Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

17 Αυγούστου, 2016

Ο γερμανός αξιωματικός γαυγίζει k ο προδότης μεταφράζει: Θα τουφεκιστείτε τώρα, Όποιος θέλει τη ζωή του, να μας πει ποιοι από τους 1500 είναι κομμουνιστές κ εαμίτες



Ο αρχηγός Κασιμάτης


«Δίπλα σε όλους τους τίμιους Έλληνες πήρανε επάξια μέρος στην Εθνική αντίσταση κι οι λογοτέχνες μας: Στην απόλυτη πλειοψηφία τους, ―έξω από λίγες εξαιρέσεις που τις συνοδεύει η γενική περιφρόνηση― στάθηκαν πιστά παιδιά του λαού μας και συναγωνιστές στο σκληρόν αγώνα για τη λευτεριά του. Έριξαν κι αυτοί το βόλι τους στη μεγάλη μάχη της ανθρωπότητας για τη συντριβή του Φασισμού. Έδωσαν κι αίμα και θυσίες για το λυτρωμό του ανθρώπου από κάθε σκλαβιά. Για να ξαναπάρει η ζωή την ομορφιά που της έκλεψαν οι εχθροί κάθε καλού και δίκιου, πολέμησαν και πολεμούν ακόμα κι αυτοί δίπλα σε όλον το λαό. Και μέσα στης μάχης την αντάρα, σαν πραγματικοί πνευματικοί άνθρωποι και καλλιτέχνες δεν ξέχασαν και τον άλλο τον κύριο προορισμό τους. Δεν ξέχασαν την τέχνη τους. Την έκαναν τραγούδι και ποίημα, διήγημα και θέατρο. Έζησαν την αντίσταση σαν στρατευμένοι εργάτες του πνεύματος. Στις κρίσιμες στιγμές της Ελλάδας δείχτηκαν αντάξιοι με τον ήρωα λαό της. Η στάση τους αυτή θάναι πάντα παράδειγμα και κίνητρο στους νέους, τους αυριανούς διανοούμενους και καλλιτέχνες, δείχτης για το δρόμο το σωστό που πρέπει ν’ ακολουθούνε».
Έτσι ξεκινάει ο πρόλογος του βιβλίου 15 διηγήματα από την αντίσταση (υπογράφεται από το Τμήμα Μόρφωσης – Διαφώτισης του Κ. Σ. της ΕΠΟΝ) που  εκδόθηκε ―μάλλον― το 1944 από το περιοδικό «Νέα Γενιά» της ΕΠΟΝ.
Στην έκδοση αυτή που ανατυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1983 (Γ΄ έκδοση) από τις εκδόσεις Ειρήνη, παρουσιάζονται διηγήματα των Έλλης Αλεξίου, Μέλπως Αξιώτη, Βασίλη Ρώτα, Γαλάτειας Καζαντζάκη, Μενέλαου Λουντέμη και άλλων -δεκαπέντε συνολικά- λογοτεχνών.
Από το βιβλίο επιλέξαμε και μεταφέρουμε στο διαδίκτυο το διήγημα του Θέμου Κορνάρου Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ που αναφέρεται στο Μπλόκο του Βύρωνα (7 Αυγούστου του 1944) και στον ηρωισμό του 20χρονου στελέχους της ΕΠΟΝ Παναγιώτη Κασιμάτη. Παραθέτουμε πρώτα τα λιγοστά βιογραφικά στοιχεία για τον συγγραφέα που προηγούνται (μαζί με το σκίτσο) του διηγήματος  στην πρώτη έκδοση. Στην αντιγραφή διατηρείται η ορθογραφία της έκδοσης.
ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ. Γεννήθηκε στην Κρήτη στα 1906. Προσπάθησε να σπουδάσει μόνος του, χωρίς να το μπορέσει ως το τέλος. Έτσι επέρασε από επάγγελμα σε επάγγελμα, σε σκληρές εργατικές δουλειές ως τα 1933, που έβγαλε τα πρώτα του βιβλία, «Άγιον Όρος» και «Σπιναλόγκα». Εξακολούθησε να ζει ως εργάτης μέχρι τα 1944. Έχει εκδόσει μέχρι σήμερα 10 βιβλία. Γι’ αυτά διώχτηκε και φυλακίστηκε. Το τελευταίο του βιβλίο είναι το «Στρατόπεδο του Χαϊδαριού».
Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Αρχές του Αυγούστου 1944. Δεν έχει φέξει ακόμα κι ο σκοπός ειδοποιεί το σχηματισμό του ΕΛΑΣ, για κάποιαν ύποπτη κίνηση που παρατηρήθηκε στις εξωτερικές συνοικίες του Βύρωνα.
Άλλος σύνδεσμος φέρνει, σε λίγο, την πληροφορία πως κυκλώνεται ο συνοικισμός. Σώμα μιχτό: Γερμανοί και Τσολιάδες. 
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είναι ασήμαντες μπροστά στον όγκο και τα μηχανοκίνητα του εχθρού. Όμως θα χτυπήσει. Πρέπει να δόσει καιρό να μαζευτούν τ’ Αρχεία των οργανώσεων και να πάρουνε μέτρα οι παράνομοι, που θα μείνουνε πίσω.
Η νύχτα, έτσι στα ξαφνικά, αναστατώνεται. Η μάχη έχει αρχίσει βίαιη, πεισματική από γωνιά σε γωνιά κι’ από σπίτι σε σπίτι.
Τα χωνιά γκαρδιώνουν τους πολεμιστές, τρομοκρατούνε τους τσολιάδες, ειδοποιούνε το συνοικισμό για ό,τι γίνεται, κ’ η μάχη βράζει μέσα στην πηχτή νύχτα.
Όταν είχαν όλα πια κανονιστεί, το μικρό τμήμα του ΕΛΑΣ, παίρνει διαταγή να τραβηχτεί. Ο συνοικισμός είναι κυκλωμένος από παντού. Μα η διαταγή είν’ αυστηρή. Έπρεπε ν’ ανοιχτεί δρόμος, για να γλυτώσουνε τον οπλισμό και με τις πιο λίγες θυσίες, να φύγουνε τα παιδιά στο βουνό.
