26 Μαΐου, 2016

Φαρσακίδης: Να πιστεύεις, να προσδοκάς και να αγωνίζεσαι να ανθρωπέψει ο άνθρωπος.


Ο Γιώργος ο Φαρσακίδης είναι μια θρυλική μορφή του κομμουνιστικού κινήματος και ταυτόχρονα δάσκαλος για όσους έχουν την τύχη να συναναστρέφονται μαζί του. Η συζήτηση μαζί του «φροντιστήριο» για τα ωραία της ζωής, για την τέχνη, τη λογοτεχνία, την ποίηση, την ιστορία.
Τύπος κατ’ εξοχήν βαρναλικός, στα απλά και ανθρώπινα, στην αντίληψη για την τέχνη, στη στάση ζωής, στην σάτιρα και το καλαμπούρι. Απρόβλεπτος και ετοιμόλογος. Η κουβέντα μαζί του κρύβει πολλά απρόοπτα. Κάτι που επιβεβαιώθηκε και σε αυτή τη συνέντευξη.
Στην πιο αθώα φράση, στην ανύποπτη στιγμή θα βρει το ερέθισμα να σπάσει τον πάγο, να δημιουργήσει οικειότητα. Αυτή του την ικανότητα να αστειεύεται θα τη χρησιμοποιήσει και στις πιο δύσκολες στιγμές απέναντι στους δεσμώτες του.
 Για τις απαντήσεις κάποιων ερωτήσεων (αυτές που αφορούσαν τη Μακρόνησο) με παρέπεμψε στα βιβλία του, λέγοντας με «αφού τα ξέρεις αυτά γιατί τα ρωτάς. Τα έχω γράψει. Παρ’ τα από εκεί». Το λέει και ο ίδιος απαντώντας στην πρώτη ερώτηση.
FARSAKIDIS-7

* * *
  1. Κύριε Φαρσακίδη, συστηθείτε σε ένα κοινό που δε σας ξέρει.
Δεν μου πάει να μιλήσω για τον εαυτό μου. Πώς θα μπορούσα; Να αυτοπαινευτώ, να αυτοκατηγορηθώ; Γι αυτούς που δε με ξέρουν και θα ‘θελαν να με γνωρίσουν… ας κάνουν έναν κόπο να ρίξουν μια ματιά στα βιβλία μου (έχω γράψει γύρω στα 20) και ας κρίνουν μόνοι τους ποιος είμαι…
  1. «Ο καρπός που κρατιέται από κάτι άσπρο σαν νεύρο, πάει πέρα δώθε σαν εκκρεμές και το αίμα χλοχλαστό πετιέται με δύναμη. Και τώρα μια ζωή δίχως χέρι… Σκατά!».
Όντας αντάρτης του ΕΛΑΣ τραυματίστηκες σοβαρά στα δυο σου χέρια, όπως ό ίδιος γράφεις, έμεινες σακατεμένος, νέος ακόμη, στα πρώτα βήματα της καλλιτεχνικής σου σταδιοδρομίας. Ποιες ήταν οι πρώτες σου σκέψεις όταν τραυματίστηκες και κυρίως, με σακατεμένα πλέον χέρια, πώς κατάφερες να ζωγραφίσεις, να χαράξεις,  και μάλιστα με τέτοια επιτυχία.
Ευτυχώς που στο δεξί κουνιούνται τα δάχτυλα. Να μπορώ να ζωγραφίζω, αν τα καταφέρω και επιζήσω με τόση αιμορραγία. Το πώς κατάφερα να ζωγραφίσω δεν είναι παράξενο. Σκέψου ότι κάποιοι ζωγραφίζουν με το στόμα. Εγώ μπορούσα να κρατήσω πινέλο και μολύβι. Το μυαλό δούλευε, από εκεί ξεκινούν όλα.
