Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απ' την Ιστορία του Εργατικού κινήματος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απ' την Ιστορία του Εργατικού κινήματος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

11 Αυγούστου, 2018

ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ -ΠΡΙΝ ΚΚΕ- Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ «ΦΕΝΤΕΡΑΣΙΟΝ»

 Πρώτα σκιρτήματα, η γέννηση της «Φεντερασιόν» στη Θεσσαλονίκη
Η σφραγίδα της «Φεντερασιόν»
Η σφραγίδα της «Φεντερασιόν»
Μια ξεχωριστή σελίδα στην Ιστορία του εργατικού κινήματος στη χώρα μας είναι αυτή που αφορά στην οργάνωση «Φεντερασιόν», μια από τις μεγάλες οργανώσεις που δρούσε στο χώρο της Βόρειας Ελλάδας (που τότε ήταν ακόμα μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) και η οποία πήρε μέρος στην ίδρυση του ΚΚΕ, το 1918. 
Μια εκτενής αναφορά στην ιστορία της οργάνωσης ξεφεύγει από τα όρια του χώρου της εφημερίδας που διαθέτουμε σήμερα. 
Σήμερα θα σταθούμε, μόνο, στην πρώτη περίοδο της οργάνωσης.
Η ιστορία της «Φεντερασιόν» πάει πίσω, στα πρώτα χρόνια του προηγούμενου αιώνα.
Μετά τη νίκη των Νεότουρκων (1908) ξέσπασε πρωτοφανές έως τότε απεργιακό κύμα, με συμμετοχή 30.000 εργατών και με επικεφαλής τους σιδηροδρομικούς, που έθεσαν μισθολογικά (αύξηση 30 - 40% και προσαύξηση 50% στις επίσημες αργίες) και ασφαλιστικά αιτήματα (αναδιοργάνωση των ιατρικών υπηρεσιών και του συνταξιοδοτικού ταμείου), τα οποία σε μεγάλο βαθμό ικανοποιήθηκαν. Ακόμα απήργησαν οι τροχιοδρομικοί, οι αρτεργάτες, οι καπνεργάτες, οι ζυθοποιοί, οι μυλεργάτες και οι κεραμοποιοί του εργοστασίου «Αλλατίνη», οι ράφτες, οι κουρείς, οι σαπωνοποιοί και οι σερβιτόροι.
Στις μικρότερες πόλεις επιδρούσαν έντονα οι αστικοί εθνικισμοί. Στη Θεσσαλονίκη, 
οι «Στενοί» (ομάδα που συνδεόταν με το βουλγάρικο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα), αν και διέθεταν ταξική οπτική, δεν απέκτησαν διευρυμένη επιρροή λόγω της εθνοτικής τους σύνθεσης, οι «Φαρδιοί» είχαν αντιφατική πολιτική και οι αναρχοφιλελεύθεροι στήριξαν τους Νεότουρκους.
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, ηγέτης της «Φεντερασιόν», σε μεταγενέστερη φωτογραφία, φυλακισμένος. Ο Αβραάμ Μπεναρόγια πήρε μέρος στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, και η «Φεντερασιόν» μετεξελίχθηκε σε πρώτη οργάνωση του ΣΕΚΕ - ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, ηγέτης της «Φεντερασιόν», σε μεταγενέστερη φωτογραφία, φυλακισμένος. Ο Αβραάμ Μπεναρόγια πήρε μέρος στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, και η «Φεντερασιόν» μετεξελίχθηκε σε πρώτη οργάνωση του ΣΕΚΕ - ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη
Στην αρχή, το Κομιτάτο των Νεότουρκων διαχειριζόταν τις απεργίες με διαπραγματεύσεις και παραχωρήσεις, σε συμφωνία με τις αστικές τάξεις των διαφόρων εθνοτήτων. 
Στη συνέχεια, συνέστησε τη δημιουργία εθνοτικών ταμείων αλληλοβοήθειας, ώστε να απορροφώνται οι κραδασμοί και να απομονώνονται τα επαναστατικά στοιχεία.
Η πρώτη απάντηση στο Κομιτάτο δόθηκε τον Οκτώβρη του 1908, οπότε ιδρύθηκε η Ενωμένη Εργατική Σοσιαλδημοκρατική Ομάδα (ΕΕΣΔΟ), με τη συμμετοχή του συνόλου της βουλγαρικής σοσιαλδημοκρατίας και τη συνεισφορά Εβραίων εργατών (Μπεναρόγια, Νεχάμα κ.ά.). 
Η ΕΕΣΔΟ διοργάνωσε συγκεντρώσεις, με συμμετοχή κυρίως Βουλγάρων και Εβραίων εργατών. Ομως, διαλύθηκε (Φλεβάρης 1909) και κάποια μέλη της βουλγαρικής καταγωγής προσχώρησαν στο βουλγαρικό Ομοσπονδιακό Λαϊκό Κόμμα και στις αστικές συνταγματικές λέσχες.
Μετά από τη διάλυση της ΕΕΣΔO, οι «Στενοί» ίδρυσαν τη «Βουλγαρική Σοσιαλδημοκρατική Ομάδα» 
και οι αναρχοφιλελεύθεροι με τον Μπεναρόγια τη «Λέσχη Σοσιαλιστικών Σπουδών», από την οποία στη συνέχεια προέκυψε ο «Εργατικός Σύνδεσμος Θεσσαλονίκης». 
Στο διάστημα Μάρτη - Μάη του 1909 συνενώθηκαν στη «Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» (Φεντερασιόν στα ισπανοεβραϊκά), η οποία χωριζόταν σε εθνοτικά τμήματα και στο καταστατικό της ανέφερε:
«Η Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία σκοπόν έχει να οργανώσει το προλεταριάτο (δια την) πάλην των τάξεων και να βοηθή στο δρόμο της χειραφετήσεώς του δια να δυνηθή να πραγματοποιήση τας αρχάς του Σοσιαλισμού, αι οποίαι ψηφίστηκαν κατά τα τελευταία Διεθνή Σοσιαλιστικά Συνέδρια...».
Οξυνση της ιδεολογικής διαπάλης
Η επίδραση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, παρά την επιρροή των «Στενών», οδήγησε την «Ομοσπονδία» να χωρίζει το σοσιαλιστικό πρόγραμμα σε μίνιμουμ και μάξιμουμ, αλλά και να καλεί σε εργατικούς αγώνες. 
Η οργανωτική ενοποίηση δεν γεφύρωσε τις ιδεολογικές - πολιτικές διαφωνίες. Αντίθετα, διατηρήθηκαν τα ξεχωριστά οργανωτικά σχήματα και οι εφημερίδες «Ρ. Ισκρα» και «Εφημερίς του Εργάτου», αντίστοιχα. 
Η Πρωτομαγιά του 1909 γιορτάστηκε ξεχωριστά από τη Λέσχη και το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο των «Στενών». Ομως, στη συνέχεια (Ιούνης/Ιούλης 1909) η «Φεντερασιόν» απάντησε με διαδήλωση στα προωθούμενα αντεργατικά μέτρα που απαγόρευαν τη συνδικαλιστική οργάνωση και την απεργία στις δημόσιες υπηρεσίες (τραμ, σιδηρόδρομος, φωταέριο κ.λπ.).
 Στη διαδήλωση συμμετείχαν περίπου 6.000 άτομα, καθιστώντας τη Θεσσαλονίκη κέντρο της εργατικής αντίστασης. Νέα μεγάλη διαδήλωση πραγματοποιήθηκε από τη «Φεντερασιόν» στην πρώτη επέτειο της επανάστασης «Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» των Νεότουρκων (Ιούλης 1909), παρά τις εκκλήσεις των τελευταίων για κοινό εορτασμό από τους εργάτες και τους αστούς όλων των εθνοτήτων.
Το εξώφυλλο του καταστατικού της «Φεντερασιόν»
Το εξώφυλλο του καταστατικού της «Φεντερασιόν»
Ωστόσο, γρήγορα ανέκυψαν νέες διαφωνίες ανάμεσα στα διαφορετικά εθνοτικά τμήματα της Ομοσπονδίας, που πήγαζαν από διαφωνίες για τη στρατηγική. 
Οι «Στενοί» κατηγορούσαν τη «Φεντερασιόν», που επηρεαζόταν από στελέχη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, όπως ο Πάρβους και ο Ρακόφσκι, ότι αποσκοπούσε να ενσωματώσει το εργατικό κίνημα στις αστικές στοχεύσεις. 
Οι «Στενοί» αποχώρησαν οριστικά το Νοέμβρη του 1909 και μέχρι την είσοδο των ελληνικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη διατήρησαν αυτοτελή οργάνωση. Ομως, η «Φεντερασιόν» ήταν ασύγκριτα μαζικότερη.Μάλιστα, το 1910 ίδρυσε και τη Σοσιαλιστική Νεολαία.
Πριν από την ίδρυση της «Φεντερασιόν» υπήρχαν στη Θεσσαλονίκη 19 συνδικάτα με 7.000 μέλη, από τα οποία 8 κατηύθυνε ο Εβραϊκός Σύνδεσμος, 4 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, 1 οι Νεότουρκοι και 6 η ελληνική «Οργάνωση». Από τα 12 συνδικάτα που επηρέαζε η «Φεντερασιόν» σε πρώτη φάση, 4 ήταν πολυεθνικά και 8 εθνικά, ανάμεσά τους και το μαζικό συνδικάτο των Ισραηλιτών καπνεργατών με 1.000 μέλη, αλλά και των εργατών σιγαροχάρτων με 500 μέλη.
Η έκδοση εφημερίδας αποτελούσε από τις πρώτες μέριμνες και το Σεπτέμβρη του 1909 εκδόθηκε η «Εφημερίς του Εργάτου» (Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ), αρχικά σε 4 γλώσσες (ισπανοεβραϊκή, ελληνική, βουλγαρική και τουρκική) και σε 2 στη συνέχεια (ισπανοεβραϊκή και βουλγαρική). Η έκδοση διακόπηκε για οικονομικούς λόγους (Απρίλης 1910) και ένα χρόνο μετά κυκλοφόρησε η «Εργατική Αλληλεγγύη» (Σολινταριδάδ Οβραδέρα). Η αρχικά εβδομαδιαία, μετά δισεβδομαδιαία και τέλος τρισεβδομαδιαία εφημερίδα έφτασε να διακινεί 3.000 φύλλα και κατέκτησε την πρώτη θέση στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, σταμάτησε να εκδίδεται μετά το κύμα διώξεων, την άνοιξη του 1912.
...και η πρώτη του σελίδα
...και η πρώτη του σελίδα
Αν και επηρέαζε χιλιάδες Εβραίους εργάτες, η «Φεντερασιόν» αδυνατούσε αρχικά να απλώσει την επιρροή της πέρα από τους εργασιακούς χώρους της Θεσσαλονίκης, ενώ οι Ελληνες και Βούλγαροι εργάτες που την ακολουθούσαν ήταν ελάχιστοι.
Το 1911, μέσω του συνδικάτου των καπνεργατών, επέκτεινε την επιρροή της στην Καβάλα, στη Δράμα, στις Σέρρες, στην Ξάνθη κ.α. Ετσι, ξεπέρασε τους αστικούς εθνικισμούς και διαδραμάτιζε πρωτοπόρο ρόλο στη Μακεδονία.
Οι αστικές επιρροές
Ομως, η «Φεντερασιόν» στερούνταν επαναστατικού προσανατολισμού. 
Εργα του Μαρξ έγιναν γνωστά στους Εβραίους εργάτες μόλις το 1911, μέσω δημοσιεύσεων στην «Εργατική Αλληλεγγύη» αποσπασμάτων του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος» και του «Κεφαλαίου». 
Τα πρώτα μέλη της, που συσπειρώνονταν γύρω από τον Ι. Νεχάμα, επηρεάζονταν από τον ουμανισμό και τον Ζορές, ενώ ο Μπεναρόγια, αν και βρισκόταν πιο κοντά στο μαρξισμό, δε διέθετε σημαντική θεωρητική κατάρτιση και επηρεαζόταν από τη ρωσική «Μπουντ». 
Ως αποτέλεσμα, η «Φεντερασιόν» δέχθηκε επιρροή από τις θέσεις του Ζορές που θεωρούσε τον ιμπεριαλισμό αναγκαίο κακό και πίστευε πως η εργατική τάξη έπρεπε να πιέζει μόνο για εξανθρωπισμό της αποικιακής πολιτικής. Διόλου τυχαία, λοιπόν, τον Αύγουστο του 1910, έπειτα από τη διάλυση του Ομοσπονδιακού Λαϊκού Κόμματος στη «Φεντερασιόν» προσχώρησε ο Ντίμιταρ Βλαχόφ, βουλευτής του νεοτουρκικού Κοινοβουλίου, ο οποίος αυτοπροσδιοριζόταν ως μαρξιστής και οπαδός του Ζορές, προκαλώντας την έντονη κριτική των «Στενών» προς τον ίδιο και τη «Φεντερασιόν».
