Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μεταξάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μεταξάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16 Νοεμβρίου, 2019

ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΟΝΕΙΡΕΥΟΝΤΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΕΣ "ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ"...



Στις 25/10/2019 παραμονές της εθνικής επετείου, όπου ο ελληνικός λαός ύψωσε το ανάστημα του απέναντι στο φασισμό λέγοντας το μυριόστομο «ΟΧΙ», επέλεξε ο συνεργάτης της εφημερίδας σας Διονύσης Τσιριγώτης ο οποίος έχει και τον τίτλο του επίκουρου καθηγητή και μάλιστα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας να πλέξει το εγκώμιο στον φασίστα δικτάτορα Ι. Μεταξά σε ένα εντελώς ανιστόρητο άρθρο.
Προκαλεί εντύπωση δε ότι στο ολοσέλιδό του άρθρο καμία αναφορά δεν κάνει σε ιστορικές πηγές παρ’ όλα αυτά αναφέρει τουλάχιστον δυο φορές για την υψηλή στρατηγική του Ι. Μεταξά αραδιάζοντας και πολλές μεγαλόστομες φράσεις. 

Τον δε φασίστα δικτάτορα Μεταξά τον αναφέρει ως Πρωθυπουργό, λησμονώντας προφανώς τον τρόπο που πήρε την εξουσία, τα ρετσινόλαδα και τις φάλαγγες, με την συναίνεση του αστικού κόσμου τραπεζιτών, βιομηχάνων και του αστικού πολιτικού κόσμου.
Θυμίζουμε ότι στελέχη της κυβέρνησης Μεταξά μεταξύ άλλων ήταν ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Α. Χατζηκυριάκος, ο Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Δ. Μάξιμος, Πεσματζόγλου (Τράπεζα Αθηνών), ενώ την πλήρη στήριξη τους έδιναν οι Μποδοσάκης, Λαναράς, τα εκδοτικά συγκροτήματα Λαμπράκη (Ελεύθερο Βήμα), Βλάχου (Καθημερινή) κ.ά.

Μετά την 4η Αυγούστου τα αστικά κόμματα διαλύθηκαν με διάταγμα, στο οποίο ελάχιστοι αστοί πολιτικοί αντέδρασαν, ενώ μερικοί εξ’ αυτών εξορίστηκαν (Γ. Παπανδρέου, Π. Κανελλόπουλος, Θ. Τσάτσος, Γ. Καφαντάρης, Αλ. Μυλωνάς κ.ά)
Ποια ήταν η κατάσταση στον Ελληνικό Στρατό;
Ο Αλέξανδρος Παπάγος αρχηγός του ΓΕΣ γράφει σχετικά 
«Ουδέποτε η κυβέρνησις μεταξύ των σκοπών της στρατιωτικής μας προπαρασκευής είχε θέσει και τον της αντιμετωπίσεως ενός πολέμου κατά της Ιταλίας. Ότε , όμως τον Απρίλιον του 1939, τα ιταλικά στρατεύματα κατέλαβαν την Αλβανίαν , το ζήτημα της αντιμετωπίσεως του ιταλικού κινδύνου εν αμέσω ή προσεχή μέλλοντι ετίθετο πλέον υπό στρατιωτικής πλευράς »
Γενικά η δικτατορία της 4ης Αυγούστου δεν έκανε καμία ενέργεια που θα μπορούσε να εξασφαλίσει στη χώρα καλύτερες συνθήκες για την αντιμετώπιση της ενδεχόμενης επίθεσης . 
Φαίνεται να εμφανίζεται ως ουδέτερη απέναντι στους εμπόλεμους όχι από φιλειρηνική διάθεση αλλά εξ’ αιτίας των αντιφάσεων της εξωτερικής της πολιτικής η οποία στηριζόταν στην αγγλοφιλία των ανακτόρων αλλά και στις συμπάθειες του Μεταξά και της κλίκας τους προς το χιτλεροφασισμό.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Παρ΄ ότι η κυβέρνηση Μεταξά διατηρούσε καλές σχέσεις με τη χιτλερική Γερμανία και πρωτοκλασάτοι του ναζισμού, όπως ο Γκέμπελς κ.ά., είχαν επισκεφτεί την Ελλάδα και στελέχη της κρατικής ασφάλειας είχαν εκπαιδευτεί στα βασανιστήρια και στην αντικομμουνιστική δίωξη στις σχολές του Χίμλερ, ωστόσο σε καμία περίπτωση αυτή η στάση δεν σήμαινε μετακίνηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής προς το φασιστικό στρατόπεδο. 
20 Σεπτεμβρίου 1936 Ο  Έλληνας δικτάτορας έχει κλείσει ένα μήνα στην εξουσία μετά το πραξικόπημα του Αυγούστου του 1936 και ποζάρει  μαζί με τον πανίσχυρο Γερμανό Υπουργό Προπαγάνδας του Χίτλερ, στη βεράντα του Ναυτικού Ομίλου με φόντο το Μικρολίμανο και την Καστέλα.

Αυτό συνέβαινε γιατί το συντριπτικά μεγάλο τμήμα της αστικής τάξης στην Ελλάδα και ιδιαίτερα το εφοπλιστικό κεφάλαιο λόγω των συμφερόντων του και των πολύχρονων δεσμών του με την αστική τάξη της Βρετανίας από τη γέννηση του ελληνικού κράτους είχε επιλέξει τη συμπόρευση με τη βρετανική πολιτική .
Ήδη από το 1934 ο Μεταξάς είχε δηλώσει 
«Η Ελλάς δύναται να θέσει ως δόγμα πολιτικόν ότι εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να ευρεθή εις στρατόπεδον αντίθετον εκείνου εις τον οποίον ευρίσκετο η Αγγλία ».
Εξάλλου η αστική τάξη στην Ελλάδα είχε διασπαστεί στη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου και μάλιστα με αιματηρό τρόπο αλλά τελικά είχε υπερισχύσει και τότε η βενιζελική πλευρά που τασσόταν αναφανδόν με το μέρος της ΑΝΤΑΝΤ (Βρετανία – Γαλλία). 
Έτσι τα περί ουδετερότητας που ισχυριζόταν ο Μεταξάς ότι χαρακτήριζαν την εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης δεν είχαν πραγματικό αντίκρισμα.
Ο πρεσβευτής της Ιταλίας Ε. Γκράτσι έγραψε: 
« Στις 13 Απρίλη του 1939 η Γαλλία και Μ. Βρετανία ανήγγελον δημόσια την χορήγησιν της εγγύησεως ων εις την Ελλάδα. Η χορήγησις της εγγυήσεως ταύτης και υπό της Ελλάδος αποδοχή της επροκάλεσεν ζωηρότατη δυσφορία εις το Παλάτσο Βενέτσια.»
Η μεταξική δικτατορία παραμονές του πολέμου, με τους βαρύς φόρους και τους υποχρεωτικούς εράνους που είχε επιβάλλει είχε απομυζήσει τεράστιους πόρους από την εθνική οικονομία και το λαό, δήθεν για την άμυνα της χώρας , ενώ τους σπαταλούσε για την συντήρηση των χαφιέδικων μηχανισμών της και για προπαγανδιστικούς σκοπούς 
όπως τη συγκρότηση στρατιάς χαφιέδων, την οργάνωση της φασιστικής ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας) και διασπαθίστηκαν για ιδιοτελής σκοπούς.
Την ώρα του πολέμου φάνηκε καθαρά η έλλειψη σοβαρής προετοιμασίας και ο εφοδιασμός του στρατού με πολεμικό υλικό. 
Ο στρατός δεν είχε δικά του μεταγωγικά μέσα ενώ οχυρωματικά έργα είχαν γίνει μόνο στα σύνορα προς την Βουλγαρία (γραμμή Μεταξά) αδιαφορώντας για την κύρια απειλή της Ιταλίας που προερχόταν από την Αλβανία . 
Ο αρχηγός του Γενικού επιτελείου Ναυτικού, ναύαρχος Φωκάς αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «τα πολεμικά πλοία και τα 5 υποβρύχια σε οποιοδήποτε άλλο κράτος θα ήταν εκτός υπηρεσίας»
Εντύπωση προκαλεί ότι ο ιστορικός κ. Τσιριγώτης «δεν γνωρίζει» το σχέδιο αντιμετώπισης ΙΒ που καθόριζε την γραμμή άμυνας Άραχθος Ποταμός – Ζυγός Μετσόβου- Όρλιακας –Βενέτικος Ποταμός –Καμπή Αλιάκμονα – Στενά Πόρτας – Βέρμιο –Καϊμακτσαλάν.
Το σχέδιο αυτό προέβλεπε την εγκατάλειψη της Ηπείρου με τις πόλεις Γιάννενα – Άρτα- Πρέβεζα και του μεγαλύτερου μέρους της Δυτικής Μακεδονίας με τις πόλεις Καστοριά Φλώρινα – Κοζάνη και άμυνα σε απόσταση 120 χλμ από τα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Το σχέδιο ΙΒ προκάλεσε γενική δυσφορία στους ειδικούς και πατριώτες αξιωματικούς και το ΓΕΣ υποχρεώθηκε τον Σεπτέμβρη του 1939 στην παραλλαγή του ΙΒα σχεδίου αντιμετώπισης της ιταλικής επίθεσης το οποίο προέβλεπε την άμυνα στις φυσικά οχυρές τοποθεσίες κατά μήκος σχεδόν των ελληνοαλβανικών συνόρων.
Επιπλέον η Κυβέρνηση της δικτατορίας του Μεταξά με σειρά αντιδημοκρατικές ενέργειες όπως η κατάργηση του συντάγματος, η διάλυση των πολιτικών κομμάτων η κατάλυση των δημοκρατικών ελευθεριών , η φίμωση του τύπου (των μη διαφωνούντων), ο άγριος διωγμός των δημοκρατικών πολιτών και ιδιαίτερα των κομμουνιστών και η συστηματική διάδοση της φασιστικής ιδεολογίας διασπούσε το εσωτερικό μέτωπο και αποδυνάμωνε την αμυντική ικανότητα της Ελλάδας. 
Να υπενθυμίσουμε εδώ το έγκλημα της παράδοσης των πολιτικών κρατουμένων κομμουνιστών στους Ναζιστές στην Ακροναυπλιά.
Μετά από μια σειρά προκλήσεων με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό της Έλλης στις 28 Οκτωβρίου ο ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα, Γκράτσι, επέδωσε στο Μεταξά το τελεσίγραφο του Μουσολίνι . 
Η επίθεση του ιταλικού στρατού ξεκίνησε πριν ακόμη λήξει η τρίωρη προθεσμία που όριζε το τελεσίγραφο.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου η κυβέρνηση Μεταξά ανήγγειλε ότι η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο κατά της χώρας μας. 
Μέσα σε λίγη ώρα οι δρόμοι της Αθήνας και όλων των μεγάλων πόλεων και κωμοπόλεων πλημμύρισαν από πλήθη λαού που σχημάτισαν παντού ογκώδεις διαδηλώσεις .
Χιλιάδες έφεδροι κατευθύνονταν μαζικά στα κέντρα στράτευσης , μπροστά στα μάτια των αστυνομικών αρχών οι διαδηλωτές φώναζαν ρυθμικά «θάνατος στο φασισμό». Ήταν το πραγματικό ‘ΟΧΙ που είπε ο ελληνικός λαός.
Μια άγνωστη πτυχή.

Από την πρώτη στιγμή της Ιταλικής επίθεσης το ΚΚ Ιταλίας με δημόσια διακήρυξη του κατήγγειλε τους φασίστες ηγέτες γι αυτόν τον πόλεμο και έλεγε μεταξύ άλλων « ο ιταλικός λαός δεν έχει κανένα συμφέρον να καταλάβει το έδαφος της Ελλάδας και να στερήσει την λευτεριά από τον ελληνικό λαό, με τον οποίο πρέπει και μπορούμε να ζήσουμε ειρηνικά».
Αυτή η εκδήλωση διεθνιστικής αλληλεγγύης προς τον ελληνικό λαό, ήταν ταυτόχρονα και στάση υπέρ των συμφερόντων του ιταλικού λαού. 
Για την ιταλική κυβέρνηση η στάση του Κ.Κ. Ιταλίας συνιστούσε προδοσία.
Για όσους ονειρεύονται δικτάτορες και δικτατορίσκους 
τάχα μου πατριώτες και φιλολαϊκούς, υπάρχει στον αντίποδα τους ένας περήφανος λαός που παρόλη την πείνα και την εξαθλίωση του ύψωσε το ανάστημα του και αντιμετώπισε κατά σειρά τους Ιταλούς, τους Γερμανούς, τους Βρετανούς και τους Αμερικάνους γράφοντας ένδοξες στιγμές ηρωισμού και αντίστασης, με το έπος της Αλβανίας , την Εθνική Αντίσταση και τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος δείχνοντας το δρόμο πως οι λαοί από δούλοι γίνονται ελεύθεροι.
Γιώργος Κωνσταντίνου
Μέλος της Ε.Π. Δυτικής Ελλάδας του Κ.Κ.Ε.
Πρόεδρος Ε.Κ.Ζ.
https://lszante.blogspot.com/2019/11/t.html?m=1&fbclid=IwAR2I5NqCE5f7P_BVacFRLKcjXdtUalAkMof-fEra4s-ZU7A-IK9g0ipMLF8

05 Αυγούστου, 2018

ΠΟΙΟΙ ΣΤΥΛΙΩΣΑΝΕ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΝ Γέρο ΜΕΤΑΞΑ ? και Γιατι ? !!


ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ 4ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1936
Με την άμεση συμμετοχή της αστικής τάξης και τις ευλογίες του αστικού πολιτικού κόσμου
-Ας σημειωθεί ότι τη Βουλή την διέλυσε αφού προηγουμένως είχε πάρει με την ψήφο του συνόλου των αστικών κομμάτων την έγκριση να σχηματίσει κυβέρνηση.
Ο Μεταξάς με υποστηρικτές της κυβέρνησής του
Ο Μεταξάς με υποστηρικτές της κυβέρνησής του
Το βράδυ της 4ης Αυγούστου 1936, δημοσιεύτηκε σε έκτακτο φύλλο της «Εφημερίδας της Κυβερνήσεως» διάγγελμα του Ιωάννη Μεταξά - που τοιχοκολλήθηκε και σε κεντρικά σημεία της Αθήνας και του Πειραιά. Το διάγγελμα ανέφερε πως «η Κυβέρνησις (...) προέβη, τη εγκρίσει της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ' άπασαν την χώραν, και την διάλυσιν της Βουλής». Ας σημειωθεί ότι τη Βουλή την διέλυσε αφού προηγουμένως είχε πάρει με την ψήφο του συνόλου των αστικών κομμάτων την έγκριση να σχηματίσει κυβέρνηση.
Παράλληλα, δημοσιεύτηκαν τα πρώτα διατάγματα της δικτατορικής κυβέρνησης, που προέβλεπαν: Την αναστολή των διατάξεων 8 άρθρων του Συντάγματος σε όλο το κράτος, τη διάλυση της Βουλής και την επιστράτευση των εργαζομένων σε υπηρεσίες «δημοσίας ωφελείας» (σιδηροδρομικοί, τροχιοδρομικοί κ.ά.).
Το απόγευμα της 4ης Αυγούστου προηγήθηκε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, στην οποία οι αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές υποστήριξαν ότι υπήρχαν «υπεύθυνοι πληροφορίαι κατά τας οποίας η κηρυχθησομένη γενική απεργία θα μετεβάλλετο εις στασιαστικήν εκδήλωσιν με αντικειμενικόν σκοπόν την ανατροπήν του νόμιμου πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος της χώρας». Αυτό ήταν και το πρόσχημα για την απόφαση της συγκέντρωσης όλων των εξουσιών στα χέρια της κυβέρνησης.
«Ριζοσπάστης» 6-3-1936. Το ΚΚΕ δεν είχε ψευδαισθήσεις για το ρόλο του Μεταξά
«Ριζοσπάστης» 6-3-1936. Το ΚΚΕ δεν είχε ψευδαισθήσεις για το ρόλο του Μεταξά
Οι ενέργειες του Μεταξά, ο οποίος άλλωστε προετοιμαζόταν από καιρό για την κήρυξη της δικτατορίας, έγιναν σε συνεργασία με τον Γεώργιο Β' και τη σύμφωνη γνώμη και στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας.
Το «κλίμα» υπέρ μιας δικτατορικής λύσης ευνοούσαν ο προετοιμαζόμενος παγκόσμιος πόλεμος σε συνδυασμό με την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού στην Ιταλία και στη Γερμανία, καθώς και ο γενικότερος αντικομμουνισμός που οργίαζε.
Ταυτόχρονα, υπήρχε και ο φόβος του εργατικού - λαϊκού κινήματος. 
Ο κίνδυνος για την αστική εξουσία μπορεί να μην ήταν άμεσος, όπως επικαλούνταν η προπαγάνδα της 4ης Αυγούστου, έπρεπε όμως να ενταθούν τα κατασταλτικά μέτρα αποτροπής αυτού του κινδύνου, να χτυπηθεί και να αντιμετωπιστεί το ΚΚΕ αποφασιστικά.
Η δικτατορία του Μεταξά ήρθε να ολοκληρώσει το χτύπημα σε ό,τι δεν είχε προλάβει να χτυπήσει η αστική δημοκρατία τους.
Χαρακτηριστικά είναι όσα έγραψε η εφημερίδα «Τύπος» για τα αντικομμουνιστικά μέτρα της δικτατορίας: «Τα μέτρα (σ.σ. εναντίον του ΚΚΕ), τα οποία η νέα κατάστασις υπόσχεται να λάβη, άγουν τους πολίτας εις την σκέψιν: "Αλήθεια, όλα αυτά γιατί δεν τάκανε έως τώρα το κράτος, παρά τους άφηνε έτσι;"» («Τύπος», 6-8-1936).
Η παρατεταμένη αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος, με τελευταίο «επεισόδιο» την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης που επικαλέστηκε και ο Μεταξάς, έκανε αδύνατη τη συνέχιση της λειτουργίας του με την ίδια (την κοινοβουλευτική) μορφή.
 Ειδικά σε συνθήκες προετοιμασίας και διεξαγωγής του πολέμου, που απαιτούσαν πιο συγκεντρωτική άσκηση της κρατικής εξουσίας και ταχύτατη λήψη αποφάσεων, οι δημοκρατικές διαδικασίες, μπλεγμένες μάλιστα στη διελκυστίνδα των ενδοαστικών αντιθέσεων, αποτελούσαν για την αστική τάξη μια επικίνδυνη πολυτέλεια.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΟΝ της 4ης Αυγούστου 1936 έκλεψε τον τίτλο «Η ΝΕΟΛΑΙΑ», που κατείχε το δημοσιογραφικό όργανο της ΟΚΝΕ και είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά την 1-8-1922. Οπως ακριβώς έγινε τα χρόνια εκείνα με το «Νέο Ριζοσπάστη», που εκδόθηκε από την Ειδική Ασφάλεια για να δημιουργήσει με προβοκατόρικα δημοσιεύματα σύγχυση στον ελληνικό λαό
Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΟΝ της 4ης Αυγούστου 1936 έκλεψε τον τίτλο «Η ΝΕΟΛΑΙΑ», που κατείχε το δημοσιογραφικό όργανο της ΟΚΝΕ και είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά την 1-8-1922. Οπως ακριβώς έγινε τα χρόνια εκείνα με το «Νέο Ριζοσπάστη», που εκδόθηκε από την Ειδική Ασφάλεια για να δημιουργήσει με προβοκατόρικα δημοσιεύματα σύγχυση στον ελληνικό λαό
Εγραψε χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Ακρόπολις», ως προς τη δυνατότητα του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου να προωθήσει απρόσκοπτα τα συμφέροντα της αστικής τάξης: «Το κύριον χαρακτηριστικόν του (σ.σ. του καθεστώτος) είναι η απόλυτος και απεριόριστος εξουσία. Καμμιά αντίδραση, κανένα πρόσκομμα, κανένα εμπόδιον, τυπικόν ή ουσιαστικόν, δεν περιορίζει την εξουσίαν αυτήν και δεν αντιτάσσεται εις αυτήν (...) Ημπορεί να εργασθή απερίσπαστος, ανενόχλητος, με όλας της τας δυνάμεις»(«Ακρόπολις», 6-8-1936).
Τις διεθνείς συνθήκες που επικρατούσαν την περίοδο εγκαθίδρυσης της 4ης Αυγούστου και σημαδεύονταν από τις προετοιμασίες για την επερχόμενη πολεμική σύρραξη αποτυπώνουν μια σειρά από γεγονότα. 
Από τα πιο χαρακτηριστικά ήταν η δημιουργία του «Αξονα Ρώμης - Βερολίνου» (25 Οκτώβρη 1936) και ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι στις 25 Νοέμβρη 1936 η Γερμανία με την Ιαπωνία υπέγραψαν το Σύμφωνο ενάντια στην Κομμουνιστική Διεθνή, γνωστό ως «Αντικομιντέρν», που αφορούσε τον κοινό αγώνα ενάντια στον «μπολσεβικισμό» και ανάμεσα σ' άλλα προέβλεπε τη λήψη των απαραίτητων μέτρων «εναντίον εκείνων που μέσα ή έξω από τη χώρα, άμεσα ή έμμεσα, δρουν υπέρ της Κομμουνιστικής Διεθνούς». Στο Σύμφωνο περιλαμβανόταν και μυστικό παράρτημα, το οποίο αναφερόταν στην ανάγκη κοινού αγώνα εναντίον της ΕΣΣΔ.
Ο Τζόζεφ Γκέμπελς μετά την υπογραφή του Συμφώνου δήλωσε:
«Ο κόσμος δεν θέλει ακόμη να παραδεχθή το μέγεθος του μπολσεβικικού κινδύνου. Εάν ημείς καλούμεν από τόσο καιρού ήδη τα έθνη της Ευρώπης να λάβωσι σοβαρά μέτρα αμύνης κατά των υπονομεύσεων του κομμουνισμού, το πράττομεν προς το συμφέρον του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού μας» («Ακρόπολις», 7/12/1938, σελ. 6).
Αμεση συμμετοχή της αστικής τάξης στη δικτατορία
Το κεφάλαιο στήριξε άμεσα τη δικτατορία και με τη συμμετοχή εκπροσώπων του στις κυβερνήσεις της δικτατορίας. Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ιδιοκτήτης της τσιμεντοβιομηχανίας «ΑΓΕΤ Ηρακλής» και πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων και Βιοτεχνών Ελλάδας, που είχε πρωτοστατήσει στη σφαγή των εργατών στο Πασαλιμάνι το 1923, ανέλαβε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας στην πρώτη δικτατορική κυβέρνηση. Η Εθνική Τράπεζα εκπροσωπήθηκε επίσης με υψηλόβαθμα υπηρετούντα και πρώην στελέχη της στις κυβερνήσεις της 4ης Αυγούστου (Αλέξανδρος Κορυζής, Ιωάννης Αρβανίτης, Α. Αποστολίδης, Δ. Μάξιμος).
Εχει υπολογιστεί, με βάση τα στοιχεία για 38 υπουργούς και στελέχη της δικτατορίας, πως το 10% ήταν τραπεζικά στελέχη και το 6% βιομήχανοι ή άλλοι επιχειρηματίες. 
Ο Αμερικανός πρεσβευτής Lincoln MacVeagh θεωρούσε πως στην ομάδα «γύρω και πίσω» από τον Μεταξά βρίσκονταν ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, Ιωάννης Δροσόπουλος, ο Αλέξανδρος Κανελλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων, και ο Πρόδρομος (Μποδοσάκης) Αθανασιάδης. Σημαντική στήριξη στη δικτατορία προσέφεραν και οι βιομήχανοι Επαμεινώνδας Χαρίλαος, Ν. Κανελλόπουλος, οι Λαναράς - Κύρτσης, οι αδελφοί Ηλιάσκοι, ο Γ. Πεσματζόγλου, η εταιρεία «Πάουερ» κ.ά. Επίσης, τα εκδοτικά συγκροτήματα Δ. Λαμπράκη («Ελεύθερον Βήμα»), Γ. Α. Βλάχου («Καθημερινή»), Αχ. Κύρου («Εστία») κ.ά.
Η ιδεολογία της 4ης Αυγούστου
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν αστική δικτατορία, που ενσωμάτωσε στην ιδεολογία και στην πρακτική της «δάνεια» και επιρροές από το φασισμό - ναζισμό (ναζιστικός χαιρετισμός, ίδρυση της ΕΟΝ - Eθνική Oργάνωσις Nέων - με στρατιωτικοποιημένη δομή, «σωματειακή» οργάνωση της κοινωνίας). Η 4η Αυγούστου ξεπέρασε τις προκατόχους της κυβερνήσεις, όσον αφορά τον αντικομμουνισμό και τη θηριωδία ενάντια στο ΚΚΕ και στο εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Το ιδεολογικό πλαίσιο της 4ης Αυγούστου δεν αποτέλεσε κάποια ριζική «τομή» στην αστική ιδεολογία. Ο Ι. Μεταξάς έγραψε: «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου κράτος αντικομμουνιστικό». Λες και πριν δεν ήταν...
Ο αντικομμουνισμός και η αντίθεση στον κοινοβουλευτισμό - λιμπεραλισμό ή «κομματισμό» υπήρξαν βασικές «σταθερές» της ιδεολογίας της 4ης Αυγούστου. Η προσπάθεια, επίσης, να παρουσιάζεται το καθεστώς ως «λαϊκό» και «προστάτης» των λαϊκών μαζών ήταν συνεχής, χωρίς βέβαια να έχει ουσιαστικό περιεχόμενο.
Μια από τις χαρακτηριστικότερες εκδηλώσεις του αντικομμουνιστικού μένους της 4ης Αυγούστου ήταν το κάψιμο «κομμουνιστικών εντύπων» σε δημόσιους χώρους.
Η 4η Αυγούστου θεωρούσε ότι μέσω του αρχηγού και του καθεστώτος εκφράζεται η θέληση «ολόκληρου του λαού κατά τρόπον ενιαίον και αδιαίρετον». 
Η κυβέρνηση, επομένως, ήταν «εθνική» και ανήκε εξίσου «και στον φτωχό και στον πλούσιο και στον δυνατόν και στον αδύνατο». Τα παραπάνω, πέρα από την εμφανή συγκάλυψη των ταξικών αντιθέσεων και τη δημαγωγία, εξέφραζαν μια διαρκή προσπάθεια του καθεστώτος να καλλιεργήσει την ταξική συνεργασία και συμφιλίωση.
Βασικός, ταξικός αντίπαλος το ΚΚΕ
Το ΚΚΕ υπήρξε ο βασικός, ο ταξικός αντίπαλος της 4ης Αυγούστου, που διακηρυγμένος της στόχος ήταν η καταπολέμηση του κομμουνισμού. Με ιδιαίτερη μανία η δικτατορική κυβέρνηση και τα κρατικά όργανα επιτέθηκαν στο ΚΚΕ και στην ΟΚΝΕ, με στόχο την πολιτική και ηθική τους εξόντωση, μαζί και σε ορισμένους συνεργαζόμενους με το ΚΚΕ.
Από την πρώτη μέρα - για την ακρίβεια νύχτα - της δικτατορίας, η Γενική Ασφάλεια Αθηνών και η Ειδική Ασφάλεια έθεσαν σε εφαρμογή, όπως είχαν διαταχθεί, σχέδια σύλληψης στελεχών του ΚΚΕ, τα οποία όμως δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Στο «Μυστικόν Αρχείον» του Κ. Μανιαδάκη αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«...το ΚΚΕ είχε και αυτό τας πληροφορίας του περί των προθέσεων του αειμνήστου Μεταξά. Ολίγας ημέρας προ της μεταβολής είχεν αρχίσει να θέτει εις ενέργειαν τον παράνομόν του μηχανισμόν. Ως εκ τούτου αι διαταχθείσαι συλλήψεις την νύκτα της 4ης Αυγούστου δεν είχον την προσδοκωμένην επιτυχίαν. Τα σπουδαιότερα στελέχη του ΚΚΕ είχον εξαφανισθή. Από αυτά συνελήφθησαν μόνον οι Σ[ι]άντος και Θέος που ενεφάνιζον τότε την "νόμιμον" πλευράν του ΚΚΕ και οι οποίοι αργότερα εδραπέτευσαν (...) διά να ξανασυλληφθούν» («Το Μυστικόν Αρχείον της περιόδου 1936 - 1941» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» από τις 9 Οκτώβρη 1949 έως την 1η Απρίλη 1950. Σύμφωνα με την εφημερίδα, ήταν «ελεγμένο προσωπικά» από τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη).
Την ίδια μέρα, σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη» (5/8/1936), η απεργία που είχε προκηρυχθεί πριν από την κήρυξη της δικτατορίας σημείωσε επιτυχία. 
Παρά τον στρατιωτικό νόμο και την επιστράτευση μιας σειράς κλάδων, μόνο στην Αθήνα πήραν μέρος 40 χιλιάδες εργάτες. 
Στο Αγρίνιο έγινε παγκαπνεργατική απεργία ενάντια στη δικτατορία («Ριζοσπάστης», 28-8-1936). Από το πρωί της 4ης Αυγούστου, επίσης, βρισκόταν σε εξέλιξη απεργία των καπνεργατών της Καβάλας. Η απεργία επεκτάθηκε και στη Δράμα, στο Πράβι (Ελευθερούπολη Καβάλας), στις Σέρρες και τη Θράκη. Κράτησε περίπου δύο βδομάδες και αντιμετωπίστηκε με άγρια τρομοκρατία.
Αμέσως μετά την επιβολή της, η δικτατορία προχώρησε στη θέσπιση αντικομμουνιστικού νομικού πλαισίου. Στις 12 Αυγούστου 1936, συγκροτήθηκε το υφυπουργείο της Δημόσιας Ασφάλειας. Δύο μέρες μετά, στη θέση του υφυπουργού διορίστηκε ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, ο οποίος αποτέλεσε την «ψυχή» της αντικομμουνιστικής δράσης. Μια σειρά Αναγκαστικοί Νόμοι συμπλήρωσαν το οπλοστάσιο «προς καταπολέμησιν του κομμουνισμού». Παράλληλα, για να προληφθεί η «εισχώρησις κομμουνιστών» στις Δημόσιες Υπηρεσίες εφαρμόστηκε το Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων.
Επικηρύξεις, φυλακές, εξορίες
Η δικτατορία προχώρησε σε μαζικές συλλήψεις, φυλακίσεις και εκτοπίσεις σε ξερονήσια. Επίσης, επικήρυξε στελέχη του Κόμματος. Για παράδειγμα, ο Νίκος Ζαχαριάδης είχε επικηρυχθεί για 100.000 δραχμές, ο Βασίλης Νεφελούδης για 75.000 δραχμές και ο Γιώργος Σιάντος για 50.000 δραχμές.
Οι συλληφθέντες κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές υποβάλλονταν σε σκληρά βασανιστήρια: Ρετσινόλαδο, πάγος, φάλαγγα, ξερίζωμα νυχιών κ.ά.
