Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

31 Ιουλίου, 2016

οι Γερμανοί ξανάρχονται

Πεδίο δράσης κάθε σημείο της Γης όπου διακυβεύονται τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων, αλλά και το εσωτερικό της Γερμανίας

Στις 13 Ιούλη, η Γερμανίδα ομοσπονδιακός υπουργός Αμυνας, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, παρουσίασε τη «Λευκή Βίβλο για τη γερμανική ασφάλεια και το μέλλον των Ενόπλων Δυνάμεων της Γερμανίας», 
το κείμενο - «θεμέλιο» όπως, χαρακτηρίζεται, για την αναθεώρηση ύστερα από 10 χρόνια της «πολιτικής ασφάλειας» της Γερμανίας.
 Πρόκειται πραγματικά για ένα «δελτίο θυέλλης» για όσα είναι μπροστά, που μαζί με τις ανησυχίες της γερμανικής αστικής τάξης για την εξασφάλιση των συμφερόντων της καταγράφει ξεκάθαρα την πρόθεσή της να κάνει τα πάντα για να θωρακίσει την εξουσία της στο εσωτερικό και να υπερασπιστεί πιο «τολμηρά» τα συμφέροντά της σε διεθνές επίπεδο. 
Αλλωστε, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στο κείμενο, «η πολιτική ασφάλειας ξεκινάει από το εσωτερικό της Γερμανίας και έχει ορίζοντα όλο τον κόσμο»...
Φωτ. από την πρόσφατη επίθεση στο Μόναχο. Η νέα «πολιτική ασφάλειας» της Γερμανίας προβλέπει αναβαθμισμένο ρόλο του στρατού και στο εσωτερικό της χώρας
Φωτ. από την πρόσφατη επίθεση στο Μόναχο. Η νέα «πολιτική ασφάλειας» της Γερμανίας προβλέπει αναβαθμισμένο ρόλο του στρατού και στο εσωτερικό της χώρας
«Η ειρήνη δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη»...
Από τον... πρόλογο κιόλας, η Γερμανίδα καγκελάριος, Α. Μέρκελ, ξεκαθαρίζει το χαρακτήρα της αναθεώρησης της «πολιτικής ασφάλειας». Γράφει ανάμεσα στ' άλλα: «Ο κόσμος του 2016 είναι αναστατωμένος (...) Η ειρήνη και η σταθερότητα δεν είναι κάτι δεδομένο ακόμα και για την Ευρώπη. 
Σε αυτήν την αλλαγμένη κατάσταση, η αποστολή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης είναι να επαναπροσδιορίσει τα ενδιαφέροντα, τις προτεραιότητες και τους σκοπούς της πολιτικής ασφάλειας της χώρας μας (...) 
Το οικονομικό και πολιτικό βάρος της Γερμανίας σημαίνει ότι είναι καθήκον μας να αναλάβουμε ευθύνες για την ασφάλεια της Ευρώπης, σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς και υπερατλαντικούς εταίρους μας...».
Η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας, πάλι, γίνεται ακόμα πιο συγκεκριμένη: 
«Στις παρούσες κρίσεις η Γερμανία έδειξε ότι έχει τη θέληση να αναλάβει ευθύνες στην πολιτική ασφάλειας. Δείξαμε επίσης πως είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την ηγεσία».
Οσο για τη «σημαία» των νέων αυτών «αγώνων» της γερμανικής αστικής τάξης στον επικίνδυνο στίβο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, δεν μπορεί παρά να γράφει όσα συνοπτικά ξεκαθαρίζει το κείμενο από τις πρώτες του σελίδες για την ανάγκη η «πολιτική ασφάλειας» 
«να διασφαλίσει την ευημερία (...) μιας ισχυρής γερμανικής οικονομίας, όπως επίσης και ενός ελεύθερου και απρόσκοπτου παγκόσμιου εμπορίου»να προωθήσει την... «υπεύθυνη χρήση των περιορισμένων αγαθών και των σπάνιων πόρων σε όλο τον κόσμο»«να βαθύνει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» 
και να«κατοχυρώσει τη διατλαντική συνεργασία»
Με δυο λόγια, να υπηρετήσει - όπου και ό,τι κι αν χρειαστεί - τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων της Γερμανίας και τις βασικές στρατηγικές τους επιλογές.