Έτσι μπήκανε, μέρα πια πλατειά, στό συνοικισμό, τα σιδερόφραχτα τμήματα του εχθρού, ύστερ’ από πολύωρη μάχη, με μια φούχτα αμούστακα παληκάρια του εφεδρικού ΕΛΑΣ.
Χτυπούν οι καμπάνες. Οι τσολιάδες σκορπίζουνε σ’ όλους τους δρόμους και φοβερίζουνε.
Όλος ο κόσμος έπρεπε να μαζευτεί στην πλατεία, μέσα σε δέκα λεφτά. «Όποιος κρυφτεί, όποιος δοκιμάσει να φύγει, θα τουφεκιστεί επί τόπου, μαζί μ’ όλη τη φαμίλια του. Και το σπίτι του θα καίγεται…»
Κανένας δεν ξέρει ακόμα το σκοπό τούτης της πρωινής επιδρομής. Όλοι όμως είναι βέβαιοι πως για καλό δεν είναι. Και καθένας ετοιμάζει την ψυχή του, για να μπορέσει ν’ αντέξει σε σκληρές στιγμές και κακά μαντάτα.
Δε βλέπεις δάκρυα και δεν ακούς λιγμούς, την ώρα τούτη, που η κάθε φαμίλια αποχαιρετιέται πριν ξεκινήσει για τον άγνωστο κίντυνο. Είναι παράδοση πια, στις ανατολικές συνοικίες, να παίζει ο άνθρωπος μ’ αξιοπρέπεια και με γαλήνη το στερνό παιχνίδι με τον χάρο.
Η πλατεία βουίζει. Εν’ άναρθρο βούισμα που μοιάζει περισσότερο με σφηκοφωληάς αμυντική προετοιμασία, παρά με θόρυβο πολυάνθρωπης σύναξης που τη φρουρούνε αυτόματα και τανκς.
«Οι άντρες χωριστά!» Ακούγεται η πρώτη διαταγή.
Κάποια χέρια απλώνουνται κρυφά σφίγγουνται βιαστικά και καθένας παίρνει τη θέση του.
Τα μωρά ξέγνοιαστα χτυπούνε παλαμάκια και από της μάνας τους την αγκαλιά καλούνε τον πατέρα να προσέξει τα καμωματάκια τους και τα παιχνίδια. 
Κι’ ο τσολιάς, που στάζει το φαρμάκι από τα χείλια του, απαντά στην παιδική αθωότητα με βρισιές και φοβέρες: «…Σε λιγάκι μωρό μου θα σου δώσω μια μπάλα να παίξεις.» και του δείχνει το κεφάλι του πατέρα, κάνοντάς του και την κίνηση, για να καταλάβει το μικρό πώς κόβεται ένα κεφάλι.
Οι γερμανοί ρωτούν τι ειπώθηκε. 
Κ’ ύστερα γελούνε και χτυπούν αδελφικά την πλάτη του ευφυολόγου τσολιά.
Από την παράταξη των αντρών ξεχωρίζουνε οι γερμανοί τους πιο γερούς, τους πιο νέους. 
Πότε – πότε ψαχουλεύουνε και τα μπράτσα τους για να εκτιμήσουνε την αντοχή.
Η υπόθεση αρχίσει να φωτίζεται. Σκλάβους γυρεύουνε για τους βιομηχανικούς στόχους της Γερμανίας.
Ξεχωρίζουνε 1500. Αυτό δεν ήτανε και τόσο δύσκολη δουλειά. Το δύσκολο είναι να βρεις τι κρύβεται πίσω από τ’ αυστηρά τούτα πρόσωπα, με το σκοτεινό βλέμα και τ’ ασάλευτα χείλη.
Δεν είναι και τόσο απλή ιστορία, το να στείλεις στα μετόπισθεν 1500 άντρες από έναν ανυπόταχτο συνοικισμό της Αθήνας!
Κάτι λένε μεταξύ τους, γερμανοί και τσολιάδες. 
Κι αμέσως, τέσσερις σπιούνοι προχωρούνε και μπαίνουνε ανάμεσα στην αμίλητη μάζα. Έναν – έναν τους κοιτάζουνε στα μάτια. Και διαλέγουνε. 
Έχουνε βάλει δώδεκα στην «πάντα». 
Δώδεκα παληκάρια, που τα μάτια τους λένε ιστορίες παράξενες για ελευτεριά κι αγώνες. 
Τους στήνουνε στον τοίχο τον έναν πλάι στον άλλον. 
Κι άντικρα στο πλήθος. 
Η ανάσα μόνο του κόσμου ακούγεται. Κι ο ρυθμός της έγινε κάπως πιο βιαστικός. Όλο τούτο το πλήθος είν’ οργανωμένο, από το γέρο ως το εξάχρονο παιδί. Και ξέρει τι πόστο αντιπροσωπεύει ο καθένας απ’ αυτή την πολύτιμη ντουζίνα…
Ο γερμανός αξιωματικός γαυγίζει μια διαταγή στη βάρβαρη γλώσσα του. Κι ο προδότης μεταφράζει, κοιτάζοντας τους 12.
«Θα τουφεκιστείτε τώρα! 
Όποιος θέλει τη ζωή του, να μας πει ποιοι από τους 1500 είναι κομμουνιστές κι’ εαμίτες.»
Ένας βαθύς ανασασμός. 
Χιλιάδες μάτια σταυροκοπούνε δεξά – ζερβά, διασταυρώνουνται, κ’ η συνεννόηση έχει γίνει. 
Σιωπή!
Τη διαταγή την επαναλαμβάνει πιο έντονα. 
Κ’ η φωνή του προδότη μοιάζει με τρομάρας κραυγή, σε μια έρημη νύχτα, που μηδ’ αγέρι φυσσά μηδέ φύλλο σαλεύει στ’ αμίλητα δέντρα.
Το απόσπασμα των τσολιάδων, με τ’ αυτόματα παίρνει θέση απέναντι στους 12 διαλεχτούς. 
Κι αυτοί ήσυχοι ψηλά τα κεφάλια, με μάτι σίγουρο ατενίζουνε τον κόσμο. 
Μόνο αν είσ’ από τις ανατολικές συνοικίες θα καταλάβεις τι είπανε αυτά τα μάτια.
 Είπαν ευχαριστώ στον κόσμο για τη στάση του; 
Δώκανε το σύνθημα της απόλυτης σιωπής; 
Ή χαιρετίσανε, για στερνή φορά, μιας μανούλας τα μάτια, 
ή ένα μωρό κατσαρομάλικο που τους κάνει χαρές από κάποιαν ακρούλα;
«Δεν μιλείτε λοιπόν; 
Γκουτ!»