  1. Η πρώτη «απόφαση εκτόπισης» σας στον Αϊ- Στράτη ήταν τον Αύγουστο του 1947 με το σκεπτικό ότι «τυγχάνει βεβαρημένος με αναρχικήν δράσιν αναγομένην εις το από απελευθερώσεως μέχρι σήμερον χρονικόν διάστημα, εξακολουθεί εργαζόμενος εις βάρος της Δημοσίας Ασφαλείας διά της υποβοηθήσεως του ενταθέντος εσχάτως συμμοριακού αγώνος καταστάς ούτω επικίνδυνος εις την Δημοσίαν Τάξιν και Ασφάλειαν». Οι «αποφάσεις εκτόπισης» με το στερεότυπο «εξακολουθεί να εμμένει μετά φανατισμού εις τας κομμουνιστικός του πεποιθήσεις…», ανανεώνονται κάθε χρόνο για δεκαεξίμισι χρόνια σε στρατόπεδα πολιτικών κρατουμένων, χωρίς δίκη ή καταδίκη (1947-1961 και 1967-1970).  Δώστε μας μια εικόνα του τι βιώσατε σε κάθε στρατόπεδο.
Οσο δυνάμωναν τα χτυπήματα του Δημοκρατικού Στρατού, τόσο περίσσευαν οι πολύωρες καταμετρήσεις – καψόνια, έρευνες, ξυλοδαρμοί, κρατητήρια. Την περικοπή της ισχνής μερίδας του συσσιτίου, τη συνοδεύουν απανωτά φιρμάνια με καινούργια «απαγορεύεται». Όλα τους σημάδια του μακρονησιώτικου μακελειού που θ’ ακολουθήσει σε λίγο. Ωστόσο για μας, τους «πρωτάρηδες», τη Γενιά της Αντίστασης, από το ζοφερό κλίμα εκείνης της εποχής δεν έλειπε η γοητεία. Όλα πρωτόγνωρα, γιομάτα με συνταραχτικό ενδιαφέρον και νόημα, ήταν η συνέχεια με άλλες μορφές, ενός αγώνα που είχαμε ζήσει. 
Όλα με το ντύμα του επαναστατικού ρομαντισμού, άγνωστα κι απροσδιόριστα, που τα φοβάσαι αλλά και τα προκαλείς σ’ αναμέτρηση.
Οκτώβρης του 1949 στη Μακρόνησο. Το Μακρονήσι όπλο στα χέρια όσων θέλησαν τη χώρα μας, χώρα ραγιάδων, λαό δίχως γνώμη και βούληση. Στάθηκε το πιο ιδιόμορφο απ’ όσα στρατόπεδα συγκέντρωσης ξέραμε. Καινούριες μέθοδες ψυχολογικής βίας. Πείρα φρικτή. Κάθε γωνιά του ξερόβραχου και μια ιστορία με αίμα και πόνο και περηφάνια ανθρώπινη.
Στις 20 Ιούλου 1950 οι εξόριστοι στο σύνολό μας θα μεταφερθούμε στον Αϊ – Στράτη. Θα ακολουθήσουν άλλα 11 χρόνια. Έντεκα χρόνια απομόνωσης, έντεκα χρόνια κάτω από την τέντα τ’ αντίσκηνου, με ξεθωριασμένες από το χρόνο τις θύμησες. Το χειμώνα χιόνι και λασπόνερα, το καλοκαίρι η κάψα του πυρωμένου πανιού, η σκόνη, τα έντομα. Ευτυχώς σταμάτησαν τα βασανιστήρια.
Πασχίζουμε να οργανωθούμε, όσο μας το επέτρεπαν οι περιορισμοί και το καθεστώς της «πειθαρχημένης διαβίωσης». Ν’ αντέξουμε, να μετατρέψουμε τα μείον απ’ τη ζωή μας σε ό,τι ωφέλιμο για κείνα που πιστεύουμε κι αγαπάμε.
Με τη δικτατορία κύμα συλλήψεων και πρώτος προορισμός ο Ιππόδρομος όπου θα ξαναζήσουμε το κλίμα του Μακρονησιώτικου άγχους. Από εκεί Γυάρος και Λέρος. Άλλα τριάμισι χρόνια αβεβαιότητας, στερήσεων, απομόνωσης στους καινούριους «Παρθενώνες» της «Ελλάδας των Ελλήνων Χριστιανών».
  1. Στους τόπους εξορίας θήτευσες κοντά σε μεγάλες μορφές της Τέχνης, όπως ο Χρ. Δαγκλής. Μίλησε μας για αυτή τη σπουδή.
