Το όνειρο πολλών επιστημόνων, από παλιά ήταν να βρουν μια θεωρία να εξηγεί τα πάντα. Είναι πασιφανές πως δεν πρόκειται για μιά επιστήμη αλλά για έναν τρόπο σκέψης. Αυτό θα ήταν το ζητούμενο.
“Για την διαλεκτική φιλοσοφία τίποτα δεν είναι μιά για πάντα καθορισμένο, απόλυτο, ιερό. Παντού και σε όλα η διαλεκτική φιλοσοφία βλέπει την σφραγίδα της αναπόφευκτης πτώσης και τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μπροστά της, εκτός απο το αδιάκοπο προτσές της γέννησης και της εκμηδένισης, εκτός απο το ατελεύτητο ανέβασμα απο μιά κατώτερη βαθμίδα σε μια ανώτερη. Και η ίδια δεν είναι παρά μια απλή αντανάκλαση αυτού του προτσές στον σκεπτόμενο εγκέφαλο. Ετσι η διαλεκτική, σύμφωνα με τον Μάρξ, είναι η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης τόσο του εξωτερικού κόσμου όσο και της ανθρώπινης νόησης.”
Ολα άρχισαν στην αρχαία Ελλάδα απ’ τον Ηράκλειτο. Η κεντρική ιδέα σ’ αυτά που έλεγε είναι ότι όλα είναι ρευστά, τίποτα δεν είναι σταθερό (“Τα πάντα ρει”). Δηλαδή, δεν πρέπει τίποτα να θεωρείς ότι είναι σταθερό κι αμετακίνητο για πάντα. Ολα βρίσκονται σε κατάσταση συνεχούς μεταβολής.
Ελεγε ο Ηράκλειτος “... ο κόσμος είναι ένας, δεν δημιουργήθηκε απο κανέναν θεό ούτε απο κανέναν άνθρωπο - ήτανε, είναι και θα είναι μια φλόγα αιώνια ζωντανή, που φουντώνει και σβήνει σύμφωνα με καθορισμένους νόμους ...”
Ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831) θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης διαλεκτικής. Ο Χέγκελ ήταν ο εισηγητής, μιας πολύ μεγάλης φιλοσοφικής σχολής, του διαλεκτικού ιδεαλισμού. Με λίγα λόγια ο ιδεαλιστής Χέγκελ πάντρεψε τον ιδεαλισμό του Immanuel Kant, (1724-1804) με την διαλεκτική. Η διαλεκτική είναι η “άρνηση της άρνησης”. Ενα φυτό αρνείται κάθε στιγμή που μεγαλώνει την προηγούμενή του κατάσταση, ώσπου φτάνει να αρνείται όλες αυτές τις διαδοχικές αρνήσεις και γίνεται κάτι άλλο, δηλ. δέντρο.
Στο φυτό που μεταβάλεται, όπως και σε όλα τα πράγματα, επιδρούν κάποιες δυνάμεις που δίνουν ώθηση σ’ αυτήν την αλλαγή.
Για να κατανοήσουμε τις σχέσεις των παραγόντων που βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση με αποτέλεσμα να προκύψει μια δεδομένη αλλαγή, πρέπει να τις αναλύσουμε. Ανάλυση λοιπόν είναι μια άλλη κομβική έννοια της διαλεκτικής. Η ανάλυση σε οδηγεί στην κατανόηση των αλληλεπιδράσεων. Οσο πιο λεπτομερής θα είναι η ανάλυση, τόσο πιο λεπτομερείς αλληλοσυσχετίσεις θα ξεδιαλύνονται.
Σε κάποιο σημείο θα αρχίσουν να διαφαίνονται οι γενικοί νόμοι της κίνησης που διέπουν την αλληλοεξάρτηση που εξετάζουμε.
Αν αυτοί οι γενικοί νόμοι της κίνησης κατανοηθούν τότε η διαλεκτική πέτυχε τον στόχο της. Τότε η ανασύνθεση της κατάστασης που αναλύθηκε θα οδηγήσει τον εγκέφαλο να ταξινομήσει μια κατανοητή αλληλουχία συνεχούς κίνησης και μεταβολής.
Αν η ανάλυση δεν γίνει και δεν διαφανούν ξεκάθαρα οι νόμοι της κίνησης, ο εγκέφαλος θα αποθηκεύσει μια εν πολλοίς ανεξήγητη στατική κατάσταση ή ακόμα χειρότερα μια μυστηριωδώς μεταβαλόμενη κατάσταση.
Όλα έτσι λειτουργούν.
Καθετί αλλάζει και γίνεται κάτι άλλο, αρνείται δηλαδή τον παλιό του εαυτό. Δεν πρέπει να τον αντιλαμβανόμαστε σαν σύμπλεγμα απο έτοιμα πράγματα, αλλά σαν σύμπλεγμα απο προτσές. Τα αντίθετα μεταξύ τους πράγματα στην πραγματικότητα είναι το ίδιο πράγμα που πάει απ’ το ένα άκρο στο άλλο, σαν εκκρεμές. Αυτό μας λέει λοιπόν ότι καθετί έχει μέσα του το αντίθετό του. Κάπως έτσι θεμελίωσε την διαλεκτική ένας ιδεαλιστής.
Αυτό που τον έκανε ιδεαλιστή, ήταν ότι στηριζόταν πάνω σε όλη την κυρίαρχη σκέψη της εποχής και θεωρούσε δεδομένη την ύπαρξη του θεού ή της ανώτερης πνευματικής δύναμης ή του παγκόσμιου πνεύματος.
Η κατώτερη άψυχη ύλη κατευθυνόταν απο το παγκόσμιο πνεύμα. Αυτή η τελευταία παραδοχή, όρισε ιστορικά τον διαλεκτικό ιδεαλισμό του Χέγκελ.
|
Georg Wilhelm Friedrich Hegel |
Και τότε η ιστορία μας "φανέρωσε" ... τον Μάρξ και τον Ενγκελς.
Αυτοί οι δυό κύριοι αναποδογύρισαν το λογικό σχήμα των ιδεαλιστών.
Το σχήμα πως ... η “ανώτερη” πνευματική δύναμη που καθορίζει τους γενικούς κανόνες κίνησης της “κατώτερης και άψυχης” ύλης ... θα υποστεί την λογική του αντιστροφή. Τώρα πια το αντεστραμμένο λογικό σχήμα ... πατούσε στα πόδια του: την ύλη. Εδώ ξεκινά ο διαλεκτικός υλισμός.
Όλα τα πράγματα είναι ύλη.
Ολα τα άυλα πράγματα, όλες οι αφηρημένες έννοιες, όλα όσα δεν υπάρχουν με υλική χειροπιαστή μορφή, προέρχονται από τη συνείδησή μας, η οποία είναι ιδιότητα του μυαλού μας,
το οποίο είναι κι αυτό όπως όλα, υλικό πράγμα.