«Επί – σκοπόν!» 

Δίνεται η διαταγή στο απόσπασμα.
Η σιωπή παλεύει με την καρδιά, γιατί αυτή χτυπά βαρειά κι ακούγεται! Και μέσα σ’ αυτή τη γαλήνη ένας κεραυνός. 
Μια φωνή γερή, καμπανιστή, τρυπά την ερημιά, αναταράζει τις καρδιές, ανατριχιάζει το πλήθος, κι η ανάσα γίνεται άρυθμη και μοιάζει σα να πολεμά να πνίξει τον προδότη!
«Σταθείτε!»
Αυτό μονάχα είπε η φωνή. Χιλιάδες μάτια καρφώνουνται πάνω σ’ ένα πυρόξανθο κεφάλι που σαλεύει κι αγωνίζεται να ξεχωρίσει από τη μάζα.
Οι γερμανοί μπαίνουνε στη μέση. Χτυπούνε λαχτίζουνε, προσπαθούνε να ανοίξουνε δρόμο, για να φτάσει πιο γρήγορα κοντά τους ο καινούργιος… πιστός.
Ο κόσμος ξεδιακρίνει πια τον άνθρωπο με τη φωνή. 
Δύο Επονίτες κλαίνε κάπου παράμερα. Είναι της παρέας τους! 
Προδότης από την παρέα τους! 
Αυτά τα δύο και αυτός που στέκεται τώρα ανάμεσα στους γερμανούς, είναι η γραμματεία της ΕΠΟΝ του Βύρωνα!…
Δεν είναι πια ανάσα τούτο π’ ακούγεται. 
Είναι σκεπασμένη θύελλα που μουγκρίζει, είναι θυμός που θα ξεσπάσει, αγωνία που καίει κι αφανίζει.
Το παιδί με το πυρόξανθο κεφάλι, έχει μάτια γαλανά. Και καθώς τα βλέπεις, φλογισμένα κι άγρια, σούρχεται να κλαις. 
Αυτός προδότης! Τέτοιο παληκάρι! Και τέτοια ιστορία…
«Τι έχεις να πείς;» τον ρωτούνε.

«Αυτοί οι δώδεκα είναι αθώοι! Αφήστε τους. Αυτοί δεν ξέρουνε. Εγώ θα σας δείξω τους κομμουνιστές!»

Το γέλιο φωτίζει των δημίων τα πρόσωπα. Φαίνεται καθαρά η χαρά, ο θρίαμβος, σ’ αυτό το στεγνό γέλιο.

«Γκουτ! Λέγε.»

Τα μάτια των μελλοθάνατων πετούνε φλόγες, που ζώνουνε τον παλιό συναγωνιστή, που ξέρει ο καθένας πως είναι σε θέση να τινάξη στον αέρα, σε μια στιγμή, την οργάνωση του Βύρωνα. 
Κι από το πλήθος μέσα ξεκίνησε μια βραχνή φωνή παλόμενη, που έλεγε: 
«Μη! Μη, Κασιμάτη!»
Μα η φωνή εμπέρδεψε και πνίγηκε σ’ ένα λιγμό, κ’ έτσι δεν έφτασε στ’ αυτί του φοιτητή Κασιμάτη που στέκεται μπροστά στον εχθρό, έτοιμος να μιλήσει.
«Λέγε λοιπόν! Ποιοι είναι;»

«Εγώ!»
«Μπράβο. Είσαι παληκάρι! Κ’ οι άλλοι;»

Ένα κύμα στοργής και θαυμασμού ξεκίνησε από τη μάζα και τυλίγει τον ήρωα. Κ’ οι αστραπές των ματιών, από τους 12 μελλοθάνατους, σχηματίζουνε φωτοστέφανο γύρω από το ξανθό κεφάλι του Επονίτη.
Για κείνον που δεν ξέρει να διαβάζει τις ψυχές, η πράξη του λεβέντη είναι μεγάλη μ α  χ ω ρ ί ς  σ κ ο π ό. Είν’ ένα ξέσπασμα όμορφο μα κι ασυλλόγιστο…
Για τον καθένα όμως Βυρωνιώτη αγωνιστή, η πράξη τούτη έχει σκοπούς, έχει στόχο. 
Και μέσα της κλίνει μια νίκη πρώτη.
Ελπίδα, πως θα γλύτωναν τα 12 στελέχη, δεν είχε καμμιά το λαμπρό παληκάρι. 
Ελπίδα, πως ο ίδιος θάβγαινε ζωντανός από τέτοιαν εξόρμηση, ήτανε ξεγραμένη. 
Όμως είχε τη σιγουριά πως έτσι μετατοπίζει το ενδιαφέρο του εχθρού, σ’ ένα κρίσιμο λεπτό απάνω. 
Βέβαιος, πως σηκώνει κύματα ενθουσιασμού στο πλήθος, που ο εχθρός σαδιστικά και με μεγάλη μαστοργιά, πολιορκούσε την ψυχή του.
Τούτη τη στιγμή, ο κίντυνος, πλανάται ανάμεσώ μας. 
Δεν ξέρουμε, από τη μία στιγμούλα ως την άλλη, μπας και φανεί η αδυναμία. Μπας και παρουσιαστεί μια ξαφνική λιποψυχία. 
Και τότε; Και «τότε» δεν πρέπει να υπάρξει.
 Ε ί μ α ι    α ρ χ η γ ό ς ! 
Απαγορεύω, εγώ στον κίντυνο να φανεί και λιγόψυχο να εκδηλωθεί. Σηκώνω φρούριο: Τον ενθουσιασμό της μάζας!
Έτσι εμίλησε το παληκάρι με την ψυχή του. Έκανε τα σχέδια και τινάχτηκε μπρός, όμορφος και μεγάλος διαφεντευτής της τιμής.

