Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Για τις Σημαίες μας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Για τις Σημαίες μας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 Ιουνίου, 2019

ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ:«ΧΤΥΠΑ ΡΕ ΦΑΣΙΣΤΑ, ΧΤΥΠΑ ΟΣΟ ΘΕΣ, ΕΓΩ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΑΔΕΡΦΟΥ ΜΟΥ, ΔΕΝ ΘΑ Τ' ΑΠΑΡΝΗΘΩ»

 ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!
,,Τα βογγητά των γυναικών που χτυπήθηκαν έχουν γεμίσει τη σκηνή. Αρχίζουμε να τρέμουμε με όσα βλέπουμε τριγύρω μας και δεν περιμένουμε πότε θα τελειώσουν. Όλες έχουμε αγριευτεί. Λες και ζούμε κάτι σαν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Σε κάθε βουρδουλιά που πέφτει, τιναζόμαστε κι εμείς σαν αυτόματα.,,  
Αποφασισμένες να ζήσουν και μέσα στα σύρματα, ωστόσο πολλές είναι σοβαρά άρρωστες, μα η διοίκηση ζητά δήλωση για να τις αφήσει. Καθιστές δεξιά η Μαριγούλα και η Ρόζα Λαζαρίδου
Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Χτύπα, ρε φασίστα, χτύπα όσο θες, μα εγώ το αίμα του αδερφού μου δεν θα τ’ απαρνηθώ»
18-06-2019


Νίτσα Γαβριηλίδου: Καμιά από τις γυναίκες που ζήσαμε τη Μακρόνησο δεν θα ξεχάσει το τι ζήσαμε μέσα στις σκηνές αυτές. Το βράδυ εκείνο μία μόνο σκέψη κυριαρχούσε στη Μακρόνησο: ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!


Κατιούσα

Η Νίτσα Γαβριηλίδου, κόρη του ηγέτη της αγροτιάς, λαϊκού αγωνιστή Κώστα Γαβριηλίδη, γεννήθηκε το 1925 στο χωριό Κοκκινιά του Κιλκίς. Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ το 1943. Μετά τα Δεκεμβριανά όλη η οικογένεια Γαβριηλίδη συλλαμβάνεται και κρατείται στις φυλακές Θεμιστοκλέους έως την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας.

Έκτοτε, η Νίτσα Γαβριηλίδου εργάστηκε ως ιδιαιτέρα γραμματέας στο πολιτικό γραφείο του πατέρα της στο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας, έως τις μαζικές συλλήψεις του Ζέρβα, τον Ιούλιο του 1947. Η ίδια συνελήφθη στις 7 Απριλίου 1947 και παρέμεινε για πολλά χρόνια εξόριστη στα στρατόπεδα της Χίου, του Τρικεριού, της Μακρονήσου και πάλι του Τρικεριού.

Το 1956 κατόρθωσε να διαφύγει στη Γαλλία, όπου δημιούργησε οικογένεια. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1985.

«…τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας τα περνάμε μέσα στο καμίνι αστό της εξορίας. Σφυρηλατηθήκαμε σαν το σίδερο που το καίει η φωτιά, σκληρύναμε πριν προλάβουμε ακόμα να ζήσουμε την τρυφερή μας ηλικία. Σβήσαμε κάθε όνειρο. Πνίξαμε τις επιθυμίες. Σα να μη μας έφτανε που ζήσαμε την πείνα, την κατοχή, το μίσος του εμφυλίου, τις εξορίες στη Χίο, στο Τρίκκερι, έπρεπε τώρα να γνωρίσουμε και τι θα πει Μακρόνησος», σημειώνει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ. Απόψε χτυπούνε τις γυναίκες. Μαρτυρία» (Αθήνα 2004). Και συνεχίζει:


Η Νίτσα Γαβριηλίδου

«Η ζωή μάς είχε κλείσει για καλά τις πόρτες της. Για μας, τα νιάτα του ’50 δεν υπήρχαν πανεπιστήμια, σχολεία κι έρωτες. Για μας έτυχαν οι φυλακές, τα στρατόπεδα, οι εκτελέσεις, οι εξορίες. Σε μας έτυχε ο μεγάλος λαχνός να ζήσουμε τις συνέπειες του εμφύλιου σπαραγμού. Να δούμε και να μάθουμε την ακριβή σημασία των λέξεων: Αλφάδιασμα – Καψόνια – Δήλωση – Τυραννία. Παρ’ όλα αυτά η γενιά αυτή στάθηκε άξια και αδάμαστη. Όταν μας φέρανε στη Μακρόνησο, ο Βασιλόπουλος, διοικητής του τάγματός μας, είπε: «Υπόθεση 10 ημερών». Τόσο μας είχε εκτιμήσει. Όμως η πορεία τού απέδειξε το αντίθετο. Παρ’ όλα τα οργανωμένα εξοντωτικά μέτρα, οι γυναίκες στάθηκαν παλικάρια. Με τίποτα δεν τσάκισαν την ψυχή και το ηθικό τους».

Από το ίδιο βιβλίο το απόσπασμα που ακολουθεί:

Ώσπου έφτασε η 30 Ιανουαρίου. Μια ημερομηνία που έμεινε βαθιά χαραγμένη στη μνήμη κάθε γυναίκας που πέρασε από το Μακρονήσι. Μας ξυπνούν μέσα στ’ άγρια χαράματα. Οι σκηνές μας γέμισαν από ουρλιαχτά και βρισιές. Κλωτσούν τα στρώματά μας. «Την Παναγία σας Βουλγάρες, έφτασε η ώρα σας! Ξυπνήστε! Σήμερα θα σας πάρουμε το αίμα! Όλες έξω και κατεβείτε γρήγορα στο Θέατρο». Και τα μεγάφωνα να φωνάζουν συνέχεια: «Προσοχή! Προσοχή! Όλες οι γυναίκες του ΕΣΑΓ να κατέλθουν στο χώρο του Θεάτρου».

Μισοκοιμισμένες ακόμη ψάχνουμε μες στο σκοτάδι ρούχα χοντρά για να ντυθούμε όχι τόσο για να μην κρυώσουμε, όσο να μην πονέσουμε από το ξύλο. Η επιθυμία για τη σωματική μας ανάγκη είναι έντονη μα και η παρουσία τους μες στη σκηνή μάς δυσκολεύει. Η κάθε μία βολεύεται όπως μπορεί, ακόμα και σε κονσερβοκούτια.

Έξω το κρύο πολύ τσουχτερό. Ως και τα στοιχεία της φύσης τα βάλανε μαζί μας. Η ηθοποιός Αλέκα Παΐζη φορά τη γούνα της ανάποδα. Η Ίρμα της λέει πως μοιάζει με ανάποδη αρκούδα. Κι εκείνη, βλέποντας την Ίρμα να φορά παντελόνι, πάνω από αυτό χοντρό φόρεμα και τη ζακέτα της με κουκούλα, της απαντά: «Κι εσύ μοιάζεις με τρίπατο σπίτι». Προσπαθούμε να διασκεδάσουμε την αγωνία μας.

Οι Αλφαμίτες μάς συνοδεύουν με ρόπαλα και βρισιές. Οι φωνές τους άγριες, κανιβαλικές, μας πήραν το κεφάλι. Είναι οπλισμένοι, λες και μας πάνε για εκτέλεση. Είναι χαράματα. Τα πρόσωπα όλων αγουροξυπνημένα. Αλαφιασμένες οι καρδιές. Μάτια ορθάνοιχτα που κοιτούν η μία την άλλη. Το βλέμμα των Αλφαμιτών βλέμμα μαστουρωμένων ανθρώπων. Μας κατεβάζουν στην πλατεία του Θεάτρου.

Για μια στιγμή η Αννούλα μου δείχνει την ζωγράφο Κατερίνα Χαριάτη. Έχει τυλίξει το κεφάλι της με μια μαντήλα με κρόσσια και μοιάζει σαν τους κουρσάρους. Προσπαθούμε και οι δύο να κρύψουμε το νευρικό μας γέλιο, που συχνά μας βρίσκει όταν οι στιγμές είναι τραγικές.

Στο Θέατρο μας διατάζουν να καθήσουμε κατάχαμα. Κουλουριαζόμαστε η μία δίπλα στην άλλη. Είμαστε καθισμένες πάνω στα πόδια μας. Γύρω από το τοιχάκι που έχει ο περίγυρος του Θεάτρου στέκονται Αλφαμίτες οπλισμένοι. Όλοι είναι σε κίνηση, όλοι φουριόζοι και βλοσυροί. Λες και κάνουν άμιλλα ποιος θα φανεί σκληρότερος από τον άλλο. Πάνω από χίλιες γυναίκες στριμωχνόμαστε η μία δίπλα στην άλλη, ενώ οι Αλφαμίτες φωνάζουν συνέχεια. «Όλες κάτω, καθίστε κάτω!», και οι σφυρίχτρες τους μας πήραν το κεφάλι.

Φορτισμένες οι ψυχές μας, το μυαλό μας σταματά στη σκέψη τι θα γίνει τώρα, πώς θ’ αρχίσει το ξύλο με μας. Έχουμε ακούσει τόσα από τους άντρες. Με την αγωνία σε ένταση και με κομμένη την αναπνοή περιμένουμε. Τα όμορφα πρόσωπα των κοριτσιών μας τώρα γίνονται αγνώριστα. Φορέσανε τη μάσκα του τρόμου.

Τα μικρά παιδάκια σφιγμένα γύρω από το λαιμό της μάνας τους παρακολουθούν ανυποψίαστα μα και τρομαγμένα. Όλες οι αισθήσεις μας σε υπερένταση. Ακούμε φωνές, προστάγματα στρατιωτικά, λες και πρόκειται να δοθεί μια στρατιωτική μάχη. Τα μεγάφωνα καλούν τους κουρείς του Τάγματος. Αστραπιαία κοιταζόμαστε όλες μεταξύ μας. «Να κατέλθουν οι γιατροί και οι τραυματιοφορείς του λόχου». Μερικές γυναίκες αποχωρούν.

Όλοι οι αξιωματικοί του Α2 με τους Αλφαμίτες οπλισμένους βρίσκονται επί ποδός. Ανάμεσά τους και ο περιβόητος Ιωαννίδης της Χούντας, που φωνάζει: «Εμείς δεν είμαστε ανθρωπιστές, είμαστε κτήνη και θα σας εξοντώσουμε!».

Στην εξέδρα εμφανίζεται ο Παπαγιαννόπουλος. Φοράει πάντα ένα δερμάτινο σακκάκι και παίζει το μαστίγιό του επιδεικτικά. Τα μεγάφωνα με τα συνθήματά τους εντείνουν την ψυχολογική πίεση των γυναικών. Άγριος και απειλητικός ο Παπαγιαννόπουλος μας λέει πως είναι η τελευταία ευκαιρία που μας δίνεται να φύγουμε στα σπίτια μας. Τα γραφεία του Α2 είναι ανοιχτά και μας περιμένουν. Μετά κοιτάζει την ώρα του και μας δίνει ακόμη ένα τέταρτο προθεσμία. Κάθε τόσο ξανακοιτάζει την ώρα του και μας λέει πως σε λίγο θα είναι πολύ αργά.

Μερικές γυναίκες φεύγουν από το θέατρο, ενώ τα μεγάφωνα δεν παύουν να μας καλούν να περάσουμε από τα γραφεία να τακτοποιηθούμε. Οι Αλφαμίτες περιφέρονται ανάμεσά μας, μας προτρέπουν για τη δήλωση: «Τι καθόσαστε και δεν πάτε στο Α2. Τόσοι και τόσοι υπέγραψαν. Εσείς θα γίνετε ηρωίδες;» Όλες είμαστε σιωπηλές και μόνο η ανάσα μας ακούγεται βαριά.

Σε λίγο φωνάζει να βγούνε έξω από το θέατρο οι ανταρτίνες, περίπου 120 γυναίκες, που ενώ υπέγραψαν στη Λάρισα, τις φέρανε επίτηδες μαζί μας από το Τρίκκερι για να πάρουν το απολυτήριο εδώ στη Μακρόνησο και να φανεί έτσι πως υπογράψανε πολλές γυναίκες.

Στη συνέχεια διατάζει να πάρουν τα μωρά από τις μωρομάνες με τα λόγια: «Δεν είναι άξιες αυτές να μεγαλώνουν Ελληνόπουλα». Κι είναι άξιοι αυτοί που χωρίζουν το παιδί από τη μάνα. Άραγε σκεφθήκανε καθόλου οι δάσκαλοι αυτοί της «ηθικής αγωγής» τι αισθήματα δημιουργούσαν στις τρυφερές ψυχές των παιδιών οι φοβερές αυτές εικόνες, τι βιώματα θα μπορούσαν να σέρνουν σ’ όλη τους τη ζωή τα παιδάκια αυτά, καθώς βλέπανε να κλωτσούν τις μανάδες τους, να τις βρίζουν με τα χειρότερα λόγια, να τις ταπεινώνουν.

