μίσθωνε από τα SS (υπολογίζεται ότι από τους 48.000 εργάτες που εργάστηκαν στις επιχειρήσεις του Flick, σχεδόν το 80% δεν επιβίωσε). 
Οσες περιουσίες είχαν κατασχεθεί, επεστράφησαν, ενώ πολλοί αποκαταστάθηκαν στα προηγούμενα διευθυντικά πόστα τους.

Και δεν ήταν οι μόνοι που «αποκαταστάθηκαν», ώστε να λάβουν μέρος στην οξυνόμενη διαπάλη μεταξύ ιμπεριαλισμού και σοσιαλισμού. 
Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης των μυστικών υπηρεσιών της Δυτικής Γερμανίας, ο John McCloy έθεσε επικεφαλής τους τον Reinhardt Gelen, τον Ναζί εγκληματία πολέμου, υπεύθυνο της αντισοβιετικής κατασκοπίας και καταζητούμενο από την ΕΣΣΔ για τα τερατώδη εγκλήματα που διαπράχθηκαν υπό την ηγεσία του στο Ανατολικό Μέτωπο. 
Την ίδια περίοδο, ο Adolf Heusinger, πρώην αρχηγός του Επιτελείου Στρατού της Βέρμαχτ, διορίστηκε αρχηγός του Επιτελείου Στρατού της Δ. Γερμανίας, ενώ στη συνέχεια τοποθετήθηκε πρόεδρος της Μόνιμης Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ! 
Εως το 1961 υπηρέτησαν στη διοίκηση του ΝΑΤΟ 136 Γερμανοί στρατηγοί και ναύαρχοι
 που είχαν καταδικαστεί ως εγκληματίες πολέμου!35

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Η εγκαθίδρυση δικτατορικού - φασιστικού καθεστώτος στην Ελλάδα αποδίδεται εν πολλοίς στην «ισοψήφιση... των δύο μεγάλων κομμάτων, Λαϊκού και Φιλελευθέρων, στις εκλογές του Ιανουαρίου 1936» και την «αδυναμία τους στη συνέχεια να συνεργαστούν...σε εποχή γενικότερης κρίσης του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος».
 Τη «λύση» στο κοινοβουλευτικό «αδιέξοδο» έδωσε ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄, διορίζοντας Πρωθυπουργό τον Ι. Μεταξά, ο οποίος, επικαλούμενος «κομμουνιστικό κίνδυνο», κήρυξε τη δικτατορία στις 4 Αυγούστου 1936.36 

Οι ευθύνες, λοιπόν, του αστικού πολιτικού κόσμου περιορίζονται στην «αδυναμία» τους να συνεργαστούν μεταξύ τους και την «έλλειψη πυγμής» να αντιδράσουν σε αυτό που παρουσιάζεται εδώ λίγο-πολύ ως ένα αυθαίρετο βασιλικό πραξικόπημα. 
Το ότι βέβαια, τόσο το Κόμμα των Φιλελευθέρων όσο και των Λαϊκών ψήφισαν υπέρ της κυβέρνησης Μεταξά στη Βουλή (οι μεν πρώτοι έδωσαν «ψήφο εμπιστοσύνης», οι δε δεύτεροι «ψήφο ανοχής» - το ΚΚΕ ήταν το μόνο κόμμα που ψήφισε «κατά») τον Απρίλη του 1936, παραδίδοντας επίσημα και σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος τη διακυβέρνηση στο μελλοντικό δικτάτορα, κρίνεται ανάξιο αναφοράς.

Το φλερτ των αστικών «δημοκρατικών» κομμάτων με το φασισμό παραγράφεται και πάλι, όπως ακριβώς έγινε στις ενότητες που πραγματεύονταν τα αίτια της ανόδου του φασισμού σε διεθνές επίπεδο. 

Ενδεικτική είναι ίσως η στιχομυθία Βενιζέλου - Πλαστήρα, παραμονές των εκλογών του 1933, όταν το Κόμμα των Φιλελευθέρων βρισκόταν αντιμέτωπο με σίγουρη ήττα. 
Ακολούθως, ο Γ. Δάφνης, στο έργο του «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», αναφέρει πως ο Πλαστήρας πρότεινε στο Βενιζέλο τη διενέργεια πραξικοπήματος, ώστε να «κάνουμε ό,τι και στην Ιταλία, που χάρις στο Φασισμό προοδεύει»
Ο Βενιζέλος «του απήντησε ότι δεν ήτο μεν ενθουσιασμένος με το κοινοβουλευτικόν καθεστώς, αλλ' ότι τα ελαττώματα των άλλων λύσεων ήσαν τόσο μεγάλα, ώστε ουδ' επί στιγμήν εδέχετο αλλαγήν του πολιτεύματος.
 Η Ιταλία, προσέθεσεν, επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ, ενώ εις την Ελλάδα δεν υπήρχε δικτάτωρ... Και χαριτολογών, κατέληξεν ο Βενιζέλος: "Αν πείσεις τον Μουσολίνι να αφήση την Ιταλίαν και να έλθη εδώ, τότε, ίσως, συμφωνήσω να γίνη δικτατορία"»37.