«Εγώ είμαι! Κανένας άλλος!»

Η φωνή του έγινε πύρινη προσταγή, προς τον ενθουσιασμό, να σηκωθεί σε κύμα πελώριο και να καταποντίσει κάθε αδυναμία που θα μπορούσε να φανεί.
Ο εχθρός εκνευρίστηκε! Τον βασανίζει. Αφήνει το σαδισμό του να ξεσπάσει σπάταλα. Αυτή η σπατάλη είναι η δεύτερη νίκη του παληκαριού.
Το επιστημονικό, σαδιστικό παιχνίδι, με την πολιορκημένη ψυχή του πλήθους χαλαρώνεται.
Το πλήθος παίρνει ανάσα, ενθουσιάζεται, ηλεκτρίζεται και της λιγοψυχίας το καβουράκι τρέχει να κρυφτεί όθε ξεκινούσε. Όλος ο επιστημονικός σαδισμός, χάνει τον αρχικό σκοπό και στόχο.
Εντοπίζεται το παιχνίδι του εχθρού στον ηρωικό επονίτη πάνω. Κι απαλάσσεται η μάζα!
Τον στήνουνε κι αυτόν στη σειρά. 
Δέκατος τρίτος! 
Το αυτόματο τραγουδά της ψυχής του ήρωα το τραγούδι: «ΕΜΠΡΟΣ ΕΛΑΣ!……»
Το πλήθος δεν κλαίει. 
Χιλιάδες μάτια γελαστά, διασταυρώνονται με των δεκατριών παληκαριών την περήφανη ματιά. 
Κι ο επονίτης Κασιμάτης επέρασε, σαν αρχηγός μιας κρίσιμης ώρας, στην ιστορία του κόσμου.
Οι 1500 ξεκινήσανε για τα γερμανικά κάτεργα. 
Μα δεν υπάρχει επισήμανση! 
Οι ελπίδες ενός γυρισμού τραγουδάνε μέσα τους. 
Και πάντα, σε κάθε στροφή του τραγουδιού αυτού, ακούγεται τα’ όνομα του επονίτη Κασιμάτη.
ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ
................................................................................................
Δες και το Βίντεο:

16 Αυγούστου, 2016

Για Μπέρτολτ Μπρεχτ !!



Σαν σήμερα, 14 Αυγούστου του 1956 πέθανε ο κομμουνιστής Γερμανός ποιητής Μπ. Μπρεχτ.
«Μεγάλωσα σαν γιος καλοστεκούμενων ανθρώπων. Οι γονείς μου μού φορούσαν γιακά, μ’ έμαθαν τις συνήθειες εκείνων που έχουν υπηρέτες και με δίδαξαν πώς να διατάζω. Αλλά, όταν μεγάλωσα και είδα γύρω μου, οι άνθρωποι της τάξης μου δεν μ’ άρεσαν, το να διατάζω δεν ήταν του γούστου μου, ούτε και το να με υπηρετούν. Γι’ αυτό εγκατέλειψα την τάξη μου και συντρόφεψα με τους μικρούς, φτωχούς ανθρώπους».
Επίκαιρος αφού τα θέματα που διαπραγματεύεται τo έργο του επανέρχονται με σφοδρότητα στη ζωή μας.
Με το πλούσιο έργο του, δεκατρείς χιλιάδες σελίδες -και πάνω- στις οποίες περιλαμβάνονται θεατρικά έργα, ποιήματα, πεζά, θεωρητικά κείμενα για το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τέχνη, τη λογοτεχνία, μελέτες, σχόλια, σημειώσεις, ημερολόγια, ο μεγάλος Γερμανός επαναστάτης διανοητής έδωσε έναν ασυμβίβαστο αγώνα για να ερμηνεύσει τον κόσμο που έζησε κάτω από τη σκοπιά της πάλης των τάξεων.
Η σκέψη και το έργο του γιατί μέλημα της τέχνης του ήταν να αφθυπνίσει τους καταπιεσμένους να συνειδητοποιήσουν την αιτία των προβλημάτων τους.
«Η τέχνη μπορεί να πάρει θέση στο πλευρό των πολλών και να αποθέσει τη μοίρα τους στα ίδια τους τα χέρια».
Η Τέχνη να πει τη μεγάλη αλήθεια:
«Η μεγάλη αλήθεια της εποχής μας (που δεν υπηρετεί κανείς με το να τη βρει μονάχα, που όμως χωρίς αυτή καμιά άλλη σημαντική αλήθεια δε μπορεί να βρεθεί) είναι ότι η ήπειρός μας βουλιάζει στη βαρβαρότητα επειδή προσπαθούν να διατηρήσουν με τη βία τις σχέσεις ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής».

Στις σελίδες του περιοδικού θα βρείτε ένα πλούσιο αφιέρωμα στο έργο του Μπ. Μπρεχτ:
Πολλές ακόμη αναφορές στο έργο του Μπ. Μπρεχτ ΕΔΩ

Νοικοκύρη μου η BUNDESBANK: Στα 69 έτη θέλει το όριο Συνταξιοδότησης στη Γερμανία !!