Χθες ακόμα τα παιδάκια αυτά ψάχναν τις μανάδες τους μέσα ο’ εκείνο το αλαλούμ που δημιούργησαν τα καψόνια τους με τις μετακινήσεις μας στις σκηνές. Γι’ αυτό σήμερα τα έβλεπες να κρέμονται στο λαιμό της μάνας τους τόσο σφιχταγκαλιασμένα. Οι δήμιοι όμως τ’ άρπαξαν με το ζόρι. Και το κλάμα των παιδιών αντήχησε πάνω σ’ όλο το Μακρονήσι. Έσχισε τις καρδιές όλων μας. Κι όλα αυτά για να εκβιάσουν τις μανάδες τους και να πάνε να υπογράψουν ένα χαρτί που θα λέει: «Όλως αβιάστως και αυθορμήτως αποκηρύσσω με όλην την δύναμιν της ψυχής μου τον ξενοκίνητον συμμοριτισμόν, το εθνοκτόνον ΚΚΕ και τας παραφυάδας αυτού…». Αυτή ήταν η «δήλωση μετανοίας».

Μα όσο έβλεπαν πως καμιά δεν κουνιόταν από τη θέση της, τόσο σκύλιαζαν ή αρχίζαν τις κλωτσιές και τα μαλλιοτραβήγματα.

Κάποιος Αλφαμίτης τραβάει μέσα από το σωρό μια κοπέλα και την αρχίζει στο ξύλο εκεί μπροστά στα μάτια μας. Είναι η Άννα Δαγκλή. Την χτυπάει στο πρόσωπο, τραβάει τα μαλλιά της και την κατηφορίζει προς τη θάλασσα. Ένας άλλος ποδοπατά με τις αρβύλες του μια γυναίκα και την βρίζει συνέχεια. Τα νεύρα μας που έχουν δοκιμαστεί τόσο πολύ από το πρωί κοντεύουν να σπάσουν, τα μάτια μας συνέχεια καρφωμένα στις κινήσεις των Αλφαμιτών, που μπήκανε τώρα ανάμεσά μας και ψάχνουνε γνωστές τους. Μας κλωτσούν, μας χλευάζουν.

Σε λίγο ο Παπαγιαννόπουλος διατάζει: «Να σηκωθούν οι καθοδηγήτριες Σιάντου, Καραγιώργη, Παΐζη». Τις βγάζουν από το Θέατρο και τις οδηγούν για την απομόνωση, ενώ ο Παπαγιαννόπουλος φωνάζει: «Καθ’ οδόν, καθ’ οδόν». Και οι Αλφαμίτες να τις χτυπούν συνέχεια στα πόδια.

Τα μεγάφωνα δεν λεν να σωπάσουν κι εμείς ξυλιασμένες από το τσουχτερό κρύο του Γενάρη με μουδιασμένα τα πόδια και νηστικές περιμένουμε με αγωνία να δούμε πώς και πότε θα τελειώσουν όλα αυτά.

Για μια στιγμή κάποιος αναγνωρίζει την Αννούλα. «Εσύ δεν είσαι του Γιάννη Ποσάντζη η αδελφή;» Όπως βρίσκομαι δίπλα της η καρδιά μου κοντεύει να σπάσει. Τώρα λέω θα τις φάει. Θα την πάρει από κοντά μας. Ακούω το μπάτσο μα την αισθάνομαι δίπλα μου. Η Αννούλα γυρίζει προς την πλευρά μου. Τα πράσινα μάτια της μου χαμογελούν αινιγματικά.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της έντασης και της ψυχολογικής βίας, ζήσαμε αρκετές ώρες στο χώρο του θεάτρου, όταν ακούσαμε τον Παπαγιαννόπουλο να μας κάνει την τελευταία του προειδοποίηση. Για μας, τα «γύναια» δεν θα υπάρξει κανένας πλέον οίκτος και μας παραδίδει στα χέρια των Αλφαμιτών.

Οι μαστόροι αυτοί της βίας και του εγκλήματος ξέραν τι είχαν να κάνουν και με μας, το πρόγραμμά τους το εφάρμοσαν τόσες φορές με τους άντρες. Ήταν το ίδιο, το ξέραν απ’ έξω κι ανακατωτά.

Μας διατάζουν να μπούμε σε πεντάδες και στη συνέχεια μας οδηγούν προς τις σκηνές, που είναι στημένες, άδειες και μας περιμένουν. Μας βάζουν από σαράντα γυναίκες στην κάθε μία. Κάθε σκηνή θα ζήσει το δικό της ξεχωριστό δράμα. Η σκηνοθεσία κι εκεί είναι έτοιμη. Διακρίνεις μερικά φορεία και τους Αλφαμίτες με το περιβραχιόνιο και τον κόκκινο σταυρό στο χέρι. Θα μας χρειαστούν για τις πρώτες βοήθειες.

Όλοι τους οπλισμένοι με πιστόλια στη μέση και στα χέρια ο καθένας κρατεί κι από κάτι ξεχωριστό. Βούρδουλα, συρματόσχοινα, βούνευρα, γκλομπ, όλα ήταν στην ημερησία διάταξη. Μα αυτά τα βλέπουμε. Κείνα που ήταν χειρότερα ήταν οι λάμες οι μεταλλικές που φορούσαν μερικοί μέσα στα γάντια τους. Αν τύχαινε κι έτρωγες κανένα μπάτσο από το χέρι εκείνο, μπορούσες να ‘χανες και την ακοή σου. Τα ξέραμε, μας τα είπαν όλα στο επισκεπτήριο οι δικοί μας.

Η παρέα μας στριμώχνεται σε μια γωνιά της σκηνής. Οι αδελφές Ελένη και Αθηνά Βασιλείου, η Ίρμα Τερζάκη, η Μαρίκα Γαλέου, η Αννούλα Ποσάντζη, η Σιούρα και Αλίκη Ιωαννίδου κι εγώ.

Εμείς που είμαστε μια παρέα πολύ εύθυμη γενικά, τώρα μας έχει πιάσει το σοβαρό μας. Στεκόμαστε αμίλητες και αποφεύγουμε να κοιτάξουμε η μία την άλλη, κυρίως εγώ με την Αννούλα, γιατί δεν τόχουμε τίποτε ν’ αρχίσουμε τα νευρικά μας γέλια. Πάντα σε τέτοιες τραγικές στιγμές λες και το βλέμμα της Αννούλας ήταν το καμπανάκι πούδινε το σύνθημα να κυριευτούμε από τ’ ανεξήγητα αυτά γέλια.

Σε λίγο αρχίζουν ν’ αρπάζουν διάφορες κοπέλες και να τις βγάζουν έξω από τη σκηνή. Δεν ξέρουμε πού τις παν, τι τις περιμένει. Κάθε φορά που άνοιγε το πανί της πόρτας, μας έπιανε ταχυπαλμία. Αναρωτιόμασταν ποιανής θα είναι τώρα η σειρά. Βγάζουν έξω κυρίως νέες κοπέλες και η αγωνία για την τύχη τους μας αναστατώνει. Καταλαβαίνουμε από τις φωνές τους πως τις οδηγούν προς τα κάτω. Άλλοτε πάλι παίρναν από το σωρό καμιά κοπέλα και την αρχίζανε στο ξύλο εκεί μπροστά στα μάτια όλων μας. Οι σκηνές ανατριχιαστικές. Η αγωνία αρχίζει να μας κυριεύει. Όσο βλέπουμε κι ακούμε τον βούρδουλα να πέφτει πάνω στα κορμιά των γυναικών τόσο σφιγγόμαστε η μία δίπλα στην άλλη. Σε κάθε ερώτηση του Αλφαμίτη «θα κάνεις δήλωση εσύ;» άκουγες ένα τρανταχτό «όχι!». Λες και πεισμάτωσαν οι γυναίκες και η φωνή τους ακουγόταν τόσο αποφασιστική.

Κάποιος Αλφαμίτης παίρνει από την παρέα μας την Ελένη και την Αθηνά. Οι κραυγές των γυναικών όσο πάνε και περισσεύουν. Η ένταση μέσα στη σκηνή κορυφώνεται, καθώς τους βλέπουμε να τραβολογάνε στο κέντρο της σκηνής κι άλλες κοπέλες για ξύλο. Τα μελανιασμένα κορμιά των γυναικών που χτυπήθηκαν και κείτονται στη μέση της σκηνής μάς αγριεύουν. Με χτυποκάρδι περιμένει η κάθε μία τη σειρά της κι αυτή η αγωνία και η υπερένταση μ’ έχει χτυπήσει άσχημα στο στομάχι. Πονάω ανυπόφορα. Δεν μπορώ να καθήσω, μα και να ξαπλώσω φοβάμαι. Απαγορεύεται.

Σε λίγο ακούμε το διάλογο ενός Αλφαμίτη με τη Σιούρα. Άγριος κι έξαλλος τη ρωτά αν θα κάνει δήλωση και μετά της πετά τη φράση: «Εσύ δεν ξέρεις τίποτα από το φόνο;». Και η Σιούρα όλο αγωνία γυρίζει να μας δει με μάτια γεμάτα ερωτηματικά: «Καλέ, για ποιό φόνο λέει;». Νόμιζε πως πραγματικά είχαν σκοτώσει κάποιαν.

Στη συνέχεια ρωτά την Ίρμα πού ήταν οργανωμένη κι η Ιρμα του απαντά: «ανακριτής είσαι εσύ; Ό,τι είχα να πω το είπα στην ανάκριση». Φουριόζος τότε αυτός την τραβά από την κουκούλα της και τη βγάζει έξω. Ένας άλλος Αλφαμίτης από τον Κολωνό βγάζει σε λίγο και την Αννούλα. Η παρέα μας αρχίζει ν’ αραιώνει. Όλες έχουμε χάσει το χρώμα μας. Ο παροξυσμός στο στομάχι μου όσο πάει και δυναμώνει. Ο πόνος χτυπάει τώρα και πίσω στην πλάτη. Η Αλίκη μου λέει να ξαπλώσω και τα κορίτσια στέκονται μπροστά μου, γιατί απαγορεύεται να είμαστε ξαπλωμένες. Η Αλίκη -ας είναι οδοντογιατρός-, με ρωτά κάθε τόσο για το στομάχι μου, σα να θέλει να κάνει τη δική της διάγνωση.

Τα βογγητά των γυναικών που χτυπήθηκαν έχουν γεμίσει τη σκηνή. Αρχίζουμε να τρέμουμε με όσα βλέπουμε τριγύρω μας και δεν περιμένουμε πότε θα τελειώσουν. Όλες έχουμε αγριευτεί. Λες και ζούμε κάτι σαν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Σε κάθε βουρδουλιά που πέφτει, τιναζόμαστε κι εμείς σαν αυτόματα. 
Μερικές ηλικιωμένες τολμούν να τους πουν: «Τα παλικάρια δεν κάθονται να χτυπούν γυναίκες, αλλά στέκονται δίπλα σ’ αυτούς τους έγκλειστους στην απομόνωση». Και τότε από τα νεύρα τους γαμ…σαν Χριστούς και Παναγίες. Άλλοι τα παρατούσαν και έφευγαν κι άλλοι βαρούσαν με τα ρόπαλά τους πιο λυσσαλέα.

Καμιά από τις γυναίκες που ζήσαμε τη Μακρόνησο δεν θα ξεχάσει το τι ζήσαμε μέσα στις σκηνές αυτές.

Σε λίγο μέσα σ’ εκείνη την κόλαση ακούμε τις σφυρίχτρες να βαράνε διάλυση. Αλαφιασμένα ουρλιαχτά: «Όλες να βγούνε έξω!». Δεν ξέρουμε τι σημαίνει. Τι θα μας κάνουν τώρα; Πού θα μας πάνε; Ακούμε πως πρόκειται για συσσίτιο. Πάλι καλά που σκάφτηκαν να μας ταΐσουν. Την πείνα την είχαμε ξεχάσει τελείως.

Κατηφορίζουμε προς τα καζάνια μπουλούκι ολόκληρο. Αυτό δείχνει πως μείναμε ακόμη πολλές. Άλλες τρέχουν ολοταχώς στους καμπινέδες. Κρατούμε με τα δυο χέρια τα τσίγκινα πιάτα μας. Φοβόμαστε μην τα πάρει ο δυνατός αέρας. Μπροστά στην κουζίνα σχηματίστηκε μια μεγάλη ουρά. Κρεμόμαστε εκεί όρθιες από την αχνιστή κουτάλα. Από χθες βράδυ έχουμε να βάλουμε μπουκιά στο στόμα μας. Οι άντρες της κουζίνας μας σερβίρουν με συμπάθεια και πόνο μια ζεστή φασολάδα κι εμείς άπληστες και νηστικές την καταβροχθίζουμε με λαιμαργία. Το ότι ζεστάναμε το έντερό μας κάτι ήτανε κι αυτό.

