Εργασιακές και κοινωνικές κατακτήσεις στην ΕΣΣΔ
Με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού τον 20ό αιώνα, εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως της εργασίας, της δωρεάν ιατρικής περίθαλψης και Παιδείας, της παροχής φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, της κατοικίας, της πρόσβασης στις πνευματικές και πολιτιστικές αξίες, έγιναν κτήμα των προλεταρίων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στη Σοβιετική Ενωση.
Και όλα αυτά χάρις στις ενδογενείς δυνατότητες ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας.
Ολα τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα η εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα σε σχέση με τους όρους της ζωής τους στον καπιταλισμό, επειδή ή παραμένουν άλυτα ή αφαιρούνται από τους κεφαλαιοκράτες, ήταν άγνωστα στο σοσιαλισμό, αφού αποτελούσε πρώτιστο ζήτημα, θεμελιώδη νόμο της συγκεκριμένης κοινωνίας, που ήταν η κάλυψη των ολοένα αυξανόμενων αναγκών των ανθρώπων.
Μια ιστορική αναδρομή στις κατακτήσεις των ανθρώπων του μόχθου στην ΕΣΣΔ, αποκαλύπτει τα πλεονεκτήματα και την ανωτερότητα, για τους άμεσους παραγωγούς του πλούτου, του σοσιαλισμού.
Ο χρόνος εργασίας
Ο ημερήσιος εργάσιμος χρόνος ήταν σταθερός. Οι «Αρχές της νομοθεσίας της ΕΣΣΔ και των Ενωσιακών Δημοκρατιών για την εργασία» προέβλεπαν ότι η διάρκεια του εργάσιμου χρόνου των εργατοϋπαλλήλων στις επιχειρήσεις, τα ιδρύματα και οργανώσεις, δεν μπορεί να ξεπερνά τις 41 ώρες τη βδομάδα. Μειωμένη διάρκεια του εργάσιμου χρόνου είχε καθιερωθεί για τους δασκάλους, τους γιατρούς και μερικές άλλες ειδικότητες. Για τη νυχτερινή εργασία (από τις 10 το βράδυ έως τις 6 το πρωί) η διάρκεια της δουλιάς ήταν μειωμένη κατά μία ώρα. Η καθιερωμένη μέση διάρκεια της εργάσιμης βδομάδας των ενήλικων εργατών στη βιομηχανία έφτασε τις 40,7 ώρες το 1976, από 47,8 ώρες το 1955 (58,5 ώρες το 1913) (στοιχεία έως το 1976).
Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν μέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Η εργάσιμη βδομάδα στη Σοβιετική Ενωση ήταν μια από τις μικρότερες στον κόσμο. Αλλαξε και το περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου. Για την αξιοποίησή του, η λαϊκή εξουσία είχε δημιουργήσει και τις ανάλογες προϋποθέσεις, όπως αναπαυτήρια, δίκτυο πολιτιστικών, ενημερωτικών και υγειονομικών ιδρυμάτων.
Καθολική δημόσια υποχρεωτική Κοινωνική Ασφάλιση
Η Κοινωνική Ασφάλιση, προεπαναστατικά στη Ρωσία κάλυπτε μόνο 2 από τα 11 εκατομμύρια των ατόμων της μισθωτής εργασίας. Οι βασικές συνδρομές, μάλιστα, στο Ταμείο των κοινωνικών ασφαλίσεων γίνονταν από τους ίδιους τους εργάτες (κατά τα 3/5).
Στην ΕΣΣΔ, πριν την ανατροπή του σοσιαλισμού, η Κοινωνική Ασφάλιση (που κάλυπτε όλους τους εργαζόμενους και τα μέλη των οικογενειών τους) ήταν καθολική, χωρίς εισφορές από το μισθό των εργαζομένων. Οι εισφορές προέρχονταν από τα κονδύλια των επιχειρήσεων, ιδρυμάτων και κολχόζ και τον κρατικό προϋπολογισμό.
Υπήρχαν οι συντάξεις για γηρατειά, για αναπηρία, και λόγω απώλειας του προστάτη της οικογένειας. Το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση, λόγω γηρατειών, για τους άνδρες ήταν τα 60 χρόνια, για τις γυναίκες τα 55 χρόνια. Οι εργάτες και υπάλληλοι που απασχολούνταν σε βαριές και ανθυγιεινές εργασίες, έπαιρναν σύνταξη στα 50 χρόνια ηλικίας οι άνδρες και στα 45 οι γυναίκες. Συμπληρωματικά ευεργετήματα, τόσο ως προς την ηλικία όσο και ως προς τα χρόνια υπηρεσίας, παρέχονταν κατά τη συνταξιοδότηση των γυναικών που γέννησαν από 5 παιδιά και πάνω και τα μεγάλωσαν ως τα 8 τους χρόνια.
