Ο,τι θετικό πέτυχαν οι εργαζόμενοι το κατέκτησαν με την πάλη τους, με όλες τις μορφές, με σκληρούς και αιματηρούς αγώνες.
Τους αγώνες όμως πρέπει να τους κρίνουμε με βάση το συσχετισμό στην Ελλάδα και διεθνώς, που είναι αρνητικός.
Στις κινητοποιήσεις που έγιναν το προηγούμενο διάστημα η μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης δεν πήρε μέρος.
Παρ' όλα αυτά, αυτοί οι αγώνες είχαν τα αποτελέσματά τους: καθυστέρησαν τα μέτρα και δεν τα νομιμοποίησαν στη συνείδηση μεγάλου μέρους των εργατών.
Το πιο σημαντικό είναι ότι σε κάθε κλάδο είναι συγκροτημένο ένα σημαντικό κομμάτι με ταξική αντίληψη και με οργάνωση, δοκιμασμένο στους αγώνες και μπορεί σήμερα να επιδράσει γενικότερα.
Μιλάμε ανοιχτά στους εργάτες: για να έχεις αποτελέσματα, οι αγώνες χρειάζονται κι άλλα πράγματα.
Πρέπει να στρέφονται ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, στην εργοδοσία και στα κόμματά της.
Χρειάζεται να ανασυνταχθεί το εργατικό κίνημα, να οργανωθεί η εργατική τάξη μέσα στους μεγάλους χώρους δουλειάς και τους κλάδους,
να αλλάξουν οι συσχετισμοί με την ενίσχυση των ταξικών δυνάμεων».
-Σύγκρουση με τα ιδεολογήματα της εργοδοσίας
«Θέλω ένα σχόλιο από το Κόμμα για το κλίμα της ηττοπάθειας που χαρακτηρίζει μεγάλο κομμάτι του λαού. Πού οφείλεται ο φόβος που υπάρχει για να απεργήσουν οι εργάτες;», ρώτησε άλλος εργαζόμενος δίνοντας τροφή στη συζήτηση.
«Μην τα εξηγούμε όλα με το φόβο, αν και υπάρχει λόγω της μεγάλης ανεργίας, της τρομοκρατίας στους χώρους δουλειάς κ.λπ.», παρατήρησε ο Γ. Μερεντίτης και σημείωσε με παραδείγματα ότι το πιο σημαντικό είναι η επίδραση των αστικών αντιλήψεων στους εργάτες:
«Συζητώντας με τους εργάτες διαπιστώνουμε ότι πιστεύουν σε αυτά που τους λέει η αστική τάξη με τη σοβαρή ιδεολογική παρέμβαση που κάνει.
Π.χ. οι εργάτες την ίδια στιγμή που "σιχτιρίζουν" την ΕΕ, λένε ότι είναι μονόδρομος,
πιστεύουν στο στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης,
υιοθετούν το ιδεολόγημα ότι με την ανάκαμψη θα μεγαλώσει η πίτα και θα πάρουν κι αυτοί "κάτι".
Πόσοι εργάτες, ιδιαίτερα στην περίοδο της κρίσης, δεν έχουν ασπαστεί τους στόχους της "ανταγωνιστικότητας";
Είναι χαρακτηριστικό ότι μέρες απεργίας, καλώντας σε συγκεκριμένο εργοστάσιο τους εργάτες να απεργήσουν,
μας ρωτούσαν
αν πήγαμε και στο εργοστάσιο του ανταγωνιστή του αφεντικού τους, για να διαπιστώσουν αν θα "ζημιωθεί" ο "αντίπαλος"...
Οι εργάτες επηρεάζονται από αυτά που λέει ο επιχειρηματίας, ότι αν πηγαίνει καλά η επιχείρηση θα έχουν κι αυτοί δουλειά.
Επομένως,
είναι απαραίτητη η καλή συζήτηση με τους εργαζόμενους.
Να καταλάβουν ότι υπάρχει και άλλος τρόπος παραγωγής, που δεν γίνεται με το κριτήριο το κέρδος,
αλλά τις κοινωνικές ανάγκες.
Οτι αυτός ο δρόμος περνάει από την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη.
Ο φόβος λοιπόν έχει να κάνει και με την άγνοια, γιατί αυτός που γνωρίζει δεν φοβάται, είναι αποφασισμένος να συγκρουστεί, όπως οι κομμουνιστές.
