Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

25 Απριλίου, 2021

Για το θαύμα των θαυμάτων -Λάζαρε, δεύρο έξω



Λάζαρε, δεύρο έξω, ρε
Για το μάγο Ιησού το θαύμα των θαυμάτων είναι η ανάσταση του Λαζάρου. Καλό είναι πάντως εσείς να ξέρετε πως δεν πρόκειται για τίποτα άλλο παρά για μεταφορά της απελευθέρωσης του εβραϊκού λαού από τον αιγυπτιακό ζυγό.
Το άκρως παράδοξο παραμένει: Πώς οι υπόλοιποι Ευαγγελιστές το αγνοούν και το αναφέρει μόνο ο Ιωάννης (11: 1-44);
Ζούσε κάποτε ένας Λάζαρος που ήταν από τη Βηθανία, αλλά ήταν και άρρωστος. Η Βηθανία ήταν όμως και το χωριό της Μαρίας και της αδελφής της Μάρθας. Η Μαρία απ’ την άλλη είναι η γυναίκα που άλειψε με μύρο το μάγο και σκούπισε τα πόδια του με τα μαλλιά της, αλλά αυτό θα γίνει στο μέλλον (Ιωάννης 12: 1-11), παρόλο που ο Ιωάννης μας το λέει σ’ αυτό το σημείο. Ο Λάζαρος επίσης ήταν αδελφός της Μαρίας και τον αγαπούσε ο μάγος. Προφανώς, αδελφός και της Μάρθας. Ο μάγος πάλι αγαπούσε τη Μάρθα. Μύλος δηλαδή. Οι αδελφές έστειλαν μήνυμα στο μάγο πως ο άνθρωπος που αγαπούσε ήταν άρρωστος.
Ο μάγος μαθαίνει το νέο, αλλά δεν φαίνεται να ανησυχεί. Μάλιστα είναι καθησυχαστικός λέγοντας πως η ασθένεια αυτή δεν θα καταλήξει σε θάνατο, αλλά με αυτή θα φανεί η δύναμη και η δόξα του θεού και η αντίστοιχη τιμή και δόξα του θεόπουλου.
Έτσι, έμεινε άλλες δύο μέρες στο μέρος όπου βρισκόταν και την τρίτη μέρα λέει στους μαθητές του:
– Άντε πάμε στην Ιουδαία.
Οι μαθητές προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, γιατί στην Ιουδαία τούς είχαν πάρει με τις πέτρες, αλλά ο μάγος άρχισε τις γνωστές ασυναρτησίες. Αναφέρθηκε στο ότι οι ώρες της ημέρας είναι δώδεκα και είπε πως, όταν περπατά κανείς την ημέρα, δεν σκοντάφτει γιατί βλέπει το φως του κόσμου. Αν όμως περπατά τη νύχτα, σκοντάφτει γιατί δεν έχει φως. Μα πού ζούσε ο άνθρωπος; Μετά τους είπε πως ο φίλος του ο Λάζαρος έχει κοιμηθεί, αλλά αυτός θα πάει να τον ξυπνήσει.
Οι διάνοιες οι μαθητές του νόμιζαν πως τον είχε πάρει ο ύπνος τον Λάζαρο και του πρότειναν να πάνε αργότερα μη και τον ανησυχήσουν. Ο μάγος τότε, απογοητευμένος για μια ακόμη φορά από τις διανοητικές τους ικανότητες, σκέφτεται πως ίσως θα ήταν καλύτερα να είχε προσλάβει μορφωμένους και όχι ψαράδες, αφού έτσι κι αλλιώς και τα ψάρια αυτός τους τα ’φερνε. Αλλά ποιος μορφωμένος θα πίστευε αυτές τις αηδίες; Το καταπίνει όμως και τους λέει πως εννοεί ότι πέθανε ο Λάζαρος, αλλιώς τι θεός θα ήταν αν δεν το ’ξερε, αλλά είναι καλό που πέθανε και χαίρεται που δεν ήταν εκεί, γιατί θα είναι για το καλό τους, διότι έτσι θα πιστέψουν. Τότε ο Θωμάς, εκείνος που τον έλεγαν δίδυμο και που δεν φαίνεται να είχε καταλάβει γρι, είπε στους άλλους να πάνε κι αυτοί για να πεθάνουν μαζί του.
Όταν έφτασαν στην Ιουδαία, ο Λάζαρος είχε θαφτεί εδώ και τέσσερις μέρες. Παράλληλα, είχαν μαζευτεί και πολλοί Ιουδαίοι, που μυρίστηκαν γυναίκες μόνες τους και έτρεξαν για τα περαιτέρω, δήθεν όμως για να τις παρηγορήσουν.
Μόλις η Μάρθα έμαθε πως κατέφτασε ο μάγος, έτρεξε να τον βρει, ενώ η Μαρία κάθισε σπίτι. Με τον που τον βλέπει η Μάρθα, του λέει πως, αν ήταν εκεί, δεν θα πέθαινε ο αδελφός της, αλλά τελοσπάντων και τώρα που ήρθε κάτι θα κάνει, γιατί, αν το ζητήσει απ’ το θεό, δεν θα του το αρνηθεί.
Ο μάγος της απάντησε πως ο αδελφός της θα αναστηθεί.
Εκείνη του είπε ότι γνωρίζει πως θα αναστηθεί στη γενική ανάσταση κατά την ημέρα της κρίσης, αλλά ο μάγος την κόβει λέγοντάς της ότι αυτός είναι η ανάσταση και η ζωή και πως αυτός που πιστεύει σ’ εκείνον, ακόμη κι αν πεθάνει, θα ζήσει και πως όποιος ζει και πιστεύει σ’ αυτόν δεν θα πεθάνει ποτέ. Τότε ησύχασαν και τα βούρλα οι μαθητές, που νόμιζαν πως θα πέθαιναν, αλλά σκέφτηκαν πως, αφού πιστεύουν, δεν πρόκειται να πεθάνουν. Μερικοί αναρωτήθηκαν αν πίστευαν επαρκώς, αλλά έδιωξαν τη σκέψη αυτή ως μη προσήκουσα.
Τότε η Μάρθα ψιθύρισε πως εκείνη πίστευε πως ήταν ο γιος του Γιαχβέ, αυτός που περίμεναν να έρθει στον κόσμο, και την έκανε για το σπίτι. Εκεί είπε στη Μαρία πως είχε έρθει ο δάσκαλος και τη ζήτησε, αλλά το ’πε ψέματα, διότι παραπάνω δεν είδαμε κάτι τέτοιο. Η Μαρία, που ήταν με το κομπινεζόν, ρίχνει κάτι πρόχειρο πάνω της, στρώνει λίγο τα μαλλιά της, μυρίζει τις μασχάλες της και τρέχει να τον βρει. Τη βλέπουν οι παρηγορητές να τρέχει, σκέφτονται ότι πηγαίνει στον τάφο και από φόβο μην κάνει καμιά τρέλα τρέχουν κι αυτοί ξωπίσω της. Μόλις η Μαρία συνάντησε το θεόπουλο, έπεσε στα πόδια του κλαίγοντας και του είπε πως, αν ήταν εκεί, δεν θα πέθαινε ο αδελφός της. Την είδε το θεόπουλο να κλαίει, είδε και τους Ιουδαίους να κλαίνε, ταράχτηκε και αναστέναξε. Ρώτησε πού τον έχουν και κάποιος από κάτω κόντεψε να φωνάξει «στο ψυγείο για να παίρνουν τη σύνταξη», αλλά το κατάπιε. Όλοι οι υπόλοιποι του είπαν «έλα μαζί μας να δεις». Το θεόπουλο τότε δάκρυσε και οι Ιουδαίοι, βλέποντάς το αυτό, δάκρυσαν πολύ περισσότερο από πριν. Κάποιος μάλιστα πέταξε:
– Κοίτα πόσο τον αγαπούσε.
Ένας άλλος (πάντα στον όχλο υπάρχουν και οι μαλάκες) είπε:
– Δεν μπορούσε αυτός, που άνοιξε τα μάτια του τυφλού, να τον σώσει;
Ευτυχώς όμως δεν ακούστηκε.
Αφού αναστέναξε και πάλι το θεόπουλο, αυτή τη φορά από μέσα του, πλησίασε τον τάφο. Ήταν μια σπηλιά που είχε μια μεγάλη πέτρα μπροστά της και το θεόπουλο ένιωσε σαν να το έχει ξαναζήσει αυτό, πράγμα που έχει συμβεί σε όλους μας.
Τότε τους είπε:
– Σηκώστε την πέτρα.
Η Μάρθα, που φαίνεται ότι είχε ακολουθήσει και αυτή τους Ιουδαίους που έκλαιγαν και ακολουθούσαν τη Μαρία, που με τη σειρά της έκλαιγε κι εκείνη, είπε πως θα βρομάει, γιατί έχουν περάσει τέσσερις μέρες. Το θεόπουλο πήγε να της πει κάποιο γαμοσταυρίδι, αλλά τελικά της απάντησε πως μόνο αν πιστέψει θα δει τη δόξα του θεού, και τότε αυτή πίστεψε τελειωτικά. Σήκωσαν την πέτρα και μια ακριβή ευωδιά τους πλημμύρισε, που σε πολλούς θύμισε το γνωστό ανδρικό άρωμα «Το νερό του Ιακώβ» του φημισμένου οίκου της εποχής Χαρμάνι, και εξ αυτού πίστεψαν εντελώς καμιά δεκαριά ακόμη. Τότε το θεόπουλο σήκωσε τα μάτια πάνω και είπε το εξής καταπληκτικό:
– Πατέρα, σ’ ευχαριστώ, που με άκουσες. Εγώ βέβαια ξέρω ότι πάντοτε με ακούς, αλλά το είπα για τον κόσμο που παρευρίσκεται, για να με πιστέψει ότι εσύ με έστειλες (που αν τον είχα εγώ γιο, θα του τράβαγα μια κλοτσιά, για να μάθει να μην κοροϊδεύει τον κόσμο μέσα στον πόνο του).
Έπειτα φώναξε δυνατά:
– Λάζαρε, βγες έξω.
Ακριβώς εδώ συνέβη το δεύτερο θαύμα μέσα στο πρώτο.
Διότι ο Λάζαρος δεν φτάνει που αναστήθηκε, αλλά, ενώ ήταν πλήρως φασκιωμένος, με δεμένα χέρια και πόδια και το πρόσωπο τυλιγμένο με μαντίλι, κατάφερε να σκαρφαλώσει απ’ τον τάφο, να βγει και να περπατήσει.
Το θεόπουλο είπε:
– Λύστε τον κι αφήστε τον να φύγει.
Και χώρισαν χωρίς να πουν μια κουβέντα ο ένας στον άλλον.
Τότε πίστεψαν και μερικοί ακόμη, αλλά κάποιοι άλλοι έτρεξαν στους Φαρισαίους και τους είπαν:
– Μαλάκες τρέξτε, γιατί ο τύπος άρχισε ν’ ανασταίνει τους νεκρούς και ποιος ξέρει πόσους θ’ αναστήσει ακόμη και στο τέλος θα πήξουμε στους βρικόλακες.__
Από το «Η Αγρία Γραφή» εκδόσεις ΚΨΜ