Ενα από τα βασικά μέσα που χρησιμοποίησε η 4η Αυγούστου ενάντια στο ΚΚΕ και την ΟΚΝΕ ήταν η «δήλωση μετανοίας», ο εξαναγκασμός δηλαδή των πολιτικών κρατουμένων να αποκηρύξουν ενυπόγραφα τις ιδέες και το Κόμμα τους. Οι δηλώσεις μετανοίας δημοσιεύονταν στον Τύπο. Χιλιάδες πέρασαν από φριχτά βασανιστήρια, προκειμένου να υπογράψουν δήλωση μετανοίας.
Αρκετοί δεν υποχώρησαν. Εγραφε η «Νεολαία», τον Ιούνη του 1937: «(...) Ο φοιτητής σ. Π. Πασχαλίδης δέρνονταν μέχρις αιμοπτυσίας στην Ειδική Ασφάλεια, η οικογένειά του τον πίεζε να κάνει δήλωση κι αυτός απαντούσε: "Ημουνα, είμαι και θα είμαι κομμουνιστής". Τον νέο σ. Παπαγιώργη τον πέταξαν απ' την ταράτσα της Ασφάλειας, του σπάσαν τα κόκκαλα, πλευρά, χέρι και πόδι και κράτησε ηρωική στάση. Υπέροχη στάση κράτησαν και οι φοιτητές Σίμος, Χατζηγιάννης και Παπαϊωάννου που πιάστηκαν στην υποδοχή του Ζ. Ζαι. (...) Τον σ. Χατζηγιάννη του ξερίζωσαν τ' αυτιά γιατί στην υπόσχεσή τους ότι αν κάνει δήλωση θα τον δικάσουν τρεις μήνες, απάντησε θαρραλέα: "Μα σε τρεις μήνες δεν θα υπάρχετε"» («Νεολαία», 24/6/1937).
Οι περισσότεροι δεν άντεξαν. Η πλειοψηφία τους όμως παρέμεινε δίπλα στο ΚΚΕ και αργότερα δραστηριοποιήθηκαν μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, ενώ πολλοί από αυτούς έδωσαν και τη ζωή τους. Από όσους υπέγραψαν «δήλωση μετανοίας», ελάχιστοι, μετρημένοι στα δάχτυλα, πέρασαν στην υπηρεσία του αστικού κράτους.
Το πρώτο μεγάλο χτύπημα
Το πρώτο μεγάλο χτύπημα στον παράνομο μηχανισμό του δέχτηκε το ΚΚΕ το Σεπτέμβρη του 1936, όταν συνελήφθη ο ΓΓ της ΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης. 
Παραπέμφθηκε σε δίκη για παράβαση των νόμων «περί προστασίας του κοινωνικού καθεστώτος», καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4,5 ετών και σε εκτόπιση 2 ετών. 
Σε αυτήν τη δίκη, ο Νίκος Ζαχαριάδης είπε στους δικαστές του: «Αναλαμβάνω όλες τις ευθύνες για τις πράξεις του ΚΚΕ γιατί ό,τι έκανε μέχρι τώρα το Κομμουνιστικό Κόμμα είταν για το καλό του λαού» («Νεολαία», 11/11/1936).
Το επόμενο σημαντικό χτύπημα στο ΚΚΕ πραγματοποιήθηκε το Νοέμβρη του 1936. Η Ασφάλεια συνέλαβε, σε ένα σπίτι της οδού Αλεξανδρείας 2, τον Τηλέμαχο Μύτλα, υπεύθυνο της Τεχνικής Γραμματείας του ΠΓ. Στο υπόγειο αυτού του σπιτιού βρισκόταν και το Αρχείο του ΠΓ, το οποίο έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας. Πολλά από τα έγγραφα ήταν κωδικοποιημένα, όμως ο Τ. Μύτλας πρόδωσε και συνεργάστηκε με την Ασφάλεια για την αποκωδικοποίησή τους.
Παίρνοντας το Αρχείο του ΠΓ, η Ασφάλεια απέκτησε ακόμη μεγαλύτερες δυνατότητες να εντείνει τη χαφιεδοφοβία στο Κόμμα. Εχοντας, για παράδειγμα, γνώση των καθοδηγητικών και των καθοδηγούμενων στελεχών, μπορούσε να υποστηρίζει στους ανακρινόμενους ότι τους πρόδωσαν οι τάδε ή οι δείνα, δίχως αυτό να ισχύει στην πραγματικότητα. Και βέβαια, μέσω του Αρχείου, η Ασφάλεια έμαθε ποιοι έφεραν τα ψευδώνυμα, διευθύνσεις, κομματικές χρεώσεις, τρόπους επαφής και άλλα.
Το ίδιο περίπου διάστημα, η Ασφάλεια συνέλαβε και άλλα στελέχη της ΚΟΑ. Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν στην Ασφάλεια, όπου και δολοφονήθηκε ο Μήτσος Μαρουκάκης, τον οποίο εκπαραθύρωσαν από το κτίριο της Γενικής Ασφάλειας, λέγοντας ότι αυτοκτόνησε. Ηταν ο πρώτος νεκρός του ΚΚΕ επί 4ης Αυγούστου. Ακολούθησαν τους επόμενους μήνες αρκετές ακόμα συλλήψεις στελεχών του ΚΚΕ.
Δουλειά σε συνθήκες παρανομίας
Μετά τα πρώτα χτυπήματα, το ΠΓ σε Απόφασή του, που δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» στις 10 του Νοέμβρη, σημείωνε ότι «εξ αιτίας της παραβίασης συνωμοτικών κανόνων από αρκετά στελέχη, κυρίως της Αθήνας, ο ταξικός εχθρός κατόρθωσε να δώσει σημαντικά χτυπήματα που μπορούσαν ν' αποφευχθούν».
Παράλληλα, καθόριζε ως εξής τα καθήκοντα των Οργανώσεων Αθήνας και Πειραιά:
«α) Προφύλαξη των οργανώσεων απ' τα χτυπήματα της δικτατορίας. Διεξαγωγή πλατειάς καμπάνιας ανάμεσα στα μέλη τους για τη συνωμοτική τους διαπαιδαγώγηση. Διαρκής αναπροσαρμογή του μηχανισμού τους, ώστε να εξουδετερώνονται οι προσπάθειες της δικτατορίας, χτυπήματος και αποσύνθεσης των οργανώσεων. Ακατάπαυτη πάλη ενάντια στο χαφιεδισμό, τις προβοκάτσιες και μπολσεβίκικη επαγρύπνηση και αυστηρότητα σ' όλα τα ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαφύλαξη των οργανώσεων.
β) Επανεξέταση της προέλευσης και της δουλειάς των στελεχών τους και τοποθέτηση στις καθοδηγητικές θέσεις αφοσιωμένων και αποφασιστικών κομμουνιστών.
γ) Ανάπτυξη της πρωτοβουλίας των κατωτέρων οργανώσεων και όλων των μελών του Κόμματος.
δ) Εξασφάλιση της έκδοσης άφθονου έντυπου υλικού και από μιας τουλάχιστο εφημερίδας από κάθε Αχτιδική Οργάνωση».
Από την πρώτη στιγμή οι Κομματικές Οργανώσεις καλούνταν να αναπροσαρμόσουν τη δουλειά τους στις νέες συνθήκες της σκληρής παρανομίας. 
Στον πρώτο μήνα, έγιναν ορισμένες μικρές συγκεντρώσεις και συσκέψεις ενάντια στη δικτατορία. Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη», σε 15 χωριά των Σερρών, το δεύτερο δεκαήμερο του Αυγούστου, έγιναν ένοπλα αγροτικά συλλαλητήρια τα οποία χτυπήθηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις.
Παρά το γεγονός ότι η δικτατορία κατάφερε να συλλάβει σε σύντομο χρόνο στελέχη της καθοδήγησης του Κόμματος και τον ίδιο τον Γενικό Γραμματέα της ΚΕ, το ΚΚΕ έδρασε άμεσα ενάντια στη δικτατορία, ενώ ταυτόχρονα διατηρούνταν και λειτουργούσαν πολλές Οργανώσεις του και τα καθοδηγητικά τους όργανα.
Η δράση του ΚΚΕ αυτό το διάστημα καταγράφεται και σε εκθέσεις του Foreign Office, όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Το μόνο που έχουν πετύχει τα μέτρα αυτά (σ.σ.: ενάντια στο ΚΚΕ) είναι να υποχρεώσουν τους κομμουνιστές να δουλεύουν παράνομα. Οι αρχηγοί που πιάστηκαν έχουν αντικατασταθεί από τις εφεδρείες και δεν υπάρχει αμφιβολία πως συντελείται σημαντική δραστηριότητα. Παρ' όλες τις προσπάθειες να κλειστεί, η κομμουνιστική εφημερίδα "Ριζοσπάστης" κυκλοφορεί τακτικά και διανέμεται στους συνδρομητές με πληρωμή (...) Το γεγονός πως το ΚΚΕ και η Κομμουνιστική Νεολαία λειτουργούν ακόμα (...) φανερώνει πως τα μέτρα που πήρε το ΚΚΕ για ν' αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση ήταν επαρκή και πως οι εφεδρικές δυνάμεις έχουν κινητοποιηθεί ικανοποιητικά» (Εκθεση του Foreign Office «Ελλάδα: Κομμουνισμός» (Β΄ εξάμηνο 1936), όπως παρατίθεται στο Κ. Αλεξάνδρου, «Από την πάλη του ΚΚΕ κατά της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου (Μερικά νέα στοιχεία)» («Κομμουνιστική Επιθεώρηση», τεύχος 7-8/1980, σελ. 96). Επίσης καταγράφεται ότι «ένας σημαντικός αριθμός προπαγανδιστικού υλικού κυκλοφορεί μέσα στις ένοπλες δυνάμεις».
Στις αρχές του 1938 παρέμεναν ασύλληπτα σχεδόν τα μισά μέλη της ΚΕ του Κόμματος. Ακόμα και οι διώκτες του ΚΚΕ παραδέχονται ότι το Κόμμα, στις αρχές του 1938, διατηρούσε αρκετές δυνάμεις και ότι η οργάνωση της «άμυνάς» του «έναντι των ενεργειών του υπουργείου Ασφαλείας» ήταν «πρωτοφανής»
Είναι χαρακτηριστικά όσα είπε ο αστυνόμος Ν. Χαραλαμπίδης, από τους επικεφαλής της Υπηρεσίας Διώξεως του Κομμουνισμού, σε σύσκεψη αξιωματικών της Υπηρεσίας με θέμα την αντιμετώπιση του ΚΚΕ, εκείνη την περίοδο: «Το ΚΚΕ, παρά τα αλλεπάλληλα πλήγματα και τα λαμβανόμενα εναντίον του μέτρα, διατηρεί ακμαίον το ηθικόν του. Επιπροσθέτως, ο παράνομος μηχανισμός του έχει ακόμη την δυνατότητα να αντιμετωπίζη επαρκώς τα κτυπήματα, και μέσα σε μικρά χρονικά διαστήματα να συμπληρώνη τα κενά των καθοδηγήσεων των διαφόρων οργανώσεών του. Ο παράνομος τεχνικός του μηχανισμός λειτουργεί κανονικώς και έτσι τροφοδοτεί τα μέλη και τους οπαδούς του με έντυπον υλικόν (...) Οι σύνδεσμοί του, οι "γιάφκες" του και τα οικονομικά του ευρίσκονται ακόμη εις καλήν κατάστασιν, και αυτά όλα του δίνουν την ελπίδα ότι θα αντιμετωπίση τα κτυπήματά μας και θα περάση γρήγορα στην αντεπίθεσι» (δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» την 1/12/1949).
Το ΚΚΕ στάθηκε όρθιο
Παρά τα σοβαρά χτυπήματα που πέτυχε η Ασφάλεια στο Κόμμα την περίοδο 1938 - 1939 και την επίδρασή τους στην οργάνωση των λαϊκών αγώνων, το ΚΚΕ στάθηκε όρθιο.
Βασικά καθοδηγητικά όργανα και Οργανώσεις διατηρούνταν,παρά την ένταση των διώξεων και στα 1939, μετά από 3 περίπου χρόνια άτεγκτης αντικομμουνιστικής δράσης της 4ης Αυγούστου. 
Συνεχιζόταν, επίσης, αν και περιορισμένη, η εκδοτική και προπαγανδιστική δραστηριότητα. Χαρακτηριστικό είναι ότι δημοσιεύτηκαν στον «Ριζοσπάστη» στις 2 Φλεβάρη 1939 αποφάσεις των καθοδηγητικών οργάνων της ΕΠ της ΚΟΑ, του Γραφείου της ΚΕ της ΟΚΝΕ, της ΕΠ της ΚΟΠ, της ΑΕ Υπαλλήλων, της ΙΙ και ΙΙΙ Αχτίδας της ΚΟΑ και των ΠΕ ΚΝ Αθήνας και Πειραιά. Επίσης, στον έρανο που είχε προκηρύξει η ΚΕ από το Μάη του 1938, στο «κλείσιμο» που δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» στις 15 Δεκέμβρη 1938, προσφορές είχαν συγκεντρωθεί από την Καβάλα, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της Περιφέρειας Θεσσαλονίκης, τις Σέρρες, τη Δράμα, τη Δυτική Μακεδονία, την Ξάνθη, την Πάτρα, την Ηπειρο, Ελληνες της Αμερικής κ.ά.
Σε Απόφαση της ΚΕ, που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη», το Φλεβάρη του 1938, αναφέρεται ότι οι εργαζόμενες μάζες αύξαναν τη δραστηριοποίησή τους για τα ζωτικά τους συμφέροντα (καπνεργάτες Θεσσαλονίκης, εργάτες ΒΙΟ, εργάτες αποξηραντικών έργων Ιωαννίνων κ.λπ.).
Το ίδιο διάστημα, ο «Ριζοσπάστης» κατέγραφε διάφορες ακόμα εργατικές κινητοποιήσεις. 
Στην Καβάλα, καπνεργάτες έκαναν απεργία λίγων ωρών ενάντια στην αναγκαστική εισφορά για το 8ο «Συνέδριο» της ελεγχόμενης από τη δικτατορία ΓΣΕΕ. 
Στην Καλαμάτα οι λιμενεργάτες έκαναν μισής ώρας απεργία ενάντια στην παραβίαση του κανονισμού εργασίας. 
Στον Πειραιά 40 εργάτες του σπορελαιουργείου Στάθη και Αριστούλη έκαναν δύο φορές λιγόωρη στάση με αίτημα να πληρωθούν οι υπερωρίες, η μια ώρα να υπολογίζεται μιάμιση. 
Στα Φιλιατρά 300 εργατοαγρότες έκαναν διαδήλωση στη δημαρχία για επιδόματα. Διάφοροι κλάδοι επίσης υπέβαλαν υπομνήματα με τα αιτήματά τους («Ριζοσπάστης», 25/2/1938).
Σε Απόφαση της ΚΕ (Μάης 1938) διαβάζουμε επίσης:
«Οι λεβητοποιοί του Πειραιά κέρδισαν τις απαιτήσεις τους ύστερα από γενική απεργία του κλάδου τους. Οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης με αλλεπάλληλες μαχητικές κινητοποιήσεις και απεργίες ανάγκασαν τη δικτατορία να υποχωρήσει σε μια σειρά απ' τις απαιτήσεις τους. Οι σταφιδοπαραγωγοί αρνούνται την εφαρμογή του νόμου για το ξερίζωμα των σταφιδαμπέλων. Οι καπνοπαραγωγοί ξεσηκώνονται και απαιτούν την αγορά των απούλητων καπνών τους».
Τέλος, στην Απόφαση της 5ης Ολομέλειας (Φλεβάρης 1939) αναφερόταν πως σημειώθηκαν: «Αλλεπάλληλες απεργίες και ομαδικές αντιστάσεις εργατών πολλών και διαφόρων επιχειρήσεων», τρίωρη στάση στο πολεμικό εργοστάσιο του Μαλτσινιώτη ενάντια στις ομαδικές απολύσεις, ομαδική στάση στο κεντρικό εργοστάσιο των κρατικών σιδηροδρόμων και ομαδικές κάθοδοι των πεινασμένων αγροτών Δράμας και Μυτιλήνης.
Οι κομμουνιστές κράτησαν ζεστή τη φλόγα του αγώνα
Κατά την τετράχρονη μεταξική δικτατορία, χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες πέρασαν από τις φυλακές και τις εξορίες.
Μάλιστα, στο ξεκίνημα του Ιταλο-ελληνικού πολέμου οι κρατούμενοι και εξόριστοι κομμουνιστές ανέρχονταν σε περίπου 2.000 άντρες και γυναίκες, που κρατούνταν στην Ακροναυπλία, στην Ανάφη, στον Αη Στράτη, στην Κέρκυρα, στην Αίγινα, στη Φολέγανδρο, στην Κίμωλο, στη Γαύδο, στη Σίκινο, στην Τρίπολη και σε άλλες φυλακές, στο Ασβεστοχώρι, στην Ιο, στην Αμοργό, στην Πύλο κ.α.
Ολη αυτήν την περίοδο οι χιλιάδες που δεν λύγισαν, που αντιμετώπισαν παλικαρίσια τους δεσμοφύλακες και τα βασανιστήρια, οργάνωσαν στις φυλακές και τις εξορίες τη ζωή τους, ιδρύοντας Ομάδες Συμβίωσης. Στις φυλακές και τις εξορίες δημιουργήθηκαν επίσης Κομματικές Επιτροπές ή Ομάδες για την καθοδήγηση των μελών του Κόμματος. Επίσης, πραγματοποιήθηκαν και ορισμένες αποδράσεις (από τον Αη Στράτη, τη Φολέγανδρο, την Ανάφη).
Ολοι αυτοί οι αγωνιστές κράτησαν ζεστή τη φλόγα του αγώνα. «Στους φυλακισμένους στην Ακροναυπλία πρόσβλεπαν οι αγωνιστές που δεν είχαν ακόμα πιαστεί, όταν το Κόμμα έφτανε στα όρια της διάλυσης από τα χτυπήματα του μεταξικού καθεστώτος. Τους φυλακισμένους και τους εξόριστους περίμεναν, για να στηθεί ξανά στα πόδια του το Κόμμα. Κι έτσι έγινε. 
Από τις πρώτες μέρες της Κατοχής, με τις αποδράσεις από τις εξορίες και τις φυλακές το Κόμμα στήθηκε ξανά στα πόδια του, μπήκε μπροστά (...) Χωρίς το Κόμμα όρθιο, τίποτα δεν μπορούσε να γίνει (...) 
Με έναν ηρωισμό που χτίστηκε μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, στις παράνομες Οργανώσεις, μέσα στους χώρους δουλειάς, πριν συναντήσει τον βούρδουλα του ασφαλίτη, την μπότα του κατακτητή. 
Εναν ηρωισμό που μόνο η πάλη για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης μπορεί να εμπνεύσει. Μόνο το Κόμμα της, το ΚΚΕ, μπορεί να οργανώσει» (από την ομιλία του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπα, στη φετινή εκδήλωση για τους 200 της Καισαριανής, που δημοσιεύθηκε στον «Ριζοσπάστη» την Τετάρτη 2 Μάη 2018).