Οταν ο εργάτης πειστεί για το δίκιο του, τότε θα ορθώσει το ανάστημά του».
Σχετική με το παραπάνω ερώτημα ήταν η τοποθέτηση μέλους του Κόμματος για την ανάγκη έντασης αυτής της συζήτησης, με παραδείγματα από την Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος:
«Συζητώντας για τους αγώνες του τελευταίου διαστήματος πολλές φορές εύκολα λέμε ότι οι εργάτες δεν κατεβαίνουν στις απεργίες επειδή βαριούνται και προτιμούν να κάτσουν σπίτι...
Ομως δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Βάζοντας το ερώτημα σε εργαζόμενους της Ζώνης
"τι περιμένουν να αλλάξει για να έχουν δουλειά",
οι απαντήσεις που παίρνουμε είναι ότι λύση είναι να πειστούν οι εφοπλιστές για να φέρνουν τα καράβια τους στο Πέραμα.
Οσο σκέφτεται έτσι ο εργαζόμενος, δικαιολογεί τις φοροαπαλλαγές στους καπιταλιστές για το κυνήγι της ανταγωνιστικότητας.
Μάλιστα, όταν έρθει στη Βουλή ο νόμος που θα τον κάνει πιο φτηνό, δεν πρόκειται να βγει στο δρόμο, αντίθετα θα πιστέψει ότι έτσι θα έχει δουλειά.
Η πραγματικότητα είναι ότι π.χ. με το μνημόνιο συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας, οι Ελληνες εφοπλιστές παίρνουν ναυτιλιακές γραμμές - θησαυρό για την τσέπη τους, υπό τον όρο τα καράβια τους να επισκευάζονται στην Τουρκία.
Επομένως, στο Πέραμα ακόμα και τζάμπα να δουλεύουν οι μεταλλεργάτες,
ο εφοπλιστής δεν θα φέρει το καράβι, αφού η συμφωνία του προσφέρει ως αντάλλαγμα κέρδη με τις γραμμές.
Αρα οι εργαζόμενοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι τα καράβια δεν πρέπει να τα έχουν οι εφοπλιστές, αλλά οι εργάτες, μαζί με τα ναυπηγεία και τα άλλα εργοστάσια.
Ετσι, με κεντρικό σχεδιασμό θα πηγαίνουν ασφαλή καράβια σε όλα τα νησιά
και δεν θα εξαρτώνται οι συγκοινωνίες από τα κέρδη των εφοπλιστών.
Αν δεν μπολιαστεί με αυτή τη σκέψη ο εργάτης, όχι μόνο δεν θα παλεύει, αλλά θα βάζει και εμπόδια στον αγώνα στο όνομα της "ανάπτυξης της χώρας"».
«Η όξυνση των προβλημάτων δεν φτάνει για να ξεσηκωθούν οι εργάτες», υπογράμμισε στο κλείσιμο ο Γ. Μερεντίτης και συμπλήρωσε:
«Ακόμα κι αν ξεσηκωθούν,
με αγώνες χωρίς προσανατολισμό στη σωστή κατεύθυνση,
η αστική τάξη έχει τη δυνατότητα να πλάσει τη λαϊκή πάλη για να την ξεφουσκώσει ή να τη στρέψει εκεί που θέλει.
Γι' αυτό χρειάζεται ο ιδεολογικός αγώνας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι διαπιστώνουμε πως μεγάλη μάζα εργατών θεωρεί εχθρό της την κυβέρνηση
και όχι τον εργοδότη.
Βλέπει αντίστροφα την πραγματικότητα και θεωρεί
ότι εργάτης και εργοδότης πλήττονται και οι δυο από την κυβέρνηση.
Δεν καταλαβαίνει ότι η κυβέρνηση είναι του εργοδότη, νομοθετεί για τα συμφέροντά του, επομένως και οι δύο είναι εχθροί του.
Εχει λοιπόν μεγάλη σημασία ταυτόχρονα με τις προσπάθειες οργάνωσης της πάλης να οργανώνεται και η ιδεολογική παρέμβαση στους χώρους δουλειάς.
Επομένως, η γραμμή του εργατικού κινήματος πρέπει να χτυπάει την κερδοφορία,
την ανταγωνιστικότητα,
την καπιταλιστική ανάπτυξη κ.λπ.
για να στριμώξει το κράτος,
την κυβέρνηση
και την εργοδοσία,
για να διεκδικήσει λύσεις ακόμα και σε επιμέρους ζητήματα».