Υγιεινή και Ασφάλεια
Η προστασία της δουλιάς, όπως και η προστασία του περιβάλλοντος, συγκαταλέγονταν στα προβλήματα, όπου τα οικονομικά ζητήματα διαπλέκονται στενά με τα ζητήματα της κοινωνικής πολιτικής. Μόνο το πρώτο μισό της δεκαετίας του '80, μειώθηκαν κατά 20% τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες. Αν οι συνδικαλιστικές επιτροπές των επιχειρήσεων είχαν δικαίωμα να προβάλλουν «βέτο» στις αποφάσεις της διεύθυνσης για απολύσεις, η επιθεώρηση κάθε κλαδικού συνδικάτου δικαιούνταν να αναστείλει τη λειτουργία τμήματος ή ακόμα και εργοστασίου, όπου δεν τηρούνταν οι κανονισμοί της ασφάλειας και προστασίας της δουλιάς. (Στοιχεία από την μπροσούρα για τα 70χρονα της σοβιετικής εξουσίας).
Ιδιαίτερη φροντίδα
για την εργαζόμενη γυναίκα
και το παιδί
Η σοσιαλιστική εξουσία έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση της καταπίεσης της γυναίκας. Το σοβιετικό κράτος πάντοτε θεωρούσε σαν ένα από τα βασικά του καθήκοντα την προστασία της μητέρας και του παιδιού και την εξασφάλιση στη γυναίκα εκείνων των συνθηκών, που θα της επιτρέπουν να συνδυάζει την παραγωγική και κοινωνική δραστηριότητα, με τη μητρότητα και την ανατροφή των παιδιών της.
Η εργατική νομοθεσία προέβλεπε την εξασφάλιση της εργασίας των γυναικών, ιδιαίτερα στην περίοδο της εγκυμοσύνης. Οι έγκυες απαλλάσσονταν από τις υπερωρίες και τη νυχτερινή εργασία και μετατίθονταν σε πιο ελαφριές δουλιές.
Στη γυναίκα χορηγούνταν πληρωμένη άδεια εγκυμοσύνης και τοκετού για 112 ημέρες (56 ημέρες πριν και 56 μετά τον τοκετό). Σε περίπτωση που κάποια γεννούσε δύο ή και περισσότερα παιδιά, ή σε περίπτωση επιπλοκών στον τοκετό, η άδεια μετά τον τοκετό αυξανόταν έως 70 μέρες. Ο κρατικός προϋπολογισμός προέβλεπε κονδύλια, που το ύψος τους συνεχώς αυξανόταν, για την καταβολή επιδόματος στις μητέρες για τη θεραπεία των παιδιών.
Το 1975, σε σύγκριση με το 1940, είχαν αυξηθεί κατά 14 φορές, ενώ τα έξοδα για τη φροντίδα των παιδιών στα βρεφοκομεία, στους παιδικούς σταθμούς, στις κατασκηνώσεις και σε άλλα ιδρύματα εξωσχολικής απασχόλησης είχαν αυξηθεί περισσότερο από 13 φορές.
Στην προεπαναστατική Ρωσία υπήρχαν 7.500 κλίνες για τις έγκυες και τις λεχώνες, ενώ το 1913 μόνο το 5% των παιδιών γεννιόνταν σε νοσοκομείο. Η βοήθεια στις επιτόκους παρεχόταν κυρίως από τις πρακτικές μαμές. Στα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας, οργανώθηκε δίκτυο ιατρείων για την παρακολούθηση των γυναικών στα μαιευτήρια και τα γυναικολογικά τμήματα των νοσοκομείων. Παρόμοιο δίκτυο λειτουργούσε στα χωριά και στα κολχόζ. Το πρόβλημα της εξασφάλισης νοσοκομειακής περίθαλψης κατά τον τοκετό για όλες τις γυναίκες είχε λυθεί ολοκληρωτικά.
Σχετικά με τη βοήθεια για την ανατροφή των παιδιών: Στην προεπαναστατική Ρωσία, ουσιαστικά, δεν υπήρχε τέτοια βοήθεια. Μόνο το 20% των εργαζόμενων γυναικών μπορούσαν να υπολογίζουν, για παράδειγμα, σε κάποιο επίδομα εγκυμοσύνης. Οσο για την έννοια «παιδικά προσχολικά ιδρύματα», ήταν σχεδόν άγνωστη. Το 1914, σε ολόκληρη την τεράστια ρωσική αυτοκρατορία υπήρχαν μόνον 150 παιδικοί σταθμοί.