– Βασικό στον εικαστικό χώρο το να μάθεις να σχεδιάζεις. Και για μας τους πρωτάρηδες, πολύ περισσότερο στο μεταμακρονησιώτικο Αϊ – Στράτη υπήρξαν για τούτο και πολλή θέληση αλλά και οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις.
Με τη βοήθεια του Χρήστου Δαγκλή θα στήσουμε σ’ ένα ερειπωμένο αντίσκηνο καβαλέτα… «Σχολή Σχεδίου»! Να εξασκηθούμε στο σχέδιο.
Ο ίδιος θα μας μάθει αργότερα να χαράζουμε πάνω στο ξύλο, να τυπώνουμε, θα μας υποδείξει πώς θα κατασκευάσουμε τα πρώτα μας εργαλεία.
Από το Γιάννη Ρίτσο πήραμε στοιχεία πολύτιμα για κάποιους κανόνες της αισθητικής και της σύνθεσης. Άλλωστε, το πρώτο πραγματικό χαρτί ακουαρέλας που θα πιάσω στα χέρια μου. σταλμένο απ’ έξω, δώρο από κείνον για μένα.
Με υπόδειγμα τα «παριζιάνικα» εργαλεία χαρακτικής που είχανε στείλει του Χρήστου και με προσωπική του επίβλεψη, το συνεργείο των σιδεράδων μας είχε κάνει αντίγραφα που δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν απ’ τα πρωτότυπα. Οι μαραγκοί για να φτιάξουν μια πλάκα για σκάλισμα σε όρθιο ξύλο, επεξεργάζονταν και κολλούσαν κάμποσα σόκορα κομματάκια από λεμονιά ή ελιά. Κι ο κύλινδρος για μελάνωμα, ήταν φτιαγμένος στον τόρνο μας και ντυμένος σαμπρέλα ποδήλατου.
Αρχικά το τύπωμα της ξυλογραφίας γίνονταν με την πίεση μιας τσατσάρας. Όμως το μεθεπόμενο χρόνο εξασφαλίσαμε πιεστήριο με μοχλό και για το χειρισμό του επιστρατεύθηκαν οι πιο χειροδύναμοι.
  1. Πώς σας αντιμετώπισαν οι υπόλοιποι συνεξόριστοι;
Ο Θέμος Κορνάρος, από το Μακρονήσι ακόμα, στάθηκε για πολλούς από μας πατέρας και δάσκαλος. Στάθηκε ο πρώτος μου κριτικός, κίνητρο από τα πιο ισχυρά να μη σταματήσω. Ήτανε βέβαια κι άλλες μορφές της διανόησης και της τέχνης, από τις πρώτες, που ακτινοβολούσαν πολύπλευρα ανεβάζοντας το μορφωτικό, πολιτιστικό μας επίπεδο.
Αργότερα, ο μεγάλος δέκτης – κριτής της καλλιτεχνικής μας προσπάθειας στάθηκε το κοινό, οι συνεξόριστοι. Ένα χαρούμενο λ.χ. μαζικό επιφώνημα επιδοκιμασίας, για το σκηνικό, με το άνοιγμα της αυλαίας ήταν αρκετό για να παθιαστείς και να ξαναρχίσεις μια καινούρια προσπάθεια, με καινούρια μερόνυχτα εργασίας. Μια αρνητική στάση προκαλούσε δημιουργικό προβληματισμό για το τι δεν πήγε καλά.
  1. Σας γνώρισαν οι προηγούμενες γενιές και εμείς οι νεότεροι κυρίως μέσα από το λεύκωμά σας «Μακρόνησος», όπου το βίωμα και η μνήμη τροφοδοτούν την Τέχνη κι η Τέχνη απαθανατίζει στιγμές μιας εφιαλτικής καθημερινότητας των εξορίστων. Μιλήστε μας γι’ αυτό.
Τ’ όνομα Μακρονήσι έγινε σύμβολο σαδιστικής βίας κι απανθρωπιάς, κι από την άλλη σύμβολο πίστης, απαντοχής και αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Αρκετά είναι τα στοιχεία και οι μαρτυρίες που έχουνε περάσει στην ιστορία. Μερικά απ’ αυτά, σαν μια προσωπική συμβολή με τη μορφή χρονικού λευκώματος, τα εξέδωσα δυο χρόνια πριν από τη δικτατορία Συνταγματαρχών.
