Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βάρναλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βάρναλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

17 Απριλίου, 2020

Κώστας Βάρναλης: "Η μάνα του Χριστού"


Kάθε φορά που το διαβάζω αυτό το ποίημα του Κ. Βάρναλη δυσκολεύομαι να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Είναι ότι συγκλονιστικότερο έχει γραφτεί για τη μάνα του Χριστού. Και είναι γραμμένο από τον εκ πεποιθήσεως άθεο Κώστα Βάρναλη... 
Και εδώ ακριβώς βλέπεις τη διαφορά για το πως προσεγγίζουν οι μαρξιστές διανοούμενοι τα ζητήματα της θρησκείας και των μεταφυσικών ανθρώπινων αγωνιών και πως οι αστοί άθεοι διανοούμενοι. 
Σεβασμός των μαρξιστών διανοουμένων στη μεταφυσική αγωνία του συνανθρώπου, δεν τον λοιδορούν για την πίστη του κι από πάνω τη δένουν με τη λαϊκή παράδοση, την οποία υπερασπίζονται ως πολύτιμη ιστορική και πολιτιστική συνέχεια των λαών...
Α! πώς είχα σα μάνα κ’ εγώ λαχταρήσει
(είταν όνειρο κ’ έμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ' από μίση!
Ένα κόκκινο σπίτι σ’ αβλή με πηγάδι...
και μια δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδι,
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι.
Κι’ άμ’ ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,
με τα ρούχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι,
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι
ν΄ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι.
Κ’ αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει
τον καλό σου τον ήσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,
η ακριβή σου να βγάνει νερό να σου χύσει,
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει.
Κι ο κατόχρονος θάνατος θά φτανε μέλι
και πολλή φύτρα θά φηνες τέκνα κι αγγόνια
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει.
Κατεβάζω στα μάτια τη μάβρην ομπόλια,
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει...
Ξεφαντώνουν τ’ αηδόνια στα γύρο περβόλια,
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.
Φέβγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου,
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν έχεις.
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη, γιε μου,
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!
Καθώς κλαίει, σαν της πέρνουν το τέκνο, η δαμάλα,
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.
Στύλωσέ μου τα δυο σου τα μάτια μεγάλα:
τρέχουν αίμα τ’ αστήθια, που βύζαξες γάλα.
Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιο τ’ όνομά σου!
Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη...
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη
κι όσο ο γήλιος να πέσει και νά ρθει το δείλι,
το σταβρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι.
Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: «Ποιος ο Χριστός;» τί πες «Νά με»!
Αχ! δεν ξέρει, τί λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!
* Η φώτο είναι σκηνή από την ταινία "Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο" του επίσης μαρξιστή και δηλωμένου άθεου. Pier Paolo Pasolini. Είναι η μητέρα του σκηνοθέτη Susana, στον ρόλο της Μαρίας, της μητέρας του Χριστού.

28 Οκτωβρίου, 2018

O ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ "28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ" !!


Χρονογράφημα του Κ.Βάρναλη στο «Ρίζο της Δευτέρας» στις 28/10/1947 για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.
H BOYBH EΠΕΤΕΙΟΣ.

Γιορτή και λαός.

