Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

26 Ιουνίου, 2019

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ «ΜΑΥΡΟΙ»…

Μόλις προχτές ο Κυρανάκης, όχι μόνο έμπαινε σε διάλογο μαζί τους, αλλά διαβεβαίωνε και τα ρατσιστόμουτρα με τα οποία «συναγελάζεται» στα τουίτερ ότι η εξαγγελία του Μητσοτάκη για επίδομα τέκνων αφορά μόνο σε «παιδιά που γεννιούνται από Ελληνες γονείς»… 
Τώρα ο Κυρανάκης κάνει τουιτ για να… πανηγυρίσει για την βράβευση του Αντετοκούμπο…
Το 2010 ο Γεωργιάδης έτρεχε (ως ΛΑΟΣ τότε) στις μαζώξεις των ακροδεξιών και των φασιστών ενάντια στο νομοσχέδιο για την ιθαγένεια. Εκανε δηλώσεις κατά της «καταστροφής της Ελλάδας»
και φωτογραφιζόταν κάτω από πανό που έγραφαν «Ελληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι»…
Χρόνια αργότερα (ως ΝΔ πια…) πήγαινε στις τηλεοράσεις και λοιδορούσε τον Αντετοκούμπο βγάζοντας τους γνωστούς χυδαίους λόγους σύμφωνα με τους οποίους τον Αντετοκούμπο τον λένε Έλληνα, αλλά δεν είναι Ελληνας, «μόνο» την ιθαγένεια έχει… 
Σήμερα, που ο Αντετοκούμπο αναδείχτηκε πολυτιμότερος παίκτης του NBA ο Γεωργιάδης αναπαράγει με περηφάνια στο τουίτερ του την είδηση της βράβευσης του… Ελληνα.
Και κοντά σε όλους αυτούς ο Μητσοτάκης. Ο αρχηγός του κόμματος της ΝΔ που το 2015 καταψήφιζε από αντιδραστικές θέσεις το νέο νόμο για την ιθαγένεια. Αλλά, τώρα, επίσης στέλνει συγχαρητήρια στον Γιάννη. Και ταυτόχρονα ηγείται τύπων που ξεχειλίζουν «μαυρίλα» όπως ο Κυρανάκης και ο Γεωργιάδης…  
  • papavasileiou

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

19 Δεκεμβρίου, 2018

Κυρά Χαρούλα: -''Κέρασε τονε''

Ξερά κουκιά, μισιριωτάκια καλόψητα, με τοματοπολτό που είχε φτιάξει μοναχή της και κρομύδι λασιθιώτικο που σου 'φερνε δάκρυα στα μάθια, μου 'φερε η κυρά Χαρούλα μεζέ για τη ρακή, στο ντουκιάνι της στον Άη Γιώργη του Οροπεδίου.
Μα την Παναγία, δεν ήθελα να τα καταπιώ, μόνο τα κράτουνα στη μπούκα μου όσο περσσότερο εμπόρουνα, για να μη τελειώσει η μαγεία τούτου του φαγητού που με μεγάλωσε.
Όλοι εμείς καθόμασταν γύρω από την ξυλόσομπα και κάναμε μουχαμπέτι, όταν εμπήκε στον καφενέ ένας νεαρός μετανάστης, μαυριδερός.
Έκατσε πίσω και μακρυά από εμάς, αμοναχός του, με σκυμένη την κεφαλή και τα μάθια του δεν εξεκολούσανε από το τραπέζι ομπρός του.

''Κέρασε τονε'' είπα στην κυρά Χαρούλα.
Σα να μου φάνηκε πως ένας παγωμένος αέρας επέρασε απάνω από τις κεφαλές όσων καθότανε γύρω από τη σόμπα.
Εντάκαρα να μιλώ, προσπαθώντας να διώξω αυτόν τον αέρα όξω από το ντουκιάνι.
Πιάστηκα από τα όσα εκουβεντιάζαμε προτύτερα για τους αθρώπους που ζούνε αμοναχοί και είπα τούτη την κουβέντα:

''Άμα είσαι αμοναχός σου, εσύ κι ο απατός σου, ετούτη η μοναξά παλεύεται. Η μοναξά που δεν παλεύεται και σε σακατεύει, είναι να 'σαι ολομόναχος και να θωρείς δίπλα σου αθρώπους να κάνουνε παρέα και να γελούνε ευτυχισμένοι, δίχως να σου δίνουνε σημασία. Αυτή δεν είναι μοναξά, είναι μαρτύριο''.
Αιστάνθηκα πως εκάηκε ο παγωμένος αέρας, μαζί με τα λιόκλαδα στη σόμπα.
Εφώναξα τον κακομοίρη τον ξένο να κάτσει σιμά μου.




Ίσαμε να 'ρθει, επεράσανε λίγα δευτερόλεπτα, μα ήσανε αρκετά για ν' αντιληφτώ πως με την κουβέντα μου είχα ανάψει φωθιές σε ψυχές, φωθιές που εζεσταίνανε, μα δεν εκαίγανε.
Ίσαμε την ώρα που φύγαμε, ετσούγκριζα το ποτήρι μου με τον Μουσταφά, τον Πακιστανό, τον Ξένο, τον Άνθρωπο.

