Πόσο εύκολα πραγματικά ανακατασκευάζονται ολόκληρες περίοδοι της ανθρώπινης ιστορίας! Το μόνο που χρειάζεται κανείς είναι 5-6 προφορικές μαρτυρίες, ένας «ειδικός» για να προσδώσει επιστημονικό κύρος στο περιεχόμενό τους και η δύναμη της εικόνας. Δυστυχώς όμως, για άλλη μια φορά, η ουσία βρίσκεται θαμμένη πίσω από την επιφάνεια της ψεύτικης «πραγματικότητας», όπως αυτή περίτεχνα παρουσιάστηκε μέσα από την εκπομπή «Φάκελοι» στις 2 Ιανουαρίου 2007. Και επειδή ο μέσος τηλεθεατής δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πολλά από τα πώς και τα γιατί της Ιστορίας, πέρα από εκείνα που «διδάσκεται» στα σχολεία και στα τηλεοπτικά παράθυρα, θα ήταν ίσως χρήσιμο να θέσουμε στην κρίση του ορισμένες πλευρές του ζητήματος που η «αντικειμενικότητα» των «Φακέλων» - ή, καλύτερα, η έλλειψη αυτής - του στέρησε εξ αρχής.
Ας ξεκινήσουμε από τον «ειδικό», τον Ιβάν Τζούχα, στην έρευνα του οποίου στηρίχτηκε η εκπομπή. Στους «Φακέλους» παρουσιάστηκε ως απόγονος θύματος του Στάλιν και επί χρόνια ερευνητής των «σταλινικών διώξεων», ειδικότερα αναφορικά με τους Ελληνες. Αυτό που παρέλειψαν να μας πληροφορήσουν ήταν η πολιτική του ιδιότητα: Ηγετικό πολιτικό στέλεχος της Περιφέρειας Βόλογκντα του κόμματος «Ενωση Δεξιών Δυνάμεων» (CΠC). Το κόμμα αυτό παρουσιάζεται από τα μεγάλα διεθνή αστικά συγκροτήματα ενημέρωσης (όπως το BBC ή το «Economist») ως ο κύριος υπέρμαχος του «δυτικού τύπου καπιταλισμού» στη Ρωσία σήμερα, ως το «κόμμα των μεγάλων επιχειρήσεων» (χαρακτηρισμός του περιοδικού «Time»), το οποίο προωθεί το αμερικανικό μοντέλο «δημοκρατίας».
Ενα από τα ηγετικά πρόσωπα του κόμματος αυτού είναι ο Anatoly Chubais, ο οποίος υπήρξε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιέλτσιν στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και κύριος υπεύθυνος για τις ιδιωτικοποιήσεις που οδήγησαν στην άνοδο της λεγόμενης «ρωσικής ολιγαρχίας». Μέχρι πρόσφατα, υπήρξε υπεύθυνος του κρατικού μονοπωλίου ενέργειας (ΡΑΟ)1.
Και αφού προσδιορίσαμε το ιδεολογικοπολιτικό υπόβαθρο πίσω από την προσπάθεια στοιχειοθέτησης της «γενοκτονίας των Ελλήνων επί Στάλιν», ας εξετάσουμε το περιεχόμενο και τη μεθοδολογία με την οποία πραγματοποιήθηκε.
Επιλεκτική χρήση προσωπικών βιωμάτων
Ολη η εκπομπή περιστράφηκε κυρίως γύρω από έξι μαρτυρίες: δύο ατόμων που υπέστησαν διώξεις οι ίδιοι και τεσσάρων συγγενών. Το ζήτημα εδώ δεν είναι η εγκυρότητα ή μη των μαρτυριών (αν και το γεγονός ότι χαρακτήριζαν όλους τους υπόλοιπους έγκλειστους στα γκούλαγκ ως εγκληματίες - με σιγουριά για την ενοχή τους - και ταυτόχρονα θεωρούσαν τα συγγενικά τους πρόσωπα ως θύματα σκευωρίας, οδηγεί αναπόφευκτα σε έναν εύλογο προβληματισμό)... Το πρόβλημα έγκειται στην επιλεκτική χρήση προσωπικών βιωμάτων ως μεθόδου προσέγγισης της ιστορικής πραγματικότητας.