Η σκέψη μας λοιπόν είναι ιδιότητα της ύλης. Η ύλη βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, μεταβάλλεται συνέχεια απ’ το ένα πράγμα στο άλλο και αυτή η διαδικασία δεν σταματάει ποτέ.
Ακόμα κι όταν έχουμε την ψευδαίσθηση των ακίνητων πραγμάτων, πάλι υπάρχει μεταβολή αλλά σε πιο αργό χρόνο.
Η μεταβολή αυτή, απ’ το ένα πράγμα στο άλλο, απ’ τη μια κατάσταση στην άλλη γίνεται πάντα με τον ίδιο συγκεκριμένο τρόπο, επειδή αυτός είναι ο πιο απλός τρόπος που λειτουργεί η ύλη, το σύμπαν, η φύση. Αυτός ο τρόπος μεταβολής είναι πάντα ο ίδιος και ισχύει για όλα τα πράγματα, για όλες τις καταστάσεις και για όλες τις διαδικασίες. Οταν αυτόν τον τρόπο μεταβολής τον κατανοούμε, τότε έχουμε κατακτήσει τους γενικούς νόμους της κίνησης.
Παντού και σε όλα η διαλεκτική φιλοσοφία βλέπει την σφραγίδα της αναπόφευκτης πτώσης και τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μπροστά της, εκτός απο το αδιάκοπο προτσές της γέννησης και της εκμηδένισης, εκτός απο το ατελεύτητο ανέβασμα απο μιά κατώτερη βαθμίδα σε μια ανώτερη.Αυτή η ένομη (με νόμους και κανόνες) κίνηση γεννά την εξέλιξη.
Αυτός είναι ο διαλεκτικός υλισμός. Η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης της ύλης.
Πλήρης ανατροπή του διαλεκτικού ιδεαλισμού ... αλλά χρησιμοποιώντας την μεθοδό του. Οι ιδεαλιστές ορίζαν πως μια πνευματική δύναμη που είναι ο θεός όπως τον ξέρουμε, έφτιαξε τον υλικό κόσμο με τη θέλησή του. Με βάση τον διαλεκτικό υλισμό και το πώς εξηγεί το τι είναι ύλη και πώς απ’ αυτή δημιουργήθηκε ο άνθρωπος και η συνείδησή του, φτάνουμε τελικά στοαντίθετο συμπέρασμα απ’ αυτό των ιδεαλιστών: ότι δηλαδή, ο θεός είναι στ ην πραγματικότητα ένα δημιούργημα του ανθρώπινου μυαλού, υπάρχει μόνο μέσα στο κεφάλι μας, που είναι υλικό αντικείμενο. Άρα ο υλικός κόσμος “έφτιαξε” το θεό.
Στην ουσία ο ιδεαλισμός του Χέγκελ είχε μέσα του το στοιχείο που τον ανέτρεψε: τη διαλεκτική !!!
Ας παρακολουθήσουμε για λίγο τον Ενγκελς: “Το μεγάλο θεμελιακό πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας είναι το πρόβλημα της σχέσης νόησης και Είναι, πνεύματος και φύσης ... ποιό είναι το πρωταρχικό: το πνεύμα ή η φύση... Ανάλογα με το τρόπο που απαντούσαν σε αυτό οι φιλόσοφοι χωρίστηκαν σε δυό μεγάλα στρατόπεδα. Οσοι ισχυρίζονταν οτι το πνεύμα υπήρχε πριν απο την φύση και συνεπώς έτσι αναγνώριζαν την δημιουργία του κόσμου ... αποτελούσαν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού. Οι άλλοι που θεωρούσαν σαν πρωταρχικό την φύση ανήκαν στις διάφορες σχολές του υλισμού.”
Στην ιστορία της φιλοσοφίας τελικά η διαλεκτική ανέτρεψε τον ιδεαλισμό.
Η “ύλη” και ο υλισμός πήρε τα ηνία της ιστορίας. Σε φιλοσοφικό επίπεδο επιβεβαιώθηκε το αδιάκοπο προτσές γέννησης και εκμηδένισης ... επήλθε το ατελεύτητο ανέβασμα απο μια κατώτερη βαθμίδα σε μια ανώτερη.
Η ανθρώπινη νόηση είχε κάνει ένα τεράστιο βήμα ανάλυσης. Και άρχισε να αναζητά τους γενικούς κανόνες κίνησης της ύλης. Οι επιστήμες μπήκαν σε περιόδους οργιώδους ανάπτυξης και εξέλιξης. Και όσο εμβάθυνε τόσο ανακάλυπτε κρυμένους μέχρι τότε κανόνες κίνησης ... κρυμένους θησαυρούς. Χημεία, βιολογία, φυσική, μαθηματικά ... εξέλιξη ... με κατάκτηση όλο και ανώτερων βαθμίδων. Ενας δημιουργικός οργασμός που φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Ο Αινστάιν και οι συνεχιστές του ανέλυσαν το άτομο ... εκεί να δείς συνεχή κίνηση και γενικούς κανόνες κίνησης !!!
Η ύλη συνεχώς μεταπηδά απο την μιά μορφή της στην άλλη ... μάζα και ενέργεια !!!
Και η εμβάθυνση της ανάλυσης δεν σταματά. Η ανακάλυψη της φύσης είναι η επιβεβαίωση της διαλεκτικής. Τα πράγματα στην φύση τελικά επιτελούνται διαλεκτικά και οχι μεταφυσικά. Ανάπτυξη μέσω της εξέλιξης.
Ας παρακολουθήσουμε για λίγο τον
Μάρξ να περιγράφει την διαλεκτική οπτική της ανάπτυξης και της εξέλιξης:
“Μια ανάπτυξη που φαίνεται σαν να επαναλαμβάνει τις βαθμίδες που διέτρεξε, μα τις επαναλαμβάνει διαφορετικά, σε ανώτερη βάση (άρνηση της άρνησης), μια ανάπτυξη μπορούμε να πούμε, σπειροειδής και οχι σε ευθεία γραμμή – μια ανάπτυξη αλματοειδής, καταστροφική, επαναστατική – διακοπές του βαθμιαίου – μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα – εσωτερικά κίνητρα της ανάπτυξης, που προέρχονται απο την αντίθεση, απο την σύγκρουση των διαφόρων δυνάμεων και τάσεων που επιδρούν πάνω σε ένα δοσμένο σώμα ή στα πλαίσια ενός δοσμένου φαινομένου ή μέσα σε μια δοσμένη κοινωνία – αλληλεξάρτηση και στενότατη, αδιάρηκτη αλληλουχία όλων των πλευρών κάθε φαινομένου (η ιστορία και η επιστήμη ανακαλύπτει ολοένα και νέες πλευρές), αλληλουχία που μας δίνει το ενιαίο, το νομοτελειακό παγκόσμιο προτσές της κίνησης – αυτά είναι ορισμένα γνωρίσματα της διαλεκτικής, της πιο πλούσιας σε περιεχόμενο θεωρίας της εξέλιξης.”
