Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αναθεώρηση Ιστορίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αναθεώρηση Ιστορίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

19 Μαρτίου, 2017

Για τους "υπερασπιστές" των Βαφειάδη-Καραγιώργη- Ζαχαριάδη:



Η διαστρέβλωση της ιστορικής πορείας του ΚΚΕ στην υπηρεσία της αστικής εξουσίας 


Μαχητές του ΔΣΕ, που κατά τη «ΣΥΡΙΖΑίικη» εκδοχή για την ιστορία, τρέχουν να προλάβουν ανοιχτές τις αγορέςΜαχητές του ΔΣΕ, που κατά τη «ΣΥΡΙΖΑίικη» εκδοχή για την ιστορία, τρέχουν να προλάβουν ανοιχτές τις αγορές
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ*
Την Κυριακή 5 Μάρτη, κυκλοφόρησε ένθετο της εφημερίδας «Documento», με τίτλο «Ζαχαριάδης, Βαφειάδης, Καραγιώργης. Οι κορυφαίοι της ελληνικής τραγωδίας».
Για τις πολιτικές στοχεύσεις αυτής της έκδοσης μας προϊδεάζει το editorial που υπογράφει η Βασιλική Λάζου, όπου αναφέρεται:
«Διατρέχοντας τις βιογραφίες τριών κορυφαίων στελεχών του ΚΚΕ και του ΔΣΕ - Ζαχαριάδη, Βαφειάδη, Καραγιώργη - μέσα στους "τόμους" αγώνων και θυσιών, προσκρούουμε αναπόδραστα και σε σελίδες μελανές: απομακρύνσεις και εκκαθαρίσεις στελεχών - ενίοτε βίαιες - που τραυμάτισαν και πληγώνουν την Αριστερά και τον ευρύτερο δημοκρατικό κόσμο. Δεν θα κάνουμε στο σημείωμα αυτό την αποτίμηση τις ήρξατο χειρών αδίκων ή ποιος χρησιμοποίησε τις πιο ακραίες μεθόδους. Εξάλλου, κάθε αναγνώστης θα μπορέσει να βγάλει τα συμπεράσματά του μέσα από τις σελίδες που ακολουθούν.
Το να αποστρέψουμε την κεφαλή από τα τραυματικά αυτά γεγονότα συνιστά ανώφελη υπεκφυγή. Οπως και να τα βάζουμε κάτω από το χαλί με αποκαταστάσεις στελεχών, μερικές ή ολικές, ανάλογης πολιτικής σκοπιμότητας με τις αντίστοιχες καθαιρέσεις τους. Αντίθετα η ψύχραιμη "αναψηλάφηση" μπορεί να αποδώσει συμπεράσματα από τα "παρελθόντα" και "οδηγίες χρήσης" για τα επιγενόμενα...
...Οσο μεγάλες και αν υπήρξαν οι αντιθέσεις τους και όσες σκληρές κατηγορίες κι αν εκτοξεύθηκαν, όλοι τους ήταν παιδιά της ίδιας πολιτικής μήτρας. Την ίδια υπόθεση υπηρέτησαν με πάθος και φανατισμό. Παίρνοντας άλλοτε το ρόλο του θύτη και άλλοτε το ρόλο του θύματος». (σελ. 3)
Διαβάζοντας το σύνολο της έκδοσης, μπορεί να καταλάβει κανείς καλύτερα το νόημα των παραπάνω. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
1. Η επιμελήτρια υποστηρίζει ότι δεν αρκεί να ασχολούμαστε απλά με την αντιπαράθεση του κομμουνιστικού κινήματος με την αστική εξουσία, αλλά οφείλουμε να δούμε και τις «μελανές σελίδες» της ιστορίας του ίδιου του κομμουνιστικού κινήματος. Η επισήμανση αυτή μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτή από κάθε κομμουνιστή, στο βαθμό που, όπως σημείωνε ο Μαρξ:
«...οι προλεταριακές επαναστάσεις (...) κάνουν αδιάκοπη κριτική στον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σε αυτό που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε με ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλειές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν χάμω τον αντίπαλό τους μόνο και μόνο για να του δώσουν την ευκαιρία ν' αντλήσει καινούριες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί και πάλι πιο γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθεί η κατάσταση που κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα και όπου οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν:
"Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!"».1
Ομως, αυτό σημαίνει ταυτόχρονα πως οι «"οδηγίες χρήσης" για τα επιγενόμενα» που φαίνεται ότι αναζητεί η επιμελήτρια της έκδοσης, έχουν νόημα μόνο όταν επιχειρούνται από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Οταν αναζητούνται υπό το πρίσμα της σύγχρονης αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας και της επιδίωξης της ανατροπής της. Και φυσικά, οι ανάγκες μιας τέτοιας αναζήτησης απαιτούν πολλά περισσότερα από επιφανειακές περιγραφές, μικροαστικά θρηνολογήματα και μοιρολατρία απέναντι στις «ακατάβλητες» δυνάμεις της αστικής εξουσίας και τα απροσμέτρητα λάθη του κομμουνιστικού κινήματος. Απαιτούν πορίσματα που να συνδράμουν στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής και κατά συνέπεια είναι ταξικά και πολιτικά φορτισμένα, διαχωρισμένα από τις ωραιοποιήσεις και τη λαθολογία.
Πάλευαν για τη «δημοκρατική νομιμότητα», αλλά έπρεπε να περιμένουν για να το μάθουν από τους σύγχρονους νεκροθάφτες τουςΠάλευαν για τη «δημοκρατική νομιμότητα», αλλά έπρεπε να περιμένουν για να το μάθουν από τους σύγχρονους νεκροθάφτες τους

Κηρύττουν υποταγή στην αστική εξουσία

2. Μια απόπειρα κριτικής αποτίμησης της Ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα αυτού του είδους και με κριτήριο την ενίσχυση της σύγχρονης πάλης για τη σοσιαλιστική εξουσία, πραγματοποίησε με συλλογικό τρόπο το ΚΚΕ πριν από 6 χρόνια. Ο Β' Τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ (1949 - 1968)2 συζητήθηκε από χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες, φίλους και συνεργαζόμενους του Κόμματος, πριν εγκριθεί από Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος. Ομως τα πορίσματα αυτής της συλλογικής δουλειάς, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η εκτίμηση των θέσεων του Μάρκου Βαφειάδη και του Κώστα Καραγιώργη, η αυτοκριτική για τις συνθήκες θανάτου του τελευταίου και η αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη κ.λπ. «προσπερνιόνται» από την επιμελήτρια της έκδοσης ως «ανάλογης πολιτικής σκοπιμότητας με τις αντίστοιχες καθαιρέσεις τους».
Με αυτό τον τρόπο, η επίκληση μιας αντικειμενικής προσέγγισης της Ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος γίνεται το όχημα δικαιολόγησης της υποκειμενικής αστικής και οπορτουνιστικής κριτικής στο ΚΚΕ. Ετσι, ο Θανάσης Καρτερός, ο οποίος στο διάλειμμα των άρθρων δικαιολόγησης της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής, «νομιμοποιείται» ως τιμητής του κομμουνιστικού κινήματος, μας «πληροφορεί»:
«Ο αντίπαλος είναι πολύ πιο ισχυρός απ' ό,τι υπέθεταν οι πατέρες του ιστορικού υλισμού, ξέρει να ελίσσεται και να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες, να αντιμετωπίζει τις οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις του, να ξαναγεννιέται μέσα από τις ήττες του. Η αγορά, που αντιμετωπίστηκε από τους θεωρητικούς του σοσιαλισμού ως ιστορικά ξεπερασμένη, θα αποδειχτεί το μεγάλο όπλο του καπιταλισμού, που θα του δίνει συνεχώς την πρωτοβουλία των κινήσεων, που θα του επιτρέπει να εκτονώνει κάθε πίεση και να ενσωματώνει μεγάλα τμήματα των εργαζομένων, ακόμη και ολόκληρα έθνη».3
Σε καμία περίπτωση δεν σκοπεύουμε να αμφισβητήσουμε την πείρα και τη γνώση του Θανάση Καρτερού, όπως και των άλλων του ΣΥΡΙΖΑ, για το πώς η αστική εξουσία προσπαθεί να ξεπερνά προς όφελός της τις οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις της. Κάτι παραπάνω ξέρει.
Του αναγνωρίζουμε ακόμα το δικαίωμα να θεωρεί ιστορικά αξεπέραστες τις αντιλήψεις του 17ου αιώνα για την αναγκαιότητα της καπιταλιστικής αγοράς που είναι στη φύση του ανθρώπου - λύκου.
Ομως, δεν μπορεί να «θολώνει» τα νερά και να εμφανίζει τις σκοταδιστικές αντιλήψεις του ως τοποθέτηση από τη σκοπιά του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος. Κι αυτό διότι, σε αντίθεση με τη μαρξική επιταγή, επικαλείται τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες τους, όχι για να τις υπερβεί, αλλά για να δικαιολογήσει τη μακροημέρευση της αστικής εξουσίας που υπηρετεί.
Αλλοιώνει την ιστορική πορεία του ΚΚΕ, χρησιμοποιεί τους νεκρούς του, προκειμένου να πείσει ότι τα σημερινά δεινά της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων είναι ανυπέρβλητα, ότι η καπιταλιστική αγορά είναι αιώνια και ανίκητη.
3. Η συγκεκριμένη αντιμετώπιση της ιστορικής διαδρομής του ΚΚΕ δεν αποτελεί βέβαια «προνόμιο» του κειμένου που υπογράφεται από τον Θ. Καρτερό. Κανείς από τους τρεις συγγραφείς του ενθέτου δεν ασχολείται με την άντληση χρήσιμων ιστορικών συμπερασμάτων για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Τα κείμενα βρίθουν αντιφάσεων και αποσπασματικής παρουσίασης ιστορικών γεγονότων, ενώ στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν παρατίθενται οι ιστορικές πηγές που θα δικαιολογούσαν τους ισχυρισμούς των συγγραφέων τους.
Η ανάδειξη όλων αυτών των πλευρών θα απαιτούσε το ξεδίπλωμα μιας πιο εκτεταμένης επιχειρηματολογίας, η οποία δεν χωρά στην έκταση του παρόντος κειμένου. Στην παρούσα φάση επισημαίνουμε απλά τα προηγούμενα, μόνο για να γίνει αντιληπτό πώς ο αντικειμενικός στόχος των συγγραφέων δεν είναι η ενίσχυση του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος σήμερα, αλλά η διασπορά αμφιβολιών για την ιστορία, για τις θυσίες του, για το εφικτό των προτάσεών του και πάνω απ' όλα για τη δυνατότητα να αρθρώσει σήμερα μια αντικαπιταλιστική στρατηγική διεξόδου από την κρίση, με στόχο το σοσιαλισμό.
Στόχος τους πάνω απ' όλα είναι να δικαιολογήσουν ειδικότερα στα πιο ριζοσπαστικά λαϊκά στρώματα τις ευαγείς υπηρεσίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό σύστημα, του οποίου είναι αναπόσπαστο τμήμα.

«Ευρωκομμουνιστής» ο Ζαχαριάδης!

