Αφορμή για το συγκεκριμένο άρθρο ήταν η ταινία Trumbo που παρακολούθησα πρόσφατα.
Το Χόλυγουντ διηγείται τη ζωή ενός κομμουνιστή σεναριογράφου που έπεσε θύμα της επιτροπής αντι-αμερικανικών δραστηριοτήτων.
Πολλές ταινίες εδώ και χρόνια έχουν αφηγηθεί αληθινές ιστορίες δημιουργών, σκηνοθετών, ηθοποιών, σεναριογράφων οι οποίοι την εποχή του Μακαρθισμού θεωρήθηκαν εχθροί των ΗΠΑ, κατάσκοποι των Σοβιετικών, εκδιώχθηκαν, φυλακίστηκαν.
Ο
Ντάλτον Τράμπο ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους Αμερικανούς σεναριογράφους, ο οποίος ως κομμουνιστής θεωρήθηκε προδότης και πράκτορας, Φυλακίστηκε, απολύθηκε, απομονώθηκε, χρεωκόπησε. Αναγκάστηκε να δουλεύει με ψευδώνυμα, να γράφει σενάρια του ποδαριού για να επιβιώσει,
Στο ίδιο μήκος κύματος και το Guilty by Suspicion, ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και υποδύεται έναν δημοκρατικό σκηνοθέτη ο οποίος βρίσκεται στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών στην περίοδο του Μακαρθισμού.
Οι ταινίες αυτές, μαζί με άλλες που αναφέρονται έστω και επιφανειακά στον Μακαρθισμό, είναι ό,τι πιο κοντινό μπορεί να δει κανείς σε επίπεδο κριτικής της αμερικάνικης πολιτικής της εποχής, από μια «κομμουνιστική» σκοπιά.
Η λέξη μπαίνει σε εισαγωγικά, διότι στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου κομμουνιστικό το περιεχόμενο των ταινιών μολονότι εμφανίζεται περίπου ως τέτοιο.
Η πραγματικότητα είναι πως αυτές οι ταινίες στις οποίες περιγράφεται ο μακαρθισμός από μια δήθεν αριστερή ή προοδευτική σκοπιά, τελικά υπηρετούν την αντικομμουνιστική προπαγάνδα.
Παρακάτω θα δούμε με ποιον τρόπο γίνεται κάτι τέτοιο.
Α. Εξαφάνιση πολιτικών θέσεων
Στις ταινίες όπου οι ήρωες είναι κομμουνιστές περιγράφονται σχεδόν τα πάντα για τη ζωή τους. Οι οικογενειακές τους σχέσεις, το αγαπημένο τους φαγητό, το ποτό που πίνουν, οι συνήθειες τους. Τα πάντα εκτός από την ιδεολογία τους για την οποία μάλιστα διώκονται. Είναι σαν να σου λέει το Χόλυγουντ: «Θα δεις μια ταινία για τον Χ που ήταν ή θεωρήθηκε κομμουνιστής και διώχθηκε για τις ιδέες του. Στον Χ. άρεσε να πίνει ουίσκι με δύο πάγους, είχε τρεις φίλους, δύο κόρες, ένα σκυλί, ένα ασημί αυτοκίνητο και μάλωνε με τη γυναίκα του. Στο τέλος ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα».
Β. Κομμουνιστής=Αφελής
Ενώ στην πλειοψηφία τους οι χολιγουντιανές ταινίες παρουσιάζουν τους κομμουνιστές ως μοχθηρούς, αιμοβόρους πράκτορες σκοτεινών συμφερόντων που επιβουλεύονται την ιδιοκτησία του λευκού αμερικανού της μεσαίας τάξης γιατί εκτός από φύσει ανελεύθεροι τυχαίνει να κυβερνούνται από αιμοσταγείς και πανούργους δικτάτορες, στις ταινίες που ο κομμουνιστής ήρωας παρουσιάζεται ως πρωταγωνιστής τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά.
Ο ήρωας είναι ένας κατά γενική ομολογία καλός άνθρωπος, ο οποίος κατά λάθος έγινε κομμουνιστής αφού ήθελε να κάνει καλό στην ανθρωπότητα, να βοηθήσει τον συνάνθρωπό του. Ωστόσο ήταν λίγο αφελής καθώς νόμιζε ότι αυτό θα το κάνει μέσω του κομμουνισμού και όχι του φιλελεύθερου καπιταλισμού.
