05 Μαΐου, 2018

Ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ





Στο παρόν κείμενο και στα υπόλοιπα που θα ακολουθήσουν, γίνεται μια κριτική παρουσίαση της δράσης και της πολεμικής του αναρχισμού απέναντι στους μπολσεβίκους και την Οκτωβριανή Επανάσταση. 
Η αντιπαράθεση με το αναρχικό ρεύμα γίνεται στη βάση της παρουσίασης των ιστορικών γεγονότων και του ρόλου των αναρχικών πριν, κατά τη διεξαγωγή της Eπανάστασης ως και την αντεπαναστατική τους δράση μετά από την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας. 
Η δράση αυτή, όπως και η στάση των αναρχικών απέναντι στα Σοβιέτ και την επαναστατική εργατική εξουσία, παρουσιάζεται ως το 1921-1922 περίπου, όταν και χοντρικά σταματά να υπάρχει δράση οργανωμένων αναρχικών ομάδων.
Μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορική πείρα θα φανεί η ολόπλευρη πρακτική και ιδεολογική χρεοκοπία του αναρχισμού, όπως εκδηλώθηκε στη μεγαλύτερη επανάσταση που έχει ζήσει μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα. 
Αναδεικνύονται ζητήματα όπως: Η πλήρης αδυναμία του αναρχισμού να καθοδηγήσει τον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση και η πολιτική του γραμμή, που στις συνθήκες του 1917 οδηγεί σε αδιέξοδο και σίγουρη ήττα την εργατική τάξη· 
η στάση του απέναντι στο ζήτημα της ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής που φτάνει ως την αντιδραστική υπεράσπιση της ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας· η πλήρης αδυναμία του να δώσει απαντήσεις στο ζήτημα της οργάνωσης της οικονομίας, αλλά και της σύνθετης πορείας εξάλειψης της κοινωνικής διαφοροποίησης και των αντιθέσεων που κληρονομεί ο σοσιαλισμός από τον καπιταλισμό.
Μέρος A': 

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Η προετοιμασία και το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου αποτέλεσαν μεγάλη δοκιμασία για το εργατικό κίνημα. 
Νικητής από αυτήν τη δύσκολη και σύνθετη περίοδο μπόρεσε να αναδειχτεί μόνο η συνεπής επαναστατική διεθνιστική γραμμή, η γραμμή που καλούσε:
 α) σε άρνηση στην υποταγή της εργατικής τάξης στα αστικά –ντυμένα με τον εθνικό μανδύα– συμφέροντα 
β) στη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε πάλη για την εξουσία. 
Πρόκειται για τη γραμμή που πρόβαλαν και ακολούθησαν οι μπολσεβίκοι με επικεφαλής τον Λένιν, οι Γερμανοί κομμουνιστές του «Σπάρτακου» και λίγες ακόμη δυνάμεις στο διεθνές εργατικό επαναστατικό κίνημα.
 Αυτή η γραμμή οδήγησε τους μπολσεβίκους στη μεγαλειώδη νίκη του Οκτώβρη.
Η παλιά σοσιαλδημοκρατία κορύφωσε τη συμβιβαστική της διολίσθηση συνθηκολογώντας πλήρως με την αστική τάξη και υποστέλλοντας τη σημαία της ταξικής πάλης στο όνομα της «υπεράσπισης της πατρίδας».
 Το ίδιο συνέβη και με μεγάλο κομμάτι των αναρχικών, που τέθηκαν κάτω από την υπόθεση των αστικών συμφερόντων και κυβερνήσεων ενστερνιζόμενοι κυρίως το σκοπό των λεγόμενων συμμαχικών δυνάμεων (Αντάντ) και διακατεχόμενοι από το «φόβο» της επικράτησης του γερμανικού μιλιταρισμού.
 Ένα μεγάλο τμήμα του αναρχισμού διασύρθηκε και συστρατεύτηκε με το ρεύμα του σοβινισμού.