4. Η συγκεκριμένη - πολιτικά και ταξικά φορτισμένη - οπτική των συγγραφέων έχει διαχρονικά περιορισμένες δυνατότητες αναφορικά με τα συμπεράσματα που θα καταλήξει. Είτε θα επιλέξει να μεταλλάξει τις στοχεύσεις και τη δράση του κομμουνιστικού κινήματος και των ηγετών του, με τρόπο που να τις κάνει συμβατές με την αστική εξουσία και τη συμμετοχή των κομμουνιστών στην αστική διαχείριση, ώστε να τις εγκολπωθεί, είτε θα επιλέξει να αναδείξει την εγκληματική φύση της σοσιαλιστικής εξουσίας, προκειμένου να την ταυτίσει με την αστική εξουσία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, βέβαια, οι συγγραφείς χρησιμοποιούν συνδυασμένα και τα δύο «πυρά».
Α. Είναι χαρακτηριστική η προσπάθεια του Αγγελου Τσέκερη να αλλοιώσει κάθε επαναστατική αιχμή από τη σκέψη του Νίκου Ζαχαριάδη, προκειμένου να τον παρουσιάσει ως προάγγελο του «ευρωκομμουνισμού»:
«Ο ερχομός του προκάλεσε ενθουσιασμό στις κομματικές δυνάμεις (...). Ομως ο Ζαχαριάδης κατέστησε σαφές ότι δεν θα επιδίωκε έναν επόμενο γύρο.
(...) Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι η γραμμή του ΚΚΕ ήταν ο αναπροσανατολισμός της χώρας στη δημοκρατική ομαλότητα, μέσα από την οποία το κόμμα και οι σύμμαχοί του θα επιδίωκαν την απελευθέρωση από τη βρετανική εξάρτηση και την εφαρμογή ενός προοδευτικού προγράμματος μέχρι τη Λαϊκή Δημοκρατία.
Αυτή η γραμμή του δημοκρατικού δρόμου επιβεβαιώθηκε από το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, μαζί με μια άλλη ιστορική θέση: τη θεωρία των δύο πόλων. (...) Αυτά ακριβώς τα στοιχεία, ο αδιατάρακτος δημοκρατικός δρόμος μέχρι τον σοσιαλισμό και η γεωπολιτική ουδετερότητα, ήταν που εισήγαγαν στη γραμμή του κόμματός τους ο Τορέζ και ο Τολιάτι.
Δεκαετίες αργότερα, τα ζητήματα αυτά θα έρχονταν στο προσκήνιο ως κεντρικοί στρατηγικοί στόχοι του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος. Ομως σε αντίθεση με το Ιταλικό και το Γαλλικό ΚΚ, ο δρόμος της ανανέωσης που άνοιξαν για το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα το 7ο Συνέδριο του '45 και ο Ζαχαριάδης, επρόκειτο να ανακοπεί βίαια από τον Εμφύλιο...».4
Ο Αγγ. Τσέκερης, αξιοποιώντας λοιπόν τις στρατηγικές αδυναμίες του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και τις συνακόλουθες αντιφάσεις στη στρατηγική του, επιχειρεί να εμφανίσει τον Ζαχαριάδη ως οπαδό της αστικής δημοκρατικής ομαλότητας. Ετσι, απογυμνώνει τον Ζαχαριάδη από τη μεγαλύτερη προσφορά του στο ΚΚΕ, δηλαδή από τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στη συγκρότηση και δράση του ΔΣΕ.
Το γεγονός ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης δεν ήρθε σε πλήρη ιδεολογική - πολιτική ρήξη με την ουτοπική στρατηγική της δημοκρατικής ομαλοποίησης, δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για τις αιτιάσεις του συγγραφέα. Πόσο μάλλον, αφού στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, που ο συγγραφέας επικαλείται, ο Ζαχαριάδης τοποθετήθηκε ως εξής:
«Το πρώτο ζήτημα είναι η δυνατότητα που έχουμε στην Ελλάδα για ειρηνικό πέρασμα, ειρηνική εξέλιξη στη λαϊκή δημοκρατία αρχικά και μετά στο σοσιαλισμό. Μίλησαν και άλλοι σύντροφοι και έβαλαν το ζήτημα λίγο μονόπλευρα (...). Εδώ θα πρέπει αμέσως να ξεκαθαρίσεις τούτο 'δω: ότι πρόκειται για δυνατότητα ειρηνικού περάσματος και όχι για βεβαιότητα. Ενας ισχυρισμός που θα επέμενε στο δεύτερο αυτό, θα ήταν βασικά λαθεμένος και θα μπορούσε να οδηγήσει σε λάθη σοβαρά, σε λάθη με συνέπειες αποφασιστικές για το ΚΚΕ και ολόκληρο το κίνημα (...). Σήμερα μάλιστα εμείς δε θα πρέπει τόσο να τονίζουμε ούτε τη δυνατότητα της ειρηνικής εξέλιξης, γιατί όπως βλέπουμε η αντίδραση και με την ξενική υποστήριξη προσπαθεί με όλα τα μέσα να παρεμβάλλει εμπόδια (...). Εμείς θα πρέπει, τονίζοντας τη δυνατότητα μιας τέτοιας εξέλιξης, ν' αποδείχνουμε ποιος την εμποδίζει, να εξηγάμε γιατί δε θα πάμε, ενώ η πλειοψηφία του λαού το θέλει, προς ένα ειρηνικό πέρασμα και να προετοιμάζουμε το λαό για να μπορέσει να επιβάλλει το πέρασμα αυτό εφ' όσον είναι θέληση της πλειοψηφίας με όλα τα μέσα που διαθέτει και με τη συντριβή, αν χρειαστεί, της αντίπραξης της μοναρχοφασιστικής, πλουτοκρατικής μειοψηφίας».5
Β. Ακόμα, όμως, πιο χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια του συνόλου των συγγραφέων να εξισώσουν το κομμουνιστικό κίνημα με την αστική εξουσία.
Ο Γιάννης Μπαζός παραθέτει ασχολίαστο ένα τμήμα της επιστολής Βαφειάδη:
«"Πρέπει να σημειωθεί ότι από τα μέσα του 1947 είχε πάρει σχεδόν ολότελα βίαιο χαρακτήρα. Η εθελοντική κατάταξη δεν έφτανε ούτε το 10%"».6
Διόλου τυχαία, πρόκειται για το ίδιο αντιεπιστημονικό επιχείρημα που χρησιμοποιείται από τους εκπροσώπους του λεγόμενου «νέου κύματος» στην ιστορία, προκειμένου άμεσα να δυσφημήσουν τον ΔΣΕ. Μέσω του συγκεκριμένου ιδεολογήματος, οι Καλύβας - Μαραντζίδης, που επιθυμούν να ταυτίσουν το φασισμό με τον κομμουνισμό, παρουσιάζουν τον αγώνα του ΔΣΕ ως αποκομμένο από την εξέλιξη της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, ως μια βουλησιαρχική επιλογή της ηγεσίας του ΚΚΕ, που επιβλήθηκε με τη δύναμη των όπλων στις λαϊκές μάζες.
Ευτυχώς πρόλαβαν να γράψουν στα πανό τους την επιλογή «τις αλυσίδες ή τα όπλα»...Ευτυχώς πρόλαβαν να γράψουν στα πανό τους την επιλογή «τις αλυσίδες ή τα όπλα»...

Τύφλα να 'χει ο Καλύβας

Ο Θ. Καρτερός αρχίζει την επίθεση στο ΚΚΕ «υπερασπιζόμενος» τον Κώστα Καραγιώργη:
«Πιστεύει βαθιά στην υπόθεση της επανάστασης και του κομμουνισμού, αλλά όλο του το είναι αρνείται να συρρικνωθεί και να χωρέσει στο τριτοδιεθνιστικό καλούπι για τα κομματικά στελέχη. Είναι μέχρι θανάτου ερωτευμένος με το Κόμμα και τις ιδέες του, αλλά δεν μπορεί παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες για το αντίθετο, να μην παραμένει ερωτευμένος με τη ζωή, την Τέχνη, τη μουσική, την περιπέτεια των ανθρώπινων σχέσεων, τον έρωτα. Τίποτε το ανθρώπινο δεν του είναι ξένο κι αυτό θα τον φέρει άπειρες φορές σε σύγκρουση με τον εαυτό του και τον κομματικό μηχανισμό...».7
Η εξύψωση του «ανθρώπου Καραγιώργη» χρησιμοποιείται για να καταβαραθρωθεί το «απάνθρωπο ΚΚΕ» και γενικότερα το «απάνθρωπο» διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Ο μικροαστικός ανθρωπισμός, βαθιά εμποτισμένος με την υπεράσπιση της αστικής εξουσίας, προσπαθεί βέβηλα να παρουσιάσει το κίνημα χειραφέτησης της εργατικής τάξης και εν τέλει της ανθρωπότητας ως απάνθρωπο. Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και οι εκατοντάδες διανοούμενοι που στρατεύτηκαν στο πλευρό του, επιχειρώντας να κάνουν τα γράμματα και τις τέχνες κτήμα των υπό εκμετάλλευση μαζών, πρωτοστατώντας στη γυναικεία χειραφέτηση, γίνονται λίγο έως πολύ απάνθρωποι και άξεστοι.
Φυσικά, η συνέχεια είναι ακόμα πιο εντυπωσιακή, αφού ο Καρτερός θα υποστηρίξει:
«...στην Αθήνα οι κομμουνιστές θα δολοφονούνται από τους εχθρούς τους γιατί διεκδικούν κάποιες στοιχειώδεις ελευθερίες και την ίδια στιγμή στη Μόσχα κομμουνιστές θα δολοφονούνται από το ίδιο τους το κόμμα, που δεν ανέχεται καμιά αμφισβήτηση της αυθεντίας του.
(...) Η κόκκινη τρομοκρατία θα συναντήσει τη λευκή σε μια αποθέωση αιματηρής καταστολής κάθε αμφισβήτησης, κάθε αμφιβολίας, κάθε ταλάντευσης».8
Να και η κόκκινη τρομοκρατία. Τύφλα να 'χει ο Καλύβας και οι χρυσαυγίτες.
5. Μετά από τα προηγούμενα μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητή η ουσία του κλεισίματος του κειμένου της επιμελήτριας. Η Β. Λάζου μας λέει για τους τρεις πρωταγωνιστές του ΚΚΕ και του ΔΣΕ ότι ήταν παιδιά της ίδιας πολιτικής μήτρας, οπαδοί της ίδιας υπόθεσης που υπηρέτησαν με πάθος και φανατισμό, άλλοτε ως θύτες και άλλοτε ως θύματα. Και στην πράξη υπονοεί ότι όλοι τους ήταν δέσμιοι μιας ουτοπικής ιδεολογίας, η οποία παρά τις αγνές προθέσεις και παρά τα χαρίσματα των υποστηρικτών της, κατέληξε σε εγκλήματα αντίστοιχα της αστικής εξουσίας. Συνεπώς, δεν έχει νόημα να αρνηθεί κανείς επαναστατικά την αστική εξουσία σήμερα. Δεν έχει νόημα να αναζητήσει την ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος σε αυτά τα μονοπάτια.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα ραφιναρισμένο αντικομμουνισμό, ο οποίος όμως είναι πιο αποτελεσματικός και πιο διεισδυτικός σε όσους νιώθουν να ασφυκτιούν στο σημερινό κόσμο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Κι αυτό διότι δεν αρνείται τους «τόμους» των θυσιών και των αγώνων του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά τους αποδομεί, θεωρώντας τους πολιτικά άχρηστους και ανθρωπιστικά επικίνδυνους.
Μπορούσε να είναι διαφορετικά σε μια εφημερίδα όπως το «Documento», που λιβανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχομένως όχι μόνο επειδή συμφωνεί με την ιδεολογική - πολιτική του γραμμή;
*Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Καρλ Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 20-21.
2. Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, Β' Τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ (1949-1968), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011.
3. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 34.
4. Αγγελος Τσέκερης, «Νίκος Ζαχαριάδης. Ο μεγάλος αντιφατικός και οι δύο χαμένες μάχες του», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 11-12.
5. Νίκος Ζαχαριάδης, «Μερικά επίκαιρα ζητήματα που σχετίζονται και με το Πρόγραμμά μας (Λόγος στο 4ο Θέμα του 7ου Συνεδρίου που αφορούσε το Πρόγραμμα του Κόμματος)» στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, Εκδόσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Αθήνα 1945, σελ. 17-18.
6. Γιάννης Μπαζός, «Μάρκος Βαφειάδης. Ο "αιρετικός" που έβλεπε τα επερχόμενα και μίλαγε έξω από τα δόντια», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 24.
7. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 31.
8. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 35.
(Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τον «Κυριακάτικο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» - 12 Μάρτη 2017)

04 Δεκεμβρίου, 2016

Για Δεκέμβρη 44: ακόμη παλεύουν να Μάς ενσωματώσουν στο σύστημά Τους:


Αστικές και οπορτουνιστικές ερμηνείες για το Δεκέμβρη του 1944
Το εξώφυλλο της έκδοσης από τη «Σύγχονη Εποχή»
Το εξώφυλλο της έκδοσης από τη «Σύγχονη Εποχή»
Στις 3 Δεκέμβρη 1944, έγινε μεγάλο συλλαλητήριο με απόφαση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην Πλατεία Συντάγματος, κόντρα στην απόφαση κυβέρνησης Παπανδρέου και Αγγλων για διάλυση του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Πολιτοφυλακής όχι όμως και της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου (ένοπλα αστικά τμήματα). 
Είχαν αποφασίσει επίσης γενική απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη. 