Δευτέρα 15/08/2016 - 19:29

Στα 69 έτη να αυξηθεί το όριο συνταξιοδότησης στη Γερμανία


Την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 69 ως το 2060 στη Γερμανία ζητά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Bundesbank) με τη μηνιαία έκθεση της.
Η Τράπεζα αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να ανεβάσει το όριο συνταξιοδότησης από τα 65 στα 69 έτη ως το 2060 αλλιώς θα δυσκολευθεί ιδιαίτερα να ανταποκριθεί στις συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις της. Όπως επισημαίνει η Bundesbank, η τρέχουσα οικονομική κατάσταση του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι καλή, αλλά θα δεχτεί πίεση τις επόμενες δεκαετίες, όταν θα αποσυρθούν οι λεγόμενοι «baby-boomers», όσοι γεννήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ταυτόχρονα θα υπάρχουν λιγότεροι νέοι εργαζόμενοι.
Επιπλέον εκτιμά πως θα έχει περιορισμένες οικονομικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα η Γερμανία από την η απόφαση της Βρετανίας για έξοδο από την ΕΕ, επισημαίνοντας ότι το επιχειρηματικό κλίμα παραμένει θετικό και ότι θα συνεχιστεί η ανάπτυξη της οικονομίας.
Τα έχουν Συμφωνημένα Δες από πότε κάνοντας 
κλικ Εδώ  

όσα Δεν ξέρετε για την Μπασταρδοκρατία* που Αγαπήσατε !!





*Ελληνική Μπασταρδοκρατία vol. 3a – από τον Χάρη Ζάβαλο:

