Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

01 Φεβρουαρίου, 2025

Ποστάρω...Άρα Υπάρχω;



 Ποστάρω, άρα υπάρχω;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συζήτηση για τα social media (μέσα κοινωνικής δικτύωσης) είναι στο επίκεντρο με διάφορες αφορμές και τρόπους. Από τα υπαρκτά προβλήματα που εντοπίζονται σε νεότερες - και όχι μόνο - ηλικίες, δηλαδή «την κοινωνική αποστασιοποίηση, τον ανεπαρκή ύπνο, τον κατακερματισμό της προσοχής και τον εθισμό», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, μέχρι τις απαγορεύσεις του TikTok, τον ανταγωνισμό για τον έλεγχο της «πληροφορίας» από τα μεγάλα τεχνολογικά μονοπώλια των ΗΠΑ, που προσωποποιούνται στον Elon Musk, στον Mark Zuckerberg κ.ά.

Στο παρόν άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με τον σχολιασμό αυτών των εξελίξεων, αν και έχουν συνολικότερο ενδιαφέρον στο πλαίσιο της περιόδου όξυνσης των αντιθέσεων και των πολέμων που διανύουμε.

Το βασικό, που έχει αξία να σημειώσουμε, είναι η αντίληψη, η οποία τα τελευταία χρόνια διεκδικεί να εδραιωθεί στις συνειδήσεις - κυρίως των νέων ανθρώπων - που θέλει τα social media αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας. Κι αυτό γιατί, πέρα από το γνωστό φακέλωμα και την κατάργηση κάθε είδους ιδιωτικότητας που επιβάλλουν και απαιτούν, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι καλλιεργούν μία συγκεκριμένη στάση και ένα μοτίβο συμπεριφοράς, μία προκαθορισμένη και αποδεκτή επανάληψη ενός στερεότυπου αναρτήσεων, που καθορίζεται από το εκάστοτε μέσο και απαιτεί έναν μιμητισμό από τους χρήστες του, πράγμα το οποίο αντικειμενικά πολλαπλασιάζει τα προβληματικά χαρακτηριστικά που εξαρχής προωθεί...

Ο ναρκισσισμός και η αυτοπροβολή ως «τρόπος ζωής»


Η αποθέωση του «εγώ», η έκθεση της προσωπικής ζωής, η αυτοπροβολή, ο ναρκισσισμός και η εξύψωση του ατομισμού είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που κατακλύζουν τις οθόνες πίσω από τις στιλιζαρισμένες αναρτήσεις, τα viral βίντεο, τις δημοσιεύσεις των influencers και των άλλων χρηστών, που προσπαθούν να αντιγράψουν σε περιεχόμενο ό,τι γίνεται αρεστό και δημοφιλές.

Ξεχωρίζει η λεπτομερής και αναλυτική περιγραφή και παρουσίαση του «πού πήγα και πώς πέρασα», «με ποιον ήμουν και τι είπαμε»... Πριμοδοτείται η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκθεση της προσωπικής ζωής, ενθαρρύνεται - ειδικά μέσα από έναν ακήρυχτο ανταγωνισμό μεταξύ των αναρτήσεων των άλλων χρηστών - το ποιος θα δημοσιεύσει περισσότερα στοιχεία των προσωπικών του στιγμών.

Συσκοτίζεται σε μεγάλο βαθμό ο ρόλος του ακροατηρίου, των παρατηρητών όλων των στιγμών που παρουσιάζονται σε κοινή θέα, οι οποίοι εμφανίζονται με χαρακτήρα διαδικτυακού «φίλου». Καταντάει ο χρήστης να νιώθει υποχρέωση απέναντί τους, ότι πρέπει να δημοσιεύει όλο και περισσότερες στιγμές.