Το 1987 πάνω από 16 εκατομμύρια Σοβιετικά παιδιά πήγαιναν σε 140 χιλιάδες παιδικούς σταθμούς. Το κράτος κάλυπτε τα 4/5 των εξόδων συντήρησής τους: Το ποσόν που πλήρωναν οι γονείς δεν κάλυπτε ούτε καν το κόστος διατροφής των παιδιών, ενώ ορισμένες οικογένειες - οι πολύτεκνες ή με χαμηλά εισοδήματα - απαλλάσσονταν από κάθε πληρωμή. Τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 3 χρόνων δικαιούνταν δωρεάν φάρμακα.
Στην προεπαναστατική Ρωσία, υπήρχαν 9 γυναικεία και παιδικά ιατρεία. Από τα 100 νεογέννητα παιδιά, τα 27 πέθαιναν προτού κλείσουν ένα χρόνο, ενώ τα μισά δεν έφθαναν ούτε τα 5 τους χρόνια. Το 1987, στην ΕΣΣΔ λειτουργούσε το κρατικό σύστημα προστασίας της μητέρας και του παιδιού, στο οποίο εντάσσονταν, ανάμεσα στ' άλλα, πάνω από 28 χιλιάδες γυναικεία ιατρεία και παιδικές πολυκλινικές.
Η οργάνωση της φροντίδας για τις έγκυες, περιλάμβανε στενή παρακολούθησή τους με εξετάσεις και ιατρικές συμβουλές και εξασφάλιση ειδικής ιατρικής βοήθειας κατά και μετά τον τοκετό, με αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η θνησιμότητα των μητέρων και των βρεφών. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της φροντίδας ήταν η αύξηση του αριθμού των μαιευτήρων και των γυναικολόγων, των παιδικών πολυκλινικών, του αριθμού των κλινών για τις έγκυες, τις λεχώνες και για εκείνες που πάσχουν από γυναικολογικές παθήσεις, καθώς και των ιατρείων που παρακολουθούν τις γυναίκες.
Το Σοβιετικό Κράτος έδειχνε ιδιαίτερη φροντίδα για την υγεία και την ανατροφή των παιδιών. Την προστασία της υγείας των παιδιών αναλάμβαναν τα ιδρύματα για τη θεραπεία και την πρόληψη παιδικών ασθενειών, τα νοσοκομεία παίδων, πολυκλινικές, παιδικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων, σανατόρια, βρεφικοί και παιδικοί σταθμοί, τμήματα σχολικής υγιεινής, υγειονομικοί σταθμοί κ.ά. Ο αριθμός των παιδιών σε μόνιμα παιδικά ιδρύματα αυξήθηκε, από 5.400 προεπαναστατικά, σε 11.523.000 το 1975, δηλαδή πάνω από 2.000 φορές. Βασικό ρόλο στην ιατρική περίθαλψη των παιδιών έπαιζαν οι παιδικές πολυκλινικές και τα εξωτερικά ιατρεία. Για πρώτη φορά στον κόσμο, καθιερώθηκε η γενική ιατρική παρακολούθηση των παιδιών από παιδιάτρους και μόνιμες νοσοκόμες.
Κρατικό υγειονομικό σύστημα
Το δωρεάν για όλους σύστημα υγείας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του σοσιαλισμού. Γίνεται ακόμα πιο σημαντικό, αν πάρουμε υπόψη την κατάσταση που επικρατούσε στον τομέα προστασίας της υγείας στην προεπαναστατική Ρωσία. Τότε σε ολόκληρη τη χώρα υπήρχαν μόνον 20 χιλ. γιατροί. Στη Σοβιετική Ενωση, το 1987 υπήρχαν πάνω από 1,1 εκατομμύριο (ή το ένα τέταρτο όλων των γιατρών του κόσμου).
Στο 2ο πρόγραμμα του ΡΚΚ (μπολσεβίκοι), που ψηφίστηκε στο 8ο Συνέδριο το 1919, θέτει ως πρωταρχικά καθήκοντα την εξυγίανση των κατοικημένων χώρων, την προστασία του εδάφους, του νερού και του αέρα, την υγειονομική προστασία των εστιατορίων, τη δημιουργία υγειονομικής νομοθεσίας κτλ.