Λίγες μέρες προτού ξεσπάσει το πραξικόπημα, μ’ είχαν καλέσει για ανάκριση. Να με δικάσουν. Να κατάσχουν το λεύκωμα. Και πίσω από την εντολή της κατάσχεσης, ο επίδοξος δικτατορίσκος, ο Ιωαννίδης, που ανέβηκε τα σκαλιά της ιεραρχίας βασανίζοντας στη Μακρόνησο. Είχε υποβάλλει μήνυση με απαίτηση να αποσυρθεί το βιβλίο, κάτι που έγινε την πρώτη μέρα μετά την επικράτηση της δικτατορίας και τη σύλληψή μου.
  1. Από τους πρώτους που είδαν κάποια από τα έργα σας ο Μάνος Κατράκης
Πολλές οι προσωπικότητες, στο στρατόπεδο του Αϊ-Γώργη (Μακρόνησος), της Αντίστασης, των Γραμμάτων, της τέχνης. 
Κι όσοι είχαμε «αμαρτάνει» πάνω σε χαρτί με σχέδια ή γραφτά κι όσοι ακόμη από μας δεν το τόλμησαν, κάνουμε όνειρα να τα μοιραστούμε μαζί τους, ν’ αντλήσουμε γνώσεις πολύτιμες για πολλούς. Καμπόσοι μ’ ενδιαφέρον και ταραχή θα ξεφυλλίσουν τα μακρονησιώτικα σκίτσα μου και ξέχωρ’ απ’ όλους θα μου μείνει εκείνη η εικόνα του Μάνου Κατράκη.
Καθιστός στα χαλάσματα τα ‘χει πάρει στα χέρια του και να τον κοιτάω να σοβαρεύεται μονομιάς, να πισωγυρίζει τα φύλλα, με τρεμάμενα δάχτυλα να ξανακοιτάζει σκεφτικός κάποιο σχέδιο και στο κακοξυρισμένο του μάγουλο να κυλάει το δάκρυ.
Το καλοείδε κάποια φορά, σηκώθηκε απότομα και με φίλησε σταυρωτά: Σ’ ευχαριστώ, μου λέει, που το μπόρεσες… και συνέχισε τα, τ’ ακούς, μου κάνει κουνώντας το δάχτυλο του, αλλιώς θα ‘ναι σαν να τους έχεις προδώσει.
  1. Είναι ένα λεύκωμα που ανασκαλεύει πάθη μιας άλλης εποχής. Τι σχέση μπορεί να έχει το δράμα το δικό σου, όσο πέρασες εσύ και η γενιά σου με τη σημερινή Ελλάδα;
Δεν ανασκαλεύει πάθη. Διατηρεί ζωντανές τις μνήμες μιας ζοφερής εποχής, προς αποφυγή οδυνηρών επαναλήψεων της ιστορίας. Σε κάποια σελίδα αυτού του λευκώματος έγραφα: «Το άλλο έγκλημα είναι η λησμονιά, γιατί ο φασισμός χτυπάει την ώρα που τον έχουν ξεχάσει. Θέλεις δε θέλεις, εμπειρίες όπως αυτές σε σφραγίζουν για πάντα ως τα τρίσβαθα της ψυχής. Συμβαίνει ακόμα, συσσωρευμένες να γεννάνε έντονο το αίσθημα της ευθύνης, να γίνονται κραυγή, για αφύπνιση. Για να μη βαδίσει ξανά η χώρα μας τον ίδιο δρόμο. Για να μην ταράξουν τις νύχτες των ανθρώπων οι εφιάλτες.
