05 Ιανουαρίου, 2017

ο καπιταλιστικός Ευρωμονόδρομος για το 2017, k η Είδηση απ' τον ΣΕΒ:

«Αν διαιωνιστεί η σημερινή κατάσταση επιτροπείας από ξένους τεχνοκράτες, η συμμετοχή της χώρας στην Ενωμένη Ευρώπη είτε θα παραμείνει στα χαρτιά (...) είτε θα λυθεί κάποια στιγμή μέσω της αποχώρησης της Ελλάδας από την ΕΕ».
Εναν καταιγισμό αναδιαρθρώσεων προς όφελος του κεφαλαίου και με στόχο την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας περιγράφουν οι 10 προτεραιότητες της «Επιτροπής Γιούνκερ» και της Κομισιόν

Σειρά νέων διαρθρωτικών παρεμβάσεων, με κεντρικό άξονα την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και την αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης της ΕΕ, στο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών και των οξυμένων ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων,
 περιλαμβάνει το «πρόγραμμα εργασίας» της Κομισιόν για το 2017, με το οποίο επικυρώνονται οι 10 προτεραιότητες της «Επιτροπής Γιούνκερ», που είχαν παρουσιαστεί τον Οκτώβρη του 2016.

Μόνιμο ζήτημα στην αντιλαϊκή ατζέντα αποτελεί η κατεδάφιση των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με τις πολύμορφες κρατικές ενισχύσεις για τα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Τα παραπάνω έρχονται να «κουμπώσουν» με την «έκθεση των 5 προέδρων», η οποία σηματοδοτεί τις διεργασίες για την περαιτέρω εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ), προκρίνοντας την ενίσχυση των μέτρων δημοσιονομικής εποπτείας και των μνημονίων διαρκείας που επιβάλλονται σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, ανεξάρτητα από δανειακές συμβάσεις και μηχανισμούς στήριξης.

Πτυχές αυτής της διεργασίας, όπως, για παράδειγμα, η «ανολοκλήρωτη» «τραπεζική ένωση», αποτελούν αντικείμενο ενδοαστικής διαπάλης στο εσωτερικό της ΕΕ, 
με φόντο, βέβαια, τους ανταγωνισμούς για τον επιμερισμό της χασούρας ανάμεσα σε κράτη και τις κυβερνήσεις για λογαριασμό των τμημάτων του κεφαλαίου, που καθένα από αυτά στηρίζει και εκπροσωπεί.

Την ίδια ώρα, ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) ανεβάζει την αντιλαϊκή ατζέντα με τις προτεραιότητες για το 2017, διεκδικώντας την αναβάθμιση του εγχώριου κεφαλαίου στην ΕΕ και στις συντελούμενες διεργασίες, «χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε χτεσινή παρέμβασή του.

Αποκαλυπτικές είναι οι 10 προτεραιότητες της Κομισιόν για το 2017:
1)«Για την ενίσχυση της απασχόλησης, της ανάπτυξης και των επενδύσεων θα προτείνουμε πρωτοβουλία για τους νέους, σχέδιο δράσης για την εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας και νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο».
Σύμφωνα με πρόσφατα έγγραφα της Κομισιόν, ως ενδεικτικές παρεμβάσεις αναφέρονται, μεταξύ άλλων, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας (δηλαδή, των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλει η εργοδοσία), «στοχοθετημένες και σωστά σχεδιασμένες επιδοτήσεις μισθών και προσλήψεων» («ζεστό» κρατικό χρήμα στους εργοδότες), οι οποίες θα συνδυάζονται με τα «προγράμματα πρακτικής άσκησης και μαθητείας», «μέτρα κινητικότητας για τη σύνδεση δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας» κ.ά.

2)«Θα εκπονήσουμε ενδιάμεση επανεξέταση για την ψηφιακή ενιαία αγορά».
Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΕ σχεδιάζει ριζικές μεταρρυθμίσεις, αρχίζοντας από νέο πλαίσιο για την πνευματική ιδιοκτησία και φθάνοντας έως την παράδοση δεμάτων και τις τηλεπικοινωνίες. 
Η «ψηφιακή ατζέντα» είναι ενταγμένη στο λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ», που δίνει προτεραιότητα στην «άρση των φραγμών που εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλους τους βασικούς τομείς υποδομών, όπως η Ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, τα ψηφιακά μέσα και οι μεταφορές, καθώς και των φραγμών στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών». Μάλιστα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, η ενιαία ψηφιακή αγορά θα μπορούσε να εισφέρει 415 δισ. ευρώ το χρόνο...