Μια κρυστάλλινη ανάλυση
Από πού προκύπτουν οι ανησυχίες, οι φόβοι και η αποφασιστικότητα την οποία διαμηνύουν οι Γερμανοί καπιταλιστές; 
Η ανάλυση που κάνει το κείμενο στην ενότητα «Ο ρόλος της Γερμανίας στον κόσμο και η προσέγγιση της ασφάλειας» εκπλήσσει για τον κρυστάλλινο, όσο και ωμό τρόπο που περιγράφονται ο λυσσαλέος ανταγωνισμός που οξύνει η καπιταλιστική κρίση αλλά και οι ανακατατάξεις που προκαλεί στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. 
Να, αναλυτικά, το σχετικό απόσπασμα (οι υπογραμμίσεις δικές μας):
«Η Γερμανία είναι ιδιαίτερα διασυνδεδεμένη με τον υπόλοιπο κόσμο και - εξαιτίας της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής της σημασίας, όσο και των αδυναμιών της - έχει ευθύνη να συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης (...) Με αυτήν τη νέα πραγματικότητα έρχονται περισσότερες επιλογές για άσκηση επιρροής αλλά και αυξημένες ευθύνες.
Η Γερμανία έχει μια ισχυρή οικονομία, που ωφελείται από μια σταθερή κοινωνία, υψηλής ποιότητας υποδομές και μια υψηλά ειδικευμένη εργατική δύναμη που ενισχύεται με τη μετανάστευση. Πολιτικά (...) μπορεί να βασίζεται στο ισχυρό δίκτυο διμερών, ευρωπαϊκών και υπερατλαντικών δεσμών της και στις θεσμικές δομές της (...).
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, είναι απίθανο η Γερμανία να διατηρήσει τη θέση της ως η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως. Οι οικονομίες των αναδυόμενων δυνάμεων στην Ασία και τη Λατινική Αμερική κατά πάσα πιθανότητα θα ξεπεράσουν τη γερμανική - αν και όχι την ευρωπαϊκή - σε ακαθάριστο εθνικό προϊόν τα επόμενα χρόνια.
Η γερμανική ευημερία και οικονομία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις κατάλληλες συνθήκες - στην Ευρώπη και παγκόσμια.
Η Γερμανία είναι πλήρως ενσωματωμένη στις ροές του διεθνούς εμπορίου και των επενδύσεων. Η χώρα μας είναι ιδιαίτερα εξαρτώμενη από τις ασφαλείς διαδρομές εφοδιασμού, τις σταθερές αγορές και τα λειτουργικά δίκτυα πληροφοριών και επικοινωνιών. Αυτή η εξάρτηση θα συνεχίσει να αυξάνεται. Η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας ως βιομηχανικού έθνους εξαρτάται γι' αυτό όλο και περισσότερο από το προβάδισμά της στην καινοτομία». Αλλά φυσικά για ένα τέτοιο στόχο δεν αρκεί η ένταση της εκμετάλλευσης της «υψηλά ειδικευμένης» εργατικής τάξης της Γερμανίας...