Οπως λοιπόν οι φυσικοί, οι μαθηματικοί, οι χημικοί και οι βιολόγοι βουτηχτήκαν στην ανάλυση και στην ανακάλυψη των γενικών νόμων της κίνησης της εξέλιξης της ύλης,
έτσι και ο
Μάρξ με τον
Ενγκελς βουτήξαν στην ιστορία.
Επρεπε να εναρμονιστεί η ιστορία με την υλιστική βάση και να "ξαναφτιαχθεί" πάνω σε αυτή την βάση.
Αν ο υλισμός εξηγεί την συνείδηση ξεκινώντας απο το υλικό Είναι και οχι αντίστροφα, έτσι και η κατανόηση της κοινωνικής ιστορίας θα πρέπει να ξεκινά απο την ανάλυση του κοινωνικού Είναι για να ανακαλύψει τους νόμους ανάπτυξης και εξέλιξης της κοινωνικής συνείδησης – της ανθρώπινης κοινωνίας και της ιστορίας της.
Σε αυτό το σημείο οι Μάρξ και Ενγκελς αρχίζουν να θεμελιώνουν την κοινωνιολογία και μάλιστα πάνω σε διαλεκτική υλιστική βάση. Αρχίζει να διαμορφώνεται ο ιστορικός υλισμός. Στην “Κριτική της πολιτικής οικονομίας” ο Μάρξ διατυπώνει:
“Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες,
ανεξάρτητες απο την θελησή τους
σχέσεις – σχέσεις παραγωγής που αντιστοιχούν σε μια καθορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων.
Το σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, την πραγματική βάση που πάνω της υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης.
Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει το κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό προτσές της ζωής γενικά.
Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το Είναι τους, μα αντίθετα το κοινωνικό τους Είναι τους καθορίζει την συνειδησή τους.
Σε μια ορισμένη βαθμίδα της αναπτυξής τους οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίθεση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής
–ή οτι αποτελεί μονάχα την νομική έκφραση αυτού του πράγματος–
με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες είχαν κινηθεί ως τώρα.
Απο μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους.
Τότε έρχεται η εποχή της κοινωνικής επανάστασης.
Με την αλλαγή της οικονομικής βάσης ανατρέπεται, με περισσότερο ή λιγότερο γρήγορους ρυθμούς, ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα.
Οταν εξετάζουμε τέτοιες ανατροπές, πρέπει να κάνουμε πάντα διάκριση ανάμεσα
στην υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής, που μπορούμε να την διαπιστώσουμε με ακρίβεια φυσικών επιστημών,
και στις νομικές,
πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές, με δυό λόγια τις ιδεολογικές μορφές, με τις οποίες οι άνθρωποι αποκτούν συνείδηση αυτής της σύγκρουσης και παλεύουν ως την λύση της.
Οπως δεν μπορούμε να κρίνουμε ένα άτομο απο την γνώμη που έχει το ίδιο για τον εαυτό του, άλλο τόσο δεν μπορούμε να κρίνουμε μια τέτοια εποχή ανατροπής απο τη συνειδησή της.
Απεναντίας την συνείδηση αυτή πρέπει να την εξηγήσουμε απο τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, απο την σύγκρουση που συντελείται ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και τις σχέσεις παραγωγής.”
Την συνείδηση της κοινωνίας για τον εαυτό της, μας λέει ο Μάρξ, ούτε χρειάζεται ούτε μπορούμε να την κρίνουμε.
Αλήθεια η συνείδηση που έχει η κοινωνία για τον εαυτό της ...
τι ακριβώς είναι ??
Είναι το εφικτό και το επίκαιρο – δηλαδή ο υποκειμενικός παράγοντας.
Οταν μια επανάσταση αντικειμενικά μπορεί να γίνει ... αλλά η κοινωνία δεν την κάνει ... τότε η κοινωνία έχει βγάλει το συμπέρασμα για τον εαυτό της οτι δεν είναι εφικτή ή επίκαιρη η επανάσταση.
Και δεν την κάνει.
Και αυτό το γεγονός, μας λέει ο Μάρξ, δεν χρειάζεται να το κρίνουμε αλλά να το εξηγήσουμε με τους αντικειμενικούς νόμους της σύγκρουσης κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής.
Εκεί μέσα λοιπόν στις αντικειμενικές νομοτέλειες της κοινωνίας είναι κρυμμένες οι παραξενιές του εφικτού και του επίκαιρου.
Με λίγα λόγια οι Μάρξ και Ενγκελς εφάρμοσαν τον διαλεκτικό υλισμό στην περιοχή των κοινωνικών φαινομένων, τον έμπασαν στην ιστορία.
Μέχρι τότε οι διάφορες ιστορικές θεωρίες εξέταζαν μόνο τα ιδεολογικά κίνητρα της δράσης των ανθρώπων χωρίς να ασχολούνται με το τι είναι εκείνο που γεννά αυτά τα κίνητρα.
Αυτές οι θεωρίες βρισκόταν κάτω απο τις επιρροές του ιδεαλισμού, όπου ο ενάρετος ή τίμιος ηγεμόνας μπορούσε να “γράψει” διαφορετικά την ιστορία απ΄ότι ένας διαφορετικός, όπου το τυχαίο μπορούσε να καθορίσει τις εξελίξεις άλλο τόσο όσο και τα πρόσωπα παρά οι μάζες.
Ο διαλεκτικός υλισμός εισήγαγε στην ιστορία την αντίθεση τυχαίου και αναγκαίου, η οποία λύνεται κάτω απο τις επιδράσεις αντικειμενικών γενικών νόμων κίνησης και νομοτελειών στην ανάπτυξη του πλέγματος των κοινωνικών σχέσων.
Το αντικειμενικό πεδίο πάνω στο οποίο θα επιλυθεί αυτή η αντίθεση προσδιορίζεται απο τον βαθμό και τον τρόπο ανάπτυξης της υλικής παραγωγής.
Αρχίσαν να διαβάζουν πάλι την ιστορία αναλυτικά τώρα πιά και να διαπιστώνουν την ελαφρότητα της ιδεολογικής δράσης του ατόμου μπροστά στην θηριώδη αντικειμενική και νομοτελειακή κίνηση των κοινωνικών μαζών. Το αναγκαίο καθορίζει, παρασύρει ή και συνθλίβει το τυχαίο.
Το τυχαίο δεν μπορεί παρά να ενισχύσει κάποιες φορές ή άλλες απλά να καθυστερήσει το αναγκαίο.
Ο ιστορικός υλισμός, ο μαρξισμός έδειξε τον δρόμο για μια καθολική μελέτη της διαδικασίας γέννησης, ανάπτυξης και παρακμής των κοινωνικών σχηματισμών, εξετάζοντας όλες τις αντιφατικές τάσεις στο συνολό τους.