Τον σαν κι εμένα, τον σαν και όλους μας.
***

Κι όσο οι στίχοι του τραγουδιού εμουλιάζανε τα εντός μου, η μορφή της κυράς Δέσποινας, της καφετζήνας στον Άη Γιώργη, εκυριαρχούσε στο νου και στην ψυχή μου.
Γιατί, για της κυράς Δέσποινας το χατήρι εσκαρφάλωνα στα Λασιθιώτικα Όρη.
Στο τοσοδά καφενεδάκι της, με τα δυό τραπεζάκια, την ξυλόσομπα και το πανάρχαιο τεζιάκι, στον ασκιανό του Δικταίου Άντρου, έβρισκε η ψυχή μου ανάπαψη κι αναγαλιασμό.
Εκειά ρεγόμουνα να κάθομαι με τις ώρες, να ξανοίγω τις φωτογραφίες των κοπελιών και των εγγονιών της κυράς Δέσποινας, κορνιζωμένες ποπάνω από το πετρογκάζ για τους καφέδες, να πίνω ρακές με το βρισκούμενο μεζέ, να 'ρχεται να καθίζει δίπλα μου και να με κερνά κουβέντες, χαμόγελα και αγάπη.
Ποτέ μου δεν εκατάλαβα γιατί η κυρά Δέσποινα είχε τόσονα μεγάλο χατήρι και τοσηνα μεγάλη δύναμη που δεν εμπόρουνα να αντισταθώ.
Σήμερα, εντακάραμε πάλι το σκαρφάλωμα στα Λασηθιώτικα βουνά.
Πάλι εξανατραγουδούσα το ίδιο τραγούδι, ονειρευόμενος το καφενεδάκι της κυράς Δέσποινας.
''Όλοι μου λεν ν' απαρνηθώτου Λασηθιού το δρόμο,μα 'γω θα πηαίνω να 'ρχομαιγια 'να χατήρι μόνο''.
Σαν εσταματήσαμε έξω από το αγαπημένο καφενεδάκι, το 'δα να 'ναι θεόκλειστο και παρατημένο.
Ένα θεόρατο χαράκι επλάκωσε την ψυχή μου, γιατί εψυχανεμίστηκα το κακό.
Η κυρά Δέσποινα δεν ζούσε για να μου ξαναφέρει ρακή με το βρισκούμενο μεζέ και να με κεράσει κουβέντες, χαμόγελα και αγάπη.
Εξάνοιγα τη γυναίκα μου με τον ίδιο τρόπο που με ξάνοιγε κι αυτή κι ήτανε και των δυό μας τα μάθια πολύ πιο υγρά απ' όσο εδικαιολογούσε η καταχνιά του Οροπεδίου.
Εμπήκαμε στο διπλανό ντουκιάνι, της κυράς Χαρούλας.
Εκεί εμάθαμε τα θλιβερά μαντάτα κι εκεί ακούμπησα την ψυχή μου να ξαλαφρώσει από τη στεναχώρια που την πλάκωνε.
Γύρω από την ξυλόσομπα, μια συντροφιά εγενήκαμε με τους χωριανούς και ίσαμε που εβράδυασε επίναμε και εκουβεντιάζαμε σαν να γνωριζόμασταν από γεννησιμιού μας.

Μα εμένα μου 'λειπε η κυρά Δέσποινα.
Φαίνεται πως εντάκαρα να γερνώ.
Μα δεν το βάνω κάτω.

Στο Οροπέδιο θα συνεχίζω να σκαρφαλώνω και κάθε φορά το ίδιο τραγούδι θα τραγουδώ:
''Όλοι μου λεν ν' απαρνηθώ
του Λασιθιού το δρόμο,
μα 'γω θα πηαίνω να 'ρχομαι
για 'να χατήρι μόνο''.
Γιατί της το βαστώ το χατήρι της κυράς Δέσποινας, κι ας είναι αποθαμένη
.


Μιχάλης Στρατάκης

31 Ιανουαρίου, 2018

η διαφορά μεταξύ εθνικισμού και Πατριωτισμού.


...Εθνικισμός σημαίνει να λες:Μπορώ να μείνω μαζί με τους κλέφτες, τους τυράννους και εκμεταλλευτές μου αν απαιτηθεί γιατί μου ανήκουν”.
Από την άλλη, όπως λέμε πάντα, πατριωτισμός σημαίνει η θέληση να καθαρίσουμε τη χώρα από τους κλέφτες, τους τυρράνους και τους εκμεταλλευτές, να προστατέψουμε τα δάση, τα ποτάμια και τους κάμπους της χώρας από τη μόλυνση”.
Μεταφράζουμε ένα άρθρο του Κεμάλ Οκουγιάν, που δημοσιεύτηκε χτες στην εφημερίδα του ΚΚ Τουρκίας κι αναλύει τη διαφορά μεταξύ των πατριωτικών αισθημάτων για μια σοσιαλιστική πατρίδα, όπως η ΕΣΣΔ, και του εθνικισμού για μια καπιταλιστική χώρα, που βάζει στο ίδιο τσουβάλι το “έθνος των εργαζομένων” με αυτό των εκμεταλλευτών του.