Ανακατατάξεις, «προκλήσεις» και «φυγόκεντρες δυνάμεις»
Το ίδιο «περίπλοκο, εκρηκτικό, δυναμικό και γι' αυτό ολοένα και πιο απρόβλεπτο» περιβάλλον ασφαλείας, που γεννάνε οι αβυσσαλέες αντιθέσεις στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, περιγράφεται και σε άλλα σημεία του κειμένου για να στοιχειοθετηθεί η «μεταβατικότητα στη διεθνή τάξη». Το κείμενο ξεχωρίζει τρία σημεία:
  • Την «πολυπολικότητα και διάχυση της δύναμης», δηλαδή τις ανακατατάξεις στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.«Δυναμικά αναπτυσσόμενες κοινωνίες συνδέουν τον αυξανόμενο πλούτο τους και τη συμμετοχή τους στην παγκόσμια οικονομία με τις βλέψεις για επέκταση της επιρροής τους στις περιφερειακές και παγκόσμιες υποθέσεις (...) Το υπογραμμίζουν με μια σημαντική αύξηση στρατιωτικών δαπανών και μέσω ενός εντεινόμενου συντονισμού των συμφερόντων τους σε νέους οργανισμούς και ομάδες κρατών», λέει χαρακτηριστικά το κείμενο, «δείχνοντας» την Κίνα και την Ινδία, που «έως τα μέσα του αιώνα αναμένεται το μέγεθος της οικονομίας τους να είναι παρόμοιο με αυτό των χωρών του ΟΟΣΑ ως σύνολο», όπως και τους BRICS και την ASEAN. «Ως αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών», προειδοποιεί η «Βίβλος», υπάρχει ο κίνδυνος «να αναπτυχθούν ανταγωνιστικές δομές στη διεθνή πολιτική (...) που θα αποδυναμώσουν την παγκόσμια ενωτική φύση οργανισμών και θεσμών της παρούσας παγκόσμιας τάξης».
  • Την «αμφισβήτηση των κανόνων της ευρωατλαντικής τάξης, ειρήνης και σταθερότητας», «φωτογραφίζοντας» τη Ρωσία, που, όπως λέει,«αμφισβητεί ανοιχτά την ευρωπαϊκή ειρήνη με την πρόθεσή της να χρησιμοποιήσει βία για να προωθήσει τα συμφέροντά της και εμμέσως να ξαναχαράξει τα σύνορα που είναι εγγυημένα από τον διεθνή νόμο, όπως έχει κάνει στην Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία. Αυτό έχει μακροπρόθεσμες επιπλοκές για την ασφάλεια στην Ευρώπη και κατά συνέπεια στη Γερμανία (...) Αυτό αποτυπώνεται, για παράδειγμα, από την αύξηση της ρωσικής στρατιωτικής δραστηριότητας κατά μήκος των συνόρων της με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο του εκτενούς εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεών της, η Ρωσία εμφανίζεται έτοιμη να δοκιμάσει τα όρια των υπαρχουσών διεθνών συμφωνιών. Χρησιμοποιώντας ολοένα και περισσότερο "υβριδικά" όργανα ώστε εσκεμμένα να θολώσει τα όρια ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη, η Ρωσία δημιουργεί αβεβαιότητα γύρω από τη φύση των προθέσεών της. Αυτό απαιτεί απαντήσεις από τα επηρεαζόμενα κράτη, καθώς επίσης και από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Χωρίς ριζική αλλαγή στην πολιτική της, η Ρωσία θα αποτελέσει πρόκληση για την ασφάλεια της ηπείρου μας στο προσεχές μέλλον». 
  • Ταυτόχρονα, βέβαια, το κείμενο αποτυπώνει και τις περίπλοκες σχέσεις ανταγωνισμού - συνεργασίας που συνυπάρχουν, όπως επίσης και τους «ιδιαίτερους δεσμούς» τουλάχιστον ενός τμήματος της γερμανικής αστικής τάξης με αντίστοιχα ρωσικά: «Την ίδια ώρα, ωστόσο, η Ευρώπη και η Ρωσία παραμένουν συνδεδεμένες με ένα ευρύ δίχτυ κοινών συμφερόντων και σχέσεων (...) Είναι γι' αυτό όλο και πιο σημαντικό, στις σχέσεις μας με τη Ρωσία, να βρούμε τη σωστή αναλογία ανάμεσα στη συλλογική άμυνα (...) από τη μια μεριά, και προσεγγίσεις για τη συλλογική ασφάλεια και την τοπική συνεργασία, από την άλλη»...