Δες περισσότερα Εδώ

29 Ιανουαρίου, 2018

Ποιοί Έδωσαν στον Μεταξά την εξουσία ?

Σαν Σήμερα 29/01/1941 Πεθαίνει ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς, πολλά θα ακούσετε από φασίστες, ποία Είναι η Αλήθεια ?
Απ' την Ιστορία:
Εισαγωγή

Με αφορμή από τη δολοφονική δράση της Χρυσής Αυγής αστοί δημοσιολόγοι, εκπρόσωποι των αστικών και οπορτουνιστικών κομμάτων μιλούν για τη σχέση της περιόδου κρίσης που διέρχεται η Ελλάδα με τις συνθήκες που επέτρεψαν την επικράτηση του ναζισμού στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης.
 Λένε ούτε λίγο ούτε πολύ αυτό που χαρακτηριστικά έγραφε η «Καθημερινή της Κυριακής», (6/10/2013): «Η έκπτωση της φιλελεύθερης Δημοκρατίας του Μεσοπολέμου πραγματοποιήθηκε κυρίως από την υπονόμευση που απεργάζονταν τα άκρα, το ΚΚΓ και οι αριστερές επαναστατικές του ομάδες πρώτα και έπειτα τα ναζιστικά τάγματα εφόδου. 
Στο σημερινό μας Κοινοβούλιο η απαξίωση του "καπιταλιστικού" κοινοβουλευτισμού από το ΚΚΕ είναι μια πραγματικότητα που όλα τα κόμματα αποδέχονται...».
Σκόπιμα αποσιωπούν το γεγονός ότι ενώ ο Χίτλερ έκανε το «πραξικόπημα της μπυραρίας», η «Δημοκρατία της Βαϊμάρης» τον έκλεισε μόλις 8 μήνες φυλακή, τον αποφυλάκισε, τον φούσκωσε κοινοβουλευτικά και τον ανέδειξε στην κυβέρνηση κοινοβουλευτικά. 
Πώς έγινε; 
Στις 27 Γενάρη του 1932 σε μυστική συγκέντρωση που έγινε στο Ντίσελντορφ με τη συμμετοχή τριακοσίων εκπροσώπων των μονοπωλίων, ο Χίτλερ ανέπτυξε το πρόγραμμα του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και υποσχέθηκε «να ξεριζώσει το μαρξισμό στη Γερμανία». 
Γι' αυτό τον ήθελαν. Αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και φασισμός από κοινού ενάντια στο εργατικό κίνημα και στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Στη συνέχεια, το Νοέμβρη του 1932, μια ομάδα βιομηχάνων και τραπεζιτών υπέβαλε στον Πρόεδρο της Γερμανίας Χίντενμπουργκ υπόμνημα και ζητούσε να τον διορίσει καγκελάριο του Ράιχ.
 Το Γενάρη του 1933 στην Κολονία, στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ, συναντήθηκαν ιδιοκτήτες μονοπωλίων, με τον τότε καγκελάριο της Γερμανίας Πάπεν και τον Χίτλερ. Εκεί αυτή λύθηκε οριστικά το πρόβλημα της παράδοσης της εξουσίας στον Χίτλερ. Στις 30 Γενάρη του 1933 ο Πρόεδρος Χίντενμπουργκ διόρισε τον Χίτλερ καγκελάριο.
Στις 20 Φλεβάρη 1933, λίγο πριν από τις γερμανικές εκλογές της 5ης Μάρτη 1933, πάλι σε συνάντηση, ιδιοκτητών μονοπωλιακών ομίλων, τραπεζιτών στο Βερολίνο με τον Γκέρινγκ και τον Χίτλερ, ο Χίτλερ ανακοίνωσε την πρόθεση των ναζί να διαλύσουν το κοινοβουλευτικό σύστημα και να χτυπήσουν κάθε αντιπολίτευση με βία. 
Είπε, μάλιστα, πως «οι εκλογές της 5ης Μαρτίου θα είναι οι τελευταίες για τα επόμενα δέκα χρόνια, ίσως μάλιστα και για τα επόμενα εκατό χρόνια».
 Στις εκλογές του Μάρτη του 1933, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ πήρε το 43,9% των ψήφων και την πλειοψηφία στη Βουλή. 
Με το Σύνταγμα της Βαϊμάρης, κοινοβουλευτικά, ανέβασαν τον Χίτλερ στην εξουσία οι καπιταλιστές. 
Μ' αυτό το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ήρθε το «τέλος της». Δηλαδή, όχι της αστικής εξουσίας αλλά μιας μορφής άσκησής της από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις. Αλλά γι' αυτά έχουμε γράψει αναλυτικά στο «Ριζοσπάστη».
Το επαναφέρουμε όμως σε συντομία για να δείξουμε ότι οι καπιταλιστές της Γερμανίας μαζί με τον αστικό πολιτικό κόσμο της Γερμανίας και μέσω της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ανέδειξαν τον Χίτλερ και το ναζιστικό του κόμμα στην κυβερνητική εξουσία, επειδή υπάρχει, τηρουμένων των αναλογιών, παρόμοιο παράδειγμα και στην Ελλάδα, με παρόμοια διαδικασία και δεν είναι άλλο από την ανάδειξη του Μεταξά σε πρωθυπουργό της Ελλάδας το 1936, αν και στη Βουλή είχε μια ισχνότατη μειοψηφία βουλευτών. 
Τον ήθελαν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, τον στήριξε σύσσωμος ο αστικός πολιτικός κόσμος. 
Είναι άκρως επίκαιρο και διδακτικό το παράδειγμα, γιατί αποκαλύπτει ότι οι αστοί και τα κόμματά τους δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να βιάσουν τη δική τους αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και να εγκαθιδρύσουν φασιστικό καθεστώς όταν τα συμφέροντά τους το επιτάσσουν.
Γι' αυτό ο λαός μας πρέπει να έχει καθαρό ότι: 
Το ναζισμό δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το σάπιο αστικό κράτος, αλλά η λαϊκή συμμαχία που θα έχει στόχο να βάλει τέρμα στην εξουσία των μονοπωλίων, στο καπιταλιστικό σύστημα που γεννά και θρέφει ναζιστικά μορφώματα, όπως τη δολοφονική Χρυσή Αυγή και τις παραφυάδες της.
 Η μαζική πάλη και επιλογή του λαού και της νεολαίας μπορεί να απονομιμοποιήσει και να ξεριζώσει τη Χρυσή Αυγή μαζικά, οριστικά και τελεσίδικα μέσα στο λαό. 
Επίσης, πρέπει να έχει καθαρό ότι: 
Ιδιαίτερα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, φτώχειας, ανεργίας και φθοράς των αστικών κυβερνητικών κομμάτων, η αστική τάξη αξιοποιεί πολλαπλά τα ναζιστικά κόμματα, ως προκεχωρημένα φυλάκια εξυπηρέτησης των συμφερόντων της. 
Αξιοποιεί τη ναζιστική δράση που, με τον ακραίο εθνικισμό και τη δήθεν «αλληλεγγύη», ρίχνει δίχτυα ενσωμάτωσης λαϊκών δυνάμεων, ανέργων, κατεστραμμένων μικροαστικών στρωμάτων.
 Τόσο η ίδια η Χρυσή Αυγή, όσο και οι αστικές προτάσεις για την αντιμετώπισή της εντάσσονται σε σχεδιασμούς στήριξης της εξουσίας του κεφαλαίου και αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. 
Η Χρυσή Αυγή και η ναζιστική δράση δεν αντιμετωπίζεται μέσα από τις θεωρίες και εγκεφαλικά σχήματα για «συνταγματικά», «κοινοβουλευτικά», «δημοκρατικά» τόξα μιας δήθεν καλύτερης λειτουργίας της αστικής δημοκρατίας, που προτείνουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, άλλες πολιτικές δυνάμεις και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ. 
Αυτοί οι διαχωρισμοί συγκαλύπτουν το χαρακτήρα του ναζισμού και τις αιτίες της σημερινής κατάστασης, τις πραγματικές διαφορές μεταξύ των κομμάτων σε σχέση με την εξουσία, την κοινωνία.