Η μέση διάρκεια ζωής στην τσαρική Ρωσία ήταν 32 χρόνια. Μετά την επανάσταση, στα μέσα της δεκαετίας του '20, ανέβηκε μέχρι τα 44 χρόνια, και το 1987 έφτασε τα 69 χρόνια, δηλαδή στο επίπεδο των άλλων αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Ασφαλώς, και σ' αυτές τις χώρες, μεγάλωσε η διάρκεια ζωής τις δεκαετίες που πέρασαν, ήταν όμως διαφορετικός ο «δρόμος» που διανύθηκε από αυτές: Οι θάνατοι στην τσαρική Ρωσία ήταν διπλάσιοι από το τότε επίπεδο της Αγγλίας και των ΗΠΑ. Και αν από τότε (σημείο υπολογισμού το 1913, που προηγήθηκε της έναρξης του Α` Παγκόσμιου Πολέμου) το επίπεδο των θανάτων στις ΗΠΑ μειώθηκε κατά 1,5 φορά και στην Αγγλία 1,2 φορά, στην ΕΣΣΔ μειώθηκε 3 φορές. Αναφορικά με τους θανάτους στο χώρο των παιδιών, στην ΕΣΣΔ μειώθηκαν 10 φορές.
Ιδιαίτερα δύσκολη ήταν αρχικά η λύση του προβλήματος της υγείας στις πρώην περιφέρειες της τσαρικής Ρωσίας, όπου προεπαναστατικά δεν υπήρχε ουσιαστικά ιατρική περίθαλψη. Για παράδειγμα, ότι στο έδαφος του σημερινού Τατζικιστάν με ένα εκατομμύριο περίπου πληθυσμό, υπήρχαν 13 γιατροί (το 1987, 11,1 χιλιάδες) και στην Κιργιζία 15 (το 1987, 12,3 χιλιάδες). Από το 1965 έως το 1985, τα έξοδα του κράτους για την προστασία της υγείας και τη φυσική αγωγή είχαν αυξηθεί στην ΕΣΣΔ κατά 2,5 φορές κατά άτομο. Στα σοβιετικά νοσοκομεία, τα φάρμακα δίνονταν δωρεάν, όπως και στα παιδιά που θηλάζουν και σε περιπτώσεις ορισμένων παθήσεων (όπως είναι ο διαβήτης, π.χ.).
Σοσιαλισμός και μόρφωση
«Τόσο άγρια χώρα, όπου να λεηλατούνται η εκπαίδευση, η μόρφωση και οι γνώσεις από τις λαϊκές μάζες, δεν έμεινε πια καμία στην Ευρώπη, εκτός από τη Ρωσία». Ετσι περιγράφει ο Λένιν το 1913 την κατάσταση της Παιδείας στην προεπαναστατική Ρωσία. Περιγραφή, που θα ταίριαζε δυστυχώς και σήμερα και για τη σημερινή Ρωσία, όπως και για όλη την Ευρώπη πλέον, μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού στις ανατολικές χώρες.
Ο μαζικός αναλφαβητισμός ήταν η «κληρονομιά» που άφησε η προεπαναστατική Ρωσία στη Σοβιετική Ενωση. Τρεις στους τέσσερις δεν ήξεραν γραφή και ανάγνωση. Πολλές εθνότητες δεν είχαν δική τους γραφή, ενώ περίπου τα 4/5 των παιδιών και των εφήβων δεν μπορούσαν να φοιτήσουν ούτε στα δημοτικά σχολεία. Ολες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης και ειδικά οι ανώτερες και οι ανώτατες ήταν σχεδόν αποκλειστικό προνόμιο των πλουσίων. Χαρακτηριστικά είναι τα ποσοστά των εγγράμματων στους Κιργίζιους (0,6%), στους Τουρκμένιους (0,7%), στους Ουζμπέκους (1,6%) και τους Καζάχους (2%).
Μετά την επανάσταση εφαρμόστηκε πολιτική γενικής, δωρεάν, υποχρεωτικής Παιδείας και για όλους. Στο 8ο Συνέδριο του ΡΚΚ (μπολσεβίκοι) το 1919, τέθηκε η πολιτική βάση της πανεξόρμησης για τη λαϊκή Παιδεία: Δημιουργία νέας σοσιαλιστικής λαϊκής Παιδείας και μετατροπή του σχολείου, από όπλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης, σε όπλο για τον κομμουνιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Στα τέλη του 1917 με αρχές του 1918, αυξήθηκε απότομα ο μηνιαίος μισθός των δασκάλων.