Ο Πλαστήρας θα εκφράσει και πάλι την «προτίμησή» του στις δυνάμεις του Αξονα σε ιδιόχειρη επιστολή του στις 21 Απρίλη 1941 (όταν τα γερμανικά στρατεύματα προήλαυναν ήδη σε ελληνικό έδαφος), προτρέποντας σε σχηματισμό φιλογερμανικής κυβέρνησης.38 

Ο δε Γ. Κονδύλης -από την «άλλη πλευρά» του αστικού πολιτικού φάσματος- ένα χρόνο πριν την εγκαθίδρυση του καθεστώτος Μεταξά, θα χαρακτηρίσει τον Ιταλό δικτάτορα ως τον «καλύτερο άνδρα της σημερινής εποχής», ο οποίος «κατάφερε να πειθαρχήσει έναν ζωηρό λαό [...] και να λύσει το πρόβλημα της συνεργασίας μεταξύ κεφαλαίου και εργατών»39.

Γιατί επιβλήθηκε δικτατορία το 1936 στην Ελλάδα; Την απάντηση την έδωσε ο ίδιος ο Ι. Μεταξάς, διευκρινίζοντας με ειλικρίνεια όσο και κυνικότητα, πως σκοπός της δικτατορίας δεν ήταν άλλος παρά η «αδιάκοπος φροντίς διά την στερέωσιν του αστικού καθεστώτος με όλας τας αναγκαίας θυσίας διά το σύνολον της κοινωνίας και ιδίως διά τας ενδεείς τάξεις»40.

Στην ενότητα του βιβλίου Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου που πραγματεύεται τη «συμμετοχή της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο» και την «Εθνική Αντίσταση» η ήττα των ελληνικών στρατευμάτων από τα γερμανικά αποδίδεται στην «υπεροχή» των τελευταίων «σε οργάνωση και οπλικά μέσα». 
Αυτό όμως δεν αποτελεί παρά μια εξιδανικευμένη και λειψή απεικόνιση της ιστορικής πραγματικότητας. 
Ο ελληνικός στρατός δεν «υπέκυψε» λόγω της υπεροπλίας του αντιπάλου. 
Προδόθηκε και εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. 
Δύο μόλις ημέρες μετά την παράδοση τελεσιγράφου διά χειρός του Γερμανού πρέσβη στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή (6 Απρίλη 1941), ο διοικητής του Μετώπου στρατηγός Μπακόπουλος, βάσει διαταγών του αρχιστράτηγου Παπάγου, απηύθυνε στην ηγεσία των χιτλερικών στρατευμάτων παράδοση άνευ όρων. Και αυτό ενώ ο ελληνικός στρατός μαχόταν ακόμη στην Ηπειρο! 
Η παράδοση του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας άφησε τη Στρατιά Ηπείρου εγκλωβισμένη μεταξύ των ιταλικών και γερμανικών στρατευμάτων, καθιστώντας την οποιαδήποτε άμυνα ιδιαίτερα δύσκολη. 
Τρεις εβδομάδες αργότερα (και ενώ ο ελληνικός στρατός είχε απωθήσει με επιτυχία την ιταλική επίθεση επί 6 μήνες) η γερμανική μπότα πάτησε στους δρόμους της Αθήνας...

Η «επόμενη μέρα» βρίσκει (στο βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου πάντοτε) την «εξόριστη πλέον ελληνική κυβέρνηση» να υπερασπίζεται «με όσα μέσα διέθετε, τα εθνικά συμφέροντα»41. 

Η «συνέχιση του αγώνα στο πλευρό των Συμμάχων» ξεκινά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στις μάχες του Ελ Αλαμέιν και του Ρίμινι, παρότι χρονικά έπονται της Εθνικής Αντίστασης. 
Προφανώς στη συνείδηση των συγγραφέων του βιβλίου προηγούνται ιεραρχικά από πλευράς σπουδαιότητας, παρότι η Εθνική Αντίσταση υπερτερούσε παρασάγγας, τόσο από την άποψη της μαζικότητας (το ΕΑΜ έφτασε να έχει 1.500.000 μέλη και ο ΕΛΑΣ 127.535 μαχητές και εφέδρους), όσο και της συμβολής στις πολεμικές επιχειρήσεις γενικά. 

