Μαθαίνουμε από την Επανάσταση:
Οτι όσο ισχυρή και αν φαντάζει μια ταξική εξουσία, όταν διαμορφώνονται οι υλικές προϋποθέσεις, η μεταβολή του κοινωνικού και οικονομικού σχηματισμού είναι επιβεβλημένη. Το 1821, η κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν απέτρεψε την Επανάσταση, παρότι η ήττα του Ναπολέοντα και η συγκρότηση της "Ιεράς Συμμαχίας" διαμόρφωναν έναν δυσμενή συσχετισμό για τις επαναστατικές αστικές δυνάμεις.
Το 1821, η κυριαρχία των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η ανάγκη για απρόσκοπτη ανάπτυξή τους και για συγκρότηση ενός συγκεντρωτικού αστικού έθνους - κράτους οδήγησαν στη σύγκρουση με το φεουδαρχικό εποικοδόμημα και την οθωμανική κυριαρχία, προσδίδοντας στην Επανάσταση και εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα.
Σήμερα, η αδυναμία αξιοποίησης των σύγχρονων δυνατοτήτων για την κάλυψη των βασικών λαϊκών αναγκών σε υποδομές, στέγη, Υγεία, Παιδεία ή για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, όπως έδειξε και το πρόσφατο έγκλημα στα Τέμπη, είναι εμφανής. Σε αυτό προστίθενται οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, η προσφυγιά, η ακρίβεια, η ενίσχυση της τάσης της σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης, ο κοινός αντιλαϊκός παρονομαστής των περιοριστικών και επεκτατικών πολιτικών ή των φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων. Τα παραπάνω αναδεικνύουν την όλο και μεγαλύτερη αντίθεση ανάμεσα στην τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τις κυρίαρχες εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής, την όλο και μεγαλύτερη αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας και τα διογκούμενα αδιέξοδα από την ανάπτυξη της παραγωγής με κίνητρο το κέρδος.
Φορέας της Επανάστασης του 1821 ήταν η ανερχόμενη τότε αστική τάξη. Το δικό της κοινωνικό συμφέρον ήταν η κινητήριος δύναμη της επαναστατικής αλλαγής. Αυτή μετουσίωσε την αντίθεση στην οθωμανική υποτέλεια σε εθνική συνείδηση και σε επαναστατικό πρόγραμμα. Αυτή προσέλκυσε στην Επανάσταση ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις, όπως τους φτωχούς αγρότες και την ποσοτικά μικρή τότε εργατική τάξη, που βίωναν τη φυλετική - θρησκευτική καταπίεση. Οι εργατικές - λαϊκές δυνάμεις απέρριψαν τις συμβουλές "να κάτσουν ήσυχα και να ασχοληθούν με τη δουλειά τους", στήριξαν το μοναδικό σχέδιο που προέβλεπε την κατάργηση της καταπίεσής τους και πολέμησαν ηρωικά, ανιδιοτελώς και ακατάβλητα, αποτελώντας την υλική δύναμη της Επανάστασης.
Σήμερα φορέας της αναγκαίας κοινωνικής αλλαγής είναι η εργατική τάξη. Το δικό της κοινωνικό συμφέρον συμβαδίζει με την αναγκαιότητα της κοινωνικοποίησης των σύγχρονων και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και υποδομών και του κεντρικού - επιστημονικού σχεδιασμού στην παραγωγή και σε όλες τις κοινωνικές υπηρεσίες. Η εργατική τάξη, ως πρωτοπόρα κοινωνική δύναμη σε συμπόρευση με άλλους μισθωτούς εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους των πόλεων, βιοπαλαιστές αγρότες, γυναίκες, νέους και φοιτητές των λαϊκών στρωμάτων, μπορεί να συγκροτήσει μια κοινωνική συμμαχία σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Συμμαχία που θα ανατρέψει την αστική εξουσία και θα εναντιωθεί στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις (ΝΑΤΟ, ΕΕ κ.λπ.).