Την περίοδο που προηγήθηκε του πολέμου, αυτή που έχει πολιτογραφηθεί ως «ειρηνική περίοδος» (1871-1914) με βάση το λενινιστικό χαρακτηρισμό, η παγίωση του οπορτουνισμού στα σοσιαλιστικά-σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Β΄ Διεθνούς δημιουργούσε χώρο για να κερδίζουν ορισμένο έδαφος οι αναρχικές αντιλήψεις. 
Η αποθέωση της συμμετοχής στο κοινοβούλιο και η προσαρμογή της δουλειάς με κοινοβουλευτικά κριτήρια, ο λεγκαλισμός, η ρεφορμιστική λογική των περισσότερων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων «εκχωρούσαν» σε αναρχικές και μισοαναρχικές απόψεις το κύριο βάρος της κριτικής ενάντια στον αστικό κοινοβουλευτισμό και την αστική δημοκρατία, πράγμα που συνέβαλε σε μια ορισμένη διάδοση του αναρχισμού σε εργατικά και αγροτικά στρώματα τα οποία έβλεπαν τα επίσημα σοσιαλιστικά κόμματα ως συμβιβασμένα.1 
Αποτιμώντας αυτήν την περίοδο, ο Λένιν επισημαίνει ορισμένα χρόνια αργότερα: 
«Ο αναρχισμός ήταν συχνά ένα είδος τιμωρίας για τα οπορτουνιστικά αμαρτήματα του εργατικού κινήματος. Και τα δύο αυτά εκτρώματα αλληλοσυμπληρώνονταν»2.
Ο πόλεμος όμως ήρθε και σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του. 
«Ο πόλεμος αιφνιδίασε τους αναρχικούς όλων των χωρών και κανείς δεν προέβλεψε τη φοβερή του έκταση. Ωστόσο είχαν νιώσει να πλησιάζει σ’ όλο τον κόσμο κι έκαναν το λάθος να μην πουν, ούτε να κάνουν αυτό που έπρεπε. […] Τα αντιεξουσιαστικά κινήματα […] βρίσκονταν σε μια κατάσταση διανοητικής ατροφίας από το 1914», παραδέχεται ο αναρχικός ιστορικός Μαξ Νετλό (Max Nettlau, 1865-1944).3
Ο Ρώσος Π. Κροπότκιν, η εμβληματική αυτή φυσιογνωμία του αναρχισμού, τάχτηκε ένθερμα με το μέρος της Αντάντ και από το 1914 καλούσε κάθε άνθρωπο «που αγαπά τα ιδανικά της ανθρώπινης προόδου» να συμβάλει στη συντριβή της «γερμανικής εισβολής στη Δυτική Ευρώπη»
Ο ελευθεριακός-αναρχικός Μ. Μπούκτσιν περιγράφει: «Από το Λονδίνο, όπου ήταν εξόριστος, ο Πέτρος Κροπότκιν, ο γηραιός θεωρητικός του αναρχοκομμουνισμού, ενστερνίστηκε την υπόθεση των Συμμάχων τόσο ζεστά, ώστε ήρθε σε βίαιη ρήξη με μερικούς από τους στενότερους Βρετανούς συντρόφους του»4. 
Ο ιστορικός του αναρχισμού Πολ Άβριτς αναφέρει μαρτυρία της κόρης του Π. Κροπότκιν, σύμφωνα με την οποία ο πατέρας της ήταν ιδιαίτερα απογοητευμένος, καθώς λόγω της ηλικίας του (όταν ξέσπασε ο πόλεμος ο Κροπότκιν ήταν ήδη 72 ετών) δεν μπορούσε να καταταγεί στο γαλλικό στρατό για να πολεμήσει ενάντια στη Γερμανία.5

