Το Μαράκι δεν είχε τον…θεό του
Το δεκαπεντάχρονο Μαράκι «έζησε» πριν από πολλά χρόνια. Αυτό αναφέρει η συνέχεια του μύθου ενός ημιάγριου λαού βοσκών της αν. Μεσογείου.
Στη σύγχρονη εποχή και ειδικά στον… πολιτισμένο κόσμο της Δύσης, το κάθε Μαράκι μπορεί, βεβαίως, να έχει κάποιον γκόμενο, αλλά συνήθως πηγαίνει σχολείο.
Εκείνον, όμως, τον καιρό και όπως αναφέρει ο μύθος, ήταν αρραβωνιασμένο μ’ έναν ξυλουργό. Ο αρραβωνιάρης έλειπε συχνά απ’ το σπίτι για δουλειές. Έμενε το Μαράκι μόνο του. Μετά από κάποιο ταξίδι που κράτησε μήνες, γύρισε και βρήκε το Μαράκι γκαστρωμένο. Όσο και να πεις, ξαφνιάστηκε. Μετά τα «πήρε». Έπειτα το πήρε (το Μαράκι) στο κυνήγι. «Θα σε ξεφωνήσω» του φώναζε, καθώς έτρεχε ξωπίσω του στα βρωμερά σοκάκια κάποιου ελεεινού χωριού, εκείνου του ημιάγριου λαού βοσκών.
Έτρεχε το Μαράκι να σώσει τη ζωή του και τον καρπό της παράνομης συνεύρεσης.
Το τι είχε συμβεί δεν έχει ξεκαθαρίσει, παρ’ όλο που έχουν περάσει δύο χιλιάδες χρόνια από τότε.
Το Μαράκι, σαν την έπιασε ο έξω φρενών αρραβωνιάρης, υποστήριξε συγκεχυμένα πράγματα. Κάποιος αρχάγγελος… ένας θεός που ήθελε παιδί… ένα πνεύμα… και οι τρεις μαζί, ίσως, απλώς, με την πράξη το Μαράκι να «είδε τον θεό» της, κατά την συνήθη σε τέτοιες περιπτώσεις φράση, δεν πολυκατάλαβε ο αγράμματος ξυλουργός.
Ούτε και τον απασχόλησε το γιατί το Μαράκι συγκεκριμένα, που ήταν αρραβωνιασμένο κι όχι κάποιο από τα τόσα άλλα καυλοράπανα που διέθετε εκείνος ο λαός των ημιάγριων βοσκών. Πείστηκε, πάντως, πως το παιδί που θα γεννιόταν, ανεξαρτήτως τρόπου σύλληψης και αριθμού επιβητόρων, θα ήταν… θεός. Κι ακόμη χειρότερα πως το νόθο, εκτός από θεός, θα ήταν ομοούσιος του θεού που «πήγε» με το Μαράκι, αλλά και γιος του, καθώς και ομοούσιος με το πνεύμα που κι εκείνο «πήγε» με το Μαράκι και επίσης, παιδί του και κάτι τις του αρχάγγελου, του οποίου ο ρόλος δεν είναι ξεκάθαρος στην όλη υπόθεση που, μάλλον, σε ρωμαϊκό όργιο φέρνει.
Κι όλα αυτά έγιναν – πάντα κατά τον μύθο των ημιάγριων βοσκών, για να παλουκωθεί αργότερα κι έτσι να σωθεί ο κόσμος.
Δεν θέλει κι άλλα για να καταλήξει κανείς πως ο φουκαράς αγράμματος ξυλουργός εντυπωσιάστηκε και εκτός από διασημότερος κερατάς των αιώνων, ανακηρύχτηκε και ο βλαξ της δισχιλιετίας.
Το νόθο ήταν ένα δύσκολο παιδί. Κακομαθημένο, μνησίκακο και βάναυσο, σκότωνε άλλα παιδάκια, έκανε διάφορα τρελά, όπως το να φτιάχνει πουλιά (σπούργους, κούκους και μπούφους) από πηλό που μετά ζωντάνευαν και πέταγαν, ενοχλούσε τους γείτονες και γενικώς, φαινόταν από τότε πως θα γινόταν… θεός.
Για πολλά χρόνια το έκλεισαν σε ίδρυμα. Όταν μεγάλωσε και αφέθηκε ελεύθερο, εξεδήλωσε παραλήρημα μεγαλείου, έλεγε ασυναρτησίες, είχε οράματα, γκρέμιζε ναούς, τσακωνόταν με συκιές (δέντρα), περπατούσε στα νερά και πολλαπλασίαζε ψάρια και ψωμιά.
Τρεις φορές που αναφέρθηκε, καθ’ όλον τον βίο του, στη μάνα του (το Μαράκι), την αντιμετώπιζε με πλήρη απαξίωση.
Το Μαράκι, εν τω μεταξύ, έκανε κι άλλα παιδιά με τον ξυλουργό, αλλά επέμενε να παραμένει… παρθένα.
Τα χρόνια πέρασαν, οι Ρωμαίοι έσπαγαν πλάκα, οι ημιάγριοι βοσκοί άρχισαν να ζοχαδιάζονται και οι ψαράδες με τους φουρνάρηδες επαναστάτησαν, γιατί το νόθο-θεός τους χάλαγε τη δουλειά. Είδαν κι αποείδαν και τον παλούκωσαν σ’ ένα σταυρό και μετά τον έθαψαν.
Αυτός βγήκε μετά από τρεις μέρες κι αφού για κανένα μήνα το ‘ριξε στις βόλτες παρουσιαζόμενος σε διάφορους, ξαφνικά άρχισε, χωρίς λόγο και αιτία, να ανεβαίνει στον ουρανό και τον χάσαμε από τότε.
Μετά από λίγο το Μαράκι, γραία πια και ταλαιπωρημένη από τον καημό και τα βάσανα που τράβηξε από τον κανακάρη της, ανέβηκε κι εκείνη στον ουρανό, με τον ίδιο περίπου τρόπο.
Από τότε δεν τους ξαναείδε κανείς, εκτός από ένα βαρεμένο στη Λούρδη και κάνα δυο άλλα ιδίας ποιότητας, σε διάφορα μέρη του κόσμου.
Μια άλλη μουρλή υποστήριξε πως το νόθο πήγε στον ύπνο της κι αφού έκανε ότι έκανε, μετά την αρραβωνιάστηκε και για δαχτυλίδι, της πέρασε στο δάχτυλο την… ακροβυστία του (ξέρετε εκείνη την άκρη απ’ το πουλί τους που κόβουν αυτοί οι ημιάγριοι βοσκοί ακόμη και σήμερα, όταν δεν κόβουν κεφάλια άλλων).
Τρομαχτικά πράγματα!
Το Μαράκι, όμως, όλοι το θυμούνται και το επικαλούνται και στο όνομά του νηστεύουν, απέχουν απ’ το σεξ (έτσι κι αλλιώς απέχουν), σέρνονται και έρπουν και άμα κανείς τους πει «γαμώ το Μαράκι σου» γίνονται έξω φρενών.
Αντιθέτως, αδιαφορούν άμα τους «γαμήσεις» την… Ήρα, την Αφροδίτη, την Άρτεμη ή κάποια άλλη θεά, όλες πιο φινετσάτες από το Μαράκι και εξ’ ίσου… υπαρκτές με αυτό.
Στη φωτό η Ίσιδα η γαλακτοτροφούσα: