Απ' τα στοιχεία της EUROSTAT: την περίοδο 2003 - 2013, παρατηρήθηκε μείωση κατά 25% του συνολικού αριθμού και αύξηση κατά 50% του μέσου μεγέθους (από 117 στρέμματα το 2003 στα 160 το 2013) των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων.
Το τελευταίο διάστημα επιταχύνονται οι διαβουλεύσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κοινή Αγροτική Πολιτική (KAΠ) την περίοδο 2021 - 2027. Ηδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδώσει τα σχέδια των νέων κανονισμών1 θέτοντας βασικούς άξονες και προτεραιότητες για την καπιταλιστική ανάπτυξη - κερδοφορία στην αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή - μεταποίηση.
Πλευρές της αντιπαράθεσης σε επίπεδο ΕΕ
Πέρα από τις συγκλίσεις των αστικών επιτελείων για τις βασικές στοχεύσεις της ΚΑΠ, αναδεικνύονται και αντιπαραθέσεις που αντανακλούν ανταγωνισμούς ανάμεσα στα κράτη της ΕΕ με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα της κάθε αστικής τάξης.
Στο επίκεντρο των αντιπαραθέσεων βρίσκεται η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείωση του ποσοστού του προϋπολογισμού της ΕΕ που διατίθεται στην ΚΑΠ (σήμερα 40%), ώστε να εξασφαλιστούν κονδύλια για την Αμυνα και το Μεταναστευτικό, ενώ επιδρούν και οι επιπτώσεις από την αποχώρηση της Βρετανίας (Brexit). Αναφορικά με τις περικοπές της ΚΑΠ 2021 - 2027 για την Ελλάδα υπολογίζονται στα 1,2 δισ. ευρώ (μείωση κατά 6,16%, από 19,045 δισ. ευρώ σε 17,823 δισ. ευρώ)2.
Τις προτάσεις αυτές στηρίζουν χώρες της Βόρειας Ευρώπης με σημαντικά δημοσιονομικά πλεονάσματα, όπως η Γερμανία, προτείνοντας μάλιστα την αύξηση της συμμετοχής του κάθε κράτους στη χρηματοδότηση και τη θέσπιση «εθνικής συμμετοχής» στις άμεσες ενισχύσεις (επιδοτήσεις) που μέχρι σήμερα χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Βασικό επιχείρημά τους είναι ότι η λύση αυτή συνδυάζεται με το μοντέλο «αυξημένης επικουρικότητας» που έχει αποφασισθεί και προβλέπει τη μεγαλύτερη συμμετοχή του κάθε κράτους μέσω του λεγόμενου «στρατηγικού σχεδίου» που θα καταρτίζει και θα υποβάλλει για έγκριση στα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Η υλοποίηση των «στρατηγικών σχεδίων» θα συνδέεται με τον βαθμό επίτευξης των στόχων της ΚΑΠ, που θα παρακολουθείται μέσω διαφόρων δεικτών επιδόσεων, οι οποίες θα επηρεάζουν (π.χ. μέσω προστίμων ή μέσω πριμ) τους συνολικούς πόρους κάθε κράτους (καθεστώς «αυξημένης αιρεσιμότητας»).
Στον αντίποδα βρίσκεται η Γαλλία, που χαρακτήρισε απαράδεκτες τις προτάσεις της Επιτροπής για μείωση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ, αλλά και άλλες χώρες που υποστηρίζουν ότι η ΚΑΠ θα οδεύσει έτσι προς μια πορεία «επανεθνικοποίησης». Είναι χαρακτηριστικό ότι Γαλλία, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία προετοίμασαν κοινό ψήφισμα ζητώντας τη διατήρηση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ στα τρέχοντα επίπεδα.
Η Γαλλία, αν και παρουσιάζει παρόμοια με τη Γερμανία διάρθρωση αγροτικών εκμεταλλεύσεων, αντιδρά στη μείωση του ποσοστού της ΚΑΠ γιατί η δημοσιονομική της κατάσταση και οι προτεραιότητες της αστικής της τάξης δεν επιτρέπουν επιπλέον δική της χρηματοδότηση. Γι' αυτόν το λόγο συντάσσεται με χώρες όπως η Ελλάδα που χαρακτηρίζονται από διαφορετική διάρθρωση με πολύ μεγαλύτερο κατακερματισμό της αγροτικής παραγωγής.