H 28 του Οχτώβρη είναι μια μεγάλη μέρα για τον ελληνικό λαό – και μέρα ντροπής για τους προδότες του. Κι όμως ετούτοι γιορτάζουνε το “αλβανικό έπος”. Και πάλι χωρίς το λαό. Και πάλι με φράχτη γύρω τους τα όπλα -για να τους φυλάνε όταν πηγαίνουν στην τελετή – να φυλάνε από το λαό τους εχθρούς του λαού.
Το τι νόημα δίνουνε στον όρο “αλβανικό έπος” οι φυγάδες του “έπους” φαίνεται από το νόημα που δίνουνε σε κάτι ανάλογες και παράλληλες ορολογικές απάτες όπως π.χ “απελευθέρωση”, “ανεξαρτησία”,”δημοκρατία”, “αμερικάνικη βοήθεια”, “πνευματική ελευθερία” κλπ. Το ουσιαστικό περιεχόμενο των λέξεων είναι διαμετρικά αντίθετο με την ετυμολογική τους σημασία.
Αλλά το νόημα, που έδινε η 4η Αυγούστου στο “αλβανικό έπος”, μας το εξήγησε τότες με τρόπον επίσημον ο τότε διευθυντής της Ασφαλείας κ. Παξινός. Ενώ δηλαδή ο ελληνικός λαός γυμνός και άοπλος, εγκαταλειμμένος από τους “αρχηγούς” του χτύπαε στο μέτωπο και μπροστά και πίσω του τους εχθρούς της ελευθερίας του, τους φασίστες, οι αρχηγοί του ελληνικού φασισμού ετοιμάζανε στην πρωτεύουσα την παράδοση του λαού – γιατί η συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήταν παράδοση του στρατού μονάχα (των 200 χιλιάδων ανδρών), αλλά ολάκερου του ελληνικού λαού (των 7 εκατομμυρίων).
Ο μοναρχοφασισμός που είπε το μαύρο του “όχι”, μονάχα για τον τύπο, κοίταε από την πρώτη στιγμή πώς θα έσωζε όχι την “πατρίδα”, παρά το καθεστώς του. Πώς θα περνούσε τον ελληνικό λαό από τα δικά του χέρια στα ξένα χέρια,χωρίς ο μεσίτης να χάσει ούτε την ηγεσία του λαού, ούτε τα κέρδη του απ΄αυτόν.
Η συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήτανε πράξη ανωτέρας βίας παρά θεληματική συμμαχία με τον εχθρό εναντίον του λαού. Και κανένας από τους μεταδεκεμβιανούς κυβερνήτες δεν αμφιβάλλει πως στην σημερινή επέτειο δεν γιορτάζεται το “αλβανικό έπος”, παρά η “συνθηκολόγηση” και η συνεργασία με τον εχθρό. Αν τότε ο ελληνικός λαός νικούσε ως το τέλος τους εχθρούς κι έσωζε την ελευθερία του, οι σημερινοί συνεχιστές της 4ης Αυγούστου, τη σημερινή επέτειο θα την είχανε ημέρα “εθνικού πένθους”.
Λοιπόν. Τότες κ’ εμείς οι αριστεροί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι πήραμε στα σοβαρά (όπως κι ο λαός) τον πόλεμο κατά των “βαρβάρων επιδρομέων”. Και γράφαμε πύρινα άρθρα εναντίον τους- εναντίον του “φασισμού”. Μα το είπαμε: ο δικός μας ο φασισμός, τέκνο και ομοίωμα του ιταλικού και του γερμανικού, δεν του καλάρεσε να βρίζουμε το “σύστημα”. Κι ένα βράδυ (χειμώνας ήτανε) μας μαζέψανε στη Γενική Ασφάλεια τους ξεροκέφαλους αριστερούς που χαλούσαμε τη “δουλειά”. Ήτανε (όσο θυμάμαι) ο Καρβούνης, ο Κορδάτος, ο Κορνάρος, ο Πανσέληνος, ο Μέξης, ο Σπ. Θεοδωρόπουλος. Και ξαφνικά για λίγες ώρες μονάχα μας φέρανε ωραίον, κομψόν και γόητα, με ύφος “υπεράνω όλων” μας, τον κ. Καραγάτση. Μα ως το βράδυ τον αφήσανε.
Το άλλο βράδυ μας ξαναπήγανε στη Διεύθυνση της Γεν. Ασφαλείας, όπου μας παρουσιάσανε στον κ. Παξινό. Εκεί πήραμε το “πρώτο βάπτισμά” μας στο νόημα του “αλβανικού έπους”. Ο κ. Διευθυντής, κοφτά και μελετημένα μας είπε να μην κάνουμε τον έξυπνο στα άρθρα μας βρίζοντας το φασισμό (έτσι βρίζαμε έμμεσα και την 4η Αυγούστου. Και σ’ αυτή την άποψη δεν είχε άδικο ο κ. Διευθυντής) και πως δεν φταίει καθόλου ο φασισμός για τον πόλεμο.
Με άλλα λόγια, εννοούσε πως έφταιγε ο ιταλικός λαός που μας μισούσε ή που είχε καταχτητικές βλέψεις, λες κ’ οι λαοί αισθάνονται ή ενεργούνε μοναχοί τους κ’ είναι υπεύθυνοι αυτοί για ό,τι αγαπούνε ή μισούνε και για ό,τι κάνουνε -όπως τα ομαδικά εγκλήματα εναντίον των αμάχων.