Ήταν το 1936. Ο ρατσισμός κι ο φασισμός ήταν ανερχόμενοι στην Ευρώπη. Η Ιταλία, η Γερμανία κι η Αυστρία παραδόθηκαν. Οι φασίστες κήρυξαν έναν “ιερό πόλεμο” ενάντια στους Δημοκρατικούς στην Ισπανία. Ο εθνικισμός μόλυνε τα πάντα. Οι διακρίσεις κατά των μαύρων έφτασαν στο απόγειό τους.
Ένα από τα πιο φιλελεύθερα ντοκουμέντα της ανθρώπινης ιστορίας, το νέο Σύνταγμα ενεργοποιήθηκε την ίδια χρονιά στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.
Ο σοσιαλισμός απαγορεύει το ρατσισμό και την πολεμική προπαγάνδα, για να μην αναφέρω το φασισμό.
Εν τω μεταξύ, στη Σοβιετική Ένωση γράφτηκε ένα τραγούδι, που έγινε πολύ δημοφιλές. Με συνθέτη τον Isaac Dunaevsky και στιχουργό τον Lebedev-Kumach, το “Τραγούδι της Μητέρας Γης” είναι ένα επικό αφιέρωμα, τέτοιο που περιελάμβανε την περηφάνια των λαών και την αγάπη για τη γενέτειρά τους, και την άμυνα της πατρίδας τους όταν χρειαστεί.
Μεγάλη είναι η Μητέρα ΠατρίδαΓια τα πολλά της δάση, πεδιάδες και ποτάμια!Δεν ξέρω άλλη τέτοια χώραΌπου ο άνθρωπος να μπορεί να αναπνεύσει τόσο ελεύθερα.
Έτσι ξεκινάει το τραγούδι και καταλήγει:
Αλλά θα συνοφρυωθούμε αυστηρά
Αν ένας εχθρός προσπαθήσει να μας επιτεθεί
Όπως μια νύφη, αγαπάμε την πατρίδα μας,
Την προστατεύουμε, σα μια ευγενική μητέρα.
Είναι 2018. 
Το τραγούδι το λένε ακόμα στη Ρωσία. Σε γιγάντιες αίθουσες συναυλιών, πλατείες  διαδηλώσεων και επίσημες τελετές, οι άνθρωποι σηκώνονται και κυματίζουν ρωσικές σημαίες με ενθουσιασμό και ενότητα ενάντια στους εξωτερικούς εχθρούς, καθώς φαντάζονται πόσο μεγάλη είναι η πατρίδα τους με τα πολλά δάση, τις πεδιάδες και τα ποτάμια.
Καμία θλίψη ούτε όταν η εισοδηματική αδικία στη χώρα τους χτυπάει παγκοσμίως την κορυφή, ακόμα κι όταν άστεγοι άνθρωποι παγώνουν μέχρι θανάτου στους δρόμους, ακόμα κι όταν γυναίκες απόφοιτες πανεπιστημίου ξεπέφτουν στην πορνεία. Δεν πειράζει, σε κάθε περίπτωση, 
ο στρατός μας νικάει τους πάντες”.
Αυτό είναι εθνικισμός
Και τι γίνεται με τον πατριωτισμό;
Κάποιοι στίχοι αφαιρέθηκαν από το τραγούδι, με άλλα λόγια εξαλείφθηκαν από την κοινωνική μνήμη αφότου η Σοβιετική Ένωση ανατράπηκε το 1991.
Τι γίνεται λοιπόν με τα “ανεπιθύμητα” αποσπάσματα του τραγουδιού;
Για παράδειγμα… Στο τραπέζι μας, κανείς δεν αποκλείεται/Καθένας μας επιβραβεύεται με βάση την αξία του
Για παράδειγμα…Ένας άνθρωπος έχει το δικαίωμα/να σπουδάζει, να ξεκουράζεται και να δουλεύει 
Όχι πια… Δεν τραγουδιούνται πια τέτοιοι στίχοι. Πλατιά δάση, κάμποι και ποτάμια, κι η αποφασιστικότητα κατά του εχθρού. Αυτό είναι όλο!
Αυτό σημαίνει πως κάποιοι νιώθουν ενοχλημένοι για ένα τέτοιο κοινωνικό εγχείρημα, για την άποψη να περιληφθούν όλοι στο τραπέζι, στη σημερινή Ρωσία.
Αυτό σημαίνει πως κάποιοι δε δείχνουν ανοχή στο δκαίωμα των ανθρώπων να λαμβάνουν την ανταμοιβή τους για τους κόπους τους, έστω και στα τραγούδια.
Αυτό σημαίνει πως κάποιοι δε θέλουν να ακούν για το δικαίωμα του λαού να σπουδάζει, να δουλεύει και να ξεκουράζεται.
Το τραγούδι έκανε το ντεμπούτο του στην ταινία “Το τσίρκο”, που έδειχνε πώς το μαύρο παιδί μας λευκής Αμερικανίδας υιοθετούνταν από τη σοσιαλιστική κοινωνία.
Μετέπειτα ο Αφροαμερικανός τραγουδιστής Πωλ Ρόμπερσον είπε αυτό το τραγούδι στα ρωσικά, με ιδιαίτερη έμφαση στο αντιρατσιστικό κομμάτι, λέγοντας στους Αμερικανούς: “Ένα σύστημα εγκαθιδρύθηκε, που δε με αποκλείει εξαιτίας του χρώματος του δέρματός μου, αλλά με καλωσορίζει ως μαύρο άτομο”.
Η περήφανη λέξη μας-σύντροφε-
Σε μας είναι ψηλότερα απ’ όλες τις ωραίες λέξεις
Με αυτή τη λέξη παντού νιώθουμε σαν στο σπίτι μας
Για μας δεν υπάρχουν “μαύροι” ή “έγχρωμοι” 

Η λέξη αυτή είναι σε όλους μας οικεία
Μαζί της πάντα βρίσκουμε φίλους 
Αυτό το κομμάτι τραγουδιέται “κάποιες φορές” στη σημερινή Ρωσία.
Αυτό σημαίνει πως η σημερινή Ρωσία δεν πιστεύει και τόσο στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια, ότι κανείς δε θα έπρεπε να υφίσταται διακρίσεις στη βάση της φυλής και των εθνικών του ριζών.
Όμως, όλα αυτά είναι πέρα και πάνω από την περηφάνια για τα τανκς, τα τουφέκια και τους πλατείς κάμπους. 
Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι θα έπρεπε να καυχιούνται για τανκς και τουφέκια μόνο όταν τα χρησιμοποιούν για να υπερασπιστούν ανθρώπινες αξίες, αν αυτές οι αξίες προστατεύονται σε πλατείς κάμπους, οι άνθρωποι μπορούν να καμαρώνουν γι’αυτούς τους κάμπους.


Ο πατριωτισμός είναι η δημιουργία προωθημένων αξιών, η βελτίωση και υπεράσπιση αυτών των αξιών, είναι η αγάπη μιας πατρίδας που παράγει το καλό και το όμορφο.
Η ισότητα και η αδελφότητα των ανθρώπων είναι ευγενείς ιδέες. 
Αν αυτές οι ιδέες γίνουν κοινωνικός νόμος σε μια χώρα, τότε κάποιος μπορεί να καυχιέται για την χώρα του/της.
Αντίθετα, το να σκέφτεσαι πωςΘα υπερασπιστώ ακόμα και τα λάθη και τα εγκλήματα της χώρας μου είναι μια ρηχή, πρωτόγονη και εξαιρετικά επικίνδυνη προσέγγιση.
Ναι, αυτή είναι η διαφορά μεταξύ εθνικισμού και πατριωτισμού.
Εθνικισμός σημαίνει να λες: “Μπορώ να μείνω μαζί με τους κλέφτες, τους τυράννους και εκμεταλλευτές μου αν απαιτηθεί γιατί μου ανήκουν”.
Από την άλλη, όπως λέμε πάντα, πατριωτισμός σημαίνει “η θέληση να καθαρίσουμε τη χώρα από τους κλέφτες, τους τυρράνους και τους εκμεταλλευτές, να προστατέψουμε τα δάση, τα ποτάμια και τους κάμπους της χώρας από τη μόλυνση”.
Στην Τουρκία και παντού.

19 Δεκεμβρίου, 2017

Για τους "Ελληνάρες"


Άκουγα πριν για το έγκλημα στους Αγ. Ανάργυρους από αστυνομικό (πάλι).
 Ανατριχιαστικό. Θυμήθηκα κι άλλα πρόσφατα εγκλήματα αστυνομικών εξίσου ανατριχιαστικά, αλλά και Ελλήνων πολιτών.
Σκέφτομαι ποιοι μας φυλάνε τελικά!
Μετά συνδύασα τα μεγάλα ποσοστό αστυνομικών και κατά δεύτερο λόγο στρατιωτικών που ψηφίζουν την εγκληματική Χρυσή Αυγή
 (τόσο αντισυστημική η Χρυσή Αυγή που την υποστηρίζουν εκτός από εφοπλιστές και εργολάβους και τα σώματα ασφαλείας του συστήματος!!!)
Μετά πήρα τα ποσοστά εγκληματικότητας που δημοσιεύθηκαν αρχές του χρόνου. 