3)«Θα υλοποιήσουμε τη στρατηγική για την ενεργειακή ένωση, συνεχίζοντας τις προσπάθειες για τα οχήματα με χαμηλές εκπομπές και την κινητικότητα».
Ουσιαστικά, πρόκειται για τη διασφάλιση φτηνής Ενέργειας για τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, ζήτημα που με τη σειρά του συνδέεται με τις διελεύσεις των αγωγών, τη λεγόμενη «ενεργειακή ασφάλεια» της ΕΕ κ.ά. Η στρατηγική της Κομισιόν για την «ενεργειακή ένωση» βασίζεται στους τρεις μακροχρόνιους στόχους της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ και συγκεκριμένα στην ασφάλεια εφοδιασμού, στην ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα.

4)«Θα οικοδομήσουμε βαθύτερη και δικαιότερη εσωτερική αγορά με την εφαρμογή της στρατηγικής για την ενιαία αγορά, της στρατηγικής της Ευρώπης για το διάστημα και του σχεδίου δράσης για την ένωση κεφαλαιαγορών, καθώς και την υποβολή προτάσεων για τη δικαιότερη φορολογία των εταιρειών».

Πρόκειται για μέτρα που αφορούν στη διοχέτευση φτηνών κεφαλαίων στους επιχειρηματικούς ομίλους μέσω των κεφαλαιαγορών, σε συνδυασμό με νέες φοροελαφρύνσεις. Μάλιστα, το συγκεκριμένο σχέδιο εξειδικεύεται και σε πρόταση της Κομισιόν, που δημοσιοποιήθηκε προχτές.

Μεταξύ άλλων προβλέπονται:

-- Θα δίνονται κίνητρα σε δραστηριότητες που ευνοούν την καπιταλιστική ανάπτυξη, όπως οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, στηρίζοντας έτσι τους «ευρύτερους στόχους της τόνωσης της ανάπτυξης, της απασχόλησης και των επενδύσεων». 
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, από τη στιγμή που θα τεθεί πλήρως σε εφαρμογή το σχέδιο, οι συνολικές επενδύσεις στην ΕΕ θα αυξηθούν κατά 3,4%. 
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ενθαρρύνει τις εταιρείες να χρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους με ίδια κεφάλαια και να αξιοποιούν τις αγορές αντί να προσφεύγουν στο δανεισμό. 
Θα παρέχονται δε φοροελαφρύνσεις για την έκδοση νέων μετοχών.
 Οπως αναφέρεται, «ένα καθορισμένο ποσοστό του νέου μετοχικού κεφαλαίου των εταιρειών (...) θα εκπίπτει ετησίως από τη φορολογία», ενώ υπό τις «παρούσες συνθήκες» το ποσοστό αυτό φτάνει στο 2,7%. Σύμφωνα με την Κομισιόν, «με τον τρόπο αυτό, θα ενθαρρυνθούν οι εταιρείες να αναζητούν πιο σταθερές πηγές χρηματοδότησης και να αξιοποιούν τις κεφαλαιαγορές, σύμφωνα με τους στόχους της Ενωσης Κεφαλαιαγορών».
-- Οι εταιρείες θα μπορούν να αντισταθμίζουν τα κέρδη που πραγματοποιούν σε ένα κράτος - μέλος με τις «ζημίες» που υφίστανται σε άλλο.

5)«Θα παρουσιάσουμε ιδέες για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ των 27 και την ενίσχυση της ΟΝΕ και θα προτείνουμε ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων».
Σύμφωνα με προηγούμενη πρόταση της Κομισιόν (Μάρτης 2016), «είναι σαφές ότι η μελλοντική επιτυχία της ζώνης του ευρώ εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από την αποτελεσματικότητα των εθνικών αγορών εργασίας και των συστημάτων Κοινωνικής Πρόνοιας και από την ικανότητα της οικονομίας να απορροφά τους κλυδωνισμούς και να προσαρμόζεται».
Επιπλέον, τονίζεται χαρακτηριστικά ότι «η ταχύτητα και η έκταση των αλλαγών που συντελούνται επί του παρόντος στον κόσμο της εργασίας, σε συνδυασμό με τις δημογραφικές τάσεις, μεταβάλλουν περαιτέρω τους όρους εργασίας», σκιαγραφώντας δηλαδή το βάθεμα της εκμετάλλευσης.