Η επίδραση του ζορεσισμού αποτυπώθηκε και στη φιλελεύθερη οργανωτική δομή της «Φεντερασιόν», αλλά κυρίως στο γεγονός ότι δεν διαμόρφωσε στρατηγική για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας. 
Επίσης, η «Φεντερασιόν» επηρεάστηκε αρχικά και για ένα μικρό χρονικό διάστημα από εβραϊκούς αστικούς κύκλους, αλλά και τέκτονες που υιοθετούσαν αιτήματα αστικοδημοκρατικού εκσυγχρονισμού.
Η εφημερίδα «Αβάντι», της «Φεντερασιόν» στη Θεσσαλονίκη, φύλλο του 1914
Η εφημερίδα «Αβάντι», της «Φεντερασιόν» στη Θεσσαλονίκη, φύλλο του 1914
Βέβαια, το φθινόπωρο του 1909, η στάση της άλλαξε και υιοθέτησε τις θέσεις του Αμπραάμ Χασόν, που τασσόταν ενάντια στη συνεργασία των τάξεων και στην αυτόνομη οργάνωση των εθνοτήτων στο πλαίσιο του σοσιαλιστικού κινήματος. Παράλληλα, οξύνθηκε η κόντρα με τους τεκτονικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης, ενώ στις αρχές του 1910 απομακρύνθηκαν τα μικροαστικά στοιχεία από τη «Φεντερασιόν».
Σταδιακά, τη ριζοσπαστικοποίησή της διευκόλυναν και οι συνθήκες δράσης. 
Το Νοέμβρη του 1910, παρά τις διαμαρτυρίες της Β΄ Διεθνούς, οι Νεότουρκοι έκλεισαν τη Λέσχη της «Φεντερασιόν», συνέλαβαν πολλά στελέχη της και φυλάκισαν τον Μπεναρόγια, επειδή οργάνωσε την καπνεργατική απεργία. Παράλληλα, οι Νεότουρκοι διέλυσαν το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Κωνσταντινούπολης, απέλασαν τον Γιαννιό και φυλάκισαν τον Βεζεστένη. Γενικά από το Γενάρη έως και τον Ιούλη του 1910 πραγματοποιήθηκαν πολλές συλλήψεις και εξορισμοί στελεχών της «Φεντερασιόν». Παρόμοια ήταν η πολιτική των Νεότουρκων έως το 1912.
Οι πιέσεις
Ωστόσο, παρά τη συντηρητικοποίηση των Νεότουρκων,
 το Διεθνές Σοσιαλιστικό Γραφείο πίεζε για σύμπλευση μαζί τους και έκανε προσπάθειες διαμεσολάβησης, παρεμποδίζοντας την ιδεολογική - πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της «Φεντερασιόν». Ετσι, στη διάρκεια της Α΄ Οθωμανικής Σοσιαλιστικής Συνδιάσκεψης (Δεκέμβρης 1910) ο Μπεναρόγια συνέχισε να μιλά για ομοσπονδιακό κόμμα και ουδέτερα συνδικάτα, τη στιγμή που ο Γκλαβίνοφ (εκπρόσωπος των «Στενών») μιλούσε για επαναστατικό εργατικό κόμμα και ταξικά συνδικάτα.
Φυσικά, οι ιδεολογικές - πολιτικές αδυναμίες της «Φεντερασιόν» αντανακλούσαν και το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης.
 Η δομή της «Φεντερασιόν» και η έλλειψη Εργατικού Κέντρου οδηγούσαν σε σύγχυση του συνδικαλιστικού και πολιτικού ρόλου της. Την ίδια περίοδο, οι αστικοί εθνικισμοί παρεμπόδιζαν την ενιαία οργάνωση των εργατών της Θεσσαλονίκης. Για παράδειγμα, τα ελληνικά συνδικάτα ήταν ενταγμένα στον αστικό Πολιτικό Σύνδεσμο Θεσσαλονίκης και γι' αυτό η πρώτη απεργία τους εναντίον Ελληνα εργοδότη πραγματοποιήθηκε μόλις το 1911.
Επίσης, την περίοδο 1909 - 1911 συνέχισαν να δρουν στο εσωτερικό της «Φεντερασιόν» και σιωνιστές, οι οποίοι ανταγωνίζονταν με τους μετέπειτα σοσιαλιστές ηγέτες αναφορικά με τον έλεγχο της οργάνωσης.
 Είναι ενδεικτικό ότι στο «Σπίτι των Εργατών» (το κτίριο της «Φεντερασιόν») έδωσαν διαλέξεις ο Γιτζάκ Μπεν Τσβι (1909), αλλά και ο Δαβίδ Μπεν Γκουριόν (1911), τότε σιωνιστής ηγέτης και μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ. Από την άλλη πλευρά, ο Μπεναρόγια υποστήριζε: «Ούτε ένας Εβραίος στις δυνάμεις της αντίδρασης. Να το σύνθημα που πρέπει να ριχτεί ενάντια στη σοβινιστική ατμόσφαιρα που επιβάλλουν οι σιωνιστές».
Οι ρεφορμιστικές τάσεις της «Φεντερασιόν» υποχώρησαν το Μάη του 1911, όταν η μαζική πρωτομαγιάτικη απεργία προξένησε νέες διώξεις των εργατικών στελεχών. Τον Ιούνη, ο Μπεναρόγια συνελήφθη και πάλι, ενώ στην αντισοσιαλιστική εκστρατεία συμμετείχαν οι τέκτονες, οι σιωνιστές, ακόμα και η στοά των «Αντίμ».
Την αντισοσιαλιστική προπαγάνδα της εποχής εξέφρασε με τον καλύτερο τρόπο ο λόγος του υπουργού Δημοσίων Εργων στη Θεσσαλονίκη. Ο Ντζαβίτ Μπέη υποστήριξε μεταξύ άλλων:
«Ο σοσιαλισμός και ο συνδικαλισμός πρέπει να συντριβούνε, οι σοσιαλιστές και οι διεθνιστές συνδικαλιστές να διωχθούν έξω από τη χώρα. Ειδικοί νόμοι θα κατατεθούν στην Εθνοσυνέλευση εναντίον τους, γιατί το σοσιαλιστικό και το συνδικαλιστικό κίνημα παίρνουν διαταγές από το εξωτερικό, βλάφτουν την ανάπτυξη της εθνικής βιομηχανίας και του εμπορίου. Οι σοσιαλιστές είναι οι πιο επικίνδυνοι εχθροί κάτω από τις σημερινές συνθήκες».
Το χτύπημα ήταν μεγάλο, αλλά ταυτόχρονα διευκόλυνε το διαχωρισμό της «Φεντερασιόν» από αστικές θέσεις.
Η «Φεντερασιόν» αντιτάχθηκε στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και, εκπροσωπούμενη από τον Ρακόφκσι, συνυπέγραψε μαζί με τα αρμένικα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ρουμανίας και δημοσίευσε στην «Εργατική Αλληλεγγύη» προκήρυξη, που καταδίκαζε τους Νεότουρκους και τις βαλκανικές αστικές τάξεις. Το αποτέλεσμα ήταν να κλείσουν οριστικά οι Νεότουρκοι την «Εργατική Αλληλεγγύη». Σε λίγο η «Φεντερασιόν» εξέδωσε το «Αβάντι!».
Η νέα κατάσταση
Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τον ελληνικό στρατό (26 Οκτώβρη / 8 Νοέμβρη 1912) μετέτρεψε σταδιακά την πόλη από μωσαϊκό εθνοτήτων σε ελληνική περιοχή με πολυπληθή εβραϊκή παρουσία. Το βουλγαρικό στοιχείο την εγκατέλειψε κυρίως λόγω του οξυμένου ελληνικού εθνικισμού και μαζί του ακολούθησαν οι «Στενοί» και οι αναρχοφιλελεύθεροι.
Η «Φεντερασιόν» 
δεν αντιλήφθηκε τη νέα κατάσταση, όπως και ότι το εθνικό ζήτημα επιλύθηκε βίαια από τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και γι' αυτό συνέχιζε να οραματίζεται μια πολυεθνοτική Μακεδονία. 
Σε επιστολή της Β΄ Διεθνούς (Οκτώβρης 1913) αναφερόταν ότι η «Φεντερασιόν» έπρεπε να επιλύσει το πρόβλημα της εθνικότητας που εκπροσωπούσε και να αναπτύξει σχέσεις με τους Ελληνες σοσιαλιστές. 
Βέβαια, η αδυναμία της «Φεντερασιόν» «πατούσε» και στις αντικειμενικές συνθήκες που δημιουργούσε ο ελληνικός αστικός εθνικισμός, αφού η επιβολή του στρατιωτικού νόμου καθιστούσε δύσκολη τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση, ενώ η συμπεριφορά των Ελλήνων στρατιωτικών προς τους αλλοεθνείς κατοίκους ήταν ιδιαίτερα άσχημη.
Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, ενώ στη «Φεντερασιόν» εξακολουθούσαν να συσπειρώνονται κατά πλειοψηφία Εβραίοι σοσιαλιστές, άρχισε να επεκτείνεται η επιρροή της στις άλλες εθνότητες της Μακεδονίας. 
Στην Καβάλα ιδρύθηκε η «Σοσιαλιστική Νεολαία», οι σοσιαλιστικές ιδέες διαδίδονταν στους καπνεργάτες και ο δημοσιογράφος Ζορμπάς έβγαλε μια εφημερίδα με φιλεργατική αρθρογραφία. Οι απεργίες της εποχής (Ρεζή, καπνεργατών και ραφτεργατών) γεφύρωναν σταδιακά το χάσμα των εθνοτήτων και το «Αβάντι!», παρά την ελληνική λογοκρισία, διαδιδόταν ευρέως στην Ανατολική Μακεδονία και ειδικά όπου ζούσαν καπνεργάτες. Αυτή η πολιτική δραστηριότητα οδήγησε στην πραγματοποίηση του Α΄ Καπνεργατικού Συνεδρίου (1913), στη Θεσσαλονίκη.
Στην εξορία
Από το 1913, το ελληνικό αστικό κράτος κατέστρωσε σχέδια περιθωριοποίησης της «Φεντερασιόν», μέσω του ελληνικού «Συνδέσμου Συντεχνιών». 
Την Πρωτομαγιά του 1913 οι αρχές απαγόρευσαν στη «Φεντερασιόν» να διοργανώσει συγκέντρωση, ενώ ενέκριναν τις συγκεντρώσεις των εθνικιστικών σωματείων. Το 1914 η αστυνομία επενέβη σε συνέλευση της «Φεντερασιόν», επιχειρώντας δήθεν να συλλάβει Βούλγαρους πράκτορες. Γρήγορα η «Φεντερασιόν» κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους Βούλγαρους, ενώ ζητήθηκε η προσαρμογή της στο ελληνικό αστικό νομικό πλαίσιο.
Το Μάρτη του 1914 τα καπνεργατικά σωματεία της Θεσσαλονίκης (3.000 μέλη), της Καβάλας (20.000 μέλη) και της Δράμας κατέθεσαν τα αιτήματά τους στους καπνεμπόρους (αυξήσεις στο μεροκάματο, προστασία των γυναικών, αναγνώριση των εκπροσώπων των συνδικάτων και αποκλειστική πρόσληψη των μελών τους). Οταν αυτοί τα απέρριψαν, ξεκίνησαν απεργία στις 24 Μάρτη / 6 Απρίλη.
Η απεργία έληξε στις 11 / 24 Απρίλη στη Θεσσαλονίκη και στις 15 / 28 του ίδιου μήνα στην Καβάλα, ενώ στη διάρκειά της σημειώθηκαν εκτεταμένες συγκρούσεις με την αστυνομία και συλλήψεις απεργών. Αν και εντάθηκε η αστική προπαγάνδα περί εθνοπροδοσίας της «Φεντερασιόν», η ενότητα Ελλήνων και Εβραίων εργατών διατηρήθηκε ακλόνητη και, μάλιστα, σε δεύτερο χρόνο, ήρθαν σε επαφή με τη Νότια Ελλάδα και επέκτειναν τις κινητοποιήσεις στην Ξάνθη. Οι εργοδότες επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν το τουρκόφωνο στοιχείο απεργοσπαστικά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι η ελληνική αστική εξουσία, όπως νωρίτερα και η τουρκική, κατηγορούσε τους σοσιαλιστές και τους συνδικαλιστές ως όργανα ξένων συμφερόντων. Σε δημοσίευμα της εποχής για τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου αναφερόταν:
«Η απεργία αυτή απέσπασε την προσοχήν της Κυβερνήσεως, διότι κατά τας εκ Θεσσαλονίκης πληροφορίας, οι απεργοί δια των διαδηλώσεων ας διοργανούσι, αποδοκιμάζουσι τα αστυνομικά όργανα και τους Ελληνας, προσπαθούντες να διαταράξωσι την δημόσιαν τάξιν.
Χαρακτηριστικό των προθέσεων τούτων των απεργών είνε και η εγκατάστασις του Κέντρου των εις τα γραφεία του Σοσιαλιστικού κέντρου, τους τοίχους του οποίου στολίζουσι εικόνες Βούλγαρων κομιτατζήδων».
Οι απεργοί νίκησαν, αλλά ταυτόχρονα εντάθηκαν οι διώξεις των σοσιαλιστών. Ο Μπεναρόγια και ο Γιονάς έγιναν οι πρώτοι πολιτικοί εξόριστοι στην Ελλάδα επί κυβέρνησης Ελ. Βενιζέλου (εξορίστηκαν στη Νάξο τον Ιούνη του 1914).
Ριζοσπάστης