  1. Υπάρχει μίσος για τους βασανιστές σου; Στα κατοπινά χρόνια συναντήθηκες με κάποιον από αυτούς; Τι σου είπε;
– Δεν συναντήθηκα ποτέ ξανά με κάποιον απ’ αυτούς… δεν είπα ποτέ ότι τους μισώ… οι βασανιστές ήταν κι αυτοί άνθρωποι, όπως όλοι μας… Τον ένα τον παίρνεις τον βασανίζεις… τον κάνεις άγιο. Τον άλλο τον παίρνεις, τον κάνεις βασανιστή. Κι ο βασανιστής και ο βασανιζόμενος πρέπει να κρίνονται με ανθρώπινα μέτρα. Η μάνα είχε ένα καλαντάρι – ένα παλιό, παλιομοδίτικο, θρησκευτικό καλαντάρι. Μια φράση απ’ εκεί που μου έκανε εντύπωση, είναι: «Όταν τον άνθρωπο τον πάρεις, τον αναλύσεις, προσπαθήσεις να τον καταλάβεις γιατί έκανε αυτό ή εκείνο, είναι σα να τον συγχώρεσες…»
FARSAKIDIS_-8
  1. Σε ένα από τα βιβλία σου ασχολείσαι με τα πολιτιστικά δρώμενα στους τόπους εξορίας και τα ευτράπελα. Πάμπολλα τα ευτράπελα και εσύ ο ίδιος ομολογείς ότι και τα χειρότερα που έχετε ζήσει είναι δεμένα με το καλαμπούρι, το γέλιο, το πείραγμα. Τι πρόσφερε το χιούμορ σε μια τόσο δύσκολη στιγμή και, κυρίως πού βρίσκατε το κουράγιο για χωρατά;
Το γέλιο, το χιούμορ ήταν το ψυχολογικό αντιστάθμισμα στον πόνο, στο φόβο. Μα εμψύχωνε, μας λύτρωνε. Μας χτυπούσαν, μας βασάνιζαν… Έλεγαν τη Μακρόνησο σχολείο… Λέγαμε εμείς στα σκετσάκια που παίζαμε:
«Τι παράξενα βιβλία
Πού ‘χουν τούτα τα σχολεία
Τα γράμματα τα παινεμένα,
Είναι ανάποδα γραμμένα…»
Και για να αντέχουμε:
«Άλφα – Σίγμα, Άλφα – Σίγμα
Το στεριώσαμε το Σύρμα
».
Ήμασταν νέοι, θέλαμε να ζήσουμε, να χαρούμε. Σ’ αυτές τις καταστάσεις γελούσαμε με τους πιο παράδοξους λόγους: Κουραζόταν ο βασανιστής να μας χτυπά, κι εμείς γελούσαμε με την κούραση του, με τα γαμοσταυρίδια που μας πέταγε. Γελούσαμε με τους ήχους των άναρθρων κραυγών του πόνου… διακωμωδούσαμε τον εαυτό μας. Υπήρχαν τα ηλεκτροσόκ… Αυτά τα φοβόμασταν… Το Γιάννη όμως, το μικρόσωμο Κρητικό, που έμεινε μουγγός από το ξύλο, έπρεπε να τον γιατρέψούμε…
Το ανέλαβαν δύο άλλοι συνεξόριστοι, βάζοντας του ένα τσουβάλι στο κεφάλι και με τη χρήση «πορδοσόκ». Πραγματικά, ο μικρόσωμος Γιάννης, μέσα στον πανικό του, με βαρύτονη μπασαδόρικη φωνή, άρχισε να φωνάζει την πρώτη του λέξη μετά από μήνες: «ΣΚΑΤΑ!!!»
  1. Με την παρουσία του Μάνου Κατράκη, του Τζαβαλά Καρούσου και άλλων πολλών επαγγελματιών ηθοποιών αναπτύχθηκε το θέατρο. Ανέβηκαν σπουδαίες παραστάσεις που θα τις ζήλευαν τα καλύτερα αθηναϊκά θέατρα. Μίλησε μας για αυτή τη δραστηριότητα.
Η ψυχαγωγική προσπάθεια στο στρατόπεδο του Αϊ-Στράτη στόχευε πάντα στο ανέβασμα του μορφωτικού και πολιτιστικού μας επίπεδου. Στο μεταμακρονησιώτικο Αϊ-Στράτη, το θέατρό μας είχε ανεβάσει πάνω από σαράντα πέντε έργα του ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Δεκάδες σκετς, επιθεωρήσεις, ποιητικές απογευματινές, κουκλοθέατρο και αποκριάτικα άρματα. Διοργανώθηκαν αθλητικές συναντήσεις, Έκθεση Εικαστικών και Χειροτεχνήματος. Στις επετειακές και γιορταστικές εκδηλώσεις, πάντα παρούσα η μαντολινάτα και η χορωδία του στρατοπέδου. Αλλά και μικρότερα μουσικά και φωνητικά σύνολα να συνοδέψουν τους χορευτές.