Υπάρχει πληθώρα προφορικών και γραπτών μαρτυριών σε Αρχεία, στο ρωσόφωνο Τύπο στην Ελλάδα, κλπ., εύκολα προσβάσιμων στον ερευνητή, που αντικρούουν κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς της εκπομπής περί διώξεων με εθνικό χαρακτήρα, αλλά και γύρω από την κατάσταση στη Σοβιετική Ενωση, γενικότερα.2 Ωστόσο, τέτοιες βιωματικές καταθέσεις δεν ταίριαζαν φαίνεται στην εικόνα που επιχειρήθηκε να κατασκευαστεί, επομένως έστω και τα στοιχειώδη στάνταρ αντικειμενικότητας στο ρεπορτάζ παραμερίστηκαν προς επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος.
Αλλά, ακόμα και αν κάτι τέτοιο πραγματοποιούνταν, χάριν διατήρησης των προσχημάτων, δε θα ήταν αρκετό για να στηριχτεί επιστημονικά η εκπομπή. Η αντικειμενική αλήθεια, όπως αυτή έχει ήδη ερευνηθεί και καταγραφεί από πολλές αρχειακές μελέτες, θα έπρεπε αναμφίβολα να αποτελεί τη βάση οποιασδήποτε παρόμοιας προσέγγισης. Το μοναδικό αρχειακό ντοκουμέντο που προσκομίστηκε στο πλαίσιο των «Φακέλων» ήταν η διαταγή για την εξάρθρωση ενός δικτύου σαμποτέρ ανάμεσα στους Ελληνες. Πανομοιότυπες εντολές είχαν βέβαια συνταχθεί για όλες τις πληθυσμιακές ομάδες της ΕΣΣΔ. Και όμως, ο παρουσιαστής της εκπομπής αποφάσισε πως η διαταγή αφορούσε την «εξόντωση των Ελλήνων» ως εθνότητας, ανάγοντας αυθαίρετα τον προσανατολισμό των διώξεων που περιλάμβανε πολύ συγκεκριμένα μια μερίδα ανθρώπων - ανεξαρτήτως εθνικότητας - διωκόμενων για συγκεκριμένες πράξεις, στο σύνολο μιας εθνικής μειονότητας.
Τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία γύρω από τις διώξεις του 1937-1939, καθώς και σχετικά με τα συστήματα γκούλαγκ, βάσει των Κρατικών Αρχείων της ΕΣΣΔ, έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο ακαδημαϊκής έρευνας και είναι γνωστά από το 1993 (δημοσιεύτηκαν στο «American Historical Review», τεύχος 4 Οκτωβρίου, καθώς και στο «L' Historie» του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Ερευνας της Γαλλίας). Βάσει αυτών, οι Αμερικανοί συντάκτες της έρευνας κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η λεγόμενη «περίοδος της τρομοκρατίας» (αναφέρονται στην περίοδο 1936-1940) «στόχευε κυρίως στις ελίτ παρά στις εθνικές ομάδες αυτές καθαυτές». Επηρέασε, δηλαδή, μέλη εθνοτήτων, τα οποία ανήκαν στη διοικητική και οικονομική ελίτ (και τα οποία αντιμετώπιζαν κατηγορίες διαφθοράς, κατάχρησης εξουσίας, κλπ.), λόγω της θέσης που κατείχαν και όχι εξαιτίας της καταγωγής τους. Ιδιαίτερα για «τους λαούς του Καυκάσου», τα αρχειακά ευρήματα αποδεικνύουν πως «αντιπροσωπεύονταν σε μικρότερο ποσοστό στο σύστημα GULAG από ό,τι τους αναλογούσε στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας: ως εθνικές ομάδες επηρεάστηκαν λιγότερο συγκριτικά κατά το 1937-1938».3
Οι παραπάνω διαπιστώσεις είναι πολύ σημαντικές γιατί αποτελούν μια «πρώτη ανάγνωση» - έστω και από αστούς ακαδημαϊκούς - του γενικότερου πλαισίου, μέσα στο οποίο διαδραματίστηκαν όσα έλαβαν χώρα εκείνη την περίοδο: Ενα στοιχείο που παραλείπεται παντελώς από τους «Φακέλους» και δεν είναι άλλο από εκείνο της ταξικής πάλης, η οποία οξυνόταν ολοένα και περισσότερο, καθώς προχωρούσε η διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και διαφαινόταν πλέον ορατή στον ορίζοντα η απειλή του πολέμου. Στην ταξική αυτή πάλη, πήραν μέρος και οι Σοβιετικοί πολίτες ελληνικής καταγωγής, των οποίων η συνδρομή στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας (πολιτική, κοινωνία, γράμματα, τέχνες, επιστήμες) σπάνια αναδεικνύεται, παρουσιάζοντάς τους πάντα σαν κάτι το «ξένο». Τίποτε δε θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από την αλήθεια.