Τώρα ξανασμίξαμε όλες της παρέας μας. Η Ίρμα μας διηγείται πως την πήγε ο Αλφαμίτης σε μια σκηνή μόνη της και την άρχισε στα χαστούκια. Μα όταν για μια στιγμή αυτός βγήκε έξω, εκείνη τόσκασε και μπήκε σε άλλη σκηνή. Την Ελένη και την Αθηνά τις γνώρισε ένας Αλφαμίτης από τον Κολωνό και τις πήγε στα γραφεία του Α2 για «αλφάδιασμα»*, το ίδιο και την Αννούλα.

Η παρέα μας, όπως και η παρέα της καθεμιάς στην εξορία πήρε τη θέση της μάνας, της αδελφής. Γι’ αυτό τρέμαμε τόσο πολύ η μία για την άλλη. Μέσα σ’ αυτές τις εφιαλτικές στιγμές ξεχάσαμε τα σπίτια μας.
Αποφασισμένες να ζήσουν και μέσα στα σύρματα, ωστόσο πολλές είναι σοβαρά άρρωστες, μα η διοίκηση ζητά δήλωση για να τις αφήσει. Καθιστές δεξιά η Μαριγούλα και η Ρόζα Λαζαρίδου

Αφού πέρασε η προθεσμία που μας έδωσαν για φαγητό ξανάρχισαν οι σφυρίχτρες και τα ουρλιαχτά τους ν’ ανεβούμε για τις σκηνές. Λαχανιασμένες τρέχουμε να προλάβουμε τους καμπινέδες, να πλύνουμε το πιάτο μας στη θάλασσα. Συνωστιζόμαστε πάνω στ’ απόκρημνα βράχια της Μακρονήσου.

Τώρα έχει πια σκοτεινιάσει και το νησί με τις μαύρες σκηνές στη σειρά παίρνει μια πένθιμη όψη. Βαραίνει η ψυχή κι η αντοχή αρχίζει να μας εγκαταλείπει. Ας ήτανε για λίγο να μπορούσαμε να ξαποστάσουμε, να γείρουμε κάπου το κεφάλι μας απαλά, να ξεκουραστούμε. Μα οι Αλφαμίτες άρχισαν πάλι να μπαινοβγαίνουν στις σκηνές μας. Αυτή τη φορά κρατούν φακούς στα χέρια τους, γιατί μόλις που διακρίνεις τις σκιές από τα κορμιά μας.

Οι Μυτιληνιές σταθήκανε μπροστά στην πόρτα για να κρύψουν τα κορίτσια πίσω από τις βράκες τους. Όλες οι ηλικιωμένες προσπαθούν να προστατέψουν τα κορίτσια, που άρχισαν να τα δέρνουν με περισσότερη μανία και να ουρλιάζουν:

«Πάρτε το χαμπάρι. Μόνες μείνατε! Όλες οι άλλες έχουν υπογράψει». Καμιά μας δεν τους πιστεύει. Και μέσα στη σιωπή, στ’ αυτιά μας φτάνει ένας πένθιμος ήχος. Θάλεγες πως παραμίλαγε κάποιο κοριτσάκι. Τσιτωμένα τ’ αυτιά όλων μας να πιάσουμε τα λόγια που λέει. Κι από στόμα σε στόμα μαθαίνουμε πως είναι η Βαγγελιώ Σκευοφύλακα, που ουρλιάζει από τους πόνους, καθώς φωνάζει στον Κατσιμίχα: «Χτύπα, ρε φασίστα, χτύπα όσο θες, μα εγώ το αίμα του αδερφού μου δεν θα τ’ απαρνηθώ» και η Βαγγελίτσα ήταν μόλις δεκαεφτά χρονών και σαν τη Βαγγελίτσα φάγανε ξύλο πολλές.

Καμιά μας δεν θα ξεχάσει το φτερούγισμα εκείνο της ψυχής μας τη βραδυά εκείνη με τους φακούς. Να πλανιέται τρεμάμενη η ψυχή σου μέσα στο σκοτάδι και απότομα να σταματά μπροστά σου το εκτυφλωτικό φως των φακών. Η χαμένη έκφραση των κοριτσιών που τις τραβολογούσαν από το χέρι για να τις πάνε άλλες στα γραφεία για «αλφάδιασμα», άλλες σε μοναχικές σκηνές, άλλες στα βράχια κοντά στη θάλασσα και άλλες να τις χτυπούν βάναυσα εκεί μπροστά μας.

Μένουν βαθιά χαραγμένες οι εικόνες εκείνες του ξυλοδαρμού και των βανδαλισμών πάνω στα κορμιά των γυναικών. Μάλιστα τις διατάζουν να βγάλουν τα παλτά τους για να γίνονται πιο αισθητά τα χτυπήματα καθώς σφύριζε ο βούρδουλας πάνω στο κορμί τους. Κι έρχεσαι κι αναρωτιέσαι: Αλήθεια, πώς μπόρεσαν παιδιά του ελληνικού λαού να σηκώσουν τα ρόπαλά τους και να χτυπήσουνε γυναίκες; Αυτό, λοιπόν, ήταν το σχολείο της «αναμόρφωσης», που το ευλογούσαν τόσες «εξέχουσες φυσιογνωμίες» του πνευματικού μας κόσμου; Σε αυτήν την κατάντια θα τους οδηγούσε το σύστημα της Μακρονήσου για να βλέπουμε τώρα μπροστά μας τα παιδιά αυτά να μαστιγώνουν ανελέητα ανυπεράσπιστες γυναίκες; Μ’ αυτή την διαπαιδαγώγηση θα μεταμόρφωναν τα παιδιά αυτά, για να τα εντάξουν μετά στους κόλπους της πατρίδας;

Δεν πέρασε όμως πολλή ώρα και σε λίγο ακούμε από τα μεγάφωνα πως θα επιτραπεί στις γυναίκες του ΕΣΑΓ και δεύτερο επισκεπτήριο. Η διοίκηση θα σκέφθηκε πως η στιγμή είναι κατάλληλη. Έτσι με το σούρουπο, όταν αρχίζει να σε τυλίγει περισσότερος φόβος και αγωνία, να ξαναρθούμε σ’ επαφή με τους άντρες μας, τ’ αδέλφια μας, τους πατεράδες μας. Μετά το ξύλο όλο και θα είχαν την αγωνία μας. Όλο και θα μπορούσαν να μας επηρεάσουν για να μην πάθουμε τα χειρότερα.

Κι έβλεπες ο ένας να ψάχνει να βρει τον άλλον. Κι άκουγες ονόματα και ρωτούσαν ποιές χτυπήθηκαν και τρέχανε να βρούνε τις δικές τους. Και τα μεγάφωνα να φωνάζουν ασταμάτητα: «Φαντάροι και ιδιώτες πάρτε τις γυναίκες σας. Μην τις αφήσετε εδώ τη νύχτα που μας έρχεται! Σε λίγο μπορεί να είναι πολύ αργά!».

Έτσι πολλές γυναίκες που άντεξαν τόσες ταλαιπωρίες στη μακρόχρονη εξορία τους, τώρα γιατί ο άντρας τους είχε υπογράψει και ανησυχούσε γι’ αυτές, πήγαιναν και υπέγραφαν.

Όλες μας με την αγωνία στο πρόσωπο δεν περιμένουμε πότε να φέξει. Είμαστε σίγουρες πως το φως της ημέρας θ’ απαλύνει τον πόνο μας, θα συνεφέρει το νου μας. Το μόνο που μας δίνει κουράγιο είναι το φως της αυγής, που δισταχτικά απλώνεται πάνω στις σκηνές μας. Είναι σίγουρο πως η μέρα θα μας ηρεμήσει και το φως θα διώξει τη σκοτεινιά της ψυχής και της φύσης. Με το φως ο νους είναι πιο ήμερος, οι δυνάμεις και το κουράγιο δυναμώνουν.

Όταν κάποτε πήρε τέλος η εφιαλτική αυτή νύχτα, άρχισαν να κυκλοφορούν και τα πρώτα νέα: «Η Βαγγελιώ Σκευοφύλακα σακατεύτηκε από το ξύλο- έχασε τα λογικά της. Η Σόνια Κώνστα και η Στέλλα Παπαλώκα πάθανε εγκεφαλική διάσειση. Η Ελένη Λαμπάκη χτυπήθηκε άσχημα στο κεφάλι. Την Νίκη Σιαφλέκη την είδε η Αννούλα μέσα στο αίμα».

Από παντού μαθαίνουμε το πιο συνταρακτικό νέο. Κάτι αιματώματα και χτυπήματα από κλωτσιές αυτά δεν θεωρούνται άξια λόγου. Στη δική μας σκηνή βλέπουμε κατάχαμα την Κασιανή Καρζή πρησμένη σαν μπαλόνι να μην μπορεί να σηκωθεί, το ίδιο και η Παρθένα Χαρμανίδου. Αρχίζουν να κουβαλούν όλες τις χτυπημένες σε κάτι πρόχειρες σκηνές, τα λεγάμενα αναρρωτήρια, στις οποίες «ανανήψαντες» γιατροί δώσανε τις πρώτες βοήθειες.

Κι έβλεπες κορμιά μελανιασμένα, πόδια με μώλωπες, πρησμένα, εγκεφαλικά κατάγματα, γυναίκες μέσα στα αίματα, άρρωστες σε κακά χάλια, ήταν ένα θέαμα φριχτό.

Εκείνο το βράδυ που αποφάσισαν να χτυπήσουν τις γυναίκες, όλες οι σκηνές των φαντάρων, όλοι οι κλωβοί των ιδιωτών, ακόμα και οι χαράδρες είχαν βουβαθεί όλες. Του καθενός η σκέψη κείνο το βράδυ πετούσε στις γυναίκες. Ο πατέρας που είχε την κόρη του, ο γιος τη μάνα, την αδελφή του, όλων η σκέψη βρισκόταν στον κλωβό των γυναικών. Το βράδυ εκείνο μία μόνο σκέψη κυριαρχούσε στη Μακρόνησο: ΑΠΟΨΕ ΧΤΥΠΟΥΝΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ!

Κι οι γλάροι, που πετούσαν πάνω στην αφρισμένη θάλασσα, λες και αγρίεψαν κι αυτοί και βάλθηκαν να μεταφέρουν με τα κρωξίματά τους τα νέα του ξυλοδαρμού των γυναικών στην άλλη άκρη. Οι νοσοκόμοι, που μπαινόβγαιναν στις σκηνές, μάς λέγανε να κάνουμε υπομονή κι όπου νάναι θα τελειώσει, έξω η διεθνή κοινή γνώμη διαμαρτύρεται έντονα για μας και η εφημερίδα «ΜΑΧΗ», η μόνη αριστερή εφημερίδα που κυκλοφορεί, γράφει συνέχεια για τις γυναίκες.

*αλφάδιασμα: επίμονη «κατήχηση» από τους Αλφαμίτες, πλύση εγκεφάλου.



«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Κάθε δεύτερη Τρίτη (εναλλάξ με τη μουσική στήλη «Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι»), η στήλη θα παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, θα φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και θα καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.

25 Απριλίου, 2019

Ο 'ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ' ΤΟΥ ΤΖΑΝΤΕ, ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΙΣ 15 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΦΗΜ. "ΗΜΕΡΑΣ" !!