Η σημασία που έδιναν οι κομμουνιστές, και ιδιαίτερα ο Λένιν, για την Παιδεία του λαού αναδεικνύεται και από την επιστολή του Λένιν προς τον Στάλιν για τη μείωση του εξοπλιστικού προγράμματος του στόλου, προκειμένου να ενισχυθεί ο προϋπολογισμός του υπουργείου Παιδείας. Ολα αυτά, ενώ μαινόταν η ιμπεριαλιστική επίθεση κατά του νεοσύστατου σοβιετικού κράτους. Ανοίγουν παντού σχολεία για ενήλικες και κέντρα εξάλειψη της αγραμματοσύνης. Εκδίδονται σε μεγάλα τιράζ και στις μητρικές γλώσσες αλφαβητάρια και εκπαιδευτικά βιβλία. Στον αγώνα με την αγραμματοσύνη συμμετείχαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, δάσκαλοι, φοιτητές, υπάλληλοι, μορφωμένοι εργάτες και αγρότες. Εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες κάθονταν στα θρανία τα βράδια μετά τη δουλιά.
Ηδη, το 1928, είχαν μάθει γράμματα 7 εκατομμύρια περίπου ενήλικες. Από το 1920 έως το 1940, έμαθαν γράμματα 60 εκατομμύρια ενήλικες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 1939, οι εγγράμματοι ηλικίας 9-49 ετών αποτελούσαν το 87,4%. Το 1959, η αγραμματοσύνη είχε νικηθεί ολοκληρωτικά.
Ολα τα σχολεία γενικής μόρφωσης άνοιξαν για όλο το λαό. Καθιερώθηκε η δωρεάν Παιδεία και η κοινή φοίτηση των δύο φύλων στα σχολεία, χωρίστηκε το σχολείο από την εκκλησία και η εκκλησία με τη σειρά της από το κράτος, απαγορεύτηκαν οι θρησκευτικές τελετές και η διδασκαλία οποιουδήποτε θρησκευτικού δόγματος στα σχολεία και καταργήθηκαν οι σωματικές τιμωρίες.
Επίσης, κατακτήθηκε το δικαίωμα των εθνοτήτων να σπουδάζουν στη μητρική τους γλώσσα, τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία του σοβιετικού συστήματος κοινωνικής προσχολικής διαπαιδαγώγησης, εκπονήθηκαν και εφαρμόστηκαν νέες αρχές εισαγωγής στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, που πλέον άνοιξαν τις πόρτες τους στην εργατική τάξη και τους αγρότες.
Μερικά χαρακτηριστικά στοιχεία. Στο σχολικό έτος '40 - '41, ο αριθμός των μαθητών στην Τουρκμενία αυξήθηκε κατά 37 φορές σε σχέση με το σχολικό έτος 1914 - '15, στην Κιργιζία κατά 47 φορές, στο Ουζμπεκιστάν κατά 75 φορές και στο Τατζικιστάν κατά 854 φορές! Το '40 - '41 φοιτούσαν συνολικά 35,6 εκατομμύρια μαθητές, αντί των 9,7 εκατομμυρίων το 1915.
Το 1984, στη Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ρωσίας (ΣΟΣΔΡ), δηλαδή στη Σοβιετική Ρωσία, υπήρχαν 81,8 χιλιάδες δημόσια ιδρύματα προσχολικής αγωγής, στα οποία πήγαιναν 9,2 εκατομμύρια παιδιά. Υπήρχαν 67,6 χιλιάδες δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσής της, στα οποία πήγαιναν 20.328.000 εκατομμύρια παιδιά. Υπήρχε κάλυψη 100% των παιδιών, σε 100% δημόσια σχολεία. Υπήρχαν επίσης 514 ΑΕΙ, στα οποία φοιτούσαν 2.824.500 φοιτητές. Υπήρχε κάλυψη των φοιτητών σε 100% δημόσια ΑΕΙ.
Το 1987, στην ΕΣΣΔ υπήρχαν πάνω από 1,5 εκατ. επιστήμονες, ή το ένα τέταρτο του παγκόσμιου συνόλου τους. Σε μια σειρά σημαντικούς τομείς και κατευθύνσεις, η Σοβιετική Ενωση βρισκόταν στις πρώτες γραμμές: Η πυραυλική και πυρηνική τεχνική, οι τροχιακοί διαστημικοί σταθμοί, η κατευθυνόμενη θερμοπυρηνική σύνθεση, ο απευθείας μετασχηματισμός της ενέργειας (μαγνητο-υδροδυναμικές γεννήτριες), κρυογενής τεχνική, καταλύτες τεχνολογικών διαδικασιών, κατασκευή μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών, φραγμάτων, κλπ.
Η ΕΣΣΔ είχε τα πρωτεία σε ό,τι αφορά στον αριθμό των εφευρέσεων: Σ' αυτήν αναλογούσαν τα 20-25% των νέων τεχνικών λύσεων και επεξεργασιών που καταχωρούνται κάθε χρόνο σε ολόκληρο τον κόσμο.