  • Τις «φυγόκεντρες δυνάμεις» στην ΕΕ. Τις ενδοαστικές, δηλαδή, κόντρες και τα αποκλίνοντα συμφέροντα εντός της ιμπεριαλιστικής διακρατικής ένωσης, που τη φέρνουν«αντιμέτωπη με την πρόκληση της διατήρησης και επέκτασης της εσωτερικής της συνοχής (...) ως αποτέλεσμα των ταυτόχρονων συνεπειών της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης και των ανασφαλειών στα εξωτερικά της σύνορα» και η οποία «θα συνεχίσει να έχει ένα σταθεροποιητικό ρόλο για τους γείτονές της μόνο αν ξεπεράσει τα εσωτερικά της "τεκτονικά ρήγματα", εξουδετερώσει επιτυχώς τις φυγόκεντρες δυνάμεις (...) και έτσι ενδυναμώσει την εσωτερική της συνοχή και ενότητα. Είναι γι' αυτό απαραίτητο να γίνει πλήρης εκμετάλλευση των ευκαιριών που προσφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας», δηλαδή η Συνθήκη που προωθεί διά πυρός και σιδήρου για τα λαϊκά στρώματα την καπιταλιστική «ολοκλήρωση της ΕΕ», ώστε να μπορέσει με άλλους όρους να σταθεί στο λυσσαλέο διεθνή ανταγωνισμό. Η Γερμανία, πάντως, «θα συνεχίσει να αναζητά (...) να θέσει αυτές τις φυγόκεντρες δυνάμεις υπό έλεγχο».
«Τέρατα» και προσχήματα
Από την «πυριτιδαποθήκη» αυτή των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, που τροφοδοτούν οι μεγάλες δυσκολίες ανάκαμψης από την καπιταλιστική κρίση, δεν θα μπορούσαν φυσικά παρά να βγαίνουν και κάθε είδους «τέρατα», πραγματικά ή κατασκευασμένα, αλλά σίγουρα «χρήσιμα» στους κάθε είδους σχεδιασμούς. 
Ολα, δηλαδή, όσα η «Βίβλος» εκτιμά ότι αποτελούν «άγνωστες προκλήσεις» για την πολιτική ασφάλειας, στις οποίες συμπεριλαμβάνει... τα πάντα. 
Από τη «διακρατική τρομοκρατία» των «τεράτων» που έσπειραν οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις έως τις «προκλήσεις για τη διαδικτυακή ασφάλεια και τη ροή πληροφοριών», τις διακρατικές συγκρούσεις και την παγκόσμια κούρσα των εξοπλισμών, τη διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής, τα «εύθραυστα κράτη», τις απειλές για τα τηλεπικοινωνιακά συστήματα, τις γραμμές προμηθειών πρώτων υλών, Ενέργειας, εμπορευμάτων και μεταφορών («ιδιαίτερα σημαντικών για ένα εξαγωγικό έθνος όπως η Γερμανία»), τη «μη ελεγχόμενη» μετανάστευση, την κλιματική αλλαγή και τις επιδημίες, την ασφάλεια του Διαστήματος, όλα μα όλα τα ζητήματα μπαίνουν στο στόχαστρο της «πολιτικής ασφάλειας» της Γερμανίας ως εν δυνάμει κίνδυνοι για τα συμφέροντα των μονοπωλίων της, αλλά και ως εν δυνάμει προσχήματα για τις σχεδιαζόμενες νέες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τον αναβαθμισμένο ρόλο που φέρεται αποφασισμένη να παίξει σε διεθνές επίπεδο.
Θωρακίζουν το εσωτερικό...
Μέσα σε αυτό το «κουβάρι», η «Βίβλος» ορίζει ρητά ότι «δεν είναι πλέον δυνατή μια διακριτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική ασφάλεια (...) Οι περιστάσεις απαιτούν μια αποτελεσματική ολιστική κυβερνητική προσέγγιση στο ζήτημα της ασφάλειας». Στην «ολοκληρωτική» αυτή προσέγγιση κρίσιμο ρόλο έχει η θωράκιση της αστικής εξουσίας στο εσωτερικό, η «ιδιαίτερης σημασίας»«ενίσχυση της συνοχής και της στιβαρότητας της χώρας μας ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει στις τωρινές και μελλοντικές απειλές», όπως αναφέρεται.