Φ. Κόκλας στην «Ημέρα» |«Δίνουμε τον αγώνα μας, με μοναδικό γνώμονα τα λαϊκά συμφέροντα»


ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 2019
9 ΕΚΔΟΣΕΙΣ – 9 ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ – 15 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Διάλογος και δημοκρατία
Ο κύβος ερρίφθη… Τι απαντούν οι υποψήφιοι Δήμαρχοι
Συνεχίζεται και αυτή την εβδομάδα, ο διάλογος με τους υποψήφιους Δημάρχους, μέσα από το κοινό ερωτηματολόγιο της εφημερίδας μας. Πρόκειται για εννέα ειδικές εκδόσεις – συνεντεύξεις με δεκαπέντε ερωτήσεις που ως στόχο έχουν να ενημερώσουν τους αναγνώστες μας με ακρίβεια και αντικειμενικότητα για το πρόγραμμα των συνδυασμών, τις θέσεις και τις προτάσεις τους λίγες εβδομάδες πριν στηθούν οι κάλπες. Το ερωτηματολόγιο έχει σταλεί σε όλους τους υποψηφίους, για να δοθούν οι απαντήσεις, πριν ξεκινήσουν οι δημοσιεύσεις, ώστε κανείς να μην γνωρίζει τι απάντησε ο αντίπαλος.
Οι υποψήφιοι «ανοίγουν τα χαρτιά τους» και οι συμπολίτες μας καλούνται να αξιολογήσουν τις διαφορετικές προσεγγίσεις τους και να αντιληφθούν ποιος δίνει τις πιο έξυπνες απαντήσεις. Άλλοι έχουν τη δική τους ιστορία στην αυτοδιοίκηση και άλλοι μπαίνουν σε αυτή τη μάχη για πρώτη φορά. Όλοι, όμως, (Γιάννης Αγαλιανός, Νικήτας Αρετάκης, Γιώργος Αρμένης , Διονύσης Γάσπαρος, Αντώνης Κασσιμάτης, Φώτης Κόκλας, Χαράλαμπος Λιβέρης, Αναστάσιος Μαρίνος και Χρήστος Πάστρας) απαντούν στις ίδιες ερωτήσεις που έχουν να κάνουν με την προσωπικότητά τους, τις ηγετικές τους ικανότητες, τα έργα που έχει ανάγκη ο τόπος και την εφαρμογή της απλής αναλογικής.
Με αλφαβητική σειρά επιθέτου, ήδη έχουν δημοσιευτεί οι απαντήσεις των Γιάννη Αγαλιανού, Νικήτα Αρετάκη, Γιώργου Αρμένη, Διονύση Γάσπαρου, Αντώνη Κασσιμάτη και σήμερα, δημοσιεύουμε τη συνέντευξη του επικεφαλής του συνδυασμού «Λαϊκή Συσπείρωση», Φώτη Κόκλα.
Σημ. Στο φύλλο της Τρίτης, οι απαντήσεις του Χαράλαμπου Λιβέρη.
Φώτης Κόκλας

Υποψήφιος Δήμαρχος, επικεφαλής συνδυασμού «Λαϊκή Συσπείρωση»

«Δίνουμε τον αγώνα μας ανιδιοτελώς, με μοναδικό γνώμονα τα λαϊκά συμφέροντα»

-Τι σας ξεχωρίζει ως χαρισματική προσωπικότητα; Ποια προσωπική ή επαγγελματική επιτυχία στη ζωή σας, σας χαρακτηρίζει;
Θεωρώ πως όλοι οι άνθρωποι είναι χαρισματικοί και έχουν ιδιαίτερες ικανότητες αρκεί να βρεθούν στο κατάλληλο κοινωνικό, οικονομικό και οικογενειακό περιβάλλον, ώστε να τις αναδείξουν. Επειδή από παιδί είχα την τιμή να είμαι μέλος της ΚΝΕ συμμετέχοντας ενεργά στο κίνημα, αλλά και αθλητής της ΑΓΕΖ (μπάσκετ), έχω μάθει να λειτουργώ και να αγωνίζομαι για τις ανάγκες του συνόλου. Δεν θέλω να αναφερθώ σε επιτυχίες, μόνο σε σημαντικούς σταθμούς της ζωής μου. Αυτοί είναι:
-Η ενασχόληση μου με τον αθλητισμό.
-Η ένταξη μου στην ΚΝΕ και αργότερα στο ΚΚΕ.
-Η εισαγωγή και η αποφοίτηση μου από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
-Η επαγγελματική δραστηριοποίηση μου, στο τόπο όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, με την σύσταση Λογιστικού Γραφείου, τον Ιούνη του 2014 μαζί με τον συνεργάτη και παιδικό μου φίλο, Άκη Κάρτσακα.
-Και τέλος η δημιουργία της δικιάς μου οικογένειας, με το γάμο μου, με τη Μαρίζα Σταμίρη.
-Ποια ήταν η πρώτη σας πολιτική πράξη;
Η πρώτη πολιτική πράξη που θυμάμαι ήταν η συμμετοχή μου στις μεγάλες μαθητικές κινητοποιήσεις, με Υπουργό Παιδείας, τον κύριο Αρσένη, που φωνάζαμε τότε το σύνθημα “Κάτσε καλά Γεράσιμε”.
-Ποια ήταν η κορυφαία στιγμή της κοινωνικής προσφοράς σας;
Θεωρώ πως κορυφαία στιγμή κοινωνικής προσφοράς είναι η έμπρακτη αλληλεγγύη στην κοινωνία μας, ιδιαίτερα σε έκτακτες καταστάσεις, όπως για παράδειγμα, στις πυρκαγιές που είχαμε στο νησί μας, το καλοκαίρι 2017 και η συμμετοχή μου στην ομάδα βοήθειας και κατάσβεσης του Εργατικού Κέντρου Ζακύνθου.
-Η εξωστρέφεια σας χαρακτηρίζει εμπράκτως και πώς;
Για μένα το καλύτερο μάθημα από την ενεργή συμμετοχή μου στο κίνημα, είναι να γνωρίζω τα προβλήματα των συνανθρώπων μας και να παλεύω μαζί τους. Νομίζω πως όταν αγωνίζεσαι σταθερά, συμμετέχοντας στις κινητοποιήσεις για τις λαϊκές ανάγκες, από την απόλυση ή την απληρωσιά ενός εργαζομένου μέχρι και για την ομαλή λειτουργία του νοσοκομείου, θεωρείσαι εξωστρεφής.
-Πιστεύετε ότι οι παίκτες κάνουν την ομάδα ή ο προπονητής;
Πιστεύω πως και οι παίχτες και ο προπονητής κάνουν την ομάδα, ο καθένας με το δικό του ρόλο, αλλά όλοι, κάτω από ένα συγκεκριμένο σχέδιο. Έτσι, και στο Δήμο Ζακύνθου, όλοι χρειάζονται και είναι απαραίτητοι και η Δημοτική Αρχή, αλλά και οι εργαζόμενοι, ο καθένας με το δικό του ρόλο, κάτω όμως και από το σωστό σχεδιασμό, υπηρετώντας τις λαϊκές ανάγκες.
-Τι σημαίνει για εσάς «ζακυνθινός πολιτισμός»; Ποιες εμπειρίες και συμμετοχές είχατε από παιδί;
Ζακυνθινός πολιτισμός για μένα είναι:
α) οι μεγάλοι ποιητές και πεζογράφοι του νησιού μας, όπως ο Σολομός, ο Κάλβος, ο Φώσκολος, ο Ξενόπουλος κ.α., που ήταν δίπλα στο λαό και πολύ μπροστά από την εποχή τους,
β) το Ρεμπελιό των Ποπολάρων και μάλιστα, με επαναστατικά χαρακτηριστικά,
γ) η Ζακυνθινή διάλεκτος που την έμαθα κοντά στη νόνα μου, οι καντάδες και οι αρέκιες μας, το λαϊκό μας θέατρο με τις “Ομιλίες”, οι παραδοσιακοί χοροί του νησιού μας,
δ) όλα τα ιδιαίτερα ήθη και έθιμα του νησιού μας, από την κουλούρα, το μπρόκολο και το αυγολέμονο των Χριστουγεννιάτικων εορτών έως το Ζακυνθινό Καρναβάλι, τα πανηγύρια μας, κ.α.
ε) η φιλοξενία, η αρχοντιά και το ιδιαίτερο χιούμορ των απλών ανθρώπων του νησιού μας.
Από παιδί συμμετείχα στον χορευτικό Σύλλογο “Υακίνθη” και μάθαινα να παίζω μαντολίνο στο Σύλλογο Σαρακινάδου.
-Ποιος θα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα εμπνεύσετε μια ανήσυχη και καχύποπτη πλέον κοινωνία… με αποστροφή στους πολιτικούς;
Η κοινωνία μας καλά κάνει και είναι καχύποπτη και ανήσυχη, γιατί γνωρίζει ότι πολλοί από αυτούς που μας κυβέρνησαν και μας κυβερνάνε, άλλα λένε προεκλογικά και άλλα κάνουν ή έχουν εμπλακεί σε οικονομικά σκάνδαλα και σε κεντρικό και σε τοπικό επίπεδο. Εμείς δίνουμε τον αγώνα μας ανιδιοτελώς, με βάση τις θέσεις μας, που έχουν ως μοναδικό γνώμονα τα λαϊκά συμφέροντα. Ξεχωρίζουμε και προσπαθούμε να εμπνεύσουμε με το παράδειγμα των εκλεγμένων μας συμβούλων στο νησί, καθώς και με τα παραδείγματα των 5 Δήμων της χώρας μας, που είναι σήμερα Δημοτική Αρχή η «Λαϊκή Συσπείρωση», με πιο κοντινό παράδειγμα του Δήμαρχου Πατρέων, Κώστα Πελετίδη, και τις κατακτήσεις που έχουν γίνει εκεί για τον Πατραϊκό λαό.
-Πείτε μας ένα τουλάχιστον έργο που θα υλοποιήσετε και θέλετε να συνδεθεί με το όνομά σας;
Οι ανάγκες του λαού του νησιού μας και η βελτίωση της καθημερινότητας του δεν μπορούν να “χωρέσουν” σε ένα και μόνο έργο. Δεν επιθυμώ να συνδεθεί το όνομα μου με κάποιο συγκεκριμένο έργο. Προτεραιότητα για εμάς είναι να διεκδικούμε: δουλειά για όλους τους Ζακυνθινούς με δικαιώματα, να ζήσουν τα παιδιά μας καλύτερα με σύγχρονες υποδομές, να τους δώσουμε διεξόδους στον αθλητισμό και στον πολιτισμό, ώστε να έχουν αντιστάσεις σε κάθε μορφή εξάρτησης, να νιώθουν ασφαλείς στον τόπο τους και να έχουμε δωρεάν ΠΑΙΔΕΙΑ και ΥΓΕΙΑ.
-Με την απλή αναλογική, την επόμενη μέρα δεν θα έχετε πλειοψηφία στο συμβούλιο. Πώς θα τη δημιουργήσετε «χάριν αποφάσεων»;
Οι θέσεις που έχουμε είναι σωστές, γιατί υπηρετούν τις ανάγκες της μεγάλης πλειοψηφίας του ζακυνθινού λαού. Θέλουμε την ενεργή στήριξή του στην υλοποίηση των θέσεων αυτών, κόντρα στο ισχυρό αντιλαϊκό πλαίσιο νόμων που υπάρχει σήμερα. Και αυτό είναι το στοιχείο που μπορεί να δώσει άλλη δυναμική. Από ‘κει και πέρα, ο καθένας θα κρίνεται για τη στάση που θα κρατήσει μέσα στο Δημοτικό Συμβούλιο.
-Τι φταίει που πάντα λείπουν υποδομές στο νησί;
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε με τις υποδομές του νησιού μας είναι λαϊκά προβλήματα που τα συναντάμε σε όλη την Ελλάδα και είναι η επίσημη πολιτική της ΕΕ. Αυτό που φταίει είναι ότι “όποια πέτρα και αν σηκώσουμε” θα δούμε ότι ικανοποιούνται τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα εις βάρος των λαϊκών αναγκών. Ας πάρουμε για παράδειγμα την τουριστική ανάπτυξη στο νησί μας. Την ίδια στιγμή που αυγαταίνουν τα κέρδη των μεγάλων ξενοδόχων, των μεγάλων ομίλων σούπερ μάρκετ κ.α., οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε συνθήκες γαλέρας. Οι αυτοαπασχολούμενοι του νησιού μας ασφυκτιούν και γίνεται τεράστια ζημιά στο περιβάλλον (θάλασσες, σκουπίδια). Αυτή η ανάπτυξη είναι για λίγους και εκλεκτούς, γι’ αυτό και οι υποδομές γίνονται όταν είναι να εξυπηρετήσουν τα μεγάλα συμφέροντα. Τέλος, φταίει η πολιτική στόχευση που υπάρχει, να υποβαθμίζεται και να υποχρηματοδοτείται ότι δημόσιο έχει απομείνει, και να έρχεται ο “καλός ο ιδιώτης”.
-Πείτε μας πέντε ενέργειες που θα «ξεκολλήσουν» τη Ζάκυνθο πανελλαδικά και παγκοσμίως.
Το νησί μας δεσμεύεται με όλα τα μνημόνια διαρκείας που έχουν ψηφιστεί. Έτσι, αναγκαίο είναι να κατανοηθεί ότι χρειάζεται σύγκρουση με αυτή την πολιτική, και αλλαγή των συσχετισμών παντού προς όφελος του λαού. Για να “ξεκολλήσει” η Ζάκυνθος όμως είναι απαραίτητο να δυναμώσει ο οργανωμένος και συλλογικός αγώνας “από τα κάτω”. Οι πρώτες 5 ενέργειες μας θα είναι:
1)Ανασυγκρότηση των υπηρεσιών του Δήμου, με αναγνώριση της προσφοράς όλων των εργαζομένων και συχνή επαφή μαζί τους.
2)Συχνή συζήτηση για κάθε ζήτημα με συνελεύσεις εργαζομένων και επιτροπές των χωριών.
3)Προτεραιότητα στις υποδομές, το νησί και οι θάλασσες να είναι καθαρά, δρόμοι συντηρημένοι, έτσι ώστε οι Ζακυνθινοί αλλά και οι επισκέπτες μας να νοιώθουν και να είναι ασφαλείς.
4)Μείωση των ανταποδοτικών τελών στη λαϊκή οικογένεια.
5)Αύξηση τελών στους µεγάλους επιχειρηµατικούς οµίλους.
-Πείτε μας τις πρώτες δέκα ενέργειές σας που θα σηματοδοτήσουν άμεση αλλαγή στο δήμο.
Οι επόμενες 5 ενέργειες της Λαϊκής Συσπείρωσης Ζακύνθου ως Δημοτικής Αρχής είναι:
6)Παύση των κατασχέσεων των τραπεζικών λογαριασμών των λαϊκών νοικοκυριών
7)Εκπόνηση σχεδίου έκτακτης ανάγκης πχ μετά από μεγάλο σεισμό.
8)Έλεγχος όλων των κτιρίων των σχολείων, των νηπιαγωγείων και των παιδικών σταθμών.
9)Συντήρηση και έλεγχος αθλητικών εγκαταστάσεων του νησιού.
10) Έλεγχος και συντήρηση όλων των παιδικών χαρών και των ανοιχτών γηπέδων, ώστε να είναι πλήρως λειτουργικά.
-Ποιο το σχέδιό σας για την καλύτερη λειτουργία του διοικητικού προσωπικού;
Το σχέδιο μας, όπως προαναφέρθηκε, για την καλύτερη λειτουργία του διοικητικού προσωπικού είναι η συχνή επαφή της Δημοτικής αρχής με όλους τους εργαζόμενους, για να λύνονται τα όποια ζητήματα προκύπτουν, αλλά και η αναγνώριση της προσφοράς τους. Για εμάς κανείς δεν περισσεύει, όλοι χρειάζονται, ειδικά όταν δουν ότι το έργο που θα κάνει η Δημοτική Αρχή, με πρώτη δύναμη τη «Λαϊκή Συσπείρωση», θα μείνει σε αυτούς και τα παιδιά τους, θα εργάζονται με περισσότερο ζήλο και αυταπάρνηση.
-Το δήμο θα τον διοικήσουν επαγγελματίες διοικητικοί και τεχνοκράτες ή ερασιτέχνες πολιτικοί;
Το Δήμο χρειάζονται να τον διοικήσουν άνθρωποι που έχουν όρεξη να υπηρετήσουν τους εργαζόμενους, τους αυτοαπασχολούμενους, τους μικρούς εμπόρους, τους φτωχούς αγρότες, και τους ανέργους, δηλαδή τους ανθρώπους που αποτελούν την ψυχή του νησιού μας, άνθρωποι που θα τάσσονται ξεκάθαρα με τις λαϊκές ανάγκες, και θα υπηρετούν τα λαϊκά συμφέροντα.
-Θα καταθέτατε το μισθό του δημάρχου σε κοινωφελή σκοπό; Αν ναι, σε ποιον; 
Εμείς είμαστε αντίθετοι στην πολιτική που εφαρμόζεται, που εξαθλιώνει και στέλνει κόσμο στη φτώχεια και ύστερα τους πετάει «ψίχουλα» για ελεημοσύνη. Είναι γνωστό ότι τα στελέχη του ΚΚΕ καταθέτουν το μισθό και τις αποζημιώσεις από τα αξιώματα τους στο Κόμμα για να μπορεί να παλεύει για την υπόθεση του λαού από καλύτερες θέσεις.