Στην τρίτη και τελευταία πράξη του δράματος, προσπαθώντας να κλείσω αυτό το σκοτεινό ταξίδι στα άδυτα του νεποτισμού και της φαυλοκρατίας και στο πώς διαιωνίζονται χρόνια τώρα μολύνοντας εκτός από την ελληνική πολιτική σκηνή και τις ίδιες μας τις ζωές, αποφάσισα να αφήσω για το τέλος τις δύο μεγαλύτερες πολιτικές οικογένειες του τόπου, που δεκαετίες τώρα έχουν γραπωθεί γερά από το σάπιο κουφάρι της νοτιοανατολικής γωνιάς της Ευρώπης, γνωστής κάποτε ως Ελλάδα. Χάρη σε αυτές ακριβώς τις οικογένειες, τώρα πια ακούει στο όνομα, Ελληνικό Παρακράτος της Μπασταρδοκρατίας.
Περαιτέρω συστάσεις δε χρειάζονται.
Για μια τελευταία φορά θα πάρουμε βαθιά ανάσα και θα βουτήξουμε στον πιο απεχθή και δύσοσμο βόθρο, ευελπιστώντας να βγούμε ζωντανοί και αρτιμελείς.
Εξαιτίας του όγκου αυτών των δύο πολιτικών «κολοσσών» της Ψαροκώσταινας θα χωρίσουμε αναπόφευκτα την ιστορία μας σε δύο μέρη, ώστε να κρατήσουμε και την αγωνία στα ύψη.
Κυρίες και κύριοι, σας παρουσιάζω το Παπανδρέικο και το Καραμανλέικο.
Καλό κουράγιο.
Α´ μέροςΤο Παπανδρέικο
Γεώργιος Παπανδρέου ή «Γέρος».
Ως γενάρχη της οικογένειας αυτής, που είναι και η μοναδική που έχει κάνει το τρία στα τρία στους πρωθυπουργούς, βάζοντας τα γυαλιά στους προηγούμενους και θέτοντας ψηλά τον πήχη για τους επόμενους, θα ορίσουμε τον Γεώργιο Παπανδρέου, γνωστός και ως 
«Γέρος» ή «Ανένδοτος» ή «Τσιράκι των Άγγλων».
Γεννηθείς στις 13 Φεβρουαρίου του 1888, στο Καλέντζι Αχαΐας, ήταν το τρίτο παιδί του Πρωτοπρεσβύτερου, Ανδρέα Σταυρόπουλου και της συζύγου του, Παγώνας.
Μετακομίζει στην Πάτρα για να φοιτήσει στο Β´ Γυμνάσιο Πατρών και σε ηλικία 19 χρονών αποφασίζει μαζί με τον αδερφό του Νίκο να αλλάξουν επίθετο προκειμένου να κάνουν καριέρα στο πάλκο. Έτσι μετονομάζεται σε Παπανδρέου, συνδυάζοντας την επαγγελματική δραστηριότητα με το όνομα του πατρός τους, ένα όνομα που στιγμάτισε σαν χαρακιά το κορμί κάθε Έλληνα.
Σπουδάζει στην Αθήνα και το Βερολίνο νομικά, όπου και γνωρίζει τονΕλευθέριο Βενιζέλο (θείο του Κων/νου Μητσοτάκη όπως είδαμε στο προηγούμενο επεισόδιο).
Ο Βενιζέλος εντυπωσιάζεται από τον νεαρό Παπανδρέου, ο οποίος αποδεικνύεται μανούλα στο γλείψιμο, προσόν που στο μέλλον θα αποδειχτεί πολύτιμο εργαλείο για τον «Γέρο».
Έτσι, ο Βενιζέλος διορίζει τον Παπανδρέου, αρχικά ως διευθυντή του Πολιτικού του Γραφείου και αργότερα, την ίδια χρονιά, ως νομάρχη στη Λέσβο. Την περίοδο 1917-1920 διατελεί Γενικός Διευθυντής Νήσων Αιγαίου, με ουσιαστικές αρμοδιότητες Υπουργού.
Όλα αυτά σε ηλικία μόλις 29 ετών.
Οι υπουργικές θέσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Εκλεγμένος πλέον βουλευτής το 1923 με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελ. Βενιζέλου, διορίζεται υπουργός Εσωτερικών στην επαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα-Γονατά, υπουργός Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου (1924-1925), υπουργός Εθνικής Παιδείας από τον Βενιζέλο (1930-1932) και υπουργός Συγκοινωνιώντο 1933.
Το 1935 ιδρύει το πρώτο κόμμα του Παπανδρέικου (Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), δείχνοντας τον δρόμο στους απογόνους του και την τέχνη του πώς να χρησιμοποιούν και να βιάζουν για σχεδόν έναν αιώνα τον όρο «σοσιαλισμός».
Το 1943 και ενώ η χώρα βρίσκεται κατεχόμενη από τα ναζιστικά στρατεύματα, ο Παπανδρέου καταλαβαίνει πού έχει «ψωμί να φάει» και στέλνει μήνυμα στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής λέγοντας: «Η ταυτότης συμφερόντων Ελλάδος και Αγγλίας για πρώτη φορά στην ιστορία είναι απόλυτος».
Έτσι, το μέλλον διαγράφεται λαμπρό και ελπιδοφόρο για τον νέο αυτόν πολιτικό  ο οποίος, με εντολή από το αυτοεξόριστο βασιλιά Παύλο, διορίζεται στη θέση του Σοφοκλή Βενιζέλου (γιου του μέντορά του, Ελ. Βενιζέλου) με την ευθύνη να σχηματίσει κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, μιας και στην Ελλάδα το Ε.Α.Μ. τους έχει προλάβει, έχοντας ήδη εκλέξει «την Κυβέρνηση του Βουνού», ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης).
Τον Οκτώβριο του 1944, η Ελλάδα απελευθερώνεται από τα ναζιστικά στρατεύματα 
και 
ο Παπανδρέου επιστρέφει ώστε να αναλάβει την ηγεσία της μεταπολεμικής Ελλάδας. Το πρόβλημα είναι όμως διπλό. 
Η εξουσία του δεν νομιμοποιείται από πουθενά αφού πρώτον, είναι διορισμένος από τον φυγά και αντιπαθή στον ελληνικό λαό βασιλιά Παύλο, και δεύτερον, αποτελεί το τέλειο φερέφωνο των αγγλικών συμφερόντων και του ίδιου του Τσώρτσιλ.
Μαζί με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο («Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας» απευθυνόμενος στον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ) εξυπηρετεί μέχρι κεραίας τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα και προσπαθεί με μανία να εξοντώσει τον αντιστασιακό στρατό του ΕΛΑΣ. 
Ο ρόλος του εξαιρετικά σκοτεινός εκείνη την  περίοδο, εξυπηρετεί ομολογουμένως άριστα τους σκοπούς του Τσώρτσιλ όσον αφορά στη διαδοχή της κατοχής από τα ναζιστικά στα αγγλικά στρατεύματα.
Από το 1946 και μετά δε λείπει από καμία βουλή εφόσον εκλέγεται συνεχόμενα βουλευτής Αχαίας(προπολεμικά εκλεγόταν στη Μυτιλήνη, όπου είχε διοριστεί Νομάρχης από τον Βενιζέλο) 
και συμμετέχει σχεδόν σε όλες τις κυβερνήσεις ως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Εφοδιασμού, Εργασίας, Παιδείας, Δημόσιας Τάξης και Συντονισμού στις κυβερνήσεις των ετών 1946-1952.
Συνεργάζεται με τον Ελληνικό Συναγερμό του στρατάρχη Παπάγου και, μαζί με τον παλιό του φίλο Σοφοκλή Βενιζέλο, καταφέρνουν να χαντακώσουν τον «κεντρώο» χώρο και να αναδείξουν την αριστερή ΕΔΑ ως δεύτερο κόμμα, πίσω από την ΕΡΕ του  Καραμανλή.
Αυτό βέβαια ήταν ανεπίτρεπτο και έτσι το 1961 ιδρύει την «Ένωση Κέντρου», έναν συνασπισμό αμετανόητων βενιζελικών και απογοητευμένων συντηρητικών, με σκοπό την αποτροπή της περαιτέρω ενίσχυσης της ΕΔΑ.
Η περίοδος όμως δεν είναι ευνοϊκή για τον «χαϊδεμένο» Παπανδρέου, αφού ένας νέος σχετικά πολιτικός από την Πρώτη Σερρών, ο Κων/νος Καραμανλής, εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα του παλατιού και των Αμερικάνων.
Οι εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961 καταφέρνουν να «ξεπλύνουν» το αμαρτωλό παρελθόν του «Γέρου» και ο «Ανένδοτος», όπως κηρύσσει τον αγώνα του για τη Δημοκρατία, σώνει δια παντός την υστεροφημία του Παπανδρέου στη συνείδηση του κόσμου.
Το 1963 κερδίζει τις εκλογές και γίνεται πρωθυπουργός. Η χαρά του Γεωργίου δεν θα κρατήσει για πολύ και τα γεγονότα της «Αποστασίας» θα σημαδέψουν την εποχή, εφόσον μια άλλη «κορυφαία» πολιτική οικογένεια (βλ. στο δεύτερο επεισόδιο της «Μπασταρδοκρατίας» για τον λατρεμένο Κων/νο Μητσοτάκη), δεν μπορεί να χωνέψει την πιθανή διαδοχή του Γεώργιου από τον γιο του Ανδρέα (καρπός του έρωτα του Γεωργίου με την κόρη Πολωνού μεγαλοεπιχειρηματία,Σοφία Μινέικο).
Ο «Γέρος» πεθαίνει την 1η Νοεμβρίου του 1968 (ένα χρόνο μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών), αφού προηγουμένως είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό από τους χουντικούς στο Καστρί.
Έτσι ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για τον διάδοχο της Δυναστείας από το Καλέντζι Αχαίας, Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος αναλαμβάνει τον «θρόνο» της Ελληνικής Μπασταρδοκρατίας το 1981, λίγα χρόνια μετά την πτώση της Χούντας.
Ανδρέας Παπανδρέου ή αλλιώς «ο γκόμενος της Λιάνης»

