100 ΧΡΟΝΙΑ - ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ ΚΚΕ
Η ταξική εκμετάλλευση στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου
22/6/1923: Πώς ζουν οι εργάτες στην Εδεσσα
(...) Εις το εργοστάσιον νηματουργείων Τσίτη και Σια που ασχολούνται περισσότεροι από 200 εργάτριες και εργάτες τα μεροκάματα κυμαίνονται από 2,50 μέχρι 15 δραχμές!
Τα ίδια και στο νηματουργείο του Λάππα και Σια και στο κανναβουργείο «Εδεσσα».
Οι εργάτες γυναίκες ως επί το πλείστον δουλεύουν περισσότερο από 12 ώρες χωρίς καμμιά ανάπαυση. Το μεσημέρι δεν σχολνούν γιατί δεν τους επιτρέπεται. Σηκώνονται οι μισοί, τρώνε όπως όπως στο πόδι (...) για να επαναλάβουν τις εργασίες τους να αντικαταστήσουν τους άλλους μισούς. Κορίτσια 15-18 χρονών δέρνονται απ' τους εργοστασιάρχες και άνδρες που δουλεύουν 15 χρόνια μέσα στο ίδιο εργοστάσιο παίρνουν μόνο 17 δραχμές!!
Δε σταματούν όμως εδώ η απανθρωπιά και η εκμετάλλευση της πλουτοκρατικής κλίκας της Εδέσσης. Οι εργοστασιάρχες δεν θέλουν να πληρώσουν ούτε αυτά τα 3 φράγκα στις γυναίκες και (...) κουβάλησαν πρόσφυγες - όλο γυναίκες - τις οποίες βάζουνε να δουλεύουν δωρεάν σχεδόν!! (...)
Κατ' αυτό τον τρόπο δημιούργησε και δημιουργεί η ελληνική εργοδοτική τάξη τα κέρδη της. (...)
Ευτυχώς αν και κάπως αργά οι εργάτες Εδέσσης ένοιωσαν ότι έπρεπε να αντισταθούν οι ίδιοι με την οργάνωσή τους στην απληστεία αυτή των εργοστασιαρχών. Την Πανεργατική Εδέσσης πολύ γλήγορα την έκαναν μια αρκετά δυνατή οργάνωση και μέρα με την ημέρα τη δυναμώνουν περισσότερο.
22/6/1929: Πώς εργάζονται οι εργάτες στο εργοστάσιο Βιό
Το εργοστάσιο Βιό απασχολεί 160 έως 180 εργάτες. Από τις 6 το πρωί ως τις 6 το βράδυ δουλεύουν σαν σκλάβοι, άλλοι κάτω από τον ήλιο και άλλοι πάνω από τη φωτιά, χωρίς να διακόψουν καθόλου παρά μόνο το μεσημέρι για δυο ώρες, δηλαδή δουλεύουν 10ωρο.
Παίρνουμε ένα - ένα τα τμήματα:
Στο μηχανουργείο που έχει 25 τόρνους εργάζονται 25 εργάτες ηλικίας 14-22 ετών. Για ένα μεροκάματο από 25-60 δρχ. μεταβάλλουν το σίδερο σε μηχάνημα, που το πουλά το εργοστάσιο για 25-30 χιλιάδες δρχ. Αν κανείς κάνει να καθήσει, να ξεκουρασθεί λιγάκι, αμέσως τρέχει ο εργοδηγός στο κεφάλι του πάνω έτοιμος να του κόψει πρόστιμο.
Στο εφαρμοστήριο εργάζονται πάνω κάτω 50 εργάτες 14-20 ετών από 10 ώρες κι αυτοί, αλλά όχι με το ίδιο μεροκάματο. Οι μισοί παίρνουν 15-30 δραχμές, οι δε υπόλοιποι, οι λεγόμενοι μαθητευόμενοι, εργάζονται χωρίς πληρωμή επί 6 μήνες. (...)
Αυτά τα δύο ήταν τα πιο καλύτερα τμήματα του εργοστασίου. Τώρα ας δούμε και το χυτήριο. 30 εργάτες δουλεύουν μέσα στον μολυσμένον αέρα από τις αναθυμιάσεις των διαφόρων μετάλλων, μέσα στην υγρασία και στο βρεγμένο χώμα και ώρα την ώρα κινδυνεύουν να καούν ή να χάσουν τα μάτια τους, γιατί τα γυαλιά που τους δίνει το εργοστάσιο δεν είνε από κρύσταλλο παρά από απλό γυαλί. Παίρνουνε 30-70 δραχμές. (...)