Ο λαός πρέπει να υπερασπίζεται και να αξιοποιεί κάθε δυνατότητα και ό,τι έχει απομείνει σήμερα σε ελευθερίες και δικαιώματα, 
χωρίς να τρέφει αυταπάτες ότι στις σημερινές συνθήκες, μέσα στο σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, με την αστική δημοκρατία, που είναι η ίδια η δικτατορία των μονοπωλίων, μπορούν να εξασφαλιστούν πραγματικά τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. 
Γι' αυτό και ο λαός πρέπει να χαράξει τη δική του πορεία, μέσα από την κοινωνική του συμμαχία, για γενικότερες αλλαγές σε επίπεδο εξουσίας.

Ο λαός έχει τη δύναμη να απορρίψει και να απομονώσει τις εγκληματικές, απάνθρωπες θεωρίες της Χρυσής Αυγής. Εχει ιστορική μνήμη και πείρα από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, την Αντιφασιστική Νίκη.

Το συγκεκριμένο θέμα, δηλαδή το πώς ο Μεταξάς αναδείχτηκε πρωθυπουργός της Ελλάδας και στη συνέχεια έκανε φασιστική δικτατορία, αναδημοσιεύεται από την έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής»,«Από την 4η Αυγούστου ως τις μέρες μας - Η γενική πορεία της ταξικής πάλης».
***
Ο αστικός πολιτικός κόσμος και η 4η Αυγούστου

Στις βουλευτικές εκλογές της 26ης Γενάρη 1936, που έγιναν με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, 
πρώτευσε η αντιβενιζελική παράταξη (Λαϊκό Κόμμα - Λαϊκή Ριζοσπαστική Ενωσις - Ελευθερόφρονες (Ιωάννης Μεταξάς) - Εθνικόν Μεταρρυθμιστικόν Κόμμα), που συγκέντρωσε 602.840 ψήφους και εξέλεξε 143 βουλευτές. 
Δεύτερη ήρθε η βενιζελική παράταξη (Κόμμα Φιλελευθέρων - Δημοκρατικός Συνασπισμός - Παλαιοδημοκρατική Ενωσις Κρήτης - Αγροτικό Κόμμα Σοφιανόπουλου - Νεοφιλελεύθεροι) με 574.655 ψήφους και 142 έδρες. 
Τα παραπάνω κόμματα είχαν πάρει μέρος στις εκλογές αυτόνομα. Εδώ κατατάσσονται με βάση το διαχωρισμό τους, όπως έχει υιοθετηθεί.
 Το Παλλαϊκό Μέτωπο [(ΚΚΕ - Σοσιαλιστικό Κόμμα (Στρατή Σωμερίτη) - Αγροτιστές (Α. Βογιατζή - ορισμένες ανένταχτες προσωπικότητες)] συγκέντρωσε 73.411 ψήφους και 15 βουλευτικές έδρες. 
Βουλευτές του εκλέχτηκαν οι: Βασίλης Νεφελούδης και Δημήτρης Γληνός (Αθήνα), Μανώλης Μανωλέας (Πειραιάς), Στέλιος Σκλάβαινας και Μιχάλης Σινάκος (Θεσσαλονίκη), Γιώργος Σιάντος (Τρίκαλα), Γιάννης Ιωαννίδης και Μιλτιάδης Πορφυρογένης (Λάρισα), Φίλιππος Παπαδόπουλος (Κοζάνη), Ανδρέας Τζήμας - αργότερα Σαμαρινιώτης - (Φλώρινα), Διονύσης Μενύχτας (Σέρρες), Μήτσος Παρτσαλίδης (Καβάλα), Κώστας Θέος (Δράμα), Βασίλης Βερβέρης (Ροδόπη), Μιχάλης Τυρίμος (Μυτιλήνη).
Αμέσως μετά τις εκλογές, ο αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων Θεμιστοκλής Σοφούλης
 (ο Ελευθέριος Βενιζέλος βρισκόταν στο Παρίσι, όπου και πέθανε περίπου δύο μήνες αργότερα)
 άρχισε επαφές με το Λαϊκό Κόμμα (Παναγή Τσαλδάρη) για το σχηματισμό κυβέρνησης. 
Είχε προηγηθεί δημόσια δήλωσή του, με την οποία χαρακτήριζε το πολιτειακό λήξαν, αν και ο βασιλιάς είχε γυρίσει στην Ελλάδα με νόθο δημοψήφισμα (αρχικώς υπέρ με 105%, για να το μειώσουν στη συνέχεια σε 97,8%!).
Η συνεργασία τελικά ναυάγησε, εξαιτίας της άρνησης του Λαϊκού Κόμματος να επανέλθουν στο στράτευμα οι απότακτοι αξιωματικοί του στρατιωτικού κινήματος της 1ης Μάρτη 1935.
 Αν και στη συνέχεια ο Θ. Σοφούλης υπαναχώρησε στο θέμα της επαναφοράς των απότακτων αξιωματικών, ο σχηματισμός κυβέρνησης φιλελευθέρων - Λαϊκού Κόμματος δεν έγινε δυνατός, καθώς ο Π. Τσαλδάρης πιεζόταν από το Στρατιωτικό Σύνδεσμο, να μην προχωρήσει σε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους.
Στο μεταξύ, συνεχίζονταν οι προετοιμασίες στρατιωτικού πραξικοπήματος, στις οποίες πρωτοστατούσε ο Γεώργιος Κονδύλης (Κεραυνός) και ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος που είχε επικεφαλής τον στρατηγό Πλατή, στην ουσία όμως τον Κονδύλη, ο οποίος, λίγες μέρες μετά τις εκλογές πέθανε ξαφνικά (31 Γενάρη 1936).

Μέσα στο κλίμα που είχε δημιουργηθεί, όπου άλλοι ζητούσαν νέες εκλογές και άλλοι προσπαθούσαν να σχηματιστεί κυβέρνηση, ο I. Μεταξάς, σε συνεργασία με τον εκπρόσωπο της βρετανικής κυβέρνησης, πρεσβευτή στην Ελλάδα Ουάτερλοου, με τα Ανάκτορα, με αστούς πολιτικούς (των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων), καθώς και με τον εκδότη της εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα» Δημήτρη Λαμπράκη, προετοίμαζαν την επιβολή δικτατορίας. 
Οι διάφορες προτάσεις που γίνονταν για το σχηματισμό κυβέρνησης και γενικά οι διεργασίες έστρωναν το έδαφος στη δικτατορία. 
Είναι χαρακτηριστικό ότι μια από τις προτάσεις του Κόμματος Φιλελευθέρων για την πρωθυπουργία ήταν να την αναλάβει (στο πλαίσιο συμμαχίας κομμάτων) ο Ιωάννης Μεταξάς! 
Από την άλλη, ο Τσαλδάρης ζητούσε από το ΚΚΕ την υποστήριξή του στη Βουλή για να σχηματίσει αυτός κυβέρνηση και όχι ο Σοφούλης! 
Είχαν κάνει και σχετικές κρούσεις που δεν απέδωσαν. 
Αντιθέτως, οι σχετικές διαπραγματεύσεις ΚΚΕ (Παλλαϊκού Μετώπου) και Κόμματος Φιλελευθέρων απέδωσαν και κατέληξαν στο Σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα. 
Αλλά το Σύμφωνο δεν τηρήθηκε από τους Φιλελεύθερους και δημοσιοποιήθηκε από το Παλλαϊκό Μέτωπο.
Οι μέρες, μετά τις εκλογές, περνούσαν και στην αρχή συνέχιζε να βρίσκεται η υπηρεσιακή κυβέρνηση Δεμερτζή, που στις αρχές Μάρτη 1936 αντικατέστησε τον Παπάγο στο υπουργείο Στρατιωτικών με τον I. Μεταξά. 
Ιδιαίτερος στην υπουργοποίηση ήταν ο ρόλος του Δημ. Λαμπράκη.
Τελικά, η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ανατέθηκε από τον Γεώργιο τον Β' στον Δεμερτζή, που στις 14 Μάρτη σχημάτισε τη δεύτερη κυβέρνησή του. 
Σε αυτήν την κυβέρνηση ο Μεταξάς έγινε αντιπρόεδρος, ενώ παρέμεινε και υπουργός των Στρατιωτικών και της Αεροπορίας.
Θα μπορούσε να είχε σχηματίσει κυβέρνηση ο Σοφούλης (Κόμμα Φιλελευθέρων) 
έχοντας την ψήφο ανοχής του Παλλαϊκού Μετώπου, που στο κάτω της γραφής είχε συνάψει μαζί του Σύμφωνο. 
Ομως ο Σοφούλης δε δέχτηκε και κατέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο βασιλιά.
 Ηταν μάλιστα εκείνος που πρότεινε στον Γεώργιο να ανατεθεί η νέα κυβέρνηση στον Δεμερτζή, με τον όρο να παραμείνει υπουργός των Στρατιωτικών ο I. Μεταξάς! 
Αργότερα, όταν κατέληξαν σε συμφωνία οι Σοφούλης - Θεοτόκης, δέχτηκαν τη θέση του βασιλιά να αναλάβει η νέα κυβέρνηση την 1η Οκτώβρη 1936! 
Δηλαδή, όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα, μετά την κήρυξη της δικτατορίας...

Αυτές οι εξελίξεις λάβαιναν χώρα τη στιγμή που είχαν αρχίσει να φουντώνουν οι συνδικαλιστικοί αγώνες της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, που αντιμετωπίζονταν από τις κυβερνήσεις με ξυλοδαρμούς, συλλήψεις, ακόμη και με ένοπλες επιθέσεις. 
Στις 4 Μάρτη δολοφονήθηκε σε επίθεση της αστυνομίας, ο φοιτητής της Ιατρικής Αλ. Σωτηριάδης.
Στις 28 Μάρτη 1936, το ΚΚΕ με μανιφέστο που δημοσίευσε τόνιζε:
 «Εργαζόμενοι! Μπρος στα μάτια σας, κάτω από τη σκέπη της μοναρχίας, εξυφαίνεται η πιο αντιλαϊκή, η πιο άτιμη, η πιο εγκληματική συνωμοσία. 
Αρχηγός της συνωμοσίας αυτής είναι ο Μεταξάς. Συνεργάτες του και συνένοχοί του είναι όλα τα πλουτοκρατικά κόμματα, από τα αντιβενιζελικά που πλειοδοτούν στα αντιλαϊκά μέτρα και σχέδια της κυβέρνησης, ίσαμε τα βενιζελικά, που στηρίζουν την κυβέρνηση και την αντιλαϊκή πολιτική της».1
Στο μεταξύ, στις 13 Απρίλη πέθανε ξαφνικά και ο πρωθυπουργός Δεμερτζής. 
Και ο βασιλιάς έκανε πρωθυπουργό τον I. Μεταξά. 
Τον όρκισε το ίδιο απόγευμα, δίχως να πάρει τη γνώμη της Βουλής! 
Το σχέδιο προχωρούσε... Στις 26 Απρίλη 1936 ο Δημ. Λαμπράκης έγραφε στο κύριο άρθρο του «Ελεύθερου Βήματος»:
«Τα εν τη Βουλή κόμματα είναι σχεδόν ασφαλές ότι δε θα περιορίσουν την ευμένειάν των εις τα χειροκροτήματα (σ.σ.: πλην των βουλευτών του Παλλαϊκού Μετώπου, που φυσικά δεν είχαν χειροκροτήσει) με τα οποία υπεδέχθησαν χθες το απόγευμα τας προγραμματικάς δηλώσεις του κ. Πρωθυπουργού, αλλά θα περιβάλουν την κυβέρνησιν ταύτην και διά της θετικής ψήφου εμπιστοσύνης των».2
Και πράγματι. 
Το Κόμμα των Φιλελευθέρων (των Βενιζέλου - Σοφούλη) έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά! 
Το ίδιο και ο Γεώργιος Καφαντάρης! 
Το Λαϊκό Κόμμα έδωσε ψήφο ανοχής. Το ίδιο και ο I. Θεοτόκης. 
Την καταψήφισαν οι βουλευτές του Παλλαϊκού Μετώπου και οι Γ. Παπανδρέου, Κ. Βλαχοθανάσης και Ανδρ. Δενδρινός. 
Υπήρξαν και 4 αποχές. Τα «υπέρ» ήταν 241 ψήφοι. 
Αρα, όλα τα αστικά κόμματα άνοιξαν το δρόμο στη δικτατορία ανοιχτά και επισήμως... Εδωσαν στον Μεταξά την εξουσία!!
Ταυτόχρονα, εντεινόταν ο αντικομμουνισμός και ο αντισοβιετισμός. 
Στην πρώτη γραμμή των λάβρων αρθρογράφων αντικομμουνιστικού μένους βρίσκονταν οι Γ. Παπανδρέου και Αλ. Παπαναστασίου.
To KKΕ επέμενε να προειδοποιεί για την επερχόμενη δικτατορία και να καλεί σε δράση για τη ματαίωσή της. 