Ο μαρξισμός έκανε την μεγάλη ιστορική αποκάλυψη.
Ολες οι ιδέες και χωρίς εξαίρεση όλες οι τάσεις και αντιθέσεις της κοινωνίας σε κάθε δεδομένη ιστορική στιγμή, έχουν την ρίζα τους στην κατάσταση των υλικών παραγωγικών δυνάμεων.
Και μετά την ιστορική αποκάλυψη ο μαρξισμός, έκανε την τεράστιας ιστορικής σημασίας αναγωγή.
Παραμέρισε οποιονδήποτε υποκειμενισμό και την αυθαιρεσία των επικρατέστερων ιδεών ή των τυχαίων καταστάσεων και ανήγαγε το σύνολο των τάσεων και αντιθέσεων της κοινωνικής ιστορίας σε όρους ζωής και παραγωγής των διαφόρων τάξεων της κοινωνίας.
Οι άνθρωποι δημιουργούν οι ίδιοι την ιστορία τους.
Ο ιστορικός υλισμός μας έδωσε το εργαλείο ανάλυσης που μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε τους γενικούς νόμους κίνησης της κοινωνίας ή διαφορετικά να αποκαλύψουμε την νομοτέλεια μέσα στον φαινομενικά λαβύρινθο και στο χάος της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Το εργαλείο είναι η θεωρία της πάλης των τάξεων.
Η ιστορία δεν θα γράφεται πιά συγκολλώντας βιογραφίες προσώπων ή αλληλουχίες ιστορικών γεγονότων,
αντίθετα η μελέτη του συνόλου των επιδιώξεων όλων των μελών της κοινωνίας θα επιτρέπει να καθορισθεί επιστημονικά το αποτέλεσμα αυτών των επιδιώξεων.
Και η πηγή των αντικρουόμενων επιδιώξεων είναι η διαφορά που υπάρχει στην θέση και στους όρους διαβίωσης των τάξεων στις οποίες είναι διασπασμένη η κάθε κοινωνία.
Οταν την μαρξιστική θέση της ταξικής πάλης την εξετάσουμε απο την μεριά των εκμεταλλευόμενων της καπιταλιστικής κοινωνίας
(και οχι απο την μεριά των εκμεταλλευτών),
το εφικτό και το επίκαιρο όταν συμβαδίζει με το αναγκαίο τότε η ταξική πάλη για κοινωνική απελευθέρωση ... έχει ελπίδες.
Τότε η κατάσταση είναι επανασταστική.
Οταν το εφικτό και το επίκαιρο αντιτίθεται στο αναγκαίο, τότε η ταξική πάλη έχει προβλήματα. Η κατάσταση είναι αντιδραστική. Τότε η επανάσταση δεν υλοποιείται, αναβάλλεται. Το αναγκαίο το καθορίζει η νομοτέλεια.
Το εφικτό το καθορίζουν οι συσχετισμοί της ταξικής πάλης. Οτιδήποτε πέρα απο αυτό είναι ... απλός ιδεαλισμός. Αυτό λέει ο μαρξισμός.
Αν δεν το έλεγε ... δεν θα καθόταν ο Κάρολος να σπάσει το κεφάλι του για το πώς θα οργανώσει πολιτικά το προλεταριάτο για το πως θα οξύνει την ταξική πάλη προς όφελος της κοινωνίας.
Θα καθόταν στον καναπέ του και θα περίμενε το ώριμο φρούτο να πέσει ... θα περίμενε το αναγκαίο να συναντήσει το εφικτό.
Αντίθετα πάλεψε σαν σκυλί μέχρι να πεθάνει για να πείσει την κοινωνία πως το εφικτό μπορεί μόνη της να το ωθήσει προς το αναγκαίο για να συναντηθούν.
Πάλεψε σαν σκυλί ενάντια σε εκείνους που προσπαθούσαν να πείσουν την κοινωνία πως μπορεί να αποδιώξει και να ξορκίσει το αναγκαίο.
Πάλεψε σαν σκυλί ενάντια σε κείνους που στο όνομα του εφικτού απαρνήθηκαν την επανάσταση ... ενάντια σε εκείνους τους επίκαιρους που θέλαν να ανατρέψουν το καπιταλισμό, κανοντάς τον πιο υποφερτό για την κοινωνία, αλλαζοντάς τον σιγά-σιγά.
Πάλεψε ενάντια σε αυτούς γιατί γνώριζε πως με την κοινωνική τους θέση ωθούν το εφικτό μακριά απο το αναγκαίο. Μικροαστούς τους βάφτισε. Δεν τους ξόρκισε σαν ιδεαλιστής ... απλά τους εξήγησε σαν ιστορικός υλιστής πως και γιατί η κοινωνία τους κάνει μικροαστούς.
Ελεγε: “Οι μεσαίες τάξεις, ο μικροβιομήχανος, ο μικρέμπορος, ο χειροτέχνης, ο αγρότης, όλοι τους πολεμούν την αστική τάξη, για να σώσουν την ύπαρξή τους απο τον αφανισμό σαν μεσαίες τάξεις. Συνεπώς, δεν είναι επαναστατικές, αλλά συντηρητικές. (Δηλαδή δεν θέλουν καθόλου να αλλάξουν εκ΄ βάθρων και συνεπώς επαναστατικά την κοινωνία, απλά παλεύουν για να διατηρήσουν και την καπιταλιστική κοινωνία και την θέση τους σε αυτή με τα πλεονεκτήματα που τους παρέχει αυτή η θέση.)
Κάτι παραπάνω, είναι αντιδραστικές: προσπαθούν να γυρίσουν πρός τα πίσω τον τροχό της ιστορίας. (Να κατευθύνουν δηλαδή την κοινωνία αντίθετα απο το αναγκαίο)
Και όταν είναι επαναστατικές, αυτό γίνεται εφόσον βρίσκονται μπροστά στο επικείμενο περασμά τους στις γραμμές του προλεταριάτου, εφόσον υπερασπίζονται οχι τα σημερινά, αλλά τα μελλοντικά τους συμφέροντα, εφόσον εγκαταλείπουν την δική τους άποψη για να πάνε με την άποψη του προλεταριάτου.”
Τότε μόνο το εφικτό συναντά το αναγκαίο και γίνεται επανασταστικό. Διαφορετικά κινείται ενάντια στο αναγκαίο. Είναι αντιδραστικό.
Τον μικροαστισμό κατά τον Μάρξ, ο Λένιν αναλύοντας τον ιμπεριαλισμό, τον όρισε ως οπορτουνισμό.
Αν λοιπόν δεν ξεμπλέξουμε με τον οπορτουνισμό ... ποτέ το εφικτό δεν θα συνατήσει το αναγκαίο.