Κι αφού μας ενουθέτησε και μας έκανε προσεχτικούς για το μέλλον μάς άφησε “λέυτερους”, δηλ. μας “εδέσμευσε” τη σκέψη και τη γλώσσα. Έπρεπε δηλ. κ’ εμείς να βοηθήσουμε τον ξένο φασισμό να κατεβεί και να θρονιαστεί άνετα στην Ελλάδα δίπλα στο ντόπιο.
Κάτι ανάλογο μου είπε μια μέρα κι ο διευθυντής της εφημερίδας, που εργαζόμουνα τότες. Έγραφα μια ιστορία (επί διόμισυ μήνες) της διαφθοράς και απανθρωπίας των πολιτικών ηθών της Ρώμης από το Σύλλα και πέρα. Η περίσταση και η πεποίθησή μου με κάνανε να χρωματίζω κάπως ζωηρότερα τα πρόσωπα και τα πράγματα και να τα χαρακτηρίζω με τον ίδιο τρόπο – κυρίως την αρπαχτικότητα και τη φιλοχρηματία των ισχυρών της “αιώνιας πόλεως”: Σύλλα, Κράσσου, Οκταβίου, Κικέρωνα, Σενέκα κλπ.
Ο διευθυντής μου λοιπόν με κάλεσε και μου λέγει¨
-Είπαμε να βρίζεις τους Ρωμαίους, αλλ’ όχι και τους πλουτοκράτες! Δυστυχώς οι περισσότεροι αναγνώστες μας (της Κηφησιάς) είναι πλουτοκράτες.
-Μα εγώ βρίζω, του απάντησα γελώντας, τους τότε Ρωμαίους πλουτοκράτορες, όχι τους τώρα Έλληνες πλουτοκράτες. Εκείνοι ήταν τέρατα. Οι δικοί μας είναι εντάξει : πατριώτες και καλοί χριστιανοί…
Μ’ άλλα λόγια οι δυο διευθυντές της Ασφαλείας και της αστικής εφημερίδας, θέλανε ο πρώτος να μη βρίζουμε τους εξωτερικούς εχθρούς κι ο δεύτερος τους εσωτερικούς. Ας χάνεται η πατρίδα, αλλ’ όχι το σύστημα. Θέλετε τώρα άλλην εξήγηση του τι σημαίνει γι’ αυτούς ο όρος “αλβανικόν έπος”;
Όταν λοιπόν οι εχθροί του λαού ξηγιούνται με τόση ειλικρίνεια, τότε γιατί ο λαός να μην έχει το δικαίωμα να τους τα λέει κι αυτός από την καλή; Θα πείτε δεν τον αφήνουν. Θα τον αφήσουν! Κι αν τώρα ο λαός τιμά ανεπίσημα αυτήν την επέτειο, θα έρθει η μέρα σύντομα, που θα την γιορτάζει επίσημα κι όπως της αξίζει.
Απ τη σ. Ελένη 
***
Για Σήμερα:
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ
Ανακοίνωση για την 28η Οκτωβρίου 1940
Η 28η Οκτωβρίου 1940 και τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δεκαετία του 1940 αποτελούν πηγή αγωνιστικής έμπνευσης και εξαγωγής ιστορικών διδαγμάτων. Αποτίουμε φόρο τιμής στα χιλιάδες μέλη του ΚΚΕ, σε όλους κι όλες τους αγωνιστές και αγωνίστριες, που με οποιονδήποτε τρόπο βγήκαν στο δίκαιο αγώνα, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, διώχτηκαν, έδωσαν και τη ζωή τους για τα δίκια και τη λευτεριά του λαού μας.
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν απότοκο των μεγάλων αντιθέσεων και αδιεξόδων που συγκλόνιζαν το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, της ανάγκης του να ξεπερνάει με βίαιο τρόπο τις οικονομικές κρίσεις, με το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής.
Ταυτόχρονα, στόχος και των δύο ιμπεριαλιστικών μπλοκ, τόσο του Αξονα (Γερμανίας - Ιταλίας - Ιαπωνίας), όσο και των ΗΠΑ - Μ. Βρετανίας και των συμμάχων τους, ήταν η καταστροφή της Σοβιετικής Ενωσης, που αποτελούσε φάρο για όλους τους λαούς και πρωτοστάτησε στη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Αυτό προσπαθούν να συγκαλύψουν όσοι ανιστόρητα εξισώνουν το ναζισμό με τον κομμουνισμό, για να κρύψουν ότι τα δύο πραγματικά άκρα που συγκρούονται είναι ο σοσιαλισμός απ' τη μια και ο καπιταλισμός απ' την άλλη, είτε ασκεί την κυριαρχία του με την κοινοβουλευτική μορφή είτε με την κατάργησή της.
Το έπος της ΕΑΜικής Αντίστασης, ενάντια στην τριπλή φασιστική κατοχή, διαψεύδει τα διάφορα «επιχειρήματα» ότι ο λαός μεγαλουργεί όταν συσπειρώνεται στους στόχους μιας επίπλαστης «εθνικής ενότητας», δηλαδή τους εκάστοτε στόχους της άρχουσας τάξης. Ούτε το 1940 ούτε στην πορεία αυτού του αγώνα υπήρξε «εθνική ενότητα», από τη σκοπιά των στόχων του εργαζόμενου λαού.