Αντιπαραβολή με τα αρχειακά δεδομένα
Μια αντιπαραβολή ορισμένων στοιχείων που αναφέρθηκαν στην εκπομπή με τα αρχειακά δεδομένα του ρωσικού, καθώς και του ελληνικού κράτους θα ήταν ίσως ιδιαίτερα χρήσιμη στη διαπίστωση του μεγέθους της ιστορικής διαστρέβλωσης που επιχειρείται:
Στην εκπομπή έγινε παραλληλισμός των γκούλαγκ με τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αναφέροντας πως λίγοι επέζησαν, ενώ ήταν πολλοί εκείνοι οι οποίοι με την αποφυλάκισή τους αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα επανένταξης στην κοινωνία όντας εξόριστοι πάνω από 20 χρόνια. Τα αρχειακά ντοκουμέντα, ωστόσο, διαγράφουν μια τελείως διαφορετική εικόνα. Πρώτα απ' όλα, το ποσοστό θνησιμότητας στα γκούλαγκ, αν και ποικίλλει, μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά πως στην αρχή της περιόδου του λεγόμενου «μεγάλου τρόμου» ήταν 3,1% (1937), ενώ στα τέλη άγγιξε το 3,8% (1939). Το 1952-1953 ήταν 0,6 και 0,3%, αντίστοιχα. Κάθε χρόνο αποφυλακιζόταν ένα 20-40% των εγκλείστων. Μάλιστα, από εκείνους που στάλθηκαν στα γκούλαγκ το 1937 - το φερόμενο ως χειρότερο έτος των διώξεων - το 44,4% αποφυλακίστηκε σε διάστημα λιγότερο του ενός χρόνου. Σχετικά με τη διάρκεια των ποινών, αρκεί να αναφέρουμε πως το 1939 μόλις το 0,1% των περιπτώσεων αφορούσαν κάθειρξη άνω των 10 ετών (το 4% αφορούσε κάθειρξη από 5 έως 10 έτη και το 95,9% μέχρι 5 έτη).4
Ειδικότερα για τους Ελληνες, ειπώθηκε στην εκπομπή πως την περίοδο 1937-1939 εκτελέστηκαν πάνω από 20.000, ενώ 15.000 συνελήφθησαν μόνο τις 3 πρώτες ημέρες του Δεκέμβρη του 1937. Τι παραθέτουν σχετικά τα Αρχεία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών; Σε σχετικό «Ονομαστικό κατάλογο φυλακισθέντων Ελλήνων εν Σοβιετική Ρωσία» αναφέρεται πως έως το 1939 είχαν συλληφθεί 2.177 άτομα, εκ των οποίων μόνον οι 86 αντιμετώπιζαν κατηγορίες επί παραβάσει του άρθρου 58 του Ποινικού Κώδικα (δηλαδή για αντικαθεστωτική δράση, αντικομμουνιστική προπαγάνδα, αντικατασκοπία, κλπ.). Επιπλέον, ένας μεγάλος αριθμός εξ αυτών που συνελήφθησαν την περίοδο 1937-1939 αφέθηκαν ελεύθεροι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με σχετική έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας στη Μόσχα, μόνο κατά το έτος 1938-1939 αποφυλακίστηκαν πάνω από 755 άτομα: Αριθμός που εκτιμάται πολύ μεγαλύτερος από την ίδια την Πρεσβεία λόγω έλλειψης συνολικής εικόνας.5