Αλλά και όσον αφορά τα ελληνικά στρατεύματα στη Μέση Ανατολή, θα ήταν χρήσιμο για το μαθητή να γνωρίζει την τύχη που επιφύλαξε η αστική κυβέρνηση του Καΐρου και ο καθ' όλα «ευγνώμων» βρετανικός ιμπεριαλισμός στο αντιφασιστικό κίνημα της Μέσης Ανατολής, στέλνοντας χιλιάδες από τους συμμετέχοντες σε αυτό να πεθάνουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Λιβύης και της Ερυθραίας.42

Η υποβάθμιση του ρόλου των κομμουνιστών στον εθνικοαπελευθερωτικό - αντιφασιστικό αγώνα αρχίζει με την αποσιώπηση του περίφημου «Ανοικτού Γράμματος» (31 Οκτώβρη 1940) του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη, που καλούσε τον ελληνικό λαό σε αντίσταση. 
Το ΕΑΜ μπορεί να παρουσιάζεται μεν ως η μεγαλύτερη αντιστασιακή οργάνωση, ωστόσο το ποιος το ίδρυσε, το οργάνωσε και καθοδήγησε δεν αναγράφεται παρά στο γλωσσάρι στο πίσω μέρος του βιβλίου. Στο κείμενο των 153 λέξεων, όπου οι συγγραφείς του βιβλίου επιχείρησαν να συμπτύξουν -κυριολεκτικά και μεταφορικά- το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης, δε χωράει η μάχη της σοδειάς (όταν το ΕΑΜ έσωσε το λαό από την πείνα), δε χωρούν οι απεργιακοί αγώνες, η ματαίωση της επιστράτευσης, η πολιτιστική - εκπαιδευτική προσπάθεια που έλαβε χώρα στην «Ελεύθερη Ελλάδα» κ.ο.κ. 
Στην «άοσμη» και «άχρωμη» εκδοχή της περιόδου που προωθείται ιστοριογραφικά, όλοι λίγο-πολύ οι Ελληνες έκαναν αντίσταση και ελάχιστοι έγιναν προδότες. Συνεπώς δεν υπήρχε χώρος για εκείνους που θησαύρισαν επί πτωμάτων στην Κατοχή, τους μαυραγορίτες, τους δοσίλογους, τα Τάγματα Ασφαλείας.

Η απάντηση όμως καμιά φορά έρχεται από τις πιο «απρόσμενες» πηγές: Εκθεση του Βρετανικού Υπουργείου των Εξωτερικών (Foreign Office) στις 27 Ιούλη 1943 αναφέρει πως οι βασιλόφρονες «υπήρξαν ενεργοί (ή από την απάθεια, αδράνειά τους) συνεργάτες του εχθρού και τώρα φυσικά κάνουν ύστατες προσπάθειες να αποδείξουν -μέσω της βιαστικής δημιουργίας νέων «αντιστασιακών ομάδων» και της υπογραφής πρωτοκόλλων- την πίστη τους στους Συμμάχους»43.

Παράλληλα, στη σχετική «Αναφορά για την Ελλάδα» (1943) αναφέρεται: 
«...την ίδια στιγμή που τα εθνικιστικά και συντηρητικά στοιχεία σπαταλούσαν τον χρόνο τους στην αδράνεια, το ΕΑΜ τράβηξε μπροστά φτάνοντας ένα σημείο στο οποίο μπορεί να ισχυριστεί πως είναι ο κύριος αντιπρόσωπος της ελληνικής αντίσταση [...]


Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το ΕΑΜ είναι ο ηγετικός παράγοντας στο αντιστασιακό κίνημα, και δικαιολογημένα ισχυρίζονται πως ηγούνται του αγώνα τόσο για την απελευθέρωση από τον Αξονα, όσο και για τις εσωτερικές ελευθερίες [...]

Οι πρώην πολιτικές προσωπικότητες απέτυχαν να δείξουν στο λαό οποιαδήποτε ηγετική ικανότητα με αυτό ή τον άλλο τρόπο, καθ' όλη τη διάρκεια της κατοχής. Κάποιοι κάτοχοι μεγάλων περιουσιών είναι αντίθετοι στο κίνημα αντίστασης γιατί βλέπουν τα τεράστια κέρδη που συσσώρευαν από την κατοχή να εξατμίζονται από τον κοινό σκοπό [...]

Αλλά η μάζα του λαού βλέπει τους αντάρτες ως ηγέτες του αγώνα, και η θέση που κέρδισε το ΕΑΜ αποτελεί απόδειξη πως δεν υπάρχει σοβαρή αντιπολίτευση σε αυτό...»44.