Στη Γαλλία, έγκριτοι αναρχικοί, όπως ο Ζαν Γκραβ, ο Σαρλ Μαλατό και ο Πολ Ρεκλί, συντάχτηκαν με τους υποστηρικτές της Αντάντ. 
Ο Γάλλος σοσιαλιστής Γκουστάβ Ερβέ –ο οποίος μερικά χρόνια πριν τον πόλεμο, στο διεθνές σοσιαλιστικό συνέδριο της Στουτγάρδης το 1907, πρόβαλε ένα μισο-αναρχικό πρόγραμμα και φώναζε ότι «όλη η σοσιαλδημοκρατία έχει γίνει αστική»– πέρασε ένθερμα στο σοσιαλσοβινισμό.
Το Φλεβάρη του 1916 δημοσιεύτηκε το λεγόμενο «Μανιφέστο των 16» με τις υπογραφές σημαινόντων αναρχικών (Π. Κροπότκιν, Ζ. Γκράβ, Κ. Κορνέλισεν, Β. Τσερκέσοφ κ.ά.), εκφράζοντας αμέριστη υποστήριξη προς την Αντάντ.
Ένα άλλο τμήμα αναρχικών 
(π.χ. οι Ε. Μαλατέστα, Λ. Μπερτόνι, Α. Μπέργκμαν, Ε. Γκόλντμαν, ο Α. Σαπίρο) τάχτηκαν ενάντια στον πόλεμο, δημοσιεύοντας το 1915 ένα διεθνές αναρχικό μανιφέστο με τη γενική διακήρυξη ότι οι αναρχικοί είναι «αποφασιστικά αντίθετοι σε κάθε πόλεμο μεταξύ των λαών». 
Απέναντι στο «Μανιφέστο των 16» 
ο Μαλατέστα απάντησε 
χαρακτηρίζοντάς τους ως «φιλοκυβερνητικούς αναρχικούς», ενώ μια ομάδα Ρώσων αναρχικών στη Γενεύη (στην οποία συμμετείχαν ο Α. Γκε, ο Ι. Γκρόσμαν-Ρόστσιν κ.ά.) τους χαρακτήρισε «αναρχοπατριώτες»6. 
Στις ΗΠΑ, οι «Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου» (IWW) –που στις γραμμές τους δρούσαν και αναρχοσυνδικαλιστές– πραγματοποίησαν διαμαρτυρίες και απεργίες ενάντια στον πόλεμο, ενώ οι αναρχικοί Ε. Γκόλντμαν, Α. Μπέργκμαν κ.ά. προπαγάνδιζαν τη μη στράτευση.7

Η εναντίωση όμως στον πόλεμο, η άρνηση της στράτευσης και τα καλέσματα για ειρήνη χωρίς ανατροπή της αστικής εξουσίας δεν αποτελούν επαναστατική γραμμή για την εργατική τάξη στον αγώνα της για την εξουσία. 
Ο Λένιν έλεγε για τον «πασιφισμό» που διέκρινε κάποιες σοσιαλιστικές και αναρχικές ομάδες: 
«Και από τους πασιφιστές και από τους αναρχικούς εμείς, οι μαρξιστές, διαφέρουμε γιατί παραδεχόμαστε την ανάγκη να μελετάται ιστορικά ο κάθε πόλεμος ξεχωριστά […] Στην Ιστορία υπήρξαν επανειλημμένα πόλεμοι που, παρόλες τις φρικαλεότητες, τις αγριότητες, τις συμφορές και τα βάσανα που συνδέονται αναπόφευκτα με κάθε πόλεμο, ήταν προοδευτικοί, δηλαδή συντέλεσαν στην ανάπτυξη της ανθρωπότητας […] Ο μαρξισμός δεν είναι πασιφισμός. Είναι απαραίτητο να αγωνιστούμε για να σταματήσει το γρηγορότερο ο πόλεμος. Μόνο όμως όταν καλούμε σε επαναστατικό αγώνα το αίτημα της ειρήνης αποκτά προλεταριακό νόημα. Χωρίς μια σειρά επαναστάσεις η λεγόμενη δημοκρατική ειρήνη είναι μικροαστική ουτοπία»8.
Με το ίδιο πνεύμα απαντούσε και στο κάλεσμα ορισμένων σοσιαλιστικών ομάδων και οργανώσεων για «γενικό αφοπλισμό»: 
«Η κυριότερη λοιπόν έλλειψη του αιτήματος του αφοπλισμού είναι ακριβώς ότι παρακάμπτονται έτσι όλα τα συγκεκριμένα ζητήματα της επανάστασης. Ή μήπως οι οπαδοί του αφοπλισμού τάσσονται υπέρ ενός ολωσδιόλου νέου είδους επανάστασης, της άοπλης επανάστασης;»9.
Ο Λένιν στηλίτευσε μαχητικά τη σοβινιστική χρεοκοπία του αναρχισμού. 
«Οι πιο επιφανείς αναρχικοί όλου του κόσμου εξευτελίστηκαν όχι λιγότερο από τους οπορτουνιστές με το σοσιαλσοβινισμό τους (στο πνεύμα του Πλεχάνοφ και του Κάουτσκι) σε τούτο τον πόλεμο»10. 
Η λενινιστική επεξεργασία αντιπαρατέθηκε σφοδρά με το σοβινιστικό ξεπεσμό τόσο των σοσιαλιστών όσο και των αναρχικών, ενώ αποτέλεσε βασική προϋπόθεση για την απεμπλοκή των εργατικών, λαϊκών μαζών από την αστική επιρροή που τους έστελνε στην αλληλοσφαγή και για την προώθηση του επαναστατικού σκοπού ώστε τα όπλα να στραφούν ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, στην αστική τάξη κάθε χώρας, για την ανατροπή της και την κατάκτηση της εξουσίας.