Η επιβράβευση για την ανεπανόρθωτη έκθεση των προσωπικών στιγμών δεν είναι τίποτε άλλο από «likes» και «followers», εκτός από τη γιγάντωση μίας δυσλειτουργικής πεποίθησης που γίνεται όρος για την «ύπαρξή» σου στα social media. Ετσι λειτουργεί ο αλγόριθμος και αν «η ύπαρξή σου στα social media» γίνει όρος για την κοινωνική σου υπόσταση, τότε το πρόβλημα γίνεται πολύ μεγαλύτερο, δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις να υψωθεί ένα ναρκισσιστικό αδιέξοδο που παγιδεύει τις συνειδήσεις και τις οδηγεί να συνεχίζουν να αναπαράγουν το μοτίβο που τις γέννησε.

Αυτό που «πουλάει» είναι αυτό που παίρνει τη μεγαλύτερη αποδοχή. Αυτό που δημοσιεύεται, οφείλει να ακολουθήσει αυτό που «πουλάει», για να είναι αυτό που παίρνει τη μεγαλύτερη αποδοχή...

Το μέσο σε ρουφάει μέχρι η σύγχυση για το τι είναι σημαντικό να κάνει το ασήμαντο, το επιφανειακό, το ευτελές να επικρατήσει, να το κάνει κυρίαρχο συστατικό των δημοσιεύσεων. Αυτόματα δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος για το τι είναι σημαντικό και τι αξίζει να αναδειχθεί και να προβληθεί. Αυτός ο κύκλος εκπορεύεται από τα χαρακτηριστικά που θέλει να δώσει το μέσο στους χρήστες του. Οι χρήστες εναρμονίζονται και αναπαράγουν την «κυρίαρχη γραμμή», που το ίδιο το μέσο επιβάλλει.

Αυτή η κατάσταση περιλαμβάνει μια μεγάλη γκάμα τάσεων και συμπεριφορών:

Περιλαμβάνει όσους «αθώα» ποστάρουν πραγματικές, αληθινές στιγμές από τη ζωή τους, αναζητώντας μέσω αυτής της διαδικασίας την ατομική επιβράβευση και κοινωνική καταξίωση, επιβεβαίωση του κοινωνικού τους ρόλου, τη δημοσιοποίηση των χαρακτηριστικών τους, των απόψεων, των συναισθημάτων τους. Θύματα της διαρκούς έκθεσης, ταΐζοντας διαρκώς και τους αλγόριθμους.

Περιλαμβάνει όσους επιλέγουν τη «φυγή» από την πραγματικότητα, κατασκευάζοντας έναν εαυτό, μια «περσόνα» που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική τους ζωή. Η αντίφαση αυτή μεταξύ πραγματικότητας και εικονικής πραγματικότητας, οι διαφορές μεταξύ του ποιος είσαι στα αλήθεια και του ποιος θέλεις να φανείς όταν είσαι στα social, πολλές φορές καταντούν επικίνδυνα χαώδεις.

Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι η «περσόνα» που δημιουργεί κάποιος στο διαδίκτυο είναι ένα μέσο επίπλαστης φυγής από τον άνθρωπο που είναι, από τις καταστάσεις που βιώνει και από τις συνθήκες και το κοινωνικό υπόβαθρο που επιδρούν πάνω του. Φυσικά και ο ίδιος, μόλις βγει από την εφαρμογή, θα πρέπει να αναμετρηθεί με τη γείωση της αλήθειας του πραγματικού κόσμου, έστω κι αν προσπαθεί να τον αποφύγει ή να αναμετρηθεί μαζί του και με τα προβλήματα που φέρνει.

Περιλαμβάνει το διαρκές κυνήγι της «ευτυχίας», μιας επίπλαστης καλοπέρασης, της συγκάλυψης της πραγματικότητας και της απόκρυψης της σκληρής κοινωνικής αλήθειας, μια υπερβολική προσπάθεια για το τέλειο, το αψεγάδιαστο αποτέλεσμα. Η εναρμόνιση με την επικρατούσα ευδαιμονία είναι επιτακτική. Σε καλεί να ευθυγραμμιστείς με την κυριαρχία της ψευδαίσθησης, να την αποδεχτείς ως τη μοναδική πρέπουσα και να την υπηρετείς με ευλάβεια. Να τροφοδοτείς τους αλγόριθμους με ακόμη περισσότερη ψευδαίσθηση, μέχρι ο χρήστης να βυθιστεί και να θαφτεί κάτω από τον βούρκο του επίδικου ζητούμενου, που δεν είναι άλλο από τη διαιώνιση της αληθοφάνειας της επίπλαστης πραγματικότητας. Και συνήθως ο χρήστης δεν καταλαβαίνει καν ότι έχει θαφτεί...