Το συλλαλητήριο χτυπήθηκε με τα όπλα αφήνοντας 21 νεκρούς και 140 τραυματίες. 
Στις 4 Δεκέμβρη μια τεράστια διαδήλωση συνοδεύει τα θύματα της ένοπλης αστικής βίας στην «τελευταία τους κατοικία». 

Μπροστά δέσποζε το πανό που έγραφε: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα». 
Οι αστοί ξαναχτυπούν με όπλα. Ετσι άρχισε η ένοπλη σύγκρουση του ηρωικού Δεκέμβρη που κράτησε 33 μέρες.
Σήμερα παρουσιάζουμε ένα μέρος της εισαγωγής από την έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» «Δεκέμβρης του '44 κρίσιμη ταξική σύγκρουση» που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ.
***
Η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, για τον ηρωικό ένοπλο αγώνα του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, το Δεκέμβρη του 1944, εναντίον του βρετανικού στρατού στην Ελλάδα και των εγχώριων συμμάχων του, 
υπήρξε σκληρή και συνεχίζεται αμείωτη, παρά το γεγονός ότι μας χωρίζουν εβδομήντα χρόνια από εκείνα τα γεγονότα. Μάλιστα, ανάλογα και με την κάθε φορά πολιτική συγκυρία, η διαπάλη αποκτά πιο οξυμένο χαρακτήρα. 
Δείχνει και αυτό με τον δικό του τρόπο, πόσο επίκαιρα είναι μια σειρά βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από εκείνον τον μεγάλο λαϊκό αγώνα.
Κατά τον Γεώργιο Παπανδρέου, πρωθυπουργό στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» από τον Απρίλη του 1944 έως τις αρχές Γενάρη 1945, ο Δεκέμβρης ήταν «Στάσις και έγκλημα»1 του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, μιας ένοπλης μειοψηφίας, όπως έλεγε. 
Τον ίδιο χαρακτηρισμό έχουν δώσει για τον Δεκέμβρη σειρά αστών πολιτικών εκείνης της περιόδου και μεταγενέστεροι, όπως ο Θεμιστοκλής Τσάτσος.2 
Δεν αναφερόμαστε στους χαρακτηρισμούς που έχει δώσει στον Δεκέμβρη η προπαγάνδα της φασιστικής εκδοχής,
 γιατί βασικά καλύπτεται από τους προηγούμενους αστούς πολιτικούς.


Σύμφωνα με άλλους του σοσιαλδημοκρατικού τόξου, όπως ο δικηγόρος Σταύρος Κανελλόπουλος, στέλεχος του ΕΑΜ και της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), ο Δεκέμβρης ήταν μια «πεπονόφλουδα της αγγλικής πολιτικής».
3 Πρόκειται για ευρύτατα διαδεδομένη άποψη, ιδιαίτερα στις άμεσες μετά τον Δεκέμβρη δεκαετίες, που με διάφορες παραλλαγές έχουν υιοθετήσει μια σειρά ιστορικών
Για παράδειγμα, ο Περικλής Ροδάκης έγραψε: «Το Δεκέμβρη 1944 τον επέβαλαν οι Αγγλοι (...) Το ΚΚΕ και ΕΑΜ (...) σύρθηκε στη σύγκρουση. Μπορούσε να αποφύγει αυτήν την σύγκρουση, όπως έκαναν κι όλα τα ΚΚ της Δ. Ευρώπης».4

Στο χώρο της λαθολογίας κινήθηκε και ο Λεωνίδας Κύρκος, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο Δεκέμβρης «...από πολιτική πλευρά υπήρξε τραγικό λάθος».5
Οι εκτιμήσεις αυτές, δεν είναι απλώς λαθεμένες,
αλλά επιπλέον συμβάλλουν στην καταπολέμηση του επαναστατικού κινήματος και στην ενσωμάτωσή του στο σύστημα. 
Και γράφονταν αυτά, ενώ ένας λαός είχε πάρει τα όπλα και έδινε απλόχερα ακόμα και τη ζωή του.
Από τους νεότερους της αστικής ιστοριογραφίας, ο Μαρκ Μαζάουερ, θέτει τα ερωτήματα: «Επρόκειτο για την αρχή της κατάληψης της εξουσίας από τους κομμουνιστές ή για μια αυθόρμητη αντίδραση της Αριστεράς ενάντια στη βία και τις προκλήσεις της Δεξιάς;».6 
θεωρώντας ότι αυτό το ερώτημα ακόμα δεν έχει απαντηθεί, ενώ κάνει λόγο για τη «Δεξιά» μόνο, παρακάμπτοντας επιτήδεια το ρόλο των «Κεντρώων» κομμάτων. 
Ισχυρίζεται, επιπλέον, πως η ηγεσία της Σοβιετικής Ενωσης «είχε κάνει ξεκάθαρο στην ηγεσία του ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος ότι δεν επικροτούσε την κατάληψη της εξουσίας διά της βίας», επειδή «οι διαπραγματεύσεις του Τσώρτσιλ με τον Στάλιν είχαν καταλήξει σε μια συμφωνία που η Ελλάδα τότε αγνοούσε και η οποία παρέδιδε ρητά τη χώρα στη βρετανική σφαίρα επιρροής».7


Ηταν αντίθετη η σοβιετική πλευρά με τον ένοπλο αγώνα του Δεκέμβρη; 
Δεν έχουν βρεθεί αρχειακά ντοκουμέντα που να επιβεβαιώνουν την απάντηση θετικά ή αρνητικά. 
Ομως, έχει αναφερθεί μαρτυρία για θετική θέση του συνταγματάρχη Γκριγκόρι Ποπόφ,8 επικεφαλής της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής που βρισκόταν τότε στην Ελλάδα, ενώ στις 15 - 26 Δεκέμβρη 1944, ο Τρ. Κοστόφ έστειλε ραδιοτηλεγράφημα προς τον Γ. Σιάντο, σχετικά με τη γνώμη του Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, όπου αναφερόταν: «Ο παππούς συμβουλεύει ο αγώνας να συνεχιστεί. Εμείς κάνουμε καθετί το δυνατό».9

Ως συνέπεια, είναι ανεδαφική η άποψη του Μαζάουερ, ο οποίος απλώς επαναφέρει το γνωστό και χιλιοειπωμένο έως και σήμερα «μοίρασμα του κόσμου» από τις «Μεγάλες Δυνάμεις», που χυδαιοποιεί τα όρια της διαπάλης σοσιαλισμού - καπιταλισμού 
και συσκοτίζει το γεγονός ότι αυτά τα όρια καθορίζονταν από τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και όχι από κάποιες υπόγειες συμφωνίες.
Τα ίδια, δηλαδή για συμφωνία Τσόρτσιλ - Στάλιν τον Οκτώβρη του 1944 στη Μόσχα, που οι βάσεις της είχαν τεθεί από το Μάη, έγραψε και ο Βάσος Μαθιόπουλος: «...στις αρχές Μαΐου του 1944 κρινόταν στην πραγματικότητα η μετα-πολεμική μοίρα της Ελλάδας, τουλάχιστον για τριάντα χρόνια». Πρόσθεσε επίσης ότι «... στην πραγματικότητα ανεξάρτητη έγινε η χώρα από τις 24 Ιουλίου 1974, ημέρα που κατέρρευσε η δικτατορία των συνταγματαρχών».10 
Είναι φανερή η προσπάθεια του συγγραφέα να συγκαλύψει τη συμμαχία ανάμεσα στις ξένες και ελληνικές αστικές δυνάμεις και την απροκάλυπτα δολοφονική στάση τους απέναντι στο ΕΑΜικό κίνημα. 
Δεν εξηγεί επιπλέον, τι άλλαξε επί της ουσίας μετά το 1974 στις διασυμμαχικές αστικές σχέσεις και γενικά στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, όσον αφορά την ταξική τους στόχευση απέναντι στο ΚΚΕ και στο εργατικό - λαϊκό κίνημα.
Ομως, τα αστικά συμφέροντα, όπως και τα εργατικά, είναι παγκοσμίως ενιαία για κάθε πλευρά και δεν διαχωρίζονται με βάση την εθνική κυριαρχία. 
Ετσι, μόνο ως προπαγανδιστικό πυροτέχνημα μπορεί να εκληφθεί ο ισχυρισμός του ίδιου: «...Αν οι παράγοντες - κυβέρνηση και ΕΑΜ - συμφωνούσαν πραγματικά, ότι η υπόθεση του τόπου ήταν αποκλειστικά και κυρίαρχα δική τους κι όχι του στρατηγού Σκόμπι και του διπλωματικού συμβούλου Ρέτζιναλντ Λήπερ, ίσως ο Δεκέμβρης να είχε αποφευχθεί...»!11