Να τι υπογράμμιζε η απόφαση της 2ης Ολομέλειας της ΚΕ τον Ιούνη του 1936:
«6. Μπροστά στο λυσσασμένο φασιστικό ξεφάντωμα και τις μαζικές εκτελέσεις εργαζομένων στη Θεσσαλονίκη και το Βόλο από τη μοναρχοπλουτοκρατική κυβέρνηση και τον άμεσο κίνδυνο εγκαθίδρυσης ανοιχτής φασιστικής δικτατορίας, το Κομμουνιστικό Κόμμα καλεί όλες τις οργανώσεις και όλο τον εργαζόμενο λαό στην πιο ανειρήνευτη πάλη για τη ματαίωση των καθημερινών φασιστικών μέτρων, για το χάλασμα των φασιστικών δικτατορικών σχεδίων των Μεταξά - Σκυλακάκη, εκπρόσωπων της μοναρχίας, της ντόπιας πλουτοκρατίας και των ξένων ληστών. 
Η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ δίνει εντολή σε όλες τις κομματικές καθοδηγήσεις και στο Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής να πάρουν όλα τα μέτρα για την αποφασιστική αντιμετώπιση των εγκληματικών φασιστικών σχεδίων των εχθρών του λαού. 
Για την απόκρουση των φασιστών δολοφόνων του της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, που αντί για ψωμί τού χαρίζουν σφαίρες, ο λαός, σε αδελφική συνεργασία με το στρατό, έχει υποχρέωση και καθήκον, κατά το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα της μαζικής πάλης. 
Κάθε μέσο μαζικής λαϊκής πάλης που χρησιμοποιείται για την υπεράσπιση του ψωμιού, της λευτεριάς, της ζωής και της ειρήνης του λαού ενάντια στην πλουτοκρατική φασιστική ολιγαρχία, είναι νόμιμο, αναγκαίο και επιβεβλημένο».3
Ομως, τα αστικά κόμματα είχαν αποφασίσει να παραδώσουν την εξουσία. 
Και είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι εκείνη η Βουλή ενέκρινε στις 30 Απρίλη ψήφισμα, με το οποίο διέκοπτε τις εργασίες της για πέντε μήνες (!), μέχρι τις 30 Σεπτέμβρη! 
Τις διέκοψε για πολλά χρόνια, αφού στις 4 Αυγούστου 1936 κηρύχτηκε η βασιλομεταξική δικτατορία.
Τα πράγματα εξελίχτηκαν έτσι, που, δίχως καμιά υπερβολή, πρέπει να πούμε ότι 
η τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία του 1936 ήταν δημιούργημα της εγχώριας πλουτοκρατίας (Μποδοσάκης, Κανελλόπουλος κ.ά.), του Παλατιού, του Κόμματος των Φιλελευθέρων και των Εγγλέζων. 
Και, βεβαίως, του Λαϊκού Κόμματος. 
Με άλλα λόγια, 
του συνόλου του αστικού κόσμου και της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία διατηρούσε στην Ελλάδα και ενίσχυε (σχεδόν προνομιακά) μεγάλα οικονομικά, πολιτικά και στρατηγικά συμφέροντα. Ηταν αυτή που είχε το πάνω χέρι από την πλευρά του ξένου παράγοντα, λήστευε το λαϊκό ιδρώτα και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας.
Η όλη προετοιμασία της δικτατορίας αποτελεί την καλύτερη απάντηση σε εκείνους που επικρίνουν το ΚΚΕ, επειδή δεν μπόρεσε να την αποτρέψει! 
Γιατί υπάρχουν και τέτοιοι, που ακόμη και σήμερα ισχυρίζονται ότι το ΚΚΕ θα είχε συμβάλει στην αποτροπή της, αν είχε επιμείνει περισσότερο στη σύμπραξη με αντιφασιστικές δυνάμεις! 
Και μάλιστα υπάρχουν τέτοιοι ισχυρισμοί, όταν, στις 7 Ιούνη 1936, τότε που ο Μεταξάς όρισε υπουργό Εσωτερικών τον υποστηρικτή δικτατορικών λύσεων Θ. Σκυλακάκη και στον Τύπο υπήρχαν δημοσιεύματα για επικείμενη δικτατορία,
 ο Θ. Σοφούλης έλεγε:
«Ο κ. Πρωθυπουργός δεν σκέπτεται τοιούτον τι. Περί αυτού είμαι πεπεισμένος και ο κόσμος πρέπει να ησυχάση και να μη δίδη πίστιν εις τοιαύτας σκοπίμους διαδόσεις».4 
Και τη στιγμή που ο Σοφ. Βενιζέλος διαπραγματευόταν με τον Μεταξά την εγκαθίδρυση δικτατορικής διακυβέρνησης, όπου ο ίδιος θα ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης!
Πρέπει να σημειωθεί το εξής ζήτημα, που αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της 20ετίας που προηγήθηκε της τεταρτοαυγουστιανής δικτατορίας: 
Την επιβολή των στρατιωτικών δικτατορικών «λύσεων» δεν την επιχειρούσαν και πραγματοποιούσαν μόνο οι λεγόμενες δεξιές ή ακροδεξιές δυνάμεις, αλλά και οι φιλελεύθερες. 
Η δικτατορία που εγκαθίδρυσε ο στρατηγός Θεόδ. Πάγκαλος τον Ιούνη του 1925 ήταν δημιούργημα του «κεντρώου» χώρου. Ο ίδιος ο Πάγκαλος είχε πρωτοστατήσει στην εκτέλεση των «6». 
Αλλά και την 1η Μάρτη 1935, το κίνημα στρατιωτικών μονάδων που ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη είχε την καθοδήγηση των Ελευθ. Βενιζέλου και Ν. Πλαστήρα.
Ως προς τις δικτατορικές διαθέσεις και αντιδράσεις των «κεντρώων» πολιτικών κομμάτων είναι χαρακτηριστικό, ανάμεσα σε πολλά άλλα, και το εξής γεγονός: 
Ενώ έβγαιναν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 5ης Μάρτη 1933, 
ο Πλαστήρας είπε στον Βενιζέλο:
«Χάνουμε τας Αθήνας! Θα γίνουν ταραχές, συλλήψεις βενιζελικών, δολοφονίες και Κύριος οίδε τι άλλο! Γι' αυτό εγώ σκέπτομαι να πάω στους συνοικισμούς, να εξεγείρω τους πρόσφυγας και να τους φέρω εις την πόλιν για να ζητήσουν την εγκαθίδρυσιν δικτατορίας.
 Θα κάμουμε ό,τι και στην Ιταλία, που, χάρις στο φασισμό, προοδεύει».5 
Και ο Βενιζέλος του απάντησε:
«Η Ιταλία επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ. 
Εγώ δε νομίζω, αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα, ότι είσαι ικανός να κάμης τον δικτάτορα ως ο Μουσολίνι. Οχι μόνον δεν είσαι ικανός, αλλά δεν έχεις και την πλειάδα, τας εκατοντάδας των εκλεκτών συνεργατών του Μουσολίνι!».
Ο Πλαστήρας, ωστόσο, προχώρησε στο εγχείρημά του, αλλά το πραξικόπημά του απέτυχε...

Παρ' όλα αυτά, και σήμερα που έχουν συμπληρωθεί δύο τρίτα ενός αιώνα, συνεχίζονται να γράφονται ανάλογες επικριτικές απόψεις, όπως η παρακάτω:
«Η στιγμή της αλήθειας για το ΚΚΕ ήρθε με το πραξικόπημα των βενιζελικών αξιωματικών την 1η Μάρτη 1935. 
Η στάση των κομμουνιστών απέναντι στο κίνημα ήταν σαφέστατα εχθρική και όλες οι οργανωμένες δυνάμεις του κομμουνιστικού κινήματος στράφηκαν εναντίον του πραξικοπήματος. 
Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ριζοσπάστης προκάλεσε τεράστια ζημιά στους οπαδούς του Βενιζέλου και του Πλαστήρα δημοσιεύοντας σημαντικές πληροφορίες για την οργάνωση και το χρονοδιάγραμμα του πραξικοπήματος λίγες μέρες πριν αυτό εκραγεί»!7...
Το ΚΚΕ έκανε πολύ σωστά που κατήγγειλε κάθε απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος, απ' όποια πλευρά κι αν προερχόταν.
 Αυτή τη στάση κράτησε και στο αποτυχημένο κίνημα της 1ης Μάρτη 1935. 
Και επικρίθηκε στη συνέχεια, από διάφορες πλευρές, επειδή ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε πληροφορίες για το πραξικόπημα, προτού αυτό εκδηλωθεί! 
Επρεπε, σύμφωνα με τους επικριτές, να το υποστηρίξει επειδή προερχόταν από το «κέντρο» και στρεφόταν κατά της «δεξιάς»!
Στρεφόταν κατά του λαού! Κατά της «δεξιάς» στρεφόταν μόνο στη βάση του ποιος θα διαχειρίζεται την εξουσία. 
Και, βεβαίως, ο καυγάς για τη διαχείριση της εξουσίας ουδέποτε απετέλεσε αντικειμενικό κριτήριο για τις προθέσεις και το φιλολαϊκό χαρακτήρα της πολιτικής κάθε κόμματος.

