13 Μαρτίου, 2018

ΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΟ "ΝΕΟ ΠΑΚΕΤΟ''


Το κλείσιμο της νέας συμφωνίας - «πακέτο» στο συμβούλιο Γιούρογκρουπ στις 21 Ιούνη προαναγγέλλουν η κυβέρνηση και οι «θεσμοί» της Ευρωζώνης.
Σε αυτήν θα περιλαμβάνεται η μορφή του εποπτικού πλαισίου της αντιλαϊκής πολιτικής για την περίοδο μετά τον Αύγουστο του 2018, οι ρυθμίσεις αναφορικά με την ελάφρυνση του κρατικού χρέους, 
ενώ βέβαια στην ίδια στρατηγική εντάσσεται και το λεγόμενο «αναπτυξιακό σχέδιο» που αναμένεται να παρουσιάσει η κυβέρνηση στο Γιούρογκρουπ στις 27 Απρίλη.
Σε αυτό το φόντο, ο επίτροπος Οικονομικών της ΕΕ, Π. Μοσκοβισί, μετά την ολοκλήρωση της χτεσινής συνεδρίασης των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, υπογράμμισε ότι «απέχουμε 100 μέρες από το Γιούρογκρουπ της 21ης Ιουνίου, που θα πρέπει να συγκλίνουν οι συζητήσεις για την Ελλάδα και να έχουμε μια απόφαση - πακέτο, που θα επιτρέψει τη θετική ολοκλήρωση του προγράμματος αυτό το καλοκαίρι»
Οπως είπε, «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο: Η δουλειά για την τελευταία αξιολόγηση έχει ξεκινήσει καλά και πρέπει να επιταχυνθεί».
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλ. Ρέγκλινγκ, υπογράμμισε πως «η αναπτυξιακή στρατηγική θα έχει αντίκτυπο και στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους». 
Σε ό,τι αφορά την εκταμίευση της υποδόσης (5,7 δισ.) για το κλείσιμο της 3ης «αξιολόγησης», αναμένεται για το β' 15 ήμερο του Μάρτη.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, Μ. Σεντένο, δήλωσε βέβαιος και σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της νέας δέσμης με τα 88 «προαπαιτούμενα» του 4ου κύκλου των «αξιολογήσεων». Οπως είπε, «η χώρα βρίσκεται πλέον στην τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση και δείχνει ισχυρή δέσμευση στην εφαρμογή του προγράμματος και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων».
Οι ιδιοκτήτες του «αναπτυξιακού πακέτου»
Την ίδια ώρα, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται από υψηλόβαθμο κυβερνητικό παράγοντα, το «αναπτυξιακό σχέδιο» θα είναι «δικής μας ιδιοκτησίας και ένα είδος συμφώνου κατανόησης» με τρεις αποδέκτες και συγκεκριμένα τους «θεσμούς», τις αγορές και το εσωτερικό της χώρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο κυβερνητικό παράγοντα, πρέπει να ικανοποιηθούν «λεπτές ισορροπίες», αλλά σε κάθε περίπτωση το κεντρικό μήνυμα που θα αποσταλεί στις αγορές είναι: «Επενδύστε σε εμάς γιατί δεν πρόκειται να υπάρξουν αρνητικές εκπλήξεις μόλις τελειώσει το μνημόνιο, αλλά και να δώσουμε το μήνυμα πως τα πολύ δύσκολα έχουν τελειώσει». Επιπλέον, διευκρινίζεται 
ότι το «αναπτυξιακό σχέδιο» θα περιλαμβάνει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και στόχους αναφορικά με την κλιμάκωση των αναδιαρθρώσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και βέβαια των εξελίξεων στα μεγέθη των κρατικών προϋπολογισμών.
Σε αυτό το φόντο, το «αναπτυξιακό σχέδιο» έρχεται να προστεθεί στο σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων της μνημονιακής περιόδου, που με τη σειρά του «πρέπει να κριθεί επαρκές από τις αγορές, από τις οποίες η Ελλάδα αναζητεί νέα κεφάλαια».
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση εμφανίζεται «αισιόδοξη» για την εφαρμογή του νέου κουτσουρεμένου αφορολόγητου από το 2020, όπως δηλαδή προβλέπεται στο σχετικό νόμο, προβάλλοντας ως «ατού» την επίτευξη πλεονασμάτων στο 3,5% του ΑΕΠ, ήδη από τον κρατικό προϋπολογισμό του 2017. 