 

ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΝΑΚΗΣ


  • Σήμερον έρχεται ο Χριστός,
    ο επουράνιος Θεός
    εν τη πόλει Βιθανία
    Μάρθα κλαίει και Μαρία
    Λάζαρο τον αδερφό τους
    τον γλυκό και καρδιακό τους.
    Ήτο εκεί και ο Κανάκης
    Το ομολογεί πολλάκις...
    Τον μοιρολογούν και λέουν
    τον μοιρολογούν και κλαίουν.
    Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
    και τον εμοιρολογούσαν.
    Την ημέρα την τετάρτη
    κίνησε ο Χριστός για να `ρθει
    και εβγήκεν η Μαρία
    έξω από τη Βιθανία
    και εμπρός το γόνυ κλει
    και τον πόδα Του ακουμπεί.
    Αν εδώ ήσουν, Χριστέ μου,
    δεν θ’ απέθνησκε ο αδερφός μου.
    Πλήν και τώρα `γω πιστεύω
    και καλότατα ηξεύρω
    ότι δύνασ’ αν θελήσεις
    και νεκρούς να αναστήσεις !
    Το είπαμε και του Κανάκη
    μήπως βάλει ένα χεράκι..
    Ας στην άκρη το Κανάκη
    και `γω τον ανασταίνω.
    Μάθια τρίτα εδώ δεν θέλω.
    Τραπέζι να `τοιμάσετε
    κι εγώ θε να πηγαίνω.
    Δώστε οίνο στον Κανάκη
    Να 'χει κέφι και μεράκι.
    Τότε παρευθύς επήγαν
    και τον τάφο του εδείξαν.
    Επήγαν και του έδειξαν
    τον τάφο του Λαζάρου
    τους είπε και εκύλησαν
    τον λίθο που `χε απάνου.
    Τότε ο Χριστός δακρύζει
    και τον Άδη φοβερίζει:
    Αδη, Τάρταρε και Χάρο,
    το Λάζαρο ήρθα να σου πάρω
    Δεύρω έξω Λάζαρέ μου
    φίλε και αγαπητέ μου.
    Παρευθύς από τον Άδη
    ως εξαίσιο σημάδι
    Λάζαρος απελυτρώθη
    ανεστήθη κι εσηκώθη!!
    Λάζαρος σαβανωμένος
    και με το κερί ζωσμένος
    Εκειά η Μάρθα και η Μαρία
    εκειά κι όλη η Βηθανία
    Μαθητές και Αποστόλοι
    Εκειά ευρεθήκαν όλοι.
    Έκειά ευρέθει και ο Κανάκης
    Οίνο πίνει με τυράκι.
    (Συνηθίζεται εν Ελλάδι,
    οίνος με τυρί και λάδι.
    Στη Κρήτη πάλι μακαρόνια ,
    άλλα ήθη, αλλά "ψώνια")
    Το τι θα μας γράψει τώρα,
    θα το δούμε άλλη ώρα.
    Δόξα το Θεώ φωνάζουν
    και το Λάζαρο εξετάζουν.
    Πες μας Λάζαρε, τι είδες
    εις τον Άδη όπου πήγες ;
    Είδα φόβους, είδα τρόμους
    είδα βάσανα και πόνους.
    Δώστε μου λίγο νεράκι
    να ξεπλύνω το φαρμάκι.
    Τας καρδιάς των χειλέων
    και μη με ρωτάτε πλέον.
    Οίνο ήθελα λιγάκις
    Μα τον ήπιε ο 
    Kanakis
     ..