Εμφάσεις και διαμόρφωση κειμένου:

Viva La Revolucion

16 Ιουνίου, 2018

Ο ΡΩΣΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΡΓΕΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΜΙΑ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ 1928!!

Ρωσία: Μπάλα στα δίχτυα και απογείωση των ορίων συνταξιοδότησης
Από Κατιούσα
προσεύχονται... να Μην τους πάρουν ...χαμπάρι,,

Η συζήτηση είχε ανοίξει εδώ και πολλά χρόνια για να προετοιμάσει το έδαφος, και είχε μάλιστα πρόσφατα αναζωπυρωθεί. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης παρέμεναν ίδια από το 1928, στα 60 για τους άνδρες και στα 55 για τις γυναίκες κι ήταν ένα από τα τελευταία κατάλοιπα του σοβιετικού παρελθόντος. 
Σταδιακά τα όρια ηλικίας θα αυξάνονται, φτάνονται τα 66 για τους άνδρες και τα 63 για τις γυναίκες σε μια τάση εξίσωσης των δύο φύλων προς το χειρότερο. 
Κι η κατάλληλη σιτγμή γι’αυτή την απόφαση της κυβέρνησης Μεντβέντεφ ήταν κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ που ήταν ο καλύτερος επικοινωνιακός αντιπερισπασμός. Φάτε θεάματα, με λιγότερο άρτο (παρότι σε μια προσπάθεια να χρυσωθεί το χάπι, η κυβέρνηση εξήγγειλε μικρές αυξήσεις στις συντάξεις, σε ετήσια βάση).

Το βασικό επιχείρημα γι’αυτή την απόφαση είναι πως το 1928 που είχαν καθοριστεί τα συγκεκριμένα όρια, το μέσο προσδόκιμο ζωής ήταν κατά πολύ χαμηλότερο. 
Αυτό είναι όμως το πρόσχημα, καθώς διαπράττεται μια διπλή λαθροχειρία. Αφενός τα όρια αυτά ίσχυαν σε όλη τη σοβιετική περίοδο, μολονότι το μέσο προσδόκιμο είχε ανέβει εντυπωσιακά στην ΕΣΣΔ. 
Αφετέρου η νίκη της αντεπανάστασης επέφερε ένα πισωγύρισμα με καταστροφικές συνέπειες κι όρους “γενοκτονίας”, μειώνοντας δραματικά το προσδόκιμο, το οποίο μόλις τα τελευταία χρόνια ανακάμπτει, χωρίς όμως αυτό ν’ανοίξει κάποια συζήτηση για πιθανή μείωση των ορίων ηλικίας.

Αυτά εξάλλου είναι απλά προσχήματα. Το βασικό είναι η απόδειξη για τη σχέση του συστήματος της εκμετάλλευσης με το βιοτικό επίπεδο και τα δικαιώματα που αναλαμβάνει ο λαός. 
Ο ρωσικός καπιταλισμός καταργεί μια κατάκτηση του 1928. Αν οι λαοί δε βάλουν φρένο, με τη δική τους αντεπίθεση, η αντεπανάσταση θα μας πάει πολύ πιο πίσω, σε έναν εργασιακό μεσαίωνα.

24 Μαΐου, 2018

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΣΕΕ -Β' Μέρος

100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΓΣΕΕ
Βασικοί σταθμοί από τη διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος

Β' ΜΕΡΟΣ: Από το 1950 έως τις μέρες μας

Με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΓΣΕΕ, ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει βασικούς σταθμούς της πορείας της, μιας πορείας που αποτυπώνει τη συνεχή διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο δημοσιεύτηκε το πρώτο μέρος, από τη στιγμή ίδρυσης της ΓΣΕΕ μέχρι και το 9ο Συνέδριό της, ενώ στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας παρουσιάζεται η συνέχεια, με τα βασικά γεγονότα από το 1950 έως τις μέρες μας.
Για την «αποτελεσματικότερη αντίσταση στον κομμουνισμό»!
Στις αρχές της δεκαετίας 1950, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. 
Η αστική τάξη, εκμεταλλευόμενη τη στρατιωτική ήττα του ΔΣΕ, το γεγονός ότι η πλειοψηφία των μελών και των στελεχών του ΚΚΕ είτε είχε πάρει το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς είτε βρισκόταν στις φυλακές και τις εξορίες, όπως και τη δράση σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας όσων κομμουνιστών παρέμεναν ελεύθεροι, προχώρησε σε ολομέτωπη επίθεση στην εργατική τάξη και στο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα.
 Μεταξύ άλλων, συνδικαλιστικές οργανώσεις που είχαν εκλέξει στα ηγετικά τους όργανα συνδικαλιστές μη ελεγχόμενους από το κράτος και την εργοδοσία είχαν αποβληθεί από τη ΓΣΕΕ, στην ηγεσία της οποίας κυριαρχούσαν εργοδοτικές και αστικές πολιτικές δυνάμεις.
Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» για τις κινητοποιήσεις ενάντια στον απεργοκτόνο «νόμο Λάσκαρη»... τις «θετικές διατάξεις» του οποίου χαιρέτισε τότε η ΓΣΕΕ!
Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» για τις κινητοποιήσεις ενάντια στον απεργοκτόνο «νόμο Λάσκαρη»... τις «θετικές διατάξεις» του οποίου χαιρέτισε τότε η ΓΣΕΕ!
Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες, στην τακτική του Κόμματος «στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, αντανακλώνται προβλήματα της στρατηγικής του και της πολιτικής κατεύθυνσης των συμμαχιών του, που οξύνθηκαν από το 1956. (...) Ωστόσο η πολιτική τακτική περιείχε αντιφάσεις. 
Για παράδειγμα, ενώ στην απόφαση της ΚΕ (14.10.1952) υπογραμμίζονταν η ανάγκη για "ανειρήνευτο αγώνα ενάντια στους εργατοκάπηλους της ΓΣΕΕ και το διασπαστή Στρατή", ταυτόχρονα τονιζόταν η επιδίωξη για "συνεργασία και κοινή πάλη με όλους δίχως εξαίρεση και με τον Στρατή και με ανώτερα στελέχη της ΓΣΕΕ..."» («Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949-1968, Β' Τόμος»).
Το Δεκέμβρη του 1949, η νεοϊδρυθείσα Διεθνής Συνομοσπονδία Ελεύθερων Συνδικάτων* (ΔΣΕΣ, όργανο του κεφαλαίου) αποφάσισε με τη συγκατάθεση της ΓΣΕΕ να στείλει αντιπροσώπους της στην Ελλάδα για την προώθηση αλλαγών στη δομή και τον τρόπο λειτουργίας της ΓΣΕΕ. 
Για «την καταπολέμηση των προσωπικών και πολιτικών διαφορών με σκοπό την αποτελεσματικότερη αντίσταση στον κοινό εχθρό, τον κομμουνισμό στο συνδικαλιστικό κίνημα» (Εκθεση της Βρετανικής Πρεσβείας για τη συνδικαλιστική κίνηση στην Ελλάδα, 16 Ιούνη 1950). 
Οι αντιπρόσωποι προέρχονταν από τους δύο βασικούς αμερικανικούς συνδικαλιστικούς οργανισμούς: Την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας (AFL) και το Κογκρέσο Βιομηχανικών Οργανώσεων (CIO).
Οι αλλαγές είχαν στόχο να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των εργαζομένων, οι οποίοι είχαν αρχίσει και πάλι την οργανωμένη αντίδραση. Εκδήλωση αυτής της αντίδρασης ήταν η δημιουργία του Ενιαίου Συνδικαλιστικού Κινήματος Ελλάδας (ΕΣΚΕ), στις 15/5/1950, που πρωτοστάτησε στους αγώνες για τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Στις 13/5/1955 δημιουργήθηκε το Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα(ΔΣΚ), που προήλθε από την ενοποίηση του ΕΣΚΕ και του Κινήματος Ελεύθερου Συνδικαλισμού (είχε δημιουργηθεί το 1948). 
Η δημιουργία του ήταν έκφραση της ανάγκης να διαμορφωθεί διακριτός συνδικαλιστικός ταξικός πόλος, να αναπτύξει δράση σε σύγκρουση με τη ΓΣΕΕ, ωστόσο η προσπάθεια αυτή αναχαιτίστηκε από τη θέση «ένα σωματείο, μία ομοσπονδία, ένα εργατικό κέντρο, μία ΓΣΕΕ», που «ουσιαστικά εγκλώβιζε τις ταξικές δυνάμεις στη ΓΣΕΕ, με την προσδοκία ότι μπορούσαν να αλλάξουν το συσχετισμό δύναμης στη Γενική Συνομοσπονδία που ήταν μηχανισμός νόθευσης των συσχετισμών και χειραγώγησης των εργατικών δυνάμεων» («Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949-1968, Β' Τόμος»).
Σε αυτό το πλαίσιο, το ΔΣΚ λειτούργησε μέχρι τη δικτατορία του 1967. 
Συνενώνοντας τις συνδικαλιστικές παρατάξεις που αντιπολιτεύονταν τη διοίκηση της ΓΣΕΕ, βοήθησε στην ανασύνταξη των συνδικάτων και στην οργάνωση της πάλης των εργατοϋπαλλήλων για την ικανοποίηση των οικονομικών τους διεκδικήσεων, την αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών και τη δημοκρατική λειτουργία των συνδικάτων.
Από την άλλη πλευρά, στη διορισμένη ηγεσία της ΓΣΕΕ αντιμαχόμενες μερίδες εργατοπατέρων συγκρούονταν εξαιτίας διαφορών στην τακτική χειραγώγησης του συνδικαλιστικού κινήματος και αντιτιθέμενων προσωπικών φιλοδοξιών. 
«Μήλον της Εριδος» αποτελούσε και η πρόσβαση στη λεηλασία των κρατικών κονδυλίων που δίνονταν στο ελεγχόμενο συνδικαλιστικό κίνημα. 
Ολοι οι εργατοπατέρες άλλοτε επενέβαιναν ωμά στη λειτουργία των συνδικάτων και άλλοτε επιχειρούσαν ελιγμούς, προκειμένου να παρουσιάσουν ένα περισσότερο φιλεργατικό πρόσωπο, πάντα στο πλαίσιο της αποτελεσματικότερης ενσωμάτωσης και χειραγώγησης του εργατικού κινήματος. 
Για παράδειγμα, όταν σε ένα σωματείο πλειοψηφούσαν αγωνιστές συνδικαλιστές, σε κάποιες περιπτώσεις διέγραφαν το σωματείο από τις τάξεις της ΓΣΕΕ και σε άλλες προχωρούσαν σε επιλεκτικές διαγραφές αγωνιστών συνδικαλιστών.
«Πιστοποιητικά φρονημάτων», αποκλεισμοί και προσπάθεια χειραγώγησης
Στην πορεία προς το 10ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (24/9 - 1/10/1950), καταγράφηκε σωρεία παρεμβάσεων στη διαδικασία εκλογής αντιπροσώπων, με στόχο τη διαμόρφωση συσχετισμού υπέρ του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.
 Ο γγ της ΓΣΕΕ, Φώτης Μακρής, έστειλε σε όλα τα σωματεία και στα Εργατικά Κέντρα «πιστοποιητικά φρονημάτων», τα οποία έπρεπε να υπογραφούν από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους για να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο Συνέδριο. 
Τελικά, μπροστά στις αντιδράσεις που υπήρξαν, υποχρεώθηκε να ανακαλέσει τον όρο ότι ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή. 
Στο Συνέδριο υιοθετήθηκαν «οι σκοποί και οι υποχρεώσεις της ΔΣΕΣ» και, σύμφωνα με τους «εργατοπατέρες» της εποχής, «η ΓΣΕΕ σώθηκε από τον κομμουνισμό».
Τη δεκαετία 1950 πραγματοποιήθηκαν ακόμη τρία συνέδρια της ΓΣΕΕ. Τα δύο πρώτα (11ο και 12ο) χαρακτηρίστηκαν από το σχεδόν ολοκληρωτικό αποκλεισμό της οποιασδήποτε αντιπολίτευσης. Στις 22/12/1954 δημιουργήθηκε η βραχύβια Νέα ΓΣΕΕ από τον Ελευθέριο Γονή, υπουργό Εργασίας στην κυβέρνηση Παπάγου.
Οι τροποποιήσεις που έγιναν στο καταστατικό της ΓΣΕΕ, πριν από το 13ο Συνέδριο (15-18 Οκτώβρη 1958), δημιουργούσαν όλες τις προϋποθέσεις ενός νόθου συνεδρίου: Το εκλογικό σύστημα ήταν το πλειοψηφικό. Περιοριζόταν στο 1/3 ο αριθμός των συνέδρων, ενώ είχαν αποκλειστεί με διαγραφές Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες. Αποκλείστηκαν ακόμα 40 σύνεδροι από την ψηφοφορία.
Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο κλίμα που δημιουργούσαν οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αντικαταστήσει τον Μακρή με τον Δημητράτο στη θέση του γγ της Συνομοσπονδίας. 
Σύμφωνα με έκθεση της βρετανικής πρεσβείας, ένας λόγος που οδήγησε στην εξέλιξη αυτή ήταν και το γεγονός ότι ο Μακρής «έπαψε να είναι ικανοποιητικός ως αντικομμουνιστικός παράγοντας από πλευράς της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CΙΑ)...» (Εκθεση της Βρετανικής Πρεσβείας για το 13ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 21/11/1958).
Το Συνέδριο υιοθέτησε αιτήματα όπως αύξηση των αποδοχών 15%, κατάργηση των «πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων», κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων κ.ά., που δείχνουν την πίεση που δεχόταν η ηγεσία της ΓΣΕΕ, αλλά και την προσπάθειά της να δείξει φιλεργατικό πρόσωπο, ενισχύοντας τη δυνατότητα χειραγώγησης. Στη νέα διοίκηση επανεκλέχθηκε ο Μακρής στη θέση του γενικού γραμματέα.
Η ΚΕ του ΔΣΚ ανέλυσε τη σημασία του Συνεδρίου και κάλεσε τους εργαζόμενους να διαφυλάξουν την ενότητα του κινήματος και να αγωνιστούν για την υλοποίηση των αποφάσεών του. Μετά από το Συνέδριο, εντάθηκε η κατασταλτική πολιτική της κυβέρνησης. Στις 2 Νοέμβρη, σε επιδρομή αστυνομικών δυνάμεων στα γραφεία των Συνεργαζόμενων Εργατικών Οργανώσεων στη Θεσσαλονίκη, συνελήφθησαν 44 συνδικαλιστές.
Καθώς η ΓΣΕΕ βάδιζε προς το 14ο Συνέδριό της (16/10/1961), η ηγεσία της κήρυσσε ότι «στο 14ο Συνέδριο θα γίνει αναμέτρηση των δυνάμεων του ελεύθερου συνδικαλισμού με τον κομμουνισμό». Παρά το γεγονός ότι δεν έφεραν αποτέλεσμα οι προσπάθειες του Ιρβινγκ Μπράουν (Αμερικανός συνδικαλιστής και πράκτορας της CIA) για συνένωση των συνδικαλιστικών ομάδων του Φώτη Μακρή και του Δημήτρη Θεοδώρου, ο σχεδόν καθολικός αποκλεισμός των αγωνιστικών σωματείων από τις εργασίες του συνεδρίου τούς εξασφάλισε ολοκληρωτική πλειοψηφία.
Αγώνας για εκδημοκρατισμό του συνδικαλισμού
Ο αγώνας για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλισμού πήρε σημαντικές διαστάσεις την περίοδο ανάμεσα στο 14ο και 15ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ. 
Στις 16/4/1962 πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση, με τη συμμετοχή χιλιάδων εργαζομένων, του ΔΣΚ Αθήνας και Πειραιά, για την αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών και το σεβασμό των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
Στο μεταξύ, με πρωτοβουλία του ΔΣΚ και της Εργατοϋπαλληλικής Συνδικαλιστικής Οργάνωσης που πρόσκεινταν στην Ενωση Κέντρου, δημιουργήθηκε το 1963 η κίνηση των «115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων» (στο εξής «115-ΣΕΟ»). 
Στην πρώτη συσπείρωση εκπροσωπούνταν 55 συνεργαζόμενες εργατικές οργανώσεις, που μέχρι τον Απρίλη του 1963 έφτασαν τις 82 και στις 18/7/1963 τις 115. 
Η μαζικοποίηση συνεχίστηκε μέχρι το 1967, όταν τα σωματεία στις γραμμές της Κίνησης έφτασαν περίπου τα 680. Κι αυτό παρότι μετά από τη νίκη της Ενωσης Κέντρου στις εκλογές του Φλεβάρη του 1964, οι συνδικαλιστές της αποχώρησαν από τις «115-ΣΕΟ».
Στις 6/4/1964 οι «115-ΣΕΟ» πραγματοποίησαν συγκέντρωση στο Πεδίον του Αρεως και πορεία διαμαρτυρίας με αίτημα το διώξιμο των Μακρή - Θεοδώρου από τη ΓΣΕΕ. Συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι. Ωστόσο, παρά τις σχετικές προεκλογικές εξαγγελίες, η κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου δεν έλαβε κανένα μέτρο στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος.
Στις 22 και 23 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η πρώτη Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων, στην οποία εκπροσωπήθηκαν τα βασικότερα Εργατικά Κέντρα της χώρας.
Στις 15/12/1964 η κυβέρνηση του «Κέντρου» προχώρησε στην αλλαγή της ηγεσίας της ΓΣΕΕ. Τον Φ. Μακρή αντικατέστησε ο Ν. Παπαγεωργίου, κυβερνητικός συνδικαλιστής. Από τη νέα διοίκηση αποκλείστηκαν οι εκπρόσωποι των «115».
 Στις 21/4/1965, μετά από προσφυγή των λεγόμενων «Θεοδωρικών» σε συνεννόηση με τον υπουργό Εργασίας του «Κέντρου» Γεώργιο Μπακατσέλο, το Πρωτοδικείο Αθηνών ανέτρεψε τη διοίκηση της ΓΣΕΕ. Με παρέμβαση και πάλι του Πρωτοδικείου, συγκροτήθηκε στις 19/9/1965 νέα διορισμένη διοίκηση, η οποία παρέμεινε μέχρι το 15ο Συνέδριο της Συνομοσπονδίας.
