ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ
Διαμορφώνουν το αντεργατικό τοπίο στη «νέα εποχή» που ανοίγεται για το κεφάλαιο
Οι αλλαγές που ετοιμάζουν στα Εργασιακά, κατοχυρώνουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής μισθών και δικαιωμάτων στις ανάγκες των επιχειρήσεων
Η παρέμβαση του πρωθυπουργού, σε συνδυασμό με τις γενικότερες εξελίξεις, ένα πράγμα επιβεβαιώνουν:
Οτι οι εργαζόμενοι, παλιότεροι και νέοι, βρίσκονται μπροστά σε μια νέα επίθεση στα δικαιώματά τους, με την οποία κυβέρνηση και εργοδοσία θα επιχειρήσουν να κατοχυρώσουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα, κυρίως στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης και να τις επεκτείνουν, προκειμένου να κεφαλαιοποιήσουν τα οφέλη τους στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Η χρονική συγκυρία δεν είναι, επίσης, τυχαία.
Πέρα από το γεγονός ότι οι ανατροπές στα Εργασιακά προβλέπονται από το τρίτο μνημόνιο και συνιστούν προαπαιτούμενο της δεύτερης «αξιολόγησης», τα μέτρα που θα επιχειρήσει να νομοθετήσει η κυβέρνηση μονιμοποιούν και επεκτείνουν τις ανατροπές που έγιναν έως τώρα.
Στην πραγματικότητα, στόχος τους είναι να προσαρμόσουν το εργατικό δίκαιο στη μετά την κρίση εποχή, να ξεμπερδεύουν με ό,τι απέμεινε όρθιο από τη νομοθέτηση έκτακτων τάχα μέτρων στην περίοδο της κρίσης και να κατοχυρώσουν ένα μηχανισμό αυτόματης προσαρμογής των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων στις ανάγκες του κεφαλαίου, που μεταβάλλονται ραγδαία, εννοείται σε βάρος των εργαζομένων και του λαού.
Για παράδειγμα, από 1/1/2017 προβλέπεται να μπει σε εφαρμογή ο νέος νόμος για τον καθορισμό του κατώτερου μισθού (άρθρο 103 του Ν. 4172/2013), ο οποίος έρχεται να αντικαταστήσει την ΠΥΣ 6/2012 (μετέπειτα συμπεριλήφθηκε στο νόμο για την έγκριση του μεσοπρόθεσμου 2013 - 2016), με την οποία έγινε η αναστολή της τελευταίας ΕΓΣΣΕ και για πρώτη φορά καθορίστηκε από το κράτος ο κατώτερος μισθός.
Τώρα η κυβέρνηση σηκώνει κουρνιαχτό με την αποκατάσταση δήθεν των συλλογικών διαπραγματεύσεων, όταν από το ίδιο το μνημόνιο προβλέπεται ότι στις αλλαγές που θα γίνουν στα Εργασιακά, «θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος που δεν είναι συμβατές με τους στόχους της προώθησης μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».
Οι «βέλτιστες πρακτικές» στον κατώτερο μισθό
Από αυτή τη σκοπιά, είναι πρόκληση τα όσα είπε ο Αλ. Τσίπρας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, επικαλούμενος τις «αξίες της ΕΕ», οι οποίες «αντανακλώνται στη μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων και στην προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων», η υπεράσπιση των οποίων«περνάει μέσα από την ανάπτυξη και τη φυγή προς τα μπρος, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη».
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου 4172/2013, με τον οποίο ορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός, «στην ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική ο καθορισμός του νομοθετημένου κατώτατου μισθού γίνεται είτε με διάταξη νόμου ή με Υπουργική Απόφαση που εκδίδεται έπειτα από νομοθετική εξουσιοδότηση ή με απόφαση συλλογικού οργάνου της διοίκησης, που έχει συγκεκριμένη αρμοδιότητα για το σκοπό αυτό μέσω νόμου.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, προηγείται διαβούλευση μεταξύ της κυβέρνησης και εκπροσώπων των Κοινωνικών Εταίρων, η οποία, ναι μεν δεν είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση, ασκεί όμως υψηλή πολιτική επιρροή στα σημεία για τα οποία οι Κοινωνικοί Εταίροι έχουν σύμφωνη άποψη.