17 Απριλίου, 2020

Κώστας Βάρναλης: "Η μάνα του Χριστού"


Kάθε φορά που το διαβάζω αυτό το ποίημα του Κ. Βάρναλη δυσκολεύομαι να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Είναι ότι συγκλονιστικότερο έχει γραφτεί για τη μάνα του Χριστού. Και είναι γραμμένο από τον εκ πεποιθήσεως άθεο Κώστα Βάρναλη... 
Και εδώ ακριβώς βλέπεις τη διαφορά για το πως προσεγγίζουν οι μαρξιστές διανοούμενοι τα ζητήματα της θρησκείας και των μεταφυσικών ανθρώπινων αγωνιών και πως οι αστοί άθεοι διανοούμενοι. 
Σεβασμός των μαρξιστών διανοουμένων στη μεταφυσική αγωνία του συνανθρώπου, δεν τον λοιδορούν για την πίστη του κι από πάνω τη δένουν με τη λαϊκή παράδοση, την οποία υπερασπίζονται ως πολύτιμη ιστορική και πολιτιστική συνέχεια των λαών...
Α! πώς είχα σα μάνα κ’ εγώ λαχταρήσει
(είταν όνειρο κ’ έμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ' από μίση!
Ένα κόκκινο σπίτι σ’ αβλή με πηγάδι...
και μια δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδι,
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι.
Κι’ άμ’ ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,
με τα ρούχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι,
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι
ν΄ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι.
Κ’ αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει
τον καλό σου τον ήσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,
η ακριβή σου να βγάνει νερό να σου χύσει,
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει.
Κι ο κατόχρονος θάνατος θά φτανε μέλι
και πολλή φύτρα θά φηνες τέκνα κι αγγόνια
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει.
Κατεβάζω στα μάτια τη μάβρην ομπόλια,
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει...
Ξεφαντώνουν τ’ αηδόνια στα γύρο περβόλια,
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.
Φέβγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου,
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν έχεις.
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη, γιε μου,
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!
Καθώς κλαίει, σαν της πέρνουν το τέκνο, η δαμάλα,
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.
Στύλωσέ μου τα δυο σου τα μάτια μεγάλα:
τρέχουν αίμα τ’ αστήθια, που βύζαξες γάλα.
Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιο τ’ όνομά σου!
Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη...
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη
κι όσο ο γήλιος να πέσει και νά ρθει το δείλι,
το σταβρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι.
Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: «Ποιος ο Χριστός;» τί πες «Νά με»!
Αχ! δεν ξέρει, τί λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!
* Η φώτο είναι σκηνή από την ταινία "Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο" του επίσης μαρξιστή και δηλωμένου άθεου. Pier Paolo Pasolini. Είναι η μητέρα του σκηνοθέτη Susana, στον ρόλο της Μαρίας, της μητέρας του Χριστού.

19 Απριλίου, 2018

Κάρολος Δαρβίνος!! -Ένας Πιστός κ Θρησκευόμενος κατέστησε «περιττό» το ρόλο του Θεού στη «Δημιουργία» του Ανθρώπου !!

,,Οι Μαρξ και Ενγκελς όχι μόνο αποδέχτηκαν τη δαρβινική θεωρία της καταγωγής του ανθρώπου από προγονικά ζώα, αλλά ερμήνευσαν την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα είδη, αναζητώντας στους υλικούς – κοινωνικούς όρους ζωής των πιθηκόμορφων προγόνων του την εξήγηση της ανωτερότητάς του.
Απέδειξαν έτσι ότι η «ανθρωποποίηση» είναι αποτέλεσμα, από ένα σημείο και έπειτα, αλλαγών στον τρόπο ζωής των προγόνων μας, με καθοριστικό το ρόλο της εργασίας..,,

Κάρολος Δαρβίνος, κατέστησε «περιττό» το ρόλο του Θεού στη «δημιουργία» του ανθρώπου

Στις 12 Φεβρουαρίου 1809 γεννήθηκε ο Κάρολος Δαρβίνος, Aγγλος φυσιοδίφης, «πατέρας» της θεωρίας περί της εξέλιξης των ειδών και της φυσικής επιλογής.
Οι παρατηρήσεις που έκανε στη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Ν. Αμερική και στον Ειρηνικό Ωκεανό τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι τα είδη των ζώων δεν παραμένουν ίδια, αλλά μεταβάλλονται με το πέρασμα του χρόνου.
Στο σημαντικότερο έργο του «Περί της γέννησης των ειδών μέσω της φυσικής επιλογής» (εκδόθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1859) διατύπωσε τη θεωρία της καταγωγής των ειδών, η οποία έτυχε γενικής αναγνώρισης, και επίσης θεμελίωσε τη θεωρία της φυσικής επιλογής που εξηγεί πώς δημιουργούνται τα είδη.
Ακολούθησε το 1871 το εξίσου πολύκροτο «Η καταγωγή του ανθρώπου και η φυσική επιλογή» όπου υποστήριξε ότι ο άνθρωπος κατάγεται από τα πιθηκοειδή
«Ο Δαρβίνος έβαλε τέρμα στην άποψη που υποστήριζε πως τα είδη των ζώων και των ανθρώπων δε συνδέονται καθόλου μεταξύ τους και πως χρωστιούνται σε τυχαίες αιτίες, γιατί “δημιουργήθηκαν από το θεό”. Ηταν ο πρώτος που έβαλε τη βιολογία πάνω σε βάσεις απόλυτα επιστημονικές και καθόρισε πώς έγινε η εξέλιξη των ειδών και σε ποια σχέση διαδέχτηκαν το ένα το άλλο» (Λένιν)

Ετσι, ο άνθρωπος δε δημιουργήθηκε με κάποιο υπερφυσικό τρόπο, αλλά είναι το αποτέλεσμα της εξελικτικής διαδικασίας στο ζωικό βασίλειο.
Φυσικά, ο άνθρωπος δεν είναι απευθείας απόγονος του πιθήκου, όπως διαστρεβλώνεται συχνά η ιστορία της προέλευσης του ανθρώπου.
Οι άνθρωποι και οι πίθηκοι είναι διαφορετικοί κλάδοι του ίδιου δέντρου, θα μπορούσαμε να πούμε. Στα βάθη του παρελθόντος, κάποιοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι ήταν οι κοινοί πρόγονοι και των δύο αυτών ειδών.
Ο Δαρβίνος άθελά του – καθότι ο ίδιος ήταν βαθύτατα πιστός και θρησκευόμενος – κατέστησε «περιττό» το ρόλο του Θεού στη «δημιουργία» του ανθρώπου, ξεσηκώνοντας έτσι τη μήνη της εκκλησίας. Βέβαια, οι σχετικές ιδεαλιστικές και σκοταδιστικές θεωρήσεις καλά κρατούν έως σήμερα.