Εκεί είδα ότι τελικά πρώτοι σε εγκληματικότητα σε απόπειρες ανθρωποκτονιών και ανθρωποκτονιών, σε κλοπές ,απάτες, βιασμούς, ληστείες, κατοχής όπλων, εμπρησμούς, επικίνδυνη σωματική βλάβη,αποπλάνηση ενηλίκων, τρομοκρατική οργάνωση και κάτι λοιπά...έρχονται οι Έλληνες, σινέλινες! 
Για τους αλλοδαπούς έμειναν τα ναρκωτικά, η εμπορία ανθρώπων και οι αρπαγές. 
Όχι δε θέλω να πω ότι ο φονιάς ήταν χρυσαυγίτης. 
Ούτε ότι όλοι οι αστυνομικοί είναι χρυσαυγίτες. 
Κάποιοι λίγοι εξαιρούνται.

Αυτοί όμως οι Ελληνάρες που δε χάνουν ευκαιρία να δηλώνουν "έξω οι ξένοι" (και αρκετοί από αυτούς είναι αστυνομικοί), που χρόνια χτίζουν το προφίλ του εγκληματία-μετανάστη ή πρόσφυγα, που οι ξένοι θα μας αφανίσουν σαν έθνος, που μας παίρνουν τις δουλειές...τελικά αυτοί όλοι είναι οι πιο επικίνδυνοι από όλους. 
Περιμένω να δω τώρα ποστ και σάιτ "να ο Έλληνας αστυνομικός που ξεκλήρισε την οικογένεια του" κατά το "λαθρομετάστης κατέβασε εικόνα''

****
Viva La Revolucion: Ακόμα Σου Αρέσει αυτό το "ελεύθερο" σύστημα: της σήψης, της διαφθοράς, της εκμετάλλευσης, της... που εμείς του ΚΚΕ το αποκαλούμε ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ?

Δες Τι λέει ο σφος παρακάτω και απάντησε:


19 Ιανουαρίου, 2017

μαθητές Λυκείου της Σούδας ερευνούν κ γράφουν για τους επονομαζόμενους "σκυλοπρόσφυγγες": δείτε το

Αποκαλυπτική: 
ΕΡΕΥΝΑ ΜΑΘΗΤΩΝ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΟΥΔΑΣ
Η εγκατάσταση των Μικρασιατών στα Χανιά
κοινοποιείστε Το





Η πορεία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, ο ξεριζωμός, η εγκατάστασή του στα Χανιά, οι σχέσεις τους με τους ντόπιους. Αυτές οι παράμετροι της Μικρασιατικής καταστροφής ερευνήθηκαν και καταγράφηκαν μεταξύ άλλων από τα παιδιά του Λυκείου Σούδας στην εργασία τους, ένα μέρος της οποίας παρουσιάζεται σήμερα από τα ´Χ.Ν.´.
Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας έχει ιστορία περίπου 3000 ετών. 
Κατά μεγάλες περιόδους αν όχι διαρκώς, η παρουσία του ήταν κυρίαρχη από κάθε άποψη. Δημογραφική, οικονομική και πολιτιστική.
 Η εξασθένιση αυτής της παρουσίας σημειώθηκε στη μακρά περίοδο της τουρκικής κυριαρχίας στον ίδιο χώρο και έληξε το 1922 με την μικρασιατική καταστροφή. 

Οι Έλληνες κάτοικοι της Σμύρνης αγαπούσαν ιδιαίτερα τη μουσική και το τραγούδι.Οι μουσικοί έπαιζαν σε κέντρα των μαχαλάδων και των προαστίων της Σμύρνης δηλαδή σε καφενέδες, μπακαλοταβέρνες, όπως και στα σπίτια πλουσίων Ελλήνων σε γάμους, αρραβώνες βαφτίσια αλλά ακόμα και για κάποιους που ήθελαν να κάνουν καντάδες στις αγαπημένες τους. 
Έτσι κυλούσε η ζωή τους, όταν ήρθε η ολοκληρωτική καταστροφή του 1922.
 Με τη μεγάλη αυτή συμφορά ξεριζώθηκε όλος ο ελληνικός πληθυσμός των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας. 
Συνολικά το 1922 έφθασαν στην Ελλάδα 900.000 χιλιάδες πρόσφυγες (ανάμεσά τους και 50.000 Αρμένιοι) και στο επόμενο διάστημα και άλλοι, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός να φτάσει περίπου στο 1.500.000. 

Το πρώτο διάστημα οι πρόσφυγες παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης ανέχονταν υπομονετικά την όλη κατάσταση, γιατί θεωρούσαν προσωρινή τη διαμονή τους εδώ, αφού πίστευαν ότι δε θα αργήσει η μέρα της επιστροφής. 
Όμως οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν και βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη νέα σκληρή πραγματικότητα. Έπρεπε να ξαναρχίσουν και να ξαναοργανώσουν τη ζωή τους από το μηδέν. Πολλοί εγκαταστάθηκαν και στην περιοχή της Σούδας ψάχνοντας για μια νέα καλύτερη ζωή.

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Παρακάτω παρουσιάζεται η συγκλονιστική μαρτυρία της κυρίας Δέσποινας Αρτζουχαλτζή, εγγονής μικρασιατών
Μας μιλάει για την ιστορία των παππούδων της, Μιχάλη και Δέσποινας και μας δίνεται η ευκαιρία, μέσα από τη ζωή και τις μαρτυρίες τους να καταλάβουμε τι πραγματικά έγινε εκείνη την αιματηρή μέρα του 