Αν εξαιρέσουμε την ιστορία των πρωτόγονων κοινωνιών κοινοχτημοσύνης (όπως λέει ο Ενγκελς), απο την στιγμή που ο άνθρωπος συνδέθηκε με την γη (καλλιέργεια) και την ιδιοκτησίας της αρχίζει η ταξική ιστορία της ανθρωπότητας.
Να και το διάσημο απόσπασμα απο το Κομμουνιστικό Μανιφέστο:
“Η ιστορία όλων των ως τώρα κοινωνιών ήταν ιστορία ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρώνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με λίγα λόγια, καταπιεστής και καταπιεζόμενος,
βρισκόταν σε διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους, διεξήγαγαν έναν αδιάκοπο αγώνα,
πότε σκεπασμένο, πότε ανοιχτό, έναν αγώνα που τελείωνε κάθε φορά με τον επαναστατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας ή με την κοινή καταστροφή των τάξεων που αγωνιζόταν. ...
Η σύγχρονη αστική κοινωνία, που πρόβαλε μέσα απο τα σπλάχνα της καταστραμένης φεουδαρχικής κοινωνίας, δεν εξάλειψε τις ταξικές αντιθέσεις.
Αντικατάστησε απλώς τις παλιές τάξεις με νέες, τους παλιούς όρους καταπίεσης με νέους, τις παλιές μορφές πάλης με νέες.
Ωστόσο η εποχή μας, η εποχή της αστικής τάξης,
ξεχωρίζει απο το γεγονός οτι απλοποίησε τις ταξικές αντιθέσεις: η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δύο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα, σε δυό μεγάλες τάξεις που βρίσκονται αντιμέτωπες η μία στην άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο.”
Αυτό το ταξίδι στην ιστορία της φιλοσοφίας ξεκίνησε απο την ενστικτώδη ανάγκη του ανθρώπου, το ακατανόητο να το ταυτίσει με ιδεαλιστικά ανώτερες πνευματικές και θεικές δυνάμεις, την κίνηση της ιστορίας να την ταυτίσει με την ιστορία πεφωτισμένων και ηθικά ανώτερων αντιπροσώπων της θεικής δύναμης στο ανθρώπινο γένος ... και κατέληξε στην υλιστική ανάλυση της ιστορίας των κοινωνιών που διατυπώνει πως την ιστορία την γράφουν οι μάζες και οι ίδιες την αλλάζουν. “Ο ιστορικός υλισμός δεν περιορίζεται στο να εξηγεί τον κόσμο, αλλά και στο πως θα τον αλλάξει.” Απο αυτό το σημείο της ιστορίας της φιλοσοφίας και μετά ... ποτέ κανένας φιλόσοφος δεν μίλησε χωρίς, θετικά ή αρνητικά, να αναφερθεί στον μαρξισμό.
Οταν η φιλοσοφία θα πάψει να ασχολείται με τον μαρξισμό, τότε αυτός θα είναι ξεπερασμένος.
Αλλά ο μαρξισμός διαθέτει και ένα άλλο θηριώδες και ανυπέρβλητο χαρακτηριστικό: είναι δομημένη κοσμοθεωρία. Η μόνη. Εξηγεί τους νόμους κίνησης του ανθρώπινου γένους, εξηγεί την ίδια της την ύπαρξη ως κοσμοθεωρία, ορίζει τα ιστορικά πεπρωμένα των κοινωνιών.
Ουσιαστικά η μαρξιστική διδασκαλία πρωτοδιατυπώθηκε πολιτικά με το Κομμουνιστικό Μανιφέστο το 1848. Η επανάσταση του 1848 δείχνει στις κοινωνικές τάξεις την δράση. Οι εκτελέσεις των εργατών τον Ιούνη του 1848 στο Παρίσι απο τους δημοκράτες αστούς καταδείχνει οτι μόνο το προλεταριάτο είναι απο την φύση του σοσιαλιστικό. Οι φιλελεύθεροι αστοί δείχνουν να φοβούνται το προλεταριάτο παρά την ίδια την αντίδραση. Οι αγρότες “ησυχάζουν” ικανοποιημένοι με την κατάργηση των φεουδαρχικών υπολειμμάτων.
Η Παρισινή Κομμούνα του 1871 καταδείχνει την μαρξιστική ορθότητα, θέτει στα επείγοντα την ταξική πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου και βγάζει πρακτικά πολιτικά συμπεράσματα. Ο μαρξισμός κυριαρχεί στα εργατικά κινήματα. Το προλεταριάτο μπαίνει σε φάση συγκέντρωσης και οργάνωσης των ταξικών δυνάμεων.
Η θεωρητική νίκη του μαρξισμού αναγκάζει τους εχθρούς του να μεταμφιεστούν σε μαρξιστές. Ο σάπιος πιά φιλελευθερισμός δοκιμάζει να ξαναζωντανέψει με την μορφή του οπορτουνισμού.
Την ώρα της συγκέντρωσης και οργάνωσης των ταξικών πολιτικών δυνάμεων, εκείνοι αρνούνται την ταξική πάλη και κηρύσσουν την “κοινωνική ειρήνη” (ο Λένιν το χαρακτηρίζει δειλία) και ότι οι επαναστατικές θύελλες δεν είναι αναπόφευκτες στην κοινοβουλευτική “δημοκρατία”.
Βρήκαν υποστηρικτές στην εργατική αριστοκρατία, στις μεσαίες τάξεις, σε ομάδες διανοουμένων.
Θα έχουν και κείνοι μακρά πολιτική καριέρα αρνούμενοι την ταξική πάλη και την επανασταστική της έκβαση, χρησιμοποιώντας μαρξιστικές ταμπέλες.
Ενα μόνο πράγμα πρέπει να υπογραμισθεί σε αυτό το σημείο: δεν μπορείς να αυτοπροσδιορίζεσαι ως μαρξιστής και να μην αποδέχεσαι την βασική νομοτέλεια της μαρξιστικής διδασκαλίας, οτι το προλεταριάτο με επανασταστική βία θα καταστρέψει την αστική τάξη και το οικονομικό της σύστημα και θα εγκαθιδρύσει τον σοσιαλισμό.
Εκτός απο τις πολιτικές προσπάθειες αναίρεσης του μαρξισμού στο πολιτικό τοπίο όλης της Ευρώπης και της Ασίας, εκείνα τα χρόνια ποτέ δεν σταμάτησαν και οι προσπάθειες αναίρεσης του ιστορικού υλισμού και του μαρξισμού εκ μέρους διαφόρων φιλοσόφων και θεολόγων που επιχείρησαν να ξαναεισάγουν τον ιδεαλισμό.
Στη φιλοσοφία άνθησαν οι πιο αντιδραστικές μορφές ιδεαλισμού, που αρνούνταν τον υλιστικό, νομοτελειακό χαρακτήρα της Φύσης, της κοινωνίας και της σκέψης.