Το 15ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ συνήλθε στις 24 - 26 Ιούλη 1966, με καθυστέρηση δύο χρόνων. Στο μεσοδιάστημα κλιμακώθηκε ο κρατικός παρεμβατισμός. 
Παράλληλα, διαμορφώθηκε το «μαύρο συνδικαλιστικό μέτωπο», αφού οι Θεοδώρου (που είχε τον έλεγχο του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης) και Μακρής, παραμερίζοντας τις «διαφορές» τους, ένωσαν τις δυνάμεις τους με σκοπό «την ανασύνταξη του ελεύθερου συνδικαλισμού» και τη «σωτηρία του από τον κομμουνισμό». 
Οι διαγραφές και οι αποκλεισμοί από τα συνέδρια Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών γενικεύτηκαν μπροστά στο 15ο Συνέδριο. Μαζικές Ομοσπονδίες διαγράφτηκαν από τη δύναμη της ΓΣΕΕ.
Στις εργασίες του Συνεδρίου πήραν μέρος 566 αντιπρόσωποι. Εκείνοι που ανήκαν στη Δημοκρατική Συνδικαλιστική Αλλαγή (Ενωση Κέντρου) και στο Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΔΣΚ) αποχώρησαν πρώτοι, καταγγέλλοντας το Συνέδριο ως «νόθο και παράνομο». 
Στη συνέχεια αποχώρησαν και οι αντιπρόσωποι 9 Ομοσπονδιών και 17 Εργατικών Κέντρων, που προχώρησαν στη δημιουργία της Κίνησης Ανεξάρτητων Συνδικάτων Ελλάδος (ΚΑΣΕ). Συνολικά από τις εργασίες του 15ου Συνεδρίου απείχαν 205 αντιπρόσωποι. Αυτοί που αποχώρησαν από το Συνέδριο εκπροσωπούσαν 69.000 μέλη, ενώ εκείνοι που αποκλείστηκαν πριν από το Συνέδριο 94.000 ψηφίσαντα μέλη. 
Στο σύνολό τους αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία έναντι των 68.500 (και αυτών αμφισβητούμενων) μελών που εκπροσωπούσαν οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές που απέμειναν στο Συνέδριο. Η πραγματική διαφορά στους αντιπροσώπους ήταν ακόμα μεγαλύτερη, αν πάρει κανείς υπόψη τις αυθαιρεσίες και τους αποκλεισμούς στη διαδικασία των εκλογών στα πρωτοβάθμια σωματεία και στα Εργατικά Κέντρα σε πανελλαδικό επίπεδο.
Το επόμενο Συνέδριο της ΓΣΕΕ επρόκειτο κανονικά να συγκληθεί στα μέσα του 1969, αλλά αναβλήθηκε για το επόμενο έτος. Είχαν προηγηθεί η επιβολή της δικτατορίας της 21/4/1967 και η νέα ένταση των διωγμών σε βάρος των πρωτοπόρων αγωνιστών. Παρά την «ομολογία πίστεως» που υπέβαλε η διοίκηση της ΓΣΕΕ προς τη στρατιωτική δικτατορία, η τελευταία προχώρησε στην αντικατάστασή της.
Τον Απρίλη του 1968 συγκροτείται στη Ρώμη η Ενιαία Συνδικαλιστική Αντιδικτατορική Κίνηση (ΕΣΑΚ), που αποτέλεσε τον πόλο συσπείρωσης του ΚΚΕ στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα, αφότου το Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο (ΑΕΜ), που είχε συγκροτηθεί τον Αύγουστο του 1967, έγινε μετά τη διάσπαση του Κόμματος (12η Πλατιά Ολομέλεια, 1968) η συνδικαλιστική παράταξη του λεγόμενου «ΚΚΕ εσωτερικού».
Στα πρώτα χρόνια της «μεταπολίτευσης»
Τα πρώτα χρόνια της λεγόμενης μεταπολίτευσης χαρακτηρίστηκαν από μαζικούς εργατικούς - λαϊκούς αγώνες, απέναντι στους οποίους οι κυβερνήσεις της ΝΔ αντέταξαν τη βίαιη καταστολή, ενώ ο κυβερνητικός - εργοδοτικός συνδικαλισμός βάζει πλάτη στο πέρασμα των αντεργατικών πολιτικών.
Το 1976 γίνεται το 18ο Συνέδριο και το 1978 το 19ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ. 
Και για τα δύο υπάρχουν πλήθος καταγγελιών για νοθείες. Σε φύλλα του «Ριζοσπάστη» το 1978 σημειώνεται ότι στο 18ο Συνέδριο από τους 575 αντιπροσώπους περίπου το 50% ήταν «πλασματικοί, προερχόμενοι από σωματεία των 10 και των 20 μελών». Παρομοίως για το 19ο Συνέδριο, σημειώνεται ότι πηγή της πλαστής πλειοψηφίας είναι σωματεία - «σφραγίδες» που υπολογίζεται ότι πλησιάζουν τα 2.000.
Ως προς το περιεχόμενο της δράσης, τα γεγονότα δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για το ποιον υπηρετεί η ΓΣΕΕ. 
Χαρακτηριστική είναι η στήριξη που πρόσφερε στον αντεργατικό νόμο 330/1976, ο οποίος χτυπούσε το δικαίωμα στην απεργία, κατοχύρωνε την ανταπεργία (λοκ άουτ), απαγόρευε την πολιτική απεργία. 
Αυτόν το νόμο η κυβερνητική διοίκηση της ΓΣΕΕ «μελέτησε (...) με αντικειμενικότητα και καλή πίστη, αποδεχόμενη τις θετικές διατάξεις του (...) πέτυχε με τις σωστές και κατάλληλες ενέργειες να βελτιωθούν αισθητά πολλές διατάξεις του νομοσχεδίου» (από την έκδοση της ΓΣΕΕ, «1975 - 1980: Δράση και επιτεύγματα μιας εξαετίας», Αθήνα 1981)! 
Αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου και τις επόμενες δέκα μέρες, ο «Ριζοσπάστης» καταγράφει 150 απολύσεις συνδικαλιστών που έγιναν με τη χρήση του νόμου.
Ακόμα, η ΓΣΕΕ χαιρέτισε την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, το Μάη του 1979, σημειώνοντας σε ανακοίνωσή της: «Οι εργαζόμενοι Ελληνες αισθάνονται ότι τους δίνεται μια ιστορική ευκαιρία για να ανεβάσουν το βιοτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τους επίπεδο σ' εκείνο των Ευρωπαίων συναδέλφων τους»!
Τις εκλογές του 1981 κερδίζει το ΠΑΣΟΚ, που ως κυβέρνηση προωθεί τον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982. Παράλληλα, ψήφισε νόμο που έδινε κίνητρα στο κεφάλαιο για να κάνει επενδύσεις. Με το ένα χέρι νομοθετούσε για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και με το άλλο έδινε νέα προνόμια στους επιχειρηματίες. 
Ο δε 1264/82 από τη μια κατοχύρωνε μια σειρά συνδικαλιστικές ελευθερίες - κάτω από την πίεση και τους αγώνες των εργαζομένων - και από την άλλη αναπαρήγε τους μηχανισμούς ενσωμάτωσης του συνδικαλιστικού κινήματος στις νέες συνθήκες.
Οι πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ απέναντι στο συνδικαλιστικό κίνημα αποκαλύφθηκαν το 1985. 
Με απευθείας παρέμβαση και με τη βοήθεια των δικαστηρίων, καθαίρεσε την αιρετή διοίκηση της ΓΣΕΕ και στη θέση της διόρισε συνδικαλιστές πιστούς στην κυβέρνηση και το κεφάλαιο. 
Ο λόγος που το έκανε ήταν επειδή η ΠΑΣΚΕ, συνδικαλιστική παράταξη των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, έχασε την πλειοψηφία στη ΓΣΕΕ και η κυβέρνηση κινδύνευσε να βρεθεί αντιμέτωπη με ισχυρές αντιστάσεις στα αντιλαϊκά μέτρα που προωθούσε.
Συστηματική προώθηση του «κοινωνικού εταιρισμού»
Από τη δεκαετία του '90, με ιδιαίτερη ένταση που κλιμακώνεται μέχρι και σήμερα, οι πλειοψηφίες στη διοίκηση της ΓΣΕΕ, συγκροτούμενες από δυνάμεις του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού (ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ - «Αυτόνομη Παρέμβαση»/ΜΕΤΑ κ.ά.), συμπρωταγωνιστούν στη συστηματική προώθηση του «κοινωνικού εταιρισμού», σε συνεργασία με τους μηχανισμούς του αστικού κράτους και της ΕΕ, και με τις εργοδοτικές οργανώσεις.
Στις μέρες μας, αποκαλυπτική της αντίληψης αυτής αποτελεί η πρόσφατη τοποθέτηση του προέδρου της ΓΣΕΕ, Γ. Παναγόπουλου, σε συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ, τον περασμένο Μάρτη. Αναφερόμενος το ρόλο των «κοινωνικών εταίρων», είπε μεταξύ άλλων: «Ο ρόλος αυτός θεμελιώνεται πάνω σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο διαπραγμάτευσης. Η βασική ιδέα του μοντέλου αυτού αφορά το πότε μια καπιταλιστική οικονομία μπορεί να λειτουργεί πιο αποτελεσματικά. Οταν το κεφάλαιο και η εργασία μοιράζονται ίσα μερίδια διαπραγμάτευσης και υπερασπίζονται ελεύθερα τα συμφέροντα που εκπροσωπούν; 'Η όταν υπάρχει ταξική πόλωση και σύγκρουση; Αν και η απάντηση δεν είναι αυτονόητη για όλους (σ.σ. "φωτογραφίζει" τις ταξικές δυνάμεις), τις τελευταίες δεκαετίες κυριαρχεί η αυτονόητη υπεράσπιση του κοινωνικού διαλόγου». Ο ίδιος πριν από λίγο καιρό δήλωσε ότι «η απεργία έφαγε τα ψωμιά της», εκφράζοντας με τον καλύτερο τρόπο το ρόλο των δυνάμεων που πλέον βγαίνουν φανερά για να στηρίξουν την «αποτελεσματικότητα του καπιταλισμού».
Η έννοια του «κοινωνικού διαλόγου» εμφανίστηκε επίσημα στην ΕΕ (τότε ΕΟΚ) το 1985. 
Ντεμπούτο στην Ελλάδα έκανε το 1997, καταλήγοντας στο «Σύμφωνο Εμπιστοσύνης προς το 2000». 
Το «Σύμφωνο» χάραξε το πλαίσιο των αντεργατικών - αντιλαϊκών μέτρων που έρχονταν. Οι ταξικές δυνάμεις από την πρώτη στιγμή είχαν καταδικάσει το «διάλογο» και οργάνωσαν κινητοποιήσεις. Αντίθετα, οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση» (ΑΠ - η συνδικαλιστική παράταξη του τότε «Συνασπισμού», η οποία έχει μετονομαστεί σε ΜΕΤΑ) στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ επέλεξαν τη συμμετοχή στον «κοινωνικό διάλογο».
 Μόνο προς το τέλος του διαφοροποιήθηκαν η ΔΑΚΕ και η ΑΠ, αρνούμενες να υπογράψουν το «Σύμφωνο», χωρίς όμως να αλλάξει η ουσία. 
Ο Χρ. Πολυζωγόπουλος, τότε πρόεδρος της ΓΣΕΕ και στέλεχος της ΠΑΣΚΕ, έχοντας χάσει μία ψήφο και από την παράταξή του, χρησιμοποίησε διάταξη του καταστατικού της ΓΣΕΕ, σύμφωνα με την οποία η ψήφος του προέδρου της μετριέται διπλή, για να επικυρώσει την αντεργατική κατάληξη.
Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ χρησιμοποίησε τον «κοινωνικό διάλογο» για να νομιμοποιήσει τις επόμενες αντιλαϊκές παρεμβάσεις της. 
Ενα από τα πρώτα «παιδιά» του «κοινωνικού διαλόγου» ήταν ο νόμος 2639/1998 που πέρασε η κυβέρνηση Σημίτη, με τον οποίο θεσμοθέτησε την εκ περιτροπής εργασία και τα «stage». 
Στην εισηγητική έκθεση του νόμου μνημονεύεται το «Σύμφωνο»: «Τα μέτρα του νομοσχεδίου αποτελούν προϊόν του κοινωνικού διαλόγου που κατέληξε στο "Σύμφωνο Εμπιστοσύνης προς το 2000"»...
Η ίδρυση του ΠΑΜΕ
Στην αντίπερα όχθη, οι κομμουνιστές στο εργατικό κίνημα, συνολικά οι δυνάμεις με ταξικό προσανατολισμό, απάντησαν με την ίδρυση του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου (3 Απρίλη 1999), συμβάλλοντας ουσιαστικά στη γραμμή διαχωρισμού και ρήξης με τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Το ΠΑΜΕ, μέτωπο συσπείρωσης Σωματείων, Εργατικών Κέντρων, Ομοσπονδιών, Επιτροπών Αγώνα, συνδικαλιστών, γεννήθηκε από την ανάγκη ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος, για ένα κίνημα ικανό να απαντήσει στην ολομέτωπη και γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου, που δεν θα περιορίζεται στην αντιμετώπιση των συνεπειών, αλλά θα παλεύει στην προοπτική για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, ζήτημα που προϋποθέτει γραμμή ρήξης και ανατροπής με τα μονοπώλια, τα κόμματα και τους μηχανισμούς που τα υπηρετούν, πάλη για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Σήμερα, τα 19 χρόνια δράσης του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου, ο ρόλος του ως συσπείρωσης συνδικαλιστικών οργανώσεων σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, η συμβολή του στην πάλη σε γραμμή διακριτή τόσο σε σχέση με τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό όσο και με τη γραμμή του ρεφορμιστικού και οπορτουνιστικού ρεύματος, επιβεβαιώνουν πέρα για πέρα την τεράστια σημασία της ίδρυσης και ύπαρξής του για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.
Η σημασία και η συμβολή αυτή αποτυπώθηκαν και στην 4η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΠΑΜΕ το Νοέμβρη του 2016, στην οποία συμμετείχαν 536 συνδικαλιστικές οργανώσεις: 12 Ομοσπονδίες, 15 Εργατικά Κέντρα, 457 Συνδικάτα και 52 Επιτροπές Αγώνα.
Σημείωση
* Το 1945 ιδρύθηκε η Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία (ΠΣΟ) με τη συμμετοχή όλων των εθνικών συνδικάτων απ' όλο τον κόσμο, εκφράζοντας την ανάγκη για ενιαία δράση της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο και το φασισμό. Στην ίδρυση της ΠΣΟ συμμετείχαν και όλα τα αμερικανικά συνδικάτα, όπως και στην Εκτελεστική της Επιτροπή. Στην περίοδο 1949 - 1950, με απαίτηση της αμερικανικής κυβέρνησης, τα συνδικάτα της χώρας αποχώρησαν από την ΠΣΟ και ίδρυσαν δική τους διασπαστική παγκόσμια οργάνωση, την οποία προβοκατόρικα ονόμασαν «Διεθνή Συνομοσπονδία Ελεύθερων Συνδικάτων» (ΔΣΕΣ). Η ΔΣΕΣ, μέχρι και το 1996, αναφερόταν στον ετήσιο οικονομικό προϋπολογισμό της CIA, με ετήσια χρηματοδότηση υπέρογκων ποσών! 
Σήμερα, μετεξέλιξη της ΔΣΕΣ αποτελεί η λεγόμενη Διεθνής Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία (ITUC).