Σεπτέμβρη του ’22. «Δύο χρόνια πριν τη Μικρασιατική καταστροφή ένας Τούρκος φίλος του παππού στο εργοστάσιο που δούλευε του φανερώνει το μυστικό, “Πήγαινε στο χωριό, πάρε την οικογένειά σου και φύγε. Θα γίνει μεγάλη σφαγή!
 Φεύγει λοιπόν έτσι ο παππούς και πάει στο χωριό του το Ορτάκιο. Ο πεθερός του, η γυναίκα του αλλά και η πεθερά του δηλώνουν ότι δεν θα φύγουν ό,τι και να γίνει. “Πού να πάμε; Εδώ είναι τα σπίτια μας, τα γεννήματά μας, οι άνθρωποι μας”. “Φύγε εσύ”, του λέει η γυναίκα του, “πάρε και τον γιό μας τον Αντώνη και όταν ησυχάσουν τα πράγματα βλέπουμε”. 
Ηδη η οπισθοχώρηση του ελληνικού στρατού και η καταστροφή είχαν ξεκινήσει. Διέσχισαν βουνά. Οι δρόμοι γεμάτοι ανθρώπους, ξεριζωμένους, φήμες για τη συμφορά και τις σφαγές που τους ακολουθούσαν. 
Σ’ αυτή την πορεία του πόνου και του πανικού χάνει ο παππούς τον Αντωνάκη. Τρελάθηκε, έψαχνε αλλά κανείς δεν ήξερε. Πίσω τους ο τουρκικός στρατός και όσοι τους ακολουθούσαν. Δεν υπήρχε σωτηρία για κανέναν. 
 Ο παππούς σώζεται μαζί με εκατοντάδες άλλους και φτάνει στη Μυτιλήνη. 
Εκεί μαθαίνει για την τύχη της οικογένειάς του στο χωριό, δεν έμεινε κανείς, σφάχτηκαν όλοι. 
Εκεί αργότερα παντρεύεται και την γιαγιά Δέσποινα.

Η γιαγιά ήταν από ένα χωριό λίγο πιο μακρινό από του παππού, το Χουδί. Η γιαγιά με τις αδερφές της βρέθηκαν στη Σμύρνη τις μέρες της μεγάλης καταστροφής. 
Είδε με τα μάτια της να ξεκοιλιάζουν έγκυο γυναίκα, να σφάζουν μωρά. Άνθρωποι που έμοιαζαν σαν θηρία με μάτια κατακόκκινα από το μίσος και τον φανατισμό, διψασμένα για αίμα. 

Η προδοσία των συμμάχων συνέβη μπροστά στα ίδια τους τα μάτια. Αν και η γιαγιά κατάφερε και μπήκε σε ένα καΐκι, άλλοι δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί. 
Στο λιμάνι της Σμύρνης ήταν αραγμένα Αμερικάνικα, Αγγλικά, Γαλλικά και άλλα πλοία ξένων που υποτίθεται ότι θα βοηθούσαν και θα έπαιρναν τον κόσμο να σωθεί.
 Γι’ αυτό γέμισε η παραλία της Σμύρνης από χιλιάδες κατατρεγμένους. Οι Τσέτες πίσω τους, η πόλη να καίγεται και η ελπίδα να φαίνεται σωτήρια μπροστά τους. 
Κι όμως τα πλοία δεν πλησίασαν ποτέ τη στεριά και άφησαν τον κόσμο να βιώνει τη φρίκη της σφαγής, παρακολουθώντας αμέτοχοι σαν να μην συνέβαινε τίποτα. 
Η θάλασσα γέμισε αίμα και απελπισμένους που έπεφταν στο νερό για να σωθούν. 
Κάθε φορά που η γιαγιά μου έλεγε αυτή την ιστορία ακολουθούσε ένα ατελείωτο μοιρολόι. 
Οι κραυγές των ανθρώπων, η απελπισία τους ζωντάνευαν μπροστά μου έπνιγαν και μένα. Αρτεμις, Σοφία, Ιορδάνης, Γεσθημανή. Ονόματα δικών της ανθρώπων. Ο καθένας και μια ιστορία.»

ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ 
ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΩΝ
Γενικά, οι σχέσεις εθνικοτήτων που ζουν σ’ ένα γεωγραφικό χώρο ή των λαών σε μεγάλο βαθμό ορίζονται από τις πολιτικές, τα συμφέροντα, τα σχέδια κυβερνήσεων και δυνάμεων σε διεθνές και τοπικό επίπεδο. 
Έτσι, λοιπόν, οι σχέσεις Μικρασιατών Ελλήνων με τις άλλες εθνότητες που ζούσαν στα εδάφη της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επηρεάζονταν και διαμορφώνονταν από τα πολιτικά σχέδια των Οθωμανικών και Ελληνικών αρχών. 
Διακρίνουμε στην προκειμένη περίπτωση δύο χρονικές περιόδους: Μία που διαμορφώθηκε από τα 500 χρόνια συμβίωσης του ελληνικού και τουρκικού στοιχείου κάτω από το καθεστώς του Σουλτάνου και η δεύτερη που αφορά στα γεγονότα από την εκστρατεία του ελληνικού κράτους, 1918 – 1919, για την κατάκτηση εδαφών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που κορυφώθηκε με τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922.

Πριν τη Μικρασιατική καταστροφή κυρίαρχη στις σχέσεις τους σε γενικές γραμμές ήταν η ειρηνική συνύπαρξη και συμβίωση, αφού ζούσαν για πάνω από 500 χρόνια μαζί. 
Οι Έλληνες ασχολήθηκαν με το εμπόριο, τη γεωργία, μορφώνονταν σε σχολές και σχολεία που έφτιαξαν, διαμορφώθηκε ένα μείγμα πολιτισμού που στηρίχτηκε στο ´πάρε – δώσε´ με το τούρκικο στοιχείο. 

Από τις μαρτυρίες των απόγονων Ελλήνων προσφύγων του 1922 στην Ελλάδα διαπιστώσαμε ότι οι δύο εθνότητες μεταξύ τους είχαν αναπτύξει κοινωνικούς δεσμούς που οφείλονταν στο ότι ζούσαν στον γεωγραφικό χώρο, (κοινότητα ή χωριό), στο ότι τους ένωναν σχέσεις μισθωτής εργασίας, γειτονίας, αλληλεγγύης σε συμφορές ή δύσκολες περιστάσεις, η συμμετοχή σε γιορτές, θανάτους, ακόμα και θρησκευτικές εκδηλώσεις πανηγύρια κ.λπ., χαρές.
Για παράδειγμα, σε μια μαρτυρία της κυρίας Δέσποινας Αρτζουχαλτζή, εγγονής Μικρασιατών, ειπώθηκε ότι όταν γινόταν γάμος τούρκικος ή ελληνικός και οι μεν και οι δε πρόσφεραν δώρα και συμμετείχαν στα ήθη και έθιμα της επιμέρους κοινότητας. 
Ή σε άλλο σημείο αναφέρεται η έλλειψη οποιουδήποτε ρατσισμού από μεριάς της προγιαγιάς της μάρτυρος, όπου ο Τούρκος αναφέρεται σ’ αυτήν με σεβασμό, αγάπη και εκτίμηση, γιατί ποτέ δεν άφησε τους Τούρκους εργάτες που είχε στη δούλεψή της να φεύγουν από τα κτήματά της νύχτα με κακοκαιρία, αλλά τους φιλοξενούσε στο σπίτι της λες και ήταν συγγενείς της.