Οταν αρρωστήσει κανένας εργάτης και δεν ειδοποιήσει - έστω κι αν δεν έχει κανένα να στείλει - του κόβουν πρόστιμο τρεις ώρες για την πρώτη μέρα, για τη δεύτερη μέρα 6 ώρες και την τρίτη μέρα διώχνεται έστω κι αν φέρει πιστοποιητικό γιατρού. (...)
Στο μηχανουργείο που έχει 25 τόρνους εργάζονται 25 εργάτες ηλικίας 14-22 ετών. Για ένα μεροκάματο από 25-60 δρχ. μεταβάλλουν το σίδερο σε μηχάνημα, που το πουλά το εργοστάσιο για 25-30 χιλιάδες δρχ. Αν κανείς κάνει να καθήσει, να ξεκουρασθεί λιγάκι, αμέσως τρέχει ο εργοδηγός στο κεφάλι του πάνω έτοιμος να του κόψει πρόστιμο.
Στο εφαρμοστήριο εργάζονται πάνω κάτω 50 εργάτες 14-20 ετών από 10 ώρες κι αυτοί, αλλά όχι με το ίδιο μεροκάματο. Οι μισοί παίρνουν 15-30 δραχμές, οι δε υπόλοιποι, οι λεγόμενοι μαθητευόμενοι, εργάζονται χωρίς πληρωμή επί 6 μήνες. (...)
Αυτά τα δύο ήταν τα πιο καλύτερα τμήματα του εργοστασίου. Τώρα ας δούμε και το χυτήριο. 30 εργάτες δουλεύουν μέσα στον μολυσμένον αέρα από τις αναθυμιάσεις των διαφόρων μετάλλων, μέσα στην υγρασία και στο βρεγμένο χώμα και ώρα την ώρα κινδυνεύουν να καούν ή να χάσουν τα μάτια τους, γιατί τα γυαλιά που τους δίνει το εργοστάσιο δεν είνε από κρύσταλλο παρά από απλό γυαλί. Παίρνουνε 30-70 δραχμές. (...)
Οταν αρρωστήσει κανένας εργάτης και δεν ειδοποιήσει - έστω κι αν δεν έχει κανένα να στείλει - του κόβουν πρόστιμο τρεις ώρες για την πρώτη μέρα, για τη δεύτερη μέρα 6 ώρες και την τρίτη μέρα διώχνεται έστω κι αν φέρει πιστοποιητικό γιατρού. (...)
22/6/1930: Η ζωή των εργατών μεταλλωρύχων της Κύπρου
Στο Ξερό της Κύπρου δουλεύουν 3.500 εργάτες στα μεταλλεία της «Αμέρικαν Κόμπανυ», που βγάζει χώμα για σίδερο. Φτάσαμε στο Ξερό για να φορτώσουμε το βαπόρι (...) και να το πάμε στην Αμβέρσα. (...) οι σκλάβοι της εταιρείας παίρνουν μόλις 2 ½ σελλίνια για 12 ώρες δουλειά.
Μετά 3/4 της ώρας ήρθαν μαούνες με χώμα και εργάτες για να το ξεφορτώσουν. Οι εργάτες διασκορπίστηκαν στο καράβι και στη μαούνα και άρχισε η φόρτωση. Η κατάστασή τους ήταν άθλια. Γυμνοί, ξυπόλυτοι, με ρούχα κουρελιασμένα, άλλοι μόνο μ' ένα ξερό μακρύ πουκάμισο για να σκεπάζει τη γύμνια τους, 5-6 απ' αυτούς είχαν μια κουβέρτα, για κρεββάτι και σκέπασμα, να κοιμηθούν πάνω στο καράβι για να ξαναπιάσουν στις 12 δουλειά. Οι άλλοι δεν είχαν τίποτα. Για φαγητό είχαν λίγο ψωμί μαζύ τους και μερικά φρέσκα κουκιά. (...)
Θυμηθήκαμε τότε πώς δουλεύουν οι εργάτες στις σκάλες της Σοβιετικής Ενωσης, Οντέσα κ.λπ.