Αντιγράφοντας ουσιαστικά τους Παπανδρέου και Τσάτσο, ο Στάθης Καλύβας, του πανεπιστημίου Γέιλ, έγραψε ότι «Τα Δεκεμβριανά ήταν στρατιωτικό κίνημα...».12
Προσπερνά έτσι και κρύβει, διά της διαστρέβλωσης, την πραγματικότητα ότι στις 33 μέρες του Δεκέμβρη συμμετείχε στον αγώνα ένας τεράστιος όγκος λαϊκών μαζών και όχι κάποιοι πραξικοπηματίες που καιροφυλακτούσαν στο σκοτάδι. 
Η θέση των τελευταίων βρίσκεται στην τάξη που υπερασπίζει ο Καλύβας, ο οποίος επίσης υποστήριξε: «Τα Δεκεμβριανά αποτέλεσαν την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όπου αναβαπτίστηκαν ως εθνικόφρονες και αντικομμουνιστές κάθε λογής δοσίλογοι».
«Ξεχνά» ότι την πρώτη κυβέρνηση των δοσιλόγων (Γεωργίου Τσολάκογλου) είχε χαιρετίσει το 1941 σχεδόν το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου (Γ. Παπανδρέου, Π. Κανελλόπουλος, Δημ. Μάξιμος, Κ. Τσαλδάρης, Στέφ. Στεφανόπουλος, Πέτρος Ράλλης, Θεόδ. Πάγκαλος, Στυλ. Γονατάς, Θεόδ. Τουρκοβασίλης και πλειάδα άλλων).13 
Επιπλέον: Η ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας, ανεξάρτητα από το ότι συγκροτήθηκαν τελικά το 1943, είχε προταθεί στους Γερμανούς από την κυβέρνηση Τσολάκογλου το 1941, την κυβέρνηση που συνεχάρη ο αστικός πολιτικός κόσμος. Δηλαδή, τότε που όχι μόνο δεν είχε υπάρξει ο Δεκέμβρης, αλλά δεν υπήρχαν ούτε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, ενώ το ΚΚΕ αριθμούσε μερικές εκατοντάδες μέλη.
Ο ίδιος θεωρεί ως «σημαντικό άρθρο»14 κείμενο του Γρηγόρη Φαράκου (1996), στο οποίο ο τελευταίος υποστήριξε:
«...το σύνδρομο της κατάληψης της εξουσίας με σταλινικό τρόπο υπήρχε στην ηγεσία του ΚΚΕ. Η ηγεσία του κόμματος δεν είχε, ουσιαστικά, απομακρυνθεί από τη σταλινική αντίληψη: τη βίαιη, δηλαδή, κατάληψη της εξουσίας. Βέβαια, το ΚΚΕ ήθελε και διακήρυσσε την πολιτική της εθνικής ενότητας, κυρίως όμως στον βαθμό που η πολιτική αυτή θα του άνοιγε την προοπτική της εξουσίας».
Θα ήταν τελείως παράδοξο αν το ΚΚΕ, ακολουθώντας την πολιτική της «εθνικής ενότητας» (ανεξάρτητα από το ότι αυτή ήταν λαθεμένη), παραμέριζε από τον ορίζοντά του την προοπτική της εξουσίας. 
Ομως, ο συγγραφέας δεν πήρε καν υπόψη του ότι το ΚΚΕ ακολούθησε τον κοινοβουλευτικό δρόμο συμμετέχοντας στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» μετά από το Λίβανο,
 και πίστευε ότι θα επέβαλλε τη διεξαγωγή αδιάβλητων εκλογών, τις οποίες εκτιμούσε ότι θα κέρδιζε το ΕΑΜ. 
Αρα τα περί βίαιης κατάληψης της εξουσίας ήταν ανύπαρκτα.
Αλλά υπάρχει και το εξής ερώτημα: Γιατί είναι θεμιτή η χρήση της αστικής βίας, 
ενώ είναι αθέμιτη (τάχα σταλινικής αντίληψης...) η χρήση της λαϊκής βίας ενάντια σε μια μειοψηφία - δυνάστη της πλειοψηφίας του πληθυσμού; 
Και γιατί δεν είναι δημοκρατική κάθε μορφή πάλης (και η ένοπλη), όταν ένας λαός έτσι θα αποφασίσει να κάνει;
Αντί επιλόγου
Ο Δεκέμβρης του 1944 ήταν συνέχεια της πάλης του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ στην Κατοχή, του απελευθερωτικού κινήματος, στο οποίο ηγήθηκε το ΚΚΕ. 
Ηταν το προοίμιο της τρίχρονης εποποιίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), 
της κορυφαίας ταξικής σύγκρουσης στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα.
Η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, που, εξ αντικειμένου, διαπερνούσε την ελληνική κοινωνία και τα προηγούμενα χρόνια, τον Δεκέμβρη πρόβαλε με μεγαλύτερη οξύτητα, καθώς είχε φύγει από τη μέση ο παράγοντας της ξένης Κατοχής.
Στις μάχες των 33 ημερών, πρωταρχικά αναδείχτηκαν η μαζική - λαϊκή οργάνωση και αυτενέργεια, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη και η πολιτική επαγρύπνηση, μαζί με την αυτοθυσία σ' έναν αγώνα που δόθηκε με πρωταγωνιστές την εργατική τάξη και το κόμμα της, το ΚΚΕ.
Παραπομπές:
1. Γεωργίου Παπανδρέου, «Ο Δεκέμβριος 1944», «Καθημερινή», 2 Μάρτη 1948.
2. Θ. Δ. Τσάτσου, «Ο Δεκέμβριος 1944», Αθήναι, 1945, Βιβλιοθήκη του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
3. Ιωάννα Παπαθανασίου, «"Διαμάντι της Αντίστασης" ή "Πεπονόφλουδα της αγγλικής πολιτικής"», στο Συλλογικό, «Δεκέμβρης 1944, Μύθοι και Πραγματικότητες», σελ. 55, έκδ. «Η Αυγή», 8 Δεκέμβρη 2013.
4. Περικλή Ροδάκη, «Δεκέμβρης 1944», σελ. 215, εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα, 1984.
5. Λεωνίδας Κύρκος, «Ανατρεπτικά», σελ. 129, εκδ. «Προσκήνιο», Αθήνα, 1995.
6. Mark Mazower, «Πρόλογος» στο Συλλογικό, «Μετά τον Πόλεμο», σελ. 14, εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 2004.
7. Ο.π.
8. Σύμφωνα με μία μαρτυρία που αφορά τη σοβιετική στρατιωτική αποστολή: «Ηταν σύμβουλοι διαπιστευμένοι. Δεν εκδηλώνονταν παρά μονάχα σε έναν άνθρωπο, τον καθοδηγητή του Κόμματος. Δεν ήταν άνθρωποι που φλυαρούσαν. Πάντως, γεγονός αναμφισβήτητο είναι ότι εκεί που έπρεπε να πάρουν θέση για θέματα καθοριστικά, παίρνανε. Οχι οι ίδιοι, έπαιρνε η Σοβιετική Ενωση. Φυσικά, ήταν ενημερωμένοι, έπαιρναν μέρος σε συσκέψεις με την ηγεσία του ΚΚΕ, αλλά είχαν και ξεχωριστές συναντήσεις. Στις παραμονές της σύγκρουσης του Δεκέμβρη, ο Ποπώφ γνωρίζει και συστήνει όχι συνθηκολόγηση, αλλά στάση ενεργητική». (Φοίβος Ο. Οικονομίδης, «Το σύνδρομο του Οδυσσέα», σελ. 37, εκδ. «Ορφέας», Αθήνα, 1999. Ο συγγραφέας αναφέρεται σε μαγνητοφωνημένη συνομιλία του με τον Βάσο Γεωργίου (27 Νοέμβρη 1997), προσωπικό γραμματέα του Γ. Σιάντου).
9. Κεντρικά Κομματικά Αρχεία ΚΚ Βουλγαρίας, όπως παρατίθεται στο «Φοίβος Οικονομίδης, Ο Δεκέμβρης του '44 και η διεθνής σημασία του», σελ. 67, εκδ. «Ορφέας», Αθήνα, 2005.
10. Βάσος Π. Μαθιόπουλος, «Ο Δεκέμβριος του 1944», σελ. 90, εκδ. «Νέα Σύνορα - Α. Α. Λιβάνη», Αθήνα, 1994.
11. Ο.π., σελ. 357.
12. Stathis Kalyvas@Skalyvas
13. Γεωργίου Κ. Σ. Τσολάκογλου, «Απομνημονεύματα», σελ. 165, έκδ. «Ακροπόλεως», Αθήναι, 1959.
14. Στάθης Καλύβας, «Η επιλογή της βίαιης ρήξης», «Το Βήμα», 5 Δεκεμβρίου 2004.

4/12/16 rizospastis

29 Οκτωβρίου, 2016

όλοι ενωμένοι ; Να είμαστε όλοι Μαζί ;; λεβέντες κ ρετάλια παρέα ;;;




ΟΡΚΟΣ ΕΛΑΣ- ΟΡΚΟΣ ΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 


«Να είμαστε όλοι μαζί», «να είμαστε ενωμένοι», 
«είδατε πόσα καταφέρνουμε όταν είμαστε όλοι ενωμένοι;»… 
όπως την 28η Οκτωβρίου 1940.
Τα γνωστά κλισέ. Τα ίδια και τα ίδια.  

