Συνολικές προβολές σελίδας

Translate

29 Δεκεμβρίου, 2019

ΕΣΥ ΦΤΑΙΣ, ΠΟΥ ΒΑΣΤΑΣ ΤΟΥΣ ΘΡΟΝΟΥΣ ΤΟΥΣ, ΣΤΟ ΣΒΕΡΚΟ ΤΟΥ..



Εμένα δεν μού φταίνε οι αφεντάδες. 
Εσύ μού φταίς ο διπλανός μου, που βαστάς τούς θρόνους τους στο σβέρκο σου.
Τον σμπαράλιασες τον σβέρκο σου.
Μόνο μιά γλώσσα σού έμεινε, που χορεύει σαν φίδι υπακούοντας στον γητευτή του.

Εγώ είχα γή, και το αλέτρι το έφτιαξαν οι δαγκάνες τού δίκιου μου.
Εγώ είχα στάχυα που έκαναν έρωτα με τονήλιο, και γεννούσαν χρυσάφι.
Το αλεύρι μου αρκούσε να υφάνει νυφικά για κάθε παρθένα πείνα, να μπεί μέσα της, και να τη λυτρώσει.
Εγώ έφτιαξα προζύμι απ'την ικεσία στα απλωμένα χέρια τών παιδιών,μιά πεταλούδα λευκή στο στήθος μου, και λίγο φυλαγμένο ασβέστη, για το σπίτι που θα ξαναφτιάξω.
Εγώ είχα φούρνο σκεπαστό, χτιστό από τα βλέφαρα τών παιδιών, και φωτιά από τις σπίθες τών ματιών τους.
Μ' εσένα τά' χω εγώ, όχι με τούς αφεντάδες.
Εσύ χρόνια ολάκερα μού μοιράζεις τη γη, όπως τη βασιλόπιτα ο θρησκόληπτοςΠρώτα για όλους τους προστάτες, μετά για σένα που η ευέλικτη γλώσσα σου σε έχρισε " κεφαλή", και το περίσσευμα σε όσους περιμένουν με απορία τη σειρά τους.Ναι, υπάρχουν ακόμη αυτοί που περιμένουν με απορία τη σειρά τους
Το νερό μου,το χάρισες στούς ευεργέτες σου.
Με το δικό μας νερό δουλεύει ο μύλος τους, και αλέθει τίς γονατισμένες συνειδήσεις σας.Δεν υπάρχουν πια χρυσά στάχυα, μόνο φθηνό γυαλιστερό περιτύλιγμα,που γίνεται καθρέφτης για την οργή με τούς αφρούς στο στόμα, και την περηφάνια με τις πατερίτσες.
Με ποιόν να κάνει έρωτα ο ήλιος, και να γεννήσει ζωή, αφού το ωάριο δεν βρίσκει ελεύθερο τράχηλο να περάσει? 
Επάνω του, στέκονται μπάστακες έμποροι ζωών που τίς παζαρεύουν πρίν ακόμα έρθουν στον κόσμο.
Δεν έχω αλεύρι για ψωμί, 
άφησες μόνο "αλεύρι " για να φουσκώνει την πραγματικότητα και να νομίζουν ότι χωράνε οι ψυχές που " πνίγονται".
Κι ύστερα ξεφουσκώνει κι ύστερα γίνεται μάρμαρο κρύο .
Όμως δεν τελείωσα ακόμη.
Μού έμειναν τα βλέφαρα τών παιδιών για να φτιάξω τον σκεπαστό μου φούρνο, τα όνειρα και τα βλέμματα τους τα πυρωμένα για φωτιά, και μου περισσεύουν και πέτρες να τον χτίσω, απ' αυτές που μού πετάς χρόνια, και πρέπει κάποια στιγμή να σού τις δώσω πίσω, γιατί εγώ έμαθα από μικρό παιδί ότι πρέπει να πληρώνω το χρέος μου, και τώρα πια δεν μπορώ ν' αλλάξω.
Εγώ θα τον ξαναφτιάξω τον φούρνο, και θα μυρίσει και πάλι φρέσκο ψωμί.


Απαλλοτριώθηκε από