Αυτό που στην πραγματικότητα υπήρξε ήταν: Από τη μια μεριά η πλειοψηφία του λαού, που αγωνίστηκε από τις γραμμές του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, οι στρατιωτικοί που εξέφραζαν το γνήσιο λαϊκό πατριωτισμό και το ΚΚΕ, που ήταν ο βασικός εμπνευστής, καθοδηγητής και αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης και το πλήρωσε με βαρύ φόρο αίματος. Και από την άλλη υπήρχε η αστική τάξη και οι πολιτικές της δυνάμεις, οι οποίες άλλες συνεργάστηκαν ανοιχτά με τον κατακτητή, οι δοσίλογοι, ταγματασφαλίτες και μαυραγορίτες, άλλες διέφυγαν στο εξωτερικό κι άλλες, λιγοστές, που οργάνωσαν «αντιστασιακές ομάδες», με την καθοδήγηση των Βρετανών, έχοντας τα μάτια τους στραμμένα στις μεταπολεμικές εξελίξεις για τη σταθεροποίηση της αστικής εξουσίας και την υπονόμευση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Γι' αυτούς τους λόγους μόνο τυχαίο δεν είναι ότι στη χώρα μας εορτάζεται η έναρξη του πολέμου και όχι η απελευθέρωσή της, τον Οκτώβρη του 1944, ή η οριστική λήξη του πολέμου, την 9η Μάη 1945, με την αθάνατη εποποιία του Κόκκινου Στρατού και την άνευ όρων παράδοση των ναζί.
Σήμερα προβάλλεται ως «εθνικός στόχος» η καπιταλιστική ανάπτυξη, που στηρίζεται στα συντρίμμια των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων και η συμμετοχή της Ελλάδας σ' όλα τα πολεμοκάπηλα σχέδια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, στο όνομα της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» της χώρας. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ υπηρετεί αυτούς τους σχεδιασμούς σε ρόλο σημαιοφόρου, ενισχύοντας και επεκτείνοντας τις βάσεις στην Ελλάδα, μετατρέποντας τη χώρα σε ένα απέραντο αμερικανοΝΑΤΟικό ορμητήριο, εμπλέκοντας το λαό μας σε μεγάλες περιπέτειες.
Η ΕΑΜική Αντίσταση διαψεύδει κι όλους εκείνους ανάμεσά τους και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που με πρόσχημα τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό, δικαιολογεί την πλήρη ενσωμάτωση και συνειδητή στήριξή της σε όλα αυτά τα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια. Αν είχε επικρατήσει τότε στο λαό αυτός ο «ρεαλισμός», δεν θα υπήρχε η μεγαλειώδης ΕΑΜική Αντίσταση, που ο ΣΥΡΙΖΑ εμπορεύεται.
Ομοίως και τα άλλα αστικά κόμματα στηρίζουν αυτήν τη στρατηγική, όπως και τις συμφωνίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με τις ΗΠΑ για τη βαθύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στους σχεδιασμούς κι ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών, με επίκεντρο την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου και των αγορών. Ανταγωνισμοί που μπορούν να πάρουν και τη μορφή της γενικευμένης πολεμικής αντιπαράθεσης.
Αυτές οι εξελίξεις καθιστούν επίκαιρο όσο ποτέ το ιστορικό δίδαγμα από την πάλη της δεκαετίας του 1940, ότι ο αγώνας για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των συνόρων της χώρας δεν μπορεί να είναι αποκομμένος από την πάλη για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, που γεννά τον πόλεμο, τις κρίσεις, τη φτώχεια, το τέρας του φασισμού.
Ο λαός χρειάζεται να αποχτήσει εμπιστοσύνη και δύναμη στην πάλη του για το δίκιο και τη νίκη, στηριγμένος και στην ιστορική του πείρα να εμπιστευτεί το ΚΚΕ. Για να μη βρεθεί «κάτω από τη σημαία» των εκμεταλλευτών του, αλλά να χαράξει το δικό του δρόμο, για τη δική του εξουσία. Να συγκροτήσει τη δική του κοινωνική συμμαχία, με στόχο να γίνει ο ίδιος κυρίαρχος του πλούτου που παράγει, έξω από τις λυκοσυμμαχίες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.


