|
Από πρόσφατη κινητοποίηση των συνταξιούχων στη Θεσσαλονίκη |
Συντάξεις στα όρια της φτώχειας για τους νέους συνταξιούχους (από 13/5/2016), εκ νέου στοχοποίηση των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων με νέες περικοπές, αυτή τη φορά στη λεγόμενη «προσωπική διαφορά» και κατακρεούργηση των συντάξεων χηρείας προδιαγράφουν οι τρεις εγκύκλιοι που εκδόθηκαν από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων παραμονές των Χριστουγέννων, κατ' εφαρμογή του νόμου 4387/2016, επιβεβαιώνοντας το χαρακτηρισμό που του απέδωσαν ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι για νόμο - λαιμητόμο.
Και με τις εγκυκλίους που σταδιακά βγαίνουν και βάζουν σε εφαρμογή το νέο νόμο, επιβεβαιώνεται ότι οι αντιδραστικές αλλαγές είναι μπροστά, η ψήφιση του νόμου τον περασμένο Μάη ήταν μόνο η αρχή του νέου γύρου επίθεσης, ενώ οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει η κυβέρνηση απέναντι στο κουαρτέτο είναι το πιστοποιητικό ότι η επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα δεν έχει ημερομηνία λήξης.
Λαιμητόμος ο νέος μηχανισμός
Με την εγκύκλιο που αφορά τους όρους και τον τρόπο υπολογισμού της «ανταποδοτικής» σύνταξης στο νέο σύστημα, δηλαδή του μέρους εκείνου που προέρχεται από τις εισφορές του ασφαλισμένου, αποδεικνύεται ότι με 35 και 40 χρόνια ασφάλισης, τα ποσά που θα αποδίδονται από την ψήφιση του νόμου κυμαίνονται από 300 έως 500 ευρώ!
Ακόμη και με την προσθήκη της «εθνικής σύνταξης», που θα κυμαίνεται από 345 (15 χρόνια) έως 384 ευρώ (20 χρόνια ασφάλισης και πλέον), η συντριπτική πλειοψηφία των συντάξεων θα είναι κάτω από τα 700 ευρώ και μάλιστα χωρίς να αφαιρεθούν η εισφορά αλληλεγγύης και η εισφορά Υγείας. Στις συντάξεις αυτές, που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας ή και κάτω απ' αυτά και μάλιστα μετά από έναν μακρύ ασφαλιστικό βίο μέχρι και 40 ετών, οδηγούμαστε καθώς:
α) Οι συντάξιμες αποδοχές είναι ο μέσος όρος των αποδοχών όλου του εργάσιμου βίου και άρα είναι μικρότερες, αντί της τελευταίας πενταετίας ή διετίας που ίσχυε με το παλιό σύστημα.
β) Το ποσοστό αναπλήρωσης με το οποίο υπολογίζονται οι συντάξιμες αποδοχές για να οριστεί το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης, μειώνεται από το 80% στο 42,8% για τις 12.000 μέρες ασφάλισης (40 χρόνια), στην περίπτωση 35ετίας από το 70% στο 33,85%, στην περίπτωση των 30 χρόνων ασφάλισης από το 60% στο 26,37% με το νέο σύστημα κ.λπ.
Οι νέες συντάξεις είναι σχετικά μικρότερες όσο μεγαλύτερες είναι οι συντάξιμες αποδοχές και περισσότερα τα έτη ασφάλισης, ωσάν ο συνταξιούχος να «τιμωρείται» για τον συγκριτικά καλύτερο μισθό που έπαιρνε, στον οποίο βέβαια αναλογούσαν και υψηλότερες εισφορές.
Ομως, θίγονται και οι ασφαλισμένοι με λίγα χρόνια και χαμηλές αποδοχές, καθώς το σύνολο της «εθνικής» και «ανταποδοτικής» σύνταξης βρίσκεται κάτω από τα κατώτερα όρια συντάξεων που αποδίδονταν από τα Ταμεία με το παλιό σύστημα και τα οποία πλέον καταργούνται.
Ετοιμάζουν τσεκούρι στην «προσωπική διαφορά»
Ταυτόχρονα, με τον περίφημο «επανυπολογισμό» των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων, στρώνεται το έδαφος για να προχωρήσει η κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς», που σύμφωνα με την κυβέρνηση θα συνεχίσει να αποδίδεται στην περίπτωση που η επανυπολογισμένη σύνταξη με τα νέα κριτήρια οδηγεί σε ποσό μικρότερο από αυτή που λαμβάνει τώρα ο συνταξιούχος.
Ενδείξεις αυτού του αντιλαϊκού σχεδιασμού βρίσκονται στην εγκύκλιο με την οποία υποχρεώνονται οι ασφαλιστικοί φορείς κατά τον επανυπολογισμό των συντάξεων «να προχωρήσουν στον καθορισμό προσωπικής διαφοράς ανά συνταξιούχο που αφορά στην εισφορά υπέρ ΑΚΑΓΕ και στην εισφορά ασθενείας»! Η πρόβλεψη αυτή μόνο τυχαία δεν είναι.