    Συγγνώμη, αλλά δεν θα συμμετάσχουμε σε αυτό το μεθύσι της γενικής συμφιλίωσης.
Συγγνώμη, επίσης, που δεν διαβάζουμε ούτε την 28η Οκτώβρη,  ούτε την ΕΑΜική αντίσταση, ούτε την Επανάσταση του ’21, ούτε τίποτα απ’ όσα προχώρησαν την Ελλάδα και τον κόσμο ένα βήμα μπροστά, ως αποτέλεσμα είτε της «ενότητας» των προβάτων με τους λύκους, είτε ως αποτέλεσμα της «διαπραγμάτευσης» των προβάτων με τους λύκους.
    Άλλωστε αυτού τους είδους η «ενότητα» δεν υπήρξε ποτέ και πουθενά. Σε καμία περίοδο. Σε καμία κοινωνία αντιτιθέμενων συμφερόντων
Αλλού και όχι «μαζί» ήταν οι Έλληνες που μήδισαν από εκείνους που πολεμούσαν τους Πέρσες. 
Αλλού και όχι «μαζί» με εκείνους που πήγαν στο Βισί  ήταν οι Γάλλοι που πολεμούσαν τους ναζί. 
 Αλλού και όχι «μαζί» ήταν οι Καραϊσκάκηδες από τους Νενέκους. 
Αλλού και όχι «μαζί» ήταν ο Μαρτιν Λούθεν Κινγκ από τους Μακάρθι. 
Αλλιώς τιμούν την 28η Οκτώβρη αυτοί που δέχονταν τα βόλια του ναζί, με τους άλλους που ενώθηκαν με τον ναζί.   
    Αυτό το «όλοι μαζί» υπάρχει μόνο στα «όλοι μαζί τα φάγαμε» των Πάγκαλων. Μόνο όσοι απουσίαζαν και απουσιάζουν από τους αγώνες και τις αγωνίες του ελληνικού λαού προσπαθούσαν και προσπαθούν – πάντα – να κρύψουν την απουσία τους πίσω από την «αθώα» φρασούλα: «Ολοι οι Ελληνες μαζί»
    Όμως, η Ιστορία και η αλήθεια είναι πεισματάρικα πράγματα. Και επιμένουν: Οπως και σήμερα, έτσι και τότε, δεν ήταν «όλοι οι Ελληνες μαζί».
«Μαζί» και «ενωμένος», για να επιστρέψουμε στην 28η Οκτώβρη και κυρίως σε όσα συμβολίζει,  ήταν, πράγματι, ο ελληνικός λαός. 
Όμως:
α) Οταν ο ελληνικός λαός πολεμούσε τον φασισμό στο μέτωπο και μετά στα βουνά και στις πόλεις, υπήρχαν και εκείνοι που είχαν πάρει τον «πατριωτισμό» τους και – μαζί με το χρυσό της χώρας – τον είχαν φυγαδεύσει στα ασφαλέστατα «χαρακώματα» του Καΐρου και του Λονδίνου.
β) Ενώ ο ελληνικός λαός μαχόταν το φασισμό και το ναζισμό, διεκδικώντας για αντίτιμο μια Ελλάδα της λευτεριάς, της δημοκρατίας και της λαϊκής αναδημιουργίας, υπήρχαν και εκείνοι που το 1944 έσπευδαν να συνταχθούν με τη βασιλική «εξόριστη» κυβέρνηση στην Αίγυπτο. Ήταν, μάλιστα, τόσο «διαθέσιμοι» στην υπηρεσία των Ανακτόρων, που για το λόγο αυτό «βραβεύονταν» με την ανάθεση ρόλου πρωθυπουργού της «κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας».
γ) Υπήρχαν, φυσικά, και εκείνοι που συνεργάστηκαν με τον Χίτλερ. Ήταν οι δοσίλογοι, οι ταγματασφαλίτες και οι γερμανοντυμένοι. Στους οποίους, αν και προδότες, οι του Καΐρου και του Λονδίνου, όταν επέστρεψαν, στο πλαίσιο της «εθνικής τους ενότητας», επιδαψίλευσαν τιμές και αξιώματα…
    Όχι και «όλοι ενωμένοι», λοιπόν. Διότι, πολύ απλά:
  • Άλλο πράγμα αυτοί που πολεμούσαν και τραγουδούσαν «το ΕΑΜ μας έσωσε απ’ τη πείνα, θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά» κι άλλο πράγμα οι «παπατζήδες» που (στις 2-5-1944) σε ομιλία τους στην Αλεξάνδρεια, παρουσία των αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, έκαναν λόγο για τη «βρωμιά του ΕΑΜ»!
  • Άλλο πράγμα αυτοί που πολέμησαν τον Χίτλερ και με τα ίδια όπλα πολέμησαν τον Τσόρτσιλ και τον Βαν Φλιτ, κι άλλο πράγμα αυτοί που όντας από καιρό έτοιμοι να υπηρετήσουν τους «συμμάχους» πάσχιζαν να «διορθωθεί η κατάσταση», δηλαδή να καταπνιγεί κάθε εγχείρημα λαϊκής κυριαρχίας στον τόπο, και για το λόγο αυτό τηλεγραφούσαν στον Τσόρτσιλ τα εξής: «Δύναμαι να σας διαβεβαιώσω ότι η σταθερότης της ελληνικής κυβερνήσεως θα διατηρηθεί πλήρως κατά τας επικείμενους κρίσιμους στιγμάς. Δεν γνωρίζω τους λόγους διά την απουσία της Βρετανίας. Μόνον η άμεσος παρουσία εντυπωσιακών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδακαι ως τας τουρκικάς ακτάς θα ήτο δυνατό να μεταβάλει την κατάστασιν». (Γεώργιος Παπανδρέου, 22/9/1944, τηλεγράφημα προς τον Τσόρτσιλ).
  • Άλλο πράγμα αυτοί που έδωσαν την ψυχή, την καρδιά και το αίμα τους για τη λευτεριά της Ελλάδας και για τη σωτηρία του λαού, κι άλλο πράγμα οι μαυραγορίτες, τα κόμματα και οι εφημερίδες τους που έφταναν να δίνουν ακόμα και το παράγγελμα των εκτελεστικών αποσπασμάτων (!), αυτοί που κράδαιναν ενάντια στο μεγαλειώδες κίνημα της Αντίστασης τη «νομιμότητα» του κατακτητή και των ντόπιων οργάνων του και έγραφαν: «Καλώς συνετάγη ο νόμος που τιμωρεί με θάνατο τους Έλληνες υπηκόους όσοι μετέχουν σε πολεμικές εχθροπραξίες κατά των Γερμανών». («Καθημερινή», 1/6/1941).
  • Άλλο πράγμα αυτοί που δονείται η ψυχή τους από το πατριωτικό, αντιφασιστικό και διεθνιστικό μήνυμα της 28ης Οκτώβρη και άλλο πράγμα αυτοί που 76 χρόνια μετά διακηρύσσουν ότι αυτός ο τόπος «χρειάζεται Μεταξάδες» όπως έλεγε από βήματος Βουλήςο χρυσαυγίτης υποφυρερίσκος, ο βουλευτής Παππάς.
  • Άλλο πράγμα η δημοκρατία, κι άλλο πράγμα το «δημοκρατικό τόξο» που περιλαμβάνει τους  Γεωργιάδη – Βορίδη που ήταν βουλευτές του ΛΑΟΣ όταν ο τότε αρχηγός τους, ο Καρατζαφέρης, επισκεπτόταν ανήμερα της 28ηςΟκτωβρίου 2011 το σπίτι του Μεταξά σε ένδειξη… «σεβασμού και μνήμης».
  • Άλλο πράγμα η ιστορική αλήθεια κι άλλο πράγμα η «Καθημερινή» που δεν έλειψε ποτέ από τα εκδοτικά εκείνα συγκροτήματα που επιδαψιλεύουν δάφνες στον «πατριώτη» Μεταξά που «είπε το Όχι». Μάλιστα η «Καθημερινή» το έχει πάει και παραπέρα. Ειδικά σε εκείνο το αφιέρωμά της για τον φασίστα Μεταξά, στις 4/8/2007 (ανήμερα, δηλαδή, της κήρυξης της δικτατορίας της «4ης Αυγούστου») όταν και ισχυριζόταν ότι η διακυβέρνηση Μεταξά, εκτός από πατριωτική» που ήταν, πορεύτηκε και με «χαρακτηριστικά φιλολαϊκού»καθεστώτος…


Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι ο Μεταξάς είπε «Όχι» το 1940; 
Το δικό του «Όχι» γιορτάζουμε σήμερα;
ή
μήπως ισχύει εκείνο που έλεγε για τον Μεταξά ο κεντρώος πολιτικός, ο Καφαντάρης, ότι δηλαδή: 
«Είπε το ΟΧΙ, ο μόνος Έλληνας που θα μπορούσε να πει το ΝΑΙ»; (1)