14 Φεβρουαρίου, 2018

ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΛΗ: ΟΙ ΔΥΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ-ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ

 Κώστας Βάρναλης: Η βουβή επέτειος



Χρονογραφημα του Κ.Βάρναλη στο «Ρίζο της Δευτέρας» στις 28/10/1947 για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. 

Τόσο επίκαιρο τώρα και με την έξαρση του αλυτρωτισμού, από όλες τις μεριές... 
Του αλυτρωτισμου, που πάντα συγκαλύπτει τη αληθινή μήτρα του κακού...
...Λοιπόν. Τότες κ’ εμείς οι αριστεροί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι πήραμε στα σοβαρά (όπως κι ο λαός) τον πόλεμο κατά των “βαρβάρων επιδρομέων”. 
Και γράφαμε πύρινα άρθρα εναντίον τους- εναντίον του “φασισμού”. 
Μα το είπαμε: 
ο δικός μας ο φασισμός, τέκνο και ομοίωμα του ιταλικού και του γερμανικού, δεν του καλάρεσε να βρίζουμε το “σύστημα”. 
Κι ένα βράδυ (χειμώνας ήτανε) μας μαζέψανε στη Γενική Ασφάλεια τους ξεροκέφαλους αριστερούς που χαλούσαμε τη “δουλειά”. 
Ήτανε (όσο θυμάμαι) ο Καρβούνης, ο Κορδάτος, ο Κορνάρος, ο Πανσέληνος, ο Μέξης, ο Σπ. Θεοδωρόπουλος. 
Και ξαφνικά για λίγες ώρες μονάχα μας φέρανε ωραίον, κομψόν και γόητα, με ύφος “υπεράνω όλων” μας, τον κ. Καραγάτση. Μα ως το βράδυ τον αφήσανε.
Το άλλο βράδυ μας ξαναπήγανε στη Διεύθυνση της Γεν. Ασφαλείας, όπου μας παρουσιάσανε στον κ. Παξινό. 
Εκεί πήραμε το “πρώτο βάπτισμά” μας στο νόημα του “αλβανικού έπους”. 
Ο κ. Διευθυντής, κοφτά και μελετημένα μας είπε να μην κάνουμε τον έξυπνο στα άρθρα μας βρίζοντας το φασισμό
(έτσι βρίζαμε έμμεσα και την 4η Αυγούστου. Και σ’ αυτή την άποψη δεν είχε άδικο ο κ. Διευθυντής)
 και πως δεν φταίει καθόλου ο φασισμός για τον πόλεμο.
Με άλλα λόγια, εννοούσε πως έφταιγε ο ιταλικός λαός που μας μισούσε ή που είχε καταχτητικές βλέψεις, 
λες κ’ οι λαοί αισθάνονται ή ενεργούνε μοναχοί τους κ’ είναι υπεύθυνοι αυτοί για ό,τι αγαπούνε ή μισούνε και για ό,τι κάνουνε 
-όπως τα ομαδικά εγκλήματα εναντίον των αμάχων.
Κι αφού μας ενουθέτησε και μας έκανε προσεχτικούς για το μέλλον μάς άφησε “λέυτερους”, δηλ. μας “εδέσμευσε” τη σκέψη και τη γλώσσα. 
Έπρεπε δηλ. κ’ εμείς να βοηθήσουμε τον ξένο φασισμό να κατεβεί και να θρονιαστεί άνετα στην Ελλάδα δίπλα στο ντόπιο....


Άπαιχτος 
☺☺☺
Mα Εγώ βρίζω τού Απάντησα γελώντας, 
τούς τότε Ρωμαίους πλουτοκράτες, 
Όχι τούς τώρα Έλληνες πλουτοκράτες.
 Εκείνοι ήταν τέρατα' 
οι δικοί μας είναι εν τάξει πατριώτες μεγάλοι και καλοί χριστιανοί...
***
Μ΄άλλα λόγια οι δύο διευθυντές της Ασφάλειας και τής αστικής εφημερίδας,

 θέλανε ο πρώτος να μή ερεθίζουμε τούς εξωτερικούς εχθρούς 
κι' ο δεύτερος τούς εσωτερικούς.