Σε 20 από τις 27 χώρες της Ευρώπης, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται από την κυβέρνηση έπειτα από διαβούλευση με τους Κοινωνικούς Εταίρους (ενδεικτικά Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βουλγαρία, Ιρλανδία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία και Τσεχία).
Με συλλογικές συμβάσεις μόνο, ο κατώτατος μισθός καθορίζεται στο Βέλγιο, την Εσθονία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Ουγγαρία, καθώς και στην Ελλάδα μέχρι την ψήφιση του Ν.4093/2012 (σ.σ. Εγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 - 2016).
(...) Σε πολλές χώρες ορίζεται χαμηλότερος νομοθετημένος μισθός για νέους, όπως συμβαίνει στο Βέλγιο, στον Καναδά, στη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.λπ.
Ακολουθώντας την ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική, με το Ν.4093/2012 θεσπίστηκε ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο, με αντίστοιχο περιορισμό της έκτασης εφαρμογής των μισθολογικών όρων της ΕΓΣΣΕ στους εργαζόμενους που απασχολούνται από επιχειρήσεις εκπροσωπούμενες από τις συμβαλλόμενες εργοδοτικές οργανώσεις».
Σ' αυτά συνίστανται επομένως «η μεγάλη παράδοση των εργασιακών κεκτημένων» της ΕΕ και «η προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων» από το ευρωενωσιακό κεφάλαιο, εν ολίγοις οι «βέλτιστες πρακτικές» που επικαλείται τώρα η κυβέρνηση για να νομοθετήσει στα Εργασιακά. Κι αυτές τις «πρακτικές» δεν τις ανακάλυψε βέβαια η ίδια, αλλά αποτέλεσαν τον «οδηγό» όλων των μέχρι τώρα αντεργατικών ανατροπών στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες.
Η διαδικασία καθορισμού του κατώτερου μισθού
Τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013, τον οποίο ο υπουργός Εργασίας δεσμεύεται να τον εφαρμόσει ...δυο χρόνια αργότερα
Από τα λεγόμενα του υπουργού Εργασίας, προκύπτει ότι η «μάχη» που σκοπεύει να δώσει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο, πίσω από τις φανφάρες περί «αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων», είναι να αρχίσει η εφαρμογή του νόμου4172/2013 όχι από την 1/1/2017, όπως προβλέπεται έως τώρα, αλλά μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, δηλαδή από το τέλος του 2018.
Οπως είπε ο Γ. Κατρούγκαλος, ενημερώνοντας την περασμένη Πέμπτη τους δημοσιογράφους, σε περίπτωση που από τη διαπραγμάτευση του Σεπτέμβρη δεν προκύψει επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για την ΕΓΣΣΕ, τότε θα εφαρμοστεί ο νόμος 4172/2013, αλλά από το τέλος του 2018.
Με άλλα λόγια, από το 2012 μέχρι και το 2018, για μια ολόκληρη επταετία, ο κατώτερος μισθός θα παραμείνει καθηλωμένος στα 586 και 511 ευρώ μεικτά, κάτω ακόμα και από τα όρια της φτώχειας, ενώ παραμένει άγνωστο σε ποια επίπεδα θα διαμορφωθεί μετά την έναρξη της εφαρμογής του νόμου.
Ας δούμε, όμως, συνοπτικά τι προβλέπει ο νόμος 4172/2013 για τον κατώτερο μισθό.
Κατά το Αρθρο 103, «έπειτα από διαβούλευση, που διεξάγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα, ορίζεται ο νομοθετημένος κατώτατος μισθός και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο, για πλήρη απασχόληση, ήτοι μηνιαίος μισθός για εργασία 25 ημερών μηνιαίως και ημερομίσθιο για εργασία 8 ωρών ημερησίως, για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, των οποίων η αμοιβή δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση εργασίας».