Επιβεβαιώνεται αυτό από την πολιτική των «κεντρώων» κυβερνήσεων, που συναγωνίστηκαν και πολλές φορές ξεπέρασαν τις «δεξιές» στην επίδειξη αγριότητας κατά του εργατικού και λαϊκού κινήματος και του ΚΚΕ.
 «Και δεν είναι τυχαίο ότι το σύνθημα για τη φυσική εξόντωση των κομμουνιστών το έδωσε ο μεγαλύτερος ηγέτης του ελληνικού αστισμού, ο Βενιζέλος (...). 
Επί κυβερνήσεως Βενιζέλου, μεταξύ 1929 και 1932, έγιναν 11.400 συλλήψεις και 2.130 καταδίκες, ενώ από τις επιτροπές ασφαλείας εκτοπίστηκαν πάνω από 200 άτομα. 
Στο ίδιο διάστημα κακοποιήθηκαν 1.355 άτομα, και 120 φαντάροι πέρασαν τη στρατιωτική τους θητεία στον πειθαρχικό ουλαμό του Καλπακίου. Δύο καταδικάστηκαν σε θάνατο στις 28 Νοεμβρίου 1930. Πρόκειται για τα στελέχη της ΟΚΝΕ Μαρκοβίτη και Πανούση, που η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια ύστερα από τεράστια λαϊκή κινητοποίηση. 
Στην ίδια δίκη καταδικάστηκαν σε ισόβια οι Κ. Γαμβέτας και Δ. Βλαντάς, σε 7 χρόνια φυλακή οι Αδαμόπουλος και Τσακίρης και σε δύο χρόνια ο Κορδέλης».8
Ακόμα: Η κυβέρνηση Βενιζέλου ψήφισε στη Βουλή το Νόμο 4229/1929 «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». 
Ηταν το περιβόητο «Ιδιώνυμο», 
με το οποίο:
«Οστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν, τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον έξι μηνών. Προς τούτοις, επιβάλλεται διά της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός έως δύο ετών, εις τόπον εν αυτή οριζόμενον».
Η τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία κηρύχτηκε στο διάστημα που οι δημοκρατικές ιμπεριαλιστικές χώρες έδιναν τα πάντα στη Γερμανία του Χίτλερ, προσπαθώντας να την στρέψουν κατά της Σοβιετικής Ενωσης. 
Οι χώρες των Βαλκανίων - ιδιαίτερα η Ελλάδα, που είναι και μεσογειακή χώρα - τους ήταν απαραίτητο ελεγχόμενο στήριγμα στα σχέδιά τους.
Ηθελαν ένα λαό αλυσοδεμένο. 
Και βεβαίως η προώθηση του στηρίγματος προϋπέθετε έντονο αντικομμουνισμό και αντισοβιετισμό, παράνομο ΚΚΕ, πλήρως ελεγχόμενα συνδικάτα και Τύπο. 
Αυτή η επιδίωξη και οι εσωτερικές αντιθέσεις της ελληνικής κοινωνίας, με τις οποίες ήταν στενά δεμένη, αποτέλεσαν τους λόγους που επιβλήθηκε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
Με άλλα λόγια, 
η τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία ήταν η πολιτική έκφραση των συμφερόντων της αστικής τάξης στο επίπεδο της διακυβέρνησης. 
Ηταν η αναγκαία δύναμη στήριξης και ενίσχυσης του ελληνικού καπιταλισμού - στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού συστήματος - σε συνθήκες προετοιμασίας του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. 
Αυτά αποδεικνύονται ανάγλυφα τόσο από την εσωτερική όσο και από την εξωτερική πολιτική που εφάρμοσε.
Και ακριβώς επειδή αποτελούσε την πιο ακραία έκφραση του αντικομμουνισμού, ήταν υποχρεωμένη να αντιπαρατάξει μια «νέα» ιδεολογία, η οποία θα αντικαθιστούσε την ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας»,
 που από τα χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Συνθήκης της Λοζάνης είχε συντριβεί και μάλιστα με τον πιο επονείδιστο για την αστική τάξη τρόπο. 
Αυτόν το ρόλο επιδίωξε να παίξει με το μανδύα της ιδεολογίας του «Γ' Ελληνικού Πολιτισμού». Και ενίσχυσε το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του σε τέτοιο βαθμό, που καμιά κοινοβουλευτική δικτατορία δε θα μπορούσε να εξασφαλίσει.
Το γιατί επιβλήθηκε η δικτατορία το έχει πει με δωρική σαφήνεια ο ίδιος ο Μεταξάς:
«Η αδιάκοπος φροντίς διά την στερέωσιν του αστικού καθεστώτος με όλας τας αναγκαίας θυσίας διά το σύνολον της κοινωνίας και ιδίως διά τας ενδεείς τάξεις».9
Βεβαίως, αποτελεί υπερβολή ο παραπάνω ισχυρισμός του Μεταξά, 
αφού η οργάνωση και η συνείδηση της εργατικής τάξης και των φτωχών - λαϊκών στρωμάτων δε βρίσκονταν σε τέτοιο επίπεδο που να κινδυνεύει το αστικό καθεστώς.
 Ωστόσο, υπήρξαν σημαντικά γεγονότα, τα οποία δυσκόλευαν τις κινήσεις και τους χειρισμούς της αστικής τάξης μπροστά στα νέα διεθνή δεδομένα.
 Στα γεγονότα αυτά σημαντική, αν όχι την πρώτη θέση, κατέχουν εκείνα της 9ης Μάη 1936 στη Θεσσαλονίκη, όπου τμήματα του στρατού ενώθηκαν με τους απεργούς καπνεργάτες και άλλους εργάτες και υπήρξαν συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις. 
Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν 9 νεκροί10, 32 βαριά τραυματισμένοι και 250 τραυματισμένοι ελαφρά. 
Στην ουσία, η λαϊκή κινητοποίηση πήρε τέτοιες διαστάσεις, που η Θεσσαλονίκη καταλήφθηκε από τους διαδηλωτές. 
Αλλά και στις 3 Ιούνη 1936 η χωροφυλακή στο Βόλο, προκειμένου να διαλύσει συγκέντρωση των απεργών κλωστοϋφαντουργών, δολοφόνησε έναν και τραυμάτισε εφτά.
Αναφερόμενος τότε ο Θ. Σοφούλης στην επίκληση του κομμουνιστικού κινδύνου, από τη μια τον απέρριπτε ως μη πραγματικό, αλλά ταυτόχρονα έκανε μια ειλικρινή ταξική τοποθέτηση. 
Στο υπόμνημά του προς τον βασιλιά Γεώργιο Β' (Δεκέμβρης 1936) έγραψε:
«Αλλ' εάν ο κ. Πρωθυπουργός είχε στοιχεία, πείθοντα αυτόν, ότι ευρισκόμεθα προ ενός πραγματικού κινδύνου ανατροπής του καθεστώτος, είχε όλην την ευχέρειαν να αποτρέψει τον κίνδυνον διά μόνης της κηρύξεως του στρατιωτικού νόμου, παρεχομένης αναντιρρήτως και υπό της εθνικής αντιπροσωπείας της εγκρίσεως αυτής. Και λέγω αναντιρρήτως, διότι κατά τας συνεδριάσεις της συνταγματικής επιτροπής είχε διατυπωθή η γνώμη, ότι συμφέρει να κατοχυρωθή και υπό του Συντάγματος το πολίτευμα της Χώρας διά παντός μέτρου ασφαλείας κατά του κομμουνισμού, τιθεμένου εν ανάγκη εκτός νόμου».11
Στη σύμπλεξη εσωτερικών και εξωτερικών λόγων που επέβαλαν τη φασιστικού τύπου δικτατορία, μπορεί ίσως κανείς να δώσει μεγαλύτερο βάρος στους εξωτερικούς παράγοντες.
 Οπως έχει σχετικώς υπογραμμιστεί, «εκρίθη, δηλαδή, ότι, ενόψει πολέμου, θα απετέλει υπερβολικήν πολυτέλειαν διά την Ελλάδα η δημοκρατική διακυβέρνησίς της, η οποία, κατά τον Μεταξάν, θα παρημπόδιζε την πολεμικήν προπαρασκευήν12
Αλλά και οι εσωτερικοί δεν είναι αμελητέοι. Γιατί; 
"Η στάσις αυτή των δύο μεγάλων αστικών κομμάτων δεν ήτο ανεξήγητος. Ησθάνοντο, κατά βάθος, ότι ο Μεταξάς είχε δώσει την μόνην δυνατήν λύσιν διά την ένωσιν του αστικού κόσμου. 
Ησθάνοντο ότι το αστικόν καθεστώς, διά να υπερπηδήση την κρίσιν που είχε προκαλέσει ο από του 1916 μέχρι 1936 εμφύλιος πόλεμος, είχε ανάγκην να αναστείλη, επί τι χρονικόν διάστημα, τας δημοκρατικάς ελευθερίας"».13
Η παραπάνω άποψη συμπίπτει με την ερμηνεία που έχουν δώσει και μια σειρά άλλοι Ελληνες συγγραφείς, ως προς τις αιτίες που προκάλεσαν την τόσο οξυμένη (αιματηρή) σύγκρουση ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις (βενιζελικών - αντιβενιζελικών) και που τελικά, όπως υποστηρίζουν, τα πράγματα στη μεταξύ τους σχέση έφτασαν σε τέτοιο σημείο, ώστε, για να μη συνεχιστεί ο καταστροφικός αγώνας αλληλοεξόντωσης, αποδέχτηκαν συναινετικά, ως μόνη λύση, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας. 
Στο πλαίσιο της παραπάνω εκτίμησης έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι η σύγκρουση αυτών των δύο παρατάξεων ήταν σύγκρουση ταξική, επειδή στην αντιπαράθεση έπαιρνε μέρος και η μεγάλη μάζα των μικροαστικών στρωμάτων!
Δεν επρόκειτο για σύγκρουση ταξική.
 Η υποτιθέμενη ταξική σύγκρουση έχει τόση βάση όση έχει και η άποψη που υποστηρίζει ότι, επειδή τα αστικά κόμματα ακολουθούνται από τα μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων είναι κόμματα του λαού! (Εξάλλου και στο Μεσοπόλεμο τα αστικά κόμματα τα ακολουθούσε η πλειοψηφία της εργατικής τάξης).
 Οπως, επίσης, με την άποψη που υποστηρίζει ότι τα μικροαστικά στρώματα αποτελούν κάποια ιδιαίτερη τάξη. 
Γι' αυτό και το σωστό είναι να κάνουμε λόγο για ενδοαστικές αντιθέσεις, που συμπλέκονταν με τις διεθνείς αντιθέσεις του καπιταλισμού.
Αρχικώς πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τις μεταξύ τους αντιθέσεις τα αστικά κόμματα τις πυροδοτούσαν παραπέρα τα ίδια, ώστε, μέσω της τεχνητής πόλωσης, να κρατούν εγκλωβισμένο το λαό.
 Ωστόσο, αυτές οι αντιθέσεις είχαν και αντικειμενική βάση.
Τις οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα στις αστικές πολιτικές δυνάμεις συνέχιζε εκείνα τα χρόνια να πυροδοτεί η συντριβή από την ήττα και η καταστροφή στη Μικρά Ασία, με ό,τι αυτή συνεπαγόταν. 
Η εγκατάσταση στην Ελλάδα ενάμισι εκατομμυρίου ξεριζωμένων από τη Μικρασία, που προστέθηκαν στα υπόλοιπα εκατομμύρια των εγχώριων εξαθλιωμένων λαϊκών μαζών, όξυνε τις αντιθέσεις. 
Και οι δύο βασικές πολιτικές παρατάξεις της αστικής τάξης υπόσχονταν λύση στα προβλήματα, δίχως βεβαίως να την πραγματοποιούν. Ετσι, ο παραπλανημένος αυτός κόσμος στρεφόταν πότε στη μία και πότε στην άλλη παράταξη, που, για να τον εγκλωβίζει σε βάρος της αντίπαλης, κατέφευγε στη δημιουργία κλίματος οξύτητας και δημαγωγίας δίχως φιλολαϊκό περιεχόμενο. 
Βεβαίως, το ίδιο γινόταν και πριν το 1922, όμως σε συνέχεια απέκτησε μεγαλύτερες διαστάσεις. Επιπλέον, η νίλα από την εκστρατεία στη Μικρασία 
είχε οδηγήσει στην εκτέλεση των έξι επιφανών παραγόντων του «Λαϊκού Κόμματος» (Δημήτριος Γούναρης, Γεώργιος Χατζηανέστης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Νικόλαος Στράτος, Γεώργιος Μπαλτατζής, Νικόλαος Θεοτόκης). 
Αυτοί, ναι μεν είχαν μεγάλες ευθύνες για ό,τι συνέβη, αλλά σε τελευταία ανάλυση ήταν τα εξιλαστήρια θύματα της πολιτικής που εφάρμοσαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις («δεξιές» και «κεντρώες»), με ιδεολογικό μανδύα και σημαία τη «Μεγάλη Ιδέα», που κάλυπτε την επιδίωξη της αστικής τάξης να πάρει μεγάλο κομμάτι από την «πίτα» που λεγόταν Τουρκία.
Αυτή η επιδίωξη συνέπεσε καταρχήν με τα συμφέροντα των Αγγλογάλλων να εξασφαλίσουν για λογαριασμό τους τα Στενά και τα πετρέλαια της περιοχής. 
Οταν αυτόν το στόχο μπόρεσαν να τον πραγματοποιήσουν «πουλώντας» την ελληνική αστική τάξη και πηγαίνοντας με την τουρκική, τότε επήλθε η καταστροφή: Στράφηκαν κατά της Ελλάδας...
Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό. 
Και όπως τηλεγραφούσε ο Ελληνας πρεσβευτής στη Ρώμη:
«Οι κυβερνώντες την Ιταλίαν ελπίζουν ότι, ηττωμένης της Γερμανίας, θα επιστή η ώρα του διαμελισμού της Μικράς Ασίας, θα εγκατασταθή δε και η Ιταλία εν αυτή. Υποθέτουν ευλόγως ότι η Ρωσσία, διά των αρμενικών επαρχιών της Τουρκίας, θα κατέλθη εις Μεσόγειον αντίκρυ της Κύπρου. Η Γαλλία θα λάβη την Συρίαν και η Αγγλία την Αραβίαν. Θα απομείνη ικανός διά την Ιταλίαν χώρος προς δυσμάς των ρωσσικών κτήσεων. Μετά δυσφορίας μεγάλης προβλέπουν οι Ιταλοί ότι είναι αδύνατον να μη ληφθή υπ' όψιν η Ελλάς. Επειδή η Σμύρνη και η κοιλάς του Μαιάνδρου είναι περιζήτητοι, δε φαντάζονται οι Ιταλοί ότι θα δοθή εις ημάς. Θα καταβάλουν δ' άλλως πάσαν προσπάθειαν όπως ελάχιστα κληρονομήσωμεν εν Μικρά Ασία».14
Και φυσικά, δεν πρέπει να παραγνωριστεί το γεγονός ότι και η ελληνική αστική τάξη της Μικρασίας, που εκμεταλλευόταν Ελληνες και Τούρκους εργάτες, 
πίεζε για την κατάκτηση της περιοχής από τον ελληνικό στρατό και σε συνέχεια για την προσάρτηση της Μικρασίας από το ελληνικό κράτος (ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, που τελικά σφαγιάστηκε από τους Τούρκους, ήταν από τους πιο ένθερμους κήρυκες της «Μεγάλης Ιδέας»).
Αργότερα, μετά το στρατιωτικό κίνημα του 1935, οι αντιβενιζελικοί εκτέλεσαν τους βενιζελικούς στρατηγούς Παπούλα και Κοιμήση και τον επίλαρχο Βολάνη, γεγονός που έριξε και άλλο λάδι στη φωτιά.

Οι ενδοαστικές αντιθέσεις και οι εκατέρωθεν αιματοχυσίες ήταν καθημερινό φαινόμενο στην εικοσαετία που είχε προηγηθεί του 1936 και είχαν διχάσει το λαό σε δύο αντιμαχόμενες μερίδες (βενιζελικούς - αντιβενιζελικούς), που βρίσκονταν κυριολεκτικά στα μαχαίρια. 
Επρόκειτο για την ενσωμάτωση των λαϊκών δυνάμεων στις δύο βασικές δυνάμεις του αστικού πολιτικού κόσμου, που και τις δύο χαρακτήριζε, όπως ήταν φυσικό, ο αντικομμουνισμός και η επίθεση στα λαϊκά δικαιώματα και στις λαϊκές ελευθερίες. 
Η κατάσταση, από την άποψη της χειραφέτησης τμήματος των λαϊκών δυνάμεων, άρχισε, σ' ένα μικρό βαθμό, ν' αλλάζει μετά την έλευση στην Ελλάδα των προσφύγων της Μικρασίας. 
Και αυτό, μόνο όταν οι υποσχέσεις των βενιζελικών κυβερνήσεων, που είχαν πάρει τους πρόσφυγες υπό την ...προστασία τους, ότι θα λύσουν τα προβλήματά τους, άρχισαν να εξανεμίζονται και ορισμένοι κατάλαβαν τον εμπαιγμό.
Η όξυνση των ενδοαστικών αντιπαραθέσεων είχε ως βάση την πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, που σε μια φάση της συνέπεσε με το γεγονός ότι η διαμόρφωση των ορίων του ελληνικού κράτους, που κατέληξε να αποκρυσταλλωθούν οριστικά με τη Συνθήκη της Λοζάνης, πραγματοποιούνταν, όταν οι αντιθέσεις ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες οδηγούσαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και η Ελλάδα βρισκόταν ήδη ενσωματωμένη στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, συμμετέχοντας στη συνέχεια και στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. 
Και που στη διάρκειά του η βενιζελική παράταξη πήρε το μέρος της Αντάντ (Γαλλία κ.ά.), ενώ τότε τα Ανάκτορα ήθελαν η Ελλάδα ν' ακολουθήσει την πλευρά της Γερμανίας, μέσω της «ουδετερότητας». 
Το παραπάνω θέμα κατανοείται καλύτερα, αν το δει κανείς σε συνδυασμό με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που συντελούνταν εκείνα τα χρόνια, αλλά και με την αντίστοιχη προσπάθεια της τουρκικής αστικής τάξης να ανατρέψει το φεουδαρχικό οικοδόμημα και να έρθει αυτή στην εξουσία. 
Αρα και με το γεγονός ότι και την Τουρκία οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες προσπαθούσαν (η καθεμιά για λογαριασμό της) να την προσεταιριστούν, αξιοποιώντας και τα αστικά κινήματα που έφεραν τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 
Το ίδιο, βεβαίως, συνέβαινε με τις αναδυόμενες αστικές τάξεις άλλων βαλκανικών χωρών, που επιδίωκαν κι αυτές τη διαμόρφωση του δικού τους εθνικού χώρου. 
Αυτό ακριβώς τις έφερνε, μεταξύ τους και την καθεμιά χωριστά, σε σύγκρουση με άλλες.