Το ύψος της χρηματοδότησης που θα καταληχθεί ως συμβιβασμός δεν πρόκειται να μεταβάλει την ουσία της ΚΑΠ. Αντίθετα, οι βασικές πέραν των ζητημάτων χρηματοδότησης αναπροσαρμογές της, για τις οποίες καταγράφεται ενισχυμένη συναίνεση, έρχονται να υπηρετήσουν τον διαχρονικά διακηρυγμένο στόχο της ανταγωνιστικότητας της ευρωενωσιακής καπιταλιστικής οικονομίας σε σχέση με τις βασικές ανταγωνίστριες δυνάμεις (ΗΠΑ, Κίνα κ.ά.).
Οι επιπτώσεις από τη διαχρονική εφαρμογή της ΚΑΠ στο πλαίσιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού
MotionTeam
|
Η ΚΑΠ, από το 1962 που θεσπίστηκε, έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση της διευρυνόμενης ενιαιοποιημένης αγοράς της ΕΕ, που, παίρνοντας υπόψη και τον διεθνή ανταγωνισμό, έδωσε ώθηση στους ευρωενωσιακούς ομίλους.
Την τελευταία δεκαετία είχε ιδιαίτερη συμβολή στο θετικό γεωργικό εμπορικό ισοζύγιο και στην ανάδειξη της ΕΕ σε παγκόσμια πρωταθλήτρια στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων διατροφής3, οι οποίες το 2017 έφτασαν τα 137,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος καταγράφεται στα στοιχεία της EUROSTAT για την εξέλιξη του αριθμού των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων την περίοδο 2003 - 2013, όπου παρατηρήθηκε μείωση κατά 25% του συνολικού αριθμού τους και αύξηση κατά 50% του μέσου μεγέθους τους (από 117 στρέμματα το 2003 στα 160 το 2013).
Στην Ελλάδα, την περίοδο 2005 - 2016, οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν από 833.590 το 2005 σε 684.950 το 2016. Η μείωση αυτή προήλθε εξολοκλήρου από την κατηγορία των εκμεταλλεύσεων με έκταση μικρότερη των 100 στρεμμάτων, που για τα περισσότερα είδη καλλιεργειών συνιστούν μικρές ή μεσαίες αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Περίπου 140.000 βιοπαλαιστές ατομικοί αγροτοπαραγωγοί πετάχτηκαν από την παραγωγή.Οι αντιπαραθέσεις και τα παζάρια δεν αναιρούν τη συμφωνία στις βασικές στοχεύσεις και εργαλεία της ΚΑΠ 2021 - 2027 για ενίσχυση της συγκέντρωσης παραγωγής και γης.
Στην παρούσα φάση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι «ο γεωργικός τομέας στην ΕΕ αντιμετωπίζει προβλήματα χαμηλής κερδοφορίας»4 και εντοπίζει ως βασικότερη αιτία την κατακερματισμένη διάρθρωση της αγροτικής παραγωγής που αποτυπώνεται στο μικρό μέσο μέγεθος της αγροτικής εκμετάλλευσης και στο σχετικά υψηλότερο κόστος παραγωγής. Είναι χαρακτηριστική η διαφορά σε σχέση με τον βασικότερο ανταγωνιστή που είναι οι ΗΠΑ. Το μέσο μέγεθος της αγροτικής εκμετάλλευσης στην ΕΕ είναι μόλις 160 στρέμματα, ενώ στις ΗΠΑ ξεπερνά τα 1.8005.
Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, το χάσμα της μειονεκτικής διάρθρωσης σε ένα βαθμό καλύπτεται από τον προσανατολισμό της ΚΑΠ σε «αυστηρότερες» (σε σχέση με ανταγωνιστικές δυνάμεις) ρυθμίσεις για το περιβάλλον, την ασφάλεια των τροφίμων, τη διαβίωση των ζώων, την κτηνιατρική νομοθεσία, τη φυτοπροστασία κ.λπ. που θέτουν εμπόδια στην εισαγωγή προϊόντων των ανταγωνιστών.