Γι' αυτό και την ίδια στιγμή όπου γίνονταν οι παραπάνω διαπιστώσεις, ο αστικός κόσμος της Ελλάδας και ο βρετανικός ιμπεριαλισμός προετοιμάζονταν για την «επόμενη μέρα» (σχέδια υπονόμευσης του ΕΑΜ υπάρχουν κατατεθειμένα στα αρχεία του Foreign Office από το 1943 κιόλας).
Σύντομα το στοιχείο της ταξικότητας στον εθνικοαπελευθερωτικό - αντιφασιστικό αγώνα θα εξοβελιζόταν μια για πάντα από την κυρίαρχη ιστοριογραφική αποτύπωση του παρελθόντος, σε μια προσπάθεια να ξεθωριάσει και εν τέλει να σβήσει από την ιστορική συνείδηση των λαών. Μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, η νέα αστική παραχάραξη της Ιστορίας πάει ένα ακόμη βήμα παραπέρα, προσαρμοζόμενη στην αντιδραστικοποίηση που επέφερε τη νίκη της αντεπανάστασης στις αρχές της δεκαετίας τους 1990.

Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ Η «ΜΟΙΡΑΣΙΑ» ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Στην ενότητα του βιβλίου Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου με τίτλο «Ο ανταγωνισμός στο στρατόπεδο των νικητών» επαναλαμβάνεται το κλασικό πλέον επιχείρημα περί μοιρασιάς του κόσμου, με ειδική αναφορά στην περιβόητη ποσοστιαία κατανομή της Βαλκανικής από τους Τσόρτσιλ και Στάλιν. 

Γίνεται λόγος για «τριγμούς στο συμπαγές συμμαχικό οικοδόμημα», για τους οποίους ευθυνόταν κυρίως (ποιος άλλος;) η ΕΣΣΔ, της οποίας τα στρατεύματα «προέλαυναν στην Ανατολική Ευρώπη και στη συνέχεια στην ίδια τη Γερμανία», δημιουργώντας την εντύπωση στους έτερους «συμμάχους» πως δεν είχε κανένα σκοπό να τηρήσει τις όποιες δεσμεύσεις είχε λάβει για το μέλλον των χωρών αυτών.
«Οσα γεγονότα ακολούθησαν», αναφέρει εν συνεχεία το βιβλίο, «θα επιβεβαιώσουν τη σταθερή πρόθεση της Σοβιετικής Ενωσης να επιβάλει τον έλεγχό της στην Ανατολική Ευρώπη». 
Τα γεγονότα δε που διαδραματίζονταν την ίδια περίοδο στην Ελλάδα, «η διαίρεση μεταξύ των Ελλήνων», όπως την παρουσιάζουν οι συγγραφείς του βιβλίου, δεν αποτελούσαν παρά μια «αντανάκλαση της ευρύτερης αντιπαράθεσης» μεταξύ «του δυτικού, καπιταλιστικού - φιλελεύθερου και του κομμουνιστικού προτύπου». 

Ακολούθως, δύο δρόμοι ανοίγονταν για την Ελλάδα: «Θα επιλέγονταν η οδός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που εφαρμόζονταν στη Δύση ή εκείνη του υπαρκτού σοσιαλισμού που είχε υιοθετήσει η Σοβιετική Ενωση;»45.

Οι ιστορικές διαστρεβλώσεις, που τροφοδοτούνται εδώ υπεραπλουστευμένα και με τρόπο ισοπεδωτικό στο μαθητή ως ιστορικές αλήθειες, είναι τόσες πολλές, έχουν τόσες πτυχές και τόσο βάθος, που πραγματικά θα χρειάζονταν όχι ένα, αλλά πολλά άρθρα, προκειμένου να απαντηθούν ικανοποιητικά. 
Θα αρκεστούμε επί του παρόντος σε μια κωδικοποιημένη παρουσίαση των κύριων στρεβλώσεων:
Το επιχείρημα περί «μοιρασιάς του κόσμου» θεμελιώνεται διαχρονικά στο περιβόητο «χαρτάκι», που ο Τσόρτσιλ έδωσε στον Στάλιν κατά τη διμερή συνάντηση που έλαβε χώρα τον Οκτώβρη του 1944 στη Μόσχα, για να το λάβει πίσω με ένα σημάδι, το οποίο - σύμφωνα πάντοτε με τον ίδιο - υπονοούσε συμφωνία στην προτεινόμενη μοιρασιά. 
Το «γεγονός» αυτό έγινε για πρώτη φορά γνωστό μέσα από την έκδοση των απομνημονευμάτων του Βρετανού πρωθυπουργού. 
Ωστόσο, στην πληθώρα των διπλωματικών εγγράφων και πρακτικών, που εμπεριέχονται στα σοβιετικά, τα βρετανικά ή τα αμερικανικά αρχεία, δε βρέθηκε ποτέ τίποτε άλλο που να υποστηρίζει μια τέτοια συμφωνία. 