Βεβαίως, σημαντικό ρόλο έπαιζε ο λαϊκός παράγοντας. 
Ο εμπαιγμός που υφίστατο ο λαός είχε οδηγήσει σε μαχητικές διεκδικήσεις, ενώ είχε προωθηθεί και η συνδικαλιστική οργάνωση της εργατικής τάξης, αλλά και της φτωχής αγροτιάς.
 Ιδιαίτερα, όμως, είχε δημιουργηθεί το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (1918 - ΣΕΚΕ), που το 1924, στο 3ο έκτακτο Συνέδριό του, μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς). 
Κατά συνέπεια, η ανάγκη του ελληνικού καπιταλισμού να αναπτυχθεί, προχωρούσε μέσα σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων και μιας ορισμένης ανάπτυξης της ταξικής πάλης, που συμπλέκονταν με τις διεθνείς αντιθέσεις του καπιταλισμού, καθώς και με την υποδεέστερη θέση που είχε η Ελλάδα στο καπιταλιστικό σύστημα, που βεβαίως περιλάμβανε και το χαρακτηριστικό της εξάρτησής της από μεγάλες καπιταλιστικές χώρες.

Στο θέμα της όξυνσης που πήραν οι αντιθέσεις, πρέπει να υπογραμμιστεί και ο ρόλος της μοναρχίας. 
Η μοναρχία εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα μερικά χρόνια μετά το τέλος της επανάστασης του 1821 και η εμφύτευσή της ήταν προϊόν της σύμπραξης των ελληνικών κυβερνήσεων, του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και ξένων κυβερνήσεων, με στόχο να αποτελέσει έναν ισχυρό μοχλό κατά των λαϊκών δυνάμεων, που διεκδικούσαν ελευθερίες και δικαιώματα, που ήθελαν δηλαδή η επανάσταση του 1821 ν' αποκτήσει μεγαλύτερο βάθος ως προς τα αποτελέσματά της (μοίρασμα της γης στο λαό κ.ά.). 
Η μοναρχία έπαιξε από τότε και σε συνέχεια τον κατασταλτικό ρόλο της, συνέβαλε στην ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Στα χρόνια της 4ης Αυγούστου, που η μοναρχία απετέλεσε τον έναν πυλώνα της, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου προχώρησε με γρήγορους ρυθμούς, ενώ ενισχύθηκε ο παρεμβατικός ρόλος του κράτους στην οικονομία, καθώς και η στενότερη σύνδεση του βιομηχανικού με το τραπεζικό κεφάλαιο, όπως έχουν αποδείξει οικονομικοί μελετητές αυτής της περιόδου.
Ταυτόχρονα, η μοναρχία προσπαθούσε να ενισχύει τα πολιτικοστρατιωτικά της στηρίγματα και να διαμορφώνει επιρροή και μηχανισμούς που θα αναβαθμίζουν το δικό της ρόλο. 
Αυτό την έφερνε σε σύγκρουση με τμήματα του κοινοβουλευτικού αστικού πολιτικού κόσμου. Οξυνε τις υπάρχουσες αντιθέσεις. (Μήπως δεν έγινε κάτι παρόμοιο και στη μεταπολεμική Ελλάδα, ιδιαίτερα στα χρόνια 1963 - 1967, κάτω βεβαίως από αλλαγμένες, αλλά σε πολλά παρόμοιες, καπιταλιστικές συνθήκες;).
Από την άλλη, στην όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων στην Ελλάδα συνέβαλε και η νέα διεθνής κατάσταση, 
το γεγονός, δηλαδή, ότι τα σύννεφα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου είχαν αρχίσει προ πολλού να συσσωρεύονται, ως αποτέλεσμα των αντιθέσεων του ιμπεριαλιστικού κόσμου. 
Ετσι, το Κόμμα των Φιλελευθέρων (Βενιζέλος) προσανατολιζόταν προς την Ιταλία του Μουσολίνι, άλλες μερίδες της αστικής τάξης (π.χ. η εφημερίδα «Εστία») προς τη Γερμανία και άλλες (π.χ. Λαμπράκης) παρέμεναν σταθερά με το μέρος της Μ. Βρετανίας. 
(Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι ο Ελευθ. Βενιζέλος αντιτάχτηκε στο Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934, όταν έγινε γνωστό το μυστικό πρωτόκολλο που το συνόδευε και το οποίο υποχρέωνε τις 4 χώρες που το υπέγραψαν - Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία-Τουρκία-Ρουμανία - να αποκρούσουν από κοινού και με τα όπλα ενδεχόμενη επίθεση από την πλευρά της Ιταλίας και της Γερμανίας!). 
Ταυτόχρονα, είχε πραγματοποιηθεί και νικήσει η μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση και η Σοβιετική Ενωση ήταν μια πραγματικότητα παγκόσμιας σημασίας και ρόλου.

Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, καθώς και τα όσα ακολούθησαν αμέσως μετά, είναι από εκείνα που αποδεικνύουν ανάγλυφα πόσο οι αντιθέσεις ανάμεσα στις αστικές δυνάμεις είναι ασήμαντες για τα λαϊκά συμφέροντα.
 Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδή (1909) οι κυβερνήσεις Βενιζέλου πήραν μέτρα εκσυγχρονισμού του καπιταλιστικού συστήματος, μέτρα εδραίωσης και ισχυροποίησής του.
 Το κοινοβουλευτικό σύστημα απαλλάχτηκε από τις απαρχαιωμένες δομές του, θεσπίστηκε η Εργατική Νομοθεσία και αναγνωρίστηκε νομικά ο συνδικαλισμός, ένα μέρος της γης μοιράστηκε σε ακτήμονες, ενώ προχώρησαν η φορολογική και η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
 Παράλληλα, ισχυροποιήθηκαν οι ένοπλες δυνάμεις και επεκτάθηκαν τα ελληνικά σύνορα με νικηφόρους πολέμους. 
Για τις μεταρρυθμίσεις αυτές - και άλλες - γράφτηκε πολύ σωστά:
«Βέβαιον είναι ότι η φιλεργατική εκείνη πρόνοια απέτρεψε την απειλήν βίαιων εξεγέρσεων και επροστάτευσε την αστικήν τάξιν ασφαλέστερον από κάθε αστυνομικήν ή στρατιωτικήν εκ των υστέρων περιφρούρησιν».15
Βέβαιο είναι, επίσης, ότι από ένα χρονικό σημείο και έπειτα τα όρια αυτής της πολιτικής των Φιλελευθέρων είχαν εξαντληθεί (τέλη της δεκαετίας του '20). 
Μειώθηκαν κατά πολύ οι διαφορές τους ως προς τη διαχείριση του καπιταλιστικού συστήματος. Κι όμως, αυτές οι ασήμαντες για το λαό διαφορές (π.χ. δεξιών - κεντρώων κομμάτων, τότε βενιζελικών - αντιβενιζελικών) κυριάρχησαν για πολλές δεκαετίες, κρύβοντας τις πραγματικές κοινωνικές αντιθέσεις. 
Το ότι αυτές οι αντιθέσεις ήταν για το λαό ασήμαντες, το αποδεικνύει και ο ενθουσιασμός του Ελευθέριου Βενιζέλου για την υπουργοποίηση του Ι. Μεταξά:
«Στις 7 Μαρτίου συνέχαιρε τον Σοφούλη για την εκλογή του ως προέδρου (με τις ψήφους του Παλλαϊκού Μετώπου) της Βουλής, "ήτις εν συνδυασμώ προς την αντικατάστασιν του υπουργού Στρατιωτικών (σ.σ.: του Παπάγου από τον Μεταξά), παρουσιάζει ευτυχή εξέλιξιν αποκαταστάσεως ομαλού πολιτικού βίου"»16!!! 
Και στις 9 Μάρτη 1936 ο Βενιζέλος έγραφε στον Λουκά Ρούφο:
«Δεν είναι ανάγκη να σου είπω πόσο ζωηρά είναι η χαρά μου, διότι ο Βασιλεύς απεφάσισε να πατάξει επί τέλους τας διηνεκείς επεμβάσεις των στρατιωτικών παραγόντων, απομακρύνας από την κυβέρνησιν, μετά την τελευταίαν αυθάδειάν των, τους Παπάγον και Πλατήν και αναθέσας το υπουργείον των Στρατιωτικών εις τον Μεταξάν. Με την ενέργειάν του αυτήν ο Βασιλεύς ανέκτησε πλήρως ακέραιον το κύρος του, τόσον απαραίτητον διά την αποκατάστασιν της ψυχικής ενότητος του Ελληνικού Λαού και την οριστικήν επάνοδον της χώρας εις κανονικόν πολιτικόν βίον. Από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ: Ζήτω ο Βασιλεύς!»17!!!
Ο αντιλαϊκός φιλοδικτατορικός ρόλος των αστικών κομμάτων δε σταμάτησε στην παράδοση της εξουσίας στον Μεταξά και στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας. Συνεχίστηκε και μετά την 4η Αυγούστου. 
Η «αντίδρασή» τους περιοριζόταν να κάνουν διαβήματα στο βασιλιά και να του ζητούν να πάρει πρωτοβουλίες κατά της δικτατορίας! 
Και ένα μήνα αργότερα, τα αστικά πολιτικά κόμματα έκαναν συμφωνία στο πρόγραμμα που θα εφάρμοζαν, εφόσον καλούνταν να διαδεχτούν τη δικτατορία! 
Τη συμφωνία υπέγραψαν όλοι οι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων (στο μεταξύ χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες βρίσκονταν στις φυλακές, στις εξορίες, στην παρανομία)!
 Σε ποιες αρχές στηρίχτηκε το πρόγραμμα των αστικών κομμάτων; Διαβάζουμε:
«Βασιλεύς, Βουλή, Κυβέρνησις: Ο Βασιλεύς θα έχει το δικαίωμα διαλύσεως της Βουλής και της αρνησικυρίας των νόμων. Ο Βασιλεύς θα είχεν αποφασιστικήν γνώμην διά την σύνθεσιν των ενόπλων δυνάμεων.
Αμυνα κατά της βίας: Ο κομμουνισμός και ο φασισμός θα ετίθεντο εκτός νόμου.
Κοινωνική ειρήνη: Προς παγίωσιν της κοινωνικής ειρήνης και προστασίαν της οικουμενικής ευημερίας, θα απηγορεύοντο η απεργία και το "λοκ-άουτ" και θα καθιερούτο η υποχρεωτική διαιτησία».18
Πολύ αργότερα άρχισαν να οργανώνουν ομάδες αντιδικτατορικής δράσης, «αλλά απέκλειαν την δυναμικήν ανατροπήν της δικτατορίας»19
(Μοναδική εξαίρεση υπήρξε το ένοπλο κίνημα της Κρήτης, το καλοκαίρι - τέλη Ιούνη - του 1938, που απέτυχε, αφού χτυπήθηκε με τη συγκατάθεση και του βασιλιά, στον οποίον οι επικεφαλής του κινήματος είχαν απευθυνθεί, για να συμβάλει στην ανατροπή της κυβέρνησης Μεταξά!).
Παραπομπές:
1. Σπύρου Λιναρδάτου, «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», σελ. 201, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
2. Σπύρου Λιναρδάτου, «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», σελ. 219, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
3. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 4, σελ. 390, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
4. Γρηγορίου Δαφνή, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τόμ. Β', σελ. 430, εκδ. «Ικαρος».
5. Γρηγορίου Δαφνή, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τόμ. Β' , σελ. 183, εκδ. «Ικαρος».
6. Ο.π., σελ. 183.
7. ΙΣΤΟΡΙΚΑ «Ελευθεροτυπίας», 3 Αυγούστου 2000, σελ. 19.
8. Αγγέλου Ελεφάντη, «Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης», σελ. 281, εκδ. «Θεμέλιο».
9. Σπύρου Λιναρδάτου, «4η Αυγούστου», σελ. 112, εκδ. «Θεμέλιο».
10. Πηγές της εποχής ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών σε πάνω από 20 (βλ. Εκκληση της Εργατικής Βοήθειας της Ελλάδος): Γιώργη Πικρού, «Οι ρίζες του λαϊκού μας κινήματος». 1912 - 1936, σελ. 224, τόμ. 9, εκδ. Καρανάσης.
11. Κομνηνού Πυρομάγλου, «Ο Γεώργιος Καρτάλης και η εποχή του», τόμ. Α', σελ. 107, εκδ. «Ιστορική Ερευνα», 1965.
12. Γρηγορίου Δαφνή, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τόμ. Β', σελ. 423, εκδ. «Ικαρος».
13. Ο.π., σελ. 467.
14. Τηλεγράφημα ελληνικής πρεσβείας Ρώμης, της 14/27 Δεκέμβρη 1914. Αρχεία υπουργείου Εξωτερικών, από Γεωργίου Βεντήρη, «Η Ελλάς του 1910 - 1920», σελ. 267 - 268, εκδ. «Ικαρος».
15. Γεωργίου Βεντήρη, «Η Ελλάς του 1910 - 1920», σελ. 81, εκδ. «Ικαρος».
16. Σπύρου Λιναρδάτου, «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», σελ. 194, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
17. Σπ. Λιναρδάτου, «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», σελ. 194 - 195, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
18. Γρηγορίου Δαφνή, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τόμ. Β', σελ. 441, εκδ. «Ικαρος».
19. Ο.π., σελ. 443.