03 Απριλίου, 2019

ΠΑΜΕ - 20 ΧΡΟΝΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

Εκδήλωση σήμερα στις 6.30 μ.μ. στην Καισαριανή
Εκδήλωση σήμερα Τετάρτη 3 Απρίλη στις 6.30 μ.μ., στο κλειστό γήπεδο της Νήαρ Ηστ στην Καισαριανή, διοργανώνει το ΠΑΜΕ για τα 20 χρόνια μαχητικής και ζωντανής δράσης του.
Στην εκδήλωση θα συμμετέχουν δεκάδες συνδικαλιστικά στελέχη του Προεδρικού Συμβουλίου της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας.
Σε ανακοίνωσή του, το ΠΑΜΕ σημειώνει:
«Η αναγκαιότητα που επέβαλε τη συγκρότηση του ΠΑΜΕ, επαληθεύτηκε στα 20 χρόνια μαχητικής, ζωντανής δράσης των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των εργαζομένων που αποτελούν σήμερα τον ταξικό πόλο στο εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας. Η ίδρυση του συνέπεσε χρονικά με την έναρξη της ΝΑΤΟϊκής επίθεσης στη Γιουγκοσλαβία, στην οποία αντιδράσαμε με μαχητικό πρωτοπόρο και ηρωικό τρόπο, διαδηλώνοντας πάνω στις γέφυρες που βομβαρδίζονταν.
Μέσα σε αυτές τις δύο δεκαετίες, το ΠΑΜΕ έδωσε νέα ώθηση στην οργάνωση της πάλης Εργατικών Κέντρων, Ομοσπονδιών και σωματείων, με κριτήριο τις ανάγκες της εργατικής τάξης.
Τα έβαλε με όλες τις κυβερνήσεις, τις δυνάμεις του κεφαλαίου, του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, των κομμάτων που στηρίζουν τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες, με αποκορύφωμα την προσπάθεια τους να πραγματοποιήσουν πριν λίγες μέρες στη ΓΣΕΕ Συνέδριο-νοθείας με τη συμμετοχή και της εργοδοσίας.
Η εμπιστοσύνη που έδειξαν και δείχνουν οι εργαζόμενοι στο ΠΑΜΕ αποτελεί βασικό στοιχείο για να προχωρήσει η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, να απαλλαγούν τα σωματεία από το σφιχταγκαλισμό της εργοδοσίας, να διεκδικήσουμε την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της εργατικής οικογένειας. Να συνεχίσουμε την πάλη ενάντια στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Το ΠΑΜΕ καλεί τα σωματεία, τους συνδικαλιστές, τους εργαζόμενους να μπούμε μπροστά σε αυτή την προσπάθεια που συνεχίζεται για 20 χρόνια, ξεπερνώντας τις δυσκολίες και τις αδυναμίες μας, αξιοποιώντας την πλούσια πείρα από όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Σηκώνοντας ψηλά τις σημαίες μας, να πάρουμε μαζικά μέρος στην εκδήλωση του ΠΑΜΕ, για την συμπλήρωση αυτών των 20 χρόνων αγωνιστικής δράσης, στο κλειστό γήπεδο της Νήαρ Ηστ στην Καισαριανή, την Τετάρτη 3 Απρίλη και ώρα 6.30 μμ. Στην εκδήλωση, θα συμμετέχουν δεκάδες συνδικαλιστικά στελέχη του Προεδρικού Συμβουλίου της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας».

03 Μαρτίου, 2019

ΩΡΑ ΓΙΑ ΤΑΙΝΙΑ: "Το Τελευταίο Σημείωμα" (The Last Note) του Παντελή Βούλγαρη !!



«Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά δεν πεθαίνει ποτέ...», έγραφε ένα απ' τα δεκάδες σημειώματα τα σκορπισμένα κοντά στα άψυχα κορμιά των 200 κομμουνιστών - κρατούμενων στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου - που εκτελέστηκαν από τους ναζί κατακτητές την 1η Μάη του 1944 στην Καισαριανή. 
Και πραγματικά, το απαράμιλλο μεγαλείο που απέπνεε αυτός ο ανθός του Κομμουνιστικού Κόμματος με την περήφανη, την όρθια στάση του εμπνέοντας ένα πλήθος καλλιτεχνικών έργων εκείνη την περίοδο, εξακολουθεί, 73 χρόνια μετά, να συγκινεί την τέχνη, όπως έδειξε η νέα ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Το Τελευταίο Σημείωμα» σε σενάριο της Ιωάννας Καρυστιάνη και του ίδιου του σκηνοθέτη.
Το εγχείρημα ήταν τολμηρό, ειδικά γιατί το θέμα της ταινίας προϋποθέτει, εκτός από την καλή γνώση της ιστορίας και των μέσων της κινηματογραφικής τέχνης - που ο Παντελής Βούλγαρης αναμφισβήτητα διαθέτει - σοβαρή εξοικείωση με την κομμουνιστική ιδεολογία και δράση. 
Παρά τις δυσκολίες της, η ταινία δικαίωσε τη φιλοδοξία των δημιουργών της: Να ξυπνήσει τη διάθεση για να ψάξουμε περισσότερο την πρόσφατη ιστορία της ταξικής πάλης στη χώρα μας, ν' αναζητήσουμε στην αγωνιστική κληρονομιά των γονιών και των παππούδων μας, στις πιο πολύτιμες παρακαταθήκες του χτες, απαντήσεις και αναλογίες για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε το σήμερα.
Και μόνο γιατί - σε καιρούς που ο κινηματογράφος βρίθει από ανώφελες έως βλαβερές χολιγουντιανές υπερπαραγωγές - οι εμπνευστές της ταινίας αναγνωρίζουν και αποδίδουν στην τέχνη την κοινωνικά χρήσιμη λειτουργία της, τους αξίζει έπαινος. Πολύ περισσότερο που το έργο παίρνει θέση και σ' ένα ακόμη πιο κρίσιμο ζήτημα της πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης, τη διεθνή εκστρατεία του κεφαλαίου για ταύτιση του φασισμού με τον κομμουνισμό.