Τουναντίον, υπάρχουν πολλές αναφορές στις ενστάσεις της ΕΣΣΔ όσον αφορά τις προσπάθειες, ιδίως του Τσόρτσιλ, να καθοριστούν σφαίρες επιρροής, οι οποίες θα διασφάλιζαν το πρότερο - αντιδραστικό - status quo για μια σειρά χώρες που βρίσκονταν υπό την άμεση κυριαρχία του βρετανικού ιμπεριαλισμού46. 

Τίποτε όμως από αυτά δε λαμβάνεται υπόψη από την κυρίαρχη ιστοριογραφία, εξυπηρετώντας την επιχείρηση σπίλωσης - ακύρωσης της ιστορικής μνήμης για το ρόλο της ΕΣΣΔ στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών.

«Συμπαγές συμμαχικό οικοδόμημα» δεν υπήρξε ποτέ. Η καθυστέρηση των «Συμμάχων» στο άνοιγμα του «δεύτερου μετώπου», οι ενέργειες της Βρετανίας σε μια σειρά χώρες για την υπονόμευση των αντιστασιακών κινημάτων κ.ο.κ., είναι μόνο μερικά από τα πολυάριθμα παραδείγματα της διαπάλης που διεξαγόταν ταυτόχρονα με τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά των δυνάμεων του Αξονα.

Η «προέλαση» του Κόκκινου Στρατού στην Ανατολική Ευρώπη παρουσιάζεται εδώ λίγο - πολύ ως κατάκτηση παρά ως απελευθέρωση.
 Επρεπε ο Κόκκινος Στρατός να σταματήσει στα σύνορα της ΕΣΣΔ; 

Δεν έπρεπε να απελευθερωθούν οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης (και μάλιστα με τεράστιο ανθρώπινο τίμημα για τον ήδη πολυδοκιμασμένο σοβιετικό λαό) ή το Αουσβιτς και τα άλλα στρατόπεδα του θανάτου, που δε βρίσκονταν σε σοβιετικό έδαφος;
 Θα είχε απελευθερωθεί η Ευρώπη δίχως τη συνδρομή της ΕΣΣΔ;
 Οι μετέπειτα εξελίξεις σε μια σειρά χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν ήταν καθόλου το αποτέλεσμα μιας σοβιετικής «κατοχής». 

Παραγνωρίζεται η αντανάκλαση της ταξικής πάλης στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις αυτών των χωρών, καθώς και οι υπονομευτικές - επιθετικές ενέργειες του ιμπεριαλισμού την ίδια περίοδο. 
Το ότι τα σχέδια παλινόρθωσης της αστικής εξουσίας σε μια σειρά χώρες δεν ευδοκίμησε ΚΑΙ χάρη στην καταλυτική παρουσία του Κόκκινου Στρατού σε αυτές είναι γεγονός. Ετερον όμως εκάτερον.


Τέλος, οι μεταπολεμικές εξελίξεις στην Ελλάδα δεν αποτελούσαν βεβαίως απλά και μόνο μια «αντανάκλαση» του «ανταγωνισμού» μεταξύ της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ - Βρετανίας. 
Σίγουρα η διεθνής διαπάλη σοσιαλισμού - ιμπεριαλισμού είχε τον αντίκτυπό της και στην Ελλάδα, όμως επρόκειτο για μια σύγκρουση με πολύ βαθύτερες, ουσιαστικές και βεβαίως εγχώριες ρίζες. 
Μια σύγκρουση πολύ διαφορετική από εκείνη που υπονοείται στο βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, που εξελίχτηκε σε συνθήκες πολύ διαφορετικές από εκείνες που σκιαγραφούνται (παραλείπονται εντελώς π.χ. η λευκή βία και τρομοκρατία, οι διώξεις ενάντια στους αγωνιστές της ΕΑΜικής Αντίστασης, οι βασανισμοί, η «άφεση αμαρτιών» των δοσίλογων, των ταγματασφαλιτών, των χιτών και η «ενσωμάτωσή» τους στον «εθνικό» κατασταλτικό μηχανισμό κ.ο.κ.). 

Οι δρόμοι που ξανοίγονταν μπροστά στον ελληνικό λαό με το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν ήταν «κοινοβουλευτική δημοκρατία δυτικού τύπου» ή «καθεστώς υπαρκτού σοσιαλισμού σοβιετικού τύπου». Πρόκειται για αστικό ιδεολόγημα που εξυπηρετεί τον εγκλωβισμό στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. 

Οι δύο δρόμοι που πρόβαλλαν μπροστά στον ελληνικό λαό ήταν: Αστική εξουσία (όπως αυτή μετουσιώθηκε εν συνεχεία στο «πολυπόθητο» κοινοβουλευτικό - δημοκρατικό καθεστώς των διώξεων, των εκτελέσεων, των απαγορεύσεων, του χαφιεδισμού, της εκμετάλλευσης κ.λπ.) ή εργατική εξουσία.