Οι πιο χαρακτηριστικές όμως και συγκλονιστικές στιγμές που έδειχναν το μέγεθος των ανθρώπινων δεσμών μεταξύ των δύο εθνοτήτων είναι τα παραδείγματα που αναφέρονται στις μαρτυρίες από τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής, γιατί οι Τούρκοι που πρόσφεραν βοήθεια εκείνη τη στιγμή σε Έλληνες έπαιζαν κορώνα γράμματα την ίδια τους τη ζωή, εξαιτίας του μίσους και της τρομοκρατίας που καλλιεργούνταν από τις τούρκικες αρχές. 
Δυο χρόνια πριν την καταστροφή ένας Τούρκος εκμυστηρεύεται τις κρυφές κινήσεις του Ατατούρκ και προειδοποιεί τον φίλο του, Έλληνα και παππού της κυρίας Αρτζουχαλτζή, που δουλεύουν σε εργοστάσιο μπύρας στην Κωνσταντινούπολη, για τον επερχόμενο διωγμό, συμβουλεύοντάς τον να πάρει την οικογένειά του και να φύγει.
Φεύγοντας οι Έλληνες και εγκαταλείποντας τα πάντα πίσω τους με μόνο στόχο να σώσουν τη ζωή τους, έκρυβαν όσα χρήματα (λίρες) μπορούσαν κυρίως ράβοντας οι γυναίκες ή άντρες στα στριφώματα των ρούχων ή σε κρυφές τσέπες. 
Οι Τούρκοι, όταν τους έπιαναν, τους γύμνωναν και τους έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο για να μην τους αφήσουν να πάρουν τίποτα μαζί τους. 
Μια τέτοια σκηνή μας περιγράφεται σε μια μαρτυρία της ίδιας μάρτυρος, όπου η γιαγιά της (κοριτσάκι τότε) πέφτει στα χέρια της αστυνομίας γι’ αυτό τον έλεγχο.
 Ο υπεύθυνος Τούρκος κάνει ´τα στραβά μάτια´, γιατί έτυχε να είναι από το χωριό της. 
Απ’ αυτό βγάζουμε και το συμπέρασμα ότι για κάποιους Τούρκους τα γεγονότα αυτά, οι σκληρότητες και οι βαρβαρότητες δεν ήταν αρεστά και τους ήταν δύσκολο να τα εφαρμόσουν σε ανθρώπους που μέχρι πριν λίγο ήταν φίλοι, γείτονες.
Μια άλλη μαρτυρία αναφέρεται σε Τούρκο ο οποίος έκρυψε με κίνδυνο της ζωής του, ένα μικρό ασθενικό ελληνόπουλο, αδερφό του παππού της προαναφερόμενης μάρτυρος, παιδί των γειτόνων του, 
το μεγάλωσε, το πάντρεψε για να το σώσει από τα στρατόπεδα και το σίγουρο θάνατο. 
Μετά από χρόνια, με τη βοήθεια του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού βρέθηκε από τον παππού της μάρτυρος, παντρεμένος και με παιδιά, αλλά με άσβεστη την αγάπη για τους πραγματικούς του συγγενείς. 
Δε δέχτηκε να γυρίσει στην Ελλάδα, γιατί πλέον η ζωή του είχε πάρει άλλο δρόμο.
Σε άλλη μαρτυρία αναφέρεται η συγκίνηση, η αγάπη και η νοσταλγία από μεριάς των Τούρκων όταν τους επισκέφθηκαν, μετά από πολλά χρόνια, συγγενείς Ελλήνων της Μικράς Ασίας.
«Όλοι μαζί κλάψαμε στην ανάμνηση των στιγμών που έζησαν μαζί στο χωριό Χουδί και ένας αμανές, ίδιος μ’ αυτόν που τραγουδούσε ο παππούς μου, γλύκανε τον πόνο και των δυο μερών. Μας φιλοξένησαν, μας γέμισαν δώρα, μαζεύτηκε όλη η γειτονιά, μας αγκάλιασαν και οι κοινές αναμνήσεις ξύπνησαν πόνους, χαρές, νοσταλγία, ανακούφιση. Δεν αισθανθήκαμε καμιά εχθρότητα. Κι αυτοί πόνεσαν, κι αυτοί δεν κέρδισαν τίποτα. Το σπίτι του παππού μου ακόμα ερείπιο, κανείς δεν το κατοίκησε, κανείς δεν το εκμεταλλεύτηκε. Φτωχοί άνθρωποι ήταν τότε οι Τούρκοι, φτωχούς ανθρώπους συναντήσαμε και τώρα, όλο ψυχοπονιά και αγάπη για μας.»
 
ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ 
Ερχόμενοι στο σήμερα αναρωτιόμαστε πώς βλέπουν τους Τούρκους οι απόγονοι Ελλήνων Μικρασιατών. 
Σε γενικές γραμμές αυτό που συμπεραίνουμε από τα λεγόμενα των ανθρώπων που ήρθαμε σε επαφή είναι η διαπίστωσή τους ότι για τις συμφορές φταίνε οι ´Μεγάλοι´.
 Όμως υπάρχουν και άνθρωποι που ακόμα τους βαραίνει ο πόνος από τα όσα υπέφεραν οι δικοί τους τότε. 
Όλοι μας όμως διαπιστώνουμε ότι ακόμα και σήμερα σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού φωλιάζει ένα ´μίσος´ ή μια απέχθεια για το λαό της γείτονος χώρας, ένας φόβος για τις επιθετικές της διαθέσεις και πολιτικές. 
Ας μιλήσουν όμως οι λίγες μαρτυρίες γι’ αυτό, με αφορμή την ερώτηση, αν βλέπουν τα τούρκικα σίριαλ. 
Λέει, λοιπόν ένας παππούς από τη Σούδα: «Δε μ’ αρέσουν, γιατί ξέρω πως ούτε στο δικό μου παππού θα άρεσαν. Οι Τούρκοι σκότωσαν και τα 3 του παιδιά». 
Αντίθετα η γυναίκα του λειτουργεί πιο ανθρώπινα, πιο ελεύθερα, πιο νοσταλγικά. «Θέλω να βλέπω τα τούρκικα σίριαλ γιατί μου θυμίζουν τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη»
Και μια άλλη: «θέλω να τα βλέπω γιατί σ’ αυτά τα μέρη γεννηθήκανε, μεγαλώσανε οι γονείς μου. Κι εκτός αυτού δε μπορώ να έχω μίσος για όσα συνέβησαν πριν 90 χρόνια. Για τότε μου φταίξανε οι πολιτικοί, οι άνθρωποι. Τώρα δε μπορώ να ρίχνω ευθύνες στον τωρινό λαό, γι’ αυτό τα βλέπω!».