Μαρξισμός και δαρβινισμός

Η δαρβινική θεωρία αποτέλεσε την κορωνίδα της επιστημονικής σκέψης στη βιολογία έως εκείνο τον καιρό, επιβεβαιώνοντας ότι τα πάντα στη φύση βρίσκονται σε μια διαδικασία συνεχούς αλλαγής και εξέλιξης.
Οι Μαρξ και Ενγκελς εκτιμούσαν βαθύτατα τις ανακαλύψεις του Δαρβίνου , που αποδείκνυαν επιστημονικά ότι η ανθρωπότητα είχε αναδυθεί από το ζωικό βασίλειο.
Θεωρούσαν, μάλιστα, ότι η θεωρία του Δαρβίνου αποτελούσε έναν από τους προπομπούς, στο επίπεδο των φυσικών επιστημών, που συνέβαλαν στη γέννηση του διαλεκτικού υλισμού.
Ο Ενγκελς τόνιζε ότι η θεωρία του Δαρβίνου ήταν για τη βιολογία αυτό που ήταν για την ιστορία η ανακάλυψη από τον Μαρξ των αντικειμενικών νόμων που καθορίζουν την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Οι Μαρξ και Ενγκελς όχι μόνο αποδέχτηκαν τη δαρβινική θεωρία της καταγωγής του ανθρώπου από προγονικά ζώα, αλλά ερμήνευσαν την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα είδη, αναζητώντας στους υλικούς – κοινωνικούς όρους ζωής των πιθηκόμορφων προγόνων του την εξήγηση της ανωτερότητάς του.
Απέδειξαν έτσι ότι η «ανθρωποποίηση» είναι αποτέλεσμα, από ένα σημείο και έπειτα, αλλαγών στον τρόπο ζωής των προγόνων μας, με καθοριστικό το ρόλο της εργασίας, της συνειδητής αλλαγής από τον κοινωνικό άνθρωπο του φυσικού του περιβάλλοντος και μαζί και της ανθρώπινης φύσης.
Από herko στο ΦΕΒ 12, 2018

Δες το ντοκιμαντέρ απ την ΕΤ1 

Και κάνε παρακάτω κλικ:
http://www.wwf.gr/images/pdfs/pe/Darwin_Theory.pdf


18 Απριλίου, 2017

Πιστεύεις;; Μάθε για την Θρησκεία Σου:


Τώρα που φάγαμε το αρνί και τα «πάθη» έχουν καταλαγιάσει, ας μάθουμε πως δημιουργήθηκαν οι θρησκείες.

Οι άνθρωποι δημιουργούν τις θρησκείες

Από την πρώτη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποίησε την ύπαρξή του
 (παλαιολιθική εποχή), 
αισθάνθηκε απροστάτευτος από τα στοιχεία της φύσης. Σεισμοί να κάνουν τη γη να τρέμει, ηφαίστεια να ξερνάνε φωτιά και θάνατο, αστραπές να σχίζουν τον ουρανό, κεραυνοί να τον τρομοκρατούν, άγρια ζώα να τον κυνηγάνε, θύελλες, ξηρασίες, καύσωνες, πλημύρες να του κάνουν τη ζωή δύσκολη. 
Και η αρρώστια; 
Τι στο καλό είναι αυτό που τον κάνει να πονάει και να μην μπορεί να σταθεί στα πόδια του; 
Έχεις βρεθεί νύχτα και μόνος σε ένα δάσος; 
Τότε θα έχεις νοιώσει τον φόβο που προκαλεί ακόμα και ένα απλό θρόισμα των φύλλων. 
Φαντάσου λοιπόν πόσο φοβισμένοι και τρομοκρατημένοι ήσαν εκείνοι οι πρώτοι άνθρωποι, που έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα στοιχεία της φύσης χωρίς τις γνώσεις και τα μέσα που έχουμε εμείς σήμερα.
 Άσε που βλέποντας τους γονείς τους, τους φίλους τους και άλλα αγαπημένα τους πρόσωπα να πεθαίνουν, συνειδητοποίησαν ότι και η δική τους ζωή κάποτε θα τελειώσει. 
Κι αυτό τους τρόμαζε ακόμα περισσότερο. 
Έβλεπαν κάποιον να χάνει τις αισθήσεις του και να λιποθυμάει και νόμιζαν ότι πέθανε. 
Στη συνέχεια, όταν αυτός συνερχόταν, θεωρούσαν ότι ξαναζωντάνεψε. Άραγε πώς συνέβαινε αυτό; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να πεθαίνει και να ξαναζωντανεύει;
Εκείνο όμως που τους συγκλόνιζε περισσότερο, ήταν όταν στα όνειρά τους έβλεπαν αγαπημένα τους πρόσωπα, τα οποία είχαν πεθάνει, να έρχονται και να συζητάνε μαζί τους. 
Πώς μπορούσε ο νεκρός να τους μιλάει;
Αλλά και στον ξύπνιο τους, όταν η σκέψη τους ταξίδευε και έβλεπαν εικόνες με αντικείμενα, ζώα, ανθρώπους πεθαμένους και ζωντανούς, συνεχώς τους γεννιόταν το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά; 
Πώς μπορούν και βλέπουν πράγματα που δεν είναι μπροστά τους;

Η αμάθεια και η πλήρης άγνοια για την φύση, τους νόμους της και τον τρόπο λειτουργίας του σώματος και του εγκεφάλου, οδήγησε τους πρωτόγονους ανθρώπους να δώσουν τελείως παράλογες απαντήσεις στα ερωτήματα που τους ταλάνιζαν, οι οποίες όμως απαντήσεις εκείνη την εποχή φάνταζαν πολύ λογικές.

Όταν πονούσε το δόντι ή το κεφάλι θεωρούσαν ότι κάποιο κακό πνεύμα είχε μπει μέσα τους.
Όταν το ποτάμι κυλούσε ήρεμα και τους πρόσφερε νερό και ψάρια, υπέθεταν ότι το ποτάμι διέθετε ένα πνεύμα το οποίο είχε καλές διαθέσεις απέναντί τους. Όταν όμως,
 λόγω των βροχών, ο ποταμός αγρίευε και παράσερνε τα πάντα στο πέρασμά του, τότε, επειδή δεν ήσαν σε θέση να γνωρίζουν την αιτία αυτού του φαινομένου, σκεφτόντουσαν ότι το πνεύμα του ποταμού θύμωσε μαζί τους.
Όταν τα δέντρα κάρπιζαν, πίστευαν ότι το πνεύμα του δέντρου ήταν ευχαριστημένο μαζί τους και τους δώριζε τους καρπούς του, ενώ όταν δεν καρποφορούσε ή όταν έχανε τα φύλλα του, θεωρούσαν ότι το πνεύμα του δέντρου είχε θυμώσει μαζί τους. 
Το ίδιο συνέβαινε και με τα ζώα που σκότωναν στο κυνήγι. 
Δεν καταλάβαιναν ότι επειδή εργάστηκαν, επειδή κυνήγησαν, βρήκαν το φαί τους, αλλά πίστευαν ότι το πνεύμα του ζώου τους πρόσφερε το κρέας του.
Έτσι οι άνθρωποι, 
για να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματά τους, γέμισαν όλο τον κόσμο που τους περιέβαλλε με άυλες ψυχές και αόρατα πνεύματα. 
Το πνεύμα του ζαρκαδιού, του λαγού, της αρκούδας, του ποταμού, της πηγής, της βροχής, του ανέμου, του δάσους. 
Στη συνέχεια, με το πέρασμα του χρόνου, άρχισαν να παρακαλάνε αυτά τα πνεύματα να είναι φιλικά μαζί τους και στο τέλος δημιούργησαν ολόκληρες τελετές για να τα εξευμενίζουν.
 Σε τοιχογραφίες, που έχουν ηλικία 20, 30 και 40 χιλιάδων ετών, εμφανίζονται άνθρωποι σε ιεροτελεστίες πριν την έναρξη του κυνηγιού.