Ο αστικός πολιτικός κόσμος - μεταξύ αυτών και ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος κυριολεκτικά εκθειάζεται στο βιβλίο - γνώριζε ότι οι κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί στην Ελλάδα δεν ήταν υπέρ του, ότι θα απαιτούνταν σειρά υπονομευτικών ενεργειών, αλλά και άμεση στρατιωτική επέμβαση από τη μεριά των Βρετανών, προκειμένου να ανακτήσει το χαμένο έδαφος της επιρροής της η αστική εξουσία. 
Πληθώρα ντοκουμέντων από τα αρχεία του Foreign Office και της Κυβέρνησης του Καΐρου (Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών) επιβεβαιώνουν τα παραπάνω47.

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ


Συνοψίζουμε τα βασικά ιστορικά - πολιτικά ζητήματα που θίξαμε σε απάντηση της παραχάραξης της Ιστορίας που επιχειρούν τα βιβλία της Μέσης Εκπαίδευσης:

Τα αίτια και η ουσία του φασισμού: Ο φασισμός υπήρξε γέννημα της βαθιάς οικονομικής και πολιτικής κρίσης του Μεσοπολέμου, εναλλακτική πολιτική στη διάσωση του συστήματος. Σε αυτή τη βάση αυξήθηκε η απήχηση της φασιστικής οργάνωσης της κοινωνίας σε μια ολοένα διευρυνόμενη μερίδα του αστικού πολιτικού - οικονομικού κόσμου, ιδιαίτερα σε συνθήκες προετοιμασίας και διεξαγωγής ιμπεριαλιστικού πολέμου. 

Ο φασισμός στηρίχτηκε οικονομικά και πολιτικά από το μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο με τη σειρά του αποκόμισε τεράστια κέρδη από το φασισμό. 
Οι δεσμοί αυτοί αίματος καταγράφηκαν εν μέρει στις Δίκες της Νυρεμβέργης, για να παραγραφούν κατόπιν από την κυρίαρχη ιστοριογραφία. 
Σημειωτέον ότι πολλές από τις εταιρείες που χρηματοδότησαν ή αποκόμισαν κέρδη από το φασισμό, υπήρξαν στη συνέχεια χορηγοί μιας σειράς πανεπιστημιακών - ερευνητικών ιδρυμάτων ή Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων για την «προώθηση της δημοκρατίας», προάγοντας κατ' αυτόν τον τρόπο μια συγκεκριμένη αποτύπωση του παρελθόντος, που θα διέγραφε τις ευθύνες τους και θα αναδείκνυε άλλους εχθρούς - τον κομμουνισμό.

 Ετσι, σταδιακά, η ιστορική διαπάλη μεταξύ ιμπεριαλισμού και σοσιαλισμού αντικαταστάθηκε από το ιδεολόγημα των «δύο ολοκληρωτισμών», την εξομοίωση κομμουνισμού - φασισμού και το ιδεολόγημα της «αντίθεσης» μεταξύ δημοκρατίας - ολοκληρωτισμών.
Ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή η επιδίωξή του για αναδιανομή των αγορών με κινητήρια δύναμη τη Γερμανία που ήδη είχε ανατρέψει το συσχετισμό, όπως καταγράφηκε μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 
Ιδιαιτερότητα του Β΄ από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ότι τα άλλα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη, ιδιαίτερα της Δυτικής Ευρώπης (Βρετανία, Γαλλία) που άμεσα ανταγωνίζονταν τη Γερμανία, επιδίωκαν να επωφεληθούν από την επιθετικότητα της Γερμανίας, αν στρεφόταν πρώτα ενάντια στην ΕΣΣΔ. 
Ετσι θα πετύχαιναν τη συντριβή του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, της ΕΣΣΔ, και ταυτόχρονα την αποδυνάμωση της Γερμανίας.

Η υποτίμηση του λαϊκού παράγοντα στη διαμόρφωση της Ιστορίας και ιδιαίτερα της συνειδητής δράσης, που έρχεται σε ρήξη με την ταξική (αστική) νομιμότητα, που αμφισβητεί, διεκδικεί και παλεύει για την ανατροπή της με όλες τις μορφές, έως και τον ένοπλο αγώνα. 
Γι' αυτό και ιστοριογραφικά δίνεται προτεραιότητα στη δράση των «επίσημων» ένοπλων δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και όχι των «ανεπίσημων» τμημάτων του ένοπλου λαού στην κατεχόμενη Ελλάδα.