Στο τέλος αυτής της πρώτης παραγράφου, προστέθηκε με τον νόμο 4254/2014 η φράση «και ως τέτοιος νοείται μια μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς».
Η προσθήκη αυτή δεν έγινε τυχαία.
Στην πραγματικότητα, η ερμηνεία της οδηγεί σε κατώτερο μισθό απαλλαγμένο πλήρως από επιδόματα και τριετίες, το οποίο θα φέρει νέες δραματικές απώλειες για χιλιάδες εργαζόμενους, που σήμερα αμείβονται με τα κατώτερα όρια, προσαυξημένα με τις τριετίες, αλλά και με το επίδομα γάμου, το οποίο υποτίθεται ότι διασφαλίζεται από την ισχύουσα ΕΓΣΣΕ.
Γκολ από τα αποδυτήρια στους εργαζόμενους
Κατά τα άλλα, οι βασικότερες διατάξεις του ίδιου νόμου ορίζουν τα εξής:
-- «Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».
Είναι σαφές το ασφυκτικό πλαίσιο στο οποίο θα καθορίζεται στο εξής ο κατώτερος μισθός.
Το ίδιο πλαίσιο, συνεπικουρούμενο από έναν κατώτερο μισθό διαμορφωμένο στα σημερινά επίπεδα και ακόμα πιο κάτω, θα αποτελεί τον μπούσουλα των εργοδοτικών απαιτήσεων και στις κλαδικές συμβάσεις, όπως γίνεται και σήμερα.
-- «Για τον ορισμό του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου διεξάγεται διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη, εξειδικευμένων επιστημονικών, ερευνητικών και συναφών φορέων και εμπειρογνωμόνων, σε θέματα οικονομίας και ιδίως οικονομίας της εργασίας, κοινωνικής πολιτικής καθώς και εργασιακών σχέσεων και το συντονισμό από επιτροπή, που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
(...) Η διαβούλευση συντονίζεται από τριμελή Επιτροπή αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του ΟΜΕΔ, ως Πρόεδρο, ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών και ένα πρόσωπο κύρους ως εκπρόσωπο του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, με τη γραμματειακή υποστήριξη των υπηρεσιών του ΟΜΕΔ».
Και μόνο ο επιτελικός ρόλος, που αναγνωρίζεται στον ΟΜΕΔ, πρέπει να χτυπήσει καμπανάκι για τους εργαζόμενους, κρίνοντας από τις συμβάσεις που κατοχύρωσε ο Οργανισμός μόνο τους τελευταίους μήνες στην Παιδική Στέγη και στην ιδιωτική Υγεία.
-- Επιπλέον, στη «διαπραγμάτευση» θα παίρνονται υπόψη τα σχετικά πορίσματα φορέων όπως η Τράπεζα Ελλάδος, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ (ΙΝΕ - ΓΣΕΕ), το Ινστιτούτο ΙΜΕ - ΓΣΕΒΕΕ, το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που θα συντάσσουν έκθεση για την προσαρμογή του κατώτερου μισθού «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
Πάνω σ' αυτήν την έκθεση, θα συζητάνε οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων και στη συνέχεια, μέσα από μια δαιδαλώδη διαδικασία, θα συντάσσεται ένα Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης, που θα παραδίνεται στην Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης και από εκεί ολοκληρωμένο θα υποβάλλεται στον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Εργασίας.
-- Μετά απ' όλα αυτά, «εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιουνίου κάθε έτους ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο, τον κατώτατο μισθό υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, λαμβάνοντας υπόψη το Πόρισμα Διαβούλευσης, όπως αυτό υποβλήθηκε και συντάχθηκε κατά την ανωτέρω διαδικασία», και εκδίδει απόφαση «μετά από την σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου».