Γι' αυτό και η έκθεση επισημαίνει ότι «η εθνική ασφάλεια δεν είναι μόνο ζήτημα του κράτους, αλλά ολοένα και περισσότερο ένα κοινό καθήκον του κράτους, της βιομηχανίας, της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας. Η κοινή κατανόηση των πιθανών κινδύνων είναι η βάση για να χτιστεί η αντοχή όλης της κοινωνίας», θυμίζοντας ταυτόχρονα ότι «το κράτος και η βιομηχανία ήδη έχουν μια στενή συνεργασία ασφαλείας, που περιλαμβάνει την προστασία κρίσιμων υποδομών και της οικονομίας».
Εδώ δεν μπορεί να διαφύγουν της προσοχής δύο σημαντικά ζητήματα:
  • Πρώτον, η αξιοποίηση της σκόπιμα θολής έννοιας της «ριζοσπαστικοποίησης», ώστε να «χωράει» κάθε κίνδυνο για την αστική εξουσία από την πραγματικά ριζοσπαστική δράση της εργατικής τάξης: «Τα προβλήματα στην ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, η εμπειρία της ανεργίας από μικρή ηλικία και της έλλειψης προοπτικών μπορούν να οδηγήσουν στη βία και τη ριζοσπαστικοποίηση. Η εργασία των νέων είναι γι' αυτό στενά συνδεδεμένη με την πρόληψη της βίας και είναι κρίσιμη για την κοινωνία μας», λέγεται.
  • Δεύτερον, το ανοιχτό ενδεχόμενο για αξιοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων και στο εσωτερικό της χώρας, πλάι στους υπόλοιπους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς, με χαρακτηριστικές αναφορές όπως ότι «το γερμανικό Σύνταγμα επιτρέπει κατηγορηματικά την ανάπτυξη των Ενόπλων Δυνάμεων στο εσωτερικό σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. 
  • Οι μεγάλης κλίμακας τρομοκρατικές επιθέσεις μπορούν να θεωρηθούν τέτοιες...», «προκειμένου να βοηθήσουν την αστυνομία να αντιμετωπίσει έκτακτες καταστάσεις, οι Ενοπλες Δυνάμεις, σε συγκεκριμένες συνθήκες, ασκούν εξουσία και λειτουργούν ως δύναμη επέμβασης και επιβολής»«οι Ενοπλες Δυνάμεις μπορούν επίσης να αναπτυχθούν σε περίπτωση μιας εσωτερικής ανάγκης (...) αν υπάρχει ένας άμεσος κίνδυνος για την ύπαρξη της ελεύθερης και δημοκρατικής τάξης της Γερμανίας»...
...βγάζουν «νύχια» στο εξωτερικό
Η πολύπλευρη «ασφάλεια στο εσωτερικό», αλλά και η στράτευση του λαού στους στόχους της αστικής τάξης είναι εξάλλου και προϋπόθεση ώστε η γερμανική αστική τάξη να «ανοίξει τα φτερά της» στις νέες περιπέτειες για τα συμφέροντα των μονοπωλίων, που ναι μεν λέει η έκθεση «παραμένουν στενά συνδεδεμένα με εκείνα των συμμάχων και συνεταίρων μας (αφού) μόνο σε συνεργασία με άλλους η Γερμανία μπορεί (...) να κάνει αποτελεσματική χρήση των σημαντικών αλλά περιορισμένων πηγών και να ξεδιπλώσει την καινοτόμο παραγωγική της δυναμική», αλλά «την ίδια στιγμή, η ικανότητά μας να ανταποκρινόμαστε μέσα σε ένα διεθνές - και συγκεκριμένα ευρωπαϊκό και διατλαντικό - πλαίσιο βασίζεται σε μια καθαρά εθνική θέση».