Η υποβάθμιση έως πλήρη αποσιώπηση του ρόλου της ΕΣΣΔ και των κομμουνιστών στην Αντιφασιστική Νίκη. Ο μαθητής, γεννημένος και γαλουχημένος σε μια περίοδο γενικότερης οπισθοχώρησης του εργατικού - κομμουνιστικού κινήματος, ντόπιου και διεθνούς, δεν έχει ζώσα εμπειρία του παρελθόντος, των αγωνιστικών παραδόσεων του λαού μας, της ανθρωπότητας συνολικά. 

Την ίδια στιγμή, το σχολείο αποτελεί αντικειμενικά την κύρια πηγή γνώσης στην παρούσα φάση της ζωής του, ενώ οι «φυσικοί κληρονόμοι» της Εθνικής Αντίστασης (παππούδες και γιαγιάδες που μετείχαν ή έζησαν στην Εθνική Αντίσταση), από τους οποίους θα μπορούσε ενδεχομένως να αντλήσει εναλλακτικές γνώσεις και εμπειρίες, ολοκληρώνουν ένας ένας το βιολογικό τους κύκλο. 

Από την άποψη αυτή το μερίδιο της ευθύνης που επωμίζεται ο ριζοσπάστης, ο κομμουνιστής εκπαιδευτικός γίνεται ακόμη μεγαλύτερο, όσον αφορά το περιεχόμενο και τον τρόπο εκμάθησης του γνωστικού αντικειμένου, την αποκάλυψη και καταγγελία των διαστρεβλώσεων που αναπαράγονται στα σχολικά βιβλία, την προάσπιση της ιστορικής αλήθειας μέσα και έξω από τις σχολικές αίθουσες.

Η ανάδειξη της ιστορικής πραγματικότητας, η υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας, εναπόκειται στο ίδιο το λαϊκό, το εργατικό, το νεολαιίστικο κίνημα. 
Σε μια κοινωνία ταξική, το περιεχόμενο της μόρφωσης είναι αναπόφευκτα ταξικό (πέραν των όποιων επιμέρους βελτιώσεων μπορούν να επιβληθούν με αγώνες). 

Ομως, όπως οι εκμεταλλεύτριες τάξεις έχουν ζωτικό συμφέρον στην παραχάραξη του παρελθόντος, έτσι και οι εκμεταλλευόμενες έχουν ζωτικό συμφέρον στη γνώση. 
Και η γνώση, όπως καθετί άλλο στα πλαίσια του υπάρχοντος κοινωνικοοικονομικού συστήματος, δε χαρίζεται... κατακτιέται! 

«Ορίζοντας» το παρελθόν, η αστική τάξη στοχεύει στο μέλλον. 
Στο μέλλον πρέπει να στοχεύει και η εργατική.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