Σε κάθε όμως εκδοχή, η βάση είναι κοινή: Ο ατομισμός, ο ανταγωνισμός και η αποξένωση που αναπαράγει η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, την ίδια στιγμή που η παραγωγή γίνεται όλο και πιο κοινωνική, απαιτεί τη «συνεργασία» της δουλειάς εκατομμυρίων. Ομως, τα προϊόντα, τα πλούτη αυτής της εργασίας τα καρπώνονται οι μέτοχοι καπιταλιστικών μονοπωλίων, που γίνονται τα μαζικά «είδωλα», τα «πρότυπα» του ναρκισσισμού. Αυτοί που «δεν ξέρουν τι έχουν», «δεν τους νοιάζει τι παράγουν» οι επιχειρήσεις τους, απλώς καρπώνονται με τη μορφή του κέρδους τον κοινωνικό πλούτο.

Η αιτία αυτού του φαινομένου βρίσκεται στο βαθύ σάπισμα της καπιταλιστικής κοινωνίας, κατά την οποία τεχνολογικές δυνατότητες και σύγχρονα μέσα αξιοποιούνται για τη χειραγώγηση, τον εκμαυλισμό εκατομμυρίων ανθρώπων.

Είναι πολιτική πράξη το share από «rosa»;

Στην ανασκόπηση του «luben», της ιστοσελίδας που σχολιάζει καυστικά την επικαιρότητα, γράφτηκε κάτι που μας έκανε τουλάχιστον να μειδιάσουμε: «Κράζεις ότι η κοινωνία κοιμάται και δεν αλλάζει τίποτα, αλλά το μόνο που κάνεις είναι share από "rosa"», δηλαδή κοινοποιείς απλώς δημοσιεύσεις που επιλέγει μία αυτοαποκαλούμενη «προοδευτική κοινότητα ενημέρωσης», ο όμιλος της οποίας («Ομιλος Πολίτη») προχώρησε σε κάμποσες εκδικητικές απολύσεις αυτών που απεργούν και κατακεραυνώθηκε από εργαζόμενους του κλάδου των ΜΜΕ για εντατικοποίηση και τρομοκρατία.

Γιατί το αναφέρουμε αυτό το παράδειγμα; Δεν είναι λίγες οι φορές που ανάμεσα στις αναρτήσεις των χρηστών των social media, ανάμεσα σε προσωπικές στιγμές, υπάρχει ένα είδος πολιτικού σχολιασμού της επικαιρότητας για θέματα που ιεραρχούνται ως σημαντικά. Επίσης, δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι απέναντι στην κυρίαρχη κουλτούρα που αναπαράγεται στα social media μπορεί να διαμορφωθεί και το «αντίπαλο δέος», μια εναλλακτική «προοδευτική» ή και «αντισυστημική» επιλογή.

Βεβαίως, στις περισσότερες των περιπτώσεων ο «εναλλακτικός αλγόριθμος» λειτουργεί και σπρώχνει (σε) θέματα της ατζέντας του «ατομικού δικαιωματισμού». Για να μπορείς να μιλήσεις για την Παλαιστίνη, πρώτα θα πρέπει να μιλήσεις, να αποθεώσεις όλη τη «δικαιωματίστικη ατζέντα», αλλιώς η ανάρτησή σου πάει στα αζήτητα. Αλλά και τα πιο δύσκολα θέματα, όπως ο πόλεμος, οι ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις και η εμπλοκή της χώρας, περιορίζονται στο επίπεδο ενός ρηχού ανθρωπισμού...

Για όσους, λοιπόν, προβληματίζονται και δεν πείθονται από τη ...«mainstream» κουλτούρα, που αναπαράγεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υπάρχει και η «προοδευτική εναλλακτική», η οποία πατάει πάνω στη διαμόρφωση της «ευαίσθητης» και «προοδευτικής περσόνας», με ατζέντα βέβαια δεδομένη και διαμορφωμένη, έτσι ώστε να αναπαράγεται πολύμορφα το κάλπικο αστικό δίπολο «πρόοδος - συντήρηση».