«Μαγειρέματα» σε ομαδικές απολύσεις και συνδικαλιστικό νόμο
Αλλαγές σε βάρος των εργαζομένων ετοιμάζονται και στα άλλα δύο μέτωπα που κρατούν ανοιχτά κυβέρνηση και κουαρτέτο στο τραπέζι της διαβούλευσης, δηλαδή οι ομαδικές απολύσεις και οσυνδικαλιστικός νόμος.
Πρόκειται για ζητήματα που έχουν απασχολήσει και στο παρελθόν τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην προηγούμενη κυβέρνηση και τους «εταίρους» της.
Ειδικά για τις ομαδικές απολύσεις, ομολογείται πλέον ανοιχτά ότι η διαβούλευση αφορά την αύξηση ή και την κατάργηση των ορίων που προβλέπει σήμερα ο νόμος για τους εργαζόμενους που μπορεί να απολύει μια επιχείρηση κάθε μήνα, ανάλογα με τον αριθμό του προσωπικού που απασχολεί.
Με τον τρόπο αυτό, ανοίγει επί της ουσίας ο δρόμος για την πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν εμποδίζεται από τη «διοικητική έγκριση» του υπουργού, που ακόμα ισχύει τυπικά, αλλά με βεβαιότητα θα καταργηθεί.
Σε ό,τι αφορά τέλος το συνδικαλιστικό νόμο, η κυβέρνηση φαίνεται να επικεντρώνει στη θέσπιση νέων εμποδίων για την κήρυξη απεργίας από τα συνδικάτα, με πρόσχημα τη «μεγαλύτερη δημοκρατία» στη λήψη των αποφάσεων.
Συγκεκριμένα, πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε η προηγούμενη συγκυβέρνηση, μελετάει να νομοθετήσει ότι για να παρθεί απόφαση για απεργία σε μια επιχείρηση, θα πρέπει να την εγκρίνει το 50+1% των εργαζομένων σε αυτή και όχι η πλειοψηφία των παρόντων στη γενική συνέλευση, όπως γινόταν έως τώρα.
Μελετάει, επίσης, να βάλει ζήτημα χρηματοδότησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων, θεωρώντας δικά της λεφτά τις εισφορές που δίνουν οι εργαζόμενοι στην Εργατική Εστία, από την οποία χρηματοδοτούνται τα συνδικάτα.
Πρόκειται για πρόκληση, που στόχο έχει να συκοφαντήσει τη συνδικαλιστική δράση, αξιοποιώντας και τα φαινόμενα εκφυλισμού που υπάρχουν με ευθύνη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, τον οποίο πάντως ενισχύει και δεν αποδυναμώνει με τα σενάρια που διακινεί για τη χρηματοδότηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
ΠΑΜΕ
Το πλαίσιο πάλης στο μέτωπο των Συλλογικών Συμβάσεων
Τη Δευτέρα 6 Ιούνη, το ΠΑΜΕ οργάνωσε μια πλατιά συνδικαλιστική σύσκεψη, με θέμα τις εξελίξεις στο μέτωπο των Συλλογικών Συμβάσεων, την αποτελεσματικότερη οργάνωση και το συντονισμό της πάλης.
Τα συμπεράσματα και το πλαίσιο πάλης που καθορίστηκε στη σύσκεψη αποκτούν ξεχωριστή σημασία για τα σωματεία και τους εργαζόμενους κάτω από το φως των εξελίξεων.
Θυμίζουμε ότι στο πλαίσιο πάλης που παρουσιάστηκε εισηγητικά στην Ημερίδα, σημειώνονταν τα εξής: «Με κριτήριο τις ανάγκες των εργατικών και λαϊκών οικογενειών για μια αξιοπρεπή ζωή, είχαμε παλιότερα υπολογίσει ως ελάχιστη βάση τα 1.400 ευρώ. Εχει αξία αυτή η υπογράμμιση, γιατί δείχνει το πλήγμα που έχει δεχτεί σήμερα το εργατικό εισόδημα, αλλά και την προοπτική που έχουμε καθήκον να χαράξουμε στις διεκδικήσεις μας.