Ωστόσο, η κατακερματισμένη διάρθρωση δεν παύει να προκαλεί καθυστερήσεις στην υιοθέτηση καινοτόμων παραγωγικών πρακτικώνμε αποτέλεσμα «η εισαγωγή νέων τεχνολογιών να παραμένει κατώτερη των προσδοκιών και άνισα κατανεμημένη στην ΕΕ», ωθώντας προς τα πάνω το κόστος παραγωγής6.
Η ΚΑΠ 2021 - 2027 θα ενισχύσει πλευρές που υπηρετούν τις συγκεκριμένες προτεραιότητες. Βασικό εργαλείο αποτελούν οι ομάδες και οργανώσεις παραγωγών, που προσφέρουν δυνατότητες συγκέντρωσης της παραγωγής για λογαριασμό των μεταποιητικών και εμπορικών μονοπωλίων και αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της ενσωμάτωσης κοινών καλλιεργητικών μεθόδων, καθετοποίησης της παραγωγής, καλύτερης πρόσδεσης στο άρμα επιχειρηματικών ομίλων. Με αυτόν τον τρόπο συμβάλλουν στην ένταξη και στον έλεγχο των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων από το κεφάλαιο χωρίς την άμεση απαλλοτρίωσή τους.
Παράλληλα, προωθείται η επέκταση της «συμβασιοποίησης», της υπογραφής δηλαδή γραπτών συμβάσεων μεταξύ παραγωγών πρωτογενών προϊόντων και μεταποιητών, η οποία πραγματοποιείται συνήθως με την παρέμβαση των τραπεζών. Ηδη στην Ελλάδα επεκτείνονται συνεχώς τα προγράμματα «συμβολαιακής γεωργίας και κτηνοτροφίας», κυρίως από την Τράπεζα Πειραιώς αλλά και από τους υπόλοιπους τραπεζικούς ομίλους. Ουσιαστικά, οι συμβάσεις αυτές καθορίζουν όρους και προϋποθέσεις που διασφαλίζουν τα τραπεζικά δάνεια και επιταχύνουν τη συγκέντρωση υπό την ομπρέλα της τράπεζας.
Επίσης, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και την εμπειρία που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα και την ΕΕ, τα συλλογικά σχήματα και η «συμβασιοποίηση» αποτελούν πυλώνες για την προώθηση της καινοτομίας και της λεγόμενης «ευφυούς γεωργίας ακριβείας»7, που απαιτεί κεφάλαια και αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.
Σημαντική πλευρά της ΚΑΠ θα εξακολουθήσει να αποτελεί η προώθηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην ύπαιθρο με την επιχορήγηση επενδυτικών προγραμμάτων (π.χ. σχέδια βελτίωσης και αναβάθμισης του μηχανολογικού εξοπλισμού, καθετοποίηση, ενεργειακή εξοικονόμηση, χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κ.λπ.), τα οποία καρπώνονται «επιχειρηματικού» τύπου γεωργικές εκμεταλλεύσεις που περιλαμβάνουν κυρίως μεγάλες φάρμες και ομάδες παραγωγών αλλά και μεταποιητικές μονάδες. Η ΚΑΠ 2021 - 2027 προβλέπει μείωση των συγκεκριμένων επιχορηγήσεων που σήμερα χορηγούνται μέσω του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ 2014 - 2020), η οποία όμως θα μπορεί να αντισταθμίζεται, με απόφαση κάθε κράτους στο πλαίσιο του «στρατηγικού σχεδίου», με μεταφορά κονδυλίων από τις άμεσες ενισχύσεις.
Η συζήτηση για τις άμεσες ενισχύσεις
Σήμερα, ο βασικός όγκος των χρηματοδοτήσεων της ΚΑΠ, που ξεπερνούν το 70% του προϋπολογισμού της, κατευθύνεται στις λεγόμενες άμεσες ενισχύσεις, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή, χορηγούνται δηλαδή στους αγροτοκτηνοτρόφους της ΕΕ ανεξάρτητα από τον όγκο και το είδος των παραγόμενων προϊόντων. Ενα μικρό μέρος τους, οι λεγόμενες συνδεδεμένες, χορηγούνται ανά στρέμμα με βάση το προϊόν, με σκοπό τη διαχείριση των επιπτώσεων από τη μείωση της παραγωγής πρώτης ύλης που έχουν ανάγκη οι μεταποιητές εμποροβιομήχανοι (π.χ. τοματοπολτού, χυμών, εκκοκκιστήρια, ζάχαρης κ.λπ.).
Οι άμεσες ενισχύσεις χορηγούνται σε ετήσια βάση με τη μορφή «δικαιωμάτων ενίσχυσης», τα οποία είναι μεταβιβάσιμα (κληρονομικά ή με πώληση - μίσθωση). Στην Ελλάδα επιλέχθηκε το λεγόμενο «ιστορικό μοντέλο», δηλαδή ο ατομικός υπολογισμός των δικαιωμάτων με βάση ιστορικά στοιχεία. Αυτός ο τρόπος υπολογισμού δημιούργησε πολλές ταχύτητες δικαιωμάτων με μεγάλες ανομοιομορφίες ανά καλλιέργεια και ανά περιοχή. Την περίοδο 2015 - 2019 εφαρμόζεται μια διαδικασία «εσωτερικής σύγκλισης» του χρηματικού μεγέθους που αντιστοιχεί σε κάθε δικαίωμα με στόχο τη μετάβαση στη μορφή του λεγόμενου «περιφερειακού μοντέλου», στο οποίο το χρηματικό μέγεθος των δικαιωμάτων ενιαιοποιείται με κριτήριο την κατηγορία χρήσης της αγροτικής γης (αρόσιμες, δενδρώδεις καλλιέργειες, βοσκότοποι). Αυτή η διαδικασία θα συνεχιστεί και με την ΚΑΠ 2021 - 2027.
Παράλληλα, αναπροσαρμογές προωθούνται και σε επίπεδο ΕΕ, στην κατεύθυνση μιας «εξωτερικής σύγκλισης», ενιαιοποίησης δηλαδή της τιμής των δικαιωμάτων ανάμεσα στα κράτη της ΕΕ, καθώς οι τιμές τους παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις. Για παράδειγμα, ενώ το μέσο επίπεδο της τιμής των δικαιωμάτων στην ΕΕ κυμαινόταν το 2015 στα 25,6 ευρώ ανά στρέμμα, στην Ελλάδα ξεπερνούσε τα 50 ευρώ.
Γι' αυτόν το λόγο, αρκετές χώρες και κυρίως οι λεγόμενες «νέες», όπως η Σλοβακία, η Πολωνία, η Λετονία, η Εσθονία, η Λιθουανία, με τιμή δικαιώματος από 12 έως 22 ευρώ ανά στρέμμα, ζητούν την άμεση ενιαιοποίηση σε επίπεδο ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ωστόσο προωθεί μια πιο «ήπια» σύγκλιση μεταξύ των κρατών. Τα σχέδια κανονισμών για την ΚΑΠ 2021 - 2027 προβλέπουν χαρακτηριστικά ότι «οι χώρες που βρίσκονται κάτω από το 90% του μέσου κοινοτικού όρου θα καλύψουν κατά 50% αυτή τη διαφορά»8. Παράλληλα, βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση το ύψος των περικοπών στις χώρες που υπερβαίνουν τον ευρωενωσιακό μέσο όρο, όπως Ελλάδα, Ιταλία κ.λπ.
Οι άμεσες ενισχύσεις αποτελούν το 46% του μέσου αγροτικού εισοδήματος στην ΕΕ. Στην Ελλάδα, με περίπου 685.000 δικαιούχους (το 2016), αυτό το ποσοστό ξεπερνά το 50% και αντιστοιχεί σε ένα συνολικό ποσό 14,9 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2014 - 20209 (2,1 δισ. το χρόνο).
Τις άμεσες ενισχύσεις, που αντλούνται από την υπερφορολόγηση της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, τελικά καρπώνονται οι καπιταλιστές που επενδύουν στην αγροτική παραγωγή και οι όμιλοι της εμπορίας και της μεταποίησης που εξασφαλίζουν φθηνά αγροτικά προϊόντα, τα οποία πωλούν, μεταποιημένα ή μη, αντλώντας μονοπωλιακό υπερκέρδος.
Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δείχνουν ότι οι άμεσες ενισχύσεις επικεντρώνονται στις μεγαλύτερες αγροτικές εκμεταλλεύσεις και ιδιοκτήτες γης. Κατά μέσο όρο το 20% των δικαιούχων λαμβάνει περίπου το 80% των πληρωμών.
Κάλπικες και αποπροσανατολιστικές οι διακηρύξεις ΕΕ - κυβέρνησης περί «στροφής» προς τους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους
Από αυτήν την άποψη αναπτύσσεται στα ευρωενωσιακά επιτελεία ένας προβληματισμός καθώς εκτιμάται ότι η επικέντρωση των άμεσων ενισχύσεων σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις μεγάλου μεγέθους στην παρούσα φάση δεν έχει συμβολή στη διαρθρωτική αλλαγή του αγροτικού τομέα αλλά ωθεί προς τα πάνω την τιμή της γεωργικής γης ευνοώντας τους ιδιοκτήτες της και βάζοντας εμπόδια στην καπιταλιστική επένδυση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χώρες με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης της γης και κατά συνέπεια των άμεσων ενισχύσεων παρουσιάζουν τα υψηλότερα ενοίκια στη γεωργική γη.
Στο πλαίσιο αυτό έχουν προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέτρα όπως η καθιέρωση ως ανώτερου ορίου των 100.000 ευρώ άμεσων ενισχύσεων ανά εκμετάλλευση και κλιμακούμενη μείωση για ποσά μεγαλύτερα των 60.000 ευρώ με ταυτόχρονο αναπροσανατολισμό προς εκμεταλλεύσεις μικρότερες των 300 στρεμμάτων και προς «πραγματικούς» γεωργούς. Οι παραπάνω προτάσεις υποστηρίζονται με επιχειρήματα περί «δικαιότερης κατανομής» και «στροφής» της ΚΑΠ προς τους μικρότερους και μεσαίους παραγωγούς.
Οι άμεσες ενισχύσεις αντικειμενικά επιβραδύνουν την άμεση απαλλοτρίωση μικρών αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων στο βαθμό που ένας αριθμός αυτοαπασχολούμενων αγροτών είναι απαραίτητος για τους μονοπωλιακούς ομίλους (για προμήθεια πρώτων υλών κ.λπ.) που ούτως ή άλλως ελέγχουν και συγκεντρώνουν την αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή (π.χ. μέσω συμβολαιακής γεωργίας, ομάδων παραγωγών κ.λπ.).
Αντίθετα από τον καπιταλιστή που τοποθετεί κεφάλαιο στη γη προσδοκώντας σε ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους, ο μικρός παραγωγός, που δεν διαθέτει κεφάλαιο, επιμένει να αναπαράγεται με την εργασία του βλέποντας τις ενισχύσεις ως παράγοντα στήριξης της επιβίωσής του. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, πάνω από το 80% των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, που είναι οι μικρότερες, διατηρούνται λαμβάνοντας άμεσες ενισχύσεις κάτω από 5.000 ευρώ το χρόνο10.
Επιπλέον, το καθεστώς των άμεσων ενισχύσεων αποτελεί έναν ισχυρό μηχανισμό ενσωμάτωσης εκατοντάδων χιλιάδων αγροτοκτηνοτρόφων στην αστική στρατηγική για τον αγροτικό τομέα, στην αποδοχή της ΚΑΠ ως αναγκαίου κακού.
Παρά την καθυστέρηση της άμεσης απαλλοτρίωσης, οι άμεσες ενισχύσεις δεν ανακόπτουν την επιδείνωση των όρων ζωής της μικρομεσαίας αγροτιάς (επιβάρυνση με χρέη, φοροληστεία, χειροτέρευση των όρων συντήρησης των ζώων, περιποίησης της γης, της καλλιέργειας, της λίπανσης, μη ανανέωση του εξοπλισμού κ.λπ.) και τελικά την τάση μείωσής της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο εξαιτίας των επιπτώσεων της εφαρμογής του «νόμου Κατρούγκαλου» (Ν. 4387/2016) η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος την περίοδο 2016 - 2022 κυμαίνεται για όλους τους αγροτοπαραγωγούς με οικογενειακό εισόδημα από 8.000 έως και 28.000 ευρώ μεταξύ 4,82% και 18,21%11. Το 2021, χρονιά που θα ξεκινήσει η εφαρμογή της αναθεωρημένης ΚΑΠ, ποσοστό μεγαλύτερο από το 52% του εισοδήματος των ατομικών αγροτοπαραγωγών θα αφαιρείται για ασφαλιστικές εισφορές και φορολογία (μείωση του αφορολόγητου από το 2020).
