Ηλίας Σδρ:
Ήμουν νεαρός τότε, μόλις είχα απολυθεί απ τον στρατό.
Το ΚΚΕ είχε οικονομική εξόρμηση,
όπως και τώρα, και εγώ με το κουπόνι στο χέρι, χτυπούσα πόρτες συναγωνιστών και συντρόφων για ενίσχυση…
Στην γειτονιά έμενε μια γιαγιά, η κυρά Ξένια.
Χήρα παλιού αγωνιστή και Μακρονησιώτη η κυρα Ξένια τα έβγαζε δύσκολα μα περήφανα.
Η γειτόνισσες με τρόπο, χωρίς να την προσβάλουν της πήγαιναν ένα πιάτο φαγητό συχνά,πυκνά…
«
Αχ βρε κυρα Ξενια μου να με συμπαθάς ,αλλά δοκίμασε λίγο απ το κοκκινιστό μου εσύ που ξέρεις…Σαν κάτι να μην κάνω καλά, να μου το πεις έτσι ;»
Παρά την φτώχεια της η κυρά Ξένια κάθε Κυριακή έπαιρνε τον Ριζοσπάστη και σχεδόν όλη την βδομάδα , κάθονταν στην πολυθρόνα της, φορώντας τα χοντρά γυαλιά της, και τον διάβαζε συλλαβιστά με τα λίγα κολυβογράμματα που είχε μόνη της μάθει μιας και δεν πήγε ποτέ της στο σχολείο.
Εκείνη την Κυριακή την καλημέρισα ,άφησα τον Ριζοσπάστη και έκανα να φύγω…
-«Στάσου βρε παιδί μου» …Μου φώναξε ψάχνοντας το παλιό κουμπωτό πορτοφολάκι της… » Να πάρε ένα πενηντάρι και κόψε μου και μένα ένα απ τα μικρά κουπόνια για το κόμμα ,αν μπορέσω θα σου δώκω κι άλλα από βδομάδα»
Κόμπιασα….Τα έχασα…
«Θεία Ξένια δεν πειράζει …Ξέρω πως τα έχεις ανάγκη, άσε θα δώσουμε εμείς οι νεότεροι τώρα, εσείς προσφέρατε τόσα πολλά στον αγώνα…»
«Σςςς Μπρε !» Με σταμάτησε απότομα ..
«Αυτό το πενηντάρι αγόρι μου, φτάνει για να έχω εγώ ψωμί μια μέρα αν το δώκω στον φούρναρη….
Μα αν το δώκουμε όλοι μας με την καρδιά μας στο κόμμα μας, θα είναι για να χει ψωμί όλος ο Ντουνιάς για πάντα !
»
Ένιωσα το γέρικο και αδύναμο χέρι να με χαϊδεύει στοργικά στο κεφάλι και αυθόρμητα έσκυψα και το φίλησα με σεβασμό …
Εκείνα τα λόγια και κείνο το γέρικο και αδύναμο χέρι μου έδωσαν τέτοια δύναμη που είκοσι και κάτι χρόνια μετά, αντί να σβήσει θεριεύει !!!