16 Μαΐου, 2018

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΣΕΕ -Α' Μέρος



100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΓΣΕΕ
Βασικοί σταθμοί από τη διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος
Από το Ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 3 - 10 Νοέμβρη 1918 (21 - 28 Οκτώβρη 1918 με το παλιό ημερολόγιο)
Από το Ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 3 - 10 Νοέμβρη 1918 (21 - 28 Οκτώβρη 1918 με το παλιό ημερολόγιο)
Με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΓΣΕΕ, ο «Ριζοσπάστης», σε αυτό και το επόμενο φύλλο, παρουσιάζει βασικούς σταθμούς της πορείας της, μιας πορείας που αποτυπώνει τη συνεχή διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Με την ευκαιρία αυτού του αφιερώματος, υπενθυμίζουμε όσα υπογραμμίζονται στα ντοκουμέντα του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΕ, στην ενότητα για τη σχέση Κόμματος - κινήματος:
«Τα συνδικάτα και γενικότερα οι κατώτερες μορφές οργάνωσης επιδρούν, παίζουν ρόλο στην οργάνωση και διαμόρφωση της ταξικής συνείδησης της εργατικής τάξης. Γι' αυτό και αποτελεί αναγκαιότητα η συνεχής, αποφασιστική παρέμβαση των δυνάμεων του Κομμουνιστικού Κόμματος στη διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, σε οποιεσδήποτε συνθήκες, επαναστατικές ή μη.
Αντικειμενικά, δεν υπάρχουν πολιτικά ουδέτερα συνδικάτα. Σε αυτά θα κυριαρχεί είτε η γραμμή της ταξικής συνεργασίας, του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, είτε η γραμμή του ρεφορμιστικού, οπορτουνιστικού ρεύματος είτε η γραμμή της αντικαπιταλιστικής - αντιμονοπωλιακής πάλης. Επομένως, η ιδεολογική και πολιτική διαπάλη μέσα στο κίνημα έχει σημασία για την επίτευξη του στόχου της οργάνωσης σημαντικού μέρους της εργατικής τάξης σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, για την εμβάθυνση και διεύρυνση των δεσμών της με το Κόμμα».
Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», 3 Φλεβάρη 1929. Κύριο θέμα η έναρξη των εργασιών του Ιδρυτικού Συνεδρίου της Ενωτικής ΓΣΕΕ
Πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη», 3 Φλεβάρη 1929. Κύριο θέμα η έναρξη των εργασιών του Ιδρυτικού Συνεδρίου της Ενωτικής ΓΣΕΕ
Στο σημερινό πρώτο μέρος του αφιερώματος, παρουσιάζονται τα γεγονότα από τη στιγμή ίδρυσης της ΓΣΕΕ, μέχρι και το 9ο Συνέδριό της το 1948.

Η ίδρυση της ΓΣΕΕ
Η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917 έδωσε ώθηση και στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα της Ελλάδας. Τα συνδικάτα που το 1917 δεν ήταν περισσότερα από 200, την επόμενη χρονιά υπολογίζονταν σε περίπου 320. 
Σε αυτές τις συνθήκες, η «Φεντερασιόν» (Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης) έθεσε θέμα ίδρυσης τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, όπως και ενιαίου σοσιαλιστικού κόμματος.

Το Ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ πραγματοποιείται στις 3 - 10 Νοέμβρη 1918(21 - 28 Οκτώβρη 1918 με το παλιό ημερολόγιο - στο εξής θα αναφέρονται οι ημερομηνίες με βάση το ισχύον). Στο συνέδριο πήραν μέρος 252 αντιπρόσωποι από 200 σωματεία, 10 Εργατικά Κέντρα, 2 Ομοσπονδίες και 2 επαγγελματικές ενώσεις, με συνολικό αριθμό 60.000 μελών, από 20 πόλεις και 48 επαγγέλματα.
Σχεδόν μια βδομάδα μετά, ιδρύεται το ΣΕΚΕ που το 1924 μετονομάστηκε σε ΚΚΕ.
Στο συνέδριο της ΓΣΕΕ εμφανίστηκαν τρεις βασικές τάσεις, οι οποίες εκδηλώθηκαν μέσα από την αντιπαράθεση για τα ζητήματα του καταστατικού, του προγράμματος διεκδικήσεων και της διοίκησης της Συνομοσπονδίας, τα οποία από την άποψη περιεχομένου αφορούσαν στο ζήτημα του ταξικού προσανατολισμού της Συνομοσπονδίας.
Οι τάσεις αυτές ήταν: Η συντηρητική - ρεφορμιστική (βενιζελική), η σοσιαλιστική με επικεφαλής τη «Φεντερασιόν» και η αναρχοσυνδικαλιστική. Η σοσιαλιστική τάση ήταν υπέρμαχη της αναγνώρισης της πάλης των τάξεων και της ίδρυσης ταξικής συνομοσπονδίας. Οι άλλες δύο τάσεις ήταν υπέρμαχες του διαχωρισμού της πολιτικής από το συνδικαλισμό.
Ο Μήτσος Παπαρήγας στο βήμα του 8ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ
Ο Μήτσος Παπαρήγας στο βήμα του 8ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ
Τελικά, ύστερα από έντονη διαμάχη επικράτησε η αρχή της «πάλης των τάξεων» με 158 ψήφους υπέρ, 21 κατά, 1 λευκό. 
Ωστόσο, εξαιτίας συμβιβασμών στο όνομα της «ενότητας», στην 11μελή Εκτελεστική Επιτροπή της ΓΣΕΕ εκλέχτηκαν 6 βενιζελικοί συνδικαλιστές και 5 σοσιαλιστές, εκ των οποίων οι δύο ήταν ρεφορμιστές, ανήκαν στην ομάδα Γιαννιού, που είχε ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με το Φιλελεύθερο Κόμμα (Ελ. Βενιζέλος). Γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ εκλέγεται ο φιλελεύθερος Μαχαίρας.
Συνεχής παρέμβαση του αστικού κράτους
Από την πρώτη στιγμή ίδρυσης της ΓΣΕΕ, μέχρι και σήμερα, η προσπάθεια του αστικού κράτους να την ελέγξει ήταν και είναι συνεχής.
Την 1η Μάη του 1919, οι 5 σοσιαλιστές στη διοίκηση της ΓΣΕΕ οργάνωσαν απεργία και συγκέντρωση στου Ρέντη. Ανάμεσα στα αιτήματα της Πρωτομαγιάτικης απεργίας ήταν η απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων από τη σοβιετική Ρωσία και η αναγνώριση της σοβιετικής εξουσίας. Σύμφωνα με το φύλλο του «Ριζοσπάστη» της επόμενης μέρας, η απεργιακή συγκέντρωση στου Ρέντη είχε μεγάλη επιτυχία, καθώς συμμετείχαν 10.000 εργάτες, ενώ απέργησαν 30.000. Ταυτόχρονα, όπως υπολογίστηκε, οι απεργοί στη Θεσσαλονίκη ήταν 50.000, ενώ Πρωτομαγιάτικες απεργιακές συγκεντρώσεις έγιναν και σε άλλες πόλεις. 
Ανήμερα της Πρωτομαγιάτικης απεργίας στην Αθήνα συνελήφθησαν τα μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής της και κλείστηκαν στις φυλακές Αβέρωφ.
Η συνέχεια δόθηκε με τις δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού να προσπαθούν να εκδιώξουν, με τη συνεργασία του αστικού κράτους, τους σοσιαλιστές από τα συνδικάτα. 
Η διαπάλη οξύνθηκε τον Ιούνη του 1919, όταν οι 6 βενιζελικοί συνδικαλιστές στη διοίκηση της ΓΣΕΕ καθαίρεσαν «πραξικοπηματικά» τους 5 σοσιαλιστές.
 Το Εθνικό Συμβούλιο της ΓΣΕΕ συνεδρίασε εκτάκτως, καθαίρεσε τους 6 βενιζελικούς και ανέθεσε τη διοίκηση στους 5 εξόριστους. Για αυτό η νέα διοίκηση της ΓΣΕΕ έμεινε στην Ιστορία ως 5μελής.
Η κυβέρνηση Βενιζέλου στις 18 Ιούλη συνέλαβε τα 4 μέλη της πενταμελούς διοίκησης και αργότερα συνέλαβε και το πέμπτο. Οι συλληφθέντες εξορίστηκαν στη Φολέγανδρο. Στις 19 Ιούλη συνελήφθη ο Γ. Πετσόπουλος, διευθυντής του «Ριζοσπάστη». 
Αμέσως κηρύχθηκε πανελλαδική απεργία με κεντρικά αιτήματα την απελευθέρωση των εξόριστων, τον τερματισμό της τρομοκρατίας και των κυβερνητικών παρεμβάσεων στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα. Τελικά, τον Οκτώβρη του 1919, η κυβέρνηση απελευθέρωσε τους 4 από τους 5 εξόριστους.
Στο μεταξύ, ο αριθμός των συνδικάτων κατέγραψε σημαντική αύξηση. Από περίπου 320 το 1918, έφτασαν τα 390 το 1919.