Οι ιστορικές ανακρίβειες και διαστρεβλώσεις που παρουσιάστηκαν στους «Φακέλους» ως «ιστορικές αλήθειες» είναι πολλές και δυστυχώς δεν είναι δυνατό να τις εξετάσουμε όλες με την πρέπουσα προσοχή στο πλαίσιο αυτού του σύντομου άρθρου. Τελειώνοντας, ας αναφέρουμε ορισμένες «διαπιστώσεις», που έγιναν στο τέλος της εκπομπής. Ειπώθηκε λοιπόν, μεταξύ άλλων, πως ο υπόλοιπος πληθυσμός της ΕΣΣΔ κυριολεκτικά δεν είχε πάρει χαμπάρι τού τι γινόταν στα γκούλαγκ - αν και υποτίθεται πως σχεδόν κάθε οικογένεια είχε και από ένα θύμα! Οι Σοβιετικοί πολίτες πίστεψαν ότι ήταν ο πιο ευτυχισμένος λαός του κόσμου επειδή τους το είπε ο Στάλιν! Πως πολλοί - παρά τις διώξεις - θα διατηρούσαν τις «ψευδαισθήσεις» τους μέχρι το τέλος!
Ηταν ο σοβιετικός λαός τόσο ευκολόπιστος; Πώς στάθηκε τόσο απαθής και δεκτικός σε ένα τέτοιο φοβερό κύμα τρομοκρατίας, ένας λαός επαναστάτης, ο οποίος απέδειξε ξανά και ξανά μέσα στον 20ό αιώνα ότι δεν αποδεχόταν την τυραννία, ντόπια ή ξένη; Ακόμα και η στοιχειώδης λογική ενίσταται στον παραλογισμό τέτοιων υποθέσεων. Η Ιστορία λοιπόν ξαναγράφεται σε τηλεοπτικό χρόνο και το 2007 φαίνεται πως ξεκίνησε «δυναμικά» από πλευράς εκείνων που επιχειρούν σήμερα να αναθεωρήσουν τη μνήμη των λαών...
Σημειώσεις:
2. Βλέπε, για παράδειγμα, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, συνεντεύξεις Ρ17, 18, 19, 20, 30, 47, 81, γραπτές μαρτυρίες Ελληνοποντίων της ΕΣΣΔ στον Αθηναϊκό Κούριερ 5-12/11/2004, 11-18/2/2005, 15-22/4/2005, τον Αθηναϊκό Τύπο, 8/12/2004, 9/1/2005, Ομόνοια 26/4/2005, κ.α.
3. Getty J. A., Rittersporn G. Τ., Zemskov V. N. (1993) «Victims of the Soviet Penal System in the pre-war Years: A First Approach on the Basis of Archival Evidence», στο «American Historical Review», τόμος 98, τεύχος 4 Οκτωβρίου, σελ.1.028-1.029.
4. Οπως πριν, σελ.1.017-1.049.
5. Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Φάκελος 43 (1940), Πρεσβεία της Μόσχας προς το Υπουργείο Εξωτερικών «Περί κατηγοριών κατά φυλακισθέντων, 24 και 31 Μάρτη 1939, Φάκελος 143/Β και «Ονομαστικός κατάλογος φυλακισθέντων Ελλήνων εν Σοβιετική Ρωσία», Φάκελος Β/3/Ρ, Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (τα δύο τελευταία παρατίθενται στο Τσαλαχούρης Κ. «Ο Ελληνισμός της Σοβιετικής Ενωσης», Αθήνα: «Νέα Σύνορα - Α. Α. Λιβάνης», σελ.223-252).