Μέσα σε αυτά τα όρια, που καθορίζουν τα συμφέροντα των μονοπωλίων, η «Βίβλος» αποτυπώνει μια σειρά από στρατηγικές επιλογές και στόχους της αστικής τάξης της Γερμανίας αλλά και την πρόθεσή της να παίξει έναν πιο αναβαθμισμένο ρόλο:
  • Διατηρεί ως στρατηγική της επιλογή τη συμπόρευση με τις ΗΠΑ, που «θα συνεχίσουν να έχουν βαρύνουσα επιρροή στη διεθνή πολιτική ασφάλειας», αλλά και τη «διατλαντική συνεργασία ασφαλείας», που, όπως λέει το κείμενο, «θα έρθει πιο κοντά και θα γίνει πιο παραγωγική όσο περισσότερο εμείς οι Ευρωπαίοι είμαστε προετοιμασμένοι να αναλάβουμε ένα μεγαλύτερο μερίδιο των κοινών βαρών, και όσο περισσότερο οι Αμερικανοί συνεταίροι μας δεσμευτούν στην από κοινού χάραξη των αποφάσεων». Αυτό εξάλλου, όπως σημειώνει το κείμενο, ταιριάζει και με τις εκκλήσεις των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια για την ανάγκη οι συνεταίροι τους να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες, «τάση που είναι πιθανόν να συνεχιστεί ενόψει και των οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων στις ΗΠΑ». Ας σημειώσουμε εδώ ότι σε συνέντευξή του για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, την περασμένη βδομάδα στους «Νew Υork Times», την ίδια γραμμή που φαίνεται να κερδίζει έδαφος σε τμήματα της αστικής τάξης των ΗΠΑ υπερασπίστηκε και ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών Ντ. Τραμπ.
  • Αποτυπώνει την πρόθεσή της να αναλάβει περισσότερες πρωτοβουλίες στο πλαίσιο της επιθετικής πολιτικής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, που «η ενίσχυση της συνοχής τους και της ικανότητας δράσης είναι ύψιστης σημασίας για τη Γερμανία», με σημεία αναφοράς τη «συλλογική άμυνα και ασφάλεια» και τη «διεθνή διαχείριση κρίσεων».
  • Σημειώνει την «ξεχωριστή ευθύνη» που έχει αναλάβει για τη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πυλώνα της συμμαχίας, του οποίου «η σημασία μεγαλώνει», αλλά και τη «δέσμευσή της στη διασύνδεση των ευρωπαϊκών Ενόπλων Δυνάμεων», από κοινού με τη Γαλλία, που τη σχέση τους περιγράφει ως «καθοδηγητική δύναμη». «Μόνο μια ενωμένη και ισχυρή Ευρώπη θα είναι ικανή να διαμορφώσει αποτελεσματικά την παγκόσμια τάξη, με τρόπο που να αντανακλά τα συμφέροντα» των... πολιτών της, λέει το κείμενο, που στέκεται ιδιαίτερα στη σημασία της διαμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης Ασφάλειας και Αμυνας, και στα όσα αυτή προβλέπει για ενίσχυση των υποδομών, της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και την ενοποίηση πολιτικών και στρατιωτικών δυνατοτήτων.
  • Δεσμεύεται στον ΝΑΤΟικό στόχο αύξησης των δαπανών άμυνας στο 2% του ΑΕΠ, την ίδια ώρα που «προειδοποιεί» ότι «οι Ενοπλες Δυνάμεις της ΕΕ, που εξακολουθούν να είναι οργανωμένες σε εθνική βάση, μειώθηκαν αισθητά τα τελευταία χρόνια υπό την πίεση της κρίσης χρέους και στη θέα του υποτιθέμενου ειρηνικού περιβάλλοντος. Εν τω μεταξύ, άλλα κράτη εκτός ΕΕ έχουν επενδύσει βαριά στις δικές τους Ενοπλες Δυνάμεις, και θα συνεχίσουν να κάνουν το ίδιο στο μέλλον».
  • Αν και μιλάει για μια προσπάθεια «συμβιβασμών» και προσπάθειας αποτύπωσης των νέων συσχετισμών στους διεθνείς οργανισμούς, με αναφορές όπως ότι «η πολυπολικότητα πρέπει να αντανακλαστεί στο Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών», προειδοποιεί ότι «δεν χρειάζεται αλλαγή της διεθνούς αρχιτεκτονικής αλλά σεβασμός της διεθνούς νομιμότητας», που είναι βέβαια κομμένη και ραμμένη στα «δίκαια» των ιμπεριαλιστών.