Είναι σαν να μας λέει το Χόλυγουντ: «Εντάξει, δεν το ήθελε, αν ήξερε δεν θα γινόταν, αλλά νόμιζε πως έτσι θα κάνει καλό. Μην τον κατηγορείτε ότι είναι κομμουνιστής, λυπηθείτε τον διότι είναι αφελής και πεπλανημένος».
Γ. Πιστός στις ιδέες του ή στην τέχνη;
Και στις δύο προαναφερόμενες ταινίες, φαίνεται πως οι πρωταγωνιστές επιλέγουν να υψώσουν το ανάστημά τους απέναντι στον μακαρθισμό λόγω της πίστης τους στην τέχνη που υπηρετούν και όχι στις ιδέες τους.
Στο Τράμπο ίσως αρχικά να εμφανίζεται ο πρωταγωνιστής ως πιστός κομμουνιστής που θέλει να παλέψει για τις ιδέες του, αλλά στην πορεία της ταινίας αυτό που κυριαρχεί είναι ο τρόπος με τον οποίο θέλει να ξεγελάσει τον μακαρθισμό για να μπορέσει να επιστρέψει στην τέχνη του.
Σαν να μας λέει δηλαδή το Χόλιγουντ πως οι άνθρωποι που διώχθηκαν για τις ιδέες τους στην πραγματικότητα πικράθηκαν γιατί πετάχτηκαν εκτός δουλειάς και όχι γιατί κυνηγήθηκαν άδικα.
Σαν να μας λέει ότι για τον Τράμπο ή για τον κάθε διωκόμενο Τράμπο, το κακό που έκανε ο Μακαρθισμός ήταν να τους στερήσει από την παραγωγή ταινιών για κάποιο διάστημα.
Δ. «Κομμουνιστής είμαι, αλλά δεν έκανα και τίποτα σημαντικό»
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό της εικόνας του κομμουνιστή, είναι ότι ενώ προσπαθεί να καταρρίψει την φασιστική αντίληψη της εποχής που ήθελε τους κομμουνιστές να είναι πράκτορες της Σοβιετικής Ένωσης, συνηθίζει να τους παρουσιάζει ως ανθρώπους με ελάχιστη ουσιαστική δράση.
Άντε στην καλύτερη λίγος συνδικαλισμός, λίγες συγκεντρώσεις και συζητήσεις και μέχρι εκεί.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει, οι δύο αυτές ταινίες, επικεντρωμένες στις διώξεις των ανθρώπων του κινηματογράφου, αναδεικνύουν μια από τις εκφράσεις του κομμουνιστικού κινήματος στις ΗΠΑ: Αυτό των διανοούμενων, καλλιτεχνών κομμουνιστών. Καμία αναφορά σε εργάτες, εργατικό κίνημα, ταξική πάλη.
Ε. Στο τέλος είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα
Κι όμως, οι ταινίες στις οποίες εμφανίζονται οι κομμουνιστές ως πρωταγωνιστές, ακολουθείται λίγο πολύ το ίδιο μοτίβο:
Εμφανίζονται αρχικά ως δυναμικοί και πιστοί στις ιδέες τους, διώκονται για αυτές.
Κατά τη δίωξή τους αρχικά υψώνουν το ανάστημα τους στον μακαρθισμό και έπειτα προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν έκαναν και τίποτα ιδιαίτερο καθώς η ήπια πολιτική τους δράση παρακινήθηκε από καλές προθέσεις και άγνοια. Στο τέλος, μετανοεί στο όνομα ενός πατριωτισμού που «μας χωράει όλους» αρκεί να παραιτηθούμε από την ιδέα της αλλαγής του συστήματος.
Οι ήρωές μας ακολουθούν γενικά αυτό το μοτίβο, στο οποίο φαίνεται η κάθαρση να επέρχεται όταν ο πρωταγωνιστής μας μπαίνει στο σωστό δρόμο της φιλελεύθερης δημοκρατίας για την οποία τόσο περηφανεύονται οι ΗΠΑ. Σαν να μας λέει ότι «κακός ο μακαρθισμός, και μόλις ξεπεράστηκε έγινε κατορθωτό να δουν οι αντιφρονούντες το φως που τους στερούσε η προσκόλλησή τους σε μια ιδεολογία που έτσι κι αλλιώς είναι ξένη προς την κουλτούρα των ΗΠΑ.
Τώρα, ας αφήσουμε τα μίση και ας κάνουμε καμιά ταινία να πάρουμε όσκαρ, αφού πια έχουμε καταλάβει ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι τόσο περιεκτική που εξυπηρετεί την δυνατότητά μας να εκφραζόμαστε μέσα από την τέχνη».