Μετά από τη νίκη της επανάστασης του Φλεβάρη του 1917, ο Κροπότκιν επέστρεψε στη Ρωσία. 
Οι εργατικές και αγροτικές μάζες, εξουθενωμένες από τα σχεδόν 4 χρόνια πολέμου, ζητούσαν άμεσα τον τερματισμό του και την άμεση σύναψη ειρήνης. 
Ο Κροπότκιν όχι μόνο επέμεινε να υπερασπίζεται τη συνέχιση της διεξαγωγής του πολέμου ενάντια στη Γερμανία, αλλά πρόσφερε και τη στήριξή του στην Προσωρινή Κυβέρνηση του Κέρενσκι που, εκφράζοντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης, επιδίωκε με κάθε τρόπο τη συνέχιση του πολέμου.
 Ο Πολ Άβριτς αναφέρει σχετικά: 
«Παρόλο που ο Κροπότκιν είχε συναίσθηση της εξάντλησης που είχε προκαλέσει ο πόλεμος στο ρωσικό λαό, θεωρούσε την ήττα του γερμανικού μιλιταρισμού ως αναγκαία προϋπόθεση για την ευρωπαϊκή πρόοδο και, έτσι, την παραμονή της αναχώρησής του για την πατρίδα του, επανεπιβεβαίωσε τη στήριξή του στην Αντάντ. Παρά την αντιδημοφιλή αυτή κίνηση, όταν ο Κροπότκιν έφτασε στο Φινλανδικό Σταθμό τον Ιούνη του 1917 […] τον υποδέχτηκε θερμά ένα πλήθος 60.000 ανθρώπων, ενώ μια στρατιωτική μπάντα έπαιζε τη “Μασσαλιώτιδα” […] 
Ο Κερένσκι προσέφερε στον αξιοσέβαστο ελευθεριακό μια θέση στην κυβέρνηση ως υπουργό Παιδείας, καθώς και μια σύνταξη από το κράτος, τα οποία ο Κροπότκιν απέρριψε κατηγορηματικά. 
Τον Αύγουστο όμως, αποδέχτηκε την πρόσκληση του Κερένσκι να μιλήσει ενώπιον της Κρατικής Σύσκεψης της Μόσχας (ο Πλεχάνοφ, ο σοφός της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, επίσης υποστηρικτής της πολεμικής προσπάθειας, επρόκειτο να είναι ένας ακόμη ομιλητής), ένα σώμα αποτελούμενο από πρώην μέλη της Δούμας και εκπροσώπους των ζέμστβο, δημοτικούς αξιωματούχους, επαγγελματικές ενώσεις, συνδικάτα, Σοβιέτ και συνεταιρισμούς, συγκεντρωμένο από το νέο πρωθυπουργό σε μια προσπάθεια να σταθεροποιήσει το ετοιμόρροπο καθεστώς. Η συνδιάσκεψη υποδέχτηκε τον Κροπότκιν με επευφημίες. Σε μια σύντομη ομιλία, κάλεσε σε μια νέα στρατιωτική επίθεση, καλώντας ολόκληρο το έθνος σε υποστήριξη της ρωσικής άμυνας»11.
Η ΟΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ


«Θυμάμαι πως, όταν γύρισα στη Ρωσία απ’ το εξωτερικό και έφτασα στην Πετρούπολη τις πρώτες μέρες του Ιούλη 1917, έμεινα κατάπληκτος απ’ τον εντυπωσιακό αριθμό των μπολσεβίκικων τοιχοκολλήσεων που ανάγγελναν συσκέψεις και συνέδρια, σε όλες τις γωνιές της πρωτεύουσας και των προαστίων, σε δημόσιες αίθουσες, σ’ εργοστάσια κλπ. Δεν έβλεπα ούτε μία αφίσα των αναρχικών. 
Έμαθα ακόμη ότι το Κόμμα των Μπολσεβίκων κυκλοφορούσε στην πρωτεύουσα και αλλού καθημερινές εφημερίδες σε πλήθος αντίτυπα κι ότι είχε σχεδόν παντού –στα εργοστάσια, στις διοικήσεις, στο Στρατό κλπ.– σημαντικούς κι όλο επιρροή πυρήνες. 
Και παρατηρούσα ταυτόχρονα, με μια μικρή απογοήτευση, την απουσία απ’ την Πετρούπολη μιας αναρχικής εφημερίδας, καθώς και κάθε προφορικής προπαγάνδας. Βέβαια, υπήρχαν μερικές αντικρατιστικές ομάδες εκεί, μα σε πολύ πρωτόγονη κατάσταση. […] Στον πέμπτο μήνα μιας εκπληκτικής επανάστασης, καμία εφημερίδα, καμία φωνή αναρχικού στην πρωτεύουσα της χώρας! Κι αυτά, απέναντι στην ξέφρενη δραστηριότητα του Μπολσεβίκικου Κόμματος»12.
Αυτή η αποκαρδιωτική μαρτυρία του αναρχικού Βολίν καταγράφει την κατάσταση των αναρχικών ομάδων στην Πετρούπολη το καλοκαίρι του 1917. Παρόλο που η Ρωσία γέννησε κορυφαίους εκπροσώπους-θεμελιωτές της αναρχικής ιδεολογίας –όπως ο Μ. Μπακούνιν και ο Π. Κροπότκιν– και οι αναρχικές ιδέες είχαν μια ορισμένη διάδοση μέσα στο κίνημα του ναροντνικισμού στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ο ρωσικός αναρχισμός δεν κατάφερε να αναπτύξει καμία σημαντική επιρροή, ούτε να έχει επίδραση στα γεγονότα τόσο της επανάστασης του 1905 όσο και του 1917. Οι Ρώσοι αναρχικοί είχαν κατά κανόνα λιγοστές δυνάμεις και δρούσαν σε μικρές ομάδες, αποκομμένες από τις εργατικές μάζες.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Περισσότερα στοιχεία γι’ αυτήν την περίοδο βλ. στον Πρόλογο της ΙΕ της ΚΕ στη συλλογή κειμένων Κ. Μαρξ - Φρ. Ένγκελς: «Για τον αναρχισμό», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2015, σελ. 29.

2. Β. Ι. Λένιν: «Ο “αριστερισμός”, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», «Άπαντα», τ. 41, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 15.

3. Max Nettlau: «Ιστορία της Αναρχίας», εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη», Αθήνα, 1999, σελ. 312-315.