Ας χάνεται η πατρίδα, αλλ' όχι το σύστημα.

Θέλετε τώρα άλλην εξήγηση τού τί σημαίνει γι' αυτούς ο όρος "Αλβανικό έπος" ;

*****************************

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ 

Γεννήθηκε σα σήμερα το 1884



Πάντα οι νικημένοι έχουνε τ’ άδικο.
Και τ’ άβουλο πλήθος πάει ταχτικά με τους νικητές.
Ως τώρα η ιστορία του Κόσμου είναι ιστορία των Νικητών.
Λεφτεριά θα πει δύναμη.
Οι λαοί πιστεύουνε πιότερο τ’ αφτιά τους παρά τα μάτια τους.
Πιότερο το Μύθο παρά τα γεγονότα.
Πιότερο τη φαντασιά τους παρά την κρίση τους.
ΜΩΜΟΣ: Δεν μπορούνε να σωθούν οι ψυχές από τίποτα,
όσο παραμένει όξω τους η αιτία του Κακού.
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ: Ποια;
ΜΩΜΟΣ: Η Ανισότητα.

“Το φως που καίει”



Με τις ανάλογες παρεμβολές-επεξεργασία για να φαίνεται η δημοσίευση της εφημερίδας απ' το blog. 
Αλιεύτηκε από την σ.: 
Ελενη Μαρκακη


05 Φεβρουαρίου, 2017

,,Έχετε τόση λεφτεριά, όσο να κάνετε τη φυσική σας ανάγκη στη ρεματιά, όταν δε σας βλέπει χωροφύλακας,,

Ξυλόγλυπτο του Τάσσου
Από:

«Θα πήγαινα, που λέτε
στους λαϊκούς μαχαλάδες της Αθήνας στα βρωμοχώρια της Αττικής από τις Κάβο Κολόνες ίσαμε τα Κούντουρα κι από την Κούλουρη ίσαμε το Καπαντρίτι. 
Θα κατέβαινα στα σκοτεινά χαμόσπιτα, γεμάτα κοριούς και χτίκιασμα, θα μπαινα στα μικρομάγαζα της φτωχολογιάς, στα καρβουνιάρικα του λιμανιού, γιομάτα λέρα και βόχα. 
Και θα λεγα: Λέφτεροι πολίτες:
 Αφτός ο τόπος, κι αν ακόμα βρισκόταν στη Σκυθία, όπου σπάνια ξεμυτίζει ο γήλιος ανάμεσ’ από μάβρα σύνεφα και πάνου σ’ άλιωτα χιόνια, πάλι θα τανε ο καλύτερος απ’ όλους, γιατί το θέλ’ η καρδιά σας. 
Είναι η πατρίδα. 
Δικιά σας η πατρίδα, μα τίποτα δικό σας μέσα σ’ αφτήνε: χωράφια και παλάτια, καράβια και χρήμα, Θεοί κι εξουσία, σκέψη και θέληση –
 όλα ξένα! 
Λιγοστοί σας έχετε τόσο μέρος, όσο να τρυπώνετε ζωντανοί και να θάβεστε πεθαμένοι
 και τόση λεφτεριά, όσο να κάνετε τη φυσική σας ανάγκη στη ρεματιά, όταν δε σας βλέπει χωροφύλακας…
Κι όταν βυθίζεται το μάτι σας πέρα στο γαλάζιο πέλαγος, όπου πάνε κι έρχονται καΐκια και φρεγάδες κουβαλώντας από το στόμα του Νείλου κι απ’ τον Κιμμέριο Βόσπορο κι απ’ τις Ηράκλειες στήλες σιτάρι, χάλκωμα, μετάξι και γυναίκες, περηφανέβεστε, πως είναι δικά σας, γιατί ναι «εθνικά»! 
Και κανένας δε συλλογάται, 
πως όλα τ’ αγαθά μαζέβονται σε λίγα χέρια. Ατζέμηδες, Μοραΐτες, Θηβαίοι και Κορθιώτες 
σας σκοτώνουνε μια φορά μα τα χέρια τ’ αδερφικά σας 
σφίγγουνε το καρύδι του λαρυγγιού σ’ όλη σας τη ζωή 
και σας δολοφονούνε κάθε μέρα. 
Όχι μονάχα τίποτα δικό σας γύρα,
 μα κι όλος ο εαφτός σας κι η ψυχή σας είναι δικά τους»
Κ. Βάρναλης, η αληθινή απολογία του Σωκράτη


28 Απριλίου, 2016

Κώστας Βάρναλης: "Η μάνα του Χριστού"

Κώστας Βάρναλης (Αίγινα, 1931)
Πώς οι δρόμοι εβωδάνε με βάγια στρωμένοι,
ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρο μπαξέδες!
Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει
και μακριάθε βογγάει και μακριάθε ανεβαίνει.

Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα,
των αλλώνε τα μίση καιρό τηνε θρέφαν
κι αν η μάβρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα,
νά που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα! (*)

Α! πώς είχα σα μάνα κ’ εγώ λαχταρήσει
(είταν όνειρο κ’ έμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ' από μίση!

Ένα κόκκινο σπίτι σ’ αβλή με πηγάδι...
και μια δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδι,
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι.

Κι’ άμ’ ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,
με τα ρούχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι,
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι
ν΄ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι.

Κ’ αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει
τον καλό σου τον ήσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,
η ακριβή σου να βγάνει νερό να σου χύσει,
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει.

Κι ο κατόχρονος θάνατος θά φτανε μέλι
και πολλή φύτρα θά φηνες τέκνα κι αγγόνια
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει.

Κατεβάζω στα μάτια τη μάβρην ομπόλια,
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει...
Ξεφαντώνουν τ’ αηδόνια στα γύρο περβόλια,
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.

Φέβγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου,
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν έχεις.
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη, γιε μου,
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!

Καθώς κλαίει, σαν της πέρνουν το τέκνο, η δαμάλα,
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.
Στύλωσέ μου τα δυο σου τα μάτια μεγάλα:
τρέχουν αίμα τ’ αστήθια, που βύζαξες γάλα.

Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιο τ’ όνομά σου!

Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη...
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη
κι όσο ο γήλιος να πέσει και νά ρθει το δείλι,
το σταβρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι.

Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: «Ποιος ο Χριστός;» τί πες «Νά με»!
Αχ! δεν ξέρει, τί λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!

Κώστας Βάρναλης, "Η μάνα του Χριστού" (από την συλλογή Φως που καίει. Εδώ η αντιγραφή έγινε από την συγκεντρωτική έκδοση: Κώστας Βάρναλης, Άπαντα τα ποιητικά 1904-1975, Κέδρος, 2015, σελ. 542)


Μπουργκάς, γενέτειρα του Βάρναλη: Αναμνηστική πλάκα προς τιμή του. ("Εδώ γεννήθηκε ο μεγάλος
έλληνας κομμουνιστής ποιητής και άνθρωπος της ειρήνης Κώστας Βάρναλης 1884-1974")

Τούτο το ποίημα κουβαλάει και μια ιστορία. 

Αν και η συλλογή "Φως που καίει" δημοσιεύθηκε το 1922 (με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας), η άκρως συντηρητική -αυτοπροσδιοριζόμενη και ως φιλολογική- εφημερίδα Εστία στο φύλλο της 10/11/1924 κατηγόρησε ευθέως τον ποιητή ως υβριστή της Παναγίας. 
Στην ουσία, τον Βάρναλη τον πήρε από σπόντα το κύμα που είχε σηκώσει ο συντηρητισμός κατά των δημοτικιστών τής εποχής (Γληνός, Δελμούζος, Ιορδανίδης, Ιμβριώτου κλπ). 
Το δημοσίευμα της Εστίας λειτούργησε ως καταλύτης για να ξεσπάσουν τα μεγάλα επεισόδια, που έμειναν στην ιστορία ως Μαρασλειακά
Απόρροια όλων αυτών ήταν να απολυθεί ο Βάρναλης από την θέση τού καθηγητού στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία.

Το 1935, ο Βάρναλης απαντά σ' εκείνο το προ 11 ετών δημοσίευμα της Εστίας. Η απάντησή του σώζεται στην πολύτιμη έκδοση του Κέδρου "Κώστας Βάρναλης: Φιλολογικά απομνημονεύματα", την οποία επιμελήθηκε ο Κωστής Παπαγιώργης. Εκεί, ο ποιητής σημειώνει, μεταξύ άλλων:

Όποιος διάβασε το ποίημα της "Μάνας του Χριστού" δεν πιστεύω να συνάντησε πουθενά καμιά βρισιά. 