Η Φιλική Εταιρεία ως πρωτοπόρα επαναστατική αστική οργάνωση διαδραμάτισε αναντικατάστατο ρόλο: Προσανατολίστηκε από τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της αστικής τάξης, διαμόρφωσε επαναστατικό σχέδιο ανεξάρτητο από τη στάση των "Μεγάλων Δυνάμεων", υπερνίκησε αναστολές και επιφυλάξεις και προετοίμασε οργανωτικά την Επανάσταση. Η Φιλική Εταιρεία επιβεβαίωσε όσα είναι αναγκαία σε κάθε Επανάσταση: Πολιτική καθοδήγηση, οργάνωση, προετοιμασία, πειθαρχία και προσήλωση στον στόχο.
Η "εθνική ενότητα" ως κοινότητα αντίπαλων ταξικών συμφερόντων ήταν και στην περίπτωση της Ελληνικής Επανάστασης ανύπαρκτη. Αυτό αποδεικνύουν οι ελληνόφωνοι χριστιανοί αξιωματούχοι που συντάχθηκαν με την οθωμανική κυριαρχία, αλλά και οι εμφύλιοι της Επανάστασης.
Εξίσου πλαστά είναι και τα σημερινά καπιταλιστικά κηρύγματα για "εθνική ενότητα" ή κοινωνική συνοχή. Στόχος τους είναι η συγκάλυψη της ταξικής εκμετάλλευσης.
Η στάση των "Μεγάλων Δυνάμεων" απέναντι στην Επανάσταση καθορίστηκε από το επίπεδο της κοινωνικοοικονομικής τους ανάπτυξης, τα συμφέροντα και τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς.
Και στις μέρες μας, έτσι καθορίζεται η στάση κάθε καπιταλιστικού κράτους. Απόδειξη είναι οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις που οδήγησαν στον πόλεμο στην Ουκρανία, η ανοχή των ΝΑΤΟικών και ευρωενωσιακών συμμάχων της Ελλάδας στην τουρκική επιθετικότητα, τα διχοτομικά σχέδια για την Κύπρο, τα σενάρια πολέμου στο Αιγαίο, όσο και τα σχέδια συνεκμετάλλευσης.
Η απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία, η ίδρυση αστικού κράτους, η κατάργηση της φεουδαρχικής εκμετάλλευσης και η απρόσκοπτη ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων ήταν έργο της Επανάστασης. Ωστόσο, η Επανάσταση δεν εξάλειψε την ταξική εκμετάλλευση, την κοινωνική καταπίεση και τη φτώχεια, όχι γιατί προδόθηκε, αλλά γιατί ως αστική επανάσταση δεν ήθελε και δεν μπορούσε. Η κατάκτηση της εξουσίας από την αστική τάξη σήμανε και την εξέλιξή της σε αντιδραστική δύναμη, με βασικό της αντίπαλο την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Σήμερα, οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και τα αστικά κράτη έχουν μεταβληθεί από συντελεστή προόδου σε συντελεστή αντίδρασης. Η εργατική τάξη σε συμμαχία με τις λαϊκές δυνάμεις καλείται να αναλάβει τον ηγετικό της ρόλο στο ιστορικά αναγκαίο σήμερα, δηλαδή την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, ως προϋπόθεση για την εργατική εξουσία, τη θεμελίωση των νέων κοινωνικών σχέσεων, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Η σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα έδωσε πλούσια θετική και αρνητική πείρα. Η κριτική και αντικειμενική αποτίμηση αυτής της πείρας είναι σήμερα σοβαρό πλεονέκτημα για την ωρίμανση του επαναστατικού υποκειμένου, για τη νέα πιο ασφαλή και στέρεη σύγκρουση με το εκμεταλλευτικό παρελθόν. Οι προηγούμενες και οι μελλούμενες καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις, οι τραγικές συνέπειες των ιμπεριαλιστικών πολέμων, οι καταστροφές λόγω της καπιταλιστικής λογικής "κόστους - οφέλους", κραυγάζουν για την υλική δυνατότητα και αναγκαιότητα της νέας σοσιαλιστικής οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας. Σε αυτόν τον δρόμο πάλης ωριμάζουν η εργατική τάξη και οι λαϊκές δυνάμεις μέσα από μικρούς και μεγαλύτερους αγώνες και αναμετρήσεις. Οι επικείμενες εκλογές δίνουν τη δυνατότητα μιας πιο μαζικής και αποφασιστικής συμπόρευσης με το ΚΚΕ, ώστε να υπάρξει μια ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στην όποια αντιλαϊκή κυβέρνηση και το πρόγραμμά της».