Όλα αυτά σήμερα μας φαίνονται ανοησίες, αλλά η άγνοια και η πνευματική σύγχυση των πρωτόγονων ανθρώπων τα δικαιολογεί απόλυτα.
Όσο περνούσαν τα χρόνια  και ερχόντουσαν οι νέες γενιές, τα ερωτήματα που τους προβλημάτιζαν όλο και πλήθαιναν. 
Πώς έγιναν τα βουνά, τα δάση, τα νερά; 
Από πού γεννήθηκε η γη, ο ουρανός, ο ήλιος, η σελήνη;
Πώς να απαντήσουν στα ερωτήματα αυτά αφού όχι μόνο δεν είχαν ιδέα για την κίνηση των τεκτονικών πλακών, τις πυρηνικές εκρήξεις και την κίνηση των ουράνιων σωμάτων, αλλά ούτε καν γνώριζαν ότι η γη ήταν μια κινούμενη σφαίρα; 
Προσπαθούσαν να δώσουν απαντήσεις στηριγμένοι στις απλές παρατηρήσεις των αισθήσεών τους, χωρίς να μπορούν να τις επεξεργαστούν σε βάθος. 
Για παράδειγμα αφού έβλεπαν με τα ίδια τους τα μάτια ότι ο ήλιος ανατέλλει το πρωί και δύει το βράδυ, ήταν φυσικό και επόμενο να πιστεύουν ότι ο ήλιος κινείται στον ουρανό, χωρίς να μπορούν να φανταστούν ότι η γη ήταν αυτή που περιστρεφόταν γύρω από τον εαυτό της.
 Για τον ίδιο λόγο θεωρούσαν ότι η γη ήταν ένα επίπεδο πράγμα, με αρχή και τέλος, το οποίο σκεπαζόταν από έναν θόλο, τον ουρανό. Δηλαδή σαν μια πιατέλα όπου βάζουμε ένα κέικ και την σκεπάζουμε με ένα στρογγυλό γυάλινο σκέπασμα.
Έτσι έβαλαν άλλη μια φορά την φαντασία τους να δώσει τις λύσεις, λύσεις που σαν λογικά όντα, τις στήριξαν στις εμπειρίες που είχαν. 
Και οι εμπειρίες αυτές ήταν ότι οι άνθρωποι, τα ζώα, τα φυτά δεν εμφανίζονται ξαφνικά από το τίποτα, αλλά γεννιούνται και φυτρώνουν από κάτι που προϋπάρχει. 
Φυσικό λοιπόν όλοι οι λαοί,
 σε όλα τα μήκη της γης, να φτιάξουν από έναν ανάλογο μύθο και μια δοξασία για την αρχή του κόσμου, ο οποίος μύθος προέκυπτε από την άγνοια που είχαν και περνούσε από γενιά σε γενιά και γινόταν αποδεκτός πέραν κάθε αμφιβολίας. 

Ειδικά οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι στην αρχή υπήρχε ένα σκοτεινό χάος από το οποίο  ξεπήδησε η Γαία (η γη) η οποία στη συνέχεια γέννησε τα βουνά, τη θάλασσα και τον ουρανό (Ουρανό), χωρίς μάλιστα να υπάρχει πατέρας.
Παρατηρείστε ότι στο μύθο αυτό υπάρχει το σημείο της γέννησης και όχι της δημιουργίας του κόσμου από κάποιο άυλο πνεύμα. 
Επίσης σημειώστε ότι ο μύθος αυτός κατασκευάζεται την εποχή της μητριαρχίας, με αποτέλεσμα η αρχή να αποδίδεται στην μάνα-γη. 
Η μη αναφορά σε κάποιο πατέρα δείχνει και την υποδεέστερη θέση που είχε ο άντρας σε εκείνες τις κοινωνίες. 
Η παρατήρηση για την «γέννηση» είναι πολύ σημαντική γιατί αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι για χιλιάδες χρόνια έζησαν χωρίς θρησκείες και θεούς. Αυτούς τους δημιούργησαν πολύ αργότερα, όταν εμφανίσθηκε η δουλοκτησία.
Όπως διδάσκει ο διαλεκτικός υλισμός, σε κάθε πλάνη συνυπάρχει και μια αλήθεια. 
Η επιστήμη έχει αποδείξει ότι η γη προήλθε από αστρική ύλη και αέριες μάζες που συγκεντρώθηκαν σε ένα χώρο, 
στη συνέχεια αυτά στερεοποιήθηκαν και κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες ξεπήδησε η ζωή. 
Έτσι και σε αυτό τον αρχαίο ελληνικό μύθο ενυπάρχει ένας πρωτόγονος υλισμός και μια αλήθεια, αφού σύμφωνα με αυτόν η γη (δηλαδή η ύλη) ξεπηδάει από το χάος και γεννάει τα πάντα.

Στην εποχή της άγριας κατάστασης και του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος οι άνθρωποι, αδύναμοι όπως είναι μπροστά στη φύση, αισθάνονται συνεχώς την ανάγκη να έχουν κάποιου είδους βοήθεια. Γι αυτό όλο και περισσότερο καταφεύγουν στην παράκληση των πνευμάτων και των προγόνων. Δημιουργούν ιεροτελεστίες  για να έχουν βροχή, για να βγάλουν τα δέντρα καρπούς, για να βρουν ζώα για κυνήγι, για να μην αρρωσταίνουν. 
Δεν έχουν όμως ακόμα δημιουργήσει τους θεούς. Φτιάχνουν τοτέμ με μορφές ζώων και τα λατρεύουν επειδή θεωρούν ότι είναι οι πρόγονοι της φυλής τους. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν λαοί που θεωρούν κάποια ζώα σαν ιερά (ελέφαντες, μοσχάρια, μαϊμούδες), επειδή ακριβώς στο μακρινό παρελθόν είχαν λατρευτεί σαν οι γεννήτορές τους!
Όλοι στην κοινότητα προσπαθούν να εξευμενίσουν τα πνεύματα για να είναι φιλικά και ευμενή μαζί τους. Κάποιοι μέσα στο γένος και την φυλή αρχίζουν να ξεχωρίζουν, επειδή τάχα έχουν καλύτερη «επικοινωνία» με τα πνεύματα και έτσι αποκτούν ένα ιδιαίτερο κύρος. 
Σταδιακά η κάθε φυλή αποκτά και τον δικό της «μάγο».
Με το πέρασμα των αιώνων η λατρεία επεκτείνεται στα ουράνια σώματα (στη σελήνη, τον ζωοδότη ήλιο κλπ) και σε μεγάλα ποτάμια τα οποία είναι απαραίτητα για τη ζωή (Νείλος, Γάγγης κλπ). 

