01 Μαΐου, 2017

Την Πρωτομαγιά του '44, οι 200 της Καισαριανής σήκωσαν την Ελλάδα ένα μπόι ψηλότερα. !!


Δεν ήρθαν μελλοθάνατοι με κλάμα και λαχτάρα,
μόν’ ήρθανε μελλόγαμπροι με χορό και τραγούδι.
Και πρώτος άρχος του χορού, δυο μπόγια πάνου απ’ όλους
κι από το Χάρο τρεις φορές πιο πάνου ο Ναπολέος.
Κ’ είναι από τότες Μάης εδώ, φως όλα μέσα κ’ έξω.
Κόλλα τ’ αφτί και την καρδιά στο ματωμένο χώμα.
Στον Κάτου Κόσμο τραγουδάνε πάντα και χορεύουν
κι αν κάπου ανάκουστος καημός θολώνει τη λαλιά τους,
δεν είναι που τη μάνα τους τη μάβρη ανανογιούνται
παρά που τους προδώσαν απορίματα δικά μας.
Κι αν πέσανε για το λαό, νικήσαν οι προδότες,
που τώρα εδώ κατάχρυσοι περνούν και μαγαρίζουν,
και τώρα πιο τους μάχονται και τους ξανασκοτώνουν!
Σιχαίνεσαι τους ζωντανούς; Μην κλαις τους σκοτωμένους!
Απ’ τα ιερά τους κόκκαλα, πρώτη του Μάη και πάλι,
θα ξεπηδήσει ο καθαρμός κ’ η λεφτεριά του ανθρώπου.
Κ’ είναι χιλιάδες στην Ελλάδα όμοιοι Πανάγιοι Τάφοι.



Η διαταγή των Γερμανών ναζί κατακτητών δημοσιεύτηκε στις 30 Απρίλη 1944:
«…Την 27.4.44 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν στρατηγόν και τρεις συνοδούς του (…) Ως αντίποινα θα εκτελεστούν: 1) Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1.5.1944. 2) Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην…».
«Ανανδρία» - στη γλώσσα των κατακτητών (και των συνεργατών τους) - ήταν ο ηρωικός αγώνας ενάντια στην Κατοχή.
Στη γλώσσα των ναζί (και των ντόπιων ομοϊδεατών και επιγόνων τους) «δολοφονία» ήταν η ένοπλη αναμέτρηση του λαού με τις ορδές και τους γκαουλάιτερ του Χίτλερ.
Την επομένη, μέρα Δευτέρα, ξημέρωνε Πρωτομαγιά. Η Πρωτομαγιά του '44. Το προσκλητήριο του θανάτου είχε ήδη γίνει από τα χαράματα, στο Χαϊδάρι. Κι από κει στο Σκοπευτήριο. Στην Καισαριανή.

Στη διαδρομή από το Χαϊδάρι στην Καισαριανή, οι μελλοθάνατοι αποτυπώνουν τις στερνές τους σκέψεις στο χαρτί. Πετούν στο δρόμο τα στερνά τους σημειώματα.

Όσα απ' αυτά διασώθηκαν δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το '45 στην επιθεώρηση «Σήμερα».

Ανάμεσά τους ο Ναπολέων Σουκατζίδης.
 Ο κομμουνιστής που αρνήθηκε να εξαιρεθεί από τον κατάλογο των μελλοθάνατων. Που αρνήθηκε να πάρει τη δική του θέση άλλος συγκρατούμενός του. Στο δρόμο προς το εκτελεστικό απόσπασμα, γράφει στον πατέρα του: «Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να 'σαι περήφανος για τον μονάκριβο γιο σου».
Ο Νίκος Μαριακάκης στο δικό του σημείωμα έγραψε: «Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά παρά να ζει σκλάβος».

Ο Δημήτρης Σόφης: «Χαίρετε φίλοι. Εκδίκηση. Μάνα μη λυπάσαι. Χαίρε μάνα».

Ο Μήτσος Ρεμπούτσικας: «...Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτέ...».

Οι 200 της Καισαριανής έδωσαν τη ζωή τους για εκείνα τα ανώτερα ιδανικά που δίνουν περιεχόμενο στην έννοια «άνθρωπος». Και δεν πέθαναν ποτέ.

Εκείνη την Πρωτομαγιά, την Πρωτομαγιά του '44, την έγραψαν με το αίμα τους σε ένα κεφάλαιο της Ιστορίας που δε θα σβήσει ποτέ.

Οι 200 αντιφασίστες πατριώτες κομμουνιστές έγιναν θρύλος. 
Οι κομμουνιστές δεσμώτες, που η ελληνική πλουτοκρατία, η κυβέρνηση του Τσουδερού και το καθεστώς του Μεταξά κρατούσαν έγκλειστους στην Ακροναυπλία και την Ανάφη, 
οι κομμουνιστές που με την είσοδο των χιτλερικών στην Ελλάδα το καθεστώς του Μεταξά και οι δωσίλογοι τους παρέδωσαν στους ναζί, μετέτρεψαν με το αίμα τους το Σκοπευτήριο σε θυσιαστήριο της λευτεριάς.
Την Πρωτομαγιά του '44, οι 200 της Καισαριανής σήκωσαν την Ελλάδα ένα μπόι ψηλότερα. 
Οι πάνω από 750 συνολικά εκτελεσμένοι πατριώτες στο θυσιαστήριο της Καισαριανής σήκωσαν την Ελλάδα ψηλότερα με εκείνο τον τρόπο που ξέρουν να το κάνουν οι κομμουνιστές. 
Τον τρόπο που περιέγραψε λίγα χρόνια αργότερα ο Μπελογιάννης: «Με την καρδιά μας και με το αίμα μας».
Του Νίκου Μπογιόπουλου