Απέναντι στον κόσμο του κυνισμού, της βαρβαρότητας, της κτηνωδίας που αντιπροσωπεύουν οι δυνάμεις του χιτλεροφασισμού, η ταινία ορθώνει έναν κόσμο αλληλεγγύης, ήθους, εντιμότητας, αξιοπρέπειας και βαθιάς ανθρωπιάς που φτάνει έως την ύστατη θυσία, χωρίς να κρύβει ότι βασικοί φορείς των ανώτερων αυτών ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου είναι οι κομμουνιστές, με επικεφαλής το στέλεχός τους Ναπολέοντα Σουκατζίδη, με κομματική αποστολή διερμηνέα του στρατοπέδου, ατσαλωμένο - όπως οι περισσότεροι από τους 200 - στα μεταξικά στρατόπεδα εξορίας και προπαντός στο μεγάλο ταξικό σχολειό της Ακροναυπλίας.
Αυτό, άλλωστε, είναι το περιεχόμενο και το βαθύτερο μήνυμα της ταινίας, που προεκτείνεται στο σήμερα: Η θεμελιωμένη στα πιο προωθημένα ανθρώπινα ιδανικά ηθική υπεροχή των λαϊκών αγωνιστών είχε τη δύναμη να σμπαραλιάσει, να συντρίψει, να εκμηδενίσει το μύθο του αήττητου, σιδερόφρακτου χιτλερικού οικοδομήματος, τη σάπια τενεκεδένια «υπεροχή» της «ανώτερης άριας φυλής», μια υπεροχή για την οποία καυχιέται άλλωστε στην αρχή της ταινίας ο Γερμανός διοικητής του στρατοπέδου, ο Φίσερ.
Με άλλα λόγια, «Το Τελευταίο Σημείωμα», χωρίς να έχει την πρόθεση να διδάξει ιστορία, σέβεται την ιστορικά χρήσιμη αλήθεια της. Οι δεσμώτες του Χαϊδαρίου δεν αποτελούν ένα παραδομένο στο έλεος της ταπείνωσης, του άγριου βασανισμού και της αγωνίας από το καθημερινό προσκλητήριο του θανάτου, μπουλούκι, αλλά μια συγκροτημένη κοινότητα, όπου καθένας δεν νιώθει μόνος, καθώς βρίσκει στα σπλάχνα της ανθρώπινη ζεστασιά και αμέριστη φροντίδα, παρηγοριά και συμπαράσταση για να νικά τον πόνο, το φόβο, την απελπισία, την παραίτηση και να ωριμάζει, να γίνεται ολοένα πιο άξιος αγωνιστής. 
Οι κρατούμενοι ετοίμασαν και χάρισαν ένα μακρύ παντελόνι στο δεκατριάχρονο σύντροφό τους με τα κοντά παντελονάκια, που ανδρώθηκε δίπλα τους και θα πάρει τη θέση τους, όταν αυτοί θα λείψουν.
Οργανωτής όλης αυτής της δουλειάς είναι το Κόμμα, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του ηλικιωμένου και έμπειρου ανώνυμου καθοδηγητή. 
Η κομματική ηλικία του - καθόλου τυχαία - ταυτίζεται με τα χρόνια της μέχρι τότε ζωής του Κομμουνιστικού Κόμματος (1918 - 1944): «Εικοσιπέντε χρόνια αγώνα και θυσίας δεν πήγαν χαμένα. Πεθαίνω σαν άνθρωπος... Για μια δίκαιη κοινωνία...» λέει, όταν μαθαίνει για την επικείμενη εκτέλεση των 200 κομμουνιστών. 
Αυτός, δηλαδή το Κόμμα, είναι που - έχοντας στήσει έναν παράνομο μηχανισμό άμεσης πληροφόρησης για τα επίκαιρα πολιτικά γεγονότα - εμψυχώνει τους κρατούμενους με τις ειδήσεις για την προέλαση του Κόκκινου Στρατού και τις επιτυχίες των ΕΑΜικών και ΕΛΑΣίτικων δυνάμεων ενάντια στα κατοχικά στρατεύματα. 
Αυτός πάλι, με τις εύστοχες παρεμβάσεις του και τις νηφάλιες συμβουλές του, στηρίζει κάθε βήμα τους, εμποδίζοντάς τους να λυγίσουν, αποτρέποντας ακόμη και τον ίδιο τον Σουκατζίδη να παραιτηθεί από διερμηνέας, κάτω από την αφόρητη συνειδησιακή πίεση του σκληρού και άχαρου, μα καίριου αυτού ρόλου.
Ολοι οι ήρωες του Χαϊδαρίου, άλλωστε, αποδίδονται ρεαλιστικά στην ταινία. Δεν δείχνονται σαν υπερφυσικά, υπεράνθρωπα όντα, αλλά σαν κανονικοί, όπως κι εμείς άνθρωποι, υποφέρουν, λαχταρούν τις μικροχαρές, ερωτεύονται, παλεύουν με τις αντιφάσεις τους, αγαπούν με πάθος τη ζωή και γι' αυτό πεθαίνουν γι' αυτήν. Για να την ημερέψουν, να την ομορφύνουν.
Η ταινία, λιτή και αφαιρετική, δείχνει απλή και ευκολοδιάβαστη, μα δεν καταναλώνεται εύκολα στο σύνολό της. Μια πιο ολοκληρωμένη κατανόηση και απόλαυσή της έχει απαιτήσεις για οξυμένη παρατηρητικότητα, ιστορική γνώση και κινητοποίηση της σκέψης. 
Για παράδειγμα, χρειάζεται ένταση της προσοχής για να αντιληφθεί κανείς την αντίθεση ανάμεσα στους ανοργάνωτους κρατούμενους - που με σκοπό τον τέλειο εξευτελισμό τους οδηγούνται με τα εσώρουχα στην εκτέλεση, ένας τους μάλιστα εκλιπαρεί κλαίγοντας να τον λυπηθούν - και στους διακόσιους κομμουνιστές, που την παραμονή της εκτέλεσής τους πλένονται, χτενίζονται, φορούν τα «καλά» τους και ρίχνονται σε ένα τρικούβερτο, ολονύχτιο χορό, περιφρονώντας κι εξευτελίζοντας όχι μόνο τους κατακτητές, αλλά τον ίδιο το θάνατο. 
Με τα πρόσωπα σκοτεινά μέσα στην τρομερή τους προσπάθεια, αδέκαστα όμως και αποφασισμένα, και τα κορμιά συντονισμένα στο ρυθμό λεβέντικων παραδοσιακών τραγουδιών, σαν άξιοι κληρονόμοι της προγονικής φωτιάς για ανυποταγή, φεύγουν πάνοπλοι για την εκστρατεία της ζωής ενάντια στο θάνατο, σ' αυτήν τη συγκλονιστική σκηνή της ταινίας.
«Πρωτομαγιά. Γειά σας όλοι. Πάμε στη μάχη», όπως έγραφε στο τελευταίο του σημείωμα ένας ακόμη εκτελεσμένος ήρωας της Καισαριανής. 
Και πραγματικά, στη σκηνή της εκτέλεσης, θα ταίριαζε μια πιο επική κινηματογραφική έκφραση αυτού του ηρωισμού, γιατί τέτοιος και μόνο τέτοιος ήταν στην πραγματικότητα, μεγαλειώδης και επικός. 
Οι κομμουνιστές του Χαϊδαρίου, διαλεχτά στελέχη του πιο συνειδητού τμήματος της εργατικής τάξης, ήξεραν πως δεν ήταν τυχαία η επιλογή τους για εκτέλεση, ούτε η μέρα που αυτή πραγματοποιήθηκε. Ηξεραν όλοι τους ότι αυτήν την κρίσιμη ώρα δεν είχαν κανένα δικαίωμα να εκφράσουν την ατομικότητά τους. 
Με την υποδειγματική στάση τους όφειλαν να στείλουν μήνυμα όχι μονάχα στην οικογένειά τους, ούτε καν μόνο στον ελληνικό λαό, που μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ μάχονταν ολοένα και πιο αποφασιστικά το φασίστα κατακτητή, αλλά στην παγκόσμια εργατική τάξη. 
Είναι το μήνυμα της αναπότρεπτης νίκης της στον τιτάνιο κι ασυμφιλίωτο αγώνα της, που θα καταργήσει τη βαρβαρότητα της ταξικής αδικίας και εκμετάλλευσης, όποια έκφραση κι αν αυτή παίρνει. 
Το μήνυμα της ακλόνητης βεβαιότητάς τους ότι το ιδανικό της κοινωνικής απελευθέρωσης δεν αποτελεί ουτοπία, αλλά επιστημονικά θεμελιωμένη και πρακτικά επιβεβαιωμένη αναγκαιότητα της ιστορίας. Αυτή η βεβαιότητα έθρεψε τέτοιους γενναίους επαναστάτες και θα εξακολουθεί πάντα ν' αναθρέφει, ώσπου η ανθρωπότητα να εξανθρωπιστεί. 
Η εικόνα της τελευταίας ομάδας των εκτελεσμένων, που πέφτουν στη γη με αλύγιστη την υψωμένη σιδερένια τους γροθιά, αυτό είναι το τελευταίο σημείωμα των διακοσίων, η διαθήκη που μας εμπιστεύτηκαν.

Στα πλούσια συναισθήματα που διεγείρει η ταινία, σπουδαία είναι η συμβολή των ηθοποιών και ειδικά του πρωταγωνιστικού δίδυμου, του Ανδρέα Κωνσταντίνου στο ρόλο του Ναπολέοντα Σουκατζίδη και του Αντρέ Χένικε στο ρόλο του Καρλ Φίσερ, ενώ καθόλου δεν υπολείπεται και η ερμηνεία του Τάσου Δήμα στο ρόλο του «καθοδηγητή».



30 Δεκεμβρίου, 2018

60 ΧΡΟΝΙΑ ΚΟΥΒΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ -ΝΑ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ !!




Από Ατέχνως»

-Εξή­ντα χρό­νια συ­μπλη­ρώ­νο­νται την 1η Γε­νά­ρη από τη μέρα που οι αντάρ­τι­κες ομά­δες των μπαρ­μπού­δος έμπαι­ναν θριαμ­βευ­τι­κά στην πρω­τεύ­ου­σα Αβάνα, γκρε­μί­ζο­ντας τη λα­ο­μί­ση­τη δι­κτα­το­ρία του Φ.Μπα­τί­στα. 
Η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση απο­τέ­λε­σε γε­γο­νός-ορό­ση­μο για την ιστο­ρία του 20ου αιώνα, ση­μα­το­δο­τώ­ντας την γέν­νη­ση του πρώ­του σο­σια­λι­στι­κού κρά­τους στην Αμε­ρι­κα­νι­κή ήπει­ρο και ευ­ρύ­τε­ρα στο δυ­τι­κό ημι­σφαί­ριο.

Ο θρί­αμ­βος της Επα­νά­στα­σης στην Κούβα – όπως και 42 χρό­νια πριν απ’ αυτήν η Με­γά­λη Οκτω­βρια­νή Σο­σια­λι­στι­κή Επα­νά­στα­ση στη Ρωσία – απέ­δει­ξε στην πράξη ορι­σμέ­νες αλή­θειες:

– Ότι το βάρ­βα­ρο κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα δεν είναι ανί­κη­το, πως η κα­θε­στη­κυία τάξη πραγ­μά­των μπο­ρεί να ανα­τρα­πεί.

– Ότι η ανα­τρο­πή του κα­πι­τα­λι­σμού δε μπο­ρεί, σε καμία πε­ρί­πτω­ση, να έρθει με «ει­ρη­νι­κά μέσα» και αυ­τα­πά­τες περί «κοι­νο­βου­λευ­τι­κού δρό­μου προς το σο­σια­λι­σμό». Επι­βε­βαιώ­νο­ντας έτσι, για άλλη μια φορά στην ιστο­ρία, τα λόγια του Μαρξ πως «η βία είναι η μαμή κάθε πα­λαιάς κοι­νω­νί­ας που κυο­φο­ρεί μέσα της μια και­νού­ρια» (1). 
Η κου­βα­νι­κή επα­νά­στα­ση, μας εξη­γεί ο Τσε, «παίρ­νει τον Μαρξ από το ση­μείο εκεί­νο στο οποίο ο ίδιος εγκα­τέ­λει­ψε την επι­στή­μη για να φέρει στον ώμο το επα­να­στα­τι­κό του­φέ­κι» (2) .

– Ότι ο ένο­πλος λαός, που έχει συ­νει­δη­το­ποι­ή­σει για ποιόν σκοπό αγω­νί­ζε­ται, είναι σε θέση να τσα­κί­σει τυ­ράν­νους, δι­κτά­το­ρες και ιμπε­ρια­λι­στές. 
«Δι­δά­ξα­με – γρά­φει ο Τσε- την έλ­λει­ψη φόβου για τον εχθρό και την κα­τα­δυ­νά­στευ­ση. Δι­δά­ξα­με ότι τα όπλα στα χέρια του λαού απο­τε­λούν ανώ­τε­ρη δύ­να­μη από μι­σθο­φο­ρι­κούς στρα­τούς» (3). Και, πράγ­μα­τι, η πα­νω­λε­θρία των μι­σθο­φό­ρων της CIA στον Κόλπο των Χοί­ρων το 1961 απο­τε­λεί χει­ρο­πια­στή από­δει­ξη του ότι καμία ιμπε­ρια­λι­στι­κή δύ­να­μη, όσο ισχυ­ρή κι’ αν είναι, δε μπο­ρεί να κα­θυ­πο­τά­ξει έναν επα­να­στα­τη­μέ­νο λαό απο­φα­σι­σμέ­νο να ζήσει ελεύ­θε­ρος από τα εκ­με­ταλ­λευ­τι­κά δεσμά.
– Ότι η ύπαρ­ξη ενός Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κά ατσα­λω­μέ­νου στη βάση της μαρ­ξι­στι­κής-λε­νι­νι­στι­κής κο­σμο­θε­ω­ρί­ας, είναι προ­α­παι­τού­με­νο ώστε να βα­δί­σει ένας λαός το δρόμο της σο­σια­λι­στι­κής προ­ο­πτι­κής. 
Κατά την Επα­νά­στα­ση του 1959 μπο­ρεί να μην υπήρ­χε ακόμη το ΚΚ Κού­βας, υπήρ­χαν ωστό­σο οι πο­λι­τι­κοί του πρό­δρο­μοι (Κί­νη­μα της 26ης Ιούλη, Λαϊκό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα). Η ίδρυ­ση του Ηνω­μέ­νου Κόμ­μα­τος της Σο­σια­λι­στι­κής Επα­νά­στα­σης το 1962 και η με­τε­ξέ­λι­ξη του σε Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα Κού­βας στις 3 Οκτώ­βρη 1965 έδω­σαν σάρκα και οστά στην πο­λι­τι­κή πρω­το­πο­ρία του ερ­γα­ζό­με­νου λαού, κα­θο­δη­γώ­ντας μέχρι σή­με­ρα την πο­ρεία της σο­σια­λι­στι­κής οι­κο­δό­μη­σης.

– Ότι – όπως πε­ρί­τρα­να επι­βε­βαί­ω­σε και η Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση το 1917- είναι εφι­κτή η οι­κο­δό­μη­ση του σο­σια­λι­σμού σε μια χώρα, χωρίς την ανα­μο­νή για την πα­γκό­σμια επα­νά­στα­ση. 
Η σο­σια­λι­στι­κή επα­νά­στα­ση μπο­ρεί να νι­κή­σει σε οποια­δή­πο­τε χώρα έχουν δια­μορ­φω­θεί οι ανα­γκαί­ες υλι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις για τον σο­σια­λι­σμό. 
Στην πε­ρί­πτω­ση της Κού­βας οι βά­σεις για το ξε­κί­νη­μα της σο­σια­λι­στι­κής οι­κο­δό­μη­σης είχαν ήδη τεθεί τον Μάη του 1961, όταν και ο Φι­ντέλ Κά­στρο ανα­κή­ρυ­ξε τον σο­σια­λι­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα της Επα­νά­στα­σης.