Στην παγίδα της «φούσκας»...

Η παγίδα που μπορεί να πέσει ο χρήστης μέσω της δημιουργίας μίας δικής του «φούσκας», δηλαδή ενός διαδικτυακού περίγυρου με παρόμοιες ιδέες και πολιτικές κατευθύνσεις, έχει εξίσου επικίνδυνα χαρακτηριστικά.

Σχηματίζει μία στρεβλή εικόνα για το τι σκέφτεται ο κόσμος, τι είναι αυτό που τον απασχολεί, αλλά από την ανάποδη. Δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι τα θέματα που ιεραρχεί ο ίδιος είναι εξίσου σημαντικά για άλλους, οι θέσεις του έχουν απήχηση και προβληματίζουν συνολικά. Διαστρεβλώνεται η γενικότερη αντίληψη για θέματα της επικαιρότητας και αγνοείται η παρέμβαση του αντιπάλου στις συνειδήσεις και στις σκέψεις της λαϊκής πλειοψηφίας.

Ορισμένα παραδείγματα, που αφορούν κυρίως στις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού, έχουν μία σημασία να καταγραφούν. Το 2023, λίγο μετά τα αρνητικά αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάη και τον Ιούνη, ένας αστός αναλυτής σημείωνε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έζησε τα τελευταία 4 χρόνια (σ.σ. δηλαδή από το 2019 έως το 2023) σε ένα δικό του οικοσύστημα που ήταν αυτό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου είχε μία ηγεμονία και μία υπεροχή, αλλά μπέρδεψε την κοινωνία με αυτό. Δηλαδή μπορεί στο twitter να έχεις την πλειοψηφία, να κράζεις όποιον θες και να γίνεται αυτό κατά τρόπο απόλυτο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή είναι η κοινωνία».

Θα μπορούσε κανείς να πει - και σωστά - ότι η ανάλυση έρχεται ...μετά Χριστόν, δηλαδή ύστερα από ένα κακό εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά δεν είναι αυτή η ουσία. Η ουσία είναι ότι όντως ο ΣΥΡΙΖΑ, ήδη πριν από τα χρόνια της διακυβέρνησής του, έστησε έναν «στρατό» σε όλα τα social media με επαγγελματίες, επώνυμους και ανώνυμους λογαριασμούς, κατάφερνε να διαμορφώνει «ατζέντα» και να τη βάζει στα δημοφιλή θέματα των social media.

Τα πρώτα χρόνια που τον ανέδειξαν σε κυβερνητική δύναμη (2012 - 2015), αλλά και αργότερα, το «μήνυμά» του ήταν πολύ δυνατό και αναπαραγόταν μαζικά στα social media με τη βοήθεια αυτού του «στρατού». Ομως, αυτό ήταν το αποτέλεσμα της επιλογής στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ από επιχειρηματικούς ομίλους, ΜΜΕ και άλλους αστικούς μηχανισμούς και όχι το αντίστροφο. Η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ στα social media προερχόταν από τη δύναμη που διαμορφωνόταν σε κοινωνικό - πολιτικό επίπεδο.

Οταν αυτό άλλαξε, όταν έχασε τη στήριξη και όταν απογοήτευσε μαζικά η κυβερνητική του θητεία, όταν μεγάλες μάζες εργαζομένων και λαού άρχισαν να του γυρίζουν την πλάτη, η υπεροχή του μηχανισμού του στα social media δεν αντανακλούσε την πραγματικότητα.

Φυσικά εδώ το πρόβλημα ήταν η φύση του ΣΥΡΙΖΑ, ως ενός κόμματος αστικής διαχείρισης, με ό,τι αυτό σημαίνει για την πολιτική του, πολιτική χειραγώγησης του λαού στους στόχους του κεφαλαίου και των διεθνών του συμμάχων, καθώς και για την οργανωτική του φυσιογνωμία.

