Σαλεύει κάτι γίνεται, ξέρει κανείς γνωρίζει;
απ΄άκρη σ΄άκρη το νησί, τραγούδια μουρμουρίζει.
Γλυκιά η ανακούφιση, βαθιά θ΄αναστενάξει,
κάποιος θα πει τ΄απίστευτο, θα το βροντοφωνάξει.
κάποιος θα πει τ΄απίστευτο, θα το βροντοφωνάξει.
Νάτος νομίζω θάρρεψε, ξεπρόβαλε ο ντελάλης,
κι ας του το πουν κατάμουτρα, τη φάουσα να βγάλεις.
κι ας του το πουν κατάμουτρα, τη φάουσα να βγάλεις.
Θα το φωνάξει δυνατά, να ακούσουνε οι πάντες,
όστρια, σιρόκος, ο γαρμπής, πουνέντες και λεβάντες.
όστρια, σιρόκος, ο γαρμπής, πουνέντες και λεβάντες.
Εστάθηκε στα πόδια τσης, και ντύνεται η ''Φιορούλα'',
ακούσετε Ζακυνθινοί, πάνω τση τα΄χει ούλα.
ακούσετε Ζακυνθινοί, πάνω τση τα΄χει ούλα.
Σάτιρα, γέλιο, μουσική, τραγούδια και καντάδες,
και για τα προικοσύμφωνα, έχει πολλές αράδες.
και για τα προικοσύμφωνα, έχει πολλές αράδες.
Μια οπερέτα λαϊκή, απ΄ του νησιού τον κήπο,
απ΄τση ψηχής το ανάστημα, και τση καρδιάς το χτύπο.
απ΄τση ψηχής το ανάστημα, και τση καρδιάς το χτύπο.
Τσακίζει η ομορφάδα τσης, βγάζει σε κάποιους ζήλια,
από αλαφροΐσκιωτους, λόγια πολλά ζυμπίλια.
από αλαφροΐσκιωτους, λόγια πολλά ζυμπίλια.
Τσου ξέρω μεσα κι όξω τσους, τσου ξέρω τσου εχθρούς μου,
τσου φίλους μου δεν έμαθα, γιατι δεν πάει ο νους μου.
τσου φίλους μου δεν έμαθα, γιατι δεν πάει ο νους μου.
Μα δεν αλλάζει, έγινε, δεν χάνετε, δεν σβήνει,
γεννήθηκε, ζωντάνεψε, θα ζήσει και θα μείνει.
γεννήθηκε, ζωντάνεψε, θα ζήσει και θα μείνει.
Θα γνωριστεί, θα αγαπηθεί,και μέσα στην καρδιά μας,
έχει καρπούς παράδοσης, το δέντρο, η ροδιά μας.
έχει καρπούς παράδοσης, το δέντρο, η ροδιά μας.
Έχει και χρώμα Ζάκυνθος, ανάγλυφο τοπίο,
και είναι ούλα αληθινά, πίο ξεφεύγει πίο;
και είναι ούλα αληθινά, πίο ξεφεύγει πίο;
Με ενθουσιασμό ιδιαίτερο, τα λέει ο ντελάλης,
άλλο να παίξει όπερα, κι άλλο μαλλιά να βγάλεις.
άλλο να παίξει όπερα, κι άλλο μαλλιά να βγάλεις.
Άλλο να ζεις στη νύχτα σου, και ψέματα να στήνεις,
κι άλλο που στην πορεία σου, ανύπαρκτος θα μείνεις..
κι άλλο που στην πορεία σου, ανύπαρκτος θα μείνεις..