33. Βλέπε βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 117, 118, 133 και της Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 127, 129.
34. Στο απόγειο της δύναμής του (τέλη 1944) το παρτιζάνικο κίνημα έφτασε να μετρά σχεδόν 3.000.000 μαχητές (Αλβανία 70.000, Βέλγιο 75.000, Βουλγαρία 110-130.000, Γαλλία 100.000, Γιουγκοσλαβία 800.000, Δανία 20.000, Ελλάδα - ΕΛΑΣ 77.500 μόνιμοι και 50.000 έφεδροι, ΕΣΣΔ 1.000.000, Ιταλία 256.000, Πολωνία 300.000. Ενοπλα αντάρτικα σώματα σχηματίστηκαν επίσης σε Αυστρία, Γερμανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ουγγαρία και Τσεχοσλοβακία). Β. Γεωργίου: «Ιστορία της Αντίστασης, 1940-1945», εκδ. «Αυλός», 1979, τ. 5, σελ. 2082-2304.
35. Βλέπε H. Mehls & E. Mehls: «13 August», στο «Illustriere Historische Hefte», τεύχος 17, Βερολίνο, έκδοση του Κεντρικού Ινστιτούτου Ιστορίας της Ακαδημίας Επιστημών της ΓΛΔ, 1979. Πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα» (19 Μάρτη 2010) έκανε λόγο για πάνω από 200 άτομα, που παρότι ήταν «άμεσοι συνεργοί του αρχηγού των ναζιστικών μυστικών υπηρεσιών Χάινριχ Χίμλερ», βρέθηκαν μεταπολεμικά, εν γνώσει των Αμερικανών, να στελεχώνουν τις μυστικές υπηρεσίες της Δ. Γερμανίας, έχοντας «αναλάβει εργολαβικά την προστασία της Δύσης από την "απειλή εξ Ανατολών"».
36. Βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 106-107 και Γ΄ Γυμνασίου, σελ. 119.
37. Γ. Δάφνης: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τ. Β΄, εκδ. «Ικαρος», Αθήνα, 1955, σελ. 182-184.
38. Αναδημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή», 14 Σεπτέμβρη 1997
39. Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδ. «Διογένης», 1977, σελ. 150.
40. Σ. Λιναρδάτου: «4η Αυγούστου», εκδ. «Θεμέλιο», 1966, σελ. 112. Ο φασισμός ως θελκτική και καθ' όλα ευπρόσδεκτη προοπτική για το κεφάλαιο - ντόπιο και διεθνές - αποτυπώθηκε συν τοις άλλοις και στην ενθουσιώδη υποδοχή της δικτατορίας από τον πρέσβη της Βρετανίας: «Οι θαυμάσιες ενέργειες του Στρατηγού Μεταξά έχουν τώρα επικεντρωθεί σε αυτό τον σκοπό (σ.σ. στην "τακτοποίηση του χάους" που είχαν δημιουργήσει οι απεργίες και οι κομμουνιστές το προηγούμενο διάστημα) εδώ και εννέα μήνες και σε αυτό το μικρό διάστημα έχουν γίνει πολλά. Μεταξύ αυτών: α) Ο περιορισμός "της επέκτασης του κομμουνισμού", β) το γεγονός ότι "οι ξένοι κάτοχοι γραμματίων έλαβαν, ως μια πρώτη πράξη εκ μέρους του νέου καθεστώτος, 40% από τους τόκους που τους οφείλονταν για τα προηγούμενα δύο έτη... αντί του 35% που τους προσέφερε η Δημοκρατική Κυβέρνηση" και γ) το ότι "εξυγίανε" τη χώρα από "την εσωτερική σαπίλα", η οποία "έχει σταματήσει προς το παρόν"». Confidential: Greece, Annual Economic Report (A) for 1936, FO371/21143, Public Record Office.
41. Βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 122.
42. Βλέπε Β. Χατζηαγγέλη: «Το Ογδοο Τάγμα: Η διάλυση των Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής», εκδ. «Κέδρος», 1994.
43. Εκθεση του Foreign Office, 27.7.1943, Φάκελος HS5/22, Public Record Office.
44. Σύνοψη της Αναφοράς για την Ελλάδα, 1943, Φάκελος HS5/224, Public Record Office.
45. Βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, σελ. 134-135
46. Βλέπε ενδεικτικά: Εγγραφο του Υπουργείου Πολέμου της Βρετανίας (FO 371/112828, Public Record Office), με ημερομηνία 1 Γενάρη 1944, όπου αναφέρεται ξεκάθαρα πως «η άποψη της σοβιετικής κυβέρνησης (...) είναι ότι τα ζητήματα που αφορούν τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης θα τα λύσουν οι λαοί αυτοί από μόνοι τους» (δίχως δηλαδή παρέμβαση εκ των έξω). Καθώς επίσης: «The Soviet Union at International Conferences During the Great Patriotic War of 1941-1945, Collected Documents», Vol.1, «The Moscow Conference of the Foreign Ministers of the USSR, the USA and Great Britain (October 19-30, 1943)», «The Foreign Policy of the Soviet Union During the Great Patriotic War. Documents and Materials (January 1, 1941-December 31, 1944)», Vol.2. Ακόμη: Δ. Αρβανιτάκη: «Γιάλτα: μια ακόμα σύγκρουση σοσιαλισμού - καπιταλισμού», ΚΟΜΕΠ, τ.1/2010, σελ. 91-112.
47. Από τα αρχεία του Foreign Office βλέπε ενδεικτικά: HS 5/419, HS 5/22, HS 5/228 και FO 954/11 (Public Record Office). Από το αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών, βλέπε π.χ. την επιστολή του Γ. Παπανδρέου προς την ελληνική πρεσβεία του Λονδίνου (20 Σεπτέμβρη 1944), όπου έγραφε μεταξύ άλλων: «Ευρίσκομαι εις απόγνωσιν. Κατάστασις επιδεινούται ραγδαίως Βαλκανικήν και Ελλάδα και ευρίσκομαι εδώ με εσταυρωμένας χείρας. Μου είναι ακατονόητος πλήρης εγκατάλειψις Βαλκανικής και Ελλάδος υπό Μεγάλης Βρετανίας. ΕΑΜ καταλαμβάνει [σ.σ. απελευθερώνει] βαθμιαίως άπασαν εκκενουμένην Ελλάδα... Μόνη μου ελπίς έχει απομείνει Λονδίνον. Μόνον Βρετανική Κυβέρνησις και ιδίως Πρωθυπουργός Τσώρτσιλ δύναται μεταβάλη κατάστασιν εξευρίσκων και διατάσσων άλλοθεν δυνάμεις ενεργήσουν αμέσως Ελλάδα. Θέτω υπό κρίσιν σας αν άμεσος έλευσίς μου Λονδίνον θα ήτο χρήσιμος. Παρακαλώ ενεργήσατε δι' όλων δυνάμεών σας...», Φάκελος 31.1 του 1944.




Παρουσίαση κειμένων:Viva La Revolucion