    Όπως θα δούμε, το «Όχι» του Μεταξά δεν ήταν «Όχι» κατά του φασιστικού Άξονα. Δεν είχε φυσικά καμία σχέση με το «Όχι» του ελληνικού λαού. Το «όχι» του Μεταξά ήταν ένα τόσο δα … μικρούλι και ξέπνοο «όχι». Το λέμε εξαρχής και θα το εξηγήσουμε:
    Σε εκείνες τις ιστορικές συνθήκες το «όχι» του Μεταξά ήταν το «Ναι» του φασιστικού καθεστώτος της μεταξικής δικτατορίας υπέρ της Αγγλίας και όχι υπέρ των ελευθεριών του ελληνικού λαού. Και τούτο για δύο λόγους:
Πρώτον, διότι το ελληνικό κράτος, οι προύχοντες, οι κοτζαμπάσηδες του ελληνικού κράτους (και όχι φυσικά ο πένητας ελληνικός λαός) είχαν άρρηκτους δεσμούς διαπλοκής με το βρετανικό κεφάλαιο. 
Δεύτερον, διότι σε κρίσιμες στιγμές (όπως ένας Παγκόσμιος Πόλεμος) οι επιλογές στρατοπέδου από τους «Μεταξάδες» δεν γίνονται με βάση την ιδεολογία τους. Οι «Μεταξάδες» επιλέγουν συμμάχους σύμφωνα με τα ταξικά συμφέροντα που αυτοί εκπροσωπούν. Και τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπούσε ο Μεταξάς και το καθεστώς του, ήταν απολύτως εξαρτημένα και διασυνδεδεμένα με την Αγγλία. Γεγονός που δεν θα μπορούσε να παραβλέψει ο – και κατά τα άλλα – πολύ καλός φίλος του Γκαίμπελς, ο Μεταξάς.
Αυτός ήταν ο «πατριώτης» που είπε το «Όχι» κατά του ναζισμού και του φασισμού;…
Αυτός ήταν ο «πατριώτης» που είπε το «Όχι» κατά του ναζισμού και του φασισμού;
    Για να αντιληφθεί κανείς τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που παίζονταν στην Ελλάδα και το μέγεθος της οικονομικής επιρροής της Αγγλίας στη χώρα είναι ενδεικτικό το εξής στοιχείο:
Το εξωτερικό χρέος της χώρας το 1932 έφτανε τα 1,022 δισεκατομμύρια χρυσά φράγκα, ενώ το εσωτερικό χρέος ήταν 144 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Βασικοί δανειστές της χώρας και κάτοχοι των ελληνικών χρεογράφων ήταν ο οίκος «Hambro» του Λονδίνου, το συγκρότημα «Speyer and Co» της Ν. Υόρκης και η Εθνική Τράπεζα Αθηνών. Το 67,42% του εξωτερικού χρέους ήταν αγγλικά κεφάλαια, το 9,88% ήταν κεφάλαια των ΗΠΑ, το 7,52% ήταν γαλλικά κεφάλαια, το 5,40% σουηδικά, το 3,44% βελγικά. Μόλις το 1,7% ήταν γερμανικά και μόλις το 1,65% ήταν ιταλικά (2).
    Όσο για τον Μεταξά, τον Μάη του 1940, λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου, έλεγε στην  «Ντέιλι Τέλεγκραφ»: «Είμεθα ουδέτεροι εφ’ όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτα δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και, τις περισσότερες φορές ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης» (4)    
Επομένως, ήταν τέτοια η πρόσδεση της Ελλάδας στην Αγγλία, που το μεταξικό καθεστώς δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί να σταθεί απέναντί της. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που οι ίδιοι οι Άγγλοι αποτιμούσαν το (φασιστικό) καθεστώς Μεταξά, το οποίο με την εγκαθίδρυσή του όχι μόνο δεν περιόρισε, αλλά αντίθετα ενίσχυσε τις σχέσεις της χώρας με την Αγγλία. Ο υφυπουργός της Αγγλίας, Ρ. Βάνσιταρτ, έγραφε σε υπόμνημά του το Μάη του 1937 για τις ελληνοβρετανικές σχέσεις: «Βρήκαμε ότι το καθεστώς Μεταξά είναι πολύ πιο συνεννοήσιμο από πολλά από τα προϋπάρχοντα καθεστώτα» (3).
    Την ίδια εποχή, στις 6/5/1940, παραμονές του πολέμου, επαναλάμβανε: «Είναι φυσικό, κράτη παραθαλάσσια σαν εμάς να είμεθα φιλικά με τους Άγγλους και κράτη μεσόγεια σαν τη Βουλγαρία, με τους Γερμανούς. Η διαφορά των πολιτευμάτων δεν παίζει ρόλο (…). Και η Ιταλία στο βάθος, τη φιλία προς την Αγγλία ζητά. Μόνο που αυτή ακολουθεί το δρόμο του μεγάλου, ενώ εμείς είμαστε μικροί» (5)
    Αλλά ακόμα και πριν από την κήρυξη της δικτατορίας του, ο Μεταξάς ήταν σαφής: «Αν και είναι βεβαίως παράτολμον εις την πολιτική να δημιουργή κανείς δόγματα, η Ελλάς δύναται να θέση ως δόγμα πολιτικόν ότι εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να ευρεθή εις στρατόπεδον αντίθετον εκείνου εις το οποίον θα ευρίσκετο η Αγγλία. Δυνάμεθα τούτο να το θεωρήσωμεν ως δόγμα. Εγώ τουλάχιστον το ασπάζομαι» (6)
ή μήπως το μεγαλείο της απόκρουσης του φασίστα εισβολέα τον Οκτώβρη του ’40 ανήκει στον Μεταξά; Ας δώσουμε το λόγο σε κάποιους υπεράνω υποψίας: 
  • Ο αντιστράτηγος Δημ.Καθενιώτης (πρώην αρχηγός Γεν. Επιτελείου) ήταν που δήλωσε πως η ανδρεία και η αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού διόρθωσαν τα σχέδια του Γεν.Επιτελείου του Μεταξά, τα οποία χαρακτήριζε μια «υπερσυντηρητική δειλία».
  • Ο αντιστράτηγος Ι.Κωτούλας ήταν που δήλωσε πως η δικτατορία του Μεταξά και ο βασιλιάς απέκλεισαν όλους τους δημοκρατικούς αξιωματικούς από το στρατό σε αυτή την εξαιρετική προσπάθεια και γι’ αυτό θα έπρεπε να δικασθούν από μια ειδική επιτροπή συμπληρώνοντας ότι «η νίκη οφείλεται κυρίως στο μαχόμενο λαό που πραγματικά απέκρουσε την επίθεση».
  • Ο αντιστράτηγος Σκανδάλης ήταν που δήλωσε ότι δεν λήφθηκαν τα κατάλληλα μέτρα από τη δικτατορία για την αντιμετώπιση της ιταλικής επιθέσεως. Ότι ο δικτάτορας είχε απλώς την πρόθεση να αντιτάξει μια ελαφρά αντίσταση και κατόπιν να συνθηκολογήσει με το πρόσχημα ότι ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθούν τα γεγονότα. Ότι ήταν ο λαός που διέψευσε τις προθέσεις του και πως ο βασιλιάς κι ο Μεταξάς δεν δείχθηκαν αντάξιοι προς την πρωτοβουλία του λαού και το πατριωτικό του πνεύμα.
  • Ο αντιστράτηγος Εδιππίδης ήταν που είπε ότι το Γεν.Επιτελείο δεν εκμεταλλεύτηκε κατάλληλα τη νίκη του στρατού και πως το αλβανικό έπος οφείλεται αποκλειστικά στον υπέροχο ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών.
  • Ο υποστράτηγος Καλογεράς είναι που έγραψε πως η χώρα δεν προπαρασκευάσθηκε στρατιωτικά, ότι η δικτατορία ξόδεψε το χρήμα του λαού για τους σκοπούς της και ότι αν ο Μεταξάς ζούσε κατά τη γερμανική εισβολή θα συνθηκολογούσε όπως έκανε ο Τσολάκογλου.
  • Ο ναύαρχος Δεμέστιχας ήταν που είπε πως ο Μεταξάς επιθυμούσε να διευθύνει έναν πόλεμο που να δυναμώνει τη δικτατορία του και ότι η τιμή του «ΟΧΙ» στον φασίστα επιδρομέα ανήκει στο έθνος σαν ένα σύνολο.
  • Ο ναύαρχος Κολιαλέξης ήταν που είπε πως το καθεστώς Μεταξά και ο βασιλιάς πρόδωσαν τον αγώνα του λαού καθώς διέταξε αποστράτευση ενώ ο στρατός ακόμα πολεμούσε.
Και επειδή έτσι ήταν τα πράγματα, γι’ αυτό και το 1945, λίγο πριν η πλουτοκρατία και οι έξωθεν βαστάζοι της ξεκινήσουν το μεγάλο αιματοκύλισμα του εμφυλίου πολέμου, η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου στον επίσημό της εορτασμό συντελέστηκε υπό την απόλυτη απουσία του λαού. 
Οργανώσεις χιτών και βασιλοφρόνων, απ’ αυτούς που το μόνο που δεν είχαν κάνει ήταν να πολεμήσουν στο αλβανικό μέτωπο, δηλαδή) με σημαίες και συνθήματα κατά των βαλκανικών γειτόνων παρέλασαν μέσα στη γενική αδιαφορία του λαού. 
Πήραν μέρος επίσης η επίσημη κυβέρνηση κι οι πολιτικοί αρχηγοί της Δεξιάς και του Κέντρου. Την ίδια ώρα, και παρά την τρομοκρατία των χιτών και της αστυνομίας, χιλιάδες λαού πήραν μέρος στις συγκεντρώσεις του ΕΑΜ που οργανώθηκαν σε πολλές συνοικίες της Αθήνας.
    Το «Όχι» λοιπόν του Μεταξά δεν είχε τίποτα το «πατριωτικό». 
Ήταν… «συμφεροντολογικό». Και μάλιστα υπό την πιο ιταμή εκδοχή του «συμφέροντος». Δηλαδή του συμφέροντος ενός ταξικού καθεστώτος που, παρά τη διαφορά των πολιτευμάτων, συνέχιζε αδιατάρακτα την πρόσδεση της Ελλάδας υπό το «αγγλικό δόγμα» και αντιμετώπιζε τη χώρα ως «ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης».
 Ο Μεταξάς περιχαρής στο πλευρό του υπουργού προπαγάνδας του Χίτλερ, του Γκαίμπελς, κατά την επίσκεψη του τελευταίου στην Αθήνα, στις 21/9/1936…
Ο Μεταξάς περιχαρής στο πλευρό του υπουργού προπαγάνδας του Χίτλερ, του Γκαίμπελς, κατά την επίσκεψη του τελευταίου στην Αθήνα, στις 21/9/1936…
Αυτή ήταν η σχέση του Μεταξά με τον «πατριωτισμό». Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά
  • για ένα καθεστώς που δολοφονούσε  εργάτες, όπως δολοφόνησε ο Μεταξάς τους καπνεργάτες το ’36.
  • Για ένα καθεστώς που διέπραξε το αδιανόητο: Παρέδωσε στην Γκεστάπο (και μάλιστα μετά από το ιστορικό γράμμα του Ζαχαριάδη) τους πραγματικούς πατριώτες, τους Έλληνες δημοκράτες και κομμουνιστές πολιτικούς κρατούμενους, που ζητούσαν να πολεμήσουν τον εισβολέα.
  • Που διέδιδε τα «φώτα του ελληνικού πολιτισμού» μέσω των πρακτικών του Έλληνα «Μέγκελε», του αρχιδολοφόνου (και κατοπινού βουλευτή της ΕΡΕ) Μανιαδάκη, δεξί χέρι του Μεταξά, που πολλές από τις μεθόδους του στα μπουντρούμια της Ασφάλειας εφαρμόστηκαν στα χιτλερικά στρατόπεδα και στα μπουντρούμια των δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής.
  • Δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τον πατριωτισμό ένα καθεστώς, μέσω του οποίου, όπως ο ίδιος ο Μεταξάς έλεγε: «Η Ελλάδα έγινε ένα Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό…». 
  • Ένα καθεστώς που μετά τη στάση πληρωμών του 1932, κι ενώ η Ελλάδα πλήρωνε μετά από συμφωνίες με τους δανειστές το 30% των τόκων που χρωστούσε, εκείνο – το καθεστώς Μεταξά  – εξασφάλισε σε τοκογλύφους και κερδοσκόπους αποπληρωμές που έφτασαν μέχρι και το 43%.
  • Δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τον πατριωτισμό ένα καθεστώς που περιγράφεται ως εξής:
«Τα βασανιστήρια που εφάρμοσαν οι χαφιέδες της δικτατορίας (σ.σ.: του Μεταξά) εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος, των κομμουνιστών, σοσιαλιστών, δημοκρατικών, εναντίον των πρωτοπόρων εργατών, φοιτητών, αγροτών και διανοουμένων είναι πολύ δύσκολο να περιγραφούν. 
Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση «ομολογιών» και «δηλώσεως μετανοίας». Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο: Στο τραπέζι του ανακριτή – βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο. Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. 
Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, τη φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού. Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής – ανακριτής το έκρινε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμιών. Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη «ανάκρισις» και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμιών. Σ’ αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος. 
Το δεύτερο βασανιστήριο ήταν η στήλη πάγου. Ανέβαζαν τον κρατούμενο στην ταράτσα της Ασφάλειας και τον υποχρέωναν να καθίσει γυμνός πάνω σε μια στήλη πάγου. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με του ρετσινόλαδου. Ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος. Πολλές φορές οι βασανιστές τον υποχρέωναν να κάθεται τόση πολλή ώρα πάνω στον πάγο, ώστε ορισμένοι κρατούμενοι πάθαιναν κρυοπαγήματα (…).
 Άλλο βασανιστήριο ήταν το τράβηγμα των νυχιών με τσιμπίδες. Σε άλλους έβαζαν σπίρτα στα νύχια και τα άναβαν ή τους έκαιγαν το κορμί με τσιγάρο. Άλλους τους χτυπούσαν με σακουλάκια άμμο στα πόδια. Το ξύλο και τα βασανιστήρια γίνονταν συνήθως στην ταράτσα της Γενικής ή Ειδικής Ασφάλειας για να μην ακούγονται οι φωνές του κρατουμένου (…). 
Οι βασανιστές του Κ. Μανιαδάκη χρησιμοποιούσαν και πολλά άλλα μέσα για να αποσπάσουν «ομολογίες» ή «δηλώσεις» και να υποτάξουν τους δημοκράτες στο φασιστικό καθεστώς. Μια μεσαιωνική μέθοδος βασανισμού που χρησιμοποιούσαν ήταν το σιδερένιο στεφάνι. Το περνούσαν στο κεφάλι του κρατουμένου και το έσφιγγαν σιγά σιγά όσο προχωρούσε η ανάκριση. Άλλο μέσο ήταν η περίφημη «πιπεριά» που προκαλούσε φοβερό άγχος στον κρατούμενο και η «γάτα» που καταξέσκιζε τις σάρκες. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος ήταν η «φάλαγγα». Αφού επί ώρες έδερναν οι βασανιστές τον κρατούμενο στα πέλματα με δεμένα πόδια σ’ ένα κρεβάτι ή μια καρέκλα, ύστερα τον υποχρέωναν να τρέχει ξυπόλυτος στην ταράτσα της Ασφάλειας. Η ίδια ομάδα βασανιστών στην Ασφάλεια χρησιμοποιούσε και μια ακόμα βάρβαρη μέθοδο: Αφού έκανε ράκος τον κρατούμενο από το ξύλο, τον περιέλουζε κατόπιν με κουβάδες βρώμικο νερό (…). 
Υπολογίζεται ότι εκτός από τους δεκάδες αγωνιστές που πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες και τις εκατοντάδες που παραδόθηκαν από το ξενοκίνητο καθεστώς της 4ης Αυγούστου στους Γερμανοϊταλούς κατακτητές και εκτελέστηκαν, 12 τουλάχιστον δολοφονήθηκαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου κατά τον ίδιο τρόπο στα διάφορα φασιστικά κάτεργα. Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν «σακατεύετε, αλλά μη σκοτώνετε». 
Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το «ζήλο» τους σε ορισμένα όρια. Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να «ξεπαστρέψει» και μερικούς για να φοβηθούν και να «σπάζουν» ευκολότερα οι άλλοι. Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια (…)» (7).
    Από τις τάξεις αυτού, του φασιστικού και δολοφονικού μεταξικού καθεστώτος, από τις τάξεις εκείνων που διόρισαν πρωθυπουργό τον Μεταξά το 1936, τους απόντες από το μεγαλειώδες «Όχι» του ελληνικού λαού στα βουνά, στις πόλεις και στα χωριά, βγήκαν οι δοσίλογοι, οι γερμανοτσολιάδες και οι ταγματασφαλίτες. Αυτοί που όταν ο ελληνικός λαός πολεμούσε και απελευθέρωνε τη χώρα από τους κατακτητές, εκείνοι έδιναν τον παρακάτω όρκο:
«Ορκίζομαι εις τον Θεόν τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως ΕΙΣ ΤΑΣ ΔΙΑΤΑΓΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισομένας μοι υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς, ότι διά μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεών μου, τας οποίας διά του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθή ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ».
(Ο Όρκος των Ταγμάτων Ασφαλείας)…
«Με αρχηγούς Σαμαρινιώτη, τον Σαράφη και τον Άρη, ξεψυχάει ο αγκυλωτός του φασισμού…»
«Με αρχηγούς Σαμαρινιώτη, τον Σαράφη και τον Άρη, ξεψυχάει ο αγκυλωτός του φασισμού…».
    Αντίθετα, οι πραγματικοί πατριώτες, αυτοί που μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού έδωσαν τον αγώνα για το ψωμί, την τιμή και τη λευτεριά του λαού, ήταν οι άλλοι. 
Και οι όρκοι τους ήταν αυτοί:
   «Εγώ, παιδί του Ελληνικού Λαού, ορκίζομαι ν’ αγωνιστώ πιστά στις τάξεις του ΕΛΑΣ για το διώξιμο του εχθρού από τον τόπο μας, για τις ελευθερίες του Λαού μας, κι ακόμα, να είμαι πιστός και άγρυπνος φρουρός προστασίας στην περιουσία και το βιός του αγρότη. Δέχομαι προκαταβολικά και την ποινή του θανάτου αν ατιμάσω την ιδιότητά μου ως πολεμιστής του Έθνους και του λαού και υπόσχομαι να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω εάν δεν ξεσκλαβωθεί η Πατρίδα μου και δεν γίνει ο Λαός νοικοκύρης στον τόπο του».
 (Ο Όρκος της πρώτης αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ στη Ρούμελη που έγραψε ο Άρης Βελουχιώτης και δόθηκε το 1942 στη Γραμμένη Οξιά).
«Ορκίζομαι στον Ελληνικό Λαό και τη συνείδησή μου, ότι θ’ αγωνισθώ έως την τελευταία σταγόνα του αίματός μου για την πλήρη απελευθέρωση της Ελλάδας από τον ξένο ζυγό. 
Ότι θα αγωνιστώ για την περιφρούρηση των συμφερόντων του Ελληνικού Λαού και την αποκατάσταση και κατοχύρωση των ελευθεριών και όλων των κυριαρχικών δικαιωμάτων του. 
Για τον σκοπό αυτό θα εκτελώ ευσυνείδητα και πειθαρχικά τις εντολές και οδηγίες των ανωτέρων μου οργάνων και θ’ αποφεύγω κάθε πράξη που θα με ατιμάζη σαν άτομο και σαν αγωνιστή του Εργαζόμενου Ελληνικού Λαού».
(Ο Όρκος του Ελασσίτη, όπως δημοσιεύτηκε στον «Απελευθερωτή», όργανο της ΚΕ του ΕΛΑΣ,  Αθήνα 27 Απριλίου 1943)
    Αυτοί ήταν οι πατριώτες που είπαν το «Όχι» μαζί με το λαό. Αυτοί, οι κυνηγημένοι από το καθεστώς Μεταξά πριν τον πόλεμο, οι κυνηγημένοι ΕΑΜίτες από το μετά Βάρκιζα τρομοκρατικό όργιο και από το μετεμφυλιακό καθεστώς. Αυτοί ήταν που όταν χρειάστηκε έδειξαν το πώς οι πατριώτες αγαπούν την Ελλάδα. Όπως ακριβώς το είχε πει ο Μπελογιάννης στους στρατοδίκες του:
 «Με την καρδιά τους και με το αίμα τους».  
    Αυτοί πολέμησαν τον κατακτητή. Αυτοί πολέμησαν τον φασίστα. Αντίθετα κάποιοι άλλοι επιδίδονταν στην προπαγάνδα της υποταγής. Το μήνυμα του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου προς τον λαό ήταν να… κάτσει ήσυχος.
    Στις 29 Απρίλη 1941, δύο μέρες μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους ναζί η εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ», έγραφε στο κύριο θέμα της :
«Εντός εικοσιτετραώρων η κατάληψις της χώρας μας θα έχει συμπληρωθή. Έτσι η Ελλάς βγαίνει από τον πόλεμο – και βγαίνει οριστικώς από τον πόλεμον, καθ’ ον τρόπον εβγήκαν όλαι σχεδόν αι χώραι της ηπειρωτικής Ευρώπης (…). Αυτό δεν το λέγομεν προς παρηγορίαν μας. Τα λέγομεν διά να τονίσωμεν τη βασικήν κατά τη γνώμην μας αλήθειαν που δεν πρέπει ποτέ να φεύγη από τα μάτια μας, ότι δηλαδή τα ελληνικά προβλήματα που εδημιουργήθησαν από της 27ης Απριλίου δεν ημπορούν να αντιμετωπισθούν παρά εις το πλαίσιο της Νέας Ευρωπαϊκής πραγματικότητος. Πρέπει να καταλάβουμε ότι εφεξής αποτελούμεν μέρος ενός εκτεταμένου ηπειρωτικού συνόλου του οποίου όλα τα τμήματα θα έχουν αναποφεύκτως κοινότητα κατευθύνσεων και προπαντός κοινότητα συμφερόντων, οικονομικών και άλλων. Αυτή η ηπειρωτική σύλληψις της υποστάσεώς μας πρέπει να αποτελέση το πλαίσιον μέσα εις το οποίον θα κινηθούμε. Η τύχη μας είναι εφεξής αρρήκτως συνδεδεμένη προς την τύχη της γηραιάς Ηπείρου της οποίας αποτελούμεν τη νοτιοανατολικήν εσχατιάν».
    Αντίστοιχο και το μήνυμα της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»:
«Ο αθηναϊκός λαός αντιμετωπίζει τα γεγονότα με σταθεράν πεποίθησιν ότι όλα βαίνουν προς το καλύτερον, ότι λήξαντος του πολέμου, διά την Ελλάδα τουλάχιστον, ανοίγεται η περίοδος της ειρήνης και της εντός των πλαισίων της ειρήνης αυτής παραγωγικής δραστηριότητος. Η θέλησις των Ελλήνων, όπως εντός του ειρηνικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει εις αυτούς ο τερματισμός του πολέμου, αναπτύξουν όλας των τας ικανότητας και όλας των τας πρωτοβουλίας, θα δώση ασφαλώς αφορμήν διά να εκδηλωθούν όλαι εκείναι αι κεκρυμμέναι αρεταί της φυλής μας, αι οποίαι είτε εξ αδιαφορίας, είτε εξ αισθημάτων ηλαττωμένης αλληλεγγύης δεν είχον ανέλθει εις την επιφάνειαν τους τελευταίους καιρούς. Αι γερμανικαί αρχαί εμφορούμεναι από τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού, τας αρετάς και τα προτερήματα του οποίου δεν ήργησαν να γνωρίσουν, θα τον συντρέξουν -περί τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία- εις πάσαν θετικήν και οικοδομητικήν του προσπάθειαν».
    Κόντρα στα κηρύγματα της υποταγής, στην προπαγάνδα της συνθηκολόγησης που διατεινόταν ότι η κατοχή σήμαινε το… τέλος του πολέμου και ότι οι Γερμανοί κατακτητές εμφορούντο από «τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού», ο λαός μας ακολούθησε τον άλλο δρόμο.
    Ο λαός ακολούθησε το δικό του μεγαλειώδη δρόμο, τον αγώνα της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, όπως τον είχε περιγράψει ήδη από την έναρξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου – μέσα από τα μπουντρούμια της Ασφάλειας – ο Νίκος Ζαχαριάδης στο ιστορικό του πρώτο γράμμα της 31 Οκτώβρη 1940:
«Προς το λαό της Ελλάδας
Ο φασισμός του Μουσσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα όλοι οι έλληνες παλαίβουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία. Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. Ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσσολίνι. Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ.
Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα (…)»
    Και το γράμμα του Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κατέληγε:
«Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ’ ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.
Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θάναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας» (8).
Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» στις 28 Οκτώβρη 1945
Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» στις 28 Οκτώβρη 1945.
    Ο λαός μας, με πρωτοπόρο τον ανθό του, αρνούμενος την υποταγή στον εισβολέα τον Οκτώβρη του ‘40, αρνούμενος την  καταχνιά της κατοχής που πλάκωσε τη χώρα τον Απρίλη του ’41, πιάνοντας το νήμα του ‘21, απειθαρχώντας στα κελεύσματα της συνθηκολόγησης, παλεύοντας κόντρα στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και διεκδικώντας για έπαθλο την λύτρωση από κάθε εκμετάλλευση, χωρίς να διαπραγματευτεί τίποτα από την τιμή και την Ιστορία του, τράβηξε το δρόμο του μεγαλείου και της θυσίας, όπως ακριβώς περιγραφόταν, αργότερα, σε εκείνο το πανό του ΕΑΜ:
«Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα»       
 ***
(1) Φοίβου Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909 – 1940», εκδόσεις Κ. Καπόπουλος, τόμος 4ος, σελ. 344
(2) «Ιστορία Ελληνικού Εθνους», «Εκδοτική Αθηνών» τόμος ΙΕ, σελ. 335-338
(3) Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις «ΔΙΟΓΕΝΗΣ», σελ 25
(4) «Τα Μυστικά Αρχεία του Φόρεϊν Οφφις», ΒΙΠΕΡ, εκδόσεις «ΠΑΠΥΡΟΣ», σελ. 76
(5) Ιωάννου Μεταξά: «Ημερολόγιο», εκδόσεις «Γκοβόστης», τόμος Δ’, σελ. 467
(6) Ιωάννου Μεταξά: «Ημερολόγιο», τόμος Δ’, σελ. 77.
(7) Σπύρου Λιναρδάτου, «Η 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο»
(8) «Το ΚΚΕ- Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 5ος, σελ. 9- 10
Δες το βίντεο :
Και τις: 