Δουλεύουν 7 ώρες και 4,5 ρούβλια μεροκάματο συνεχώς βρέχει, χιονίζει, με ταμεία ανεργίας, συντάξεως, αλληλοβοήθεια κτλ. (...)
Προχωρήσαμε ύστερα προς τις μίνες. Προς τη Σκουριώτισα, που βρίσκουνται και γαλαρίες συναντήσαμεν έναν άλλον εργάτη τρακτέρ - σωφέρ που κουβαλούσε βαγόνια από τις γαλαρίες. Ονομαζόταν Χρ. Διομήδης, δουλεύει 12 ώρες και παίρνει 3 σελλίνια και 6 πέννες και τον απειλούν να τον διώξουν επειδή έχει την τόλμη να διαμαρτύρεται και να λέγει ότι αυτά δεν τον φτάνουν (...)
Η καντίνα αποτελεί άλλη πληγή για τους εργάτες. Εκεί μέσα πουλιούνται όλα, από φαγητό ως τα ρούχα. Ολοι όσοι δουλεύουν στην εταιρεία είναι υποχρεωμένοι να ψωνίζουν από την εκμεταλλευτική αυτή επιχείρηση, άλλως διώχνονται (...)
Από κοινωνικές ασφάλειες, χειρότερα. Εχουν δυο γιατρούς εγγλέζους που πρώτα - πρώτα σαν αλλόγλωσσοι δεν μπορούν να συνεννοηθούν με τους ασθενείς (...). Οταν αρρωστήσουν οι εργάτες, τους κόβεται το μεροκάματο (...)
Προχωρήσαμε ύστερα προς τις μίνες. Προς τη Σκουριώτισα, που βρίσκουνται και γαλαρίες συναντήσαμεν έναν άλλον εργάτη τρακτέρ - σωφέρ που κουβαλούσε βαγόνια από τις γαλαρίες. Ονομαζόταν Χρ. Διομήδης, δουλεύει 12 ώρες και παίρνει 3 σελλίνια και 6 πέννες και τον απειλούν να τον διώξουν επειδή έχει την τόλμη να διαμαρτύρεται και να λέγει ότι αυτά δεν τον φτάνουν (...)
Η καντίνα αποτελεί άλλη πληγή για τους εργάτες. Εκεί μέσα πουλιούνται όλα, από φαγητό ως τα ρούχα. Ολοι όσοι δουλεύουν στην εταιρεία είναι υποχρεωμένοι να ψωνίζουν από την εκμεταλλευτική αυτή επιχείρηση, άλλως διώχνονται (...)
Από κοινωνικές ασφάλειες, χειρότερα. Εχουν δυο γιατρούς εγγλέζους που πρώτα - πρώτα σαν αλλόγλωσσοι δεν μπορούν να συνεννοηθούν με τους ασθενείς (...). Οταν αρρωστήσουν οι εργάτες, τους κόβεται το μεροκάματο (...)
* * *
Τα παραπάνω, γραμμένα από εργάτες ανταποκριτές, δίνουν μια γεύση από όσα βίωνε η εργατική τάξη 90 περίπου χρόνια πριν. Η καπιταλιστική ανάπτυξη του Μεσοπολέμου στηρίχτηκε στην αιματηρή εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Οι ώρες εργασίας κυμαίνονταν από 12 έως 16 ημερησίως. Τα μεροκάματα ήταν 4 έως 5,5 δραχμές για τους άντρες, 2,5 έως 3 δραχμές για τις γυναίκες και 0,5 έως 1 δραχμή για τους ανηλίκους, ενώ επαρκούσαν για να καλύψουν μόλις το 40% των αναγκών της εργατικής οικογένειας.
ΥΓ. Ειλικρινά δεν ξέρουμε αν οι παραπάνω ανταποκρίσεις που δημοσιεύτηκαν στον «Ριζοσπάστη» κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου θα αποτελέσουν... έμπνευση για τον ΣΕΒ και τον Κ. Χατζηδάκη για ακόμα περισσότερο «εκσυγχρονισμό» της εργατικής και συνδικαλιστικής νομοθεσίας. Η απάντηση θα δοθεί, όπως και τότε, με το δυνάμωμα της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων, την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, την πάλη για την κατάργηση της μισθωτής σκλαβιάς.
Βλ. περισσότερα:
«Δοκίμιο Ιστορίας 1918 - 1939», τόμ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 74 - 76.