Ωστόσο, το ενδεχόμενο της περαιτέρω μείωσης από το 2019, ταυτόχρονα με την κατακρεούργηση των συντάξεων, παραμένει ανοιχτό, ανάλογα και με τις εξελίξεις των επόμενων μηνών στα μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού και τα γενικότερα μεγέθη της οικονομικής δραστηριότητας.
«Εναλλακτικά» μνημόνια για την «επόμενη μέρα»
Βέβαια, η ενδοαστική συζήτηση και τα παζάρια αναφορικά με το εποπτικό πλαίσιο της αντιλαϊκής πολιτικής για την περίοδο μετά τον Αύγουστο του 2018 συνεκτιμούν και κινδύνους που σχετίζονται με την ένταση των ανταγωνισμών σε διεθνές επίπεδο, αλλά και από άλλους παράγοντες όπως το ενδεχόμενο αναταράξεων στις χρηματαγορές κ.ά.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλ. Ρέγκλινγκ, αναφορικά με την επιλογή «προληπτικής γραμμής» για τη χρηματοπιστωτική στήριξη προς το ελληνικό κράτος, υπογραμμίζει: «Οι αγορές μπορούν να αλλάξουν πολύ γρήγορα, είτε γιατί κάτι πάει στραβά στη χώρα, είτε επειδή κάτι πάει στραβά κάπου αλλού στον κόσμο. Μπορεί να υπάρξουν γεωπολιτικοί κίνδυνοι, οι οποίοι δεν θα έχουν προκληθεί από εξελίξεις στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου, καλό είναι να έχεις προληπτική πιστωτική γραμμή. Νομίζω ότι από μόνη της είναι κάτι θετικό στα μάτια των αγορών».
Μιλώντας στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», αναφορικά με τυχόν «αλλαγές» για τους κατώτατους μισθούς, υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση δεν πρέπει να κάνει τίποτα που θα έθετε σε κίνδυνο τη δημιουργία θέσεων εργασίας», δείχνοντας βέβαια ως κύριο ζήτημα την επέκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης και σε κάθε περίπτωση του μισθού με την παραγωγικότητα. 
Επιπλέον, όπως είπε, το ζήτημα του κατώτατου μισθού «θα εξαρτηθεί από τις συνολικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών, και απ' όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, δεν υπάρχουν σταθερές αποφάσεις».
Παράλληλα, ο επικεφαλής του ESM, αναφορικά με την «προνομοθετημένη» νέα καρατόμηση των συντάξεων από το 2019, επισήμανε ότι «θα ήταν αντίθετο με τη συμφωνία να ακυρωθεί ένα από αυτά τα μέτρα. Αν η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση ακυρωθεί, τότε και τα υπόλοιπα θα καταρρεύσουν. Πρόκειται για ένα πακέτο που συμφωνήθηκε και υποθέτω ότι θα εφαρμοστεί».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τυχόν ρυθμίσεις «ελάφρυνσης» στην εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους, επανέλαβε ότι θα συνοδεύονται από «κάποιου είδους στενότερη επιτήρηση».
Αναιμική ανάκαμψη πάνω στα λαϊκά συντρίμμια
Την ίδια ώρα, ο ΣΕΒ κρατάει «μικρό καλάθι» ως προς τους αναμενόμενους ρυθμούς ανάκαμψης για το 2018 «προς το 2%» και βέβαια με όρο και προϋπόθεση τη διατήρηση και κλιμάκωση των αντιλαϊκών μέτρων και των αναδιαρθρώσεων.
Οι εγχώριοι βιομήχανοι, στο «μηνιαίο δελτίο», επισημαίνουν ότι «αυτό που προέχει είναι να μην ατονήσουν η μεταρρυθμιστική προσπάθεια και η δημοσιονομική πειθαρχία, καθώς επίσης να εφαρμοστεί μια πιο φιλική προς την επιχειρηματικότητα πολιτική, που θα ενθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις». 
Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά συμπληρώνουν, «αν αυτό δεν συμβεί, η ανάκαμψη μπορεί να αποδειχθεί προσωρινή και η χώρα να βρεθεί ξανά αντιμέτωπη με όλους τους κινδύνους που απετράπησαν, με τόσο υψηλό κόστος, τα τελευταία οκτώ χρόνια».
Το ΙΟΒΕ, από την πλευρά του, επισημαίνει πως «η έναρξη της συζήτησης για την έξοδο από το πρόγραμμα επαναφέρει συνθήκες σχετικής ομαλότητας, παρά το γεγονός ότι οι ακριβείς παράμετροι αυτής της εξόδου δεν έχουν οριστικοποιηθεί».