6)«Θα υλοποιήσουμε τη στρατηγική "Εμπόριο για όλους" και θα συνεχίσουμε τις εμπορικές διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, ενισχύοντας παράλληλα τα μέσα εμπορικής άμυνας».
Το ζήτημα αφορά στις διακρατικές εμπορικές συμφωνίες, αλλά και τους οξυμένους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς που εκδηλώνονται εντός και εκτός ΕΕ.

7) «Θα συνεχίσουμε τις εργασίες για την Ενωση Ασφάλειας για τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας και θα εναρμονίσουμε τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής».

8)«Θα υλοποιήσουμε το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για τη μετανάστευση».

9)«Για την ενίσχυση του ρόλου της Ευρώπης ως παγκόσμιου παράγοντα, θα παρουσιάσουμε σχέδιο δράσης ευρωπαϊκής άμυνας, περιλαμβανομένου ενός ευρωπαϊκού ταμείου άμυνας, και η Επιτροπή και η Υπατη Εκπρόσωπος θα εγκρίνουν τη στρατηγική της ΕΕ για τη Συρία και θα εφαρμόσουν τη συνολική στρατηγική της ΕΕ και την εταιρική σχέση Αφρικής - ΕΕ».

10) Τέλος, αναφέρεται η «προσαρμογή» της ισχύουσας νομοθεσίας αναφορικά με τη λεγόμενη «δημοκρατική νομιμότητα», όπως με την έγκριση των αποφάσεων από τα διάφορα όργανα της ΕΕ. Η έμφαση φαίνεται να δίνεται στις διαδικασίες και στο ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως οργάνου «νομιμοποίησης» και επιβολής του μείγματος της αντιλαϊκής πολιτικής.
«Ευέλικτη» εργασία στην υπηρεσία του κεφαλαίου

Την ίδια ώρα, η Κομισιόν προδιαγράφει και τα επόμενα χτυπήματα στα Εργασιακά, με βάση και τις περιβόητες «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ. Οπως τονίζεται στην πρόσφατη έκθεση για το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο 2017», «εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών - μελών όσον αφορά την απασχόληση και τα κοινωνικά αποτελέσματα». Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την Κομισιόν, τα «υψηλά επίπεδα ανισότητας μειώνουν τα οικονομικά αποτελέσματα, καθώς και το δυναμικό για βιώσιμη ανάπτυξη».

Σε συνοδευτικό παράρτημα της έκθεσης αναφέρονται σε αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, όπως:

- Αλλαγές στη νομοθεσία «για την προστασία της απασχόλησης με στόχο αξιόπιστες ρυθμίσεις», που προωθούν την περιβόητη «ευελφάλεια» για λογαριασμό των καπιταλιστών.

«Σύγχρονα και κατάλληλα συστήματα κοινωνικής προστασίας, που υποστηρίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη». Πίσω από τα λόγια αυτά κρύβεται η συρρίκνωση των προνοιακών επιδομάτων και η πολύπλευρη αξιοποίησή τους ως μέσου διαχείρισης της κοινωνικής δυσαρέσκειας στα χέρια του αστικού κράτους, ζήτημα που συζητείται και στο πλαίσιο των συνεννοήσεων συγκυβέρνησης - κουαρτέτου.

Δείχνοντας στην κατεύθυνση μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών της εργοδοσίας, επισημαίνεται πως η μετατόπιση της φορολογίας από την εργασία, ιδίως για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα, και η διασφάλιση δίκαιων φορολογικών συστημάτων μπορούν να βελτιώσουν τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας...


«ΠΑΚΕΤΟ ΓΙΟΥΝΚΕΡ»
«Ζεστό» κρατικό χρήμα για την ανάκαμψη κερδοφόρων επενδύσεων

Την ίδια ώρα, το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων» (ΕΤΣΕ - το λεγόμενο «πακέτο Γιούνκερ») αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία για τη διοχέτευση «ζεστού» κρατικού χρήματος προς τα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, με στόχο την ανάκαμψη της αναιμικής μάζας των νέων κερδοφόρων επενδύσεων.
Κάνοντας τον απολογισμό των δράσεων, η Κομισιόν επισημαίνει ότι «το 2016 έκλεισε με συμφωνίες και στα 28 κράτη - μέλη». Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Γ. Κατάινεν, δήλωσε: «Το ΕΤΣΕ έχει ήδη αποδείξει ότι αποτελεί ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την επιστροφή των επιπέδων των επενδύσεων σε μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη τροχιά. Από κοινού με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), πρέπει τώρα να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να αξιοποιήσουμε περαιτέρω την μέχρι τώρα επιτυχία του ΕΤΣΕ στους τομείς της απασχόλησης και της ανάπτυξης».