Η περιβόητη «Αλλαγή» δεν επετεύχθη τελικά, αλλά πέτυχε άψογα η αλλαγή στον θώκο της εξουσίας. Και επειδή η εξουσία είναι σαν μια γκόμενα που δεν πρέπει να βγει από την παρέα, έτσι και το Παπανδρέικο έκανε τα πάντα ώστε να την κρατήσει ερωμένη του. 
Και αν μιλάμε για ερωμένες, εραστές, σεξ και βία, τότε πρέπει να μιλήσουμε για τον «εραστή» (ή καλύτερα βιαστή όλων των Ελλήνων), τον έναν και μοναδικό Ανδρέα Παπανδρέου ή «Ζιβάγκος», ή «Λαοπλάνο», ή «Οδοστρωτήρα».
Γεννήθηκε στη Χίο (5 Φεβρουαρίου του 1919), όπου είχε διοριστεί ο πατέρας του, Γεώργιος, ως Γενικός Διοικητής Αιγαίου. Φοιτά στο Κολέγιο Αθηνών και το 1937 εισέρχεται στη Νομική Αθηνών, την οποία όμως εγκαταλείπει επί της δικτατορίας Μεταξά, 2 χρόνια αργότερα.
Συνεχίζει τις σπουδές του στις Η.Π.Α. όπου και εκπονεί, το 1943, το διδακτορικό του στα Οικονομικά και τη Φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Παντρεύεται τη Μαργαρίτα Τσαντ, με την όποια αποκτά 4 παιδιά (τον Γιώργο, τη Σοφία, τον Νίκο και τον Αντρίκο), εμπλουτίζοντας με απογόνους τη δυναστεία των πρωθυπουργών.
Στις 16 Ιανουαρίου του 1961, μετά από προτροπή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, επιστρέφει στην Ελλάδα και αναλαμβάνει Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στις εκλογές του 1964 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής με την «Ένωση Κέντρου» του πατέρα του, Γεωργίου. Αρχικά συμμετέχει στην κυβέρνηση ως υπουργός  Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού. Παραιτήθηκε λίγο αργότερα, μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα, συσπειρώνοντας γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορείται ως εμπνευστής και αρχηγός της μυστικής οργάνωσης αξιωματικών, «ΑΣΠΙΔΑ».
Συλλαμβάνεται στις  21 Απριλίου του 1967, από την χούντα των συνταγματαρχών, αλλά μετά την μεσολάβηση των φίλων του από την Αμερική απελευθερώνεται και συνεχίζει τον αντιστασιακό του αγώνα από το Παρίσι μαζί με τη Μελίνα, αφήνοντας πίσω τον πραγματικό ήρωα Παναγούλη να προσπαθεί να βγάλει το φίδι από την «γύψινη» τρύπα του Παπαδόπουλου.
Μετά τη φοβερή ιστορική συγκυρία της ξελάσπωσης του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος όντας ένας εξαιρετικά τυχερός άνθρωπος αφήνοντας την τελευταία του πνοή ακριβώς τη στιγμή που ο κόσμος είχε ανάγκη από ήρωες, ο Ανδρέας επιστρέφει στην Ελλάδα μετά την πτώση της χούντας και αναλαμβάνει να συνεχίσει το θεάρεστο έργο του πατρός του, με μια δόση σοσιαλισμού και μπόλικα συνθήματα εμπνευσμένα από την αριστερά και το ΕΑΜ.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, στον ημιώροφο του King Palace, o Ανδρέας μετεξελίσσει την οργάνωση που είχε ιδρύσει κατά της περίοδο της Χούντας, το ΠΑΚ (Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα), στο φοβερό και τρομερό ΠΑΣΟΚ (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό  Κίνημα), του οποίου τέθηκε αυτοσκοπός η εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού στην Ελλάδα, για χίλια χρόνια. Τελικά, τον βόλεψε το ΔΝΤ που κάνει και αυτό φιλότιμες προσπάθειες να εγκατασταθεί στο σβέρκο μας για 2000 χρόνια.
Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου του 1974, το ΠΑΣΟΚ λαμβάνει το 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Στις επόμενες εκλογές, στις 20 Δεκεμβρίου του 1977, ο Ανδρέας, ως ηγετικός χαρακτήρας πια (με εδραιωμένη την εξουσία του στο ΠΑΣΟΚ διαγράφοντας από το κόμμα όποιον διαφωνούσε), λαμβάνει το 25,34% και εκλέγει 93 βουλευτές, κάνοντας την ΠΑΣΟΚάρα αξιωματική αντιπολίτευση.
Το 1981, το ΠΑΣΟΚ κερδίζει θριαμβευτικά τις εκλογές με το συντριπτικό ποσοστό του 48,1% και ο Ανδρέας των Ελλήνων πια, γίνεται για πρώτη φορά πρωθυπουργός, αλλάζοντας εκ θεμελίων τον ρου της ιστορίας.
Διατελεί πρωθυπουργός και την επόμενη την εκλογική περίοδο, ’85 με ΄89. Ακολουθεί ο άσπονδος Μητσοτάκης, ο οποίος έχοντας προσπαθήσει να πουλήσει ακόμα και τα αμμοχάλικα της χώρας, παραδίδει τον πρωθυπουργικό θώκο ξανά στον Αντρέα, ο οποίος επιστρέφει το 1993, έχοντας θυσιάσει τον Κουτσόγιωργα, ο οποίος «δε δύναται» να ξεπλύνει τα «πάμπερς» του Κοσκωτά. Παραμένει στην πρωθυπουργία μέχρι το  1996, όπου ο Γιακούμπ από τη μία και η αγάπη της Μιμής από την άλλη δεν καταφέρνουν τελικά να τον κρατήσουν στην ζωή.
Διάδοχός του ο Κώστας ο Σημίτης, εμβόλιμος στη δυναστεία Παπανδρέου του ΠΑΣΟΚ, προλειαίνει το έδαφος για τον γιο του Ανδρέα, Γιωργάκη, ενώ κάπου ενδιάμεσα παρεμβάλεται και ο ανιψιός του Κων/νου Καραμανλή (που θα αναλύσουμε στο δεύτερο μέρος του 3ου και τελευταίου κεφαλαίου), ο Κωστάκης ο Αδιάφορος, εγκαινιάζοντας  μια νέα εποχή πρωθυπουργών στους οποίους προσδίδεται το υποκοριστικό -ακης, επισημαίνοντας το μέγεθος του πολιτικού τους εκτοπίσματος και θυμίζοντάς μας ποιων γιοι είναι.
Γιωργάκης Παπανδρέου ο Εναλλακτικός.