Την ίδια στιγμή, οι άμεσες ενισχύσεις αποτελούν έρεισμα για την ακόμα μεγαλύτερη καταλήστευση των ατομικών αγροτοπαραγωγών από τους μονοπωλιακούς ομίλους της εμπορίας και της μεταποίησης που αγοράζουν τα πρωτογενή προϊόντα σε εξευτελιστικές τιμές και τους προμηθεύουν τα αγροεφόδια σε τιμές απλησίαστες. Τελικά, όχι μόνο δεν ανατρέπουν την τάση εκτόπισης της μικρής και μεσαίας παραγωγής από τη μεγάλη αλλά επιτείνουν το «μαρτύριο της σταγόνας» που υφίστανται οι μικρομεσαίοι προσπαθώντας να διατηρήσουν το βιος τους. Ο μικρομεσαίος αγροτοκτηνοτρόφος όλο και περισσότερο βρίσκεται στην ανάγκη είτε να καταφεύγει στην πώληση της εργατικής του δύναμης είτε να παραμένει ενεργός αγρότης μετά τη συνταξιοδότησή του για να συμπληρώνει τα ψίχουλα της αγροτικής σύνταξης (330 ευρώ στα 67 χρόνια).
Ο εξωραϊσμός της ΚΑΠ από την κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ αποδέχεται πλήρως τον προσανατολισμό και τους στόχους της ΚΑΠ για συγκέντρωση της γης και της παραγωγής και διαμόρφωση αγροτικών «επιχειρήσεων» σε καπιταλιστικά πρότυπα. Υλοποιεί με τον καλύτερο τρόπο την πολιτική που έκρινε αρνητικά ως αντιπολίτευση. Ισχυρίζεται ότι δίνει μάχη για λογαριασμό των Ελλήνων αγροτών και χτίζει συμμαχίες με άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ θέτοντας ως «κόκκινες γραμμές» στις διαπραγματεύσεις τη διατήρηση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ στα σημερινά επίπεδα και την καθυστέρηση της «εξωτερικής σύγκλισης». Μιλάει για τον «κίνδυνο επανεθνικοποίησης» της ΚΑΠ, βγάζοντας ουσιαστικά λάδι τον καπιταλισμό και την πολιτική που έχει ξεκληρίσει εκατομμύρια αγροτοκτηνοτρόφους σε όλη την ΕΕ.
Προετοιμάζεται ώστε να διαχειριστεί τη μείωση των κονδυλίων με διάφορα εργαλεία (π.χ. μείωση του ανώτερου ορίου των άμεσων ενισχύσεων, επιτάχυνση της εσωτερικής σύγκλισης με εσωτερική αναδιανομή ενισχύσεων, χορήγηση συνδεμένων κ.λπ.) που δεν πρόκειται να μεταβάλουν την κατάσταση των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων.
Επιδεικνύει μεγάλη επιμονή στην προβολή της στρατηγικής κατεύθυνσης της ΚΑΠ για συγκέντρωση της παραγωγής μέσω μορφών συλλογικής ιδιοκτησίας ως τη μοναδική διέξοδο για την «επιβίωση» μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, που στην πραγματικότητα μόνο σίγουρη δεν είναι αφού συνεπάγεται τη βαθύτερη ένταξή τους στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό.
Αντίστοιχη είναι η θέση και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων που προσπαθούν να διαφοροποιηθούν στα επιμέρους και να προβληθούν ως ικανότεροι διαπραγματευτές των όρων εκτόπισης της μικρής από τη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή, στο πλαίσιο αναθεώρησης της ΚΑΠ.