Ως προς το τελευταίο, η ακραία εκφυλιστική κατάσταση που επικρατεί σε αυτό το - εδώ και χρόνια - αρχηγικό κόμμα είναι ενδεικτική. Τα εκατομμύρια views του Κασσελάκη και του Πολάκη στο TikTok και στο facebook δεν εμπόδισαν τον ΣΥΡΙΖΑ να χάσει σε έναν χρόνο περίπου 330.000 ψήφους...

Το ίδιο φαινόμενο επαναλήφθηκε για τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλους σοσιαλδημοκρατικούς πολιτικούς σχηματισμούς, που διακρίνονται για την αποθέωση των social media, όπως η Νέα Αριστερά και το ΜέΡΑ25. Διέθεταν τεχνογνωσία και χρήμα (είναι ενδεικτικά τα ποσά που δαπανήθηκαν από αυτά τα κόμματα για τη διαφήμιση στο διαδίκτυο και πιο ειδικά στα social media), τα views και τα interactions πήγαιναν καλά, αλλά μόνο στην ψηφιακή σφαίρα, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος.

Ομως, ο κίνδυνος της διαδικτυακής «φούσκας» υπάρχει και για δικές μας δυνάμεις. Π.χ. όσους καλοπροαίρετα βγάζουν συμπεράσματα για την ιδεολογικοπολιτική διαπάλη και τις ανάγκες της μέσα από τα social media. Ας σκεφτούμε επίσης πόσο εύκολα μπορούν να αξιοποιηθούν προβοκατόρικα και ...«περσόνες» που εμφανίζονται ως «μέλη και στελέχη του ΚΚΕ» ή «φίλοι του Κόμματος» - επώνυμα και ανώνυμα - διατυπώνοντας τη δική τους, προσωπική άποψη για μια σειρά από θέματα.

Αυτή η προσωπική άποψη μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί - είτε από αυτόν που τη διατυπώνει είτε από άλλους - «άποψη του ΚΚΕ». Υπάρχουν πρόθυμοι και για να το κάνουν και για να το χάψουν και να το διαδώσουν.

Πού βρίσκονται οι κομμουνιστές;

Με βάση όλα αυτά προκύπτει αβίαστα το ερώτημα: Ποια είναι η στάση των κομμουνιστών απέναντι σε αυτήν την κατάσταση και ιδιαίτερα των νεότερων που είναι πιο εξοικειωμένοι με τη χρήση αυτών των μέσων;

Καταρχάς στους κομμουνιστές δεν ταιριάζουν ο ναρκισσισμός και η επιδειξιομανία. Οι κομμουνιστές παλεύουν στον πραγματικό κόσμο και όχι στη σφαίρα των social media, στον κόσμο που σήμερα χαρακτηρίζεται από την εκμετάλλευση και την αδικία, στον αγώνα για την ανατροπή του, πρωταγωνιστώντας με το ήθος και τις αξίες της ιδεολογίας τους. Χτίζοντας δεσμούς που δεν μετριούνται με likes, αλλά με την εμπιστοσύνη, την αλληλεγγύη και το κοινό όραμα για την οικοδόμηση του κόσμου που μας αξίζει. Αποκτώντας κύρος μέσα από τις ανθρώπινες σχέσεις στον αγώνα που δεν χρειάζονται κανένα ποστάρισμα για να επιβεβαιώσουν τον σημαντικό κοινωνικό τους ρόλο.

Σήμερα, ακόμα και όταν δεν δημοσιεύεις, οι αλγόριθμοι των συγκεκριμένων πλατφορμών έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ που ο χρήστης δεν χρειάζεται να αποκαλύπτει καν τις προτιμήσεις αυτών που παρακολουθεί μέσω follow ή like.

Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, ότι στο TikTok η αρχική σελίδα του χρήστη διαμορφώνεται σύμφωνα με το πόσα δευτερόλεπτα παρακολουθεί ένα βίντεο. Ο αλγόριθμος καταλαβαίνει τι αρέσει και τι δεν αρέσει στον χρήστη από το αν παρακολουθεί ένα βίντεο ολόκληρο ή πηγαίνει κατευθείαν στο επόμενο και έτσι σχηματίζει ολόπλευρη εικόνα για το προφίλ και τα ενδιαφέροντα του χρήστη χωρίς αυτός να έχει πατήσει like ή follow σε κανέναν λογαριασμό.