Κάθε χρόνο, η αστική τάξη και τα κόμματα του πολιτικού της συστήματος αξιοποιούν την επέτειο της 28ης του Οκτώβρη, στο πλαίσιο της ιδεολογικής επίθεσης που θέλει να αναπαράγει τους δεσμούς ενσωμάτωσης της πλειοψηφίας του εργαζόμενου λαού στο σύστημα. 

Καθόλου τυχαία, τονίζουν τη λεγόμενη «εθνική ενότητα» ως προϋπόθεση της ευημερίας και της προκοπής του λαού, ας συντρίβουν την ίδια στιγμή ακόμα και στοιχειώδη δικαιώματά του.

Οι αστικές δυνάμεις στην Ελλάδα ακολουθούν την «πεπατημένη» όλων των αστικών τάξεων. 
Κρύβουν το γεγονός ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής που ακολουθήθηκε σε καιρό ειρήνης, αλλά που στον πόλεμο ακολουθείται με τα όπλα. 
Από τη στιγμή που η πολιτική των κυβερνήσεων συντείνει και υπερασπίζει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, είναι φυσικό επακόλουθο και ο πόλεμος, στον οποίο θα πάρει μέρος η αστική τάξη, είτε αμυνόμενη είτε επιτιθέμενη, να είναι πόλεμος ληστρικός, εκμεταλλευτικός, άρα και ξένος με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Καμιά εθνική ενότητα δεν υπήρξε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Υπήρξαν ασφαλώς αυταπάτες στις λαϊκές μάζες, όχι όμως και πραγματική εθνική ενότητα, γιατί αυτή είναι ανύπαρκτη σε μια ταξική κοινωνία. Στο τέλος του ιταλοελληνικού πολέμου φάνηκε δραματικά ποια ήταν η πραγματικότητα.
Ο λαός δεν γεύτηκε τους καρπούς της νίκης του. 