«Λοι­πόν ναι! Το κα­θε­στώς μας είναι σο­σια­λι­στι­κό!… Θέ­λου­με ένα Σύ­νταγ­μα που να μην είναι αστι­κό που να αντα­πο­κρί­νε­ται δη­λα­δή στα συμ­φέ­ρο­ντα εκ­με­τάλ­λευ­σης μιας τάξης σε βάρος του λαού. Θέ­λου­με ένα Σύ­νταγ­μα που να αντα­πο­κρί­νε­ται σε ένα και­νού­ριο κοι­νω­νι­κό σύ­στη­μα, όπου να μην υπάρ­χει εκ­με­τάλ­λευ­ση αν­θρώ­που από άν­θρω­πο. Αυτό το και­νού­ριο σύ­στη­μα λέ­γε­ται σο­σια­λι­σμός» – Φι­ντέλ Κά­στρο, 1 Μάη 1961 (4).
Η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση απέ­δει­ξε και κάτι άλλο, εξαι­ρε­τι­κά ση­μα­ντι­κό. 
Τις τε­ρά­στιες δυ­να­τό­τη­τες της σο­σια­λι­στι­κής οι­κο­δό­μη­σης που συ­νο­ψί­ζο­νται σε μια σειρά σπου­δαί­ες κοι­νω­νι­κές κα­τα­κτή­σεις (συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης μιας ευ­ρεί­ας κλί­μα­κας αγρο­τι­κής με­ταρ­ρύθ­μι­σης) πρω­τό­γνω­ρες για την ερ­γα­τι­κή τάξη των χωρών της Αμε­ρι­κα­νι­κής ηπεί­ρου. 
Πρό­κει­ται για κα­τα­κτή­σεις που, ση­μειω­τέ­ον, έλα­βαν χώρα εν μέσω πολύ με­γά­λων δυ­σκο­λιών, ιμπε­ρια­λι­στι­κής πε­ρι­κύ­κλω­σης, απει­λών και τρο­μο­κρα­τί­ας, στο πλαί­σιο του γε­νο­κτο­νι­κού οι­κο­νο­μι­κού και εμπο­ρι­κού απο­κλει­σμού που επέ­βαλ­λε η κυ­βέρ­νη­ση των ΗΠΑ το 1962 και το οποίο συ­νε­χί­ζει να υφί­στα­ται. 
Η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση πα­ρέ­λα­βε μια χώρα- κυ­ριο­λε­κτι­κά αποι­κία των ΗΠΑ- με πολύ χα­μη­λό επί­πε­δο πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων και τη με­τέ­τρε­ψε στα­δια­κά, με την κα­θο­ρι­στι­κή οι­κο­νο­μι­κή συμ­βο­λή της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης, σε ένα κρά­τος με υψη­λού επι­πέ­δου, προ­σβά­σι­μες σε όλο το λαό, δη­μό­σιες υπη­ρε­σί­ες Υγεί­ας, Παι­δεί­ας, Πρό­νοιας, Αθλη­τι­σμού, Πο­λι­τι­σμού κλπ.

Οι σπου­δαί­ες κα­τα­κτή­σεις της σο­σια­λι­στι­κής οι­κο­δό­μη­σης στην Κούβα ενο­χλούν – και θα συ­νε­χί­σουν να ενο­χλούν- τους πάσης φύσης απο­λο­γη­τές του κα­πι­τα­λι­σμού. 
Και αυτό διότι στις κα­τα­κτή­σεις του κου­βα­νι­κού λαού- όπως και σε άλλες πε­ρι­πτώ­σεις σο­σια­λι­στι­κής οι­κο­δό­μη­σης που γνω­ρί­σα­με τον 20ο αιώ­να- απο­τυ­πώ­νε­ται με ξε­κά­θα­ρο τρόπο η ανω­τε­ρό­τη­τα του σο­σια­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος. 

Να, λοι­πόν, τι ση­μαί­νει Σο­σια­λι­σμός:



ΣΤΗΝ ΠΑΙ­ΔΕΙΑ

Πριν την Επα­νά­στα­ση του 1959, το πο­σο­στό του κου­βα­νι­κού πλη­θυ­σμού που γνώ­ρι­ζε γραφή και ανά­γνω­ση κυ­μαί­νο­νταν από 60% έως 76%. Στην κου­βα­νι­κή ύπαι­θρο, το 40% του πλη­θυ­σμού ήταν βυ­θι­σμέ­νο στον αναλ­φα­βη­τι­σμό. 
Η «εκ­στρα­τεία ενά­ντια στον αναλ­φα­βη­τι­σμό» – η πλέον ορ­γα­νω­μέ­νη προ­σπά­θεια μα­ζι­κής εκ­παί­δευ­σης στην ιστο­ρία – που έλαβε χώρα επί 12 μήνες, κατα το έτος 1961, αύ­ξη­σε το πο­σο­στό της μόρ­φω­σης σε εθνι­κό επί­πε­δο στο 96%. Πε­ρισ­σό­τε­ροι από 707.000 ενή­λι­κες έμα­θαν γραφή και ανά­γνω­ση.

Σή­με­ρα, σύμ­φω­να με στοι­χεία της UN­ESCO, η Κούβα δια­τη­ρεί ένα από τα χα­μη­λό­τε­ρα πο­σο­στά αναλ­φα­βη­τι­σμού πα­γκο­σμί­ως, ευ­ρι­σκό­με­νη στην πρώτη δε­κά­δα των χωρών με το υψη­λό­τε­ρο πο­σο­στό εγ­γρά­μα­του πλη­θυ­σμού (99,8%). 
Αντί­στοι­χα, μια σειρά κα­πι­τα­λι­στι­κές χώρες στην Αμε­ρι­κα­νι­κή ήπει­ρο, βρί­σκο­νται σε αρ­κε­τά χα­μη­λό­τε­ρη θέση από την Κούβα: Με­ξι­κό (94,5%), Γουα­τε­μά­λα (81,3%), Κόστα Ρίκα (97,4%), Δο­μι­νι­κα­νή Δη­μο­κρα­τία (92%), Κο­λομ­βία (94,2%).

Σύμ­φω­να με έκ­θε­ση της Πα­γκό­σμιας Τρά­πε­ζας το 2014, η Κούβα δια­θέ­τει το κα­λύ­τε­ρο εκ­παι­δευ­τι­κό σύ­στη­μα στη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή. Το πε­ρα­σμέ­νο έτος, το 24% του ετή­σιου κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού δα­πα­νή­θη­κε για την πε­ραι­τέ­ρω βελ­τί­ω­ση του δη­μό­σιου και δω­ρε­άν συ­στή­μα­τος Παι­δεί­ας. 
Το αντί­στοι­χο πο­σο­στό που δα­πά­νη­σε η κυ­βέρ­νη­ση των ΗΠΑ δεν ξε­πέ­ρα­σε το 6,3%.

ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Το κου­βα­νι­κό εθνι­κό σύ­στη­μα Υγεί­ας- δω­ρε­άν και προ­σβά­σι­μο για το σύ­νο­λο του λαού- έχει χα­ρα­κτη­ρι­στεί από την UNESCO ως «πα­ρά­δειγ­μα προς μί­μη­ση» για όλες τις χώρες του κό­σμου. 
Στο πλαί­σιο αυτό, την τε­λευ­ταία 20ε­τία, η Κούβα απο­τε­λεί προ­ο­ρι­σμό για πε­ρί­που 20.000 αλ­λο­δα­πούς ασθε­νείς (κυ­ρί­ως από Κα­να­δά, Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή και Ευ­ρώ­πη) κάθε χρόνο, οι οποί­οι εμπι­στεύ­ο­νται την ια­τρο­φαρ­μα­κευ­τι­κή τους πε­ρί­θαλ­ψη στα χέρια κου­βα­νών για­τρών.

Η Κούβα πρω­το­πο­ρεί πα­γκο­σμί­ως στην αντι­με­τώ­πι­ση ασθε­νειών που σχε­τί­ζο­νται με τον καρ­κί­νο, ενώ έχει εξαι­ρε­τι­κά υψη­λούς δεί­κτες σε μια σειρά το­μείς της Ια­τρι­κής, από την καρ­διο­λο­γία μέχρι τις με­τα­μο­σχεύ­σεις ορ­γά­νων. 
Σε ότι αφορά τις ανά­γκες σε φάρ­μα­κα και εμ­βό­λια, το 90% αυτών πα­ρά­γε­ται στην Κούβα.

Το 1960, το προσ­δό­κι­μο ζωής στην Κούβα ήταν τα 64 χρό­νια. 
Το 2016 το αντί­στοι­χο πο­σο­στό άγ­γι­ζε τα 79,7 έτη, υψη­λό­τε­ρο κατά τέσ­σε­ρα χρό­νια σε σχέση με το αντί­στοι­χο προσ­δό­κι­μο ζωής στο σύ­νο­λο της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής (75,5 χρό­νια). 
Στις ΗΠΑ, το προσ­δό­κι­μο ζωής είναι 78,7 έτη (2016).

Το πε­ρα­σμέ­νο έτος, το 27% του ετή­σιου κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού (πάνω από 10,7 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια δο­λά­ρια) δα­πα­νή­θη­κε για βελ­τιώ­σεις και εκ­συγ­χρο­νι­σμούς του Εθνι­κού Συ­στή­μα­τος Υγεί­ας.

Η Κούβα έχει το με­γα­λύ­τε­ρο αριθ­μό για­τρών, σε ανα­λο­γία με τον πλη­θυ­σμό της, από κάθε άλλη χώρα στον κόσμο. 
Από το 1990 έως το 2003, ο αριθ­μός των για­τρών αυ­ξή­θη­κε κατά 76%, των οδο­ντιά­τρων κατά 46% και των νο­ση­λευ­τών κατά 16%.
 Κατά την ίδια πε­ρί­ο­δο η πλη­θυ­σμια­κή κά­λυ­ψη του κοι­νω­νι­κού θε­σμού του «οι­κο­γε­νεια­κού για­τρού» αυ­ξή­θη­κε κατά 52,2%, αγ­γί­ζο­ντας το 99,2% το 2003. 
Το Νο­έμ­βριο του 2008, η Κούβα είχε πε­ρισ­σό­τε­ρους από 70.000 για­τρούς. 
Την ίδια στιγ­μή που οι ιμπε­ρια­λι­στές «εξά­γουν» οπλι­κά συ­στή­μα­τα που προ­ο­ρί­ζο­νται για δο­λο­φο­νι­κές επεμ­βά­σεις και πο­λέ­μους, η Κούβα εξά­γει… για­τρούς και νο­ση­λευ­τι­κό προ­σω­πι­κό, σε μια σειρά κρα­τι­κά προ­γράμ­μα­τα πε­ρί­θαλ­ψης και υγεί­ας σε 75 χώρες, από τη Νότια Αμε­ρι­κή μέχρι την Αφρι­κή.

Το 2017 το πο­σο­στό της βρε­φι­κής θνη­σι­μό­τη­τας στην Κούβα βρέ­θη­κε σε ιστο­ρι­κό χα­μη­λό, με μόλις 4,1 θα­νά­τους ανα 1000 γεν­νή­σεις! 
Πρό­κει­ται για το μι­κρό­τε­ρο, με δια­φο­ρά, πο­σο­στό σε όλη την Αμε­ρι­κα­νι­κή ήπει­ρο, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των ΗΠΑ (6 τοις χι­λί­οις) και του Κα­να­δά (5 τοις χι­λί­οις).

ΕΡ­ΓΑ­ΣΙΑ – ΚΟΙ­ΝΩ­ΝΙ­ΚΗ ΠΡΟ­ΝΟΙΑ

Το 2017 το πο­σο­στό ανερ­γί­ας στην Κούβα υπο­λο­γί­ζο­νταν σε πε­ρί­που 2%, πα­ρου­σιά­ζο­ντας τά­σεις μεί­ω­σης. Το χα­μη­λό­τε­ρο πο­σο­στό της τε­λευ­ταί­ας 15ε­τί­ας ήταν το 2008 (1,6%). 
Τέ­τοια πο­σο­στά ανερ­γί­ας φα­ντά­ζουν, ασφα­λώς, απρό­σι­τα για τις κα­πι­τα­λι­στι­κές χώρες:
 Στην Ελ­λά­δα το αντί­στοι­χο πο­σο­στό κι­νή­θη­κε στο 20,8% (Νο­έμ­βρης 2017), στην Ε.Ε. στο 7,3%, ενώ στον “κα­πι­τα­λι­στι­κό πα­ρά­δει­σο”, τις ΗΠΑ, πε­ρισ­σό­τε­ροι από 16 εκα­τομ­μύ­ρια είναι άνερ­γοι η υπο­α­πα­σχο­λού­νται (Bureau of Labor Statistics).
«200 εκα­τομ­μύ­ρια παι­διά σε όλον τον κόσμο θα κοι­μη­θούν απόψε στο δρόμο. Κα­νέ­να από αυτά δεν είναι στην Κούβα». 
Η φράση αυτή, που πα­λαιό­τε­ρα εμ­φα­νί­ζο­νταν σε γι­γα­ντο­α­φί­σες στους δρό­μους της Αβά­νας, είναι αλη­θής. Στην σο­σια­λι­στι­κή Κούβα το πο­σο­στό των αν­θρώ­πων που δεν έχουν στέγη είναι πρα­κτι­κά μη­δε­νι­κό, καθώς δεν υπάρ­χει κου­βα­νός που να μένει στο δρόμο. 
Αντί­θε­τα, στην Ε.Ε. ο αριθ­μός των αν­θρώ­πων που ζουν στο δρόμο υπο­λο­γί­ζε­ται σε πε­ρισ­σό­τε­ρα από 5 εκα­τομ­μύ­ρια. 
Στις ΗΠΑ ο αντί­στοι­χος αριθ­μός των αστέ­γων υπο­λο­γί­ζε­ται με­τα­ξύ 1,6 – 3,5 εκα­τομ­μύ­ρια, στη Γερ­μα­νία πε­ρί­που 860.000 και στη Μ.Βρε­τα­νία σε 300.000.