“ Όποιος έχει κάπως γνωριστεί με τα φιλοσοφικά βιβλία θα ξέρει το δίχως άλλο ότι δύσκολα θα βρεθεί έστω και ένας σύγχρονος καθηγητής της φιλοσοφίας (ή της θεολογίας), που να μην καταπιάστηκε άμεσα ή έμμεσα να αναιρέσει τον υλισμό. Εκατοντάδες και χιλιάδες φορές διακήρυξαν ότι ο υλισμός έχει αναιρεθεί και εξακολουθούν και σήμερα, για εκατοστή πρώτη και χιλιοστή πρώτη φορά, να τον αναιρούν.” ... γράφει ο Λένιν στο κεφάλαιο «Αντί Εισαγωγής» του Υλισμού και Εμπειριοκριτικισμού.
Το 1905 ξεσπά η πρώτη (αστικοδημοκρατική) ρώσικη επανάσταση.
Ο Λένιν στην εξορία.
Δεν έχει μόνο επείγοντα πρακτικά και οργανωτικά επαναστατικά ζητήματα να διεκπαιρεώσει, μα αναλαμβάνει και επείγοντα φιλοσοφικά καθήκοντα.
Σαν κύριος θεωρητικός αντίπαλος του Λένιν εκείνα τα χρόνια προβάλει ένας αυστριακός, ο Ερνστ Μαχ (1838-1916), φυσικός, φιλόσοφος και υποκειμενικός ιδεαλιστής. Ο Μαχ υποστηρίχτηκε από τον Μπογκντάνοφ (1873-1928), ένα ρώσο φιλόσοφο, οικονομολόγο και σοσιαλδημοκράτη. Ο Μπογκντάνοφ μπήκε στο Μπολσεβίκικο Κόμμα το 1903 και διαγράφτηκε το 1909.
Κάτω απο την επίδραση του διαλεκτικού υλισμού, οι φυσικές επιστήμες επιδόθηκαν σε έναν ανευ προηγουμένου αγώνα κατανόησης των γενικών νόμων κίνησης της ύλης.
Στα τέλη του 19ου αιώνα είχαν να επιδείξουν τρομερά αναλυτικά αποτελέσματα: το 1885 ανακαλύφτηκαν οι ακτίνες Χ, το 1896 η ραδιενέργεια, το 1897 το ηλεκτρόνιο, και το 1898 η μελέτη των ιδιοτήτων του ηλεκτρονίου απεκάλυψε την ταχύτητα της ύλης σε κίνηση. Τρομερά άλματα !!!
Κάποιοι αμετανόητοι ιδεαλιστές μέσα σε όλα αυτά βρήκαν ευκαιρία να "ανατρέψουν" τον διαλεκτικό υλισμό.
Η ύλη μετατρέπεται σε ενέργεια. Η θεωρία του “ενεργισμού”. Η ενέργεια δεν απαιτεί πάντα έναν υλικό φορέα. Οταν η ύλη μετατρέπεται σε ενέργεια ... έχει εξαφανισθεί. Θεωρίες εξαφάνισης της ύλης.
Καταστάσεις άνευ ύλης στην πραγματική φυσική. Αναίρεση του υλισμού. Ξανά πίσω στον ιδεαλισμό. Ο ιδεαλισμός εισχωρεί στις φυσικές επιστήμες και οι φυσικές θεωρίες εξαφάνισης της ύλης εισχωρούν στην φιλοσοφία.
Ολα αυτά βάθυναν την κρίση στη Φυσική και έγιναν η θεωρητική πηγή του ιδεαλισμού στη Φυσική.
Ο ιδεαλισμός στη Φυσική έδωσε μια ώθηση προς το θρησκευτικό μυστικισμό και έσπρωξε μακριά από το μαρξισμό πολλούς επιστήμονες.
Η ήττα της Ρώσικης Επανάστασης του 1905 επέδρασε στην αναπτυσσόμενη κρίση μέσα στην επιστημονική κοινότητα που αλληλεπιδρούσε με τα αντιδραστικά επακόλουθα αυτής της ήττας.
Οι αντιδραστικοί ιδεαλιστές φιλόσοφοι νόμισαν οτι είχαν πιάσει την ευκαιρία να αναιρέσουν τον υλισμό με την συμπαράσταση των ιδεαλιστών φυσικών οπαδών του Μάχ, που τώρα πιά ένοιωθαν όλο και πιο πολύ φιλόσοφοι παρά φυσικοί.
Απο την γνώση (που διδάσκει ο υλισμός) της ύλης ... που εξαφανίζεται ... ξανά πίσω στην πίστη ανώτερων δυνάμεων.
Με νέα περιτύλιγμα τώρα πιά.
Η θεωρία του Μάχ (μαχισμός) ήταν ριζωμένη σε παλιές ιδεαλιστικές απόψεις. Αφετηρία του Μαχ και των οπαδών του ήταν η αγνωστικιστική φιλοσοφία του Ντέιβιντ Χιουμ (1711-1776), για τον οποίο η πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένα ρεύμα «εντυπώσεων», που οι αιτίες τους ήταν άγνωστες και αγνώσιμες.
Κατά τον Χιούμ για όλες αυτές τις αιτίες δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αποκτήσουμε γνώση (αγνωστικισμός).
Κατά τα λοιπά η πραγματικότητα είναι αυτά που μας προσφέρουν για τον έξω κόσμο οι αισθήσεις μας (οι εμπειρίες μας).
Ο Κάντ (1724-1804) θεωρούσε και εκείνος πως υπάρχουν περιοχές απρόσιτες κατ΄αρχήν (“πράγματα καθεαυτά”) στην ανθρώπινη γνώση. Μια τέτοια γνώση είναι δυνατή μόνο διαμέσου φαινομένων που αποκαλύπτονται στην εμπειρία μας.
Σ’ αυτή τη σχέση, θεωρούσε τη γνώση σαν το αναγκαίο προϊόν της «πίστης», διαφοροποιώντας τα «πράγματα καθεαυτά» από τα φαινόμενα. Για τον «δυϊσμό» του Καντ υπάρχουν «δύο κόσμοι»: ο εξωτερικός κόσμος, τον οποίο θεωρούσε αγνώσιμο, και ο κόσμος των φαινομένων της σκέψης, του οποίου οι εντυπώσεις αποτελούσαν, πρωταρχικά, τη μόνη διαθέσιμη γνώση του εξωτερικού κόσμου.
Έτσι, ο εξωτερικός υλικός κόσμος εξισωνόταν με τον θετικιστικό κόσμο της σκέψης.
Ο θετικισμός αυτός χρονολογείται από την εποχή του ιδεαλιστή φιλοσόφου επίσκοπου Μπέρκλεϊ (1685-1753).
Για τον Μπέρκλεϊ, η έννοια του εξωτερικού κόσμου είχε σαν αιτία της το θεό, και το αποτέλεσμα ήταν «το σύμβολο» ή η «ιδέα». Δεν απέρριπτε τη Φύση σαν τέτοια, επειδή έβλεπε τη Φύση σαν έργο του θεού.