  • Φέρνει αλλαγές στις γερμανικές Ενοπλες Δυνάμεις, το «όργανο της γερμανικής πολιτικής ασφάλειας», ώστε να συνδυάζουν «ταυτόχρονα» «την εθνική και συλλογική ασφάλεια (...) τη διαχείριση κρίσεων διεθνώς» και άλλα καθήκοντα αφού «η θέλησή μας να παίξουμε ένα ξεχωριστό ρόλο, τα πολλά προβληματικά σημεία στη γειτονιά της Ευρώπης και διεθνώς και οι αυξημένες προσδοκίες για το ρόλο της Γερμανίας (...) επιβάλλουν να αποκαταστήσουμε την ισορροπία στις αποστολές που οι Ενοπλες Δυνάμεις πραγματοποιούν...». Και ο νοών νοείτω...
Τα «θολά όρια» του ιμπεριαλιστικού πολέμου
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο «προβληματισμός» που βρίσκεται διάχυτος σε διάφορα σημεία του κειμένου για τα πολύ θολά όρια ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική ειρήνη και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη.
Συγκεκριμένα, το κείμενο, δίπλα στην «αναγέννηση των παραδοσιακών πολιτικών πυγμής, που περιλαμβάνουν τη χρήση στρατιωτικών μέσων για την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και τις σημαντικές προσπάθειες εξοπλισμών», καταγράφει τη δράση των κάθε λογής μηχανισμών και των «επιχειρήσεων αποσταθεροποίησης» (βλέπε «πολύχρωμες επαναστάσεις» κ.ο.κ.) με το εξής χαρακτηριστικό απόσπασμα:«Επιπρόσθετα, μη-κρατικοί παράγοντες και συγκεκριμένα κράτη καταφεύγουν σε μεθόδους "υβριδικού" πολέμου. Αυτός περιλαμβάνει τη χρήση στρατιωτικών μέσων κάτω από το κατώφλι του συμβατικού πολέμου. Ο σκοπός είναι η υπονόμευση ενός κράτους με ένα συγκαλυμμένο τρόπο. Αυτή η προσέγγιση συνδυάζει διαφορετικά πολιτικά και στρατιωτικά μέσα και εργαλεία, με έναν τρόπο ο οποίος δεν αποκαλύπτει τις πραγματικές επιθετικές προθέσεις, έως ότου όλα τα μέρη του παζλ να έχουν συμπληρωθεί...».
«Οι υβριδικές τακτικές», λέει το κείμενο, μιλώντας για τις νέες μορφές που παίρνει ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος «θολώνουν τα όρια ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη (...). Οι ρόλοι του επιτιθέμενου και της αμυνόμενης παράταξης γίνονται εσκεμμένα δυσδιάκριτοι. Η πρόθεση είναι να καθυστερήσουν ή να αποφύγουν εντελώς την άμεση και αποφασιστική απάντηση του κράτους που βρίσκεται υπό επίθεση και της διεθνούς κοινότητας».
Ενδεικτικό, εξάλλου, είναι και το πώς αυτός ο «θολός» πόλεμος - επέκταση της ιμπεριαλιστικής ειρήνης αξιοποιείται και για συνολικότερα μέτρα θωράκισης της αστικής εξουσίας με το προχώρημα μιας σειράς μέτρων καταστολής, αλλά και στοίχισης των λαών πίσω από τα συμφέροντα των καπιταλιστών: «Η επιτυχής πρόληψη των υβριδικών απειλών επιτάσσει την κρατική και κοινωνική αντοχή», γράφεται στο κείμενο, που περιγράφει μια σειρά από μέτρα όπως «ένα αποτελεσματικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης», βασισμένο «σε ένα ακριβές και ευέλικτο σύστημα δεικτών και ισχυρές αναλυτικές ικανότητες».
Οι παραδοχές αυτές επιβεβαιώνουν την ανάγκη η εργατική τάξη κάθε χώρας να μη σέρνεται πίσω από τους φανερούς ή «δυσδιάκριτους» σχεδιασμούς των διαφόρων τμημάτων της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων, αλλά να χαράξει τη δική της αυτοτελή γραμμή πάλης και εξόδου από τα «θολά ναρκοπέδια» του ιμπεριαλιστικού πολέμου και της ιμπεριαλιστικής «ειρήνης».