Η κυρία Αρτζουχαλτζή, θυμάται: 
Το 1978 γίνονταν γυμνάσια του ΝΑΤΟ και είχανε έρθει στη Σούδα και τούρκικα πλοία. 
Οι ναύτες έβγαιναν και έκαναν βόλτες στα Χανιά. 
Πολλοί μικρασιάτες κατέβηκαν στα Χανιά να τους βρουν, να μιλήσουν μαζί τους, να τους ρωτήσουν για τα μέρη τους. 
Ουσιαστικά για να τους πουν ότι τους συνδέουν κοινά πράγματα, κοινές πατρίδες και ας είναι χαμένες γι’ αυτούς. «Θυμάμαι που με είχε πάρει η γιαγιά από το χέρι και περιμέναμε στην Πλατεία Κοτζάμπαση. Μια παρέα ναύτες Τούρκοι πέρασαν από μπροστά μας. Η γιαγιά μου στα Τούρκικα τους απευθύνθηκε. Μου έκανε εντύπωση η αρχική τους αμηχανία και μετά το κέρασμα στο ζαχαροπλαστείο και η μια ώρα κουβέντα. Ένα από τα παιδιά αυτά ήταν από ένα διπλανό χωριό. Θυμήθηκε ότι ο παππούς του τού μιλούσε για τους ‘Έλληνες και οι ιστορίες ξεδιπλώθηκαν και η συγκίνηση και τα δάκρυα έκλεισαν τη συζήτηση. Η γιαγιά μου μετά από αυτή τη συνάντηση αισθάνθηκε ευτυχισμένη, τη συζητούσε για πολύ καιρό». Απ’ όλα αυτά λοιπόν συμπεραίνουμε ότι λαοί ή εθνότητες που συμβιώνουν για πολλά χρόνια ή αιώνες αλληλοεπηρεάζονται, δημιουργούν δεσμούς και πολιτισμό. Τελικώς, αυτό που καταλάβαμε από τις μαρτυρίες είναι ότι στις σχέσεις Ελλήνων Μικρασιατών και Τούρκων κυριαρχούσε το ανθρώπινο στοιχείο και όχι οι εθνικές ή φυλετικές διαφορές. Ακόμα και σήμερα στους απογόνους των Ελλήνων Μικρασιατών προσφύγων επικρατεί περισσότερο ότι «οι πολιτικοί φταίξανε» και λιγότερο ότι οι Τούρκοι σαν λαός διαχρονικά είναι εχθροί και βάρβαροι.
Επομένως αναδεικνύεται το εξής ερώτημα: Ποιοι είναι τελικά υπεύθυνοι για τη διχόνοια ή το μίσος ανάμεσα σε διαφορετικές ανθρώπινες ομάδες ή λαούς; 
Οι ίδιοι οι απλοί άνθρωποι, οι λαοί ή αυτοί που έχουν την τύχη των λαών στα χέρια τους (κυβερνήσεις, κόμματα, διεθνείς δυνάμεις και συμφέροντα)

Η αντιμετώπιση των Μικρασιατών 
από τους ντόπιους 
Οσον αφορά την αντιμετώπιση των Μικρασιατών από τους ντόπιους, οφείλουμε να πούμε ότι τις περισσότερες φορές ήταν αισχρή και απάνθρωπη αφού σκεπτόμενοι ρατσιστικά και κερδοσκοπικά τους αντιμετώπιζαν δίχως να υπολογίζουν τον πόνο και τη δυστυχία που είχαν λόγω του ξεριζωμού, μάλιστα λέγεται ότι τους είχαν βγάλει και ορισμένα προσωνυμία, λόγου χάρη ´πρόσφυγγας´ από τη σφίγγα που τσιμπάει και προκαλεί πόνο και δυστυχία, και ´Τουρκόσπορους´. 

Γεγονός είναι ότι οι Μικρασιάτες στην πλειονότητά τους ένιωθαν αποξενωμένοι ενώ βίωναν με πολύ βάρβαρο τρόπο την προκατάληψη, ψυχικά τραυματισμένοι και έχοντας το άγχος της επιβίωσης εξέφραζαν συχνά τα παράπονά τους για την αντιμετώπιση που δέχονταν από τους γηγενείς κατοίκους. 
Σύμφωνα με τα λεγόμενα μιας κυρίας «στην Τουρκία μας ονομάζανε Έλληνες και στην Ελλάδα Τούρκους» δηλαδή συνοψίζοντας δεν υπήρχε πουθενά πατρίδα για εκείνους, μόνο κοινωνικός αποκλεισμός και κακομεταχείριση. 

Δυστυχώς αυτού του είδους η συμπεριφορά είχε περάσει και στις νεαρές ηλικίες με αποτέλεσμα μικρά παιδιά και έφηβοι που φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο με τα ντόπια να βιώνουν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο το ρατσισμό. 
Όντας θύματα λεκτικής βίας ακόμη μελαγχολούν όταν αναπολούν τα παιδικά τους χρόνια τότε που τα υπόλοιπα παιδιά τα παραμέριζαν και τα απομάκρυναν. 
Σε μια πρόσφατη συνέντευξή μας η κυρία Αγγελική θυμάται με λύπη τότε που τους αποκαλούσαν ´σκυλοπρόσφυγγες´.
Εννοείται βέβαια ότι και οι ενήλικες έζησαν μέσα στη φτώχεια και στην ένδεια χωρίς όμως να τα παρατούν ή να μένουν άπραγοι. 
«Ενάμιση εκατομμύριο πεινασμένα στόματα. Ενάμιση εκατομμύριο φτηνά χέρια ενάμιση εκατομμύριο διψασμένοι άνθρωποι για δουλειά, για γαληνή για ελπίδα τριγυρνούσαν στους δρόμους της Ελλάδας με τα χέρια στις τσέπες της ανέχειας…» (Διδώ Σωτηρίου). 
Η ελληνική κυβέρνηση θέλοντας να υπάρξει μια σχετική τάξη στη χώρα αποφάσισαν να πάρουν δάνεια ώστε να μπορέσουν να αποκαταστήσουν το προσφυγικό. 
Έτσι με αυτά τα χρήματα και τις απαλλοτριώσεις των γεωργικών εκτάσεων η κυβέρνηση κατάφερε να δώσει έστω και την εντύπωση ότι έχουν θέσει τις πρώτες βάσεις για την στοιχειώδη μέριμνα υπέρ των προσφυγών. 
Όλη αυτή η δράση είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας επιτροπής αποκαταστάσεως των προσφυγών γνωστή και ως Ε.Α.Π.. 
Κύριοι τόποι εγκατάστασης είναι οι κορυφές των μεγάλων πόλεων όπως για παράδειγμα Αθήνα, Θεσσαλονίκη στους οποίους ιδρύονται ολοκληρωτικά προσφυγικοί συνοικισμοί. 
Σαφώς οι συνθήκες ήταν άθλιες αφού διέμεναν σε παράγκες ενώ ενίοτε και σε στάβλους.

