Αγκάλιασα
το μαξιλάρι μου, γύρισα μπρούμυτα - όπως
κάνω ακόμα- και την είδα να ανοίγει την
πόρτα.
Τα
μαλλιά της έφταναν χαμηλά ως τη μέση
της, οι σκιές χανόντουσαν μέσα στα μαύρα
τους κύματα.
Τη
θυμάμαι να κινείται μέσα στο σπίτι και
εκείνη η ατελείωτη κόμη να την ακολουθεί
παλλόμενη απαλά σε κάθε της βήμα.
Τη
θυμάμαι να τεντώνει τον λευκό της λαιμό,
να περνά τα δάχτυλα της πίσω στον αυχένα
και ύστερα να μαζεύει ψηλά στο κεφάλι
έναν υπέροχο κότσο, σαν στέμμα.
Κάτω
από τη νύχτα των μαλλιών της ήταν μαζεμένη
ολάκερη η φύση… ένα μέτωπο σαν ακρογιάλι
και δύο αυστηρά τοξωτά φρύδια που έκρυβαν
το μέλι των ματιών της… λίγο πιο κάτω
το λεπτό της στόμα, που όταν άνοιγε τις
νύχτες για να τραγουδήσει ριζίτικα
γέμιζε το μικρό μας διαμέρισμα από τον
κρύο αέρα του βουνού που αγκαλιάζει το
πατρικό της σπίτι στα Λευκά Όρη.
Δεν σταματούσε ποτέ… τη θυμάμαι σε μια αέναη κίνηση, μαλακή σαν σύννεφο, ανθεκτική σα μέταλλο.
Δεν σταματούσε ποτέ… τη θυμάμαι σε μια αέναη κίνηση, μαλακή σαν σύννεφο, ανθεκτική σα μέταλλο.
Σαν
τις νεράιδες των παραμυθιών, μπορούσε
να είναι παντού την ίδια στιγμή.
Μπορούσε
να ζωγραφίζει με λαδομπογιές υπέροχους
πίνακες, να μαγειρεύει κρητικές συνταγές,
να ράβει τα ομορφότερα ρούχα, να μιλάει
εξαιρετικά ελληνικά… τόσο που χρόνια
μετά να μου λένε στα σχολεία που βρέθηκα
ότι πρέπει να μάθω να μιλώ πιο απλοϊκά…
αμαρτίες γονέων….
Το πρωί μύριζε σαπούνι και ελληνικό καφέ, το απόγευμα έφερνε στο σπίτι μας τις μυρωδιές του έξω κόσμου και τη νύχτα, όταν στεκόταν πάνω από το προσκεφάλι μου, μύριζε χιόνι, κυπαρίσσι και θάλασσα…
Το πρωί μύριζε σαπούνι και ελληνικό καφέ, το απόγευμα έφερνε στο σπίτι μας τις μυρωδιές του έξω κόσμου και τη νύχτα, όταν στεκόταν πάνω από το προσκεφάλι μου, μύριζε χιόνι, κυπαρίσσι και θάλασσα…
Μέχρι
που πήγα στο σχολείο ένιωθα ότι αυτή
δεν ήταν μια μαμά σαν όλες τις άλλες.
Αυτή
η μαμά δεν ήταν άνθρωπος, ήταν αερικό…
ήταν εκείνη που σαν καπνός μπορούσε να
εισβάλλει στις πιο λεπτές χαραμάδες
του νου, και να περιμένει ακίνητη τη
στιγμή που θα την κοιτούσα στα μάτια να
της μαρτυρήσω την αγωνία, τον φόβο, την
αταξία μου… και εκείνη μετά να προσποιηθεί
ότι δεν ήξερε τίποτα και να πιάσει το
νήμα της κουβέντας από την αρχή, να
υφάνει τη γαλήνη, την ψυχραιμία, τη
λογική…
Καλές Γιορτές μαμά καιμπαμπά…
Καλές Γιορτές μαμά καιμπαμπά…