Οι υπεύθυνοι ανάπτυξης των εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης θα έλεγαν ότι έχουν βρει ακόμα έναν τρόπο για να βελτιώσουν την εμπειρία του χρήστη και να μπορέσουν να του δώσουν το περιεχόμενο που ζητά ή του αρέσει να βλέπει. Φυσικά, η αποθήκευση των προσωπικών προτιμήσεων και η δημιουργία εξατομικευμένων προφίλ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ποικιλοτρόπως από τους επιχειρηματικούς κολοσσούς.

Υπάρχουν άλλωστε πολλά πρόσφατα παραδείγματα, ειδικά σε συνθήκες όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και πολεμικών αναμετρήσεων. Η προστασία λοιπόν των προσωπικών δεδομένων, ειδικά ανθρώπων που επιθυμούν να παίξουν ρόλο πρωταγωνιστή στον μετασχηματισμό της κοινωνίας, είναι κρίσιμο ζήτημα.

Πού θα πρέπει να βρίσκεσαι ως κομμουνιστής, ως πρωτοπόρος αγωνιστής; Εκεί που η πραγματικότητα θάβεται και η προσωπική επαφή αντικαθίσταται μέσω ενός διπλού «ταπ» στην οθόνη, ή εκεί που ο χρήστης με το τάδε ψευδώνυμο μετατρέπεται σε άνθρωπο με σκέψεις, πραγματικές αγωνίες και ανάγκη να τις εξωτερικεύσει και να τις μοιραστεί;

Είναι αυτονόητο ότι δεσμοί της άμεσης κοινωνικής επαφής δεν μπορούν σε καμία περίπτωση όχι να φτάσουν αλλά ούτε να συγκριθούν με τον τρόπο επαφής που προτάσσουν οι διαδικτυακές νόρμες.

Εύλογα αναρωτιέται κανείς: Αυτή η καταφανέστατη διαστρέβλωση και παραμόρφωση της πραγματικότητας τι το αξιομνημόνευτο παρουσιάζει ώστε να το παρακολουθείς έστω και παθητικά; Τι το ελκυστικό αναδίνει, εκτός από μία αποκρουστική ματιά στην κλειδαρότρυπα της κίβδηλης πραγματικότητας, εκτός από τη διαρκή αποχαύνωση και τον αποπροσανατολισμό από όσα έχουν πραγματική σημασία, από όσα αξίζει ειλικρινά να αφιερώνεις χρόνο και φαιά ουσία; Στην τελική ανάλυση, από εκείνο που θα σου προσφέρει μία ουσιαστική σχέση και επαφή και θα χτίσει ισχυρούς δεσμούς κοινωνικών σχέσεων.

Είναι δεδομένο ότι τα social media αποτελούν έναν χώρο εχθρικό για όσα είναι συνολικά οι κομμουνιστές, για όσα πρεσβεύουν, για όλα όσα αγωνίζονται, για όσα θα ήθελαν να δουν για τη νέα γενιά και τον μελλοντικό κόσμο της απελευθέρωσης από τα δεσμά της εκμετάλλευσης. Οι τεχνολογικές δυνατότητες των social media στα πλαίσια μιας κοινωνίας που δεν θα αναπαράγει τον ατομισμό, τον ναρκισσισμό και «ψεύτικους κόσμους» θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν πολύ διαφορετικά.

Αλλωστε, ακόμα και αν κάποια φορά, για λίγο, πέφτουν τα τείχη της υποκρισίας και της λογοκρισίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αυτό προήλθε από τη δράση στον πραγματικό κόσμο, την παρέμβαση του ΚΚΕ, της ΚΝΕ, του εργατικού - λαϊκού κινήματος, πάνω στην οποία στηρίζεται και η οργανωμένη και συλλογική παρέμβαση του ΚΚΕ στα social media.