Το Σεπτέμβρη του 1920, οι βενιζελικές συνδικαλιστικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον Μαχαίρα, έχοντας την πλήρη οικονομική στήριξη του αστικού κράτους - και όχι μόνο - πραγματοποιούν μόνες τους ένα συνέδριο - παρωδία της ΓΣΕΕ στον Πειραιά
Σε αυτό συμμετείχαν και οι δύο συνδικαλιστές από την ομάδα Γιαννιού. Στο συνέδριο πήραν μέρος και συνδικάτα - σφραγίδες που δημιουργήθηκαν από το κόμμα των Φιλελευθέρων, ενώ οι αποφάσεις του ευθυγραμμίζονταν με τις κυβερνητικές επιλογές. 
Το συνέδριο εξέλεξε «Διοίκηση της ΓΣΕΕ», η οποία δεν είχε κανένα κύρος και ουσιαστικά έπαψε την όποια δράση της δύο μήνες μετά, όταν το κόμμα των Φιλελευθέρων έχασε στις εκλογές.

Στις 10 Οκτώβρη 1920 συγκλήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Αθήνας το 2ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, στο οποίο πήραν μέρος 137 συνδικαλιστικές οργανώσεις με 54.000 μέλη. Το βασικό θέμα που απασχόλησε το Συνέδριο ήταν οι σχέσεις της ΓΣΕΕ με το ΣΕΚΕ. Υπήρξαν τρεις προτάσεις. 
Η πρώτη ήταν η συγχώνευση ΓΣΕΕ - ΣΕΚΕ, η δεύτερη η οργανική σύνδεσή τους, η τρίτη η διατήρηση της ΓΣΕΕ μακριά από την επιρροή οποιουδήποτε κόμματος. Με μεγάλη πλειοψηφία υπερψηφίστηκε η δεύτερη πρόταση.
Στη δεκαετία του 1920, συνεχίζονται οι τρομοκρατικές επιθέσεις του αστικού κράτους κατά του εργατικού κινήματος.

Το 1923, βιομήχανοι και εφοπλιστές αξιοποιούν τη μαζική είσοδο των προσφύγων και προχωρούν σε απολύσεις και μειώσεις μισθών.
 Η ΓΣΕΕ μαζί με το Εργατικό Κέντρο Πειραιά (ΕΚΠ) καλούν τους εργάτες να μη δεχτούν τον εκβιασμό. Υπάρχει αναβρασμός με κέντρο τον Πειραιά. Ξεσπούν απεργίες που εξαπλώνονται. 
Η κυβέρνηση Πλαστήρα - Γονατά απαντά με καταστολή και με συλλήψεις μελών της διοίκησης των ναυτεργατών, μαζικές συλλήψεις απεργών, ενώ απαγορεύει τα σωματεία της ΓΣΕΕ. 
Στις 21 Αυγούστου προκηρύσσεται πανεργατική απεργία στον Πειραιά. Η κυβέρνηση στέλνει το Α' Σώμα Στρατού με τανκς και απαγορεύει την κυκλοφορία. 
Στις 23 Αυγούστου γίνεται συγκέντρωση ΓΣΕΕ - ΕΚΠ στο Πασαλιμάνι. Στρατός και Αστυνομία τη χτυπάνε και την πνίγουν στο αίμα. Εντεκα εργάτες νεκροί, 100 τραυματίες, ενώ τους 500 φτάνουν οι συλληφθέντες. Η εργατική τάξη, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές, ποτίζει με το αίμα της την άνδρωση του κινήματός της. Παράλληλα, δυναμώνει η κρατική καπιταλιστική επίθεση, για να ελέγξουν τα κορυφαία συνδικαλιστικά όργανα.

Η «αποκομμουνιστικοποίηση» της ΓΣΕΕ
Τον Ιούνη του 1925, ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος ανέτρεψε την τότε κυβέρνηση και επέβαλε δικτατορία. 
Εθεσε εκτός νόμου το ΚΚΕ, προχώρησε στη σύλληψη κομμουνιστών και άλλων προοδευτικών συνδικαλιστών και τους εξόρισε σε νησιά του Αιγαίου.
Τον Αύγουστο του 1925, με απόφαση του ΚΚΕ, διακόπτεται η οργανική σύνδεση με τη ΓΣΕΕ, σε ευθυγράμμιση με τις Αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς για τη σχέση των Κομμουνιστικών Κομμάτων με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Στις 27 Μάρτη - 7 Απρίλη 1926 γίνεται το 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, ενώ η κυβέρνηση Πάγκαλου διακηρύσσει το στόχο της «αποκομμουνιστικοποίησής» της.
Και σ' αυτό το συνέδριο οι ταξικές δυνάμεις έχουν την πλειοψηφία. Οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι ήταν 457. Από αυτούς, οι 278 (60%) ήταν κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές και οι 179 συνδικαλιστές που κινούνταν στη γραμμή της ταξικής συναίνεσης. Ο δικτάτορας Πάγκαλος, με διάφορα προσχήματα, συνέλαβε τους 110 από τους 278, τους οποίους αμπάρωσε σε φορτηγό πλοίο και τους κράτησε σε αυτό πέντε μίλια ανοιχτά του Πειραιά μέχρι τη μέρα που έληξαν οι αρχαιρεσίες στη ΓΣΕΕ! 
Ετσι, μετά από την απροκάλυπτη κρατική παρέμβαση, στην εκλογή της διοίκησης, οι δυνάμεις του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού πήραν 179 ψήφους και οι αγωνιστικές δυνάμεις 168. Νέος γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ εκλέχθηκε ο σοσιαλδημοκράτης Δ. Στρατής.
Η σύγκρουση της περιόδου εκείνης κορυφώθηκε στο 4ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 8 - 15 Μάη 1928.
 Η προετοιμασία είχε αρχίσει αμέσως μετά το προηγούμενο συνέδριο, με διαγραφές ταξικών Σωματείων από Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες, οπότε και θα εκδιωχθούν οι κομμουνιστές από τη ΓΣΕΕ. 
Παρ' όλα αυτά, ο συσχετισμός όπως καταγράφηκε την πρώτη μέρα των εργασιών του συνεδρίου ήταν 230 αντιπρόσωποι με ταξικό προσανατολισμό έναντι 136 αντιπροσώπων που συγκροτούσαν το συνασπισμένο μπλοκ συντηρητικών, ρεφορμιστών και σοσιαλδημοκρατών. 
Για να αλλάξει ο συσχετισμός διαγράφηκαν, με διάφορες μεθοδεύσεις, 213 αντιπρόσωποι και μαζί τους 300 σωματεία με 75.000 μέλη που υπερασπίζονταν την ταξική γραμμή στο κίνημα. Αποκλείστηκαν μεγάλες Ομοσπονδίες, ανάμεσά τους η μεγαλύτερη της χώρας, η Καπνεργατική.

Ιδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ
Μετά από το βίαιο αποκλεισμό των αγωνιστών αντιπροσώπων από το 4ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, οι Ομοσπονδίες Ηλεκτρισμού, Καπνεργατών, Τύπου, Δέρματος, Οικοδόμων και άλλες πραγματοποίησαν σύσκεψη και εξέλεξαν Πενταμελές Γραφείο των αποκλεισμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων με δύο βασικά καθήκοντα: 
Να οργανώσει και να καθοδηγήσει τους αγώνες των εργαζομένων και, δεύτερο, να αγωνιστεί για τον εκδημοκρατισμό και την αποκατάσταση της νομιμότητας στη ΓΣΕΕ.
Την ίδια περίοδο, το 4ο Συνέδριο του ΚΚΕ, (Δεκέμβρης 1928), θέτει ως άμεσο καθήκον «τη σύγκληση του εργατικού πανελλαδικού συνεδρίου... τη συγκέντρωση των ταξικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος, την επανίδρυση του ταξικού κέντρου των συνδικάτων για την οργάνωση και διεξαγωγή των οικονομικών αγώνων της εργατικής τάξης, την καταπολέμηση της πολιτικής συνεργασίας των τάξεων...». 
Το συνέδριο εκτιμά ότι «για την επιτυχή διεξαγωγή των αγώνων της εργατικής τάξης, επιβάλλεται το ενιαίο μέτωπο όλων των εργατών, ανεξαρτήτως πολιτικών αντιλήψεων», μέτωπο ενάντια στην «κρατικοποιημένη», όπως τη χαρακτηρίζει, ηγεσία της ΓΣΕΕ και στην κεφαλαιοκρατία.
Το ΚΚΕ, μπροστά στον επιδιωκόμενο ταξικό αφοπλισμό του κινήματος, παρεμβαίνει έτσι ώστε το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα να εξασφαλίσει ταξική ηγεσία, ταξική ενότητα δράσης και προσανατολισμό.
Στις συνθήκες αυτές, στις 3 - 9 Φλεβάρη 1929 συνήλθε στην Αθήνα το Συνέδριο για την ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ (ΕΓΣΕΕ). 
Στο Συνέδριο πήραν μέρος 237 αντιπρόσωποι από 142 οργανώσεις. Οι μεγαλύτερες από αυτές ήταν οι Ομοσπονδίες Καπνεργατών, Τύπου και Βιομηχανίας Χάρτου, Επισιτισμού, Δέρματος, Μηχανουργών, Οικοδόμων κ.ά. Ακόμα συμμετείχαν 52 αντιπρόσωποι από μειοψηφίες σωματείων και ανοργάνωτους εργάτες. 
Συνολικά εκπροσωπούνταν οι 35.000 από τους 50.000 συνδικαλιστικά οργανωμένους εργάτες στη χώρα. Στις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των αντιπροσώπων συμμετείχαν 21.000 εργάτες.
Η ίδρυση της ΕΓΣΕΕ αποσκοπούσε στη δημιουργία των προϋποθέσεων ενότητας δράσης πάνω στις αρχές της ταξικής πάλης και της απόκρουσης οποιασδήποτε εξάρτησης από την αστική τάξη και τα κυβερνητικά - κρατικά όργανά της.
Η ΕΓΣΕΕ καθημερινά συσπείρωνε ολοένα και περισσότερο τους εργάτες. 
Η κυβέρνηση Βενιζέλου, προκειμένου να ενισχύσει την κυβερνητική ΓΣΕΕ και να χτυπήσει την Ενωτική, προχώρησε στην ψήφιση τριών νόμων. 
Με τον έναν έδινε το προνόμιο στη διοίκηση της ΓΣΕΕ να υποδείχνει τέσσερις γερουσιαστές. 
Με τον δεύτερο ίδρυσε την «Εργατική Εστία», στην οποία εξασφάλιζε και τους πόρους, ώστε να μπορεί να έχει στη διάθεσή της οικήματα, στα οποία θα μπορούσαν να στεγάζονται τα σωματεία της κυβερνητικής ΓΣΕΕ. Στο νόμο αυτό υπήρχε και διάταξη που προέβλεπε τον αποκλεισμό από τα οικήματα της «Εργατικής Εστίας» των συνδικάτων εκείνων που έκαναν αντικυβερνητική πολιτική.
Ομως, το κύριο μέσο καταστολής ήταν ο αντικομμουνιστικός νόμος «περί ιδιώνυμου». Με αυτόν, η ΕΓΣΕΕ παραπέμφθηκε σε δίκη στις 19 Δεκέμβρη 1929. Ανάμεσα στους μάρτυρες κατηγορίας ήταν μέλος του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, γνωστοί χαφιέδες και σοσιαλδημοκράτες - ρεφορμιστές συνδικαλιστές. 
Στις 3 Γενάρη 1930 το Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε απόφαση διάλυσης της Ενωτικής ΓΣΕΕ, «επειδή εργάζεται κατά του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος».
Η ΕΓΣΕΕ δεν ανέστειλε τη δράση της. Συνέχισε να λειτουργεί παράνομα και αύξησε την επιρροή της μέσα στους εργάτες. Μάλιστα, στο 7ο Συνέδριο της κυβερνητικής ΓΣΕΕ, το 1934, το 1/3 των συνέδρων υποστήριξε τις προτάσεις της Ενωτικής για την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος. 
Η θέση για ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος αποτυπώθηκε και στην τότε προγραμματική θέση του ΚΚΕ, στο 6ο Συνέδριό του τον Δεκέμβρη του 1935.
Κάτω από αυτήν την πίεση, η καθεστωτική ΓΣΕΕ υποχρεώθηκε τον Ιούλη του 1936να έρθει σε επικοινωνία με την Ενωτική ΓΣΕΕ και να συμφωνήσει στη σύγκληση συνεδρίου για την αποκατάσταση των δημοκρατικών λειτουργιών στο συνδικαλιστικό κίνημα. 
Η επιβολή, όμως, της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου έθεσε τέρμα σε τέτοιου είδους εξελίξεις. 
Το μεταξικό καθεστώς προχώρησε με ταχύτατους ρυθμούς στη στελέχωση των συνδικάτων με ανθρώπους εξαγορασμένους από το κεφάλαιο και έμπιστους της δικτατορίας, ενώ γέμισε τις φυλακές και τις εξορίες με κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές συνδικαλιστές όλων των βαθμίδων.
Το Εργατικό ΕΑΜ
Στις 16 Ιούλη 1941, στις συνθήκες της ναζιστικής Κατοχής, υπογράφτηκε το συμφωνητικό ίδρυσης του Εργατικού Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου (ΕΕΑΜ), που συγκρότησαν η Ενωτική ΓΣΕΕ και η ΓΣΕΕ, με γενικό γραμματέα τον Κώστα Λαζαρίδη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. 
Το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους προσχώρησαν και τα «Ανεξάρτητα Συνδικάτα», με γραμματέα τον Δ. Στρατή. 
Εως τα τέλη του 1943, το ΕΕΑΜ είχε κατακτήσει σχεδόν την καθολική υποστήριξη των εργατών στα συνδικάτα. Την ίδια ώρα, όμως, οι διορισμένοι από τον Μεταξά συνέχιζαν ως προστατευόμενοι από τους ναζί να παριστάνουν την «Εθνική ΓΣΕΕ».
Το ΕΑΜ και το ΕΕΑΜ πρωτοστάτησαν, μεταξύ άλλων, στην οργάνωση του αγώνα του λαού για την επιβίωση, στην πάλη ενάντια στην επιστράτευση που τελικά κατάφερε να τη ματαιώσει, κηρύσσοντας γενική απεργία στις 5 Μάρτη 1943.
Τον Οκτώβρη του 1944, η ΚΕ του ΕΕΑΜ ανέλαβε καθήκοντα προσωρινής διοίκησης της ΓΣΕΕ, η οποία θέτει ως στόχους την αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών, τη διενέργεια αρχαιρεσιών στα συνδικάτα και τη σύγκληση γνήσιου συνεδρίου. Τον ίδιο μήνα, οι διορισμένοι του Μεταξά συλλαμβάνονται από τμήμα του ΕΛΑΣ, το οποίο παρέδωσε το κτίριο της ΓΣΕΕ στο Εργατικό ΕΑΜ.
Ο Δεκέμβρης του 1944 βρίσκει την προσωρινή διοίκηση της ΓΣΕΕ να δίνει τη μάχη δίπλα στον αγωνιζόμενο λαό.
Το Γενάρη του 1945, η τότε κυβέρνηση Πλαστήρα έπαυσε τη διοίκηση της ΓΣΕΕ ως συμμέτοχη στην «ανταρσία» και διόρισε πάλι τους κατοχικούς συνδικαλιστές. 
Η πραξικοπηματική κατάληψη των συνδικαλιστικών οργανώσεων επικυρώθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της διορισμένης διοίκησης της ΓΣΕΕ και της αποστολής των βρετανικών συνδικάτων, με επικεφαλής τον Ουόλτερ Σιτρίν (γενικό γραμματέα της βρετανικής συνομοσπονδίας TUC), που είχε αναλάβει κεντρικό ρόλο στην αναδιοργάνωση του ελληνικού συνδικαλισμού. 
Η συμφωνία αναγνώριζε ως ισότιμους τους εγκάθετους και τη νόμιμη διοίκηση και όριζε ότι θα γίνουν εκλογές στα συνδικάτα. Ούτε αυτή η συμφωνία όμως τηρήθηκε.

Το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ
Το μεταβαρκιζιανό καθεστώς άλλαξε ριζικά το τοπίο. Οι συμμορίες δεν τρομοκρατούσαν μόνο την ύπαιθρο αλλά και τις πόλεις. 
Σ' αυτό το κλίμα, τον Απρίλη του 1945, ιδρύθηκε ο ΕΡΓΑΣ (Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός), που συγκέντρωσε τους κομμουνιστές συνδικαλιστές και όσους ρεφορμιστές συνδικαλιστές συμμετείχαν στο Εργατικό ΕΑΜ.
Ο ΕΡΓΑΣ είχε δομή οργανωτική, πρόγραμμα πάλης, οργάνωνε αυτοτελώς κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις, έδινε κατεύθυνση στην εργατική τάξη. Τη χρονιά ίδρυσής του πέτυχε σημαντικές νίκες στις αρχαιρεσίες που έγιναν. Ενδεικτικά: Στην Αθήνα, σε 168 Συνδικάτα με 46.668 ψηφίσαντες, πήρε 33.500 ψήφους. Στον Πειραιά, σε 80 Σωματεία με 20.300 ψηφίσαντες, πήρε 16.539 ψήφους.
Παράλληλα, το πρόβλημα με τη ΓΣΕΕ παρέμενε και χρειάστηκαν 4 συμφωνίες για να αρχίσουν οι αρχαιρεσίες των συνδικάτων, που θα οδηγούσαν στο συνέδριο. 
Οι Βρετανοί και η ομάδα Μακρή, που είχε την κυβερνητική προστασία, ήλπιζαν ότι μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα.
Στις 1 - 7 Μάρτη 1946, πραγματοποιήθηκε το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, στο οποίο ψήφισαν 1.436 από τους 1.790 αντιπροσώπους (η παράταξη του Μακρή απείχε από το Συνέδριο), οι οποίοι εκπροσωπούσαν 258.000 εργαζόμενους. Στο Συνέδριο, την ΠΣΟ αντιπροσώπευσαν ο Γάλλος Λινέ, ο Αγγλος Μπαγκίναλ και ο Σοβιετικός Βοσνικόφ. Για την 7μελή Εκτελεστική Επιτροπή εκλέχθηκαν 5 στελέχη του ΕΡΓΑΣ (Μήτσος Παπαρήγας, Κώστας Θέος, Γιώργης Δημητρίου, Νίκος Αραμπατζής και Σταμάτης Μαστρογιαννάκος) και οι Δημήτρης Στρατής και Γιάννης Καλομοίρης (οι παρατάξεις τους συμμετείχαν σε κοινό ψηφοδέλτιο με τον ΕΡΓΑΣ). Μετά το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στις 10 Μάρτη μεγάλη συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων εργατών στο γήπεδο του Παναθηναϊκού (Λεωφόρος Αλεξάνδρας).
Για άλλη μια φορά, το αστικό κράτος παρενέβη για να αντιμετωπίσει αυτήν τη φορά τη σαρωτική νίκη του ΕΡΓΑΣ
Τον Ιούνη του 1946, το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε το 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ. 
Στις 25 Ιούλη 1946, η εκλεγμένη διοίκηση απολύεται. Μέχρι τον Ιούλη του 1947 είχαν συλληφθεί όλοι οι εκλεγμένοι συνδικαλιστές. Πρώτος, ο εκλεγμένος γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ Μήτσος Παπαρήγας, που τελικά δολοφονήθηκε στις 22 Φλεβάρη του 1949 στα μπουντρούμια της Γενικής Ασφάλειας στην Μπουμπουλίνας.

«Αισχρή θεατρική παράσταση»
Στις 28 Μάρτη 1948 πραγματοποιήθηκε το 9ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ το οποίο η σοβιετική εφημερίδα «Πράβντα» χαρακτήρισε «αισχρή θεατρική παράσταση»
Το Συνέδριο οργανώθηκε από τους πράκτορες του κεφαλαίου Φώτη Μακρή (επικεφαλής της ΕΡΕΠ και βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος), Δ. Θεοχαρίδη (επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου Εργαζομένων, ΕΜΕ), Γιάννη Πασιαντζή, Αριστείδη Δημητράτο (υπουργό της 4ης Αυγούστου) και τον Αμερικανό Ιρβινγκ Μπράουν (ηγέτη των αντικομμουνιστικών αμερικανικών συνδικάτων American Federation of Labor). Παρόντες ήταν και αντιπροσωπείες των πρεσβειών ΗΠΑ και Μ. Βρετανίας.
Ο χώρος του Συνεδρίου ήταν ζωσμένος από αστυνομικούς και η αίθουσα γεμάτη ασφαλίτες και χαφιέδες. Μέσα στη βρωμιά που επικρατούσε ξεχώρισε μόνο η φωνή του ναυτεργάτη Μανώλη Κλεάνθη, μέλους της ΚΟΒ Ναυτών, ο οποίος είχε εκλεγεί αντιπρόσωπος. Ο κομμουνιστής ναυτεργάτης κατήγγειλε το συνέδριο «γιατί οργανώθηκε από την κυβέρνηση και από ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την εργατική τάξη». Αμέσως τραμπούκοι τον γρονθοκόπησαν, για να μην μπορέσει να συνεχίσει και η αστυνομία τον συνέλαβε.
Το Συνέδριο τελείωσε εκλέγοντας γενικό γραμματέα τον Φ. Μακρή.

Δες το Β' Μέρος