Αυτό το ποίημα έχει απαγγελθεί πολλές φορές από διάφορους μπροστά σε πολύν κόσμο κι ωστόσο όλοι συγκινηθήκανε και κανένας δε βρήκε την περίφημη βρισιά της "Εστίας". 
ΙΙρώτα-πρώτα θα ήτανε πολύ γελοίος άνθρωπάκος εκείνος, που θα μπορούσε να έχει προηγούμενα με τα υπερφυσικά όντα κάθε θρη­σκείας και κάθε μυθολογίας! 
Όσο για μένα όλες οι υπερφυσικότητες και οι μεταφυσικότητες είναι έξω από την πνευματική και από τη συναισθηματική ζωή μου. 

Αν ή Παναγία μού κίνησε το ποιητικό μου ενδιαφέρο, είναι γιατί μπορούσε εύκολα να γίνει η Μάνα-Σύμβολο, ο τύπος όλων των μανάδων, που κλαίνε και δέρνονται, όταν τους αδικοσκοτώνουνε τα παιδιά τους, ο τύπος και το σύμβολο της πραγματικής μητρότητας, που μπορεί να φτάσει ίσαμε την έσχατη προστυχιά και ίσαμε το έγκλημα για να σώσει το πλάσμα της. 
Αυτό δεν ήτανε βρισιά ούτε ενάντια της μάνας ούτε ενάντια στα θεία! 
Ένας άθρησκος άνθρωπος δε βρίζει τα θεία (πώς να τα βρί­σει, αφού δεν τα πιστεύει!). 
Εκείνοι τα βρίζουνε, που και τα καπηλεύονται. Οι γνωστές βλαστήμιες "Το Χριστό σου! την Παναγία σου! τα πεθαμένα σου" είναι αποκλειστικό δικαίωμα και προνόμιο εκείνων που "πιστεύουνε" στα θεία και φοβούνται το θάνατο, όσο και την Αλήθεια! (...) 

Δεν έχω καμιά πρόθεση ν' αποδείξω με λογικά και... άλλα επιχειρήματα, πως το Κράτος άδικα με έπαψε από καθηγητή, ενώ εγώ ήμουνα και καλός χριστιανός και καλός πατριώτης και καλός στρατιώτης! 

(Αυτές οι δύο τελευταίες ιδιότητες του υποδειγματικού πολίτη δε συμβιβάζονται συναμεταξύ τους. Ενας καλός πατριώτης δεν υπηρετεί ποτές στρατιώτης. Κόβει αυτός κι υπηρετούνε τα κορόιδα). 
Ομολογώ πως δεν έχω καμιά απ' αυτές τις τρεις καλοσύνες - κι ας σημειώνει το στρατιωτικό απολυτήριό μου "διαγωγή εξαίρετος"! 
Κι ομολογώ πως δίκαια με τιμώρησε το Κράτος, σύμφωνα με τη βαθύτερη, την πραγματική έννοια του όρου Δίκιο = "το του κρείττονος συμφέρον", δηλαδή το συμφέρο του δυνατότερου, αλλιώς "δίκαιον του ισχυρότερου". 
Και σε όλες τις ταξικές κοινωνίες, υλικά δυνατότερη είναι η κυρίαρχη τάξη, πνευματικά δυνατότεροι οι ιδεολόγοι της κυριαρχίας της και ηθικά δυνατότεροι οι λακέδες. 
Στην Ελλάδα αυτή η κυρίαρχη τάξη, με τους ιδεολόγους της και τους λακέδες της, ήτανε πάντα τρομαχτικά καθυστερημένη στον πολιτισμό, άρα τρομαχτικά αντιδραστική.

----------------------------------------------
(*) Ακούστε τον ίδιο τον Βάρναλη να απαγγέλλει το ποίημά του και προσέξτε ότι η δεύτερη στροφή είναι τελείως αλλαγμένη:

Της οργής και του μίσους, τη θρέψαν οι αέρες
τὴ χαρά, της Λαοθάλασσας τούτης, που βόγγει.
Πόσες νύχτες λευκές, πόσες μαύρες ημέρες
οι κρυφές, οι μουγγές την εθρέψαν φοβέρες.
Δεν ξέρω πού, πότε και πώς προέκυψε αυτή η αλλαγή. Όμως, ο Βάρναλης συνήθιζε να κοιτάζει, να ξανακοιτάζει, να διορθώνει και να ξαναδιορθώνει τα ποιήματά του.

Απαλλοτριωμένο από εδώ  !!