Τα στρατοπεδικά μαθήματα, οι Ομάδες Αυτομόρφωσης και η πλούσια βιβλιοθήκη, παράλληλα με την όλη δραστηριότητα, πρόσφεραν πολλές δυνατότητες για την ανάδειξη νέων δημιουργών στον χώρο της Τέχνης.
Και όλα αυτά σε διαρκή σύγκρουση και μάχη με τις απαγορεύσεις και την εχθρότητα των κρατούντων. Με αιματηρές οικονομίες, κόβοντας τη μπουκιά από το στόμα μας. Με μέχρι αυταπάρνησης προσφορά των νεότερων και τη συμπαράσταση του συνόλου.
Δε θα ‘ταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η πολιτιστική κοσμογονία της δεκαετίας του πενήντα στο στρατόπεδο του Αϊ-Στράτη, σ’ έκταση και ποιότητα, δεν έχει το προηγούμενό της στη Νεοελληνική Ιστορία.
Οι «Πέρσες», η «Βαβυλωνία» και ο «Έμπορας της Βενετίας», που είχαν ανέβει ως τα τέλη του 1951, υπήρξαν ορόσημα κι απαρχή για την παραπέρα ανάπτυξη του θεάτρου. στόσο, τα σκετς, οι επιθεωρήσεις, οι ποιητικές απογευματινές και οι άλλες ψυχαγωγικές και πολιτιστικές μας δραστηριότητες, θ’ αναπτυχθούν παράλληλα, σ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας που θα υφίσταται το στρατόπεδο.
  1. Παρούσα σε όλα σου τα βιβλία η μητέρα σου. Σημείο αναφοράς στη ζωή σου. Μια ιδιαίτερη γυναίκα – κινηματογραφικός τύπος – που ποτέ της δεν ήταν «κομμουνιστός» και ποτέ δεν πίεσε το γιο της.
– Προσωπική της άποψη για την περηφάνια και την αξιοπρέπεια: «Δε θέλω ο γιός μου να γυρίσει με σκυμμένο κεφάλι. Δε θέλω να υποκύψει». Δεν τη νοιάζει ποιες είναι οι ιδέες του γιού της, αλλά τελικά ότι δεν υπέκυψε. Όταν στην πρώτη μου άδεια από τον Αϊ-Στράτη την ευχαρίστησα που δεν έκανε ποτέ νύξη να αποκηρύξω τις ιδέες μου μου απάντησε:  «Ήσουν που ήσουν χοντροκέφαλος… Φαντάσου να μου γυρίσεις και με σκυμμένο κεφάλι».
  1. Τι ρόλο έχει στη ζωή σου η γυναίκα
Συνταρακτικά φυσιολογικό…
  1. Κάτι ακόμη που βγαίνει από τα βιβλία σου είναι η αγάπη για τα ζώα. Πάντα στη ζωή σου υπήρχε ένα τετράποδο. Ακόμη και στην εξορία. Και μάλιστα η αγάπη σου για τα ζώα θεωρήθηκε από κάποιους συντρόφους σου στοιχείο ιδεολογικής παρέκκλισης.
– Στην οικογένεια μας αγαπούσαμε και είχαμε ζώα. Έτσι και στην εξορία ήταν επόμενο να έχω υπό την «προστασία» μου γάτα ή σκύλο. Κάποια φορά που καθόμουν κρατώντας στα χέρια μου ένα γατάκι, στάθηκε  από πάνω μου ο Λευτεράκης.
Χωριατόπεδο του Δημοτικού ο  Λευτέρης,  είχε «εντρυφήσει» στον Μαρξισμό και δεν έχανε ευκαιρία να κρίνει και να φιγουράρει, για τα πάντα, τις «γνώσεις» του.
Στάθηκε ο Λευτεράκης και με «επέπληξε» λέγοντας.
– Έ ρε πώς καταντήσαμε! Κι  όπως πάμε, θα γίνουμε  και ζωόφιλοι!