Δυστυχώς άλλη μια αλήθεια είναι ότι εκτός από την λεκτική βία δεχόντουσαν και σωματική αφού ντόπιοι ορισμένων περιοχών προσπαθούσαν να πάρουν πίσω τα ανταλλάξιμα έχοντας αισχροκερδή κίνητρα… 
Μάλιστα ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα βιοπραγιών προς τους πρόσφυγες ήταν στη Δράμα που μόνιμοι κάτοικοι χρησιμοποιώντας πιστόλια, μαχαιριά και άλλα μέσα σφάγιασαν εν ψυχρώ δεκάδες άτομα, πιο συγκεκριμένα αναφέρεται: 
«θα σφάξωσι, θα εκδιώξουσι τους πρόσφυγας δι’ όπλων, μαχαίρων, και ροπάλων» 
από φανατισμένους ιθαγενείς της Δράμας. 

Συνεχίζοντας ενίοτε και σε ορισμένες περιοχές ανάγκαζαν τους πρόσφυγες να φοράνε συγκεκριμένο χρώμα ρούχων για να ξεχωρίζουν από τους Ελλαδίτες Έλληνες, ενώ παράλληλα διακατέχονταν από προκαταλήψεις όπως για παράδειγμα ότι φέρνουν κακή τύχη.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο όρος ´σμυρνιά´ είχε γίνει συνώνυμο της άσεμνης και ελαφρών ηθών γυναίκας λόγω του ότι ήταν δυναμικές και εργατικές αφού επιθυμούσαν να βοηθήσουν στα οικονομικά του σπιτιού μέσω μιας εργασίας. 

Τέλος από μερικούς αναγνωρίστηκε η καθαριότητά τους ενώ δυστυχώς από μια άλλη μερίδα ανθρώπων θεωρούνταν κατώτεροι και βρώμικοι. Χαρακτηριστικά η κυρία Ουρανία, μας τονίζει ότι οι μπουγάδες μύριζαν καθαριότητα και πράσινο σαπούνι ενώ ντρέπονταν να απλώσουν κάτι το όποιο ήταν γαριασμένο. 
Επειτα υπογραμμίζει ότι εκείνοι ήταν οι πρώτοι που έφεραν τον ασβέστη και φρόντιζαν η παράγκα τους να δείχνει όσο πιο καθαρή και περιποιημένη γίνεται, ενώ με μελαγχολία αναπολεί τη γειτονιά της η οποία ήταν γεμάτη από τενεκεδάκια με λουλούδια και μυρωδικά. 

Βέβαια, όσο αφορά την υποδοχή των μεταναστών στην Κρήτη θα πρέπει να αναφερθεί και το γεγονός ότι υπήρχαν ειρηνικές σχέσεις, φιλικές αλλά και σχέσεις γάμου μεταξύ Μικρασιατών και Κρητικών.
 Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις μικτού γάμου, μάλιστα σύμφωνα με μία μαρτυρία είχε αναφερθεί χαρακτηριστικά: «Ο πατέρας μου εμένα είναι Κρητικός και η μητέρα μου από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας. Γνωριστήκαν εδώ και όπως είναι λογικό αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες, θυμάμαι που μου είχε πει -δε θυμάμαι ποιος- ότι το σόι του πατέρα μου κοιτούσαν την μαμά μου στα πόδια για να δουν αν είναι καθαροί». 

Επιπροσθέτως υπήρχαν και συνεργασίες μεταξύ τους στον εργασιακό τομέα στις αγροτικές δουλειές όπου οι πρόσφυγες είχαν υποδεέστερη θέση σε αντίθεση με τους ντόπιους. 
Γεγονός είναι ότι συγκριτικά με άλλες περιοχές στα Μετόχια, στη Σούδα και στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων οι προσφυγές είχαν καλύτερη αντιμετώπιση, αντίθετα οι Μικρασιάτες που διέμεναν σε άλλες περιοχές δεν έχαιραν τέτοιας συμπεριφοράς. 
Η κυρία Ελένη μας διηγείται με χαρά ότι οι ντόπιοι Κρητικοί, από τα χωριά ερχόντουσαν και θαύμαζαν τα σπίτια τους και την καθαριότητά τους ενώ εξέφραζαν και την εκτίμησή τους προς το πρόσωπό τους σκεπτόμενοι ότι είναι ξεριζωμένοι και έφυγαν από την πατρίδα τους, κάτω από βίαιες καταστάσεις.
Τέλος τα γεγονότα, οι καταστάσεις, οι συμπεριφορές, οι αντιλήψεις έχουν αλλάξει ευτυχώς προς το καλύτερο, αφού η διαχωριστική γραμμή μεταξύ Ελλαδιτών Ελλήνων και προσφύγων έχει αποκατασταθεί πλήρως από το 1940.
Πλέον δεν υπάρχει τέτοιου είδους έχθρα και αντιπάθεια ανάμεσα στα νέα παιδιά. Βέβαια δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ηλικιωμένοι έχοντας ακόμη τέτοιου είδους ρατσιστικά κατάλοιπα λογομαχούν με Μικρασιάτες ενώ τους κατηγορούν αδίκως βέβαια για την τότε κατάσταση!
Σημασία έχει όμως ότι κατάφεραν παρόλο τον πόνο και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν να αντεπεξέλθουν και να επιτύχουν. 
Ιστορικά αποδείχτηκε ότι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες υπήρξαν ένα ολόκληρο κεφάλαιο για την πατρίδα μας, πρόσφεραν και συνέβαλαν στην οικονομική ανάκαμψη και στον εμπλουτισμό της παράδοσης.