Αν, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, δεν πρόκειται να γίνουν νέες μειώσεις στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, τότε γιατί ζητά να υπολογιστούν ξεχωριστά οι εισφορές υπέρ ΑΚΑΓΕ και ασθένειας πάνω στα ποσά της «προσωπικής διαφοράς»; Προφανώς γιατί αυτό είναι το πρώτο βήμα, μετά τον επανυπολογισμό όλων των συντάξεων μέχρι το τέλος του Σεπτέμβρη του 2017, ώστε να υπάρχουν οι απαραίτητες τεχνικές προϋποθέσεις για την εξάλειψη της «προσωπικής διαφοράς» όταν κριθεί κατάλληλος ο χρόνος, χωρίς να χρειαστεί άλλος ένας χρονοβόρος κύκλος επανυπολογισμών.
Χωρίς προστασία και οι ανάπηροι συνταξιούχοι
Κατώτερα όρια στο νέο σύστημα προβλέπονται μόνο στην περίπτωση της σύνταξης λόγω αναπηρίας, εξαιτίας εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας και αυτό ορίζεται στα 768 ευρώ. Ομως, και εδώ, η «προστασία» που παρέχει ο νέος νόμος σε αυτή την ομάδα είναι απατηλή. Σύμφωνα με το παράδειγμα που δίνει η ίδια η εγκύκλιος, ένας μισθωτός, ο οποίος συνταξιοδοτείται με το νέο σύστημα λόγω αναπηρίας, με ποσοστό 80% μετά από 34 χρόνια εργασίας και ασφάλισης με συντάξιμες αποδοχές 1.450 ευρώ, θα λάβει συνολική σύνταξη 798,14 ευρώ!
Βέβαια, επικαλούμενη την άθλια πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και με δική της συμβολή στην αγορά εργασίας, με περισσότερους από μισό εκατομμύριο εργαζόμενους να παίρνουν μισθό κάτω από 500 ευρώ, η κυβέρνηση δεν διστάζει να πανηγυρίζει για το ύψος της σύνταξης που δίνει σε έναν ανάπηρο από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια.
Αυτό που κρύβει η κυβέρνηση είναι ότι ο μισθωτός στο συγκεκριμένο παράδειγμα, πέραν της συνεισφοράς του στο σύστημα για 34 ολόκληρα χρόνια, κατέστη ανάπηρος εξαιτίας της εργασίας του. Για να έχει συντάξιμες αποδοχές 1.450 ευρώ, σημαίνει ότι οι τελευταίοι μισθοί που έπαιρνε ξεπερνούσαν τα 1.600 ευρώ το μήνα. Αρα, η σύνταξη που θα λάβει θα είναι η μισή από το μηνιαίο εισόδημα που είχε ως εργαζόμενος! Το κυριότερο είναι πως ακριβώς εξαιτίας της αναπηρίας του, χρειάζεται τώρα πρόσθετη φροντίδα και προστασία, με ό,τι αυτό σημαίνει και για τις οικονομικές του ανάγκες, στη δύσκολη κατάσταση που βρέθηκε.
Αν μάλιστα στο εισόδημα που είχε ως εργαζόμενος στηριζόταν η επιβίωση παιδιών ή άλλων μελών της ίδιας οικογένειας, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως ο συνταξιούχος αυτός στην πραγματικότητα εγκαταλείπεται στη μοίρα του από το νέο ασφαλιστικό σύστημα, που η κυβέρνηση το παρουσιάζει ως το απαύγασμα της «ισονομίας» και το επιστέγασμα της «αποκατάστασης των αδικιών». Στην πραγματικότητα, ο νέος νόμος αντί να προστατεύει, ρίχνει στον Καιάδα τους πιο αδύναμους.
Στη μέγγενη και οι συντάξεις χηρείας
Ανάλογη είναι η πραγματικότητα που διαμορφώνει το νέο Ασφαλιστικό και για τις συντάξεις θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου. Το πρώτο μεγάλο χτύπημα δίνεται με τη διάταξη του νόμου ότι στην περίπτωση που ο (η) δικαιούχος της σύνταξης θανάτου δεν έχει συμπληρώσει τα 52 έτη, τότε λαμβάνει τη σύνταξη μόνο για τρία χρόνια, κι αυτή μειωμένη κατά 50% (αντί για 70% στο παλιό σύστημα).
Στην περίπτωση που συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας μέσα στην τριετία από την ημερομηνία θανάτου, τότε θα λάβει το μειωμένο ποσό της σύνταξης μετά το 67ο έτος της ηλικίας του. Μάλιστα, στην περίπτωση που ο (η) δικαιούχος της μειωμένης σύνταξης έχει εισόδημα από άλλη πηγή, μετά την πάροδο της τριετίας, το ποσό που θα λαμβάνει μειώνεται εκ νέου κατά 50%.
Επιπλέον, οι συντάξεις χηρείας για θανάτους που επέρχονται μετά τις 13 Μάη 2016, θα υπολογίζονται με βάση το νέο τρόπο (εθνική και ανταποδοτική), χωρίς όμως την προσωπική διαφορά. Ετσι, ο (η) επιζών σύζυγος εφόσον πληροί τις ηλικιακές προϋποθέσεις, θα λάβει όχι το 50% της σύνταξης του θανόντος, αλλά το 50% της νέας μικρότερης σύνταξης.
Με την εξαίρεση που υπάρχει στο νόμο στην περίπτωση που ο (η) επιζών σύζυγος έχει ανήλικα τέκνα (μέχρι 18 ετών), ή τέκνα που σπουδάζουν (μέχρι 24 ετών) ή ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία και με δεδομένες τις τεράστιες μειώσεις που έτσι και αλλιώς επιβάλλονται στις συντάξεις θανάτου, επί της ουσίας και σε αυτή την περίπτωση η οικογένεια δεν προστατεύεται.