Ο αγνωστικισμός του Καντ άνοιξε την πόρτα στον ιδεαλισμό που χρησιμοποιούνταν για να χαρακτηρίσει τη γνώση σαν ένα προϊόν της συνείδησης, ανεξάρτητα από την πράξη.
Ο ίδιος (ο Καντ) υποστήριζε ότι η γνώση, που αποκτάται διαμέσου της αισθητηριακής αντίληψης, είναι ανακριβής.
Για τον Καντ, ο χώρος και ο χρόνος δεν ήταν υλικές μορφές της ύλης, αλλά μορφές δημιουργημένες από τη σκέψη.
Σε τέτοια θεωρητικά συνοθυλεύματα καταφεύγαν εκείνοι που νόμιζαν οτι αποδείξαν οτι η ύλη εξαφανίζεται και επομένως υπάρχει μόνο στο μυαλό μας - οτι η ύλη είναι μόνο ένα σύμβολο.
Ο “Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός” του Λένιν το 1909 δηλώνει ... η διαλεκτική λογική ως θεωρία της γνώσης είναι μια επιστημονική κοσμοθεωρία.
Αρχίζει με την πρόταση ότι η γνώση μας είναι σχετική, διαμέσου συνεχών αλλαγών που δεν συλλαμβάνονται άμεσα από τη συνείδησή μας.
Έτσι, τα προτσές τα οποία αγνοούμε σήμερα, μπορούμε να τα συνειδητοποιήσουμε αύριο.
Τα πράγματα υπάρχουν ανεξάρτητα και αντικειμενικά στον εξωτερικό κόσμο πέρα από το πεδίο της συνείδησης μας.
Αυτά τα «πράγματα» ή «πράγματα-καθεαυτά» είναι «γνώσιμα» ...
Έτσι, από την πίσσα, μπορούμε να παράγουμε την αλιζαρίνη, παρότι, όπως εξηγεί ο Λένιν: «είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η αλιζαρίνη υπήρχε και χθες μέσα στην πίσσα».
Ακόμα, επιμένει ο Λένιν, «είναι εξίσου πέρα από κάθε αμφιβολία ότι χθες δεν ξέραμε τίποτε για την ύπαρξή της αλιζαρίνης και δεν είχαμε κανένα αίσθημα απ’ αυτήν».
«Τελικά δεν υπάρχει καμιά καταρχήν διαφορά ανάμεσα στο φαινόμενο και το πράγμα-καθεαυτό, και δεν μπορεί να υπάρχει μια τέτοια διαφορά. Η μόνη διαφορά είναι ανάμεσα σε κείνο που ήδη γνωρίζουμε και σε κείνο που δεν γνωρίζουμε ακόμα.
Για τον υλιστή, το πραγματικό Είναι βρίσκεται πέρα από τα όρια των “αισθητηριακών αντιλήψεων”, εντυπώσεων και ιδεών του ανθρώπου, ενώ για τον αγνωστικιστή είναι αδύνατο να βγει κανείς έξω από τα όρια αυτών των αντιλήψεων.
Οι σκέψεις του υποκειμένου γεννιούνται στην αντικειμενική πραγματικότητα.
Υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στο υποκειμενικό και το αντικειμενικό, αλλά και αυτή έχει τα οριά της. Η σχετικότητα του αμετάβλητου αυτών των «ορίων» είναι η μετάβαση από την υποκειμενική στην αντικειμενική γνώση.
Το απόλυτο κολυμπά στην λίμνη του σχετικού. Οι αγνωστικιστές και οι ιδεαλιστές φυλακίζονται στα όρια των αντιλήψεων, “υπερτρέφουν” το άγνωστο, το τυχαίο λαμβάνει στην αναλυσή τους υπερβατικές διαστάσεις ... θεοποιείται χωρίς κανένα κανόνα και καμμία λογική. Δεν μπορούν να διανοηθούν οτι μέσα σε αυτό το υπερβατικά τυχαίο χωρά τίποτα άλλο παρά μια ανώτερη και ανεξήγητη δύναμη με θεικούς κανόνες. Κυρίως, δεν χωρούν λογικοί νόμοι και κατανοητές νομοτέλειες. Δεν χωρούν αναγκαιότητες ... στην ακατανόητη για μας (και επομένως τυχαία) θέληση της ανώτερης δύναμης. Γονυκλισία και πίστη στο ανώτερο και τυχαίο.
Βλασφημία η σκέψη οτι μπορούμε να αποκτήσουμε γνώση του ανώτερου άγνωστου, ακόμη μεγαλύτερη βλασφημία η σκέψη οτι θα διέπεται απο νομοτέλειες και νόμους κίνησης και συμπεριφοράς.
Η ακραία βλασφημία: οτι κάποτε θα μπορέσουμε να αλλάξουμε την επίδραση αυτών των νόμων της κίνησης ... να επέμβουμε στην νομοτέλεια.
Το άγνωστο, το ανώτερο, το ακατανόητο ... το τυχαίο, έμελλε να συγκρουσθεί με το αναγκαίο.
Ο ιδεαλισμός να συγκρουσθεί με τον υλισμό.
Η αναγκαιότητα είναι μια φιλοσοφική κατηγορία που αγκαλιάζει τον διαλεκτικό και τον ιστορικό υλισμό.
Είναι καθολική, γιατί εκδηλώνεται στη Φύση, την κοινωνία και τη σκέψη.
Η αναγκαιότητα στην κοινωνία. Γνώση των νόμων της αναγκαιότητας. Τι είναι όλο αυτό ?? Είναι κοινωνική επανάσταση. Απελευθέρωση των μαζών !!!
Και ο ιδεαλισμός στην κοινωνία ??
Πίστη στο ανώτερο που δεν αλλάζει αλλά κινεί την ιστορία των κοινωνιών με σοφούς κανόνες που δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε ποτέ.
Και η ιστορία των κοινωνιών είχε πολύ ιδεαλισμό, πολύ πίστη, πολύ εκμετάλλευση, είχε και “πεφωτισμένους αντιπροσώπους” της ανώτερης δύναμης στο ανθρώπινο γένος, είχε ποταμούς αίματος, είχε δούλους και ανώτερα ανθρώπινα φύλα, είχε πάντα εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.
Ενα δεν είχε ποτέ: κοινωνική ελευθερία.
Η ελευθερία είναι μια έννοια του ιστορικού υλισμού, που εκδηλώνεται μόνο στην Κοινωνία δια μέσου των πράξεων ενός ατόμου.
Η ελευθερία ως μια έννοια του ιστορικού υλισμού είναι η πλήρης γνώση της αναγκαιότητας.
Ελευθερία είναι η γνώση.
Αυτό δεν μπορεί να γίνει κατανοητό παρά μόνο από τη σκοπιά της μεθόδου της υλιστικής διαλεκτικής.