Ποια γραμμή μπορεί να δώσει προοπτική στους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους
Τα παζάρια για το ύψος και την κατανομή των άμεσων ενισχύσεων δεν αφορούν την πλειοψηφία των ατομικών αγροτοπαραγωγών. Καμιά εκδοχή της ΚΑΠ, καμιά «κόκκινη γραμμή» στο πλαίσιο της ΕΕ και του ανταγωνισμού της κερδοφορίας δεν έχει στόχο την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων που μοχθούν και παράγουν.
Η γραμμή που μπορεί να δώσει ανάσα και προοπτική στους βιοπαλαιστές αγρότες είναι το δυνάμωμα της κοινής δράσης ανάμεσα στην εργατική τάξη και στους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και της υπαίθρου, τις γυναίκες και τη νεολαία των λαϊκών οικογενειών, με αντιμονοπωλιακούς - αντικαπιταλιστικούς στόχους πάλης, σε τροχιά σύγκρουσης με την ΕΕ, το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του. Αυτή είναι η ελπίδα για την επιβίωση, μέσα από εκεί ανοίγει ο δρόμος για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Σήμερα, είναι εμφανής η ενίσχυση της τάσης διαμόρφωσης μιας παραγωγικής βάσης που στηρίζεται στη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγική μονάδα και στην καθετοποίηση. Πρόκειται για τάση περαιτέρω ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων για διαφορετική οργάνωση της παραγωγής, με κοινωνικοποίηση της γης, των καπιταλιστικών εκμεταλλεύσεων, των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής σε όλους τους κλάδους, με αξιοποίησή τους προς όφελος των διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών, μέσω της ένταξής τους στον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό.
Οι νέες σχέσεις ιδιοκτησίας και οργάνωσης της παραγωγής δε χωράνε μέσα στα δεσμά της καπιταλιστικής ΕΕ και κάθε άλλης ιμπεριαλιστικής διακρατικής καπιταλιστικής ένωσης και προϋποθέτουν την εργατική εξουσία.
Στο παραπάνω πλαίσιο, η βιομηχανική και ένα μέρος της αγροτικής - κτηνοτροφικής παραγωγής, το εμπόριο και γενικότερα οι υπηρεσίες, θα πραγματοποιούνται με σχέσεις κοινωνικής ιδιοκτησίας, κεντρικού σχεδιασμού, εργατικού ελέγχου σε όλη την κλίμακα διεύθυνσης - διοίκησης. Παράλληλα, αξιοποιούνται οι αγροτικοί παραγωγικοί συνεταιρισμοί με δικαίωμα χρήσης της κρατικής γης ως μέσου παραγωγής από τους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους που θα προτιμήσουν την ένταξή τους σε αυτούς, γιατί θα διασφαλίσουν σημαντική βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσής τους (μείωση κόστους παραγωγής, εγγυημένες τιμές, προστασία παραγωγής, επιστημονική - τεχνική υποστήριξη κ.ά.) και θα απαλλαγούν από τη ληστεία κράτους και τραπεζών.
Η μεγάλη παραγωγή, στη βάση των νέων σοσιαλιστικών σχέσεων, θα μπορέσει σχετικά γρήγορα να καλύψει την ικανοποίηση του συνόλου σχεδόν των αναγκών σε αγροτικά προϊόντα.
Παραπομπές
1. https://ec.europa.eu/commission/publications/natural-resources-and-environment_en
2. Ενημέρωση για την ΚΑΠ της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου από τον Υπουργό ΑΑΤ Ε.Αποστόλου (6/7/2018)
3. Εγγραφο COM(2017) 713 final https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/future-of-cap/future_of_food_and_farming_communication_el.pdf
4. Ο.π.
6. Εγγραφο COM(2017) 713 final, https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/future-of-cap/future_of_food_and_farming_communication_el.pdf
7. Πρόκειται για συνδυασμό επιστημονικής έρευνας και γνώσης, δεδομένων και πρακτικής εμπειρίας, με σκοπό την αποδοτικότερη διαχείριση της παραγωγής, τη βελτίωσή της ποιοτικά και ποσοτικά και τη μείωση του κόστους παραγωγής (πχ. μέσω της ακριβούς εφαρμογής εισροών στο χωράφι).
9. https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/cap-in-your-country/pdf/el_en.pdf
10. https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/statistics/factsheets/pdf/el_en.pdf