Αντίθετα, ο εγχώριος και ξένος ταξικός εχθρός επεδίωξε να συντρίψει ολοκληρωτικά το λαϊκό κίνημα. 
Το αστικό κράτος και οι κυβερνήσεις του, φιλελεύθεροι και βασιλικοί, κάθε είδους κοινωνικά κατακάθια, συνεργάτες των Γερμανών και μαυραγορίτες όλοι μαζί ξεκίνησαν μια έξαλλη εκστρατεία διώξεων, δολοφονιών, βασανισμών, υπό την υψηλή εποπτεία της βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής για να εξασφαλιστεί η εδραίωση της αστικής εξουσίας. 
Η συγκρότηση αστικής εξουσίας που δεν υπήρχε στην απελευθέρωση και η ανασυγκρότηση της καπιταλιστικής οικονομίας ήταν η πρώτη προτεραιότητά τους.

Ο πόλεμος δεν ήρθε μόνος του, σαν φυσική καταστροφή
Στο πλαίσιο ενός σύντομου αφιερώματος, με αφορμή την 28η του Οκτώβρη, ασφαλώς και δεν είναι δυνατόν να δοθούν όλες οι εξελίξεις εκείνης της περιόδου. Είναι όμως απαραίτητες για την προσέγγιση εκείνης της εποχής ορισμένες αναφορές σε ό,τι προηγήθηκε:
Ακριβώς 20 χρόνια μετά τη λήξη του Α΄Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού Πολέμου, ξέσπασε ο πιο αιματηρός στην ανθρώπινη Ιστορία, ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος. Οπως και ο πρώτος, ήταν και αυτός ιμπεριαλιστικός.
Αιτία της έκρηξής του υπήρξαν οι οξυμένες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για το ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής, των αγορών και των πηγών πρώτων υλών. 

Τα δύο ιμπεριαλιστικά μπλοκ συγκροτήθηκαν τελικά με βασικές δυνάμεις, από τη μια, τις Γερμανία - Ιταλία - Ιαπωνία 
και από την άλλη τις ΗΠΑ - Γαλλία - Μ. Βρετανία. Τις ανακατατάξεις, οι οποίες είχαν συντελεστεί στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, επιτάχυνε και τροφοδότησε η μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του καπιταλισμού 1929 - 1933, αλλά και η νέα που εκδηλώθηκε το 1938.

Στο μεταξύ, είχε συντελεστεί μια κοσμοϊστορική αλλαγή με παγκόσμια επίδραση, η νικηφόρα Οχτωβριανή σοσιαλιστική Επανάσταση και υπήρχε το βασικό δημιούργημά της, η Σοβιετική Ενωση, στην οποία είχε καταργηθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. 
Η Οχτωβριανή Επανάσταση και η πορεία της σοσιαλιστικής επανάστασης ήταν η έμπρακτη έκφραση ότι η εποχή του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό είχε αρχίσει, ανεξάρτητα από πιθανά ιστορικά πισωγυρίσματα. 
Ταυτόχρονα, είχε αναπτυχθεί το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, συγκροτημένο και διαρθρωμένο από το 1919 στις γραμμές της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Το 6ο Συνέδριο της ΚΔ (17 Ιούλη - 1 Σεπτέμβρη 1928) είχε εγκρίνει το Πρόγραμμα και τις θέσεις για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τη στάση που έπρεπε να έχουν τα ΚΚ και η εργατική τάξη απέναντι σε αυτόν, ορίζοντας: 
«Η αιτία του πολέμου, σαν ιστορικού φαινομένου, δεν βρίσκεται στα "φυσικά κακά ένστικτα" των ανθρώπων και ούτε στην "κακή" πολιτική των κυβερνήσεων, αλλά στο ότι η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Ο καπιταλισμός - να η αιτία των πολέμων της νεότερης ιστορίας».

Το 6ο Συνέδριο κάλεσε τους κομμουνιστές, στην περίπτωση που θα ξεσπάσει ιμπεριαλιστικός πόλεμος, να καθοδηγούνται από το πρόγραμμα που εφάρμοσε το κόμμα των Μπολσεβίκων στα χρόνια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Βασικό σημείο αυτού του προγράμματος ήταν η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο του προλεταριάτου κατά της αστικής τάξης.
Στο Πρόγραμμα της ΚΔ, ο φασισμός, μεταξύ άλλων, οριζόταν ως εξής:
«Υπό συγκεκριμένες ειδικές ιστορικές συνθήκες, η πορεία της αστικής, ιμπεριαλιστικής, αντιδραστικής επίθεσης παίρνει τη μορφή του φασισμού. (...) 
Το φασιστικό σύστημα είναι το σύστημα της άμεσης δικτατορίας, υπό τον ιδεολογικό μανδύα της "εθνικής ιδέας" και της εκπροσώπησης των "επαγγελμάτων" (στην πραγματικότητα εκπροσωπούνται οι διάφορες ομάδες της κυρίαρχης τάξης) ...
 Στις περιόδους της οξείας κρίσης για την αστική τάξη, ο φασισμός καταφεύγει στην αντικαπιταλιστική φρασεολογία, αλλά μετά την εγκατάστασή του στο πηδάλιο του Κράτους, παραμερίζει την αντικαπιταλιστική φλυαρία και αποκαλύπτεται ως τρομοκρατία και δικτατορία του μεγάλου κεφαλαίου».

Ενας τιτάνιος αγώνας

Από την αρχή της επίθεσης των Ιταλών στη χώρα μας, το ΚΚΕ προσπάθησε με σημαντική συμβολή του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη και τα τρία γράμματα που έγραψε εκείνη την περίοδο να διαμορφώσει γραμμή που να εξασφαλίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Κόμματος, στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα. Κάτι που εκφράστηκε αργότερα με τη συγκρότηση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Ομως η σταδιοποίηση της στρατηγικής του Κόμματος, όπως αυτή είχε αποτυπωθεί στην 6η Ολομέλεια της ΚΕ το 1934 και στη συνέχεια με το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, απομάκρυνε από το οπτικό πεδίο της εργατικής τάξης το άμεσο και αντικειμενικά αναγκαίο, που το ωρίμαζαν περισσότερο οι πολεμικές συνθήκες: Την πάλη για την εργατική εξουσία.
Υστερα από την κατάκτηση της Ελλάδας και το χωρισμό της σε τρεις ζώνες κατοχής (γερμανική - ιταλική - βουλγαρική), ακολούθησαν μεγάλα και συγκλονιστικά γεγονότα. Η στάση της αστικής τάξης και μαζί των κατακερματισμένων και σε βαθιά κρίση πολιτικών της δυνάμεων είναι λίγο - πολύ γνωστή.
 Ενα τμήμα της, οι φυγάδες πολιτικοί και στρατιωτικοί παράγοντες, διαμόρφωσε κυβερνητικό - κρατικό κέντρο στο εξωτερικό (στην Αίγυπτο) και ο βασιλιάς εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο.
 Ενα άλλο τμήμα της (οι δοσίλογοι) συνεργάστηκε με τους κατακτητές. 
Ενα τρίτο λούφαξε στην Αθήνα, ενώ έπαιρνε και μέρος στην υπονόμευση του λαϊκού αγώνα. 
Και τέλος, ένα τέταρτο οργάνωσε ορισμένη δράση κατά των κατακτητών σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας, ενώ παράλληλα είχε διαύλους συνεργασίας και με τους Γερμανούς, για να χτυπήσει το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ.
Στόχος όλων ήταν η διατήρηση της αστικής εξουσίας μετά τον πόλεμο.

Από την πλευρά του, το ΚΚΕ ανέλαβε να σηκώσει το τιμητικό βάρος του αγώνα ενάντια στο φασισμό. Με τις ελάχιστες δυνάμεις του και πληγωμένο από το μένος της τεταρτοαυγουστιανής δικτατορίας εναντίον του, αποδύθηκε σ' έναν τιτάνιο αγώνα, στον οποίο έδωσε το αίμα του και την ψυχή του.
 Η μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και άλλων λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας και των γυναικών, συσπειρώθηκαν στο ΕΑΜ και στην ΕΠΟΝ, αλλά και δεκάδες χιλιάδες στο ένοπλο τμήμα του, τον ΕΛΑΣ. Χιλιάδες εκτελέστηκαν ή έπεσαν πολεμώντας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, εμπνευστής, καθοδηγητής και αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης, ενάντια στη βάρβαρη τριπλή κατοχή, κέρδισε το σεβασμό και την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του λαού. 
Το ένοπλο τμήμα του ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, έδωσε 600 μάχες με τα φασιστικά στρατεύματα και απελευθέρωσε τα 2/3 της Ελλάδας. 
Η προσφορά του ΚΚΕ παραμένει απαράγραπτη, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν έλυσε το πρόβλημα της πάλης για την εργατική εξουσία κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, ή έστω το 1944, όταν διαμορφώθηκε επαναστατική κατάσταση.
Μελετώντας την Ιστορία
Το ΚΚΕ μελετώντας την Ιστορία του επαναστατικού κινήματος, στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του υπογράμμισε σχετικά με το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο:
«Ο πόλεμος διαμόρφωσε συνθήκες μεγάλης όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων στο εσωτερικό πολλών χωρών, όμως η αντιφασιστική πάλη οδήγησε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, με την καθοριστική υποστήριξη των λαϊκών κινημάτων από τον Κόκκινο Στρατό, μόνο στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Στην καπιταλιστική Δύση τα ΚΚ δεν διαμόρφωσαν στρατηγική μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου ή του απελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. Η στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος δεν αξιοποίησε το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό - απελευθερωτικό χαρακτήρα του ένοπλου αγώνα για μια σειρά χώρες, ώστε να θέσει στην ημερήσια διάταξη το πρόβλημα της εξουσίας, αφού ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα».
Καθήκοντα μπροστά στον πόλεμο
Το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ έχει εκτιμήσει ότι στις μέρες μας δεν πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου, στον οποίο θα εμπλακεί και η Ελλάδα. Αυτή η εκτίμηση προκύπτει από την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που ήδη εκφράζονται με πολέμους σε μια σειρά χώρες της ευρύτερης περιοχής μας και αφορούν τον έλεγχο στην παραγωγή και διέλευση των ενεργειακών πόρων, γενικότερα τη διανομή των αγορών και τον ανταγωνισμό για την παγκόσμια κυριαρχία.
Το Πρόγραμμα που ψήφισε το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ, εκτιμώντας τον σύγχρονο κόσμο και τη θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και τεκμηριώνοντας και πάλι την αναγκαιότητα και την επικαιρότητα του σοσιαλισμού, αλλά και προσδιορίζοντας τα καθήκοντα του ΚΚΕ για τη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα, συμπεριέλαβε και τα εξής σχετικά με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο:
«Σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας, είτε σε αμυντικό είτε σε επιθετικό πόλεμο, 
το Κόμμα πρέπει να ηγηθεί της αυτοτελούς οργάνωσης της εργατικής - λαϊκής πάλης με όλες τις μορφές, 
ώστε να οδηγήσει σε ολοκληρωτική ήττα της αστικής τάξης, εγχώριας και ξένης ως εισβολέα, έμπρακτα να συνδεθεί με την κατάκτηση της εξουσίας. 
Με την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση του Κόμματος να συγκροτηθεί εργατικό - λαϊκό μέτωπο με όλες τις μορφές δράσης, με σύνθημα: 
Ο λαός θα δώσει την ελευθερία και τη διέξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα που, όσο κυριαρχεί, φέρνει τον πόλεμο και την "ειρήνη" με το πιστόλι στον κρόταφο»
Επιμέλεια:  Viva La Revolucion