4. Μ. Μπούκτσιν: «Η Τρίτη Επανάσταση (τρίτος τόμος). Λαϊκά κινήματα στην επαναστατική εποχή», εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 2016, σελ. 160. Ο Μάρεϊ Μπούκτσιν (Μurray Βookchin, 1921-2006) ήταν Αμερικανός ελευθεριακός-αναρχικός θεωρητικός, ο οποίος έχει ασκήσει σημαντική επιρροή στο σύγχρονο αναρχισμό τόσο στις ΗΠΑ όσο κι ευρύτερα. Οι ιδέες και η δράση του Μπούκτσιν αναπτύχθηκαν και καλύπτουν μια μεγάλη ιστορική περίοδο και διαφορετικές φάσεις του αναρχικού κινήματος, από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 ως και τη δεκαετία του 2000. Ξεκίνησε ως μαρξιστής, ενώ αργότερα έγινε τροτσκιστής, πριν περάσει στη συνέχεια στον αναρχισμό. Προς το τέλος της ζωής του σταμάτησε να αυτοπροσδιορίζεται ως αναρχικός, προσδιορίζοντας την αντίληψή του ως «κομμουναλισμό». Πολύ περιγραφικά, η αντίληψή του για τον «κομμουναλισμό» στηρίζεται στη συγκρότηση συνομοσπονδιακών λαϊκών συνοικιακών συνελεύσεων όπου ο συντονισμός θα γίνεται μέσα από άμεσα ανακλητούς και κυκλικά εναλλασσόμενους «εντολοδόχους» (όχι αντιπροσώπους), οι οποίοι δε θα αποφασίζουν, αλλά θα μεταφέρουν την εντολή που τους δίνει η συνέλευση. Ο Μπούκτσιν έχει ασκήσει επίδραση σε ευρύτερο ακροατήριο στον αναρχικό και στον οπορτουνιστικό χώρο.

5. Paul Avrich: «The Russian Anarchists», Princeton University Press, 1967, σελ. 116. Ο Πολ Άβριτς (1931-2006) ήταν Αμερικανός ιστορικός. Δίδαξε σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Βασικό ακαδημαϊκό του πεδίο ήταν ο ρωσικός και αμερικανικός αναρχισμός. Έχει γράψει πολλά σχετικά βιβλία, όπως «Οι Ρώσοι αναρχικοί» (1967), «Κρονστάνδη, 1921» (1970), «Η τραγωδία του Χεϊμάρκετ» (1984) κ.ά.

6. Paul Avrich: «The Russian Anarchists», Princeton University Press, 1967, σελ. 117.

7. Βλ. ενδεικτικά Emma Goldman: «Speeches Against Conscription», στο www.thean archistlibrary.org

8. Β. Ι. Λένιν: «Σοσιαλισμός και πόλεμος», «Άπαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 317, 348.

9. Β. Ι. Λένιν: «Για το σύνθημα του αφοπλισμού», «Άπαντα», τ. 30, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 151.

10. Β. Ι. Λένιν: «Σοσιαλισμός και πόλεμος», «Άπαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 333.

11. Paul Avrich: «The Russian Anarchists», Princeton University Press, 1967, σελ. 136.


12. Βολίν: «Η άγνωστη επανάσταση», τ. 2, εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη», Αθήνα, 2007, σελ. 18. Ο Βολίν (πραγματικό όνομα Β. Μ. Αϊχενμπάουμ, 1882-1945) ήταν Ρώσος αναρχικός. Πήρε μέρος στα γεγονότα του 1905 και μετά διέφυγε στη Γαλλία. Μετά από την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, επέστρεψε στη Ρωσία και δραστηριοποιήθηκε στην αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση «Γκόλος Τρούντα» και αργότερα στην αναρχική οργάνωση «Ναμπάτ», αναπτύσσοντας δράση στην Ουκρανία στο πλευρό του ένοπλου κινήματος του Μαχνό. Συνελήφθη από τις σοβιετικές αρχές για τη δράση του και εξορίστηκε από τη χώρα το 1921. Έζησε στη Γερμανία και αργότερα στη Γαλλία, όπου έκανε προσπάθεια διαμόρφωσης ενός ρεύματος «συνθετικού αναρχισμού», με σκοπό να συνενώσει τον αναρχοκομμουνισμό, τον αναρχοσυνδικαλισμό και τον αναρχοατομισμό.
Κάνε παρακάτω κλικ στη ετικέτα ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ να μεταφερθείς στα επόμενα. 
To Β' Μέρος Εδώ

Καλό διάβασμα !!