Η είσοδος στην δουλοκτητική κοινωνία με την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας και της γεωργίας φέρνει μεγάλες αλλαγές στην ποιότητα των δοξασιών.
 Τα τοτέμ παραμερίζονται. 
Η λατρεία των ουράνιων σωμάτων οδηγεί σταδιακά στην θεοποίηση του Ήλιου και της Σελήνης.
 Γενικά η λατρεία των πνευμάτων των ζώων και των προγόνων αντικαθίσταται από τη λατρεία κάποιων θεϊκών φυσικών δυνάμεων από τις οποίες πίστευαν ότι εξαρτιόταν οι δουλειές του νοικοκυριού τους (τα κοπάδια, οι καλλιέργειες κλπ).
 Οι άνθρωποι αρχίζουν να κάνουν προσφορές υλικών αγαθών και θυσίες στα πνεύματα και τους θεούς τους για να τα έχουν καλά μαζί τους.
 Είναι η εποχή όπου στις κοινωνίες των ανθρώπων έχει ξεκινήσει η ανταλλαγή των λίγων περισσευμάτων που αρχίζουν να έχουν και αυτό αντανακλάται και στο θέμα των δοξασιών. 
Πιστεύουν ότι τα άυλα και ανύπαρκτα πνεύματα θέλουν να ανταλλάσουν την ευμένειά τους με υλικά δώρα.
Σε κάποιο σημείο της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών, ο εμπλουτισμός των γνώσεων φτάνει σε τέτοιο επίπεδο που δεν δικαιολογεί πλέον την ύπαρξη πνευμάτων στις πέτρες, στα λουλούδια και στα απλά αντικείμενα. 
Οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι λογικό να υπάρχουν πνεύματα σε όλα αυτά τα πράγματα και αρχίζουν να τα «σπρώχνουν» πιο μακριά. 
Δημιουργούν λοιπόν ένα σωρό θεότητες, θεούς και ημίθεους.
 Υπάρχουν ξεχωριστοί θεοί για την γεωργία, το κυνήγι, τους ανέμους, την θάλασσα, την άνοιξη, τον πόλεμο, την δικαιοσύνη. 
Οι άνθρωποι δημιουργούν καθ’ εικόνα και ομοίωση τους θεούς τους και τους δίνουν όλα τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων. 
Οι θεοί παντρεύονται, ζηλεύουν, χαίρονται, οργίζονται, τιμωρούν, πίνουν, πολεμάνε. Ότι δηλαδή κάνουν και οι άνθρωποι.
 Επειδή όμως είναι και αόρατοι, τους βάζουν να μένουν πολύ μακριά, σε μέρη όπου δεν μπορούν να φτάσουν οι ίδιοι  π.χ. στην κορυφή του Ολύμπου ή στα έγκατα της γης. 
Πολύ αργότερα, όταν κατέκτησαν τις βουνοκορφές και οι στοές των ορυχείων τους έφθασαν βαθιά στη γη, 
οι ιερείς αναγκάστηκαν να «εξορίσουν» τους θεούς κάπου ψηλά στον ουρανό. 
Όταν δε οι πρώτοι πύραυλοι βγήκαν στο διάστημα, οι θεοί απωθήθηκαν ακόμα πιο μακριά, κάπου που να μην μπορούν να τους βρουν οι άνθρωποι, κάπου στα βάθη του σύμπαντος. 
Με την εξέλιξη της οικονομίας και της κοινωνίας από το πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα στο δουλοκτητικό, εξελίσσονται οι μύθοι και δημιουργούνται νέες δοξασίες για την γέννηση του κόσμου. 
Οι Έλληνες παντρεύουν την Γαία με τον Ουρανό (άλλωστε και οι άνθρωποι έχουν πλέον προχωρήσει στον ζευγαρωτό και στον μονογαμικό γάμο). 
Από αυτόν τον γάμο γεννιούνται οι Γίγαντες, οι Τιτάνες και στη συνέχεια ο Δίας.
Ο καταμερισμός της εργασίας, που όπως είδαμε συμβαίνει εκείνη την εποχή, επιτρέπει μεταξύ άλλων να διαχωριστεί η χειρονακτική εργασία από την πνευματική. 
Με την απαρχή του δουλοκτητικού συστήματος και την αύξηση της παραγωγικότητας δίνεται η δυνατότητα σε μερικά άτομα να ασχοληθούν αποκλειστικά με πνευματικές «εργασίες». 
Οι πρώτοι που επωφελούνται από αυτό είναι οι «μάγοι» των φυλών, που αναλαμβάνουν αποκλειστικά τη «διαμεσολάβηση» με τον «άυλο κόσμο». 
Αυτοί εκμεταλλευόμενοι την ευπιστία και την «ανάγκη» των ανθρώπων για «επικοινωνία» με τα πνεύματα και τους θεούς, καλλιεργούν συνεχώς την υποχρέωση για θυσίες και προσφορές, οι οποίες βέβαια μένουν στα χέρια τους, στα χέρια των μάγων.
Ουσιαστικά οι μάγοι (δηλαδή οι πρόγονοι των μετέπειτα ιερέων) ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που άρχισαν να ζούνε σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας χωρίς να προσφέρουν όσο έπρεπε στην παραγωγή.
Τώρα όμως οι άνθρωποι
 δεν αρκούνται στη δοξασία ότι ο κόσμος γεννήθηκε από το χάος. 
Επηρεασμένοι από την ικανότητά τους να δημιουργούν, να παράγουν και να κατασκευάζουν την τροφή τους, τα όπλα τους, τα οικιακά τους σκεύη, τα ρούχα τους, θεωρούν λογικό να συμπεράνουν ότι και ο κόσμος θα πρέπει να έχει έναν κατασκευαστή, έναν δημιουργό. 
Έτσι οι άνθρωποι δημιουργούν τον δημιουργό του κόσμου, δημιουργούν τον θεό. 
Ο κάθε λαός φτιάχνει τους δικούς του θεούς-δημιουργούς  και μαζί με αυτούς εμφανίζονται και οι θρησκείες. 
Εκατοντάδες είναι οι γνωστοί σε εμάς θεοί. Είμαστε στην εποχή όπου οι κοινωνίες αφήνουν την μητριαρχία και περνάνε στην πατριαρχία.
 Έτσι όλοι οι θεοί προικίζονται με αρσενικά χαρακτηριστικά. Δίας, Ήλιος Ρα, Όσιρις, Βράχμα, Μίθρας, Ταμούζ, Άδωνις, Ούγκο, Ζαρατούστρα … 
Οι γυναίκες όμως, που δεν παραδίδουν έτσι εύκολα τα πρωτεία που είχαν μέσα στην οικογένεια, δίνουν σκληρή μάχη και δίπλα στους αρσενικούς θεούς βάζουν και τις δικές τους θεές. Ήρα, Νουτ, Ίσις, Σαρασβάτη,  Γεστινάννα, Ιλματάρ… 
Παράλληλα όμως οι «μάγοι» μετατρέπονται σε ιερείς και είναι οι επίσημοι διαμεσολαβητές των θεών. 
Στην ταξική δουλοκτητική κοινωνία, εκτός από τις τάξεις των δούλων και των δουλοκτητών, δημιουργείται και μια ιδιαίτερη κλειστή τάξη, η τάξη των ιερέων.
Όσο αναπτύσσεται το δουλοκτητικό σύστημα, τόσο η άρχουσα τάξη χρειάζεται να έχει σαν όργανο και σύμμαχο την θρησκεία για να κρατάει πειθαρχημένα τα εύπιστα πλήθη. 
Όλες οι θρησκείες, σε όλο τον κόσμο, διδάσκουν την υποταγή στην εξουσία, την ταπεινοφροσύνη και την δουλικότητα (δούλος του θεού).
 Όλες υπόσχονται ότι οι «κακοί» πλούσιοι θα τιμωρηθούν σε έναν άλλον φανταστικό κόσμο και έτσι επιτρέπουν στις εκμεταλλεύτριες τάξεις να διαπράττουν τα χειρότερα εγκλήματα στον πραγματικό κόσμο. 
Η πίστη σε θεούς και άρχοντες, οι οποίοι πολλές φορές εμφανίζονται σαν παιδιά των θεών ή ακόμα και σαν επίγειοι θεοί, αποτέλεσε 
(και συνεχίζει να αποτελεί) το ισχυρότερο όπλο για την καθυπόταξη των μαζών. 
Για το λόγο αυτό όλες οι άρχουσες τάξεις επέτρεψαν στους ιερείς να αποκτούν πλούτη και δύναμη (πολλές φορές τους δώριζαν ολόκληρες εκτάσεις). 
Η τάξη των ιερέων (παπάδων και καλογέρων) έγινε τόσο ισχυρή που πολλές φορές απαιτούσε μερίδιο στην εξουσία (όπως τα πατριαρχεία στο Βυζάντιο και το Βατικανό στη δύση). 
Από την άλλη μεριά οι ιερείς όλων των θρησκειών έκαναν τα πάντα για να διαιωνίζονται τα εκμεταλλευτικά συστήματα.
 Ευλογούσαν τα όπλα των στρατευμάτων, κήρυτταν στα πλήθη ότι οι θεοί και οι άγιοι είναι οι προστάτες τους στον πόλεμο. 
Οι εικόνες και οι προσευχές, από την αρχαιότητα μέχρι στις μέρες μας, οδηγούν τους πιστούς στις μάχες και στις σφαγές των απίστων. 
Μέχρι και ο Μπους επικαλέστηκε τον θεό, ο οποίος τάχα τον επισκέφτηκε στο όνειρό του και του είπε να βομβαρδίσει το Ιράκ.
Είναι χιλιάδες οι θεοί (και οι άγιοι) που λατρεύτηκαν στην ιστορία της ανθρωπότητας. Πολλοί από αυτούς «γεννήθηκαν» και «πέθαναν» χωρίς να προλάβουμε να τους γνωρίσουμε. 