“Η ελευθερία”, γράφει ο Λένιν, παραθέτοντας τον Έγκελς, “δεν υπάρχει σε μια φανταστική ανεξαρτησία από τους νόμους της Φύσης,
αλλά στη γνώση αυτών των νόμων, και στη δυνατότητα να τους κάνει κανείς να λειτουργήσουν συστηματικά για καθορισμένους σκοπούς.
Η υλιστική διαλεκτική συσχετίζει την ελευθερία με τη σκόπιμη δραστηριότητα του ανθρώπου.
Σαν τέτοια είναι αξεχώριστα δεμένη με τους ανθρώπους ως κοινωνικά όντα.
Ταυτόχρονα, η πράξη των ανθρώπινων όντων απορρίπτει την απόλυτη ελευθερία της βούλησης, της οποίας η δραστηριότητα διέπεται από τους όρους κάτω από τους οποίους εργάζονται στην καθημερινή ζωή.
Η ελευθερία δεν μπορεί να συνδυαστεί με την αυθαίρετη δράση των ατόμων πού θέλουν να δρουν σαν άτομα χωρίς να παίρνουν υπόψη την κοινωνική αναγκαιότητα.
Η ελευθερία συνίσταται στη γνώση των διαλεκτικών νόμων της Φύσης από τον άνθρωπο και στην ικανότητά του να τους χρησιμοποιεί για την επίτευξη των πρακτικών αντικειμενικών στόχων του.
Η γνώση της υλιστικής θεωρίας της αντανάκλασης, που επιβεβαιώνει την αλληλεπίδραση του αντικειμενικού και του υποκειμενικού μέσα στην ενότητά τους στο προτσές της γνώσης, απαιτεί αντικειμενική δραστηριότητα στην ταξική πάλη, επειδή αυτά τα προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο μέσα στην επαναστατική πράξη σαν την πιο σημαντική έννοια της υλιστικής διαλεκτικής.”
Παρακολουθήσαμε πως κάποιες θεωρίες στην φυσική πυροδότησαν εκείνα τα χρόνια τις διαμάχες ιδεαλιστών και υλιστών. Οι μετέπειτα εξελίξεις στην φυσική απέδειξαν οτι η ύλη δεν εξαφανίζεται, απέδειξαν οτι η ενέργεια είναι υλική κατάσταση. Απέδειξαν οτι τελικά η ύλη αποτελεί την αντικειμενική πραγματικότητα και ότι όσο κατανοούμε τις νομοτέλειες και τους κανόνες κίνησης της ύλης τόσο η κατάκτηση της γνώσης επιβεβαιώνει τον διαλεκτικό υλισμό.
Ο Λένιν κατανοώντας το, να πως το διατύπωσε πολλά χρόνια πριν το επιβεβαιώσει η σύγχρονη φυσική ... “Η σύγχρονη φυσική κοιλοπονά. Γεννά τον διαλεκτικό υλισμό.” Οι επιστήμες δεν μπορεί να είναι μεταφυσικές. Μπορεί να είναι μόνο διαλεκτικές.
Τελικά η μαρξιστική πολιτική οικονομία και κοινωνιολογία διδάσκει
πως δεν χρειαζόμαστε μεταφυσικές προυποθέσεις και περιορισμούς του τυχαίου και υπερβατικού,
παρά επέκταση της γνώσης στις νομοτελειακές αναγκαιότητες της αντικειμενικής υλικής πραγματικότητας.
Το βασικό λοιπόν φιλοσοφικό ερώτημα είναι: ιδεαλισμός ή υλισμός. Ολοι καταλαβαίνουμε που παραπέμπει το ένα και τι επιδιώκει το άλλο.
Ο Εκλεκτισμός ήταν μια φιλοσοφική τάση της κλασσικής Ελληνικής φιλοσοφίας που προσπαθεί να συμβιβάσει τα ορθότερα, υποτίθεται, στοιχεία των μεγάλων θεωριών.
Οποιαδήποτε απόπειρα συγκερασμού των αντίθετων αυτών απόψεων αποτελεί εκλεκτικισμό ... έλεγε ο Λένιν : “Αυτοί έχουν πάρει τη φιλοσοφία τους από μια εκλεκτικιστική θεόφτωχη σούπα, και συνεχίζουν να προσφέρουν στον αναγνώστη τον ίδιο αυτό χυλό.
Παίρνουν μια στάλα αγνωστικισμό και ένα ψίχουλο ιδεαλισμό από τον Μαχ και προσθέτουν ένα κομματάκι διαλεκτικό υλισμό, κι αυτό το συνονθύλευμα το αποκαλούν ανάπτυξη του μαρξισμού.”
Ετσι τοποθετήθηκε ο Λένιν στην κριτική του για τους εμπειριοκριτικιστές της εποχής. Τους νεοιδεαλιστές των αρχών του 20ου αιώνα. Αυτών των φιλοσόφων και πολιτικών που βάλθηκαν να αναπτύξουν, να συμπληρώσουν και να εκμοντερνίσουν το μαρξισμό. Μπερνστάιν, Κάουτσκι, Πλεχάνοφ, Αντλερ είναι μερκά ονόματα πολιτικών της εποχής που επιχείρησαν να ξαναδούν (revision) …αλλοιώς τον μαρξισμό.
Δεν κατάφεραν τίποτα παρά να θέσουν τα θεωρητικά βάθρα του οπορτουνισμού και της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας.
Επιμέναν βέβαια οτι είναι ... μαρξιστές.
“Μαρξιστές” οι οποίοι αντικαθιστούν την διαλεκτική μέθοδο απο την εκλεκτική.
“Αυτή είναι η πιο συνηθισμένη, η πιο διεδεδομένη τακτική που χρησιμοποιείται στην επίσημη σοσιαλδημοκρατική φιλολογία σήμερα, ως ένδειξη σεβασμού προς τις διδασκαλίες του Μάρξ. Για την μεταστροφή του μαρξισμού σε οπορτουνισμό η αντικατάσταση της διαλεκτικής μεθόδου απο την εκλεκτική είναι ο καλύτερος τρόπος της εξαπάτησης των μαζών.
Δίνει μια ψεύτικη ικανοποίηση.
Φαίνεται σαν να περιλαμβάνει όλες τις απόψεις του κινήματος, όλες τις τάσεις της εξέλιξης, όλους τους αντίθετους παράγοντες,
ενώ στην πραγματικότητα δεν μας δίνει καθόλου μια ακέραια επαναστατική άποψη της πορείας της κοινωνικής εξέλιξης”
Λένιν στο “Κράτος και επανάσταση”.
“Μαρξισμός” ... χωρίς διαλεκτικό υλισμό ... δεν είναι μαρξισμός. Είναι κάτι άλλο.
Είναι οπορτουνισμός.
στούς-στίς: Εργάτες - τριες !!