Να σημειωθεί ότι το 2016, αποφασίστηκε η χρονική επέκταση της αρχικής τριετούς περιόδου (2015 - 2018) έως και το 2020, ενώ και ο αρχικός στόχος με τα 315 δισ. ευρώ ανεβαίνει σε τουλάχιστον 500 δισ. ευρώ. Πρόκειται για «μοχλεύσεις» ανάμεσα σε κρατικά και ιδιωτικά κεφάλαια, με στόχο την αύξηση των επενδύσεων.

Την ίδια ώρα, παρά τη διοχέτευση πακτωλού κεφαλαίων μέσω των προγραμμάτων «νομισματικής χαλάρωσης» από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τις ενισχύσεις από το λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ» και τους άλλους μηχανισμούς ενίσχυσης των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, 
οι νέες επενδύσεις σε επίπεδο ΕΕ παραμένουν ακόμη και σήμερα σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που εμφανίζονταν πριν από την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Με βάση την επεξεργασία από την Τράπεζα της Ελλάδας, που δημοσιεύεται στην «ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική», οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στην ΕΕ διαμορφώθηκαν το 2015 στο 19,2% του ΑΕΠ, σχεδόν 3 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με το έτος 2007, ενώ σε ορισμένα κράτη η κατρακύλα των επενδύσεων ήταν ακόμη εντονότερη.
Ενδοκαπιταλιστική διαπάλη για τη νομισματική πολιτική

Στο 1,1% αυξήθηκε ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη το Δεκέμβρη του 2016, από 0,6% το Νοέμβρη και 0,2% το Δεκέμβρη του 2015, σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία, που ανακοίνωσε χτες η Γιούροστατ.

Η εν λόγω εξέλιξη πυροδοτεί την ενδοαστική διαπάλη γύρω από το μείγμα της νομισματικής πολιτικής - «χαλάρωσης» που εφαρμόζει η ΕΚΤ. Σε προχτεσινές δηλώσεις του, ο επικεφαλής του γερμανικού ινστιτούτου ΙFO, Κλ. Φούεστ, προδικάζοντας την ανοδική τάση του επίσημου πληθωρισμού, τόνισε: «Αυτό το άλμα του πληθωρισμού αποτελεί ένα μήνυμα για έξοδο από την επεκτατική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ». Σε αντίστοιχες επισημάνσεις προχώρησε χτες και ο επικεφαλής του Κέντρου Προγνώσεων του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας (IfW) του Κιέλου, ζητώντας από την ΕΚΤ την «εγκατάλειψη της ακραίας επεκτατικής νομισματικής πολιτικής», διότι «κανείς δεν βλέπει καμιά αναγκαιότητά της».


ΣΕΒ
Ανάκαμψη για το κεφάλαιο με προϋπόθεση την αντιλαϊκή πολιτική

«Η μετάπτωση της Ελλάδας στις τακτικές διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου από τη μνημονιακή εξαίρεση θα συμβεί ως μια απολύτως φυσιολογική αντανάκλαση της πολύ πιο λειτουργικής πλέον διασύνδεσης της ελληνικής δημόσιας διοίκησης με τους μηχανισμούς της Ενωμένης Ευρώπης».
Αυτό τονίζει, μεταξύ άλλων, ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του, θέτοντας τους άξονες με τις προτεραιότητες της αντιλαϊκής πολιτικής για το 2017 και περιγράφοντας τα «μνημόνια διαρκείας» της ΕΕ ως «φυσιολογική» συνέπεια της επιχείρησης καπιταλιστικής ανάκαμψης.