Σε εμάς τους έλληνες οι πιο γνωστοί θεοί είναι αυτοί του Δωδεκάθεου με τον Δία, την Ήρα, την Αθηνά, τον Άρη, τον Ποσειδώνα  και πολλούς άλλους, μικρούς και μεγάλους, που γέννησε η μυθολογία μας. 
Αρκετοί όμως θεοί επιβιώσανε μέχρι τις μέρες μας, όπως ο θεός της Εβραϊκής μυθολογίας που εμφανίζεται στην παλαιά διαθήκη (Γιαχβέ ή Ιεχωβάς). Η θρησκεία όμως αυτή απαγόρευε να την ασπασθούν άλλοι λαοί εκτός των Εβραίων (ο παράδεισος που υποσχόταν ήταν αποκλειστικά για τον δικό τους λαό).  Έτσι μια από τις πολλές αιρέσεις της, 
ο Χριστιανισμός, που υποσχέθηκε τον παράδεισο σε όλους ανεξαρτήτως εθνικότητας, έμελλε να επικρατήσει και να χρησιμοποιηθεί από την Ρωμαϊκή και Βυζαντινή άρχουσα τάξη για να ελέγχουν τις λαϊκές μάζες. 
Στη συνέχεια μια άλλη αίρεση αυτών των θρησκειών, ο Μωαμεθανισμός-Ισλαμισμός (ισλάμ = υποταγή), που προσπάθησε να ανανεώσει την παλαιά και την καινή διαθήκη, χρησιμοποιήθηκε από τους Άραβες ηγέτες για να επεκτείνουν την κυριαρχία τους. 

Να σημειώσουμε ότι ο παράδεισος που υπόσχονται οι ισλαμιστές είναι πολύ πιο «πλούσιος» από των Εβραίων και των Χριστιανών, 
σε τέτοιο σημείο που τα θρησκόληπτα, φανατισμένα και αμόρφωτα πλήθη να μπορούν εύκολα να ζώνονται με εκρηκτικά και να τινάζονται στον αέρα για την ιερή πίστη τους. 
Ο Χριστιανισμός και ο Ιουδαϊσμός στηρίχθηκαν στην τρομοκράτηση των πιστών τους με την τρομερή κόλαση, ενώ ο ισλαμισμός αξιοποίησε την προσμονή του πλουσιότατου παραδείσου.
Άλλες μεγάλες θρησκείες με εκατομμύρια πιστούς, που ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να πιστεύουν σε θεούς που γέννησαν οι άνθρωποι στην αρχαιότητα, είναι ο Βουδισμός, ο Βραχμανισμός-Ινδουισμός, ο Ταοϊσμός, ο Κομφουκιανισμός.
Όλες όμως ανεξαιρέτως οι θρησκείες έχουν πλήθος κοινών στοιχείων, αφού η κάθε νέα θρησκεία που εμφανιζόταν, χρησιμοποιούσε δοξασίες και τελετουργικά της προηγούμενης. 
Ειδικά στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, όπου οι λαοί ήταν εύκολο να έρθουν σε επαφή, οι θρησκευτικές δοξασίες μοιάζουν καταπληκτικά. 
Για παράδειγμα ο Χριστιανισμός, σαν συνέχεια του Ιουδαϊσμού, χρησιμοποίησε όλη την παλαιά διαθήκη των Εβραίων και τις γιορτές τους (π.χ. το Πάσχα των Χριστιανών είναι αντιγραφή του Εβραϊκού Πάσχα, το οποίο με τη σειρά του σχετίζεται με Ανοιξιάτικες γιορτές προηγούμενων δοξασιών της περιοχής, ενώ οι Μουσουλμάνοι σαν ανάλογη εορτή έχουν το Ραμαζάνι). 
Για να μπορέσει όμως ο Χριστιανισμός να επιβληθεί στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία χρησιμοποίησε σαν βάση το δωδεκάθεο των Ελλήνων. 
Ο Θεός πήρε την θέση του Δία, η Ήρα μετατράπηκε σε Παναγία, οι δώδεκα θεοί σε δώδεκα αποστόλους, το υπόλοιπο πλήθος των δευτερευόντων θεών και ημίθεων σε αγίους και οσίους. 
Ο κάτω κόσμος του θεού Άδη έγινε παράδεισος και κόλαση, οι θυσίες στους θεούς εξελίχθηκαν σε λιβανιστήρια και κεριά, ενώ οι χρηματικές δωρεές στους θεούς μετατράπηκαν σε τάματα για τους αγίους. 

Την θέση των διάφορων αρχαίων θεών που ήταν προστάτες των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, την πήραν οι άγιοι. 
Ο άγιος Γεώργιος, η αγία Βαρβάρα και οι Αρχάγγελοι ανέλαβαν την προστασία του στρατού και των όπλων αντί του θεού Άρη, ο άγιος Νικόλαος στη θέση του Ποσειδώνα προστατεύει τους θαλασσινούς, ενώ οι τρεις Ιεράρχες προστατεύουν τα γράμματα όπως η Αθηνά ήταν η θεά της σοφίας κλπ. 