Πρώτο και βασικό μέτωπο είναι η αποκατάσταση των κατώτερων μισθών και μεροκάματων.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, στη γραμμή της κάλυψης των απωλειών, απαιτούμε και παλεύουμε για κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ για όλους, μέσα από Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση, ως αφετηρία. Να καταργηθεί η διάκριση για τους νέους.
Το αίτημα αυτό χρειάζεται να γίνει καθολικό, όλης της εργατικής τάξης, όλων των κλάδων, όλων των Σωματείων.
Η πάλη για την κατάκτησή του είναι κριτήριο για τη στάση κάθε συνδικάτου και συνδικαλιστικής παράταξης, αν είναι με το μέρος των εργατών ή της εργοδοσίας.
Δεύτερο μέτωπο είναι η κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου για τις ΣΣΕ.
Είναι βασική διεκδίκηση απέναντι στην κυβέρνηση, αλλά και την εργοδοσία.
Η πάλη αυτή θα συνδυάζεται με τη διεκδίκηση αυξήσεων στους κλαδικούς μισθούς.
Κάθε κλάδος εδώ είναι ανάγκη να επεξεργαστεί συγκεκριμένο πλαίσιο, να υπολογίσει τις απώλειες που είχε από το 2009 και να προσδιορίσει τις διεκδικήσεις του.
Ενιαίο καθήκον είναι η αποκατάσταση του νομικού πλαισίου των ΣΣΕ, όπως: Καθολική ισχύς και υποχρεωτικότητα των ΣΣΕ, που δεσμεύει όλες τις επιχειρήσεις, ανεξάρτητα αν είναι μέλη ή όχι σε εργοδοτικές οργανώσεις, καθολική ισχύς της ευνοϊκότερης σύμβασης που υπάρχει στον κλάδο, με κατάργηση της δυνατότητας να υπογράφονται επιχειρησιακές με μικρότερους μισθούς και εργασιακούς όρους από αυτές που προβλέπει η κλαδική Σύμβαση, εφαρμογή της μετενέργειας της ΣΣΕ μέχρι την υπογραφή νέας ΣΣΕ και κατάργηση του νόμου που αφορά τον ΟΜΕΔ και τις Ενώσεις Προσώπων.
Επιπλέον, διεκδικούμε:
- Επαναφορά όλων των οικογενειακών, κλαδικών και άλλων επιδομάτων.
- Υπολογισμό της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης (που πρέπει να δικαιολογείται και να περιορίζεται η πραγματοποίησή της με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές περιπτώσεις, π.χ. αποκατάστασης ζημιών που δημιουργούν κινδύνους), με βάση τον κλαδικό μισθό και τις προσαυξήσεις που ίσχυαν πριν την ψήφιση των αντεργατικών νόμων. Σε αυτήν την περίπτωση, επιπλέον και άμεσα να χορηγείται άδεια ανάπαυσης (με χρονικό όριο τη βδομάδα που πραγματοποιήθηκαν οι υπερωρίες) και τέτοια που θα εξασφαλίζει την πενθήμερη εργασία στη βδομάδα και το σταθερό ημερήσιο χρόνο δουλειάς, δηλαδή το 8ωρο ή το 7ωρο για ορισμένους κλάδους.
- Κατάργηση των Προεδρικών Διαταγμάτων που ισοπέδωσαν τις αποζημιώσεις.
- Κατάργηση όλων των ρυθμίσεων που προβλέπουν αύξηση του ορίου των απολύσεων.
- Κατάργηση κάθε ελαστικής μορφής εργασίας. Μόνιμη, σταθερή δουλειά με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο. Στην προοπτική των αγώνων μας πρέπει να μπει ως σταθερός στόχος η παραπέρα μείωση του εργάσιμου χρόνου, υπολογίζοντας την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και μια σειρά άλλους παράγοντες».