Η κοι­νω­νι­κή ασφά­λι­ση στην Κούβα απο­τε­λεί ανα­φαί­ρε­το δι­καί­ω­μα, καθώς από την επι­κρά­τη­ση της Επα­νά­στα­σης το 1959 το κρά­τος εγ­γυά­ται την δω­ρε­άν και κα­θο­λι­κή ασφά­λι­ση όλων των κου­βα­νών. 
Σή­με­ρα, η κυ­βέρ­νη­ση δα­πα­νά πε­ρισ­σό­τε­ρα από 6 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια δο­λά­ρια από τον ετή­σιο προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό για προ­γράμ­μα­τα κοι­νω­νι­κής ασφά­λι­σης, ποσό το οποίο ανα­μέ­νε­ται να δι­πλα­σια­στεί μέχρι το 2030. 
Αντί­θε­τα, στις γει­το­νι­κές ΗΠΑ το 15% του πλη­θυ­σμού πα­ρα­μέ­νει ανα­σφά­λι­στο ενώ του­λά­χι­στον ένα 5% προ­σφεύ­γει στην ιδιω­τι­κή ασφά­λι­ση.

ΑΘΛΗ­ΤΙ­ΣΜΟΣ – ΦΥ­ΣΙ­ΚΗ ΑΓΩΓΗ

Στο πλαί­σιο της ολό­πλευ­ρης ανά­πτυ­ξης της προ­σω­πι­κό­τη­τας των νέων, η σο­σια­λι­στι­κή οι­κο­δό­μη­ση στην Κούβα έδωσε ιδιαί­τε­ρο βάρος και στους το­μείς του Αθλη­τι­σμού και της Φυ­σι­κής Αγω­γής. 
Κα­θό­λου τυ­χαία, η μικρή Κούβα των 11 εκα­τομ­μυ­ρί­ων κα­τοί­κων έχει να επι­δεί­ξει ση­μα­ντι­κό­τα­τες επι­τυ­χί­ες σε διε­θνείς διορ­γα­νώ­σεις: 
θέση το 1991 και 2η θέση το 1971 στους Πα­να­με­ρι­κα­νι­κούς Αγώ­νες, 2η στο σύ­νο­λο των με­ταλ­λί­ων (συ­νο­λι­κά 2026, 875 χρυσά, 593 αση­μέ­νια, 558 χάλ­κι­να), έχο­ντας αφή­σει πίσω υπερ­δυ­νά­μεις όπως ο Κα­να­δάς, η Βρα­ζι­λία και η Αρ­γε­ντι­νή.
Η ίδια Κούβα βρί­σκε­ται στην 20η θέση πα­γκο­σμί­ως στον κα­τά­λο­γο των πε­ρισ­σό­τε­ρων με­ταλ­λί­ων σε θε­ρι­νούς Ολυ­μπια­κούς Αγώ­νες, έχο­ντας πε­ρισ­σό­τε­ρους από 112 πα­γκό­σμιους πρω­τα­θλη­τές σε πε­ρί­που 12 ατο­μι­κά αθλή­μα­τα.

ΔΗ­ΜΟ­ΚΡΑ­ΤΙΑ – ΣΥΜ­ΜΕ­ΤΟ­ΧΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Μια απ’ τις πλέον συ­νη­θι­σμέ­νες συ­κο­φα­ντί­ες ενά­ντια στην Κούβα είναι τα περί «έλ­λει­ψης δη­μο­κρα­τί­ας» και «δι­κτα­το­ρι­κού κα­θε­στώ­τος» όπου- όπως ισχυ­ρί­ζο­νται οι απο­λο­γη­τές του κα­πι­τα­λι­σμού- 
«δεν γί­νο­νται εκλο­γές». Πρό­κει­ται ασφα­λώς για ψέμα, μιας και στην Κούβα γί­νο­νται εκλο­γές και μά­λι­στα με δια­δι­κα­σί­ες μα­κράν δη­μο­κρα­τι­κό­τε­ρες από αυτές του καθ’ ημάς αστι­κού κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού.

Ο λαός της Κού­βας συμ­με­τέ­χει σε όλο το φάσμα της πο­λι­τι­κής και κοι­νω­νι­κής ζωής, χωρίς κοι­νω­νι­κούς, φυ­λε­τι­κούς ή άλ­λους απο­κλει­σμούς, μέσα από μορ­φές λαϊ­κής εξου­σί­ας που ξε­κι­νούν από τη γει­το­νιά (το­πι­κά Λαϊκά Συμ­βού­λια) και φτά­νουν ως την Εθνο­συ­νέ­λευ­ση. 
Ακόμη όμως κι’ αν αυτή η εξή­γη­ση δεν είναι αρ­κε­τή για να κα­τα­νοη­θεί το πως αντι­λαμ­βά­νε­ται η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση τη δη­μο­κρα­τία, ας δούμε την δια­δι­κα­σία που ακο­λου­θή­θη­κε κατά την συ­ζή­τη­ση της πρό­σφα­της Συ­νταγ­μα­τι­κής Ανα­θε­ώ­ρη­σης: 
Σε διά­στη­μα τριών μηνών έγι­ναν σε όλη την επι­κρά­τεια 133.000 δια­βου­λεύ­σεις, συμ­με­τεί­χαν 9 εκα­τομ­μύ­ρια κου­βα­νοί και κα­τα­τέ­θη­καν 783.000 προ­τά­σεις για τη βελ­τί­ω­ση του προ­σχε­δί­ου του Συ­ντάγ­μα­τος. Η δια­δι­κα­σία αυτή επέ­φε­ρε αλ­λα­γές στα 2/3 του πε­ριε­χο­μέ­νου του προ­τει­νό­με­νου Συ­ντάγ­μα­τος και το νέο επι­και­ρο­ποι­η­μέ­νο κεί­με­νο εγκρί­θη­κε από την Εθνο­συ­νέ­λευ­ση στα μέσα Δε­κέμ­βρη. Την τε­λι­κή ωστό­σο έγκρι­ση του νέου Συ­ντάγ­μα­τος θα τη δώσει ο κου­βα­νι­κός λαός σε δη­μο­ψή­φι­σμα που έχει προ­γραμ­μα­τι­στεί για τις 24 Φλε­βά­ρη 2019. Να για τι εί­δους δη­μο­κρα­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες μι­λά­με!

60 ΧΡΟ­ΝΙΑ ΜΕΤΑ…

Στην 60χρο­νη – μέχρι σή­με­ρα- ιστο­ρία της, η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση κα­τά­φε­ρε να στα­θεί όρθια περ­νώ­ντας μέσα από δε­κά­δες εμπό­δια και αντι­ξο­ό­τη­τες. 
Η σο­σια­λι­στι­κή Κούβα στά­θη­κε όρθια απέ­να­ντι στις πο­λυ­πλό­κα­μες επι­θέ­σεις των ιμπε­ρια­λι­στών, άντε­ξε και συ­νε­χί­ζει να αντέ­χει επί μισό και πλέον αιώνα τον απάν­θω­πο, ασφυ­κτι­κό οι­κο­νο­μι­κό απο­κλει­σμό των ΗΠΑ, απέ­κρου­σε σειρά αντε­πα­να­στα­τι­κών ενερ­γειών και μη­χα­νο­ρα­φιών της CIA και των μι­σθο­φό­ρων της.

Η ερ­γα­τι­κή τάξη και ο λαός της Κού­βας, υπό την ηγε­σία του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, κα­τά­φε­ραν να μεί­νουν όρ­θιοι στα χρό­νια των αντε­πα­να­στα­τι­κών ανα­τρο­πών, χά­νο­ντας τον πο­λυ­τι­μό­τε­ρο σύμ­μα­χο και αρωγό τους, την Σο­βιε­τι­κή Ένωση. 
Παρά τις δυ­σα­νά­λο­γα με­γά­λες αντι­ξο­ό­τη­τες, όταν η κόκ­κι­νη ση­μαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο υπο­στέλ­λο­νταν στη Μόσχα και οι ύαι­νες του ιμπε­ρια­λι­σμού πα­νη­γύ­ρι­ζαν το «τέλος της Ιστο­ρί­ας», κάπου αλλού, σε μια γωνιά της Κα­ραϊ­βι­κής, συ­νέ­χι­ζε να ανε­μί­ζει η ση­μαία της σο­σια­λι­στι­κής Επα­νά­στα­σης.
Πρω­το­μα­γιά στην Αβάνα

Σή­με­ρα, η στή­ρι­ξη και αλ­λη­λεγ­γύη απέ­να­ντι στον κου­βα­νι­κό λαό δεν αφορά μόνο τους κομ­μου­νι­στές, τους οπα­δούς της σο­σια­λι­στι­κής και κοι­νω­νι­κής επα­νά­στα­σης. Αφορά την ερ­γα­τι­κή τάξη σε κάθε γωνιά του κό­σμου. 
Αφορά όλους όσους συ­νει­δη­το­ποιούν ότι είναι ιστο­ρι­κή ανα­γκαιό­τη­τα να εντα­θεί η πάλη ενά­ντια στο σάπιο κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα και την ιμπε­ρια­λι­στι­κή τάξη πραγ­μά­των. 
Η Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση απο­τε­λεί σύμ­βο­λο και ταυ­τό­χρο­να μια δια­δι­κα­σία που συ­νε­χί­ζει να εξε­λίσ­σε­ται, με επι­τυ­χί­ες, θε­τι­κά βή­μα­τα αλλά και πι­σω­γυ­ρί­σμα­τα.

Κα­νείς δεν είναι σε θέση να γνω­ρί­ζει την εξέ­λι­ξη των πραγ­μά­των σε βάθος χρό­νου. 
Στο πρό­σω­πο της σο­σια­λι­στι­κής Κού­βας, που αντέ­χει και αγω­νί­ζε­ται κό­ντρα στο ρεύμα των και­ρών, αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται μια αλή­θεια: ότι η εποχή μας, παρά τις αντε­πα­να­στα­τι­κές ανα­τρο­πές και τον προ­σω­ρι­νό αρ­νη­τι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων, πα­ρα­μέ­νει εποχή πε­ρά­σμα­τος από τον κα­πι­τα­λι­σμό στον σο­σια­λι­σμό.
Σή­με­ρα, 60 χρό­νια από το θρί­αμ­βο της Επα­νά­στα­σης, ο λαός της Κού­βας χρειά­ζε­ται όσο ποτέ άλ­λο­τε την ολό­πλευ­ρη στή­ρι­ξη και αλ­λη­λεγ­γύη μας προ­κει­μέ­νου να συ­νε­χί­σει να βα­δί­σει στο δρόμο της σο­σια­λι­στι­κής-κομ­μου­νι­στι­κής προ­ο­πτι­κής, σε πεί­σμα όσων θέ­λουν να βά­λουν φρένο στην εξέ­λι­ξη της Ιστο­ρί­ας.

1. Κ. Μαρξ, Κε­φά­λαιο, Τόμος 1ος, σελ. 776, εκδ. Σύγ­χρο­νη Εποχή.
2. Ε. Γκε­βά­ρα, Ση­μειώ­σεις για τη Με­λέ­τη της ιδε­ο­λο­γί­ας της Κου­βα­νι­κής Επα­νά­στα­σης, 1960, Verde Olivo: https://​guevaristas.​org/​1967/​10/​09/​notes-​cuban-​revolution/
3. Ε. Γκε­βά­ρα, Τι μά­θα­με και τι δι­δά­ξα­με: Οι πρώ­τες σκέ­ψεις για την Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση, 1959, Patria.
4. Φι­ντέλ Κά­στρο: Η Επα­νά­στα­ση της Κού­βας, Εκδ. Ψύ­χα­λου, σελ. 388-391.

_______________________________­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­__



Νίκος Μότ­τας Γεν­νή­θη­κε το 1984 στη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Είναι υπο­ψή­φιος δι­δά­κτο­ρας (Phd) Πο­λι­τι­κής Επι­στή­μης, Διε­θνών Σχέ­σε­ων και Ιστο­ρί­ας. Σπού­δα­σε Πο­λι­τι­κές Επι­στή­μες στο Πα­νε­πι­στή­μιο Westminster του Λον­δί­νου και είναι κά­το­χος δύο με­τα­πτυ­χια­κών τί­τλων (Master of Arts) στις δι­πλω­μα­τι­κές σπου­δές (Πα­ρί­σι) και στις διε­θνείς δι­πλω­μα­τι­κές σχέ­σεις (Πα­νε­πι­στή­μιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δη­μο­σιευ­θεί σε ελ­λη­νό­φω­να και ξε­νό­γλωσ­σα μέσα.