Σκέφτηκα ότι προφανώς εννοούσε κάποιο αντιμαρξιστικό παραπάτημα που δε θα είναι εύκολο να αντικρούσεις…
Την επόμενη μέρα του είχα κολλήσει, απλά σαν αντίλογο, στο κρεβάτι του μια φωτογραφία του Λένιν…! (?)*
  1. Η ζωή σου είναι γεμάτη ποίηση…
Η μόνη που είναι ανεβασμένη, η πίεση. Ολα τα άλλα είναι πεσμένα…
  1. Με προβοκάρεις αλλά συνεχίζω. Ακόμη και σήμερα σε υπερώριμη ηλικία, απαγγέλεις από στήθους Μαλακάση, Παλαμά, Βάρναλη. Μιλάς πολλές φορές με την ποίηση. Και να κάνω μια παρένθεση, από εσένα πρωτάκουσα κάποιους από τους πιο όμορφους στίχους της ελληνικής ποίησης.
Ετσι καταλογίζουν οι φίλοι και οι γνωστοί . Η ποίηση στάθηκε ένα από τα χαζά μου.
  1. Λες κάπου: «Μισώ τον πόλεμο, τον Χίτλερ, την αλαζονεία του φασισμού. Όλους αυτούς που βασανίζουν, που σκοτώνουν, που καίνε. Ωστόσο θα ήθελα, αν το μπορούσα, πολεμώντας το φασισμό να μη βρισκόμουν στην ανάγκη να σκοτώσω κανέναν…». Αυτό δείχνει έναν άνθρωπο που δεν έχασε την ανθρωπιά του αλλά και τη διάσταση του αγώνα που δίνατε.
– Ναι αυτή η σκέψη περνούσε πάντα από το μυαλό μου. Αν μπορούσα… 
  1. «Χωρίς μίσος για την αδικία δεν υπάρχει αγάπη» έλεγε ο μεντοράς σου, κάτι που υιοθέτησες και εσύ. Εξήγησε το μας αυτό.
Να πιστεύεις, να προσδοκάς και να αγωνίζεσαι να ανθρωπέψει ο άνθρωπος.
  1. Όντας σε υπερώριμη ηλικία φρόντισες να αφήσεις παρακαταθήκη. Λέγοντας ότι ήσουν κομμουνιστής και θέλεις να «φύγεις» ως κομμουνιστής. Τι σημαίνει είμαι κομμουνιστής. Τι είναι για εσένα ο σοσιαλισμός;
– Δε θα ήθελα ν’ απαντήσω ούτε με φιλολογήματα, ούτε με ορισμούς που ο καθένας μπορεί να βρει στα βιβλία.
* * *
FARSAKIDIS-9
Ο Γ. Φαρσακίδης, σύμβολο της ιστορίας της Αριστεράς, έχει μια σχέση βαθύτερη με την ελληνική ιστορία. Γεννήθηκε το 1924 στην Οδησσό της Σοβιετικής Ένωσης και έζησε στο σπίτι της Φιλικής Εταιρίας που ήταν ιδιοκτησίας του πατέρα του. Τους τίτλους ιδιοκτησίας παραχώρησε στο Ιδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού καθώς και τα αντικείμενα του σπιτιού που αναβιώνουν ένα τυπικό αστικό σπίτι της ελληνικής παροικίας της Οδησσού στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Με τον ερχομό του στην Ελλάδα το 1934 θα ζήσει στη Θεσσαλονίκη τα γεγονότα του Μάη του ’36, τον πόλεμο του ’40 τη γερμανική Κατοχή και θα συμμετάσχει στην Αντίσταση. Ανταρτοεπονίτης, δεκαοχτώ χρονών, δύο φορές τραυματίας σε μάχη με Γερμανούς και Βούλγαρους, έμεινε ανάπηρος στα δύο του χέρια. Κατά διαστήματα έχει κάνει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και άλλους τόπους κράτησης δεκαεξίμισι χρόνια.
Αυτοδίδακτος στους τόπους της κράτησης του, ζωγραφίζει και χαράζει θέματα με περιεχόμενο από τη ζωή των συγκρατούμενων συναγωνιστών του κι αργότερα από τους αγώνες του ελληνικού λαού.
............................................................................................................
οι επισημάνσεις στις απαντήσεις k οι τίτλοι  επάνω με '' k * του Viva La Revolucion