Επίλογος
Ο Μαρξ στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας γράφει: «Όπως ένα άτομο δεν το κρίνουμε από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, έτσι και μια εποχή ανατροπής δεν μπορούμε να την κρίνομαι από τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό της ίσα-ίσα αυτή τη συνείδηση πρέπει να την εξηγήσουμε με τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, με τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις».
Αντίστοιχα λοιπόν, αν πρέπει να κρίνουμε τον αντι/φιλο-κομμουνισμό του Χόλιγουντ, δεν θα πρέπει να τον κρίνουμε με βάση την εικόνα που έχει το ίδιο για τον εαυτό του.
Όταν παρακολουθούμε μια χολιγουντιανή παραγωγή δεν μπορούμε παρά να έχουμε στο νου μας ότι αυτό που βλέπουμε είναι η εικόνα του Χόλιγουντ για τον εαυτό του.
Είναι η συλλογική συνείδηση μιας συγκεκριμένης δεσμίδας κοινωνικών σχέσεων όπως αυτή εκφράζεται με τη μορφή μιας κινηματογραφικής ταινίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να σχολιάσουμε ότι ο μακαρθισμός για τον αμερικάνικο φιλελευθερισμό είναι κάτι σαν κηλίδα, κάτι σαν συλλογική αμαρτία.
Μπορούμε να το παρομοιάσουμε πιθανόν με τις τύψεις των Γερμανών για τον Ναζισμό.
Οι ταινίες του Χόλυγουντ σχετικά με τον μακαρθισμό μάλλον μοιάζουν περισσότερο με εξαγνισμό και προσπάθεια για άφεση αμαρτιών παρά με ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας που βίωσαν εκατοντάδες κομμουνιστές, δημοκράτες και αριστεροί καλλιτέχνες.
Είναι σαν αυτές οι ταινίες να παίζουν τον ρόλο του καλού μπάτσου στην υπόθεση του αντικομμουνισμού:
Οι κλασικές αντικομμουνιστικές ταινίες (κακός μπάτσος) είναι εκείνες που αναλαμβάνουν να μας ενημερώσουν για το πόσο μοχθηρό, απάνθρωπο και άδικο ήταν το κομμουνιστικό καθεστώς. Πόσο σκληρός, στυγνός και κακός είναι ο οποιοσδήποτε κομμουνιστής.
Οι δήθεν φιλοκομμουνιστικές ταινίες προσπαθούν να ακυρώσουν ό,τι έχει σχέση με τον κομμουνισμό δια της πλαγίας οδού: «δείτε, δεν σας τους παρουσιάζουμε ως κακούς, αλλά ως παραπλανημένους που απλά ξεστράτισαν από την φιλελεύθερη δημοκρατία μας και μόλις βρήκαν τα λογικά τους ήρθαν στον σωστό τον δρόμο».
Ένα ακόμα στοιχείο των αντιφάσεων οι οποίες συγκροτούν τις χολιγουντιανές παραγωγές έχει να κάνει με το εμπορικό τους κομμάτι:
Αφενός πρέπει να σχηματίσουν μια ιστορία όσο το δυνατόν ρεαλιστική μέσα στο πλαίσιο της κυρίαρχης τους ιδεολογίας, αφετέρου πρέπει το αποτέλεσμα να έχει εισπρακτική επιτυχία.
Άρα οι ταινίες αυτές πρέπει να έχουν λίγη από τη συνηθισμένη μανιέρα που συνήθως οδηγεί σε ένα happy end.
Αυτό το ευτυχισμένο τέλος, σχεδόν υποχρεωτικό στις αμερικάνικες ταινίες, είναι επίσης στοιχείο της προπαγάνδας: Λειτουργεί ανακουφιστικά προς το κοινό, σαν να του λέει «κοίτα, αν έρθεις με το μέρος μας όλα θα πάνε καλά».
Τέλος, πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί για την ακρίβεια των γεγονότων που παρουσιάζονται στις ταινίες αυτές.
Οι πρωταγωνιστές, ενδέχεται να ήταν πολύ πιο σκληροπυρηνικοί, πολύ πιο ριζοσπάστες, πολύ πιο κομμουνιστές από ότι φαίνεται.
Η παραποίηση της προσωπικότητας και της ιδεολογίας τους άλλωστε εξυπηρετεί ενίοτε την εμφάνισή τους ως καρικατούρες και είναι κάτι στο οποίο το Χόλυγουντ έχει ιδιαίτερο ταλέντο.