Σε αυτό το πλαίσιο, διεκδικώντας την αναβάθμιση της θέσης του εγχώριου κεφαλαίου στα παζάρια, στις διεργασίες και τις αναδιαρθρώσεις που συντελούνται στην ΕΕ, ο ΣΕΒ επισημαίνει πως «η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που θα μπορούσε να γίνει εντός του 2017 είναι να ξεκινήσει η πολιτική ηγεσία, και κατά προέκταση η ελληνική διοίκηση, να συμμετέχει πιο ενεργά σε όλες τις διεργασίες της ΕΕ, σε όλα τα επίπεδα».
Την ίδια ώρα, οι προτεραιότητες του ΣΕΒ παραπέμπουν άμεσα σε αυτές που προωθεί και η πλευρά της Κομισιόν, στη βάση της ενιαίας στρατηγικής για την ανάκαμψη του κεφαλαίου και στο έδαφος της αντιλαϊκής πολιτικής.
Ειδικότερα:
-- Στο όνομα της «αποκατάστασης της εθνικής κυριαρχίας» (όπως «βαφτίζουν» την αναβάθμιση του εγχώριου κεφαλαίου στο πλαίσιο της ΕΕ), εστιάζουν στην άσκηση των «κατάλληλων δημοσιονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών» που θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για ανάπτυξη της παραγωγής και της αποταμίευσης «εντός της ΕΕ», και βέβαια «χωρίς αποκλεισμούς και στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων και περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων».

-- «Κυρίαρχο ζητούμενο» παραμένει η αλλαγή στο μείγμα της δημοσιονομικής διαχείρισης, με κατεύθυνση, βέβαια, τις φορολογικές ελαφρύνσεις προς το εγχώριο κεφάλαιο, με τη «μείωση της υπερφορολόγησης των συνεπών φορολογουμένων και των οργανωμένων επιχειρήσεων». Για την επίτευξη του στόχου τους, οι εγχώριοι βιομήχανοι προτάσσουν τη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης» (όπως δηλαδή με την περαιτέρω καρατόμηση του αφορολόγητου ορίου μισθωτών - συνταξιούχων) καθώς και τη «μείωση των λειτουργικών δαπανών» στο Δημόσιο.

-- «Απαιτείται η στοχευμένη μετεξέλιξη του ασφαλιστικού και προνοιακού συστήματος προς ένα πιο ανταποδοτικό σύστημα εισφορών και συντάξεων». Πρόκειται, δηλαδή, για τις παρεμβάσεις που αφορούν στο ύψος των σημερινών συντάξεων αλλά και την περαιτέρω διάλυση των προνοιακών επιδομάτων σε λαϊκές οικογένειες, με φόντο «ένα αποτελεσματικό σύστημα καταπολέμησης της φτώχειας», δηλαδή με κατεύθυνση τη διαχείριση των ακραίων φαινομένων της επίσημης φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

-- Το προηγούμενο συνδυάζεται με το «πλαίσιο μιας σύγχρονης, ευέλικτης και ευνομούμενης αγοράς εργασίας» και, μάλιστα, όπως αυτό διαμορφώνεται από τις «τεχνολογικές εξελίξεις και τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας». Τα παραπάνω έρχονται να «δέσουν» με τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ, την εργασιακή ζούγκλα δηλαδή για λογαριασμό της κερδοφορίας του κεφαλαίου, και βέβαια με τις νέες αντιλαϊκές παρεμβάσεις που προωθούνται στα παζάρια της συγκυβέρνησης με το κουαρτέτο.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΕΒ αναφέρεται σε «εθνική στρατηγική που ενσωματώνει τις καλές πρακτικές» σε άλλες χώρες. Επιπλέον, δείχνοντας τα «ελλείμματα ανταγωνιστικότητας» του εγχώριου κεφαλαίου, χαρακτηριστικά τονίζουν: «Η απελευθέρωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος της αγοράς εργασίας στις αναπτυγμένες - πλην Ελλάδας - χώρες του ΟΟΣΑ είχε ήδη πραγματοποιηθεί, πολύ πριν την ελληνική κρίση και τη διάσωση με κεφάλαια των Ευρωπαίων εταίρων και του ΔΝΤ».

-- Με στρατηγικής σημασίας ζήτημα την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, ο ΣΕΒ εντοπίζει και τον «κίνδυνο» για Grexit, τονίζοντας: «Αν διαιωνιστεί η σημερινή κατάσταση επιτροπείας από ξένους τεχνοκράτες, η συμμετοχή της χώρας στην Ενωμένη Ευρώπη είτε θα παραμείνει στα χαρτιά (...) είτε θα λυθεί κάποια στιγμή μέσω της αποχώρησης της Ελλάδας από την ΕΕ».