Ο τρίτος πρωταγωνιστής, της όχι και τόσο μικρής μας ιστορίας, γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου του 1952 στο St. Paul της Μινεσότα των ΗΠΑ και πολιτογραφήθηκε ως George Jeffrey PapandreouΤην περίοδο εκείνη, ο πατέρας του και μετέπειτα πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρέου, κατείχε πανεπιστημιακή έδρα στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα (University of Minnesota). Μητέρα του είναι η Μαργαρίτα Τσαντ, από το Έλμχερστ (Elmhurst) του Ιλινόις των ΗΠΑ.
Την περίοδο 1970-1975, σπούδασε κοινωνιολογία στο Amherst College, στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ. Αμέσως μετά παρακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στην κοινωνιολογία της ανάπτυξης στο London School of Economics του Ηνωμένου Βασιλείου, λαμβάνοντας τελικά το πτυχίο του το 1977. Ακολούθως, πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Στοκχόλμη και παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων στο αμερικανικό πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
To 1981, κοντά στον βασιλικό Ανδρέα, ποτίστηκε και η γλάστρα, Γιωργάκης, ο οποίος και εκλέγεται πρώτη φορά βουλευτής Αχαΐας και θα συνεχίσει να εκλέγεται μέχρι το 1996, ποτίζοντας για πάντα ΠΑΣΟΚίλα τα πατρινά χώματα. Μετά το 1996 συνεχίζει να εκλέγεταιβουλευτής στην Α΄ Αθηνών ενώ ως αρχηγός του ΠΑΣΟΚ πια, στην Α΄ Θεσσαλονίκης και στο νομό Αχαίας. Oι κυβερνητικές θέσεις που ανέλαβε, καθότι γιος του πατέρα του, πολλές:
  • Υφυπουργός Πολιτισμού (Ιούλιος  – Φεβρουάριος 1987),
  • Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1988- 1989),
  • Υφυπουργός Εξωτερικών (Οκτώβριος 1993 – Ιούλιος 1994),
  • Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (Ιούλιος 1994 – Σεπτέμβριος 1996),
  • Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών (Σεπτέμβριος 1996 – Φεβρουάριος 1999),
  • Υπουργός Εξωτερικών (Φεβρουάριος 1999 – Φεβρουάριος 2004, Οκτώβριος 2009 – Σεπτέμβριος 2010)
Στις 8 φεβρουαρίου του 2004, εκλέγεται θριαμβευτικά (χωρίς άλλον υποψήφιο) πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Και αφού οι κόποι τόσων χρόνων τού αναγνωρίζονται από την ελληνική κοινωνία και ενώ πλέον ο απερχόμενος πρωθυπουργός Κωστάκης ο Αδιάφορος ο Καραμανλής, κλείνεται στη Ραφήνα και σφραγίζει πόρτες και παράθυρα με τούβλο μπατικό για να μην τον ενοχλούν στο τουρνουά Pro που παίζει επί 5 συναπτά έτη, στις 6 Οκτωβρίου του 2009, εκλέγεται 11ος πρωθυπουργός της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ξαφνικά διαπιστώνει ότι λεφτά δεν υπάρχουν και σπεύδει να τα ζητήσει από το φιλαράκι του στη Σοσιαλιστική Διεθνή (στην οποία είχε εκλεγεί πρόεδρος χωρίς άλλον υποψήφιο αντίπαλο ΠΑΛΙ), Ντομινίκ Στρός Καν, ο οποίος τυγχάνει τότε να είναι επικεφαλής τουΔιεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Αλλά το ΔΝΤ για να βοηθήσει τον Γιωργάκη ζητάει αίμα. Και ο αγαπημένος μας τότε πρωθυπουργός το δίνει. Μόνο που δεν είναι το δικό του αλλά το δικό μας.
Παραιτείται στις  11 Νοεμβρίου του 2011 υπέρ του τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμου, εκλεκτού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος είχε διατελέσει αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής  Κεντρικής Τράπεζας  στο παρελθόν.
Και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…
Βολοδέρνει στον κόσμο βγάζοντας λόγους για το πόσο επιτυχημένα κατέστρεψε μιαν ολόκληρη χώρα και όταν κουράζεται να γυρνάει, επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, εντυπωσιάζοντας άπαντες, δημιουργώντας στις 3 Ιανουαρίου του 2015, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, χωρίς καμία ντροπή, φόβο ή πάθος, ένα νέο κόμμα, το «Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών». Γιατί αν δεν έχει κάπου μέσα την λέξη σοσιαλισμό δεν φουσκώνει το κέικ.
Μάλιστα προσπαθεί να συνεχίσει τη διαδοχή τόσων χρόνων και βάζει υποψήφιο Αχαίας τον γιο του, Αντρίκο Παπανδρέου.
Όμως, έστω και καθυστερημένα, ο λαός αποφασίζει να κόψει τον ομφάλιο λώρο αυτού του αίσχους και 92 χρόνια μετά, αποφασίζει να μην εκλέξει έναν Παπανδρέου στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Θα μου πείτε του πήρε 92 χρόνια για να καταλάβει αυτό το σφάλμα. Δυστυχώς όμως, αυτή η έκλαμψη αποφασιστικότητας του ελληνικού λαού δεν επεκτάθηκε στην οικογένεια Καραμανλή, της οποίας τα μέλη διπλασιάστηκαν, με εκλεχθέντες στη νέα Βουλή τον τέως πρωθυπουργό, Κωστάκη Αδιάφορο Καραμανλή καθώς και τον υιό του αδερφού του Κωνσταντίνου (ή Εθνάρχη ή Σκατόψυχου), Κώστακη Καραμανλή Τζούνιορ.
Περαιτέρω ανατριχιαστικές λεπτομέρειες στο δεύτερο μέρος αυτού του έπους της πρωθυπουργικής κληρονομικότητας: 

Ελληνική Μπασταρδοκρατία vol 3b 


Κάποιες επισημάνσεις του Viva La Revolucion Για εμπέδωση της Ιστορίας !!