Φυσικά οι ναοί και οι ιερείς συνέχισαν να υπάρχουν και να εκμεταλλεύονται στο έπακρο τον φόβο και την θρησκοληψία των μαζών. 
Οι πιστοί της νέας θρησκείας συνεχίζουν να κάνουν δεήσεις, προσευχές και να προσκυνούν εικόνες, όπως ακριβώς έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες ειδωλολάτρες.
Είναι ατελείωτος ο κατάλογος των κοινών σημείων όλων των θρησκειών. 
Οι άνθρωποι της αρχαιότητας, λόγω έλλειψης γνώσης, όλα όσα δεν μπορούσαν να καταλάβουν τα απέδιδαν σε θεϊκές πράξεις και θαύματα. Όλες οι θρησκείες αναφέρονται σε πλήθος θαυμάτων. Το ίδιο έπρεπε να κάνει και ο Χριστιανισμός για να γίνει αποδεκτός από τις αγράμματες μάζες. 
Όλα τα θαύματα που αποδίδονται στον Χριστό είναι αναπαραγωγή θαυμάτων προηγούμενων θεών και προφητών. 
Πολλοί θεοί των αρχαίων γεννήθηκαν από γυναίκες παρθένες, έζησαν, πέθαναν και αναστήθηκαν. 
Ένας από αυτούς ήταν ο Αιγύπτιος θεός Ώρος 
που γεννήθηκε από την Ίσιδα με άμωμο σύλληψη και αφού πέθανε, στη συνέχεια μετά από τρεις ημέρες αναστήθηκε, αποτελώντας το πρότυπο για τον Χριστιανισμό.
 Εξάλλου, 500 χρόνια πριν την εμφάνιση του Χριστιανισμού, τα ίδια (γέννηση, ζωή, θαύματα, θάνατος, ανάσταση) ισχυρίσθηκε και ο Βουδισμός για τον Βούδα. 
Κι αυτά όμως ήταν αναπαραγωγή των θρύλων που δημιούργησαν οι Ασσύριοι για τον θεό τους τον Άδωνη. 
Τώρα γιατί ο Χριστός είναι ο «πραγματικός θεός» ενώ ο Βούδας που προϋπήρξε με τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά δεν είναι, μόνο αυτοί το ξέρουν. 

Αλλά και οι μουσουλμάνοι πάνω στον Χριστιανισμό στηρίχθηκαν για να κάνουν την δική τους θρησκεία. Για αυτούς ο Ιησούς είναι ένας από τους μεγαλύτερους απεσταλμένους του θεού (του Αλλάχ), ο οποίος γεννήθηκε από την παρθένο Μαριάμ κατόπιν εντολής που έστειλε με τον αρχάγγελο Γαβριήλ. 
Η διαφορά όμως είναι ότι ο μεγάλος προφήτης του Αλλάχ είναι ο Μωάμεθ. (Στα αρχαία  Αραβικά Αλλάχ σημαίνει Θεός).

Σε όλη την ιστορία των θρησκειών πάντα υπήρχε και η αντίθετη άποψη, αυτή που στηριγμένη στις επιστήμες και στο επίπεδο γνώσεων που συνεχώς ανέβαινε, αρνιόταν να δεχθεί αυτές τις φαντασιώσεις για δήθεν καλά και κακά πνεύματα ή για άυλους κόσμους με αγγέλους και διαβόλους. 
Οι αρχαίοι Έλληνες υλιστές φιλόσοφοι (Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, Ηράκλειτος) είχαν ανοίξει ολόκληρο μέτωπο ενάντια στις θρησκευτικές δοξασίες. Οι φιλόσοφοι Λεύκιππος και Δημόκριτος, που ανέπτυξαν ένα ολοκληρωμένο σύστημα ατομικού υλισμού, κυνηγήθηκαν από τον ιδεαλιστή Πλάτωνα.
 Ο φιλόσοφος Επίκουρος 
και ο Ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος που συνέχισαν το έργο του Δημόκριτου, συνέβαλαν πολύ στη διάδοση του αθεϊσμού στην αρχαιότητα.
Η πάλη της γνώσης και της επιστήμης με τις δοξασίες, τα πνεύματα και τις θρησκείες, ξεκίνησε από τα πρώτη στιγμή που αυτά έκαναν την εμφάνισή τους.
 Αυτή η αντιπαράθεση παρουσιάζεται ανάγλυφα στον αρχαίο μύθο του Προμηθέα. 
Ο προμηθέας έκλεψε από τους θεούς τη φωτιά και την γνώση και την έφερε στους ανθρώπους. Η φωτιά (συγκεκριμένα ο τρόπος με τον οποίο θα την ανάβουν), ήταν η σημαντικότερη γνώση που κατέκτησε ο άνθρωπος στα πρώτα βήματά του. 
Οι θεοί όμως δεν θέλουν οι άνθρωποι να αποκτούν τις γνώσεις και έτσι τιμωρούν τον Προμηθέα.
 Σύμφωνα λοιπόν με τον μύθο τον αλυσοδένουν σε ένα βράχο και βάζουν έναν αετό να του ξεσκίζει τις σάρκες. 
Ο μύθος μας διδάσκει ότι για να μπορούν να υπάρχουν οι θεοί, οι άνθρωποι δεν πρέπει να αποκτούν αυτές τις γνώσεις, επειδή οι γνώσεις των φυσικών νόμων είναι ασυμβίβαστες με την ύπαρξη των θεών. 
Αν οι άνθρωποι μάθουν, οι θεοί θα εξαφανιστούν.

Κι αν οι θεοί κατόρθωσαν να επιζήσουν μέχρι τις μέρες μας, αυτό οφείλεται στο ότι, όλες οι άρχουσες εκμεταλλεύτριες τάξεις, τους είχαν απόλυτη ανάγκη για να μπορούν να διατηρούνται στην εξουσία. 
Έπρεπε να καλλιεργούν συνεχώς τις δεισιδαιμονίες, τις προλήψεις, τον φόβο για τον θάνατο και την προσμονή μιας δήθεν «μετά θάνατο ζωή». 

Σκεφτείτε ότι εκείνες τις εποχές δεν υπήρχε η τηλεόραση ούτε είχε αναπτυχθεί η ψυχολογία για να μπορούν να ελέγχουν την σκέψη των λαϊκών μαζών και να τις χειραγωγούν. 
Έτσι η θρησκεία χρησιμοποιήθηκε σαν το βασικότερο εργαλείο για να ελέγχονται οι λαοί και να μην εξεγείρονται ενάντια στους καταπιεστές τους.  
Σε όλες τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες, από την ημέρα που γεννιόμαστε μέχρι να πεθάνουμε, γονείς, δάσκαλοι, παπάδες, προσπαθούν να μας φυτέψουν στο μυαλό την ιδέα της πίστης σε κάποιον θεό. 

Αν εσείς που διαβάζετε αυτές τις γραμμές πιστεύετε ακόμα σε πνεύματα, θαύματα, θεούς και διαβόλους, παρακαλώ αναλογιστείτε το εξής: 
Πώς είναι δυνατόν εμείς σήμερα, να διατηρούμε ακόμα τις ίδιες εκείνες δοξασίες για πνεύματα και θεούς που δημιούργησαν πριν από τόσες χιλιάδες χρόνια εκείνοι οι πρωτόγονοι άνθρωποι λόγω της άγνοιάς τους; 
Κι αν υπάρχουν ερωτήματα που μοιάζουν μυστήρια και φαίνονται ανεξήγητα, μη βιάζεστε να καταφύγετε στην μεταφυσική.
 Να είστε σίγουροι ότι στο μέλλον η επιστήμη θα δώσει τις απαντήσεις, 
όπως εξήγησε τόσα άλλα μέχρι τώρα…

Του Γιάννη Βεντούρα

Τίτλος και
Παρουσίαση κειμένου: Viva La Revolucion